The Substance: Το Ελιξίριο της Νιότης
της Coralie Fargeat. Με τους Demi Moore, Margaret Qualley, Dennis Quaid, Oscar Lesage.
Μία είναι η Ουσία / Φτάνει η τόση μαλατσία...
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)
"Άνδρες, γουρούνια, δολοφόνοι!"
Η Coralie Fargeat γεννήθηκε στο Παρίσι το 1976. Ξεκίνησε να κάνει ταινίες από πολύ νεαρή ηλικία, επιστρατεύοντας τα παιχνίδια της, ενώ καλλιέργησε το πάθος της για τις ταινίες είδους χάρη στον παππού της, που άφησε την πιτσιρίκα Coralie να δει στα 12 της ταινίες που οι γονείς της έκριναν πως είναι πολύ βίαιες, όπως τη σειρά ταινιών «RoboCop» και «Η Μύγα» (The Fly). Αργότερα, όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών στο Παρίσι, έπεσε πάνω σε ένα κινηματογραφικό γύρισμα στο προαύλιο του πανεπιστημίου και ζήτησε από τον βοηθό σκηνοθέτη να κάνει την πρακτική της. Συμμετείχε ως ασκούμενη στο σετ της επόμενης ταινίας του και πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια ως ασκούμενη για να εξοικειωθεί. Σπούδασε και στο περίφημο La Fémis. Μετά από μία σειρά μικρών ταινιών που απέσπασαν καλές κριτικές, η δημιουργός παρουσίασε την ταινία «Revenge» στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο του 2017, το οποίο χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό.
Το The Substance είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της. Έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα, τιμώμενη τελικά με το βραβείο σεναρίου. Κι επειδή στις Κάννες συνηθίζουν να χρονομετρούν και τα... χειροκροτήματα μετά το πέρας της επίσημης προβολής, είναι η ταινία του διαγωνιστικού που χειροκροτήθηκε για περισσότερο χρόνο από όλες τις συμμετέχουσες. Επίσης, με σχεδόν 40 εκατομμύρια δολάρια εισπράξεις παγκοσμίως, η ταινία αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία για τη mubi, την εταιρία που ανέλαβε την διανομή της.
Η υπόθεση: H Ελίζαμπεθ Σπαρκλ είναι μια 50 something γυναίκα, παλιά δόξα του κινηματογράφου, με δικό της αστέρι στο Hollywood Walk of Fame, που πλέον παρουσιάζει μια εκπομπή fitness στην τηλεόραση, σαν εκείνες που γύριζε η Τζέιν Φόντα τη δεκαετία του '80. Μια μέρα, όμως, θα ακούσει τυχαία τον καναλάρχη, τον Χάρβεϊ (γκουχ, γκουχ) να λέει στο τηλέφωνο πως ήρθε η ώρα να την αντικαταστήσει με μια πιτσιρίκα, καθώς η ίδια έχει μεγαλώσει. Ζαλισμένη, νιώθοντας πως πλέον θα είναι στα αζήτητα, και πικραμένη, θα εμπλακεί σε αυτοκινητιστικό ατύχημα. Και στο νοσοκομείο, ένας μυστήριος νεαρός, θα της αφήσει κατιτίς στην τσέπη της. Ένα στικάκι, που γράφει THE SUBSTANCE. Δύσπιστη αρχικά, η Ελίζαμπεθ δεν θα δώσει και τόση σημασία στις υποσχέσεις που δίνει η Ουσία.
Εντέλει, όμως, θα υποκύψει. Πώς μπορεί να πει όχι στη χρήση της Ουσίας, που υπόσχεται πως μέσω αυτής, θα «γεννηθεί» ένας δεύτερος, νεώτερος, καλύτερος εαυτός της; Που υπόσχεται πως όλα μπορούν να λειτουργήσουν περίφημα εάν και εφόσον οι δύο εαυτοί, που είναι ο ίδιος, η Ελίζαμπεθ δηλαδή, απλά ο ένας αποτελεί τη νεότερη και πιο φωτογενή εκδοχή του πρωτότυπου, δρουν και ζουν (ενόσω ο άλλος βρίσκεται σε ένα είδος κώματος) αυστηρά και εναλλάξ, μία βδομάδα ο ένας, μια βδομάδα ο άλλος, πετυχαίνοντας την απόλυτη ισορροπία; Έλα όμως που ο νεότερος εαυτός της Ελίζαμπεθ, η Σου, «ερωτευμένη» με τα νιάτα της και την επιτυχία της, δεν τηρεί τα προβλεπόμενα, «ζει» περισσότερο από εβδομάδα, με επιπτώσεις στην Ελίζαμπεθ; Ε, όπως καταλαβαίνετε, όλο αυτό, δεν θα έχει... καλό τέλος. Ή μήπως όχι;
Η άποψή μας: «Μία είναι η Ουσία/ δεν υπάρχει Αθανασία», που λέει και το τραγούδι. Και «Η ΟΥΣΙΑ είναι μία κι ο μπακλαβάς γωνία», που λέει και το γνωστό ευφυολόγημα. Το «Substance», με ελληνικό υπότιτλο «Το ελιξήριο της νιότης», είναι μια ταινία απίθανα σοκαριστική, που ο 20χρονος εαυτός μου θα την λάτρευε, στην ηλικία που είμαι, όμως, αναγκαστικά πιο συντηρητικός, μπορώ να πω πως μου προκάλεσε ναυτία, ειδικά με το 30λεπτο (τόσο ήταν; δεν ξέρω, μου φάνηκε και μεγαλύτερο μπορώ να σου πω) φινάλε της, που είναι παραληρηματικό, εξωφρενικό, οργιαστικό και τόσο εξτραβαγκάντζα, που το έβλεπα και από τη μια έκλεινα τα μάτια μου, από την άλλη χασκογελούσα αμήχανα, και το κυριότερο, ένιωθα απίστευτα άβολα, και το βίωνα σωματικά στο όριο του να κάνω εμετό...
Η άποψή μας: «Μία είναι η Ουσία/ δεν υπάρχει Αθανασία», που λέει και το τραγούδι. Και «Η ΟΥΣΙΑ είναι μία κι ο μπακλαβάς γωνία», που λέει και το γνωστό ευφυολόγημα. Το «Substance», με ελληνικό υπότιτλο «Το ελιξήριο της νιότης», είναι μια ταινία απίθανα σοκαριστική, που ο 20χρονος εαυτός μου θα την λάτρευε, στην ηλικία που είμαι, όμως, αναγκαστικά πιο συντηρητικός, μπορώ να πω πως μου προκάλεσε ναυτία, ειδικά με το 30λεπτο (τόσο ήταν; δεν ξέρω, μου φάνηκε και μεγαλύτερο μπορώ να σου πω) φινάλε της, που είναι παραληρηματικό, εξωφρενικό, οργιαστικό και τόσο εξτραβαγκάντζα, που το έβλεπα και από τη μια έκλεινα τα μάτια μου, από την άλλη χασκογελούσα αμήχανα, και το κυριότερο, ένιωθα απίστευτα άβολα, και το βίωνα σωματικά στο όριο του να κάνω εμετό...
Αν την πρώτη μιάμιση ώρα της ταινίας τώρα, την είχε γυρίσει ετεροφυλόφιλος άντρας σκηνοθέτης, θα είχε καεί κανονικά στην πυρά ως σεξιστής. Τα κοντινά στα ολόγυμνα σώματα της Demi Moore και της Margaret Qualley είναι υπερβολικά πολλά και υπερβολικά λεπτομερή και in your face και η όλη «χορογραφία» παραπέμπει σχεδόν σε κάτι σαν καλλιτεχνική τσόντα, αν θα μπορούσε να υπάρξει ποτέ κάτι τέτοιο! Τα παραλέω; Μπορεί. Βεβαίως, η σκηνοθέτιδα έχει έναν (ολοφάνερο) σκοπό: να καταγγείλει το ανδρικό βλέμμα, που φετιχοποιεί το γυναικείο κορμί, που το μεταφράζει ως αντικείμενο, ένα σκεύος ηδονής με ημερομηνία λήξης. Ακόμα καλύτερα: θωπεύει τον ηδονοβλεψία μέσα σε κάθε άνδρα, τονίζοντας καβλιάρικα τα υπέροχα σώματα των δύο γυναικών, για να τραβήξει απότομα το χαλί στο τρίτο μέρος και να τα κάνει όλα ρόιδο, σε ένα φινάλε που θαρρείς αποτελεί την συνισταμένη της σκηνής των εμετών από το «Τρίγωνο της θλίψης» με τη σκηνή της εκδίκησης της Sissy Spacek από το «Carrie»!
Γενικά, οι κινηματογραφοφιλικές αναφορές είναι πάμπολλες! Από «Hellraiser» και την καρπεντερική «Απειλή» έως το «Επικίνδυνες σχέσεις» και το «Showgirls» (η Σου της Qualley όταν είναι βαμμένη και κάνει το πρόγραμμα γυμναστικής, μοιάζει πάρα πολύ με την Elizabeth Berkley της ταινίας του Paul Verhoeven) και από το «Ο άνθρωπος ελέφαντας» και το «Ο θάνατος σου πάει πολύ» μέχρι τη «Μύγα» (ιδίως της κρονεμπεργκικής εκδοχής) και τον... «Κυνόδοντα» (χα!), αλλά και το «Ψυχώ». Μέχρι και στην προηγούμενη ταινία της, το «Revenge» (υπερβολική κι εκείνη, δεν λέω, αλλά εν πάση περιπτώσει, πιο ταινία είδους και πιο ενδιαφέρουσα από τούτη) κάνει αναφορά: ναι, τα σκουλαρίκια σε σχήμα αστεριού! Υπάρχουν και οι λογοτεχνικές αναφορές: «Δόκτωρ Τζέκιλ και Κύριος Χάιντ» και «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» ανήκουν σίγουρα σε αυτές. Η Coralie Fargeat είναι ικανότατη σκηνοθέτις, έχει «μάτι», αλλά δείχνει ανοικονόμητη: σχεδόν δυόμιση ώρες διαρκεί η ταινία της, με την τελευταία μισή και παραπάνω ώρα να δείχνει βασανιστική. Και βέβαια γίνεται επίτηδες αυτό: ναι ρε βολεμένε θεατή, θα σε κάνω να βλαστημήσεις την ώρα και τη στιγμή που μπήκες στην αίθουσα να δεις την ταινία, με ένα κρεσέντο «ασχήμιας» και επίθεσης στη σύμβαση. Ντου από παντού.
Εντάξει, οι άρρενες θεατές θα πρέπει να συνηθίσουν στην μετά metoo εποχή, πως πλέον θα απεικονίζονται ολοένα και περισσότερο ως απωθητικά όντα (η σκηνή στο εστιατόριο, με τον Χάρβεϊ να καταβροχθίζει γαρίδες, σε κλόουζ απ και ευρυγώνιο και με τον ήχο να μεγεθύνει το αίσθημα της αηδίας και της απέχθειας, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα). Γενικά, ο ήχος είναι από τα ενοχλητικά της ταινίας, βασικά επειδή επαναλαμβάνεται επιτείνοντας την αίσθηση ανακατωσούρας. Φεμινιστική body horror... κωμωδία ( ; ), με σπουδαίες ερμηνείες από τις δύο κυρίες – ήθελε κότσια, ιδίως από την Moore, να εκτεθεί τόσο πολύ ψυχολογικά αλλά κυρίως σωματικά, και είναι εκείνη που ασχημαίνει και γερνάει και τελικά γίνεται το Τέρας, το Φρικιό (άλλες δύο αναφορές εδώ, σε «Φρανκενστάιν» και στο «Freaks»), με ένα παρατεταμένο, οργιαστικό φινάλε, που κάποιοι θα βρουν διασκεδαστικό, η πλειοψηφία των θεατών όμως θα το νιώσει άβολο. Έτσι λέω – και νομίζω πως έχω δίκιο.
Στρατευμένο σινεμά, ενάντια στους άντρες, ενάντια στα βάσανα στα οποία έχουν υποβάλλει τις γυναίκες, ενάντια στο γεγονός ότι τις έχουν στρέψει τη μία εναντίον της άλλης, ενάντια στη στρεβλή εικόνα, ενάντια στο «ο κόσμος θέλει ωραία κορίτσια να χαμογελούν». Με... χιούμορ. Το hype θα τραβήξει πολλούς στην αίθουσα, η πραγματικότητα θα φρικάρει τους περισσότερους που θα τολμήσουν, εντάξει, δεν είναι του γούστου μου η ταινία, πάντως αδιάφορη δεν τη λες με τίποτα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 31 Οκτωβρίου 2024 από την Feelgood Ent.!