The Secret Life Of Pets PosterSicario μτφ - Δολοφόνος ή πληρωμένος εγκληματίας, εκτελεστής. Έχοντας κάνει την επίσημη πρεμιέρα του, στο οφίσιαλ πρόγραμμα του Φεστιβάλ των Καννών, το ολοκαίνουργο πόνημα του σπουδαίου σκηνοθέτη Denis Villeneuve, Μπαίνει στην τελική ευθεία της επίσημης κυκλοφορίας του, αποκτώντας από σήμερα και το εξίσου εντυπωσιακό τρέιλερ που του αρμόζει. Σε συνέχεια των καταπληκτικών στιγμών του σε Incendies, Prisoners και Enemy, ο Καναδέζος στην νέα του ταινία παρουσιάζει την περίπτωση μιας δυναμικής αστυνομικού, που διατάσσεται από υψηλόβαθμο της CIA, να συνοδεύσει δύο πράκτορες πέρα από τα νότια σύνορα της χώρας, αναζητώντας στο Μεξικό έναν βαρόνο της διακίνησης ναρκωτικών. Η ταινία σκοπό της έχει να προβάλλει τον ανηλεή πόλεμο που μαίνεται στην βουτηγμένη στην διαφθορά χώρα των Αζτέκων, εκεί που τα νήματα διακινούν κατά κύριο λόγο οι νονοί και οι άνθρωποι του υποκόσμου, που δεν είναι δυνατόν να συλληφθούν ακόμη και από τις καλά εξοπλισμένες υπηρεσίες της Υπερδύναμης. Πρεμιέρα για μια από τις πλέον αναμενόμενες στιγμές της επόμενης σεζόν, στις 18 Σεπτεμβρίου από την Lionsgate.

The Secret Life Of Pets Movie

Μια τριάδα έξοχων πρωταγωνιστών, συνθέτει την βάση της υποκριτικής ομάδας, αποτελούμενη από τους Josh Brolin, Emily Blunt και Benicio Del Toro, που στο πλάι τους θα έχουν σε υποστηρικτικές παρουσίες τους πάντα αξιόλογους Victor Garber, Jon Bernthal, Amy Adams, Jeremy Renner και Michael Stuhlbar.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Σεπτεμβρίου 2015 με τον τίτλο Sicario, Ο Εκτελεστής




Περισσότερα... »

Σφυρίζοντας για τον έρωτα (Playing It Cool) PosterΣφυρίζοντας για τον έρωτα
του Justin Reardon. Με τους Chris Evans, Michelle Monaghan, Topher Grace, Aubrey Plaza, Philip Baker Hall, Luke Wilson, Anthony Mackie, Patrick Warburton, Ioan Gruffudd, Beverly D’Angelo


«Σου σφυρίζω» ή «Στον ''σφυρίζω''»; Ιδού η απορία!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Για τα... κλισέ τα κάνεις όλα

Θυμάστε ποια είναι η τελευταία ενδιαφέρουσα ρομαντική κομεντί που είδατε τα τελευταία χρόνια; Για μένα αυτή η ερώτηση έχει απάντηση – ευκολάκι: «(500) Μέρες με τη Σάμερ»! Το τρελό είναι ότι έχουν περάσει από τότε έξι ολόκληρα χρόνια! Γιατί μου είναι τόσο αγαπητή η συγκεκριμένη ταινία; Μα γιατί παίζει με όλα τα κλισέ των ρομαντικών κομεντί όχι για να τα «ξεφωνίσει» και να τα χλευάσει, αλλά για να δώσει μια άλλη διάσταση, να δει το θέμα από μια άλλη οπτική γωνεία. Μια οπτική καθόλου ροζ και καραμελογλειφωμένη, που δεν προκαλούσε «εμετό» σε έμπλεους τεστοστερόνης άρρενες θεατές (που, όσο να πεις, δεν είναι και οι πιο φανατικοί οπαδοί τέτοιου είδους ταινιών – τους σέρνουν οι γκόμενες, σύζυγοι, φίλες τους για να δείξουν ένα κάποιο ενδιαφέρον). Που είχε, θα μπορούσες να πεις, ένα unhappy end (με μια αχτίδα φωτός για τον βασικό πρωταγωνιστή – η ταινία τον αγαπούσε – γιατί να τον αφήσει στα τάρταρα εξαιτίας ενός έρωτα χωρίς ανταπόκριση;). Που, τέλος πάντων, σε έβαζε στο τριπάκι να νοιάζεσαι για τους δύο πρωταγωνιστές και την ερωτική τους σχέση, χωρίς εκ προοιμίου να γνωρίζεις την κατάληξη.

Σφυρίζοντας για τον έρωτα (Playing It Cool) Wallpaper
Δεν είναι εύκολο είδος η ρομαντική κομεντί. Και ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Justin Reardon, την «πατάει», καθώς θέλει «στα χαρτιά» να ανατρέψει τα κλισέ του είδους. Εντέλει όμως αυτό που... κατορθώνει είναι να τα μεγεθύνει και να τα ισχυροποιήσει σε βαθμό κακουργήματος.

Η υπόθεση: Ο ατζέντης ενός σεναριογράφου, του κλείνει ως δουλειά τη συγγραφή μιας ρομαντικής κομεντί. Ο σεναριογράφος, όμως, έχει ένα βασικό πρόβλημα: δεν πιστεύει στον έρωτα. 30Something, εμφανίσιμος, έξυπνος, κοινωνικός, δεν μπορεί να προχωρήσει οποιαδήποτε ερωτική σχέση πέρα από τη σεξουαλική επαφή, λόγω ενός τραύματος που κουβαλάει από την παιδική του ηλικία. Κι επομένως, μόνο κατάλληλος δεν είναι για να γράψει κάτι για ένα θέμα που δεν... γνωρίζει! Ζητάει τη βοήθεια των φίλων του μέσω των δικών τους εμπειριών και ξεψαχνίζει κάθε γραμμένο κλισέ προκειμένου να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Εις μάτην! Όλα αλλάζουν, όμως, όταν γνωρίζει Εκείνη! Τη γυναίκα της ζωής του. Την οποία και ερωτεύεται. Αλλά κι εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα: η γυναίκα είναι λογοδοσμένη (!) και στα πρόθυρα να παντρευτεί κάποιον άλλο. Γοητεύεται, όμως, από τον σεναριογράφο και του... επιτρέπει να γίνουν φίλοι. Μπορούν, όμως, ένας άντρας και μια γυναίκα να είναι φίλοι; Όταν μάλιστα υπάρχει καταφανέστατα τόση έντονη «χημεία» ανάμεσά τους;

Η άποψή μας: Ας ξεκινήσουμε από τα θετικά. Οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές είναι φωτογενείς – ο φακός τους λατρεύει – και ως θεατής δεν χαλιέσαι που περνάς μαζί τους μιάμιση ώρα. Υπάρχουν σκηνές που σε κάνουν να γελάσεις: εκείνη με την αναφορά σε κλασικούς συγγραφείς που τα ονόματά τους παραπέμπουν στο σεξ (όπως ο... Σέξπιρ) πχ είναι και καλογραμμένη και αστεία. Και τα «κολπάκια» σε επίπεδο εικόνας (μοντάζ με ρακόρ σε διαφορετικά χρονικά σημεία, αποχρωματισμοί, κινούμενα σχέδια) είναι λειτουργικά και έξυπνα – αν και κάποιες στιγμές νιώθεις ότι οι δημιουργοί της ταινίας το παρακάνουν. Και ύστερα; Κι ύστερα, ύστερα, μα δεν υπάρχει ύστερα! Το «κλέψιμο» της βασικής ιδέας του «Play it again Sam» με τον Woody Allen (εκεί ήταν ο... Humphrey Bogart, εδώ είναι ο ίδιος ο Chris Evans ωσάν... Humphrey Bogart!) δεν έχει κανένα νόημα εδώ – δεν εξυπηρετεί κανέναν αφηγηματικό ρόλο στην ταινία.

Η... διάγνωση ότι για τον χαρακτήρα του σεναριογράφου ευθύνεται η εγκατάλειψή του από τη μητέρα του όταν ήταν μικρός, είναι και κλισαρισμένη και στερούμενη ουσιαστικής βάσης. Οι περιφερειακοί ρόλοι δεν έχουν λόγο ύπαρξης – υφίστανται απλά ως καρικατούρες. Πάρτε για παράδειγμα το ρόλο του αρραβωνιάρη (τον υποδύεται ο Ioan Gruffudd, δεύτερος... μη ρόλος μετά από εκείνον που είχε στο πρόσφατο «San Andreas»!): απλά, δεν υπάρχει! Επίσης, είναι δυνατόν σεναριογράφος να μην γνωρίζει τον «Έρωτα στα χρόνια της χολέρας»; (ok, το τελευταίο δεν είναι και τόσο tragic: πλείστοι εκείνοι που παράγουν τέχνη χωρίς να ξέρουν την τύφλα τους για αυτήν!). Κλασικά, η σκηνή του σεξ είναι... με τα ρούχα (να είναι και PG13 η ταινία), κλασικά, το αγόρι παίρνει το κορίτσι, κλασικά, το happy end υπάρχει για όλους, να μην μείνει κανένας παραπονεμένος.
 
ΥΓ: Μωρέ λες να είναι όντως ο «Εξολοθρευτής» η πιο ρομαντική ταινία όλων των εποχών;

Σφυρίζοντας για τον έρωτα (Playing It Cool) Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Ιουνίου 2015 από την Neo Films
Περισσότερα... »

Καθηγητής με το Ζόρι (The Rewrite) PosterΚαθηγητής με το Ζόρι
του Marc Lawrence. Με τους Hugh Grant, Marisa Tomei, Bella Heathcote, Allison Janney, J. K. Simmons, Chris Elliott


Σε αναζήτηση σπινθήρα...
του zerVo (@moviesltd)

Κι έρχεται εκείνη η αναθεματισμένη στιγμή, που παρότι επιτυχημένος στον τομέα σου επί χρόνια, για χίλιους δυο λόγους δεν καταφέρνεις να αποδώσεις όπως τον παλιό καλό καιρό και νιώθεις καυτή την ανάσα της απόρριψης, από τον μέχρι πρότινος φίλιο, σε βαθμό παρεξηγήσιμο, περίγυρο σου. Με την ταυτότητα, επισήμως να δηλώνει ηλικία άνω των πενήντα, πλέον δεν σε έχουν ζώσει μόνο τα φίδια, αλλά το σύνολο των κροκοδείλων της Αυστραλίας, γεγονός που κάνει το άγχος μεγαλύτερο, εκτοξεύοντας στα ύψη την πρόσκαιρη (?) ανικανότητα. Αγωνία, απόγνωση και διαρκή διλήμματα σε περιβάλλουν. Να το παλέψεις μέχρι τέλους, ακόμη κι αν χρειαστεί να απωλέσεις σε αυτή την μάχη την αξιοπρέπεια σου εξαιτίας του κλακάζ ή να ρίξεις μύτη και σιγά σιγά να την κάνεις προς το περιθώριο, βγάζοντας τουλάχιστον ένα μεροκαματάκι, λεφτά που μια φορά κι έναν καιρό θα κονόμαγες σε ένα και μόνο τέταρτο απασχόλησης..?

Καθηγητής με το Ζόρι (The Rewrite) Wallpaper
Πριν από μια δεκαετία, το όνομα του φιγούραρε στην λίστα των κορυφαίων σεναριογράφων του Χόλιγουντ, με αποκορύφωμα στην καριέρα του το βραβείο όσκαρ που απέσπασε για το original screenplay της μεγάλης επιτυχίας Paradise Misplaced. Έκτοτε όμως κενό! Με το στείρο σκοτάδι να έχει κυριαρχήσει στο μυαλό του Βρετανού μεσήλικα - πια - Κιθ Μάικλς, το να παραδώσει καινούργια δουλειά στην απαιτητική μάνατζερ του, φαντάζει κάτι παντελώς απίθανο, εξού και ο παραγκωνισμός του από το καλλιτεχνικό στερέωμα, φαντάζει πλέον δεδομένος. Άνεργος, με την σύζυγό του να τον έχει παρατήσει κρίνοντας τον ως αποτυχημένο, στερώντας του την δυνατότητα να βλέπει έστω τον 18χρονο γιο του, ο Κιθ θα πάρει μια απόφαση γεμάτη ρίσκο, αφήνοντας το τροπικό κλίμα του Μαλιμπού για να ταξιδέψει στην επαρχία της Νέας Υόρκης, αναλαμβάνοντας χρέη καθηγητή σεναριογραφίας, σε περιφερειακό, πλην έγκυρο πανεπιστήμιο της περιοχής.

Η αρχική του αντίδραση στην καινούργια αυτή πρόκληση, θα είναι ιδιαίτερα βαριεστημένη, καθώς θα νιώσει πως οι σπουδαστές του δεν έχουν το ταλέντο που απαιτεί το επάγγελμα που θέλουν να ακολουθήσουν. Ερχόμενος σε ρήξη μάλιστα με την αρχαιότερη καθηγήτρια της σχολής, θα έρθει σε πολύ δύσκολη θέση, που θα γίνει ακόμη πιο δεινή όταν αποκαλυφθεί πως έχει συνάψει και ερωτική σχέση με μαθήτρια του. Η γνωριμία του με την καλοσυνάτη, ευγενική και μονίμως χαμογελαστή Χόλι, μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, που εργάζεται όλη μέρα για να τα βγάλει πέρα, παρακολουθώντας συνάμα το σεμινάριο του, θα πείσει τον μπλαζέ με το ζόρι καθηγητή, πως στον μουντό και συννεφιασμένο αυτό τόπο, υπάρχει και μια μικρή αχτίδα φωτός να του δώσει την ελπίδα που αναζητά.

Λανθασμένα εκτιμώ πως έχει δοθεί στο φιλμ η θεματική σφραγίδα της ρομαντικής κομεντί, αφού ουσιαστικά ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο είναι. Δεδομένα παίζει ένα φλερτ μεταξύ των δύο άγνωστων μέχρι τα χθες συνομηλίκων, όπως και σίγουρα, μια δυο εξυπνάδες περισσότερο, δίνουν έναν πιο γλαφυρό τόνο στην αφήγηση. Στην πραγματικότητα όμως η ταινία που σκηνοθετεί ο Marc Lawrence - σταμπαρισμένος στο genre του rom com δημιουργός - περισσότερο είναι μια δραματική αναζήτηση μια βαλτωμένης, μα και ταλαντούχας, προσωπικότητας, στον εντοπισμό του πραγματικού του εαυτού.

Μέσα από τα μαθήματα, συνεδρίες πιο πολύ ψυχαναλυτικές για τον ίδιο, ο πάλαι ποτέ αναγνωρισμένος σκρίπτερ, θα ανακαλύψει αλήθειες που ο ίδιος αγνοούσε για την ίδια του την ύπαρξη, την διαλυμένη του οικογένεια, τις έννοιες της φιλίας και της συναδελφικότητας, με συνέπεια να οδηγηθεί σε διαγραφή του υποτιμητικού τρόπο που αντιμετώπιζε πρόσωπα και καταστάσεις. Δεν θα έλεγα ακριβώς τάλε κουάλε, μα σημαντικά κοντινή, περίσταση για τον πρωταγωνιστή Hugh Grant, που κι ο ίδιος δεν διάγει τις καλύτερες ημέρες της διαδρομής του κι εδώ φαντάζει ικανοποιητικά ταιριαστός, μέσα στην μελαγχολία της ματιάς του, για να υποδυθεί τον ζορισμένο ψυχικά συγγραφέα. Και μάλιστα χωρίς να νιώθε μοναξιά σε αυτή του την υποκριτική μάχη, καθώς δίπλα του έχει πλήθος σημαντικών ρολιστών, από την Marisa Tomei, σε παρουσία μακρινή από τις πρόσφατες σέξι, κοντινότερη ίσως σε αυτές των συνετσαλμένων νιάτων της, τον Οσκαρούχο πλέον J,K, Simmons ως μονίμως συγκινημένου φαμιλιάρη - διευθυντή, έως την Allison Janney, που ενσαρκώνει την μονόχνωτη, παγιδευμένη στα βιβλία της Jane Austin φιλόλογο.

Για πες: Χωρίς έντονες συναισθηματικές φορτίσεις στην εξέλιξη του όμορφα δομημένου σεναρίου, αλλά και με δίχως εκπλήξεις στην προβλέψιμη πορεία του, το The Rewrite, στέκεται αξιοπρεπώς ως μια αξιοπρεπής μελέτη ενός χαρακτήρα, που μεταβαίνει από το μπλαζέ και την αδιαφορία, σε βαθμό απομονωτισμού, στην ανθρωπιά και την φιλία, στοιχεία που λείπουν μάλλον από την ψυχή μιας βεντέτας, όπως ο εδώ ήρωας μας, Που ο Gramt τον ζωντανεύει με την γνώριμη μανιέρα του, πιθανόν στην καλύτερη του στιγμή, κατόπιν του About A Boy.

Καθηγητής με το Ζόρι (The Rewrite) Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουνίου 2015 από την Seven / Spentzos
Περισσότερα... »

Το Μικρό Νησί (La Isla Minima) PosterΤο Μικρό Νησί
του Alberto Rodríguez. Με τους Raúl Arévalo, Javier Gutiérrez, Antonio de la Torre, Nerea Barros, Jesús Castro, Mercedes León


Τα μυστικά του βάλτου
του zerVo (@moviesltd)

Επί της Αρχής το δίλημμα. Καταφέρνεις, για χάρη του κοινού αγαθού σκοπού, να ταιριάξεις χνώτα με συνάνθρωπο, που όχι απλά δεν υπάρχει κοινό στοιχείο μαζί σου, σε συμπεριφορά και συλλογιστική, μα γνωρίζεις (ή έστω υποπτεύεσαι) πως το παρελθόν του κρύβει ανείπωτα και φρικιαστικά μυστικά? Ή ξυπνάει μέσα σου ο παρτιζάνος, διαολοστέλνεις την αποστολή που από κοινού με το συντρόφι καλείσαι να φέρεις εις πέρας, τον καταγγέλλεις, αποκεφαλίζοντας τον συνάμα, σε οποιαδήποτε νόμιμη επιτροπή εσωτερικών υποθέσεων και ταυτόχρονα ευφραίνεις ψυχή, που έδρασες κατά πως θα έλεγαν οι ηθικοί κανόνες? Δύσκολος ο συμβιβασμός, ακόμη πιο τολμηρό το ξέσπασμα. Πόσο μάλλον να πετύχεις να αποδώσεις το πρόβλημα στο πραγματικό, εθνικό του, μέγεθος και όχι σε μια απλή τετ α τετ συνεργασία, όπως λαμβάνει χώρα στο γεμάτο αλληγορίες και ποιητικές μεταφορές, Ιβηρικής προέλευσης θρίλερ, La Isla Minima.

Το Μικρό Νησί (La Isla Minima) Wallpaper
Ανδαλουσία 1980. Κατά την διάρκεια τοπικού πανηγυριού, σε κωμόπολη της επαρχίας, που κρύβεται πίσω από τους βάλτους στις όχθες του Γουαδαλκιβίρ, δύο ανήλικα κορίτσια θα εξαφανιστούν, γεγονός που θα προκαλέσει αναστάτωση στην μικρή, περιθωριακή και όχι ιδιαίτερα εκδηλωτική κοινωνία. Δύο εκ διαμέτρου αντίθετης ιδιοσυγκρασίας, αστυνομικοί του τμήματος ανθρωποκτονιών της πρωτεύουσας, θα καταφτάσουν εσπευσμένα, προκειμένου να βοηθήσουν την άπειρη ντόπια χωροφυλακή, να εντοπίσει τις έφηβες. Ο Πέδρο, ο νεότερος και πιο άβγαλτος της δυάδας, οικογενειάρχης και χαμηλότερων τόνων, θα ακολουθήσει μια πιο ορθολογική μέθοδο στην αναζήτηση καινούργιων στοιχείων που θα οδηγήσουν στην διαλεύκανση του μυστηρίου, την ίδια στιγμή που ο Χουάν, πενηντάρης, που δείχνει να έχει φάει τέτοιου είδους περιστατικά με το κουτάλι, μοιάζει να μην φοβάται να χρησιμοποιήσει ακόμη και την ακραία βία, προκειμένου να φτάσει στον τελικό του σκοπό.

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Ισπανία και την απομάκρυνση της χούντας του Φράνκο και ακόμη η χώρα δεν έχει μπει σε ρυθμούς τέτοιους που θα της αρκούν για να λησμονήσει τις θηριωδίες τεσσάρων ολόκληρων δεκαετιών εμφύλιου σπαραγμού. Χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα οι πολίτες, στους φιλελεύθερους και στους οπαδούς του παλαιού καθεστώτος, ακόμη νιώθουν μπερδεμένοι από αυτή την καινούργια κατάσταση στον τόπο τους, αφού κανείς δεν δείχνει να διαθέτει ξεκάθαρο πλάνο για το μέλλον. Κοινό στοιχείο αμφότερων των παρατάξεων, λοιπόν, η αμφιβολία, η αγωνία για τι πρόκειται να ξημερώσει, το δεδομένο άγχος για το τι ακριβώς ισχύει. Ο κόσμος είναι ελεύθερος να δράσει κατά το δοκούν ή το φάντασμα του Φασίστα παραμένει ακόμη ζωντανό, πανέτοιμο να κατασπαράξει την οποιαδήποτε υπόνοια ελευθεριών?

Σε αυτό το τρομαγμένο συνειδησιακά περιβάλλον, το δίδυμο των παντελώς αταίριαστων ντέτεκτιβ, θα κληθεί να προσεγγίσει πρόσωπα, φοβισμένα και αλλόκοτα, ώστε να τους αποσπάσει πληροφορίες για όσα κρύβει η μυστηριώδης εξαφάνιση - και σε πολύ πρώιμο στάδιο της ταινίας, εντέλει ανθρωποκτονία - των δεκαεξάχρονων αδελφών. Κανείς δεν θέλει να μιλήσει, όλοι αρνούνται πως γνωρίζουν το κοινό μυστικό, ελάχιστοι θα δείξουν πρόθυμοι να βοηθήσουν, ενώ οι βασικοί ύποπτοι, εκτιμούν ακράδαντα πως οι πομπές τους, θα θαφτούν, θα σκεπαστούν ξανά, όπως πρόσταζε άλλωστε ο τρόπος παράνομης δράσης επί της Φρανκικής κυριαρχίας.

Βασισμένος σε ένα απίστευτα μελετημένο σενάριο, που πόντο με τον πόντο της αφήγησης, σου δίνει και καινούργιες πληροφορίες για το τι τρέχει στην απομονωμένη γωνιά του σπανιόλικου Νότου, ο εξαιρετικής απλοϊκής μα και τόσο πλούσιας σε έμπνευση ματιάς Alberto Rodriguez, χρησιμοποιεί ένα τυπικής εξέλιξης και μπόλικου σασπένς αστυνομικό θρίλερ, για να αναδείξει το υπαρκτό σοσιολογικό ζήτημα που απασχολεί τα μέρη του, ίσως ακόμη και σήμερα, σαράντα χρόνια μετά την μεταπολίτευση. Τωρινή περίοδο που η Εσπάνια, μοιάζει να βρίσκεται βουτηγμένη μέχρι το λαιμό στην οικονομική ανέχεια και την εξαθλίωση, όπως το σύνολο άλλωστε της μεσογειακής γραμμής της Ευρωζώνης.

Οι δύο αστυνομικοί του, ο μοντέρνος και πιο σύγχρονων τάσεων Πέδρο, μα και ο Χουάν, που δεν χρειάζεται να του ρίξεις δεύτερη ματιά για να καταλάβεις πως στα νιάτα του υπήρξε βασανιστής των υπογείων της ΕΣΑ, συνθέτουν τις δύο υπαρκτές τάσεις, που καλούνται να ενώσουν δυνάμεις, μην τυχόν και πετύχουν πουθενά στο βούρκο την άκρη του νήματος. Είναι κάτι τέτοιο φαινομενικά δυνατόν? Εκ πρώτης όψης όχι, αφού οι ανασεμιές τους δεν συμβαδίζουν ούτε χιλιοστό. Κι όμως το ταίρι τους προχωρά και μάλιστα πετυχημένα, καθώς ο καθείς θεωρεί - μέσα στο παραμύθι που έχει κτίσει στο μυαλό του - πως ο άλλος είναι συντρόφι, δικό του παιδί. Σιγά μην ήταν αυτός ο Θεοφιλογιαννάκος θα πει ο εκσυγχρονιστής, νιώθοντας μια κάποια καλοσύνη στην ψυχή του φόρα παρτίδα, ατίθασου, μα και βίαιων προθέσεων, μπασκίνα. Σιγά μην είναι ο κομπανιέρος μου αντάρτης και κουμμούνι, αυτός έχει οικογένεια, κοιμάται νωρίς, έχει συντηρητικές αρχές, θα φανταστεί ο πρώην ασφαλίτης. Κι έτσι το ΄να χέρι νίβει το άλλο και με την βασική αρχή της αθωότητας να πλανάται στον αέρα, ένεκα αμφιβολιών, παρέα θα φτάσουν στην λύση του ζητήματος, που ταυτόχρονα τρέχει στο φόντο της πλοκής.

Καταπληκτική, Se7enική φωτογραφία, σε φάσεις μελαγχολικής σέπιας να τονίζουν την νοτισμένη ατμόσφαιρα, με προοπτικές λήψης που θα ζήλευε και ο ίδιος ο μέγας De Palma και με πατρόν σχεδιασμένα από τις καλύτερες στιγμές του Fincher, ο Ισπανός υπογράφει ένα αναχρονιστικό θρίλερ, που κανείς δεν θα πρέπει να το δει με την επίπεδη θωριά του αστυνομικού προβλήματος. Στο όλο πακέτο βοηθούν αφάνταστα οι αληθινότατες ερμηνείες, των Raul Arevalo, ο ψάρακας του διδύμου, που συμβολίζει το ανανεωτικό κύμα και ο Javier Gutierrez, ως ο μπάτσος της παλιάς κοπής, που βάζει κεφαλοκλείδωμα ακόμη και σε φοβισμένες γυναίκες, για να τους πάρει την ομολογία.

Για πες: Μια από τις ποιοτικότερες ευρωπαϊκές σινεφίλ στιγμές της σεζόν, άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως το La Isla Minima, σάρωσε στο διάβα του όλα τα πιθανά βραβεία Γκόγια, της Καστιγιάνας Ακαδημίας Κινηματογράφου. Μια άρτια παραγωγή, όχι λόγω του πλούτου του προυπολογισμού της, μα περισσότερο εξ αιτίας της δυναμικής όλων των συντελεστών, που φρόντισαν μέσα από μια ανατριχιαστική υπόθεση φόνων, να αναδείξουν ένα δεδομένο, διαχρονικό ζόρι, για την πολύπαθη κι ονειρεμένη ως τουριστικό προορισμό, Ισπανία, που πνίγεται από τις τάσεις απόσχισης και αυτοδιάθεσης των ασυμβίβαστων λαών που την συνθέτουν.

Το Μικρό Νησί (La Isla Minima) Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουνίου 2015 από την Weird Wave
Περισσότερα... »

Spy PosterSpy
του Paul Feig. Με τους Melissa McCarthy, Jason Statham, Rose Byrne, Miranda Hart, Bobby Cannavale, Allison Janney, Jude Law


McCarthy’s Law
του gaRis (@takisgaris)

Λαμβάνω ως δεδομένο ότι η καλύτερη κωμωδία της διανυόμενης δεκαετίας είναι το Bridesmaids. O Paul Feig άνοιξε μια χρυσή κερκόπορτα εκειδαμέ - τη στροφή της αμερικάνικης φάρσας σε χωράφια που οι εμφανώς μακράν του τελείου γυναίκες της παραδίπλα γειτονίτσας συμπεριφέρονται με τον ίδιο ανκλάσει (τι κι αν κλάσει κιόλα) κωλοπαιδισμό των αρσενικών ηρώων του ετέρου καππαδόκη, Judd Apatow. Η Melissa McCarthy δικαίως προτάθηκε για υποστηρικτικό γυναικείο ρόλο, καθώς συνέτριψε κυριολεκτικά τα ταμπού περί σεξουαλικών ορμών μιας αρχικαραχοντρέλας αρζούμπαλης περσόνας που δεν άργησε να ξεπατικωθεί (Pitch Perfect). Κι αν ο καλός στρατιώτης Feig την πήρε στην πλάτη του ξανά στο meh buddy cop The Heat με τη Sandra Bullock, το στοίχημα δεν κερδήθηκε καθότι η γλυκιά και προσγειωμένη στην καθημερινότητά της Melissa βάλθηκε να ξαναπροβάρει το ίδιο άμπνταλο κουστουμάκι για να πατήσει στη σιγουράντζα του Μπράιντς.

Spy Wallpaper
Τρις και η καλή της μοίρα όμως τώρα στο τζενέρικ (όσο και το όνομά του) και παντελώς αχρείαστο κατασκοπευτικό σπουφ Spy, αφού ο μέντοράς της Paul την αφήνει να κλέψει ερμηνευτικά την παράσταση, βγάζοντας στην οθόνη πολλαπλές μεταμφιέσεις μιας γοητευτικά (ναι) ευάλωτης όσο και καθόλα πολυτάλαντης μοναχικής κατασκοπίνας γραφείου. Ο ορκισμένα φεμινιστής Feig γομώνει ένα girlpower τρίο με βίλαινα – γκαραντί (η διασκεδαστική Rose Byrne) και sidekick βρετανικού ρεζιλίξ (η χαριτωμένα άχαρη Miranda Hart), περισενιάροντάς το με ένα μάτσο βλακάντρες, σαχλοκοκοράκια κατασκόπους και παραληρηματικούς κορτάκηδες. Ξεχωρίζω δυο, με έκπληξη πρώτη τον Jude Law ο οποίος κατάφωρα αδικείται που δεν παίζει πρώτο όνομα μια δεκαετία τώρα. Κοίταξέ τον μια καλή όμως: Δεν είναι φτυστός (να μη βασκαθεί) ο Μπάρκουλης; Σήριουσλυ λέμε. Η γκράντε, μα η καραγκαγκάν σοπρέζα είναι ο Jason Statham. Σκατίβλαχος, κόκ(ν)υ λονδρέζος που πέρασε από κείθε που έφτυσε ο Μποντ. Τρελή πλάκα και γενναίος αυτοσαρκασμός.

Και κάπου εκεί τελειώνει το καλό, μαζί με τα ασταμάτητα πλην ευφάνταστα χοντροβρισίδια και τα πολίτικλυ ινκορέκτ γκρόσαουτ μακελλέματα μιας κωμωδίας που ο δημιουργός θάθελε να τη δεις και σα την αγαπημένη του Casino Royale, εδώ όμως αρχίζουν να σκάνε υποπλοκές και ίντριγκες που αφαιρούν σημαντικά πόντους αξιοπιστίας ενός στόρυ που τιγκάρει σε κυνηγητά, κλασικά μπανάλ σκηνές με αεροπλάνα και ελικόπτερα που μπορεί να δικαιολογούν τα $65Μ μπάτζετ, αλλά φεύγουμε από το θέμα μας κύριε Feig. Διότι άλλο creator των αλήστου χαβαλέ μνήμης sitcom Freaks and Geeks και εντελώς παράλλο(γο) το να το παίζεις Mendes στο Skyfall. To ανσάμπλ πετάει φωτιές –όχι τυχαία γιατί ο σκηνοθέτης έχει βγάλει και μια υποκριτική σχολή, όμως σα περιπέτεια το θέαμα δεν πουλάει ως πρώτης διαλογής κι αυτό βγάζει μάτι όπου δεν είναι παρούσα η Melissa McCarthy, για να δεσπόσει επί παντός αντιπάλου ή μη. Σκέψου λοιπόν: Είκοσι+ χρόνια μετά τα ντουζένια των ενζενί (οσκαρούχες πλέον-φευ) Roberts - Bullock περνά-περνά η (πέραν κάθε πρόβλεψης) Melissa για να τσεκάρει διαβατήριο στη μεγάλη λεωφόρο του Χόλυγουντ. Ε, είναι σχεδόν συγκινητικό.

Spy Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουνίου 2015 από την Odeon
Περισσότερα... »

Λύσσα Κακιά PosterΛύσσα Κακιά
του Νίκου Ζερβού. Με τους Ζωή Ζέρβα, Βίκυ Κουλιανού, Τζώνυ Θεοδωρίδη, Στέλλα Γιαμπουρά, Τάκη Χρυσικάκο, Γιώργο Καραμίχο, Σταύρο Κανελλίδη, Όλγα Θανασιά, Λορέντζο Καριερε, Αναστάση Κολοβό, Γιάννη Ζουγανέλη


Αγύριστο Κεφάλι
του zerVo (@moviesltd)

Ε, καλά αυτό το γνωρίζουμε από πρώτο χέρι τέσσερις δεκαετίες τώρα, πως πρόκειται για τον εγχώριο σκηνοθέτη με τον πιο ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης, στοιχείο που ίσως να τον καθιστά ως εκείνον με την πιο χαρακτηριστική, στα όρια της τυποποίησης, ματιά, από όλους τους γνωστούς Έλληνες δημιουργούς. Όμως. Αν μια φορά κι έναν καιρό αυτό το ανατρεπτικά γλαφυρό του ύφος, τον στόλισε ως σημαιοφόρο της καλτ σκηνής, δεν σημαίνει πως εσαεί θα πρέπει κι εκείνος να ακολουθεί σαν αγύριστο κεφάλι αυτή την πεπατημένη επιμένοντας να φτιάχνει ταινίες χωρίς μοντέρ, τεχνικούς ήχου, φωτογράφους, σκηνογράφους, έστω της προκοπής. Θα μου πεις από την άλλη, για τον Ζερβό μιλάς κι οχτακόσια φιλμ να γυρίσει ακόμη, τα ίδια (επιτηδευμένα?) λάθη θα κάμει στο πόνημα του, γιατί έτσι του κάνει κέφι, έτσι γουστάρει και στην τελική, δεν τον πολυνοιάζει κιόλας αν εσύ τα βρεις γεμάτα τεχνουργήματα και τεχνικές ατασθαλίες.

Λύσσα Κακιά Wallpaper
Η Ζωή στα τριάντα της χρόνια, προερχόμενη από έναν τραυματικό χωρισμό θα αναζητήσει τον άνθρωπο εκείνο, που πάνω του θα μπορέσει να στηρίξει τις ελπίδες της για ένα καλύτερο αύριο. Φοιτήτρια σε δραματική σχολή, εκεί που κτίζει τα καλλιτεχνικά της όνειρα, σε εναντίωση με τον συντηρητικό - στα λόγια - τατουατζή πατέρα της, συμβιώνει στο ίδιο σπίτι με την κολλητή της, διατηρεί συνοικιακό μπαράκι με τον καλύτερο της φίλο και έχει βάλει στόχο την αγκαλιά του μορφονιού της ομήγυρης της, τον οποίο επίσης καμακώνει και η κακίστρω και μονοφαγού Μπάρμπι της συντροφιάς. Από όλα τα σχέδια της Ζωής τίποτα δεν πηγαίνει κατ ευχήν κι αυτό θα την προβληματίσει ανησυχητικά.

Δηλαδή σε κόντρα με την ζόρικη καθημερινότητα που περνάμε, την μεγαλοκοπέλα δεν την νοιάζει αν θα βγει το νοίκι, αν θα έχει να πληρώσει λογαριασμούς, δάνεια και κινητό, αν θα πάει καλά η δουλειά που την τρέφει, αν είναι δυνατόν να βελτιώσει την ποιότητα της σε ότι καταπιάνεται, μέχρι μάλιστα σε κάποια στιγμή, μπορεί να μην περάσει ούτε από το νοσοκομείο να δει τον καρδιοπαθή γονιό της. Μονάχα η καλοπέραση στριφογυρίζει στο μυαλό της, πικραμένη από την συμπεριφορά του πρώην συμβίου της που την άφησε κάγκελο για τα μάτια νεότερης πεταχτούλας και το πως θα εντοπίσει το συντομότερο δυνατόν αγκάλη για να κρύψει τον καημό της. Δεν μπορεί να διαφωνήσει κανείς, είναι κι αυτή μια στάση (Ζ)ωής - η αποκαλούμενη λαικιστί και Κουκουρούκου - που σε τελική ανάλυση αν το θέλεις, θα κρατήσει ζωντανό και υγιές το υποκείμενο και περισσότερα χρόνια, από το να αγχώνεται και να ιδρώνει για το αν τα ΑΤΜ την επαύριο θα έχουν παράδες για να μοιράσουν.

Σε ετούτο τον τομέα δηλαδή, σενάριο, που εστιάζει στην εξαίρεση και ξεχωριστός σκηνοθέτης μια χαρά πορεύτηκαν χημικά. Υπάρχει όμως και το πρακτικό κομμάτι κι εκεί εκτιμώ πως ο αξιότιμος ντιρέκτορας, μάλλον δεν μοιάζει και ο ιδανικός για να διευθύνει μια ρομαντική κομεντί, απόλυτης χαλαρότητας και μηδενικού εμφανούς προβληματισμού, που υπό άλλες συνθήκες, πιο μελετημένης (αυτό που λέμε ισοπεδωτικά, τηλεοπτικής) παραγωγής, θα μπορούσε να αποτελέσει και δυνητικό εμπορικό χιτ. Κι αυτό διότι ο Ζερβός, τριάντα χρονάκια μετά το πιο mainstream πόνημα του, το Θηλυκό Θηριοτροφείο, δεν μοιάζει διατεθειμένος να αλλάζει ρούπι τους δικούς του κανόνες κινηματογράφησης. Όπερ σημαίνει ασύνταχτα και άσχημα δεμένα μεταξύ τους πλάνα, παντελής απουσία, στα όρια της ενόχλησης, ηχητικού normalization, εμβόλιμες σεκάνς που μπερδεύουν την ροή, αλλά πρέπει να μπουν έτσι για το Θεαθήναι...

Απλούστατη και μακριά από τον κατσούφικο ρεαλισμό της πρωτεύουσας η αισιόδοξη εντέλει ιστορία που υπογράφει η νεαρά Ζωή Ζέρβα, που μάλιστα υποδύεται και τον βασικό πρωταγωνιστικό ρόλο του στόρι (της). Πρώτη φορά (όχι σπουδαία) ηθοποιός και (με έντιμες ιδέες) σκρίπτερ, τουλάχιστον στην δική μου γνώση, προς μεγάλη (πολύ μεγάλη όμως) έκπληξη μου, από την αρχική στιγμή στο εκράν, οικεία φιγούρα, ελέω πολύ πρόσφατης παρουσίας της σε TV σόου κατάντιας, από εκείνα που υπάρχουν για να ξεκαρδίζεται ο κόσμος με τις αφηγήσεις των ταλαίπωρων φουκαράδων. Προς Θεού δεν κριτικάρω, ο καθείς είναι ελεύθερος να πράξει όμως επιθυμεί, αναφαίρετο δικαίωμα του άλλωστε. Ένας καλλιτέχνης όμως, ειδικά ένα νέο κορίτσι σαν τα κρύα τα νερά, με σκέψεις όπως φαίνεται αν μη τι άλλο αξιοπρεπείς, πρέπει να το σκεφτεί δέκα φορές παραπάνω, πριν προβεί σε ένα τέτοιο outing, για να τον πάρει και το κοινό του στα σοβαρά. Στον ερμηνευτικό περίγυρο της Ζωής, ο Καραμίχος στέκει άνετος σαν φίλος κι αδελφός της, ποτέ όμως σαν ερωτικό αντικείμενο του πόθου της, ο πατήρ Χρυσικάκος (ο γυμναστής θυμίζω στο 80s Θηριοτροφείο) μια χαρά κρατιέται, σε αντίθεση με τον Τζόνη Θεοδωρίδη, η Βίκυ Κουλιανού απλώς δεν το έχει και πρέπει να το πάρει απόφαση κάποια βολά, ενώ από τους νεότερους ηλικιακά του καστ, ξεχωρίζει η ξανθούλα Όλγα Θανασιά, που μια χαρά τα πηγαίνει ως η Bitch (ωχ, θυμήθηκα το Showbitch τώρα) της κομπανίας.

Για πες: Η μεγάλη πλάκα είναι που κάτι τέτοια ανάλαφρα εργάκια σαν την Λύσσα Κακιά (σημ: δεν αντελήφθην ακόμη γιατί λέγεται έτσι), σε βιομηχανίες όπως ασούμε η Γαλλική, με μια λαμπερά περιτυλιγμένη σκηνοθεσία και δυο ερμηνευτές ονόματα, πετυχαίνουν εκατομμύρια θεατές στην έξοδο τους. Ε, εδώ είναι αλλιώς. Εδώ μας νοιάζει να κουνάμε κάμερα πάνω κάτω λες και είναι κουδουνίστρα, να βαράμε ντέφι με το ίδιο και το ίδιο μουσικό θέμα στη διαπασών για δυο ώρες και να κάνουμε εικαστική παρέμβαση μηδενικού χιουμοριστικού λέβελ υποτίτλων, ντεμέκ του τι πιστεύει ο καθείς μέσα του, σε αντίθεση με όσα εκφράζει. Εξόν και η μαρκίζα έχει να κάνει με τις αιωνόβιες εμμονές του σκηνοθέτη, οπότε πάω πάσο φίλος...

Λύσσα Κακιά Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουνίου 2015 από την Filmboy
Περισσότερα... »