του Michael Mann. Με τους Adam Driver, Penélope Cruz, Shailene Woodley, Sarah Gadon, Gabriel Leone, Jack O’Connell, Patrick Dempsey, Michele Savoia, Erik Haugen.
Μια Φεράρι που λαγκάρει
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)
“Αγώνας ταχύτητας, μου 'χεις γίνει και πονάω...”
Ο Michael Kenneth Mann (όπως είναι το πλήρες του όνομα) γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1943 στο Σικάγο των ΗΠΑ. Σε λίγες μέρες δηλαδή θα γιορτάσει τα 81α γενέθλιά του! Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν, στο Μάντισον και πήρε BA (Bachelor of Art). Ακολούθως, έφυγε για τη Μεγάλη Βρετανία, όπου σπούδασε Κινηματογράφο στο London International Film School. Οι πρώτες του εμπειρίες ήταν δουλεύοντας στην τηλεόραση και στην κινηματογραφική παραγωγή. Επέστρεψε στις ΗΠΑ το 1971. Και γύρισε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία 10 χρόνια μετά, όταν πλέον ήταν 38 ετών.
Το Ferrari είναι μόλις η δωδέκατη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθέτησε, σε 42 χρόνια καριέρας! Λέγεται πως ήθελε να γυρίσει τη συγκεκριμένη ταινία εδώ και 30 χρόνια!!! Αρχικά, ως πρωταγωνιστής στο ρόλο του Φεράρι προαλείφονταν ο Robert De Niro, πίσω στο 1993 όταν άρχισε να σκέφτεται την ταινία ο Mann. Το σχέδιο εγκαταλείφθηκε, για να το ξαναπιάσει το 2015, με πρωταγωνιστή τον Christian Bale, ο οποίος τελικά αποσύρθηκε, επειδή δεν είχε τον απαιτούμενο χρόνο να βάλει τα απαιτούμενα κιλά προκειμένου να υποδυθεί τον Έντσο! Μετά, το όνομα που ακούστηκε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο ήταν εκείνο του Hugh Jackman. Εντέλει, τον Ιανουάριο του 2022, επιλέχθηκε ο Adam Driver. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο 80ο φεστιβάλ Βενετίας, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Και τώρα, την περίοδο υποψηφιοτήτων και βραβεύσεων που διανύουμε, έχει τσιμπήσει μια υποψηφιότητα για BAFTA ήχου, ενώ η Penélope Cruz είναι υποψήφια για βραβείο β' γυναικείου ρόλου στα SAG (Screen Actors Guild) Awards.
Φιλμογραφία: Τις δύο πρώτες μεγάλου μήκους ταινίες του Michael Mann δεν τις έχω δει ακόμα. Μιλάμε για τις ταινίες «Η λεωφόρος της βίας» (Thief, 1981) και «Το οχυρό» (The Keep, 1983). Οι υπόλοιπες δέκα ταινίες του (έχει σκηνοθετήσει 12 μεγάλου μήκους ταινίες συνολικά έως τώρα) αξιολογικά για τον γράφοντα – από την πιο αγαπημένη, στη λιγότερο αγαπημένη – είναι οι εξής: 1) «Ένταση» (Heat, 1995), 2) «The Insider» (1999), 3) «Ο ανθρωποκυνηγός» (Manhunter, 1986), 4) «Η διαδρομή» (Collateral, 2004), 5) «Ο τελευταίος των Μοϊκανών» (The Last of the Mohicans, 1992), 6) «Ali» (2001), 7) «Δημόσιος κίνδυνος» (Public Enemies, 2009), 8) «Ferrari» (2023), 9) «Miami Vice» (2006) και 10) «Blackhat» (2015).
Η υπόθεση: Το καλοκαίρι του 1957, ο πρώην οδηγός αγώνων αυτοκινήτων, Έντσο Φεράρι βρίσκεται σε κρίση. Σε πολλά επίπεδα. Αρχικά και κύρια, ο αγαπημένος του γιος, ο Ντίνο, έχει πεθάνει από μυική δυστροφία μόλις έναν χρόνο πριν, σε ηλικία 24ων ετών. Η προσωπική του ζωή είναι ένα χάος. Με την γυναίκα του και συνέταιρό του, τη Λάουρα, βρίσκονται μονίμως στα μαχαίρια (ή τα... πιστόλια αν προτιμάτε), στα όρια διαζυγίου (που απαγορευόταν στην Καθολική Ιταλία της εποχής) και στα πρόθυρα αγριοτήτων. Παράλληλα, πέρα από τις δεκάδες παράνομες ερωτικές του σχέσεις, έχει και μια... μόνιμη, κρυφή σχέση επί χρόνια, με την όμορφη Λίνα, με την οποία έχει αποκτήσει κι έναν γιο, τον Πιέρο, 12 χρονών πλέον, τον οποίο η Λίνα πιέζει τον Έντσο να τον αναγνωρίσει.
Η εταιρία του, που έχει ως επωνυμία το επίθετό του και κατασκευάζει υπερπολυτελή, γρήγορα αυτοκίνητα, βρίσκεται επίσης σε κρίση: τα έξοδα είναι περισσότερα από τα έσοδα, ο περφεξιονισμός του Έντσο αυξάνει το κόστος παραγωγής και η πτώχευση βρίσκεται μόλις ένα βήμα μακριά. Η Ford θέλει να εξαγοράσει την εταιρία του, ο ανταγωνισμός με την Maserati (που έχει το εργοστάσιό της επίσης στην ευρύτερη περιοχή της Μόντενα) είναι έντονος και ο Φεράρι εναποθέτει όλες τις ελπίδες για την σωτηρία του σε όλα τα επίπεδα, σε έναν αγώνα δρόμου αυτοκινήτων 1000 μιλίων στην Ιταλία, τον εμβληματικό «Mille Miglia». Θα καταφέρει κάποιος από τους οδηγούς του που συμμετέχουν στον αγώνα να τον κερδίσει; Και με ποιο τίμημα;
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως η τελευταία πραγματικά καλή ταινία του αγαπημένου μας Michael Mann ήταν το Collateral, σχεδόν 20 χρόνια πίσω. Ό,τι την ακολούθησε, κατέγραφε μια συνεχόμενα πτωτική πορεία: Miami Vice, «Δημόσιος κίνδυνος» και Blackhat, που σίγουρα αποτελεί το ναδίρ της καριέρας του. Οχτώ χρόνια μετά από το Blackhat, ο ευρισκόμενος πλέον στην Τρίτη Ηλικία σκηνοθέτης δείχνει αν μη τι άλλο, να σταματάει την καθοδική του πορεία, με μια ταινία που ήθελε πολύ να την γυρίσει εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Προσοχή: οι επιδόσεις του εδώ δεν δείχνουν έναν σκηνοθέτη σε φόρμα και τούτη η ταινία δεν μπορεί να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στις κορυφαίες του. Αν μη τι άλλο, όμως, φαίνεται να επανακάμπτει.
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως η τελευταία πραγματικά καλή ταινία του αγαπημένου μας Michael Mann ήταν το Collateral, σχεδόν 20 χρόνια πίσω. Ό,τι την ακολούθησε, κατέγραφε μια συνεχόμενα πτωτική πορεία: Miami Vice, «Δημόσιος κίνδυνος» και Blackhat, που σίγουρα αποτελεί το ναδίρ της καριέρας του. Οχτώ χρόνια μετά από το Blackhat, ο ευρισκόμενος πλέον στην Τρίτη Ηλικία σκηνοθέτης δείχνει αν μη τι άλλο, να σταματάει την καθοδική του πορεία, με μια ταινία που ήθελε πολύ να την γυρίσει εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Προσοχή: οι επιδόσεις του εδώ δεν δείχνουν έναν σκηνοθέτη σε φόρμα και τούτη η ταινία δεν μπορεί να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στις κορυφαίες του. Αν μη τι άλλο, όμως, φαίνεται να επανακάμπτει.
Το περίεργο είναι πως, μετά από τόσα χρόνια προετοιμασίας της ταινίας και χωρίς να πρόκειται για μια αδιάφορη ανάθεση αλλά για κάτι που έκαιγε τον Mann, τον αφορούσε προσωπικά και ήθελε διακαώς να το μοιραστεί με τον κόσμο, η ταινία είναι κάπως... χαώδης. Καλοφτιαγμένη αλλά αναρχική, με την κακή έννοια. Αυτό που λένε οι Αμερικάνοι «all over the place». Σκόρπια, με πολλά ανοιχτά μέτωπα, χωρίς ουσιαστική κορύφωση, χωρίς να γραπώνει τον θεατή, χωρίς να τον σκλαβώνει. Ενίοτε, θαυμάζεις το στιλ. Ενίοτε, θαυμάζεις κάποιες από τις σκηνές (το πώς μοντάρεται και ολοκληρώνεται το «Mille Miglia» με το τραγικό δυστύχημα, δείχνει πως υπήρχε υλικό για πολύ καλύτερο τελικό αποτέλεσμα). Ενίοτε, παραμυθιάζεσαι – που είναι και το ζητούμενο.
Την περισσότερη ώρα, όμως, βλέπεις χωρίς να παρακολουθείς, χωρίς να σε πολυνοιάζει, χωρίς να σε αφορά αυτό που διαδραματίζεται επί της μεγάλης οθόνης. Είναι θέμα σεναρίου: πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι θέμα σεναρίου. Παρά το γεγονός ότι – ευτυχώς – δεν βλέπουμε μια κλασική βιογραφία, από τη γέννηση του Έντσο, μέχρι το θάνατό του, αλλά ένα κρίσιμο τετράμηνο της ζωής και της καριέρας του, άρα, μικρό χρονικό διάστημα, πιο εύκολο να επιλέξεις τα highlights, πιο εύκολο να χωρίσεις την ήρα από το στάρι, παρ' όλα αυτά, το παιχνίδι χάνεται, γιατί δεν υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο «ο Έντσο που θρηνεί την απώλεια του γιου του», το «ο Έντσο που μοιράζεται τη ζωή του με δυο γυναίκες», το «ο Έντσο που είναι επιχειρηματίας κοντά στο να χάσει το αγαπημένο του δημιούργημα» και «ο Έντσο που στην ουσία του δεν έχει πάψει ποτέ να είναι λάτρης της ταχύτητας και οδηγός αγώνων».
Φαντάζει ειρωνικό το γεγονός πως το 2019, μια άλλη ταινία που είχε στον τίτλο της το όνομα «Φεράρι» - το υπέροχο Ford vs Ferrari του James Mangold - ήταν η ταινία που το Ferrari δεν είναι: μια ταινία εξαιρετική, καλοφτιαγμένη, που αφορούσε τον θεατή ακόμα κι αν μισούσε τους αγώνες ταχύτητας. Εκεί λοιπόν ο Michael Mann ήταν executive producer! Είναι ο James Mangold καλύτερος σκηνοθέτης από τον Mann; Δεν νομίζω. Πέτυχε όμως και βρήκε την ισορροπία. Και εκμαίευσε και τρομερές ερμηνείες, που προσέλκυαν τον θεατή. Στο Ferrari ούτε αυτός ο στόχος επετεύχθη. Από τους τρεις βασικούς πρωταγωνιστές καλύτερη είναι η... Shailene Woodley! Ο Adam Driver προσπαθεί αλλά τελικά αστοχεί, καθώς δείχνει χωρίς πυξίδα και χωρίς καθοδήγηση, η δε Penélope Cruz βρίσκεται στο όριο της καρικατούρας και της αυτοπαρωδίας: υπερβολική και με μια ερμηνεία αλά σαπουνόπερα, απορώ πώς δέχθηκε επαίνους για ό,τι δίνει εδώ. Καλύτερος φαντάζει ο Patrick Dempsey, σε έναν μικρό μα χαρακτηριστικό ρόλο.
Εν κατακλείδι: το Ferrari σίγουρα δεν είναι Collateral, πόσο μάλλον Heat (by the way, καθόλου δεν μου άρεσε το άκουσμα της είδησης ότι ο Mann προετοιμάζει συνέχεια της πιο εμβληματικής του ταινίας), αλλά είναι σαφέστατα ένα έντιμο, ψυχαγωγικό φιλμ, όμορφο να το βλέπεις, με δυο - τρεις σπουδαίες σκηνές, και την αίσθηση ότι ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε γωνία. Αυτό που σε θλίβει είναι πως υπήρχε υλικό για ένα πολύ πιο ενδιαφέρον τελικό αποτέλεσμα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 25 Ιανουαρίου 2024 από την The Film Group!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική