του Βασίλη Δούβλη. Με τους Ιωσήφ Γαβριελάτο, Νικολάκη Ζεγκίνογλου, Αναστάση Λαουλάκο, Κλέλια Ανδριολάτου, Μαρίνα Ανυφαντή, Μαρίνα Ασλάνογλου, Νίκο Γεωργάκη, Δημήτρη Λάλο, Μαρία Σκουλά, Γιώργο Συμεωνίδη, Θεοδώρα Τζήμου.
"Η Αρχή της Ελπίδας"...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Το αυγό του φιδιού και τα... φιδάκια
Ο Βασίλης Δούβλης γεννήθηκε στα Ιωάννινα και σπούδασε Λογοτεχνία και Κινηματογράφο στην Αθήνα και το Παρίσι. Είναι προϊστάμενος του τομέα προγράμματος του Τηλεοπτικού Σταθμού της Βουλής των Ελλήνων. Έχει διδάξει σενάριο και σκηνοθεσία σε σχολές κινηματογράφου κι έχει σκηνοθετήσει ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους, μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, που έχουν προβληθεί και βραβευτεί σε πολλά διεθνή φεστιβάλ. Τούτη είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί 14 χρόνια μετά το «Η επιστροφή» (2007). Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της τον περασμένο Νοέμβριο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου τιμήθηκε (εξ ημισείας με την ταινία «Αγία Έμυ») με το βραβείο Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου.
Ο τίτλος της ταινίας, 18, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, είναι ηθελημένα αμφίσημος, παραπέμποντας τόσο στην ηλικία των πρωταγωνιστών και τη δύσκολη ενηλικίωσή τους, όσο και στο γνωστό ναζιστικό σύνθημα (1=A= Adolf, 8=H=Hitler). Στην αρχή και στο φινάλε της ταινίας εντάσσεται οργανικά στη δράση η «Αρχή της Ελπίδας», η εμβληματική εγκατάσταση του Σκωτσέζου καλλιτέχνη Ρόμπερτ Μοντγκόμερι, που βρίσκεται πάνω από το πορθμείο στο Πέραμα.
Η υπόθεση: Ο Μιχάλης, μαθητής της Γ' Λυκείου από μια λαϊκή οικογένεια, ευαίσθητος και με καλλιτεχνικές ανησυχίες, συνηθίζει να φωτογραφίζει με το κινητό του πρόσωπα περαστικών στο δρόμο. Ζει στο Πέραμα, όπου η οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια τους. Ένα από τα απότοκα αυτής της κρίσης είναι και η άνοδος του φασισμού. Στο Λύκειο του Μιχάλη δρα μια ρατσιστική ομάδα. Αρχηγός της είναι ο εξωσχολικός Ηλίας. Έχει μόλις απολυθεί από τις Ειδικές Δυνάμεις και μισεί οτιδήποτε είναι διαφορετικό από τον ίδιο: τους ξένους, τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους.
Η υπόθεση: Ο Μιχάλης, μαθητής της Γ' Λυκείου από μια λαϊκή οικογένεια, ευαίσθητος και με καλλιτεχνικές ανησυχίες, συνηθίζει να φωτογραφίζει με το κινητό του πρόσωπα περαστικών στο δρόμο. Ζει στο Πέραμα, όπου η οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια τους. Ένα από τα απότοκα αυτής της κρίσης είναι και η άνοδος του φασισμού. Στο Λύκειο του Μιχάλη δρα μια ρατσιστική ομάδα. Αρχηγός της είναι ο εξωσχολικός Ηλίας. Έχει μόλις απολυθεί από τις Ειδικές Δυνάμεις και μισεί οτιδήποτε είναι διαφορετικό από τον ίδιο: τους ξένους, τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους.
Ο Ηλίας και οι κολλητοί του, ο Πάνος, ο Στάθης και ο Στέλιος, θα στοχοποιήσουν τον Μιχάλη, ιδίως από τη στιγμή που θα μάθουν ότι εκείνος διαθέτει ενοχοποιητικό βίντεο με τον Ηλία και μια συμμαθήτριά του, την Κατερίνα. Ο Μιχάλης δέχεται επιθέσεις και απειλές για τη ζωή του και είναι σε δίλημμα για το τι πρέπει να κάνει: να σιωπήσει, προστατεύοντας έτσι, συγχρόνως, τον φίλο του, γιο μεταναστών, Αντώνη, αλλά και τον μικρότερο αδερφό του, τον Νίκο ή να τολμήσει να μιλήσει και να αποκαλύψει τη δράση της ομάδας, αδιαφορώντας για τις συνέπειες; Οι γονείς του, παρά τις καλές τους προθέσεις, αδυνατούν να σταθούν δίπλα του και να τον βοηθήσουν καθώς χαμένοι στο κυνήγι της επιβίωσης, είναι ουσιαστικά απόντες. Την ίδια ώρα, ο Στέλιος θα κάνει το δικό του ταξίδι αυτογνωσίας...
Η άποψή μας: Ακούμε ολοένα και συχνότερα τη φράση «βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», σαν καραμέλα, που προσπαθεί να δικαιολογήσει πολλές φορές τα αδικαιολόγητα, σε ότι αφορά παράλογες αποφάσεις της κυβερνησάρας μας. Τούτη η ταινία, αν μη τι άλλο, βρίσκεται όντως, ειλικρινά και ολοκληρωτικά, στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αυτό βέβαια δεν την απαλλάσσει από τα προβλήματά της, που κατεβάζουν τις επιδόσεις της, παρά το γεγονός ότι ο πήχης των προσδοκιών είναι ανεβασμένος. Λακωνικά, θα λέγαμε πως το θέμα και η διαχείρησή του έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, το σενάριο, όμως (εννοείται, τι περιμένατε; ) σε ότι αφορά τη διάρθρωση της ιστορίας που αφηγείται, έχει κενά, σε κρίσιμα σημεία πλατειάζει, σε άλλα αποπροσανατολίζει (εδώ μπαίνει στην εικόνα και ο παράγοντας μοντάζ) και η ταινία κλείνει ουσιαστικά με ένα μη φινάλε.
Η άποψή μας: Ακούμε ολοένα και συχνότερα τη φράση «βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», σαν καραμέλα, που προσπαθεί να δικαιολογήσει πολλές φορές τα αδικαιολόγητα, σε ότι αφορά παράλογες αποφάσεις της κυβερνησάρας μας. Τούτη η ταινία, αν μη τι άλλο, βρίσκεται όντως, ειλικρινά και ολοκληρωτικά, στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αυτό βέβαια δεν την απαλλάσσει από τα προβλήματά της, που κατεβάζουν τις επιδόσεις της, παρά το γεγονός ότι ο πήχης των προσδοκιών είναι ανεβασμένος. Λακωνικά, θα λέγαμε πως το θέμα και η διαχείρησή του έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, το σενάριο, όμως (εννοείται, τι περιμένατε; ) σε ότι αφορά τη διάρθρωση της ιστορίας που αφηγείται, έχει κενά, σε κρίσιμα σημεία πλατειάζει, σε άλλα αποπροσανατολίζει (εδώ μπαίνει στην εικόνα και ο παράγοντας μοντάζ) και η ταινία κλείνει ουσιαστικά με ένα μη φινάλε.
Το μείγμα επαγγελματιών ηθοποιών και ερασιτεχνών λειτουργεί καλά ως επί τω πλείστον – το ίδιο λειτουργεί και το μείγμα διαφορετικών ηλικιακών ομάδων: των 18άρηδων και των μεσηλίκων. Και παρά τα προβλήματά της, έχουμε την ταινία στην καρδιά μας. Γιατί τολμάει να μιλήσει με τρόπο σύγχρονο κι όχι αφ' υψηλού ή διδακτικά για μια πολύ πραγματική στρέβλωση της ελληνικής κοινωνίας. Ναι, το πρόβλημα της ανόδου της ακροδεξιάς είναι απότοκο της φτώχειας, της μιζέριας, της εξαθλίωσης.
Βάζει όμως και μερικά άλλα ενδιαφέροντα ζητήματα ο Δούβλης. Την ουσιαστικά απουσία των γονέων πχ ή την αδυναμία – μην πω, αδιαφορία – να προσεγγίσουν ή να ασχοληθούν πραγματικά με τα παιδιά τους. Την έλλειψη αγάπης ουσιαστικά. Τον ναρκισσισμό, που χτυπάει κόκκινο. Την αποθέωση της σωματικής ρώμης. Την αποθέωση της εικόνας. Τη γοητεία «καθοδηγητών» που με επεξεργασμένη ρητορική και πατώντας σε κρίσιμα «κουμπάκια» μπορούν να προσηλυτίσουν νέους, που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν. Την αίσθηση του να ανήκεις κάπου. Αλλά και τον έρωτα, που μπορεί (στην περίπτωση του Ηλία) να αναπαράγει την αρρώστια, αλλά που μπορεί (στην περίπτωση του Στέλιου) να αναδείξει τον καλύτερο εαυτό μας.
Κάποια πράγματα, όμως, επαναλαμβάνω, δεν λειτουργούν, δεν βγάζουν νόημα ή δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για να τα ερμηνεύσουμε. Ας πούμε: γιατί ο Στέλιος (ο μόνος ουσιαστικά από τους ήρωες που αλλάζει με το πέρας της ταινίας) ενώ καταλαβαίνει ότι ένα από τα «φιλαράκια» του, τα φασιστόπουλα, του έχει κλέψει το πορτοφόλι, συνεχίζει να του(ς) κάνει παρέα και δεν τον ξεμπροστιάζει; Ο Μιχάλης γιατί πηγαίνει στην πιάτσα ταξί για να βρει τον πατέρα του, σε μια σκηνή μάλιστα η οποία ξεχειλώνει χωρίς λόγο; Η μεγάλη εικόνα της ταινίας είναι φανερή, την ασπαζόμαστε και την έχουμε στην καρδιά μας. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θα θέλαμε να μην υπήρχαν οι μικρές αλλά βασικές ανορθογραφίες...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Ιουνίου 2022 από την Rosebud 21!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική