του Panah Panahi. Με τους Hassan Madjooni, Pantea Panahiha, Rayan Sarlak, Amin Simiar.
"Εδώ είναι το ταξίδι"
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης (@PAOK1969)
They’re on the road to somewhere...
Ο Panah Panahi γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1984 και σπούδασε κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο Καλών Τεχνών της πρωτεύουσας του Ιράν. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του σκηνοθέτησε την πρώτη μικρού μήκους ταινία του, με τον εύγλωττο τίτλο «The First Film» (2009), η οποία βραβεύτηκε σε πολλά τοπικά και διεθνή φεστιβάλ. Αργότερα, ο Panah Panahi εργάστηκε ως φωτογράφος πλατό, κατόπιν ως βοηθός διευθυντή φωτογραφίας και βοηθός σκηνοθέτη και τελικά ως σύμβουλος σεναρίου, μοντέρ και βοηθός σκηνοθέτη στις πιο πρόσφατες ταινίες του πατέρα του, Jafar Panahi. Το «Φύγαμε!» είναι η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία.
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στις 10 Ιουλίου του 2021, όταν κι έλαβε μέρος στο τμήμα «Το Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» του (καλοκαιρινού, λόγω πανδημίας) φεστιβάλ των Καννών, όπου ήταν υποψήφια για Χρυσή Κάμερα. Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την πραγματοποίησε στο περσινό φεστιβάλ Αθηνών «Νύχτες Πρεμιέρας». Γενικά, έλαβε μέρος σε πολλά φεστιβάλ ανά τον κόσμο κι έχει να επιδείξει το βραβείο καλύτερης ταινίας στο διαγωνιστικό τμήμα του περσινού φεστιβάλ του Λονδίνου.
Η υπόθεση: Μια τετραμελής, χαοτική οικογένεια ταξιδεύει με ένα δανεικό SUV στην τραχιά ιρανική ερημιά. Πού κατευθύνεται άραγε; Στο πίσω κάθισμα, ο μπαμπάς έχει το πόδι του στον γύψο, όμως είναι στ’ αλήθεια σπασμένο; Η μαμά προσπαθεί να γελά όταν δεν συγκρατεί με κόπο τα δάκρυά της. Ο μικρός υπερκινητικός γιος εκρήγνυται αναπάντεχα σε διάφορες στιγμές, δίνοντας παραστάσεις καραόκε μέσα στο αυτοκίνητο. Όλοι τους έχουν την έγνοια για το άρρωστο σκυλάκι τους, που τους συνοδεύει σε αυτό το ταξίδι. Κι όλοι τους καταφέρνουν να σπάνε ο ένας τα νεύρα του άλλου. Ο μυστηριώδης μεγαλύτερος αδελφός οδηγεί, παραμένοντας σιωπηλός...
Η άποψή μας: Το ιρανικό σινεμά είναι μία από τις αγαπημένες μου εθνικές κινηματογραφίες. Όποτε πέσω πάνω σε ιρανική ταινία είτε για λόγους κριτικής αποτίμησής της εξαιτίας της εξόδου της στις ελληνικές αίθουσες είτε στο πλαίσιο παρουσίας της σε κάποιο φεστιβάλ, σπανίως θα έχω κάτι κακό να γράψω. Και παρά την χλευαστική αντιμετώπιση της ιρανικής κινηματογραφίας από κάποιους συναδέλφους, με βασικό επιχείρημα ότι βαδίζει πάνω σε συγκεκριμένα χνάρια «φεστιβαλικής κοπής» από τα οποία δεν μπορεί να ξεφύγει, κάθε νέα ταινία που βλέπουμε από το Ιράν έρχεται και διαψεύδει αυτόν ακριβώς τον ισχυρισμό.
Η υπόθεση: Μια τετραμελής, χαοτική οικογένεια ταξιδεύει με ένα δανεικό SUV στην τραχιά ιρανική ερημιά. Πού κατευθύνεται άραγε; Στο πίσω κάθισμα, ο μπαμπάς έχει το πόδι του στον γύψο, όμως είναι στ’ αλήθεια σπασμένο; Η μαμά προσπαθεί να γελά όταν δεν συγκρατεί με κόπο τα δάκρυά της. Ο μικρός υπερκινητικός γιος εκρήγνυται αναπάντεχα σε διάφορες στιγμές, δίνοντας παραστάσεις καραόκε μέσα στο αυτοκίνητο. Όλοι τους έχουν την έγνοια για το άρρωστο σκυλάκι τους, που τους συνοδεύει σε αυτό το ταξίδι. Κι όλοι τους καταφέρνουν να σπάνε ο ένας τα νεύρα του άλλου. Ο μυστηριώδης μεγαλύτερος αδελφός οδηγεί, παραμένοντας σιωπηλός...
Η άποψή μας: Το ιρανικό σινεμά είναι μία από τις αγαπημένες μου εθνικές κινηματογραφίες. Όποτε πέσω πάνω σε ιρανική ταινία είτε για λόγους κριτικής αποτίμησής της εξαιτίας της εξόδου της στις ελληνικές αίθουσες είτε στο πλαίσιο παρουσίας της σε κάποιο φεστιβάλ, σπανίως θα έχω κάτι κακό να γράψω. Και παρά την χλευαστική αντιμετώπιση της ιρανικής κινηματογραφίας από κάποιους συναδέλφους, με βασικό επιχείρημα ότι βαδίζει πάνω σε συγκεκριμένα χνάρια «φεστιβαλικής κοπής» από τα οποία δεν μπορεί να ξεφύγει, κάθε νέα ταινία που βλέπουμε από το Ιράν έρχεται και διαψεύδει αυτόν ακριβώς τον ισχυρισμό.
Να, ας πούμε, πάρτε αυτήν την ταινία. Αυτήν την υπέροχη ταινία. Θα μπορούσε να είναι ένα εντελώς δυτικότροπο road movie, με προέλευση, οποιαδήποτε χώρα μαζικής παραγωγής ταινιών για ευρεία κατανάλωση! Το... διαφορετικό εδώ είναι το τοπίο, η γλώσσα και το γεγονός ότι η μαμά της ταινίας φοράει χιτζάμπ. Με γκρι μακριά μαλλιά. Αυτό που περισσεύει (και ολοένα και περισσότερο σπανίζει από τις ταινίες για μαζική κατανάλωση) είναι η ομορφιά, η μαγεία και η επιβεβαιωμένη ικανότητα των Ιρανών σκηνοθετών να ξεφεύγουν από την κρατική λογοκρισία, περνώντας αυτά που θέλουν να πουν, υπογείως. Γιατί, ναι, το να προσπαθεί κάποιος να περάσει την ιρανοτουρκική μεθόριο παρανόμως, δεν γίνεται απλά για να... παντρευτεί μια κοπέλα και για να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή. Σε αυτήν την περίπτωση δεν θα χρειαζόταν το δανεικό αυτοκίνητο, η απαγόρευση της παρουσίας κινητών, και η υποψία ότι οι πάντες παρακολουθούν τον ίδιο και την οικογένειά του! Να φοβάμαι επειδή θα πάω να παντρευτώ μια νέα κάπου αλλού;
Όχι παιδιά, και πάλι το ζήτημα που «κρύβεται» σε κοινή θέα είναι εξόχως πολιτικό. Πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς άλλωστε; Ο Panah είναι γιος του Jafar Panahi, ενός από τους πιο κυνηγημένους σκηνοθέτες του ιρανικού καθεστώτος, αυτού του καθεστώτος, που τελευταία ξεσήκωσε την παγκόσμια κοινή γνώμη εξαιτίας της δολοφονίας μιας κοπέλας, που δεν φορούσε «όπως έπρεπε» την χιτζάμπ της. Θα μπορούσαν να γραφτούν μυθιστορήματα με τους τρόπους με τους οποίους ο πατήρ Panahi έχει γυρίσει κρυφά κάποιες ταινίες του ή τις έχει στείλει κρυφά με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο, που μπορεί κανείς να φανταστεί, στο εξωτερικό, για να προβληθούν σε φεστιβάλ. Ο Jafar, που έχει τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό κι έχει προφυλακιστεί για παλιότερη ποινή που του έχει επιβληθεί – για αντικαθεστωτική προπαγάνδα.
Ο γιος, λοιπόν, στην πρώτη του μεγάλη μήκους ταινία, με μια λέξη, εντυπωσιάζει. Εντυπωσιάζει και με αυτά που λέει και με τον τρόπο που τα λέει. Μιλάμε και για το πρώτο επίπεδο και για το δεύτερο και για το όγδοο. Μιλάμε για τον τρόπο που μπορεί να αφορά έναν θεατή είτε την ψάχνει λίγο περισσότερο είτε όχι σε ότι αφορά τις ταινίες που επιλέγει να δει. Μπορεί να ιδωθεί ως μια μικρή, γλυκιά, τρυφερή κωμωδία αλλά και ως μια παραβολή για τον Ιράν, σήμερα. Κι επειδή μιλάμε για σινεμά και στο σινεμά συνεχίζουμε να μιλάμε για 24 καρέ το δευτερόλεπτο (αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ) ε, ο μπαγάσας υιός Panahi μας προσφέρει άπειρα, υπέροχα καρέ.
Καρέ που ενώνονται και δίνουν σκηνές, όπως εκείνη όπου ο μικρός γιος ξαπλώνει πάνω στον πατέρα, που αράζει στο γρασίδι, και το γρασίδι γίνεται ουρανός με άστρα, σε μια σκηνή που ενώνει από David Bowie (ναι, τι; ) μέχρι «Οδύσσεια του διαστήματος» (που αναφέρεται και ως η πλέον αγαπημένη ταινία του μεγάλου γιου) και... Πάνο Κούτρα (την υπέροχη σκηνή από το «Xenia» όπου ο ήρωάς μας ξαπλώνει στο τεράστιο, υπερμεγέθες, τριχωτό στήθος του αγαπημένου του). Ή η σκηνή προς το φινάλε, όπου μια ντουζίνα αυτοκίνητα οικογενειών, που βρίσκονται κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, μάλλον για τον ίδιο λόγο για τον οποίο η οικογένειά μας βρέθηκε εκεί, φωτίζουν με τα φώτα τους (σ)το σούρουπο, δίνοντας μια σπάνιας ομορφιάς εικόνα. Ή η καταληκτική σκηνή στην έρημο, που ενώ κλείνει κάπως αμήχανα είναι η αλήθεια την ταινία, είναι ταυτόχρονα τόσο εύγλωττη – και όμορφη. Ή ίσως η πιο όμορφη σκηνή – εκείνη του αποχωρισμού – αποτυπώνεται με τέτοιο τρόπο, τόσο διακριτικά, τόσο τρυφερό, χωρίς να έχουμε γκρο πλάνα, που θα εκβιάσουν το συναίσθημα: αντίθετα, το συναίσθημα σε κατακλύζει, κι ας είναι οι πρωταγωνιστές μικρές κουκκίδες σε ένα υπέροχο φόντο.
Ο σκηνοθέτης είναι πολλές οι φορές που θέλει τον θεατή να ταυτίζεται με τον μικρό γιο, ο οποίος σκύβει και φιλά ευλαβικά το χώμα, κάθε φορά που βλέπει τόσο πολλή ομορφιά, μπρος στην οποία νιώθει δέος και «μικρός» και οφείλει να την προσκυνήσει. Ναι, αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας. Ο πιτσιρικάς έτσι κι αλλιώς είναι το μεγάλο ατού της ταινίας, είναι αεικίνητος, σκανδαλιάρης, χορευταράς, τραγουδισταράς κι όταν λέει «I love you» στη μητέρα του, θέλεις από τη μια να σκάσεις στα γέλια και από την άλλη να τα μπήξεις. Αυτός και η μητέρα του είναι και οι μόνοι που τραγουδάνε κοιτώντας μας κατάματα: είναι το κάλεσμά τους σε όλους εμάς. Σπουδαία ταινία, που μινιμαλιστικά μας προσκαλεί για να μας κάνει κοινωνούς και συνοδοιπόρους σε αυτό το παράξενο ταξίδι, ένα ταξίδι απόγνωσης, επίγνωσης, αποχαιρετισμού και αποχωρισμού. Δεν απαιτούνται μπαγκάζια σε αυτό το ταξίδι: απλώς, φύγαμε!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Νοεμβρίου 2022 από την Carousel Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική