Μην Ενοχλείτε, Παρακαλώ
Πρόκειται για την θεατρική έκπληξη της σεζόν 2013, μιας και η ανάλαφρη αυτή κομεντί, του μόλις 35 χρόνων συγγραφέα Florian Zeller, κυριολεκτικά έσπασε τα ταμεία στην πρώτη της χρονιά στο σανίδι του Παριζιάνικου Théâtre Antoine. Κτισμένο ολοκληρωτικά πάνω στην περσόνα του κεντρικού του ήρωα, που σε αυτή την πρώτη του πορεία τον ενσάρκωσε ο Μολιερικός Fabrice Luchini, το σύγχρονο και κατά τόπους σπαρταριστό Une Heure De Tranquilite, δύσκολα δεν θα έφτανε σύντομα στην κινηματογραφική βερσιόν του. Το μόνο που θα χρειαζόταν η διασκευή, αφού το σενάριο υπογράφηκε από τον ίδιο τον εμπνευστή του ορίτζιναλ, ήταν ένας πεπειραμένος και δοξασμένος στην κωμωδία σκηνοθέτης κι ένας πρωταγωνιστής, καταχωρημένος στην συνείδηση του φραντσέζικου κοινού ως ο κορυφαίος διασκεδαστής...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 4 Ιουνίου 2015 από την Feelgood Ent. και την Rosebud 21
Περισσότερα... »
του Patrice Leconte. Με τους Christian Clavier, Carole Bouquet, Rossy de Palma, Stéphane De Groodt, Valérie Bonneton, Sébastien Castro
Me, Myself And I
του zerVo (@moviesltd)
Πρόκειται για την θεατρική έκπληξη της σεζόν 2013, μιας και η ανάλαφρη αυτή κομεντί, του μόλις 35 χρόνων συγγραφέα Florian Zeller, κυριολεκτικά έσπασε τα ταμεία στην πρώτη της χρονιά στο σανίδι του Παριζιάνικου Théâtre Antoine. Κτισμένο ολοκληρωτικά πάνω στην περσόνα του κεντρικού του ήρωα, που σε αυτή την πρώτη του πορεία τον ενσάρκωσε ο Μολιερικός Fabrice Luchini, το σύγχρονο και κατά τόπους σπαρταριστό Une Heure De Tranquilite, δύσκολα δεν θα έφτανε σύντομα στην κινηματογραφική βερσιόν του. Το μόνο που θα χρειαζόταν η διασκευή, αφού το σενάριο υπογράφηκε από τον ίδιο τον εμπνευστή του ορίτζιναλ, ήταν ένας πεπειραμένος και δοξασμένος στην κωμωδία σκηνοθέτης κι ένας πρωταγωνιστής, καταχωρημένος στην συνείδηση του φραντσέζικου κοινού ως ο κορυφαίος διασκεδαστής...
Είναι Σάββατο και απαλλαγμένος από τις υποχρεώσεις του οδοντιατρείου του, ο μονίμως αγχωμένος Μισέλ Λεπρού, κατά την διάρκεια της ανέμελης βόλτας του στο παζάρι της πόλης, θα ανακαλύψει τον ένα και μοναδικό δίσκο τζαζ μουσικής, που λείπει από τη συλλογή του. Κατενθουσιασμένος με το καινούργιο του απόκτημα, θα τρέξει πίσω στο σπίτι, για να τον ρουφήξει μέσα από το πανάκριβο ηχητικό σύστημα του σαλονιού του. Δεν έχει υπολογίσει όμως πως εκεί τον καρτερούν οι νευρώσεις της ανυπόφορης συζύγου του, οι τύψεις που έχουν κυριεύσει την ζορισμένη ερωμένη (και καλύτερη φιλενάδα της κυράς) του, οι τσαπατσουλιές της θορυβώδους οικιακής βοηθού, οι αγαθοεργίες του ακτιβιστή τεμπέλη κανακάρη του και οι έκδηλες κοινωνικότητες των γειτόνων που προετοιμάζουν το μεγάλο πάρτυ της πολυκατοικίας. Α! Κι ένας ντεμέκ Πολωνός υδραυλικός που βρήκε την ώρα για να γκρεμίσει το παιδικό δωμάτιο για να το μετατρέψει σε γραφείο...
Στην ουσία τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον άλλοτε φουκαρά, άλλοτε εγωιστή, άλλοτε συμπαθή κι άλλοτε εντελώς αποκρουστικό μικροαστό οδοντογιατρό, που είναι και στην πραγματικότητα ο μοναδικός από τους χαρακτήρες της πλοκής που αναλύεται εις βάθος. Το ταμπελάκι που του φορτώνει αποξαρχής το εξώφυλλο του δυσεύρετου LP, με την μαρκίζα Me, Myself And I, είναι ουσιαστικά και το σημαντικότερο στοιχείο της ταυτότητας του παρτάκια Μισέλ. Όλα δικά μου, όλοι οι σκύλοι που με τριγυρίζουν χορτάτοι, μα η πίτα στο τραπέζι μου να βρίσκεται ολόκληρη για να την καταβροχθίσω. Δεν υπάρχει ούτε μισό λεπτό, από τα κοντά, στενά 80 που διαρκεί το κωμωδιάκι, που ο Παριζιάνος να υπολογίσει θετικά έστω κι ένα πρόσωπο από όσα τον περιβάλλουν. Οι γυναίκες του μηδενισμένες, ο γιος του στιγματισμένος ιδεαλιστής, ο καλύτερος του φίλος επαγγελματίας άνεργος και μπατίρης. Ο Μεσιέ Λεπρού θεωρεί εαυτόν ως το επίκεντρο του σύμπαντος, που τελεί σε κατάσταση οριακής ισορροπίας - κι ας μην το καταλαβαίνει - με την παραμικρή δύναμη να μην έχει την ικανότητα να την αναταράξει.
Λογικό κι επόμενο λοιπόν, μέσα από έξυπνες ατάκες και γκριμάτσες των περιφερόμενων στο θεατρικό σαλόνι του τεσσαριού, να δημιουργείται έντονο το συναίσθημα της φάρσας, κωμικό στοιχείο ταμάμ στις ορμές του πρώτου διδάξαντα γαλλικού σινεμά. Mε την μπαγκέτα στα χέρια του Μίδα στο είδος, πολύπλευρου και πολυτάλαντου όμως, Patrice Lecont, το φιλμ ακολουθεί πιστά τις προσταγές των μέγκα χιτ Les Bronzes (του), στήνοντας το ένα γαργαλιστικό στιγμιότυπο μετά το άλλο, φτάνοντας όπως συνήθως στην κορύφωση, εκεί λίγο πριν το φινάλε, όπου τα πάντα, ως είθισται, σοβαρεύουν για να πέσει με διδακτικό ύφος η αυλαία. Σημείο που συγκινεί, μα δεν ταιριάζει απόλυτα με το λοιπό πανηγύρι γέλιου, που για περισσότερη από μια ώρα μας κέρασε ο φακός του φιλέλληνα δημιουργού.
Φυσικά τον Christian Clavier, ο Lecont δεν τον ανακάλυψε φέτος, που ηγήθηκε του χρυσοφόρου Bon Dieu, μιας και υπήρξε ένας από τους βασικούς συντελεστές του τριμερούς έπους των Κολλητών. Η επιλογή του πλέον πετυχημένου κομεντιέν της μετά μιλένιουμ περιόδου (έχει συμμετοχή στις τέσσερις πιο εμπορικές κωμωδίες της περιόδου, που πέρα από τις δύο προαναφερόμενες είναι και ο Αστερίξ και Κλεοπάτρα και το Les Visiteurs) μοιάζει ιδανική, αφού είναι αέρινος στην απόδοση της κυκλοθυμικότητας και της έμφυτης γκρίνιας της περσόνας του, κερδίζοντας τον τίτλο του πανάξιου μαθητή του De Fines. Στην υποστήριξη η γοητευτική Carole Bouquet, η Αλμοδοβαρική Rossy De Palma και η αγέρωχη Valerie Bonneton, στήνουν ένα όμορφο, πλην όχι τελείως εκμεταλλεύσιμα κεφάτο θηλυκό τρίγωνο.
Για πες: Ότι υπόσχεται το πράττει μέχρι πόντου το φιλμ, αφού δεν πιστεύω να είναι και πολλοί εκείνοι που δεν θα περάσουν καλά με τις κατ οίκον περιπέτειες του φαταούλα κι υπερόπτη τσιλιμπουρδιστή Μισέλ. Επιφανειακή η κοινωνική προσέγγιση και ο προβληματισμός, που ελαφρώς παίζει στο φόντο, άλλωστε έχει χρόνο να ασχοληθεί και με τα σοβαρότερα από την σάτιρα της μπουρζουαζίας, ο αξιότιμος Lecont.
Στην ουσία τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον άλλοτε φουκαρά, άλλοτε εγωιστή, άλλοτε συμπαθή κι άλλοτε εντελώς αποκρουστικό μικροαστό οδοντογιατρό, που είναι και στην πραγματικότητα ο μοναδικός από τους χαρακτήρες της πλοκής που αναλύεται εις βάθος. Το ταμπελάκι που του φορτώνει αποξαρχής το εξώφυλλο του δυσεύρετου LP, με την μαρκίζα Me, Myself And I, είναι ουσιαστικά και το σημαντικότερο στοιχείο της ταυτότητας του παρτάκια Μισέλ. Όλα δικά μου, όλοι οι σκύλοι που με τριγυρίζουν χορτάτοι, μα η πίτα στο τραπέζι μου να βρίσκεται ολόκληρη για να την καταβροχθίσω. Δεν υπάρχει ούτε μισό λεπτό, από τα κοντά, στενά 80 που διαρκεί το κωμωδιάκι, που ο Παριζιάνος να υπολογίσει θετικά έστω κι ένα πρόσωπο από όσα τον περιβάλλουν. Οι γυναίκες του μηδενισμένες, ο γιος του στιγματισμένος ιδεαλιστής, ο καλύτερος του φίλος επαγγελματίας άνεργος και μπατίρης. Ο Μεσιέ Λεπρού θεωρεί εαυτόν ως το επίκεντρο του σύμπαντος, που τελεί σε κατάσταση οριακής ισορροπίας - κι ας μην το καταλαβαίνει - με την παραμικρή δύναμη να μην έχει την ικανότητα να την αναταράξει.
Λογικό κι επόμενο λοιπόν, μέσα από έξυπνες ατάκες και γκριμάτσες των περιφερόμενων στο θεατρικό σαλόνι του τεσσαριού, να δημιουργείται έντονο το συναίσθημα της φάρσας, κωμικό στοιχείο ταμάμ στις ορμές του πρώτου διδάξαντα γαλλικού σινεμά. Mε την μπαγκέτα στα χέρια του Μίδα στο είδος, πολύπλευρου και πολυτάλαντου όμως, Patrice Lecont, το φιλμ ακολουθεί πιστά τις προσταγές των μέγκα χιτ Les Bronzes (του), στήνοντας το ένα γαργαλιστικό στιγμιότυπο μετά το άλλο, φτάνοντας όπως συνήθως στην κορύφωση, εκεί λίγο πριν το φινάλε, όπου τα πάντα, ως είθισται, σοβαρεύουν για να πέσει με διδακτικό ύφος η αυλαία. Σημείο που συγκινεί, μα δεν ταιριάζει απόλυτα με το λοιπό πανηγύρι γέλιου, που για περισσότερη από μια ώρα μας κέρασε ο φακός του φιλέλληνα δημιουργού.
Φυσικά τον Christian Clavier, ο Lecont δεν τον ανακάλυψε φέτος, που ηγήθηκε του χρυσοφόρου Bon Dieu, μιας και υπήρξε ένας από τους βασικούς συντελεστές του τριμερούς έπους των Κολλητών. Η επιλογή του πλέον πετυχημένου κομεντιέν της μετά μιλένιουμ περιόδου (έχει συμμετοχή στις τέσσερις πιο εμπορικές κωμωδίες της περιόδου, που πέρα από τις δύο προαναφερόμενες είναι και ο Αστερίξ και Κλεοπάτρα και το Les Visiteurs) μοιάζει ιδανική, αφού είναι αέρινος στην απόδοση της κυκλοθυμικότητας και της έμφυτης γκρίνιας της περσόνας του, κερδίζοντας τον τίτλο του πανάξιου μαθητή του De Fines. Στην υποστήριξη η γοητευτική Carole Bouquet, η Αλμοδοβαρική Rossy De Palma και η αγέρωχη Valerie Bonneton, στήνουν ένα όμορφο, πλην όχι τελείως εκμεταλλεύσιμα κεφάτο θηλυκό τρίγωνο.
Για πες: Ότι υπόσχεται το πράττει μέχρι πόντου το φιλμ, αφού δεν πιστεύω να είναι και πολλοί εκείνοι που δεν θα περάσουν καλά με τις κατ οίκον περιπέτειες του φαταούλα κι υπερόπτη τσιλιμπουρδιστή Μισέλ. Επιφανειακή η κοινωνική προσέγγιση και ο προβληματισμός, που ελαφρώς παίζει στο φόντο, άλλωστε έχει χρόνο να ασχοληθεί και με τα σοβαρότερα από την σάτιρα της μπουρζουαζίας, ο αξιότιμος Lecont.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 4 Ιουνίου 2015 από την Feelgood Ent. και την Rosebud 21