Whitney Houston: I Wanna Dance with Somebody
της Kasi Lemmons. Με τους Naomi Ackie, Stanley Tucci, Ashton Sanders, Tamara Tunie, Nafessa Williams, Clarke Peters.
...is happening to me!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)
Έρχονται στιγμές που σκέφτομαι πως μπορεί μια τεράστια, ισοπεδωτική στην κυριολεξία επιτυχία, να αποδειχθεί τόσο γρουσούζικη για εκείνους που την απόλαυσαν. Και πάντοτε κατά νου μου έρχεται η περίπτωση του καταραμένου The Bodyguard, μιας σούπερ μπλοκμπάστερ ταινίας, που λες και γύρισε τον διακόπτη της ανοδικής διαδρομής για τους πρωταγωνιστές της, έκτοτε γνώρισαν ένα ανείπωτο μακροβούτι στην καριέρα τους. Ο Kevin Costner από την μια μεριά, είναι ο απόλυτος σούπερ σταρ, αφού για μια σερί πενταετία, ανακηρύσσεται ως ο νούμερο ένα ηθοποιός στο Χόλιγουντ. Με το που υποδύθηκε τον Σωματοφύλακα, έπεσε σε γκρεμό, αφού τις τρεις δεκαετίες που ακολούθησαν, δεν πλησίασε στο ελάχιστο τα συνεχόμενα τζακ ποτ του χθες. Για την παρτενέρ του, που στο υποκριτικό της ντεμπούτο, έφτασε στο ζενίθ της καλλιτεχνικής της πορείας, ας μείνω σιωπηλός. Τίποτα από όσα διαδέχθηκαν τον, με κάποιες δόσεις προσωπικών εμπειριών, ρόλο της Ρέιτσελ Μάρον, δεν ήσαν πια ίδια για την μοναδική και αξεπέραστη Whitney Houston...
Θυγατέρα της Σίσι Χιούστον, μιας από τις πλέον θρυλικές μορφές της soul και πρώτη εξαδέλφη της Ντιον Γουόργουικ, που μεσουρανεί στα μουσικά δρώμενα των Ηνωμένων Πολιτειών, η νεαρή Γουίτνει, μεγαλωμένη με τις θεμελιώδεις καλλιτεχνικές αρχές του γκόσπελ στις εκκλησίες του Τζέρζι, δεν θα αργήσει να ξεδιπλώσει το σπουδαίο φωνητικό της ταλέντο. Ικανότητα που πολύ σύντομα θα πέσει στην αντίληψη του φημισμένου παραγωγού Κλάιβ Ντέιβις, που θα την αναλάβει εκ του μηδενός για να την μετατρέψει σε μια από τις πιο επιτυχημένες και επιδραστικές τραγουδίστριες στην ιστορία του πενταγράμμου.
Την φέρνω στον νου πολύ καλά εκείνη την περίοδο των μέσων 80s, που έκανε τα πρώτα της βήματα η Χιούστον, κυκλοφορώντας τον πρώτο της, ομώνυμο, δίσκο, με τα συνεχή νούμερο ένα, όλα με την λέξη Love στην μαρκίζα, που εκτόξευσε την φήμη της στα ουράνια. Οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί εννοείται ανέφεραν πρώτα και πάνω από όλα τις εκλεκτικές της συγγένειες, που εμείς ως έφηβοι ούτε καν γνωρίζαμε, μα μας ήταν υπέρ αρκετή η ομορφάδα, το λίκνισμα και η τσαχπινιά της Whitney, για να ενταχθεί μονομιάς στην λίστα των αγαπημένων μας. Για την φωνή, δε, τι να πει κανείς? Βγαλμένη από τον Παράδεισο, σε τέτοιο βαθμό ώστε κάθε επόμενη δισκογραφική δουλειά της, να αναμένεται από τους φανατικούς με τέτοιο πάθος, ώστε να χτυπάει την κορυφή του πίνακα επιτυχιών του Billboard, ακόμη και πριν κυκλοφορήσει. Για τέτοιο υπέρλαμπρο αστέρι μιλάμε, για τέτοιο απαράμιλλο αρτίστικο είδωλο.
Συνεπώς ανέμενα με την ίδια αγωνία και το κινηματογραφικό της biopic, που με φανφάρα και τυμπανοκρουσία είχε προαναγγείλει η Sony, υποσχόμενη πως θα ξεδίπλωνε στο εκράν ολάκερο τον βίο της τόσο πρόωρα χαμένης, μόλις στα 48 της χρόνια, ερμηνεύτριας. Η αλήθεια είναι πως δεν ενθουσιάστηκα και τόσο στο άκουσμα του ονόματος εκείνης που θα είχε το γενικό πρόσταγμα, καθώς το αγνοούσα πλήρως - όπως και ακόμη δεν μου λέει κάτι το Kasi Lemmons - το μεγαλύτερο ζόρι μου υπήρξε το ότι στο σενάριο θα βρίσκαμε τον υπερεκτιμημένο Anthony McCarten, που είχε συγγράψει προηγούμενα την βιογραφική αναφορά στον Φρέντι Μέρκιουρυ, Bohemian Rhapsody. Προβληματισμός που εντέλει αποδείχθηκε αληθής από το ξεκίνημα κιόλας της παρακολούθησης του I Wanna Dance With Somebody...
Αφού όπως συνέβη και στην περίπτωση των Queen, έτσι ακριβώς συμπεριφέρεται το σκριπτ και στην παρούσα, αναλαμβάνοντας να παρουσιάσει την ζωή της Γούιτνευ σε μια γραμμή, σαν ένα ποιηματάκι, με τα πάνω της και τα κάτω της, ίσαμε να φτάσουμε στο γνώριμο, πικρό φινάλε του 2012. Ευτυχώς για όλες τις λοιπές περιπτώσεις που έχουν διακριθεί και ξεχωρίσει, το συγκεκριμένο είδος έχει εξελιχθεί και δεν έχει διατηρηθεί στάσιμο στις προσταγές της επίπεδης αφήγησης. Ατυχώς για το τρέχων bio-δραμα, η παραγωγή είχε την εντύπωση πως οπτικοποιώντας κάποιες από τις πιο διάσημες στιγμές της ζωής της The Voice, που τις γνωρίζουν ακόμη και οι πέτρες, θα έπιανε υψηλά στάνταρντς απόδοσης. Φευ! Τα ίδια επακριβώς σφάλματα του μετριότατου Μποχίμιαν, επαναλήφθηκαν κι εδώ, δίχως μάλιστα να υπάρχει σθεναρός αντίλογος από την φλατ, αφανή και άχρωμη σκηνοθεσία, μπας και τα συνεφέρει.
Άρα τι? Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κοριτσάκι η Γουίτνευ Χιούστον, που είχε ωραία φωνή και με την βοήθεια του ικανού ατζέντη τραγούδησε δυο ντουζίνες σούπερ χιτς, μέχρι να γνωρίσει τον Μπόμπι Μπράουν και να το ρίξει στα ναρκωτικά και τις ουσίες, που την κατέστρεψαν. Μα είναι σύγχρονο σινεμά αυτό? Και τα δυσμενή δεν τελειώνουν εδώ. Προσφάτως ένα πάρα πολύ όμορφα δομημένο ντοκιμαντέρ για την καλλιτέχνιδα, με τον λογικό τίτλο Whitney υπογραφής του πανάξιου Kevin McDonald, παρουσίασε μέσα από την τεκμηρίωση, το αυθεντικό φούτατζ και τις συνεντεύξεις, ολάκερη την διαδρομή της, από παιδάκι στις χορωδίες, ίσαμε την μοιραία βραδιά στο ξενοδοχείο Χίλτον του Μπέβερλι Χιλς. Συγκινώντας ακόμη και τον πιο αδαή για τα κατορθώματα της Χιούστον, δίχως να κρυφοκοιτάξει στιγμή μέσα από χαραμάδες και κλειδαρότρυπες...
Σε αντίθεση με εδώ πέρα, που το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε στα τρία λεπτά ταινίας, είναι το τζιβιτζιλίκι με την βοηθό της Ρόμπιν Κρόφορντ. Που ούτε τότε, στις ημέρες του θριάμβου της είχε νοιάξει κανέναν, ούτε στην καλλιτεχνική της εξέλιξη έδινε κανείς δεκάρα, αν παίζει τέτοιος δεσμός. Για ποιον ακριβώς λόγο να μας ενδιαφέρει, λοιπόν, τώρα και μάλιστα δοσμένο και υπερτονισμένο σε τέτοιο εύρος, ώστε να ορίσει το biopic ως τάχαμου γκέι φρέντλι. Δεν είναι αυτό το πράμα δημιουργική προοδευτικότητα, ούτε σημαιοφορία του ουράνιου τόξου. Κουτσομπολιό είναι πιότερο και μάλιστα κακής ποιότητας, μη αντάξιο της γυναίκας που πάνω στο έργο της οφείλουν την καριέρα τους σήμερα, εκατοντάδες, μην πω χιλιάδες, ερμηνεύτριες.
Έργο που δεν είδαμε να ξετυλίγεται και με καμία σπουδαία έμπνευση, καθώς τα σουξέ παίζονται μισαδάκια, χωρίς πάθος και φορτσάρισμα, απόρροια πιθανόν και της όχι και τόσο ευρηματικής επιλογής πρωταγωνίστριας. Μιας και η Naomi Ackie, μπορεί να δίνει όλο της το είναι, για να ενσαρκώσει την Γουίτνει, ούτε ως σωματότυπο, ούτε ως έκφραση, ούτε κυρίως ως εικόνα μας την θυμίζει. Πιο κοντινή στην αγριωπή μόστρα της Angela Bassett, που είχε υποδυθεί κάποτε την Tina Turner, φέρνει, παρά στην χαρωπή, γλυκύτατη, μοντελική, ελκυστική υπέρ το δέον, μινιμάλ κοψιά της Χιούστον. Το IS δηλαδή στην προωθητική αφίσα, δεν ανταποκρίνεται πόντο στις προσδοκίες, άρα σε συνδυασμό με το μπαγιατεμένα κατευθυντικής φόρμας σενάριο, το βιογράφημα μιας από τις πλέον λατρεμένες ποπ μορφές της γενιάς μας, λογικότατα, απογοήτευσε.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Δεκεμβρίου 2022 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική