του Daniele Luchetti. Με τους Alba Rohrwacher, Luigi Lo Cascio, Laura Morante, Silvio Orlando, Giovanna Mezzogiorno, Adriano Giannini, Linda Caridi, Francesca De Sapio.
Έχε το νου σου στα παιδιά!
του zerVo (@moviesltd)
Τρομερό δίλημμα, ε? Μακάρι κανείς και ποτέ να μην βρεθεί ξανά μπροστά σε αυτό το δύσκολο αδιέξοδο, μα έλα όμως που έτσι είναι ο άνθρωπος. Να επιλέξει λοιπόν το "μια ζωή την έχουμε" και να παρατήσει καταμόναχη πίσω του, την μέχρι τα χθες στεφανωμένη του με τα κουτσούβελα, κόβοντας μηνιάτικο διατροφής, τρέχοντας με μια βαλίτσα ρούχα στην αγκάλη της, μισών χρόνων του, συνήθως, μορφονιάς? Ή να σκεφτεί φρονιμότερα και να πράξει πιο υπεύθυνα, κάπως σαν "μια ζωή την είχαμε", λησμονώντας τις μπερμπαντοσύνες, πραγματοποιώντας το μεγάλο ριτόρνο στην εστία, εκεί που τον καρτερεί μια (τώρα θα δεις τι έχεις να πάθεις) σύζυγος, αλλά και δυο παιδιά που τον υπεραγαπούν? Άλυτα κορδόνια...
Φαινομενικά η μεσήλικη καθημερινότητα, στον ρυθμικό Ιταλιάνικο Νότο, του Άλντο και της Βάντα, μοιάζει ευτυχισμένη, καθώς αντρόγυνο από τα νεανικά τους χρόνια, ξοδεύουν τον χρόνο τους, φροντίζοντας τα λατρεμένα τους παιδιά. Κάτι οι συνεχείς νευρώσεις που οδηγούν σε ακραίες εκρήξεις από Εκείνη, κάτι που Εκείνος έχει ξεμυαλιστεί για τα μάτια της κούκλας υπαλλήλου του, θα οδηγήσουν την κατάσταση στο απροχώρητο. Ο Άλντο θα πάρει το ρίσκο να αφήσει πίσω το σπιτικό του, τραβώντας νέα ρότα για την πρωτεύουσα, όπου το ραδιοφωνικό πρόγραμμα που επιμελείται έχει μεγάλη απήχηση. Και συνάμα να συζήσει με το νέο του αμόρε, που νιώθει να τον ανανεώνει, εν αντιθέσει με τον πνιγμό που βιώνει στην ρουτίνα της Βάντα...
Κι έτσι ξεκινά το πέρα δώθε για τον όχι και τόσο αποφασισμένο σαραντάρη, που αναγκαστικά θα κάνει την διαδρομή Νάπολη - Ρόμα και πίσω, δυο τρεις φορές την εβδομάδα, προκειμένου να είναι τυπικός στις υποχρεώσεις του, κυρίως προς τα ανήλικα τέκνα. Από την δική της μεριά, η Κυρά, θα σπάσει κάθε πιθανό όριο παρανοϊκής αντίδρασης, πλησιάζοντας ακόμη και στο απονενοημένο διάβημα, μην τυχόν και αποσπάσει την τελική ψήφο του στεφανιού της. Κι όσο το διαζύγιο δεν εκδίδεται, τόσο το σερνικό βαλτώνει στις σκέψεις του, όσο και το θήλυ βυθίζεται στην κατάθλιψη. Την ώρα που η σαν τα κρύα νερά εξωσυζυγική νεαρά, θα αποκτήσει τις συνήθειες της επίσημης και θα θέσει λογικά τους δικούς της όρους. Αλλά και τα παιδάκια θα νιώσουν πως παρασύρονται από την αβεβαιότητα των γονιών τους, που δεν βρίσκουν το σθένος να κάνουν τις τελεσίδικες επιλογές τους.
Φυσικά και μια τέτοια ιστορία είναι βγαλμένη μέσα από τις μυριάδες παρόμοιες περιπτώσεις που μπορεί κανείς να αντικρύσει οπουδήποτε στον κόσμο. Αυτή την φορά το πεδίο δράσης της πλοκής είναι η Ιταλία, με το μεγαλύτερο κομμάτι της εξιστόρησης, να λαμβάνει χώρα στις αρχές της δεκαετίας των 90s, περίπου τριάντα χρόνια πριν. Η αφήγηση σε καμία περίπτωση όμως δεν ακολουθεί μια γραμμικότητα, καθώς η δεύτερη πράξη, μεταθέτει τον δείκτη στο σήμερα, επιχειρώντας να αναδείξει, μέσω συνεχών ακόμη και στιγμιαίων φλασμπάκ, τα συναισθηματικά κοντράστ των "ηρώων" της, συγκριτικά με τον δρόμο που διάλεξαν εντέλει στο μακρινό χθες.
Ενδιαφέρουσα μοιάζει η εργασία του αγαπημένου παιδιού της φεστιβαλικής Μόστρας, Daniele Luchetti, που για ακόμη μια φορά στην θεματική τους, ασχολείται με τα ζόρια μιας σύγχρονης, δυτικής φαμίλιας. Μέσα από διαλόγους αιχμηρούς, γλαφυρούς καμιά φορά, αλλά κυρίως βίαια επιθετικούς, αναδύεται ο θυμός κι η αγωνία, οι τύψεις και οι πληγές, που γεννήθηκαν την στιγμή που το αντρόγυνο αντιλήφθηκε πως το γυαλί όχι απλά ράγισε, μα έγινε χίλια κομμάτια. Ξανακολλά είναι το ερώτημα? Φυσικά και ξανακολλά, δεν χωράει κουβέντα. Ποτέ του όμως δεν θα ξαναγίνει διάφανο και καθάριο, πάντα στο τριγύρω του, ακόμη και μια ολάκερη ζωή κατοπινά, θα πλανάται η μελαγχολία των αναπάντητων γιατί. Γιατί με άφησε, γιατί δεν με άφησε? Γιατί έφυγα, γιατί δεν έφυγα?
Οι Ατζούροι σε αυτό το κινηματογραφικό είδος, της φαμιλιάρικης μουντάδας, που δεν έχει πάντως και την πρώτη πέραση στο κοινό, έχουν κάνει δική τους, ξέχωρη σχολή, βασισμένοι σε δύο πόλους. Στα ευρηματικά σενάρια, που αφήνουν πάμπολλα στοιχεία στην διακριτική φαντασία του θεατή και στις ερμηνείες των αστέρων, που έχουν αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο της παραδοσιακής φωτονοβέλας. Ξεχωρίζει ξανά και άνετα του συνόλου η Rohrwacher, ως η εύθραυστη παρατημένη γυναίκα που τσαλαπατιέται προκειμένου να κερδίσει την μάχη τους ανδρός, που τον αποδίδει ο Lo Cascio, χωρίς να πείθει κανέναν, ως ο διανοούμενος εραστής, που σφάζονται στην ποδιά του ολόφρεσκα κοριτσόπουλα.
Στην αντιδιαστολή, οι ερμηνευτές που παίζουν τις δυο περσόνες σε προχωρημένη ηλικία (Morante και Orlando) άθελα τους μπερδεύουν τα πράγματα, αφού οι προσωπικότητες τους, ελάχιστα ομοιάζουν με εκείνες των νεότερων τους χρόνων. Ευτυχώς που ως από μηχανής Θεοί, σκάζουν τα ενήλικα πια τέκνα, ο Adriano Giannini και η (αγνώριστη, με διπλάσια κιλά από τα γνώριμα) Giovanna Mezzogiorno, που βάζουν κάπως τα πράγματα στην θέση τους, με μια έξυπνη στροφή, που οδηγεί στον επίλογο. Ενός ακόμη μακελειού, ίσως? Τα ερωτηματικά παραμένουν και η κουβέντα γύρω από το τι έπρεπε να γίνει, το τι συνέβη, το τι θα ήταν δίκαιο και τι ηθικό παίρνει μπροστά. Τα Κορδόνια, αν και όχι τόσο πρωτότυπα σε συλλογιστική, αυτό τον σκοπό τους τον πέτυχαν...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Μαιου 2022 από την Weird Wave!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική