Όπως τόσο στεγνά με έχει καταδώσει ο τίτλος, είναι τετελεσμένο. Είκοσι ταινίες μετά, έπιασα το τζάκποτ και μάλιστα δυο φορές. Το ωραιότερο δε, εκεί που το περίμενα λιγότερο. Ούτε "κουλτούρα να φύγουμε", μήτε "σινεμά του δημιουργού". Ξύπνια, καθαρά, στο ψαχνό, χωρίς αμετροέπεια. Να ψυχαγωγηθεί ο θεατής με θέματα που τον αφορούν άμεσα, με τόλμη και χιούμορ. Πρώτο δείγμα ο Craig Gillespie του άχαστου τρίπτυχου (Lars & The Real Girl, I, Tonya και Cruella). Εκεί που ο Fincher το φέρνει γύρω-γύρω βάζοντας τους χαρακτήρες του στο μικροσκόπιο, ο Gillespie προτάσσει το Anti-Social Network. Κείπου ο Adam McKay βαρά το σφυρί κατακέφαλα, ξυπνητζίδικα και νιχιλιστικά, ο Craig παίρνει τη μέση οδό, τη σωστή, την πρόστυχη ναούμ.
Το Dumb Money είναι πουλέν της Blackberry, της Pinball σχολής. Κατεβαίνει στην πλέμπα, πιάνει το ζάιγκάιστ από το λαρύγγι και ξεβρακώνει κονγκρέσα, γουώλστρητ και το 1% μέχρι υφαλοτρυπίδος. Υπερθετικός ο Paul Dano κατά τα ειωθότα, αν τέτοιες παραγωγές είχαν βραβευτική τύχη, θα μιλούσαμε για ένα καλύτερο αύριο.
Στο ίδιο ουρανομήκες από πλευράς ικανοποίησης οπτικοακουστικό κύμα βρίσκεται το Dream Scenario του παγκοσμίως αγνώστου Kristoffer Borgli. Δώσε βάση στην πενιά όμως, διότι ως παραγωγός φιγουράρει ο πολύς (όποιος ξεύρει-ξεύρει) Ari Aster. Ο πιο βαρετός, μεσήλικας, καράφλας, λουζερούμπας καθηγητής εντελώς απροσδόκητα αρχίζει κι εμφανίζεται ολοένα και συχνότερα στα όνειρα οικείων, φοιτητών, του κόσμου ολάκερου! Η ασύλληπτη διασημότητα οδηγεί σε διασυρμό και cancel culture. Καστάρησε τώρα τον συγκλονιστικό Nic Cage στο ρόλο και κλέψε την παράστα-μη σε πω το TIFF23 ολόκληρο. Μιλάμε για Καουφμανικές κατάστασες στο πιο νορμάλ του.
Μετά τανωτέρω εγώ νετάρησα. Χορτάτος. Έχω πειστεί μέχρι το φυλλοκάρδι πως ο νικηταράς στα Όσκαρς δε θα προέλθει ούτε από People's Choice Award αποδωναταμέρη, μήτε καν ότι έτεροι βασικοί διεκδηκηταί θα προκύψουν μετά τη Βενετιά. Ως τα τώρα το καντράν έδειχνε Openheimmer εναντίον The Killers of the Flower Moon. Nolan Vs Scorsese. Αμ δε! Νάσου πετιέται ο Yorgos με τον Χρυσό Λέοντα ανά χείρας και το Poor Things θρονιάζεται ως το μέγα φαβορί στις μεγάλες κατηγορίες (η Emma Stone εννοείται άχαστη).
Τα γράφω αυτά ως προαύλιο του Αλέκου Παπαδόπουλου εκ Καλαμάτας ορμώμενου και το πολυαναμενόμενο The Holdovers που μου μούδιασε το γοφάδι στην ουρά για να πιάσω στασίδι -και δεν το μετάνοιωσα. Η ρετρό ιστοριούλα του λόξα δασκάλου και του ρέμπελου μαθητή κάπου στα Χριστούγεννα των έρλι σέβεντις είναι διανθισμένη με τσιτάτα αρχαίας ελληνικής γραμματείας, βόμβες ειλικρίνειας που αποπνέουν απογοήτευση και μοναξιά αντιπαλευόμενες από ένα γενναίο παράστημα αξιοπρέπειας και ψυχούλας που λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύει. Όχι Sideways αλλά ο Giamatti θα δει το όνομά του την ημέρα της Απονομής στην 5άδα φορσόρ.
Το American Fiction του πρωτάρη στη μεγάλη οθόνη Cord Jefferson διαθέτει ένα σπιρτόζικο, ατακαδόρικο, ξυραφένιο σενάριο (του ιδίου) και Jeffrey Wright επιτέλους σε πρωταγωνιστικό ρόλο μαύρου συγγραφέα που γίνεται ευρέως γνωστός με ψευδώνυμο κι ένα βιβλίο υπονόματι f**k. Η ώρα περνά νεράκι, σάτιρα της δήθεν βιβλιοδιαννόησης στο μίξερ, όμως στον τερματισμό τα χαλά με τρία-τέσσερα εναλλακτικά τέλη (σικ), σε μια έκδηλη αμηχανία πρωτάρη. Στόρυ και Wright λοξοκοιτούν βραβεύσεις.
Τον Viggo Mortensen τον παρακολουθώ προσεκτικά απτά πρώτα του σκηνοθετικά βήματα και ομολογημένα το The Dead Don't Hurt είναι απόδειξη ότι ο τυπάς προοδεύει εντυπωσιακά στη δεύτερη ταινία του. Γράφει, συνθέτει, παίζει απέναντι στη διαόλου κάλτσα Vicky Krieps που με το παιδιάστικο χαμόγελό της καλύπτει μια φλογερά δυναμική, ανημέρωτη θηλυκότητα που δένει ιδανικά με τον Viggo. Κοστουμάτο, χορταστικά φωτογραφημένο, μια μοντέρνα εκδοχή λατρεμένων ουέστερν της εποχής John Ford - Howard Hawks.
To Sing Sing είναι το πρότζεκτ αγάπης του συμπαραγωγού και σταρ Colman Domingo (που θα τον δούμε στο πολυδιαφημισμένο μιούζικαλ The Color Purple σύντομα) όπου μια ομάδα κρατούμενων στο Σινγκ-Σινγκ διασκευάζει Άμλετ με ανακατωμένο τον ερχόμενο για να ποιήσει Τέχνη μέσα στο πλέον αφιλόξενο μέρος. Αληθινή ιστορία, σχεδόν ολόκληρο το καστ νυν και πρώην τρόφιμοι, ευγενής ο σκοπός και συγκινητικός ο Ντομίνγκο.
Σε πάω μαλακωσιά από τα δυνατά χαρτιά στο ψιλοκαμμένα κι εκεί στο μεταίχμιο βρίσκεται το Next Goal Wins του τα-κάνω-όλα-και-συμφέρω Taika Watiti (Jojo Rabbit, Thor: Ragnarok). Η πραγματική ιστορία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Αμερικανικής Σαμόα, το παγκοσμίως τοπ δηλαδή ρεζίλι του αθλήματος και οι προσπάθειες του κόουτς Michael Fassbender να σκοράρει το πρώτο της γκολ ενάντια στην Τόνγκα. Η κορνίλα, κραουντπληζιά και το ιδιοσυνγκρασιακό χούμορ του Taika καπελώνουν τους ηρωικούς αθλητάς με αποτέλεσμα ούτε ο στωικός Fassy, μηδέ το αυθεντικά ανταποκρινόμενο ανσάμπλ να δώσουν νικηφόρο αποτέλεσμα, μάλλον προς ισοπαλία το πήγαμε αυτό.
Ωχού παίρνω το φτυάρι και καθόλου δε με ελκύει αυτό. The End We Start From της πρωτάρας Mahalia Belo περιγράφει τον αγώνα επιβίωσης της Jodie Comer με το μωράκι της μετά από κατακλυσμό και φυσικά με την καμία δεν είμαστε για τέτοια θεματολογία σε τούτες τις τραγικές μέρες που ζει η Θεσσαλία. Το πέντιγκρι της σεναριογράφου Alice Birch (Lady McBeth, The Wonder) δεν προδιαθέτει για μια τόσο αφηρημένα γενικόλογη ιστορία, για μητρικό ένστικτο βασανισμένο στη δίνη οικολογικής καταστροφής με πολύ σλό-μό και ηλεκτρονική μουσική να αποσπά από την δίχως άλλο εμφανή αναληθοφάνεια της πλοκής. Ναι, η Κόμερ αξίζει, η ταινία όμως δε σώζεται.
Ανήκω στην κατηγορία όσων πιστεύουν πως ο Michael Keaton είναι ο καλύτερος Batman (sorry Robert) και συνυπογράφω πως αδίκως έχασε το όσκαρ για τον Birdman. Έτερον-εκάτουρον όμως διότι η πρώτη του σκηνοθετική υπογραφή, το Knox Goes Away, για έναν γερόλυκο επαγγελματία δολοφόνο με καλπάζουσα άνοια, είναι ένα παλιακό μετα-νουάρ από εκείνα της δεκαετίας (με επιείκεια) του 90 που ζέχνουν στυλάκι και μαγκιά χωρίς να προσθέτουν απολύτως τίποτα στο πολυφορεμένο είδος. Η όρεξη του James Mardsen και ο πάντα ευπρόσδεκτος Πατσίνο δίνουν εσάνς ζωντάνιας σε μια DOA προβλέψιμη ιστοριούλα που ο Keaton προτιμότερα να την υπηρετούσε μόνο ως πρωταγωνιστής.
Τόχω ματαξαναπεί ότι ο καναδοαρμένης Atom Egoyan, για το Εξότικα και (όχι) μόνο μαζί με τον Κρονεμβέργιο μου δημιούργησαν εφηβόθεν την εικόνα του ότι εδωδά ο σινεμάς ζει και βασιλεύει παντοτινά. Προσφάτως αποκαθήλωσα τον δεύτερο για το τελευταίο του κακούργημα (Crimes of the Future), τώρα θα διαιρέσω τον Άτομ(ο). Στο παντελώς αδόκιμο και φοβερά επιτηδευμένο Seven Veils, η δόλια Amanda Seyfried υπερβάλλει εαυτόν ως φέρελπις σκηνοθέτις που αναλαμβάνει την όπερα Σαλώμη του μέντορά της την οποία μεταβάλλει σε προσωπικό πεδίο υποβολής έως διευθέτησης των προσωπικών της τραυμάτων, επανατοποθετώντας τη δυναμική των χαρακτήρων υπό μια καθαρά φεμινιστική οπτική. Φέξε μου και γλίστρησα δηλαδής και τάχανες. Φτουξελευθερία με γοργά βηματάκια κι αδιαφορώ για το αν ανήκω στη μειονότητα εδώ.
Στο τέλος, στην ουρά καλύτερα, το ντοκιμαντέρ που γιαταμέ ανήκει στην κατηγορία δολοφονίας χαρακτήρα. Πρόκειται για το Sorry / Not Sorry των Caroline Suh - Cara Mones που για μιάμιση ώρα ξαναστήνει στο εδώλιο τον μέχρι πρότινος δημοφιλέστερο σταντάπ κωμικό στον πλανήτη Louis CK για το γνωστό σκάνδαλο αυνανισμού μπροστά σε απροσδιόριστο αριθμό συναδέλφων του γυναικών την τελευταία 20ετία, άλλοτε με ή χωρίς την ξεκάθαρη συναίνεσή τους. Ο CK εν τω μεταξύ έχει επιστρέψει στα σόουζ με σχετική επιτυχία οπότε οι κανσελάδες εφορμούν να του πάρουν (ξανά) το κεφάλι. Πολλές μαρτυρίες, χωρίς ουσιαστικό συμπέρασμα, τέτοιες δουλίτσες προς άγραν νεο-λιμπεράδων γίνονται με ευκολία μπούμερανγκ, διότι πρόβλημα σεξισμού στον συγκεκριμένο χώρο και σεξουαλικές βρωμιές σαφώς υπάρχουν, καταδικαστέες είναι και φυσικά υπάρχει Δικαιοσύνη για τον κάθε Λούη. Αλλά το να βγαίνεις να πεις ότι ο άλλος μου αυνανίστηκε στο τηλέφωνο και εγώ το είπα στον πλανήτη και το κράξιμο που έφαγα θα με ακολουθεί μέχρι τον τάφο μου και βγαίνω τώρα να το ξανακράξω μπας και δικαιωθώ είναι κλάουτ χόρινγκ και ξεφτιλέ ιστορία δεκαπέντε λεπτών δημοσιότητας. ΜΗΝΥΣΕ ΤΟΝ κυρία μου!
Χόρτασες κιόλας; Έχω τελευταίο επεισόδιο-επιδόρπιο με πρόβλεψες και τελικές βραβεύσεις, Κυριακή Κοντογιορτή!