του Neil Jordan. Με τους Liam Neeson, Diane Kruger, Jessica Lange, Adewale Akinnuoye-Agbaje, Ian Hart, Colm Meaney, Daniela Melchior, François Arnaud, Seána Kerslake, Danny Huston, Alan Cumming.
Κακόφημοι δρόμοι...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)
Το είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας, έχει τις ρίζες του στην ιδιότροπη για τα αμερικάνικα χρονικά, δεκαετία του 20, εποχή που οι δημοφιλέστατες στο κοινό εκδόσεις των Black Mask και Dime Detective, πρόβαλλαν τις περιπέτειες αγαπημένων ηρώων όπως ο Κάρμαντι και ο Τζον Ντάλμας. Ένας από τους πλέον ονομαστούς εκπροσώπους του ύφους, ο Φίλιπ Μάρλοου, γεννημένος από την εμπνευσμένη πένα του Raymond Chandler, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα 1933, στο θρυλικό μυθιστόρημα The Big Sleep. Έκτοτε έως και τις μέρες μας, η μορφή του καπαρντινοφόρου πράιβατ ινβεστιγκέιτορ, κόσμησε τις σελίδες περισσότερων από τρεις ντουζίνες έργων, διαφόρων εξουσιοδοτημένων συγγραφέων, πέραν του πατρός και ακόμη δέκα, διάβηκε στο κινηματογραφικό εκράν, σε δημιουργίες υπογραφής αναγνωρισμένων σκηνοθετών, όπως ο Edward Dmytryk, ο Howard Hawks, o Robert Altman, ο Dick Richards. Την μορφή τους, δε, στον δαιμόνιο ερευνητή δάνεισαν αστέρες διαμετρήματος των Dick Powell, Bogey, Robert Montgomery, James Garner, Elliott Gould και Robert Mitchum. Αυτή είναι η ενδέκατη περίπτωση διασκευής νουβέλας με κεντρικό πρόσωπο τον Marlowe, που βασίζεται στο πόνημα The Black Eyed Blonde του Benjamin Black, που δεν είναι άλλος από τον πολυβραβευμένο Ιρλανδό λογοτέχνη John Banville.
Έχοντας απωλέσει κάθε ελπίδα να εντοπίσει τα ίχνη του φλογερού της εραστή, εκ πεποιθήσεως τυχοδιώκτη και χαμηλόβαθμου κρου σε χολιγουντιανές παραγωγές, Νίκο Πίτερσον, η εύπορη χάρη στην τεράστια περιουσία της μητέρας της, Κλερ Κάβεντις, θα ζητήσει την αρωγή του φημισμένου σε ολάκερη την Πόλη των Αγγέλων, ιδιωτικού ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου. Ο ερευνητής πολύ σύντομα θα βρεθεί μπροστά στην αποκάλυψη πως ο αγνοούμενος είναι νεκρός, έχοντας πέσει θύμα ενός μακάβριου αυτοκινητιστικού δυστυχήματος, που έλαβε χώρα μπροστά στην είσοδο του λαμπερότερου νυχτερινού κέντρου της περιοχής, Corbata Club. Μόνο που η άμεσα ενδιαφερόμενη, θα προβάλλει τις αντιρρήσεις της για την συγκεκριμένη έκβαση, ούσα σίγουρη πως πολύ πρόσφατα τον συνάντησε φευγαλέα, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της στην μεξικάνικη Τιχουάνα.
Το ημερολόγιο δείχνει τα τέλη του 1939, περίοδο που τα σύννεφα του πολέμου που έχει μόλις ξεσπάσει στην Ευρώπη, έχουν αρχίσει να μουνταίνουν τον πάντα ηλιόλουστο ουρανό της πρωτεύουσας της Καλιφόρνια. Μπροστά σε αυτό το φόντο που μοιάζει να μεταλλάσσεται από λαμπερό, κοσμοπολίτικο, αριστοκρατικό και πανάκριβο, σε κάτι που μοιάζει με ζοφερό, υπόκοσμο, άγρια βίαιο και πλεονεκτικό, καλείται να δράσει για ακόμη μια φορά ο μελαγχολικός Μάρλοου, αστυνομικός δαίμονας που δεν γνωρίζει τι πάει να πει ήττα και χασούρα. Κινούμενος κατά βάση ολομόναχος στην προσπάθεια του να εντοπίσει τα κρίσιμα στοιχεία της υπόθεσης, όχι λίγες φορές θα βρεθεί μπροστά σε κινδύνους θανάσιμα ύπουλους. Η εμπειρία του στην μάχη, όπως την διδάχθηκε στην στρατιά των Βασιλικών Φρουρών της Ιρλανδίας, θα είναι κι εκείνη που όχι απλά θα τον βγάλει αλώβητο και αγρατσούνιστο από οποιαδήποτε κόντρα, αλλά και τελικό θριαμβευτή - λογικό - στην πλήρη αποκάλυψη του τι ακριβώς συνέβη. Μόνο που...
Δεν είναι και τόσο φρόνιμο να υποστηρίξω πως υπάρχει κάποια σοβαρή συνοχή, κάποιο στενό δέσιμο ικανό να κρατήσει την αφήγηση σε υψηλούς τόνους, καθόλη την διάρκεια του (μάλλον αναίτια ξεχειλωμένου) δίωρου. Ευθύνη που κυρίως βαρύνει τον μέτριο σχεδιασμό στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, τόσο μπόλικων εκ των βασικών, σχεδόν όλων των περιφερειακών, σε σημείο που να δημιουργείται ένα πολύ χαμηλό ενδιαφέρον για την εξέλιξη του καθενός. Έχω δε την αίσθηση πως ακόμη και η σεναριακή βάση του εντοπισμού ενός πενιχρών ηθικών αξιών οπορτουνιστή, από μια γυναίκα απογοητευμένη πλήρως από την παντρειά της, που όμως δεν της λείπει τίποτα από υλικά αγαθά (άρα θα μπορούσε να αλλάζει έναν εραστή, ακόμη πιο μορφονιό από τούτον εδώ, μέρα παρά μέρα) δεν στέκει και ιδιαίτερα ως πειστική.
Όσο τουλάχιστον αποδεκτή είναι η δεν την λες σούπερ ευρηματική, ούτε όμως και τυχάρπαστη, σκηνοθεσία του μετρ Neil Jordan, άριστου γνώστη στο κτίσιμο της σωστής ατμόσφαιρας, ακόμη και σε ώρες που το μπουκωμένο σενάριο, δεν του δίνει την δυνατότητα να ξεδιπλώσει το 73χρονο, πλέον, ταλέντο του. Γεγονός είναι πως υπάρχουν σεκάνς που πανεύκολα εντοπίζει κανείς την ματιά του τιμημένου με Όσκαρ Πρωτότυπου Σκρινπλέι για το σπουδαίο Crying Game. Ειδικά εκείνες που η κάμερα ξεγλιστρά πολύ αραιά και που, από τους πολύχρωμους εσωτερικούς χώρους των κλαμπς, των καφε και των παμπ, με πιο χαρακτηριστική αυτή της εύρεσης ενός πτώματος πλάι σε μια ρεματιά. Πανίσχυρη σκηνή δεμένη άψογα κι από κάθε της πλευρά, με την μόνη διαφορά πως δεν είχε και πολλά να μας πει σαν συνδετικά επεξηγηματικός κρίκος με την λοιπή πλοκή. Που σταθερά κινείται σε λέβελ αναιμικά και τεχνηέντως ανακατωσούρικα, τάχαμου για να τονιστεί η ποιότητα του νουάρ. Δεν είναι έτσι όμως, έχουν αλλάξει πολύ οι εποχές.
Συνεπώς η μετρημένα 100η ταινία του αγαπημένου μου με ότι κι αν καταπιαστεί στα σοβαρά Liam Neeson - στην δική μου ματιά, ένα τεράστιο ρίξιμο στην ιστορία του Οσκαρικού Πρώτου Ρόλου, τρεις δεκαετίες πριν, σε μια σεζόν που πραγματικά οι ερμηνείες ήσαν σπουδαίες, με κορυφαία χωρίς σκέψη, όμως αυτή του Σίντλερ - δεν θα παραμείνει και η πιο αξιομνημόνευτη του. Παρότι ο 70 Μαΐων Πάντι, στην τρίτη του συνεργασία με τον συμπατριώτη του Jordan, μετά τα Michael Collins και Breakfast On Pluto, δεν χάνει ευκαιρία να τσαλακωθεί, καυτηριάζοντας διαρκώς την σκουριά που έχει προκαλέσει στην ύπαρξη του το γήρας. Είτε ερωτικά, όχι και με την καλύτερη δυνατή χημεία, πλάι στην μαζεμένη πλην αληθινά όμορφη Diane Kruger, είτε κυρίως μάχιμα, εν ώρα κορύφωσης της αποστολής, εκεί που είναι φανερό πως ο πανδαμάτωρ έχει τσακίσει πια τον οποιοδήποτε δεσμό, με τα όχι και τόσο μακρινά χρονικά Taken.
Ποτέ του άλλωστε στα γραπτά (αλλά και στα φιλμικά) ο Μάρλοου δεν παρουσιάστηκε τόσο ηλικιωμένος, ας όψεται η επιμονή του Ιρλανδέζου σταρ να τον υποδυθεί σε κάποια φάση της μεγάλης του πρωταγωνιστικής πορείας, Πράττοντας το σε μια δημιουργία ακριβή μεν, προσεγμένη απόλυτα στον σχεδιασμό της παραγωγής της, με ένα καλοπληρωμένο ολ σταρ ανσάμπλ, που σέβεται απόλυτα τον Marlowe μύθο, σημαντικά όμως ασύνδετη στα επιμέρους κεφάλαια της, με συνέπεια να μην αφήσει απόλυτα ικανοποιημένους τους φανατικούς οπαδούς του διαβόητου ντετέκτιβ!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Ιουνίου 2023 από την Spentzos Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική