Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Poster ΠόστερΣτο Γραφείο Καθηγητών
του İlker Çatak. Με τους Leonie Benesch, Leo Stettnisch, Eva Löbau, Michael Klammer, Rafael Stachoviak, Anne-Kathrin Gummich, Kathrin Wehlisch, Sarah Bauerett, Oscak Zickur.


Απόδειξη ( ; ) ενοχής
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Το σχολείο μας κάνει ανθρώπους, λέει...

Ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης İlker Çatak γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1984 στο Βερολίνο. Πήγε σχολείο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και τέλειωσε το γυμνάσιο, ενώ σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στο Βερολίνο και το Αμβούργο. Θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει δυο πολιτισμικές ταυτότητες. Η πτυχιακή του μικρού μήκους ταινία με τίτλο «Sadakat» (Fidelity, 2014) κέρδισε το Φοιτητικό Όσκαρ το 2015. Ακολούθησε η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Es war einmal Indianerland» (Once Upon a Time... Indianerland, 2017). Δυο χρόνια μετά ήταν η σειρά του «Es gilt das gesprochene Wort» (I Was, I Am, I Will Be, 2019) που κέρδισε βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ του Μονάχου και τη Χάλκινη Λόλα στα Γερμανικά Βραβεία Κινηματογράφου. Και δύο χρόνια μετά (μέχρι τώρα είναι σταθερός στο να γυρίζει μια ταινία ανά δύο χρόνια) ακολούθησε το «Räuberhände» (Stambul Garden, 2021), που τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου νέου ηθοποιού στα Bavarian Film Awards. Εντωμεταξύ, έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα!

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Poster Πόστερ Wallpaper
Το Στο γραφείο καθηγητών είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του και η πρώτη του που προβάλλεται εμπορικά στη χώρα μας. Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου (και είναι η πρώτη ταινία του Çatak, που προβλήθηκε σε ένα από τα τρία μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ), λαμβάνοντας μέρος στο παράλληλο του διαγωνιστικού τμήμα «Πανόραμα», όπου τιμήθηκε με δύο βραβεία: το Label Europa Cinemas και το C.I.C.A.E. Award. Το πολύ σπουδαίο, όμως, είναι το γεγονός ότι η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γερμανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Τέλος, να σημειώσουμε πως την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο πλαίσιο του πρόσφατου φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας».

Η υπόθεση: Η Κάρλα Νόβακ είναι μια πολωνικής καταγωγής αφοσιωμένη, ιδεαλίστρια δασκάλα, που ξεκινά την πρώτη της δουλειά σε ένα σχολείο κάπου στη Γερμανία. Διδάσκει μαθηματικά και γυμναστική σε παιδιά της πρώτης γυμνασίου. Στο σχολείο γίνονται μικροκλοπές και μια μέρα θα κατηγορηθεί γι' αυτές ο μαθητής της, ο Αλί, τουρκικής καταγωγής. Η ενοχή του δεν μπορεί να αποδειχθεί και η Κάρλα θεωρεί πως ο Αλί στοχοποιήθηκε με ρατσιστικά κριτήρια. Θα αποφασίσει να μην το αφήσει έτσι και να πάει ένα βήμα παραπέρα: αποφασίζει να διαλευκάνει μόνη της την υπόθεση. Προσπαθώντας να μεσολαβήσει ανάμεσα σε αγανακτισμένους γονείς, ισχυρογνώμονες συναδέλφους και επιθετικούς μαθητές, έρχεται αντιμέτωπη με τις δομές του σχολικού συστήματος. Και θα βρεθεί χωρίς να το καταλάβει απέναντι στον πιο χαρισματικό μαθητή της, τον Όσκαρ. Όσο πιο απελπισμένα προσπαθεί να τα κάνει όλα σωστά, τόσο πιο κοντά φτάνει στο να σπάσει. Τελικά, θα μπορέσει να βρει την αλήθεια; Και ποια είναι αυτή η τόσο σημαντική αλήθεια; Και τα παιδιά, ποιος σκέφτεται τα παιδιά;

Η άποψή μας: Μόλις μια βδομάδα πριν, στον ταινίαρο του Nuri Bilge Ceylan «Ξερά χόρτα» είχαμε σκηνή ντάλε κουάλε ίδια με σκηνή σε τούτη την ταινία του εξ Γερμανίας συμπατριώτη του: αιφνιδιαστική έφοδος σε σχολική αίθουσα από καθηγητές και ψάξιμο προσωπικών αντικειμένων μαθητών. Καμία πρόνοια για τα παιδιά, κανένας σεβασμός, απόλυτος εξευτελισμός, λες και δεν ισχύει κανείς νόμος μέσα στη σχολική αίθουσα, εκτός από το νόμο του ισχυρού, του φορέα της εξουσίας, του δασκάλου. Σχεδόν 10 χρόνια πριν είχαμε θαυμάσει μια ανάλογης λογικής ταινία, από τη Βουλγαρία εκείνη, το απίθανο «Το μάθημα» από το δίδυμο Kristina Grozeva, Petar Valchanov. 

Για να πω την αλήθεια, διαβάζοντας την περίληψη της γερμανικής ταινίας, νόμιζα αρχικά πως επρόκειτο απλά για ένα ριμέικ της βουλγάρικης (όπου υπήρχε και ελληνική συμμετοχή στην παραγωγή). Υπάρχουν αρκετές αναλογίες και ομοιότητες είναι η αλήθεια – με βασικότερη, την ύπαρξη της ιδεαλίστριας δασκάλας στον πρωταγωνιστικό ρόλο, που προσπαθεί να διδάξει ένα ηθικό μάθημα (ως μη οφείλει) σε όλους όσοι στέκονται χαμηλότερα από το ύψος των περιστάσεων. Υπάρχουν όμως και μπόλικες διαφορές με κυριότερη το γεγονός ότι η βαλκανική ταινία από κάποιο σημείο και μετά ρέπει προς τον σουρεαλισμό, απόλυτα και αρμονικά δεμένο πάντως με τα δρώμενα, ενώ η γερμανική, αν και με τουρκικής καταγωγής σκηνοθέτη και με πανταχού παρούσα την έννοια του μετανάστη, διαθέτει μεγαλύτερο αγγλοσαξονικό ορθολογισμό, είναι πιο... τετράγωνη (χα, ναι, ο σκηνοθέτης επιλέγει και το συγκεκριμένο φορμά για να τονίσει τον εγκλωβισμό και την ασφυξία) και προτάσσει πέρα και πάνω από όλα το αδιέξοδο των δυτικών κοινωνιών, ευνομούμενων κοινωνιών, που όμως δεν μπορούν καν να διαχειριστούν κάτι τόσο απλό μα και τόσο σοβαρό, όπως η διαπαιδαγώγηση των μελλοντικών ενηλίκων... 

Ο Αλί, μετά το ψάξιμο, βρίσκεται με ένα πορτοφόλι γεμάτο χρήματα. Οι γονείς του, Τούρκοι μετανάστες, δίνουν μια λογική εξήγηση: θα αγόραζε κάτι ακριβό. Ο πατέρας, μάλιστα, υπερθεματίζει: ο Αλί δεν θα έκλεβε ποτέ γιατί ο ίδιος θα του έκοβε τα χέρια! Δεν υπάρχει όμως καμία απόδειξη ούτε ότι ο Αλί έκλεψε αλλά ούτε ότι ο Αλί δεν έκλεψε. Κι έρχεται η Κάρλα. Και στήνει το κόλπο με την κάμερα του λάπτοπ της. Κάμερα που συλλαμβάνει τη στιγμή που ένα χέρι, φορώντας συγκεκριμένα ρούχα, παίρνει το πορτοφόλι από το σακάκι της δασκάλας μας, τσιμπάει πολλά ευρώ – όχι όλα – και το επιστρέφει στη θέση του. Το βίντεο συλλαμβάνει ένα κομμάτι της αλήθειας, όχι όλη την αλήθεια. Και ναι, μπορεί συγκεκριμένος άνθρωπος να φοράει το συγκεκριμένο ρούχο και ναι κατά πάσα πιθανότητα αυτός ο άνθρωπος είναι ένοχος. Δεν υπάρχει όμως καταγεγραμμένη η πάσα αλήθεια. Δεν μπορεί να υπάρξει η απόλυτη αλήθεια. 

Και τι γίνεται όταν αυτός που κατηγορείται αρνείται τα πάντα; Και τι γίνεται από τη στιγμή που η καταγραφή μέσω της κάμερας του λάπτοπ είναι... παράνομη, καθώς παραβιάζει την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα; Και πώς η Κάρλα, που, όπως όλοι οι άνθρωποι, που διαθέτουν τον ελάχιστο αυτοσεβασμό, βάζει το κέρμα της στον συλλογικό κουμπαρά όταν παίρνει καφέ από την καφετιέρα, θα αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας, όταν έχει δει με τα ίδια της τα μάτια συνάδελφό της να παίρνει καφέ αλλά να αρπάζει χρήματα από τον κουμπαρά κι όχι να βάζει λεφτά σε αυτόν; Ο σκηνοθέτης και συνσεναριογράφος δομεί έτσι την ταινία του ώστε να παίρνει τη μορφή αγωνιώδους θρίλερ. Θρίλερ όμως που δεν το ενδιαφέρει το «ποιος το έκανε». Τον σκηνοθέτη τον ενδιαφέρει η πικρή παραδοχή πως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Πως, δυστυχώς, το σχολείο, που θα μπορούσε να είναι η κοιτίδα για τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, με ανθρώπους με ενσυναίσθηση, γνώσεις και ικανούς να μπορούν να σκέφτονται ελεύθερα, εντέλει λειτουργεί ως το πρώτο στάδιο του ιδρυματισμού. 

Με τους περισσότερους καθηγητές να έχουν αποδεχθεί τον κομφορμισμό τους, και να κάνουν «τη δουλειά τους» βαριεστημένα, ανόρεχτα, χωρίς κίνητρο. Γι' αυτό και ο τίτλος της ταινίας είναι «Στο γραφείο καθηγητών». Η συγκεκριμένη μικρογραφία της κοινωνίας έχει πολλά να πει για το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, τις συμπεριφορές, τις αντιλήψεις, τις αντιπαραθέσεις. Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται στα παιδιά. Βλέπουμε πχ πως ένας μαθητής χρησιμοποιεί σκονάκι για να λύσει μια άσκηση σε ένα διαγώνισμα. Οκ, εμμέσως βεβαίως κριτικάρεται το σχολείο, που αδυνατεί να βοηθήσει τον συγκεκριμένο μαθητή να πάρει εκείνες τις γνώσεις με εκείνον τον τρόπο, που δεν θα τον οδηγεί σε αυτήν τη μικρή «ατιμία». Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται και στους μεγάλους. Στους δασκάλους με τα κόμπλεξ τους, στους γονείς με τις εμμονές τους, στους ενήλικους γενικά, που – τι παράξενο – πολλές φορές συμπεριφέρονται πιο ανώριμα από τα παιδιά. Και ο σκηνοθέτης δεν αφήνει εκτός του στόχαστρού του ούτε την Κάρλα. Ναι, εκκινεί με τις καλύτερες των προθέσεων, αλλά αυτό δεν αρκεί. 

Πώς το λέει η Κάρλα; Τι είναι ο αλγόριθμος (όχι αυτός του facebook βρε, που άλλους τους χαρίζει like με το τσουβάλι κι άλλους τους ρίχνει στα τάρταρα) ; Ως αλγόριθμος ορίζεται μια πεπερασμένη σειρά ενεργειών, αυστηρά καθορισμένων και εκτελέσιμων σε πεπερασμένο χρόνο, που στοχεύουν στην επίλυση ενός προβλήματος. Πιο απλά, αλγόριθμο ονομάζουμε μία σειρά από εντολές που έχουν αρχή και τέλος, είναι σαφείς και έχουν ως σκοπό την επίλυση κάποιου προβλήματος. Μπορεί ο αλγόριθμος να είναι ηθικός; Εδώ σε θέλω Κάρλα μου. 

Σπουδαία ταινία, με μοναδικό ψεγάδι την όλη φάση με τη σχολική εφημερίδα (too much), με εξαιρετικές ερμηνείες, ιδίως από την Leonie Benesch, που κάποιοι θα τη θυμούνται πιτσιρίκα από τη «Λευκή κορδέλα» του Haneke κι άλλοι θα τη θυμούνται από το φοβερό τηλεοπτικό «Babylon Berlin», που θέτει καίρια ερωτήματα χωρίς να δίνει έτοιμες απαντήσεις, βάζοντας τον θεατή να κινητοποιεί τη σκέψη του. Και μακάρι όλα να λύνονταν όπως ο κύβος του Ρούμπικ, ε; Μη τη χάσετε.

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Οκτωβρίου 2023 από την Cinobo!
Περισσότερα... »

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού (Killers of the Flower Moon) Poster ΠόστερΟι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού
του Martin Scorsese. Με τους Leonardo DiCaprio, Robert De Niro, Lily Gladstone, Jason Isbell, Sturgill Simpson.

Αργό, Βραδύκαυστο Πετρέλαιο
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Δυο ιερές αγελάδες έχει να επιδείξει το Χόλυγουδ. Η μια είναι ο Σπηλβέργιος, στο πιο ιλουστρασιόν, πόζιτιβ και προσανατολισμένο για οικογενειακή θέαση. Στον έτερο πόλο, ο Σκορσεζιανός, σκοτεινός συμμοριτισμός, Καθολική ενοχή, η βία ως αυτοσκοπός πολιτι(σμι)κής επιβολής α λα αμερικάνα. Αμφότεροι γυρίζουν πια ταινίες με τους πλήρως ικανοποιούμενους όρους τους. Οσκαρική αναγνώριση λόγω του πανίσχυρου πέντιγκρι εκ των προτέρων εξασφαλισμένη. Είναι τόσο υψηλός ο βαθμός φιλμικής επιδεξιότητας και το αποδεδειγμένο συνολικά τάλαντο του συνεργείου που ο πήχυς τίθεται, στα δικά μου μάθια τουλάχιστον, πανύψηλα. Ο Μάρτυ μετά το πέρασμα του από τον στρημώνα του Netflix (The Irishman), μεταβαίνει στην Apple για να παρασύρει το μπάτζετ στα $200Μ και να επανενώσει τα δυο φετίχ DeNiroDiCaprio κάπου 30 έτη ξανά από την πρώτη τους cineργασία (This Boy’s Life), πρωτοφανώς σε δικό του πρότζεκτ (11 – 7 το σκορ εμφάνισής των σε δημιουργία του Φρύδια).

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Quad Poster
Το Killers of the Flower Moon, βασισμένο στο ομότιτλο μπεστ σέλλερ του David Grann, προσαρμοσμένο στη μεγάλη οθόνη από τον ίδιο τον Scorsese και τον πετυχεσιάρη Eric Roth, αφηγείται τη μελανή ιστορία δεκάδων δολοφονιών Ινδιάνων Osage Nation της Οκλαχόμα που συνετάραξε στη δεκαετία του 1920 την αμερικανική κυβέρνηση που προκάλεσε την εμπλοκή του νεοσύστατου FBI του Χούβερ. Λευκοί τυχοδιώκτες, σκότωναν, πυρπολούσαν, κηδεμόνευαν ή έκαναν γάμους με τους αυτόχθονες με σκοπό να οικειοποιηθούν το μαύρο χρυσό που έρρεε άφθονος κάτω από την αιματοβαμμένη γης. Ο DeNiro (King) είναι ο αμείλικτος τοπικός αρχιμαφιόζος που με βιτρίνα αγαθοεργίας κινεί τα νήματα με πληρωμένα πιστόλια και δεξί χέρι τον ανεψό του DiCaprio (Ernest), χαζούλη καιροσκόπο που μετά από τραυματισμό στο Μεγάλο Πόλεμο, κατεφεύγει στην προστασία του με αντάλλαγμα την ψυχή του. 

Με την καθοδήγηση του Κινγκ, ο Έρνεστ θα νυμφευφθεί τη Lily Gladstone (Mollie) με ιερό σκοπό να της φάνε τα λεφτά, σκοτώνοντας τους συγγενείς της και δηλητηριάζοντάς την αργά μα σταθερά μέσω της πανάκριβης ινσουλίνης που της χορηγεί για τον προκεχωρημένο διαβήτη από τον οποίο υποφέρει. Ο κλοιός μετά από κυκεώνα δολοφονιών θα φέρει τον ντετέκτιβ του FBI Jesse Plemons στο κατώφλι του Έρνεστ που θα κληθεί να επιλέξει μεταξύ της δόλιας μα αληθινής αγάπης του για την Μόλυ και τα τέκνα τους και της αφοσίωσης στην πατρική μα αδίστακτη φιγούρα του Κίνγκ για να βρεθεί κάθαρση στο αδυσώπητα φονικό δράμα. 

Η παστέλ κάμερα του Rodrigo Prieto και τα ημιτόνια του μπάσου του άρτι θανόντος Robbie Robertson, θρυλικού εκπροσώπου των καναδικών fist nations, ενορχηστρώνουν μια βραδύκαυστη ελεγεία που επιχειρεί να συνενώσει τα ασυγκέραστα, δηλαδή το επικό και το πολιτικό στοιχείο με μια αφήγηση εμμονικά στοχοπροσηλωμένη στον συναισθηματικό μικρόκοσμο του πρωταγωνιστικού τριγώνου, με επαναλαμβανόμενες σκηνές δολοφονιών που ωστόσο δεν ακουμπούν τις ουσιαστικές συνιστώσες του φυλετικού ζητήματος, όπως φερειπείν την Tulsa Race Massacre που διημείφθη το 2ήμερο 31ης Μαϊου- 1ης Ιουνίου 1921, με τους white supremacists να επιτείθενται ατιμώρητοι σε εκατοντάδες μαύρους, γεγονός που φωτίζει το διαχρονικό φυλετικό πρόβλημα της Αμερικής. 

Το σενάριο παίρνει λίγη φωτιά κατά την τρίτη ώρα έχοντας σπαταλήσει τουλάχιστον την αμέσως προηγούμενη σε υλικό που απορίας άξιο πως ξέφυγε από το λεπίδι του άλτερ έγκο του μαέστρο, Thelma Schoonmaker. Στα περασμένα ογδόντα και οι δυο, βρίσκονται σε μια αποδρομή εκ των φρενήρων ρυθμών ενός Gangs of New York ή The Wolf of Wall Street, δεμένοι στο 3ωρο + μοτίβο του Irishman. Κι αν τρίωρο σε διάρκεια δε μεταφράζεται σε έπος αποδεδειγμένα εδώ, να χαμηλώσω κάπου το καπέλο μου προς το πάτωμα σε ένδειξη σεβασμού στο μακράν συγκολιστικότερο υποκριτικό τρίο της χρονιάς. Ίσως το μόνο που μένει από αυτή την πανάκριβη, λεπτοδουλεμένη, καλοδεχούμενα διδακτική αλλά άνευρη ιστορία είναι η ήρεμη δύναμη, στωική σοφία, το εύγλωττο ανθυπομειδιάσμα της Gladstone, όπως και το μπραντεφέρ των τιτάνων Leo-Bob, τύπου νάχα χίλια μάτια, το παίξιμό σου να γλιέπου. 

Οι Killers of the Flower Moon, πέρα από ακόμη μια ευθεία παρα-βολή στον Σκορσεζιανό κανόνα περί επιβολής του οργανωμένου παρασιτισμού που μπόλιασε το αμερικανικό εποικοδόμημα από τα ρατσιστικά σπάργανα στο σημερινό φασισμό του 1% (πετρέλαια ως γουώλστρητ η πεμπτουσία του αιματοκυλισμένου αμερικανικού ονείρου), βρίσκουν τον Scorsese σε καλλιτεχνική επαγρύπνηση με μια αυξούμενη επιβράδυνση καθότι ουκ αν έρχεται μόνον. Κι αν πρέπει να πάρω θέση, ασυζητητί συγκαταλέγομαι στους περισσότερους που απλά είμαστε ευγνώμονες που, στην ένατη πλέον δεκαετία του, είναι παρών και δημιουργικά πεινασμένος.

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Οκτωβρίου 2023 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Poster ΠόστερΟ Εξορκιστής: Πιστός
του David Gordon Green. Με τους Leslie Odom Jr., Lidya Jewett, Olivia O’Neill, Ann Dowd, Jennifer Nettles, Tracey Graves, Norbert Leo Butz, E.J. Bonilla, Ellen Burstyn, Linda Blair.


Χίλιες φορές, άπιστος!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Και θέλω να ‘ρθω να σ’ αρπάξω από την άλλη, άσχετο, μουάχαχαχαχαχα

Στις 26 Δεκεμβρίου του 1973 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ η ταινία «Εξορκιστής» σε σκηνοθεσία William Friedkin, με σενάριο γραμμένο από τον William Peter Blatty, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του, που πρωτοκυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1971. Μέχρι την έξοδο φέτος της «Barbie» στις αίθουσες, ο «Εξορκιστής» ήταν η πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία της Warner – τώρα βρίσκεται στη δεύτερη θέση του σχετικού πίνακα! Συνεχίζει πάντως να είναι η πιο επιτυχημένη εμπορικά R-rated (ακατάλληλη για ανηλίκους) ταινία όλων των εποχών (προσαρμόζοντας τον πληθωρισμό αναλόγως). Επίσης, έγινε η πρώτη ταινία τρόμου όλων των εποχών, που προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ταινίας! Στην πραγματικότητα, ήταν υποψήφια για 10 Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά δύο: καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου και καλύτερου ήχου. Το 1977 βγήκε στις αίθουσες η ταινία «Εξορκιστής II: Ο αιρετικός» σε σκηνοθεσία John Boorman, που μέχρι και σήμερα θεωρείται μια από τις χειρότερες ταινίες όλων των εποχών!!! To 1990 ο ίδιος ο William Peter Blatty σκηνοθετεί το «Εξορκιστής ΙΙΙ». Το 2004 βγαίνει στις αίθουσες το πρίκουελ «Εξορκιστής: Η αρχή του κακού» σε σκηνοθεσία Renny Harlin. 

Εντωμεταξύ, έχει πολύ πλάκα το πόσες εκδοχές των παραπάνω ταινιών εντέλει κυκλοφόρησαν! Το 2000 κυκλοφόρησε το Director's Cut της αρχικής ταινίας, με υλικό που είχε κοπεί στο μοντάζ. Το 2016 βγήκε το Director's Cut της ταινίας του Blatty, με τίτλο «Ο εξορκιστής III: Λεγεώνα». Τέλος, το 2005 βγήκε στις αίθουσες το «Η κυριαρχία του κακού» σε σκηνοθεσία Paul Schrader, το πρίκουελ δηλαδή που δεν άρεσε στην παραγωγό εταιρία, δίνοντας το γενικό πρόσταγμα στον Renny Harlin να προχωρήσει σε re-shoots και νέο μοντάζ, δίνοντας τη δική του εκδοχή, του 2004, που προηγήθηκε η έξοδός της στις αίθουσες! Ένας μικρός χαμούλης σαν να λέμε!

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη η ταινία θεωρείται η απευθείας συνέχεια του αρχικού «Εξορκιστή», 50 ακριβώς χρόνια μετά την έξοδο του πρωτότυπου! Ή μάλλον, για να είμαστε πιο ακριβείς, αυτή είναι μια προσπάθεια reboot, που σύμφωνα με τον David Gordon Green, δεν αγνοεί τα σίκουελ και τα πρίκουελ που ακολούθησαν την πρώτη ταινία του Friedkin. Reboot είχε επιχειρήσει η τηλεοπτική σειρά «Ο εξορκιστής» η οποία προβλήθηκε στο Fox και παρά το γεγονός ότι είχε κριτική αποδοχή, εντέλει ακυρώθηκε μετά από δύο σεζόν, με 10 επεισόδια το 2016 κι άλλα 10 το 2017, σειρά όμως που είχε ξεκόψει κάθε σχέση με οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Η ταινία του David Gordon Green κόστισε 30 εκατομμύρια δολάρια και είναι η πρώτη μιας σχεδιαζόμενης τριλογίας, που θα ολοκληρωθεί ακόμα κι αν η πρώτη ταινία της σειράς αποτύχει εμπορικά. Η Blumhouse ξόδεψε 400 εκατομμύρια δολάρια (!!!) προκειμένου να αποκτήσει τα κινηματογραφικά δικαιώματα του συγκεκριμένου τίτλου. Πάρα πολλά λεφτά, προσμένοντας προφανώς πολλαπλάσια χρήματα σε κέρδη.

Η υπόθεση: Μετά τον τραγικό θάνατο της εγκύου συζύγου του σε φονικό σεισμό στην Αϊτή πριν από 12 χρόνια, ο Βίκτορ Φίλντινγκ έχει μεγαλώσει μόνος του την κόρη τους, Άντζελα. Ορθολογιστής και υπερπροστατευτικός, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να μην λείψει τίποτε από τη θυγατέρα του. Όμως, της Άντζελας της λείπει πολύ η μητέρα της. Και προσπαθεί να την πλησιάσει με κάθε τρόπο. Σε μια τέτοια προσπάθεια, και λέγοντας ψέματα στον πατέρα της πως θα πάει να μελετήσει μετά το σχολείο με τη φίλη της και συμμαθήτριά της, την Κάθριν, τα δύο κορίτσια θα βρεθούν στο παρακείμενο δάσος και θα επιχειρήσουν μια μυσταγωγική τελετή επαφής με το επέκεινα. Για τρεις μέρες θα παραμείνουν εξαφανισμένες, με τους γονείς τους να ανησυχούν και να προσπαθούν να τις εντοπίσουν. Όταν εντέλει τα δύο κορίτσια βρεθούν σε έναν στάβλο, καμιά τους δεν έχει οποιαδήποτε ανάμνηση του πως βρέθηκαν εκεί, ενώ θεωρούν πως έλειψαν μόλις για κάποιες ώρες. Ο Βίκτορ ανακουφίζεται για το ότι βρήκε την κόρη του, παράλληλα όμως νιώθει πως κάτι δεν πάει καλά. Η Άντζελα αλλάζει, γίνεται απότομη, κατουριέται επάνω της ενώ κοιμάται και περνάει μια ψυχοσωματική κρίση, που η επιστήμη δεν μπορεί να ερμηνεύσει. 

Καθώς η κατάσταση ολοένα και χειροτερεύει τόσο για την Άντζελα όσο και για την Κάθριν, ο Βίκτορ καταλαβαίνει πως έχει να αντιμετωπίσει το απόλυτο κακό και μέσα στην απόγνωση και τον τρόμο του, θα αναζητήσει το μοναδικό άτομο που έχει βιώσει κάτι αντίστοιχο: την Κρις ΜακΝιλ. Τη γυναίκα δηλαδή, που χρόνια πριν είδε την κορούλα της, την Ρέιγκαν, να κυριεύεται από το απόλυτο κακό και να σώζεται μέσω εξορκισμού. Η Κρις έχει χάσει κάθε επαφή με την Ρέιγκαν κι έχει γράψει ένα βιβλίο με βάση την δύσκολη εμπειρία της. Θα μπορέσει να βοηθήσει τον Βίκτορ να σώσει την Άντζελα; Θα καταφέρουν η Άντζελα και η Κάθριν να επιβιώσουν από αυτόν τον θανάσιμο εναγκαλισμό τους με το απόλυτο κακό;

Η άποψή μας: Δεν θα αναλωθώ σε αναρωτήσεις τύπου «καμιά πρωτότυπη ιδέα ρε παιδιά;». Το Χόλιγουντ έχει αποδείξει άπειρες φορές πως όταν κάτι κάνει επιτυχία, θα το εκμεταλλευτεί μέχρι εκεί που δεν πάει, θα το στραγγίξει όπως κάνει ο Δράκουλας στα θύματά του. Και θα το καταστήσει... απέθαντο, με την κακή έννοια! Ο «Εξορκιστής» είναι ένας τίτλος μυθικός, μια χρυσοφόρος όρνιθα, που θεωρητικά μπορεί να κάνει εκατομμυριούχους πολλούς χαρτογιακάδες στη Μέκκα της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Το παράδοξο είναι πως, πέραν από την πρώτη ταινία, κέρδη, έστω και ισχνά, έβγαλε μόνο το σίκουελ του Boorman. Από εκεί και πέρα, καμία ταινία της σειράς δεν κατόρθωσε να αγγίξει όχι τις επιδόσεις αλλά ούτε καν τη σκόνη της μυθικής ταινίας του Friedkin, ενώ και οικονομικά πήγαν... άπατες όλες. Οπότε, γιατί ρε μαν να χρησιμοποιήσεις τον μύθο του «Εξορκιστή» για να κάνεις αυτό το... πράγμα; 

Όντως, θα τρίζουν τα κόκαλα το μακαρίτη, που εξαρχής είχε δει με κακό μάτι το να του «πειράξουν»το πιο ονομαστό του αριστούργημα, συνδυάζοντας το όνομα αυτού, με το δικό του. Θέλω να πω, γιατί ρε καλέ μου κύριε Πράσινε ήθελες ντε και καλά να έχει σχέση τούτο το φιλμ με τον «Εξορκιστή»; Όταν αυτά που συνδέουν τις δύο ταινίες είναι α) το ότι δαίμονας μπαίνει σε ένα νεαρό κορίτσι (εντάξει, εδώ έχει πιο fun η φάση, αφού ο διάολος μπαίνει σε δύο νεαρά κορίτσια, χα), β) το ότι παίζει η Ellen Burstyn ξανά το ρόλο της Κρις ΜακΝιλ (Burstyn, που ευθαρσώς δήλωσε πως έπαιξε σε αυτήν την ταινία για τα λεφτά και μόνον για αυτά), γ) το ότι λαμβάνει χώρα... εξορκισμός (πολύ παράξενος εδώ, με τον καθολικό παπά να παθαίνει... Ρέιγκαν) και δ) το ότι ακούγεται το ανατριχιαστικό «Tubular Bells» του Mike Oldfield και «πειραγμένο» αλλά και στην αυθεντική του μορφή. Περισσότερο σχέση έχει, στην αρχή τουλάχιστον, η ταινία με το «Talk to me» που θα δούμε προσεχώς (προσπάθεια επικοινωνίας μιας κοπέλας με τη νεκρή της μητέρα) κι επίσης συνεχίζει την προβληματική του σκηνοθέτη περί τραύματος και προσπάθειας ίασης. Αρκεί αυτό; Όχι βέβαια. 

Ας γύριζε μια ταινία που να την έλεγαν «Διπλός εξορκισμός», χωρίς Tubular Bells, χωρίς Burstyn και θα λέγαμε πως μια χαρά ταινία έκανε ο μπαγάσας, καθώς κατασκευαστικά η ταινία είναι καλοφτιαγμένη, αλλά μέχρι εκεί. Δεν υπάρχει καμία οργανική, ουσιαστική σχέση μεταξύ του «Εξορκιστή» κι αυτού του φιλμ. Και ο Green δεν μπορεί με τίποτε να σοκάρει. Ίσως επειδή το 2023 φαίνεται να είναι πολύ πιο συντηρητικό από το 1973. Και ο σκηνοθέτης φαίνεται να πουσάρει και μια ατζέντα τύπου «every life matters», παίρνοντας ουσιαστικά θέση κατά των εκτρώσεων! Θεωρώ επίσης πολύ συντηρητικό το γεγονός ότι εν έτει 2023 χρειαζόμαστε ένα αναμάσημα περί καλού και κακού και περί διαβόλου και μια λογική τύπου «εντάξει ρε μαν, μην είσαι και τόσο ορθολογιστής». Ισιάδι όλα, τίποτα το αληθινά ενδιαφέρον, κανένα σασπένς, μόνο μια παράξενη αντίληψη περί ηθικής και μια αλά «Με τη λάμψη στα μάτια» σκηνή επιλογής «ποιος θα φαγωθεί», που γυρίζει μπούμερανγκ εναντίον εκείνου που σκέφτεται ιδιοτελώς (μα για το παιδί του πρόκειται!), επειδή... έτσι! 

Εντάξει, κλείνει συγκινητικά την ταινία (συγκίνηση όμως ολίγον τι φορσέ, ιδίως αν δώσεις εξαρχής σημασία στα ονόματα του καστ της ταινίας και αναρωτηθείς μέχρι τέλους «μα πού είναι η τάδε;») αλλά αυτό δεν τη σώζει από την απόλυτη βαρεμάρα. Ούτε ο... πολυθρησκευτικός (sic) εξορκισμός, που σε ένα άλλο επίπεδο θα μπορούσε να ιδωθεί ως προσπάθεια να διωχτεί το κακό από τις ΗΠΑ. Ούτε η Burnstyn που περιφέρεται στην ταινία, έτσι, χωρίς νόημα – και της επιφυλάσσει και ο Green μια άθλια «τύφλωση»: άραγε θα τη χρησιμοποιήσει στην επόμενη ταινία της σειράς; Έτσι που λέτε. Πολύ χάλι. Αλλά τι λέω; Ο λαός (και ιδίως η πιτσιρικαρία) θα τρέξει να δει και θα γουστάρει. Ας είναι. 

Α, και κάτι ακόμα ως υστερόγραφο: πώς μερικά μουσικά θέματα έχουν κάνει συνάψεις στον εγκέφαλο τόσο ισχυρές με την ταινία στην οποία ακούστηκαν, που είναι αδύνατον να τα ακούσεις χωρίς να τη θυμηθείς; Ακούς το «Tubular Bells» και σκέφτεσαι αυτόματα «Εξορκιστής». Ακούς το θεϊκό «Main Theme» του John Carpenter από το «Halloween» κι αμέσως σκέφτεσαι... «Halloween». Ακούς «Carmina Burana» και σκέφτεσαι ΠΑ.ΣΟ.Κ. Άτιμο πράγμα η μνήμη...

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Οκτωβρίου 2023 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Ξερά χόρτα (Kuru Otlar Üstüne / About Dry Grasses) Poster ΠόστερΞερά χόρτα
του Nuri Bilge Ceylan. Με τους Deni̇z Celi̇loğlu, Merve Di̇zdar, Musab Eki̇ci̇, Ece Bağci, Erdem Şenocak, Yüksel Aksu, Müni̇r Can Ci̇ndoruk, Onur Berk Arslanoğlu.


Χιονισμένες συνειδήσεις
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Μαζί με τα ξερά (χόρτα) καίγονται και τα χλωρά...

Ο Nuri Bilge Ceylan είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Τούρκους σκηνοθέτες – αν όχι ο σημαντικότερος. Γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1959 στην Κωνσταντινούπολη. Αυτή είναι μόλις η ένατη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί σε 26 χρόνια καριέρας. Η φιλμογραφία του έχει ως εξής: «Η μικρή πόλη» (Kasaba, 1997), «Σύννεφα του Μάη» (Mayis Sikintisi / Clouds of May, 1999), «Μακριά» (Uzak / Distant, 2002), «Κλίματα αγάπης» (Iklimler / Climates, 2006), «Τρεις πίθηκοι» (Üç Maymun / Three Monkeys, 2008), «Κάποτε στην Ανατολία» (Bir Zamanlar Anadolu'da / Once Upon a Time in Anatolia, 2011), «Χειμερία νάρκη» (Kis Uykusu / Winter Sleep, 2014) και «Η άγρια αχλαδιά» (Ahlat Agaci / The Wild Pear Tree, 2018). Οι δύο πρώτες ταινίες του συμμετείχαν στο φεστιβάλ Βερολίνου. Οι υπόλοιπες επτά πήραν όλες μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, όπου ο Ceylan κέρδισε μπόλικα βραβεία, από το βραβείο σκηνοθεσίας για το «Τρεις πίθηκοι» μέχρι τον Χρυσό Φοίνικα για το «Χειμερία νάρκη».

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Poster Πόστερ Wallpaper
Και αυτή η ταινία λοιπόν έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του τελευταίου φεστιβάλ των Καννών, όπου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της και τιμήθηκε τελικά με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την υπέροχη Merve Dizdar. Οι 3 ώρες και 17 λεπτά της διάρκειάς της, την κάνουν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία του Ceylan, όντας ένα λεπτό μεγαλύτερη από την «Χειμερία νάρκη», την μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία, που κέρδισε ποτέ τον Χρυσό Φοίνικα! Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο πρόσφατο φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» στην Αθήνα. Τέλος, η ταινία αποτελεί και την επίσημη πρόταση της Τουρκίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ!

Η υπόθεση: Ο Σαμέτ, ένας 30 something δάσκαλος καλλιτεχνικών, διανύει τον τέταρτο χρόνο της υποχρεωτικής θητείας του σε έναν απομακρυσμένο, παραδοσιακό οικισμό της Ανατολίας, με μεγάλο ποσοστό κουρδικού πληθυσμού, που τον χειμώνα (ο οποίος κρατάει πολύ) θάβεται μέσα στο χιόνι. Συγκατοικεί με τον Κενάν, έναν συνομήλικό του, επίσης δάσκαλο στο ίδιο σχολείο, ο οποίος είναι από την περιοχή. Ο Σαμέτ δεν βλέπει την ώρα και τη στιγμή να τελειώσει η χρονιά και να πάρει την πολυπόθητη μετάθεσή του στην Κωνσταντινούπολη. Στο σχολείο ξεχνιέται δείχνοντας μια ιδιαίτερη συμπάθεια και προτίμηση στην όμορφη κι έξυπνη μαθήτριά του, την 14χρονη Σεβίμ. Εκτός σχολείου περνάει πολύ χρόνο στο μαγαζί ενός ντόπιου, κάνοντας παρέα με έναν φτωχοδιάβολο, ο οποίος αδυνατεί να βρει δουλειά, έχοντας στο μυαλό του να γίνει αντάρτης στα βουνά. Επίσης, ο Σαμέτ βρίσκει χρόνο να βγάζει υπέροχες φωτογραφίες από την ανθρωπογεωγραφία αυτού του μέρους, που τόσο βιάζεται να αφήσει πίσω του. 

Από τη βαρεμάρα του θα τον βγάλουν δύο γεγονότα: το ότι θα βρεθεί κατηγορούμενος (μαζί με τον Κενάν) για ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι σε μαθήτριές του μετά από ανώνυμη καταγγελία και το ότι θα γνωρίσει μια δασκάλα Αγγλικών από το σχολείο της κοντινότερης μεγάλης πόλης, τη Νουράι. Η βαθιά ριζωμένη μέσα του πατριαρχία θα νιώσει έντονο τσίγκλισμα και ο διανοούμενος αλλά και ανώριμος Σαμέτ δεν θα αντισταθεί να πληγώσει τους πάντες γύρω του. Κι όταν μετά τον βαρύ χειμώνα έρθει απότομα και βίαια το καλοκαίρι, τα χόρτα κατευθείαν από πράσινα θα γίνουν κίτρινα, ξερά και ο Σαμέτ θα πετύχει τον στόχο του και θα φύγει...

Η άποψή μας: Είναι ο Nuri Bilge Ceylan ένας από τους ελάχιστους αυθεντικούς auteurs της εποχής μας – μιας εποχής που τρέχει κι αλλάζει όχι με 24 καρέ το δευτερόλεπτο, αλλά με την ταχύτητα του φωτός; Η απάντηση είναι ένα μεγαλοπρεπέστατο «ναι». Ένας Δημιουργός με την απόλυτη σημασία της λέξεως, που όσο μεγαλώνει, τόσο γυρίζει προς τα πίσω, έχοντας πηγή έμπνευσής του τους μεγάλους της λογοτεχνίας και του θεάτρου, αλλά όντας ταυτόχρονα και τόσο απόλυτα σύγχρονος, μοντέρνος, σημερινός, μέχρι τα όρια του... meta (ναι, μιλώ για εκείνη τη στιγμή, του σπασίματος του τέταρτου τοίχου, όπου η μυσταγωγία της συζήτησης σε ένα ημιφωτισμένο διαμέρισμα κατά τη διάρκεια μιας παγωμένης νύχτας αποκαλύπτεται πως δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σκηνή σε φτιαγμένο ντεκόρ μέσα σε ένα αχανές, ψυχρό και απρόσωπο sound stage). Οπότε ο Μπρεχτ συνδιαλέγεται αρμονικά με τον Τσέχοφ, ενώ στο φόντο υπάρχουν ψήγματα – σταλαχτίτες από τη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ μέχρι την «Ολεάννα» του Μάμετ. 

Ο Ceylan επιστρέφει σε φόρμα και σχεδόν αγγίζει το απόλυτο αριστούργημά του, το «Κάποτε στην Ανατολία», μετά τη «Χειμερία νάρκη» και την «Άγρια αχλαδιά», ταινίες στις οποίες ενώ μεγαλούργησε και πάλι, έχασε κάπως την ισορροπία ανάμεσα στο Λόγο και την Εικόνα, πριμοδοτώντας εντέλει υπερβολικά τον πρώτο. Και να σκεφτεί κανείς πως ήταν σαφέστατα πιο λακωνικός όταν οι ταινίες του λάμβαναν χώρα κυρίως στην Κωνσταντινούπολη (όπως το «Μακριά» και το πολύ αγαπημένο «Τρεις πίθηκοι»). Κι ας υπάρχει εδώ μια κάποια πιο έντονη συνάφεια με το «Μακριά», ως ένα καθρέφτισμα έξω όμως από τον αστικό ιστό της μεγαλούπολης. Ένας δημιουργός λοιπόν που αλλάζει, που ωριμάζει και που κατορθώνει παρ' όλα αυτά, να συλλαμβάνει πάντα το παρόν, σαν να το παγώνει και να το αποθανατίζει, όπως συμβαίνει δηλαδή με τις υπέροχες φωτογραφίες που βγάζουν οι κεντρικοί ήρωές του – δηλαδή ο ίδιος. Γιατί, πάντα ο ίδιος είναι που «πρωταγωνιστεί» στις ταινίες του. Και δεν είναι καθόλου ναρκισσιστικό αυτό, καθώς η εκδοχή του που βλέπουμε, κάθε άλλο παρά αγαπητή μπορεί να γίνει από τον θεατή. 

Τι είναι ο Σαμέτ της ταινίας μας λοιπόν; Ένας ανώριμος διανοούμενος. Ένας πρώην ιδεαλιστής, που έχει μετατραπεί σε οπαδό της φράσης: «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάρτης (του)». Ένας δάσκαλος, που δείχνει την ιδιαίτερη προτίμησή του στην Σεβίμ, αλλά που δεν θα χάσει την ευκαιρία να την... τιμωρήσει απροκάλυπτα και με κάθε τρόπο, όταν εκείνη στραφεί εναντίον του, πληγωμένη από την συμπεριφορά του και τα ψέματά του. Ένας ντεμέκ αριστερός, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να παίζει βιντεογκέιμς με τον τοπικό στρατιωτικό διοικητή (από τις λίγες αστείες σκηνές της ταινίας – παλιότερα, μέχρι το «Τρεις πίθηκοι», ο σκηνοθέτης έβρισκε περισσότερο χώρο για χιούμορ στα φιλμ του). Ένας παιδαγωγός, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να θίξει τους μαθητές του, μιλώντας τους αφ' υψηλού, προβάλλοντας προφανώς με λάθος τρόπο την πνευματική του ανωτερότητα, αντί να τα βοηθήσει πραγματικά, να τα ερεθίσει, να τα κάνει καλύτερους ανθρώπους. Ένας εστέτ σωβινιστής, που σνομπάρει αρχικά την ανάπηρη Νουράι – η οποία έχει χάσει το πόδι της σε τρομοκρατική επίθεση κι έχει προσθετικό μέλος – για να ζηλέψει όταν εκείνη δείξει ξεκάθαρα το ενδιαφέρον της για τον Κενάν. Ένας άλλος υποκόμης ντε Βαλμόν, κάτι σαν μαρκησία ντε Μαρτέιγ, που μπορεί να διαλύσει τα πάντα, επειδή απλά... μπορεί. Επειδή απλά είναι στη φύση του. Τα κάνει όλα λάθος ενώ θα μπορούσε να τα κάνει σωστά. 

«Γιατί πρέπει να είμαστε ήρωες;» αναρωτιέται στην πιο σπουδαία διαλογική σκηνή της ταινίας, εκείνη ουσιαστικά που έχει συμπυκνωμένο όλο το «ζουμί» της, όταν έρχεται σε αντιπαράθεση με την Νουράι. Όπου εκείνη, αγωνίστρια της αριστεράς, χειραφετημένη γυναίκα, που ξέρει τι θέλει, σε μια χώρα που ακόμα κι αυτή η κατάκτηση είναι εν πολλοίς υπό αμφισβήτηση, προτάσσει το γενικό, το συλλογικό καλό, μέσω του οποίου θα προκύψει το ατομικό, το προσωπικό καλό κι εκείνος αντιπαραβάλει το «ας αφήσουμε επιτέλους τους εγωισμούς και να κοιτάξουμε επιτέλους λίγο τον εαυτό μας». Τρομερή, συναρπαστική σκηνή, που γίνεται ακόμα πιο ξεχωριστή εξαιτίας του μπρεχτικού της διαλείμματος. Υπάρχει άραγε ελπίδα ακόμα για τον Σαμέτ; Η μήπως η πολυπόθητη από τον ίδιο επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη δεν θα αλλάξει και πολύ την κατάστασή του; Η ομορφιά των εικόνων της ταινίας είναι απερίγραπτη – και είναι αυτή η Ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο. Και η Ελπίδα είναι γένους θηλυκού: η τσακισμένη Νουράι είναι η λαβωμένη Τουρκία, που ακόμα αντιστέκεται – και που πάντα θα αντιστέκεται – και η υπέροχη πιτσιρίκα Σεβίμ (το κοντινό της, να είναι έξω, να χιονίζει και το χιόνι να απλώνεται στα πλούσια μαλλιά της είναι από τα πιο όμορφα και ποιητικά πλάνα που έχουμε δει ποτέ στο σινεμά!) είναι το νέο, που έρχεται με φόρα, αντιδρώντας απέναντι στο πατρονάρισμα και την πατριαρχία. 

«Αυτό που με παρακίνησε να διηγηθώ την ιστορία αυτού του καθηγητή, ήταν ότι θα μου έδινε την ευκαιρία να θίξω θεμελιώδη ζητήματα αυτής της χώρας και δίπολα όπως το καλό και το κακό, η ιδιοτέλεια και η ανιδιοτέλεια, το προσωπικό και το συλλογικό, η αποξένωση και η περιθωριοποίηση. Με ενδιέφερε το πώς, ενώ η πιθανότητα να αγαπήσουμε είναι πάντα εκεί, χτίζουμε τείχη λόγω προκαταλήψεων, παλιών πολιτικών τραυμάτων, και της τάσης μας να τιμωρούμε τους κοντινούς μας για δικά μας λάθη του παρελθόντος. Αλλά και το πώς ο ιδεαλισμός των νεοδιόριστων καθηγητών σε απομακρυσμένες περιοχές μπορεί να μετατραπεί σε απογοήτευση και αίσθηση ματαιότητας...». Κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας και δείτε την ταινία. Και μην σας τρομάζει η τριών ωρών plus διάρκειά της. Ούτε που θα το καταλάβετε πώς θα περάσει η ώρα.

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Οκτωβρίου 2023 από την Danaos!
Περισσότερα... »

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Poster ΠόστερΑουτσάιντερς
του Craig Gillespie. Με τους Paul Dano, Pete Davidson, Vincent D’Onofrio, Shailene Woodley, Seth Rogen, America Ferrara, Nick Offerman, Anthony Ramos, Sebastian Stan, Dane DeHaan, Myha’la Herrold, Olivia Thirlby.


"Νιάου" ρε... γατάκια της Γουόλ Στριτ!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

"I'm a savage/ Classy, bougie, ratchet/ Sassy, moody, nasty…"

Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος την 1η του Σεπτέμβρη του 1967 στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, Craig Gillespie. Οι προηγούμενες μεγάλου μήκους ταινίες που έχει σκηνοθετήσει είναι οι εξής: «Mr. Woodcock» (2007 – κατευθείαν σε dvd στην Ελλάδα), «Ο Λαρς και η κούκλα του» (Lars and the Real Girl, 2007), «Νύχτα τρόμου» (Fright Night, 2011), «Το χέρι του ενός εκατομμυρίου» (Million Dollar Arm, 2014), «Η μεγάλη διάσωση» (The Finest Hours, 2016), «Εγώ, η Τόνια» (I, Tonya, 2017) και «Κρουέλα» (Cruella, 2021). Προσεχώς, έχει στα σκαριά τη σκηνοθεσία τριών ακόμα ταινιών: «Chippendales», «42.6 Years» και βεβαίως «Cruella 2».

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Τορόντο. Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο βιβλίο του Ben Mezrich «The Antisocial Network». Η... πλάκα είναι πως σε άλλο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, και συγκεκριμένα στο βιβλίο «The Accidental Billionaires» βασίστηκε η ταινία... «The Social Network» του David Fincher! Μεταξύ των παραγωγών της ταινίας του Gillespie συναντούμε και τα δίδυμα αδέλφια Winklevoss, που στην ταινία του Fincher τα υποδύθηκε – και τα δύο – ο «ακυρωμένος» πια Armie Hammer!

Η υπόθεση: Ιανουάριος 2021. Ο 35χρονος Κιθ Γκιλ ζει στη μικρή πόλη Μπρόκτον της Μασαχουσέτης μαζί με τη γυναίκα του, Κάρολαϊν και την ολίγων μηνών κορούλα τους. Εργαζόταν σε μια ασφαλιστική εταιρία πριν την πανδημία (εξαιτίας της οποίας έχει χάσει την αδελφή του) και πλέον, στον ελεύθερο χρόνο του, εμφανίζεται live από το υπόγειο του σπιτιού του στο κανάλι του στο Youtube, με το ψευδώνυμο «Βρυχώμενο Γατάκι». «Εκμεταλλεύεται» τις σπουδές του κι έχοντας πλέον τη χρονική άνεση, παρακολουθεί τις μετοχές στο Χρηματιστήριο. Έχει μεγάλη πίστη στη μετοχή της GameStop, μιας εταιρίας που πουλάει και νοικιάζει βιντεοπαιχνίδια με φυσική παρουσία, όπως τα παλιά βιντεοκλάμπ. Σε μια εποχή που όλα γίνονται διαδικτυακά και τα παιχνίδια μπορούν να «κατέβουν» από παντού, ο Γκιλ θεωρεί ότι η μετοχή της παρωχημένης κατά πως φαίνεται GameStop είναι υποτιμημένη και πως έχει δυναμική. 

Τα μεγάλα hedge funds ποντάρουν στη μικρή τιμή της μετοχής της GameStop: η ενδεχόμενη καταστροφή της θα τους αποφέρει δις δολαρίων σε κέρδη. Ο Γκιλ όμως πάει αντίθετα στο ρεύμα. Κι αγοράζει μετοχές της GameStop ξοδεύοντας 53 χιλιάδες δολάρια – όλες τις οικονομίες του. Κι όχι μόνο αυτό: παρουσιάζει στις διαδικτυακές εκπομπές του το πορτφόλιο των μετοχών του. Η αμεσότητά του, η πίστη του και η γνώση του πως λειτουργεί το Χρηματιστήριο, θα κάνει πολλούς μικρο-επενδυτές, να τον ακολουθήσουν. Είναι αυτοί που τα λαμόγια της Wall Street χαρακτηρίζουν «χαζό χρήμα»: εκείνοι δηλαδή που επενδύουν τις οικονομίες τους ελπίζοντας σε εύκολο πλουτισμό, αλλά νομοτελειακά τις χάνουν από τα hedge funds, που μέσω αυτών των χρημάτων, εντέλει θησαυρίζουν. Θα δικαιωθεί ο Κιθ Γκιλ κι όλοι όσοι τον ακολουθούν; Ή τα αρπακτικά θα τη βγάλουν για άλλη μια φορά καθαρή;

Η άποψή μας: Δηλώνω παντελή άγνοια για το πώς λειτουργεί το Χρηματιστήριο. Πώς ανεβαίνει η τιμή μιας μετοχής, πώς πέφτει, από τι επηρεάζεται, πώς μπορείς να βγάλεις φράγκα «παίζοντας» στο Χρηματιστήριο, τους κανόνες του παιχνιδιού τέλος πάντων. Επί εποχής Σημίτη, θυμάμαι, οι πάντες έπαιζαν στο Χρηματιστήριο! Κάποιοι έβγαλαν φραγκάκια, οι περισσότεροι πήγαν «κουβά» (το dumb money του τίτλου ντε), αλλά εγώ, χαμπάρι. Εντωμεταξύ, έχουν γυριστεί πάμπολλες ταινίες που βασική θεματική τους είναι το Χρηματιστήριο, η Wall Street και οι παίκτες. Να θυμηθώ μερικές, έτσι για τον χαβά: «Πολυθρόνα για δύο» (Trading Places, 1983), «Wall Street» (1987) (και το σίκουέλ της), «Ο δρόμος του χρήματος» (Margin Call, 2011), «Ο λύκος της Wall Street» (The Wolf of Wall Street, 2013) και βεβαίως «Το μεγάλο σορτάρισμα» (The Big Short, 2015). 

Όλες τους πολύ καλές ταινίες. Είτε εξετάζουν το θέμα τους από την κωμική του πλευρά είτε από τη δραματική είτε ως θρίλερ είτε προσπαθούν να εξηγήσουν στον θεατή κάποια βασικά πράγματα για να καταλάβει ο έρμος είτε δεν τους νοιάζει να εξηγήσουν το οτιδήποτε, είναι ταινίες ελκυστικές, ενδιαφέρουσες, συναρπαστικές. Το ίδιο ισχύει και για τούτη την ταινία. Μια ταινία εξόχως διασκεδαστική, που προσεγγίζει το θέμα της με καθαρά σκωπτική διάθεση και τη λογική «Δαυίδ εναντίον Γολιάθ». 

Το Χόλιγουντ το έχει πιάσει το νόημα. Διευθύνεται από ανθρώπους με πολλά χρήματα, που φτιάχνουν ταινίες για τον πολύ κόσμο, που κατά τεκμήριο δεν έχει πολλά χρήματα. Άρα, με μεγάλη ευκολία καταφέρεται εναντίον των πολύ πλουσίων αυτού του κόσμου. Το εισιτήριο στο σινεμά κοστίζει 10 δολάρια το ένα, σωστά; Και το 1% αυτού του κόσμου διαθέτει το 90% του πλούτου, σωστά; Αν αγοράσει εισιτήριο για σινεμά αυτό το 1% των πλουσίων, το Χόλιγουντ θα «μπει μέσα», σωστά; Άρα, δώστε θέαμα στο λαό, στο 90%, που θα κόψει εισιτήριο για να δει να... εξευτελίζεται η άρχουσα τάξη! Ρε τους αλήτες, το έχουν δέσει το κόλπο από παντού! «Holy Fuck and Shit»! 

Οι ταινίες πάντως, όπως τούτη εδώ, είναι σούπερ! 100% καθαρή διασκέδαση. Κι ας έχω μια ψιλοένσταση για τον πρωταγωνιστή της, τον Paul Dano. Δεν ξέρω, αλλά μου φαίνεται υπερβολικά υποτονικός και χαλαρός. Προφανώς, με την ελάχιστων δευτερολέπτων εμφάνιση του πραγματικού Keith Gill στο φινάλε της ταινίας, δεν μπόρεσα να καταλάβω αν η ερμηνεία του Dano προσπαθεί να προσεγγίσει το πως εμφανιζόταν ο Gill στις live youtube εκπομπές του, αλλά βρε παιδί μου, ακόμα κι όταν τρέχει στον στίβο, μου φαίνεται σαν... βραδύποδας. Αντίθετα, η America Ferrara, ο Nick Offerman και κυρίως ο Anthony Ramos, που έχει την πιο απολαυστική σκηνή της ταινίας, χορεύοντας στους ρυθμούς του «Savage» της Megan Thee Stallion, ξεχωρίζουν από ένα πολυσυλλεκτικό και πολυπρόσωπο καστ. 

Και είναι επιτυχία του Gillespie που κατορθώνει να κρατήσει το ενδιαφέρον για κάθε πρόσωπο του καστ και της ιστορίας του, χωρίς αυτός ο αφηγηματικός κατακερματισμός να λειτουργεί ενάντια στη συνοχή του συνόλου. Άντε, εντάξει, άλλη μία ψιλοένσταση: η «διαμαντένια» αντίσταση και ο μανιχαϊσμός του καλοί φτωχοί versus κακοί πλούσιοι έχει κάτι το απλοϊκό. Ας είναι. Η διασκέδαση πάνω από όλα. Και το κωλοδάχτυλο της αφίσας είναι... όλα τα λεφτά.

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Οκτωβρίου 2023 από την The Film Group!
Περισσότερα... »

Ένας άλλος κόσμος (Un autre monde / Another World) Poster ΠόστερΈνας άλλος κόσμος
του Stéphane Brizé. Με τους Vincent Lindon, Sandrine Kiberlain, Anthony Bajon, Marie Drucker, Guillaume Draux, Olivier Lemaire, Jerry Hickey.


Φυλακές ψυχιατρεία, εργοστάσια νεκροταφεία...
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Όχι, αυτό δεν είναι ριμέικ της ομώνυμης ταινίας του Παπακαλιάτη...

Αυτή είναι η ένατη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 18 Οκτωβρίου του 1966, στην πόλη Ρεν της Γαλλίας, Stéphane Brizé. Στις πέντε από αυτές πρωταγωνιστεί ο Vincent Lindon. Σε δύο από αυτές πρωταγωνιστεί ακριβώς το ίδιο δίδυμο Vincent Lindon - Sandrine Kiberlain (πέρα από τούτη την ταινία, αναφέρομαι στο απρόβλητο εμπορικά στην Ελλάδα «Mademoiselle Chambon» του 2009, που προβλήθηκε μόνο στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου του 2010), οι οποίοι αποτέλεσαν ζευγάρι και στην πραγματική ζωή, καθώς ήταν παντρεμένοι από το 1998 έως το 2003. Με το συγκεκριμένο φιλμ κατά κάποιον τρόπο κλείνει μια τριλογία ταινιών με επίκεντρο τους εργασιακούς χώρους, όπου πρωταγωνιστεί και στις τρεις ο Lindon. Είναι ένας που ψάχνει απεγνωσμένα για δουλειά, τη βρίσκει και καλείται να απαντήσει σε τεράστιο ηθικό δίλημμα για να την κρατήσει στην ταινία «Ο νόμος της αγοράς» (La loi du marché, 2015), είναι ένας συνδικαλιστής που τα βάζει με όλους κι όλα για να προστατέψει τις δουλειές 1100 ανθρώπων που απειλούνται με απόλυση στην ταινία «Σε πόλεμο» (En guerre, 2018) και σε τούτη την ταινία είναι ο διευθυντής ενός εργοστασίου, που οι ανώτεροί του, του επιβάλλουν να απολύσει πολύ κόσμο, ενόσω ο ίδιος παλεύει με χοντρά οικογενειακά προβλήματα.

Ένας άλλος κόσμος (Un autre monde / Another World) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ Βενετίας του 2021, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα. Στις γαλλικές αίθουσες η ταινία βγήκε τον Φεβρουάριο του 2022 και μέχρι να σταματήσει τις προβολές της τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, είχε καταφέρει να κόψει κοντά στις 500 χιλιάδες εισιτήρια.

Η υπόθεση: Ο Φιλίπ Λεμέλ είναι διευθυντής εργοστασίου σε μεγάλη πόλη της Γαλλίας. Το εργοστάσιο παράγει οικιακές, ηλεκτρικές συσκευές και αποτελεί ένα μόνο από τα πολλά εργοστάσια πολυεθνικής εταιρίας, που η έδρα της βρίσκεται στις ΗΠΑ. Ο Φιλίπ βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της ζωής του. Από τη μια, παρακολουθεί, ανήμπορος να αντιδράσει, την γυναίκα του να τον εγκαταλείπει, καθώς δεν μπορεί να βλέπει τον άνδρα που αγαπά να συνθλίβεται από την αγωνία και την πίεση της δουλειάς. Από την άλλη, καλείται να διαχειριστεί τις παράλογες απαιτήσεις των αφεντικών του για 10% περικοπές στο ήδη λιγότερο από όσο χρειάζεται εργατικό δυναμικό του εργοστάσιου που διευθύνει, τη στιγμή μάλιστα που η επιχείρηση είναι κερδοφόρα. Όταν η ασφυκτική αυτή καθημερινότητα αρχίζει να επιδρά με απρόσμενο τρόπο και στα άλλα μέλη της οικογένειάς του, η κατάσταση ξεπερνά τα όρια της αντοχής του. Πώς μπορεί να αντεπεξέλθει σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση, όταν το διακύβευμα είναι η ίδια η ανθρωπιά του;

Η άποψή μας: Το δίδυμο Brizé – Lindon μας έχει δώσει δύο συγκλονιστικές ταινίες. Τόσο το «Ο νόμος της αγοράς» όσο και το «Σε πόλεμο» είναι ταινίες που παρουσιάζουν χωρίς μακιγιάζ και φτιασιδώματα το φρικτό πρόσωπο του σύγχρονου καπιταλισμού. Του καπιταλισμού, του οικονομικού εκείνου συστήματος δηλαδή, που το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι τα κέρδη, αδιαφορώντας για τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Που θέτει συνθήκες ζούγκλας στις εργασιακές σχέσεις: ο ένας εργάτης απέναντι στον άλλο εργάτη, για το καλό του αφεντικού. Το «διαίρει και βασίλευε» είναι η πλέον αγαπημένη τακτική του καπιταλισμού. Και το ξεζούμισμα και η εκμετάλλευση της χειρωνακτικής εργασίας το αγαπημένο του χόμπι. Σε τέτοιες συνθήκες ασφυκτικής πίεσης είναι πολύ δύσκολο να καταφέρεις να διατηρήσεις την ανθρωπιά σου. Την αξιοπρέπειά σου. Την αλληλεγγύη στους συναδέλφους σου. Την πίστη στον εαυτό σου. Είσαι αναλώσιμος. Αν είσαι τυχερός τουλάχιστον θα κρατήσεις τη δουλειά σου χωρίς να βρεθείς στο μάτι του κυκλώνα. 

Στις συγκεκριμένες δύο ταινίες ο Lindon υποδύεται έναν άνθρωπο της εργατικής τάξης, που καλείται να πάρει μια κρίσιμη ηθική απόφαση. Και λειτουργούσαν άψογα ακριβώς επειδή υπήρχε απόλυτος συντονισμός: άμεση, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη σκηνοθετική ματιά, υπέροχο σενάριο όπου τα πάντα ήταν μελετημένα και τίποτα δεν περίσσευε, εξαιρετικές ερμηνείες από ένα καστ, μείγμα επαγγελματιών ηθοποιών και ερασιτεχνών, ανθρώπων του μόχθου που υποδύονται τους εαυτούς τους και μια αίσθηση του κατεπείγοντος. Τούτη η ταινία βρίσκεται ένα τσικ πιο χαμηλά από τις δύο προηγούμενες. Ίσως επειδή αυτήν τη φορά ο πρωταγωνιστής βρίσκεται από την άλλη πλευρά. 

Ο Φιλίπ δεν έχει καμία σχέση με τον Τιερί του «Νόμου της αγοράς» ή τον Λοράν του «Σε πόλεμο». Είναι διευθυντής εργοστασίου, είναι το αφεντικό για 550 ανθρώπους, φοράει μονίμως κοστούμι και τα χρήματα που παίρνει θα μπορούσαν θεωρητικά να εξουδετερώσουν τις όποιες τύψεις του, να απενεργοποιήσουν εκείνο το κέντρο της ύπαρξής του που τον κάνει να ενδιαφέρεται για τους άλλους γύρω του κι όχι μόνο για το τομάρι του. Όμως, κι ο Φιλίπ έχει αφεντικά. Κι ο Φιλίπ πιέζεται καθημερινά από τα αφεντικά του και τα αφεντικά των αφεντικών του για ακόμα μεγαλύτερα κέρδη κι ακόμα μεγαλύτερο ξεζούμισμα των υφισταμένων του. Καθημερινή πίεση, η κορτιζόνη στα ύψη, το στρες μη διαχειρίσιμο, η σχέση του με την οικογένειά του να ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί. Όλα καλά έως εδώ. 

Ο Brizé συνεχίζει το ανθρωποκεντρικό σινεμά του, σαν ένας άλλος Ken Loach ή σαν τους αδελφούς Dardenne. Μόνο που εδώ το σενάριο «κλωτσάει» κάπως, παρά τις πάντα σπουδαίες επιδόσεις του Lindon ερμηνευτικά. Η λύση που προτείνει ο Φιλίπ προκειμένου να μην απολύσει εργάτες είναι φορσέ και μη πιστευτή. Κι ας προσπαθεί ο Brizé να την «νομιμοποιήσει» μέσα από τη σκηνή της συζήτησης του Φιλίπ με τους συναδέλφους του, διευθυντάδες άλλων εργοστασίων του ομίλου στη Γαλλία, όπου η πρόταση του Φιλίπ έχει την ηθική υπεροχή απέναντι στη στάση των υπολοίπων – στάση όμως που στα μάτια του θεατή φαίνεται σαφώς πιο ρεαλιστική από εκείνη του Φιλίπ, που μοιάζει σαν να βγήκε από κάποιο παραμύθι. 

Κι όταν σε άλλη σκηνή ο CEO από τις ΗΠΑ «γειώνει» τις... ρομαντικές προτάσεις του Φιλίπ φαίνεται ακόμα περισσότερο η αμηχανία στο να υποστηριχθεί ο συγκεκριμένος χαρακτήρας μέσω του σεναρίου. Την ίδια αμηχανία δείχνει και η υποπλοκή με την κρίση του γιου του Φιλίπ (που λογικά κινείται στο φάσμα) ή οι χωρίς λόγια σκηνές με τη γυναίκα του στη φύση ή με τον γιο να παίζουν ποδόσφαιρο. Πολύ πιο πιστευτή γίνεται σαφώς η σκηνή όπου η διευθύντρια της εταιρίας στη Γαλλία (στο ρόλο η Marie Drucker, κάτι σαν την Έλλη Στάη της Γαλλίας) προτείνει στον Φιλίπ έναν τρόπο να κρατήσει τη θέση του, ρίχνοντας την ευθύνη στο δεξί του χέρι. Ο κυνισμός, το μανιπουλάρισμα και ο κανιβαλισμός σε όλο του το μεγαλείο. 

Υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, ένας άλλος κόσμος δεν είναι εφικτός. Και δεν ξέρω κατά πόσο το να κρατήσουμε τουλάχιστον την αξιοπρέπειά μας είναι κάτι που μας κρατάει στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Μήπως θα ήταν καλύτερα η ζούγκλα να μην είχε ηθικά δίχτυα ασφαλείας έτσι ώστε η χύτρα που βράζει κάποια στιγμή να εκρήγνυντο; Ταινία που δίνει τροφή για σκέψη.

Ένας άλλος κόσμος (Un autre monde / Another World) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Οκτωβρίου 2023 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Poster ΠόστερOι Αναλώσιμοι 4
του Scott Waugh. Με τους Jason Statham, Sylvester Stallone, Curtis "50 Cent" Jackson, Megan Fox, Dolph Lundgren, Tony Jaa, Iko Uwais, Randy Couture, Jacob Scipio, Levy Tran, Andy García.

Μη Αναλώσιμοι
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Αξιωθήκαμε την περασμένη εβδομάδα να ευλογηθούμε με την ζωντανή παρουσία του Sylvester Stallone στο TIFF23. Ο Rocky, Rambo, ο επίσης δημιουργός των Expendables, παρευρέθη στην παγκόσμια πρεμιέρα του αυτοβιογραφούμενου ντοκιμαντέρ με τον ξεκάθαρο τίτλο Sly το οποίο παρεμπί, απέσπασε ως τώρα ιδιαίτερα κολακευτικές κριτικές. Αγέρωχος, ευθυτενής, κομψότατος, ο Sly έχει ευτυχήσει στα 70-φεύγα του να έχει εδραιωθεί ως αειθαλές brand name, μετρώντας τέσσαρες δεκαετίες εκπάγλου δόξης.

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Quad Poster
Ουδείς φυσικά θα θυμάται την ερμηνεία καριέρας του στο Cop Land (1997), σαφέστατα διότι τα εκατομμύρια θαυμαστών του ανέκαθεν διψούσαν για κάτι απολύτως συγκεκριμένο από κάθε πρότζεκτ με την υπογραφή Stallone: (Tο Πρώτο) Αίμα, κλωτσομπουνίδια και αδιανόητο body count (πολύ πριν η φράση αποκτήσει την πρόσφατη σεξουαλική της ερμηνεία). Καθαρή ξήγα, κρέας με πατάτες, τεστοστερόνη και τοξικότατη αρρενωπότης στο τέρμα άμα λάχει ναούμ. 

Εν έτι είκοσι εικοσιτρίω τα ανωτέρω κραυγάζουν γραφικότητα, κρίντζ και μια εκτεθειμένη νοσταλγία για την ψυχροπολεμική περίοδο (που αναμεταξύ μας, ουδέποτε σταλήθεια μας τελείωσε). Μολαταύτα, με περίπου τον ίδιο τρόπο που ο Sly, μετά τον επιτάφιο του Rambo, άρμεξε την ιερή αγελάδα του Rocky, μέχρις ότου το υβρίδιο Creed του έφυγε από τα χέρια (πονεμένη ιστορία), ερχόμαστε δωνά στο τέταρτο αισίως Expendables, οχτώ χρόνια και βάλε από την τρίτη συνέχεια, γυρισμένο πανδημιώτικα και δίχως την θρυλική τριάδα Schwarzenegger - Willis - Rourke. Πλέον το χορό σέρνει ο Jason Statham, επιστρέφει ο άσπονδος φίλος Dolph Lundgren και το franchise μπολιάζεται με το νέο αίμα των 50 Cent, Megan Fox και Andy Garcia. 

Ο Stallone, επίσης σκηνοθέτης και παραγωγός, ανοίγει και κλείνει την ταινία, δηλώνοντας κατά τα φαινόμενα πως αυτή είναι και η τελευταία του υποκριτική συμμετοχή (λατρεύω το υπονοούμενο) στους Αναλώσιμους. Το στόρυ δαύτη τη βολά είναι περίπου ηθελημένα ανέμπνευστο. Λιβύη, πυρηνικά μαζικής καταστρόφας, ποιός θα σώσει την ανθρωπότης; Έλα τώρα. εννοείται μάτια μου. Τις προάλλες με το My Big Fat Greek Wedding 3, βίωσα ένα ντροπιαστικό προϊόν, μια απροκάλυπτη αρπαχτή που δε με έκανε ιδιαίτερα εθνικά υπερήφανο, αστοπούμε κιέτσι.

Το Expend4bles είναι το πολεμοχαρές αδερφάκι του, υπό την έννοια ότι η φόρμουλα άξιονερ από τα 80ς - 90ς, στερούμενη από την αναγκαία δόση αυτοσαρκασμού, καταντά εκτός από οδυνηρά προβλέψιμη, άλλο τόσο ενοχλητικά προσβλητική, ιδιαίτερα για ένα νεανικό κοινό που έχει μάθει να του σερβίρονται μπλοκμπάστερς με σεναριακή άποψη και μελετημένη αισθητική. 

Αντιλαμβάνεσαι ότι ο Sly, γατόνι και πρώτος μάγκας στην πιάτσα, ξέρει να σε μπουκώνει με γουργουριστές εκρήξεις, καυτό αίμα και αγαστό ξυλίκι (πάει στο βρόντο το PG13 του προηγούμενων Αναλώσιμων) γιατί απλούστατα αυτό ξέρει - αυτό εμπιστεύεται. Το Expend4bles λοιπόν προόρισται να πουλήσει - και θα πουλήσει. Εξόν κι αν οι fans (κατά 90% οι σημερινοί πενηντάρηδες) αποφασίσουν να τον στείλουν στη σύνταξη. Σου πάει καρδιά όμως φίλος;

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2023 από την The Film Group!
Περισσότερα... »

Μυστήριο στη Βενετία (A Haunting in Venice) Poster ΠόστερΜυστήριο στη Βενετία
του Kenneth Branagh. Με τους Kyle Allen, Kenneth Branagh, Camille Cottin, Jamie Dornan, Tina Fey, Jude Hill, Ali Khan, Emma Laird, Kelly Reilly, Riccardo Scamarcio, Michelle Yeoh.

Αναζητώντας το βελόνι...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Μια από τις λιγότερο προβεβλημένες νουβέλες της κορυφαίας συγγραφέως αστυνομικής φιλολογίας Agatha Christie, με τον τίτλο Hallowe'en Party - η πρώτη ελληνική έκδοση είχε την μαρκίζα Το Πάρτυ, η πιο πρόσφατη Πάρτι Για Δολοφόνους, κυκλοφόρησε στην πατρίδα της την Μεγάλη Βρετανία, τον Νοέμβριο του 1969 από τον οίκο Collins. Εντελώς αιφνιδιαστικά, μετά από δύο πασίγνωστες και πανάκριβες all star παραγωγές της Fox, που αναβίωσαν στην μεγάλη οθόνη τον θρύλο του διασημότερου ντετέκτιβ στα παγκόσμια χρονικά - Death On The Nile, Murder On The Orient Express - έρχεται η σειρά του συγκεκριμένου μυθιστορήματος να ορίσει την θεματική βάση του τρίτου μοντέρνου φιλμικού βήματος του μετρ. Με την βασική διαφορά, που ως φυσικό σκηνικό, δεν χρησιμοποιεί το μουντό και συννεφιασμένο Μάντσεστερ, όπως στην ορίτζιναλ εκδοχή, αλλά τα θολά νερά των καναλιών της Σερενίσιμα...

Μυστήριο στη Βενετία (A Haunting in Venice) Quad Poster
Απογοητευμένος από την στενόχωρη τροπή που έχει πάρει η προσωπική του ζωή και θλιμμένος από τα δεινά που έχει προκαλέσει ο μεγάλος πόλεμος, ο δαιμόνιος ερευνητής Ηρακλής Πουαρό, θα πάρει την δύσκολη απόφαση να αποτραβηχτεί από το επάγγελμα του, αναζητώντας την ψυχική του ηρεμία, στην πάντα γοητευτική, ακόμη κι αν δεν διάγει τις καλύτερες ημέρες της, Βενετία. Μια επίμονη εσωστρεφής απομόνωση, που θα διαλυθεί μονομιάς με την άφιξη, κατά την διάρκεια του καρναβαλιού, της καλής του φίλης και λογοτέχνιδας Αριάδνης Όλιβερ, που θα του ζητήσει την προσωπική χάρη να επανέλθει στην ενεργό δράση.

Προκειμένου να ερευνήσει το αμφίβολο ποιόν της μέντιουμ Τζόις Ρέινολντς, που η διάσημη τραγουδίστρια της όπερας Ροουίνα Ντρέηκ έχει προλάβει ώστε να έλθει σε επαφή με τον άλλο κόσμο και το πνεύμα της αδικοχαμένης θυγατέρας της Αλίσια. Που αυτοκτόνησε πρόσφατα, πέφτοντας στα αγριεμένα βενετσιάνικα ύδατα, έχοντας γνωρίσει την ερωτική απόρριψη του αρραβωνιαστικού της, Γάλλου μάγειρου Μαξίμ Ζεράρ. Απατεωνιά μεταφυσικού χαρακτήρα που πανεύκολα θα αποκαλύψει ο ευρηματικός Ερκίλ, προτού όμως κάνουν την εμφάνιση τους κάποια παράξενα περιστατικά, που θα οδηγήσουν στην δολοφονία της πνευματίστριας.

Και που πλέον, με ένα, τουλάχιστον, φονικό να τρέχει, αλλά και μερικές αδιευκρίνιστης προέλευσης φωνές να έρχονται σαν ριπές από το υπερπέραν, ο Πουαρό θα ανασκουμπωθεί και θα ριχτεί, έστω και εκτός φόρμας στην επίλυση και αυτού του γρίφου. Σφραγίζοντας την οποιαδήποτε διέξοδο από το Παλάτσο της ταλαιπωρημένης από την απώλεια σοπράνο, σε όλους τους παρόντες, που δυνητικά, οποιαδήποτε σχέση κι αν έχουν μαζί του, φαντάζουν ένοχοι στα μάτια του.

Και κάπως έτσι μια νυχτιά που ξεκίνησε σαν piece of cake για τον μυστακοφόρο ντετέκτιβ, στο ξεσκέπασμα της κίβδηλης διορατικού, με την φονική ανατροπή τα πάντα θα ορίσουν το κατάλληλο πεδίο της δράσης για να πάρει μπροστά η ευρηματικότητα και η ευφυία του εξεταστή. Εννοείται πως η συνήθης διαδικασία των ανακρίσεων των αποκλεισμένων στο σφραγισμένο ανάκτορο υπόπτων τηρείται πιστότατα, προκειμένου βάσει της ακολουθίας να βγουν τα αρχικά συμπεράσματα, που θα οδηγήσουν κατοπινά στην εξίσου γνώριμου αμφιθεατρικού στυλ αποκάλυψη του ενόχου. Πράξη τόσο δημοφιλής και αγαπημένη, κυρίως για την έκπληξη που σκάζει στα μάτια του θεατή της, καθώς το πρόσωπο που ο Πουαρώ θα αναδείξει ως φονιά, δεν το περιμένει κυριολεκτικά κανείς.

Εμένα προσωπικά μου έκαναν κέφι και μάλιστα αρκετά οι προηγούμενες περιπέτειες του πιο πρόσφατου κινηματογραφικού Ερκίλ, τόσο εκείνη στο αποκλεισμένο Τρένο, όσο κι η συνέχεια της στον ηλιόλουστο Αιγύπτιο ποταμό. Δεν πίστευα λοιπόν πως θα με απογοήτευε το τρίτο ετούτο τσάπτερ, ακόμη κι αν πολύ γρήγορα κατάλαβα πως οι διαφορές με τα προηγούμενα ήταν σημαντικές. Κι εστιάζονται κυρίως στις εξής δύο. Αρχικώς στην ατμόσφαιρα, που ακολουθεί κατά πόδας την μελαγχολική ψυχοσύνθεση του κεντρικού ήρωα, παραμένοντας φουρτουνιασμένη και υποφωτισμένη, σαν αιχμάλωτη στα πνιγηρά δωμάτια του ακριβού ανακτόρου. Η κάμερα από την στιγμή που θα μπλοκάρει εντός των διαδρόμων του κτιρίου που λαμβάνουν χώρα τα εγκλήματα, δεν απελευθερώνεται παρά μόνο στο φινάλε, με την καταρρακτώδη βροχή που το περιβάλλει να δίνει διαρκώς έναν επιπλέον τόνο κλειστοφοβίας.

Το πιο εμφανές όμως στην παρούσα παραγωγή είναι πως το πρότζεκτ δεν διακατέχεται από την σταρικότητα που χαρακτήρισε τα προηγούμενα, αφού απουσιάζουν επιδεικτικά τα σούπερ ονόματα από το ανσάμπλ, χωρίς όμως να σημαίνει πως έχουν επιλεγεί για τους ρόλους και τίποτα δευτεράντζες. Η πιο ανάλαφρη, ως κωμικός, Tina Fey αποδίδει την καλή φίλη του Ηρακλή, σαν σε ρεπρίζ της ίδιας της Christie, η όμορφη Kelly Reilly ορίζει την μορφή της χαροκαμένης γονιού, ο Κύριος Γκρέι Jamie Dornan μια χαρά παίζει τον ρόλο του ψυχικά αναστατωμένου δόκτορα, η Michelle Yeoh ταιριάζει ταμάμ στην εικόνα της αμφιβόλου ποιότητας διάμεσου κι η φραντσέζα Camille Cottin σε εκείνη της παράξενης οικιακής οικονόμου. Και τριγύρω τους, μισή ντουζίνα ακόμη, λιγότερο γνωστοί ηθοποιοί, φτιάχνουν προσεκτικά τον suspect περίγυρο.

Κακά τα ψέματα όμως, τα πάντα και σε αυτόν τον Πουαρικό μύθο, περιστρέφονται γύρω από τον αναβιωτή, σχεδιαστή, ντιρέκτορα και φυσικά πρωταγωνιστή Kenneth Branagh, που έχει δώσει την δική του πνοή στην εκκεντρική περσόνα. Ο Εγγλέζος, αγαπημένος μου από τον πολύ παλιό καιρό που έπαιζε ταίρι τα σεξπιρικά με την τότε καλή του Emma Thompson, εδώ παίζει πολύ περισσότερο με τις σκιές, τους θορύβους, τις γωνίες λήψεις, αλλά κατά βάση το ναδίρ της αυτοπεποίθησης της τεράστιας προσωπικότητας που καλείται να αποδώσει. Κι αυτό το πράττει και με σέβας και με φιλμική μέθοδο ικανή να κρατήσει τους φανατικούς του είδους σε εγρήγορση μέχρι την τελική έξοδο, όπου τα πάντα, όπως οφείλει το πανύψηλο κύρος του ντέτεκτιβ, μπουν στην θέση τους. Και με γνώμονα την σημαντική, παγκόσμια, εμπορική αποδοχή του σίριαλ, αναμένουμε λογικά και το επόμενο, τέταρτο βήμα του σχεδίου!

Μυστήριο στη Βενετία (A Haunting in Venice) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 14 Σεπτεμβρίου 2023 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »