Στο Γραφείο Καθηγητών
Το σχολείο μας κάνει ανθρώπους, λέει...
Ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης İlker Çatak γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1984 στο Βερολίνο. Πήγε σχολείο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και τέλειωσε το γυμνάσιο, ενώ σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στο Βερολίνο και το Αμβούργο. Θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει δυο πολιτισμικές ταυτότητες. Η πτυχιακή του μικρού μήκους ταινία με τίτλο «Sadakat» (Fidelity, 2014) κέρδισε το Φοιτητικό Όσκαρ το 2015. Ακολούθησε η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Es war einmal Indianerland» (Once Upon a Time... Indianerland, 2017). Δυο χρόνια μετά ήταν η σειρά του «Es gilt das gesprochene Wort» (I Was, I Am, I Will Be, 2019) που κέρδισε βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ του Μονάχου και τη Χάλκινη Λόλα στα Γερμανικά Βραβεία Κινηματογράφου. Και δύο χρόνια μετά (μέχρι τώρα είναι σταθερός στο να γυρίζει μια ταινία ανά δύο χρόνια) ακολούθησε το «Räuberhände» (Stambul Garden, 2021), που τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου νέου ηθοποιού στα Bavarian Film Awards. Εντωμεταξύ, έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα!
Περισσότερα... »
του İlker Çatak. Με τους Leonie Benesch, Leo Stettnisch, Eva Löbau, Michael Klammer, Rafael Stachoviak, Anne-Kathrin Gummich, Kathrin Wehlisch, Sarah Bauerett, Oscak Zickur.
Απόδειξη ( ; ) ενοχής
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)
Το σχολείο μας κάνει ανθρώπους, λέει...
Ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης İlker Çatak γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1984 στο Βερολίνο. Πήγε σχολείο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και τέλειωσε το γυμνάσιο, ενώ σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στο Βερολίνο και το Αμβούργο. Θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει δυο πολιτισμικές ταυτότητες. Η πτυχιακή του μικρού μήκους ταινία με τίτλο «Sadakat» (Fidelity, 2014) κέρδισε το Φοιτητικό Όσκαρ το 2015. Ακολούθησε η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Es war einmal Indianerland» (Once Upon a Time... Indianerland, 2017). Δυο χρόνια μετά ήταν η σειρά του «Es gilt das gesprochene Wort» (I Was, I Am, I Will Be, 2019) που κέρδισε βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ του Μονάχου και τη Χάλκινη Λόλα στα Γερμανικά Βραβεία Κινηματογράφου. Και δύο χρόνια μετά (μέχρι τώρα είναι σταθερός στο να γυρίζει μια ταινία ανά δύο χρόνια) ακολούθησε το «Räuberhände» (Stambul Garden, 2021), που τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου νέου ηθοποιού στα Bavarian Film Awards. Εντωμεταξύ, έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα!
Το Στο γραφείο καθηγητών είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του και η πρώτη του που προβάλλεται εμπορικά στη χώρα μας. Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου (και είναι η πρώτη ταινία του Çatak, που προβλήθηκε σε ένα από τα τρία μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ), λαμβάνοντας μέρος στο παράλληλο του διαγωνιστικού τμήμα «Πανόραμα», όπου τιμήθηκε με δύο βραβεία: το Label Europa Cinemas και το C.I.C.A.E. Award. Το πολύ σπουδαίο, όμως, είναι το γεγονός ότι η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γερμανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Τέλος, να σημειώσουμε πως την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο πλαίσιο του πρόσφατου φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας».
Η υπόθεση: Η Κάρλα Νόβακ είναι μια πολωνικής καταγωγής αφοσιωμένη, ιδεαλίστρια δασκάλα, που ξεκινά την πρώτη της δουλειά σε ένα σχολείο κάπου στη Γερμανία. Διδάσκει μαθηματικά και γυμναστική σε παιδιά της πρώτης γυμνασίου. Στο σχολείο γίνονται μικροκλοπές και μια μέρα θα κατηγορηθεί γι' αυτές ο μαθητής της, ο Αλί, τουρκικής καταγωγής. Η ενοχή του δεν μπορεί να αποδειχθεί και η Κάρλα θεωρεί πως ο Αλί στοχοποιήθηκε με ρατσιστικά κριτήρια. Θα αποφασίσει να μην το αφήσει έτσι και να πάει ένα βήμα παραπέρα: αποφασίζει να διαλευκάνει μόνη της την υπόθεση. Προσπαθώντας να μεσολαβήσει ανάμεσα σε αγανακτισμένους γονείς, ισχυρογνώμονες συναδέλφους και επιθετικούς μαθητές, έρχεται αντιμέτωπη με τις δομές του σχολικού συστήματος. Και θα βρεθεί χωρίς να το καταλάβει απέναντι στον πιο χαρισματικό μαθητή της, τον Όσκαρ. Όσο πιο απελπισμένα προσπαθεί να τα κάνει όλα σωστά, τόσο πιο κοντά φτάνει στο να σπάσει. Τελικά, θα μπορέσει να βρει την αλήθεια; Και ποια είναι αυτή η τόσο σημαντική αλήθεια; Και τα παιδιά, ποιος σκέφτεται τα παιδιά;
Η άποψή μας: Μόλις μια βδομάδα πριν, στον ταινίαρο του Nuri Bilge Ceylan «Ξερά χόρτα» είχαμε σκηνή ντάλε κουάλε ίδια με σκηνή σε τούτη την ταινία του εξ Γερμανίας συμπατριώτη του: αιφνιδιαστική έφοδος σε σχολική αίθουσα από καθηγητές και ψάξιμο προσωπικών αντικειμένων μαθητών. Καμία πρόνοια για τα παιδιά, κανένας σεβασμός, απόλυτος εξευτελισμός, λες και δεν ισχύει κανείς νόμος μέσα στη σχολική αίθουσα, εκτός από το νόμο του ισχυρού, του φορέα της εξουσίας, του δασκάλου. Σχεδόν 10 χρόνια πριν είχαμε θαυμάσει μια ανάλογης λογικής ταινία, από τη Βουλγαρία εκείνη, το απίθανο «Το μάθημα» από το δίδυμο Kristina Grozeva, Petar Valchanov.
Η άποψή μας: Μόλις μια βδομάδα πριν, στον ταινίαρο του Nuri Bilge Ceylan «Ξερά χόρτα» είχαμε σκηνή ντάλε κουάλε ίδια με σκηνή σε τούτη την ταινία του εξ Γερμανίας συμπατριώτη του: αιφνιδιαστική έφοδος σε σχολική αίθουσα από καθηγητές και ψάξιμο προσωπικών αντικειμένων μαθητών. Καμία πρόνοια για τα παιδιά, κανένας σεβασμός, απόλυτος εξευτελισμός, λες και δεν ισχύει κανείς νόμος μέσα στη σχολική αίθουσα, εκτός από το νόμο του ισχυρού, του φορέα της εξουσίας, του δασκάλου. Σχεδόν 10 χρόνια πριν είχαμε θαυμάσει μια ανάλογης λογικής ταινία, από τη Βουλγαρία εκείνη, το απίθανο «Το μάθημα» από το δίδυμο Kristina Grozeva, Petar Valchanov.
Για να πω την αλήθεια, διαβάζοντας την περίληψη της γερμανικής ταινίας, νόμιζα αρχικά πως επρόκειτο απλά για ένα ριμέικ της βουλγάρικης (όπου υπήρχε και ελληνική συμμετοχή στην παραγωγή). Υπάρχουν αρκετές αναλογίες και ομοιότητες είναι η αλήθεια – με βασικότερη, την ύπαρξη της ιδεαλίστριας δασκάλας στον πρωταγωνιστικό ρόλο, που προσπαθεί να διδάξει ένα ηθικό μάθημα (ως μη οφείλει) σε όλους όσοι στέκονται χαμηλότερα από το ύψος των περιστάσεων. Υπάρχουν όμως και μπόλικες διαφορές με κυριότερη το γεγονός ότι η βαλκανική ταινία από κάποιο σημείο και μετά ρέπει προς τον σουρεαλισμό, απόλυτα και αρμονικά δεμένο πάντως με τα δρώμενα, ενώ η γερμανική, αν και με τουρκικής καταγωγής σκηνοθέτη και με πανταχού παρούσα την έννοια του μετανάστη, διαθέτει μεγαλύτερο αγγλοσαξονικό ορθολογισμό, είναι πιο... τετράγωνη (χα, ναι, ο σκηνοθέτης επιλέγει και το συγκεκριμένο φορμά για να τονίσει τον εγκλωβισμό και την ασφυξία) και προτάσσει πέρα και πάνω από όλα το αδιέξοδο των δυτικών κοινωνιών, ευνομούμενων κοινωνιών, που όμως δεν μπορούν καν να διαχειριστούν κάτι τόσο απλό μα και τόσο σοβαρό, όπως η διαπαιδαγώγηση των μελλοντικών ενηλίκων...
Ο Αλί, μετά το ψάξιμο, βρίσκεται με ένα πορτοφόλι γεμάτο χρήματα. Οι γονείς του, Τούρκοι μετανάστες, δίνουν μια λογική εξήγηση: θα αγόραζε κάτι ακριβό. Ο πατέρας, μάλιστα, υπερθεματίζει: ο Αλί δεν θα έκλεβε ποτέ γιατί ο ίδιος θα του έκοβε τα χέρια! Δεν υπάρχει όμως καμία απόδειξη ούτε ότι ο Αλί έκλεψε αλλά ούτε ότι ο Αλί δεν έκλεψε. Κι έρχεται η Κάρλα. Και στήνει το κόλπο με την κάμερα του λάπτοπ της. Κάμερα που συλλαμβάνει τη στιγμή που ένα χέρι, φορώντας συγκεκριμένα ρούχα, παίρνει το πορτοφόλι από το σακάκι της δασκάλας μας, τσιμπάει πολλά ευρώ – όχι όλα – και το επιστρέφει στη θέση του. Το βίντεο συλλαμβάνει ένα κομμάτι της αλήθειας, όχι όλη την αλήθεια. Και ναι, μπορεί συγκεκριμένος άνθρωπος να φοράει το συγκεκριμένο ρούχο και ναι κατά πάσα πιθανότητα αυτός ο άνθρωπος είναι ένοχος. Δεν υπάρχει όμως καταγεγραμμένη η πάσα αλήθεια. Δεν μπορεί να υπάρξει η απόλυτη αλήθεια.
Και τι γίνεται όταν αυτός που κατηγορείται αρνείται τα πάντα; Και τι γίνεται από τη στιγμή που η καταγραφή μέσω της κάμερας του λάπτοπ είναι... παράνομη, καθώς παραβιάζει την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα; Και πώς η Κάρλα, που, όπως όλοι οι άνθρωποι, που διαθέτουν τον ελάχιστο αυτοσεβασμό, βάζει το κέρμα της στον συλλογικό κουμπαρά όταν παίρνει καφέ από την καφετιέρα, θα αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας, όταν έχει δει με τα ίδια της τα μάτια συνάδελφό της να παίρνει καφέ αλλά να αρπάζει χρήματα από τον κουμπαρά κι όχι να βάζει λεφτά σε αυτόν; Ο σκηνοθέτης και συνσεναριογράφος δομεί έτσι την ταινία του ώστε να παίρνει τη μορφή αγωνιώδους θρίλερ. Θρίλερ όμως που δεν το ενδιαφέρει το «ποιος το έκανε». Τον σκηνοθέτη τον ενδιαφέρει η πικρή παραδοχή πως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Πως, δυστυχώς, το σχολείο, που θα μπορούσε να είναι η κοιτίδα για τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, με ανθρώπους με ενσυναίσθηση, γνώσεις και ικανούς να μπορούν να σκέφτονται ελεύθερα, εντέλει λειτουργεί ως το πρώτο στάδιο του ιδρυματισμού.
Με τους περισσότερους καθηγητές να έχουν αποδεχθεί τον κομφορμισμό τους, και να κάνουν «τη δουλειά τους» βαριεστημένα, ανόρεχτα, χωρίς κίνητρο. Γι' αυτό και ο τίτλος της ταινίας είναι «Στο γραφείο καθηγητών». Η συγκεκριμένη μικρογραφία της κοινωνίας έχει πολλά να πει για το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, τις συμπεριφορές, τις αντιλήψεις, τις αντιπαραθέσεις. Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται στα παιδιά. Βλέπουμε πχ πως ένας μαθητής χρησιμοποιεί σκονάκι για να λύσει μια άσκηση σε ένα διαγώνισμα. Οκ, εμμέσως βεβαίως κριτικάρεται το σχολείο, που αδυνατεί να βοηθήσει τον συγκεκριμένο μαθητή να πάρει εκείνες τις γνώσεις με εκείνον τον τρόπο, που δεν θα τον οδηγεί σε αυτήν τη μικρή «ατιμία». Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται και στους μεγάλους. Στους δασκάλους με τα κόμπλεξ τους, στους γονείς με τις εμμονές τους, στους ενήλικους γενικά, που – τι παράξενο – πολλές φορές συμπεριφέρονται πιο ανώριμα από τα παιδιά. Και ο σκηνοθέτης δεν αφήνει εκτός του στόχαστρού του ούτε την Κάρλα. Ναι, εκκινεί με τις καλύτερες των προθέσεων, αλλά αυτό δεν αρκεί.
Πώς το λέει η Κάρλα; Τι είναι ο αλγόριθμος (όχι αυτός του facebook βρε, που άλλους τους χαρίζει like με το τσουβάλι κι άλλους τους ρίχνει στα τάρταρα) ; Ως αλγόριθμος ορίζεται μια πεπερασμένη σειρά ενεργειών, αυστηρά καθορισμένων και εκτελέσιμων σε πεπερασμένο χρόνο, που στοχεύουν στην επίλυση ενός προβλήματος. Πιο απλά, αλγόριθμο ονομάζουμε μία σειρά από εντολές που έχουν αρχή και τέλος, είναι σαφείς και έχουν ως σκοπό την επίλυση κάποιου προβλήματος. Μπορεί ο αλγόριθμος να είναι ηθικός; Εδώ σε θέλω Κάρλα μου.
Σπουδαία ταινία, με μοναδικό ψεγάδι την όλη φάση με τη σχολική εφημερίδα (too much), με εξαιρετικές ερμηνείες, ιδίως από την Leonie Benesch, που κάποιοι θα τη θυμούνται πιτσιρίκα από τη «Λευκή κορδέλα» του Haneke κι άλλοι θα τη θυμούνται από το φοβερό τηλεοπτικό «Babylon Berlin», που θέτει καίρια ερωτήματα χωρίς να δίνει έτοιμες απαντήσεις, βάζοντας τον θεατή να κινητοποιεί τη σκέψη του. Και μακάρι όλα να λύνονταν όπως ο κύβος του Ρούμπικ, ε; Μη τη χάσετε.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Οκτωβρίου 2023 από την Cinobo!