της Ζακλίν Λέντζου. Με τους Σοφία Κόκκαλη, Λάζαρο Γεωργακόπουλο, Νικήτα Τσακίρογλου, Καίτη Ιμπροχώρη, Μαρία Ζορμπά, Έλενα Τοπαλίδου, Νίκο Χανακούλα.
The space between us
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
"Μια ταινία για την αγάπη, την κίνηση, τη ροή (και την έλλειψη αυτών)"
Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η γεννημένη στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου του 1989 Ζακλίν Λέντζου. Έχει σπουδάσει σινεμά στη σχολή κινηματογράφου του Λονδίνου. Το imdb αναφέρει στη φιλμογραφία της οχτώ ταινίες μικρού μήκους ενώ η σελίδα του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αναφέρει πέντε. Το σίγουρο είναι πως η τελευταία της ταινία μικρού μήκους είναι «Το τέλος του πόνου (μια πρόταση)» με πρωταγωνίστρια και πάλι τη Σοφία Κόκκαλη και πως η προπροηγούμενη ταινία της μικρού μήκους «Έκτορας Μαλό: Η τελευταία μέρα της χρονιάς» (2018) – ξανά με τη Σοφία Κόκκαλη στον κεντρικό ρόλο – προβλήθηκε στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής» του φεστιβάλ των Καννών εκείνης της χρονιάς.
Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στο φεστιβάλ του Βίλνιους, τον Μάρτιο του 2021. Επίσης, συμμετείχε στο παράλληλο διαγωνιστικό τμήμα της Berlinale, το «Encounters», αρχικά στην διαδικτυακή του μορφή τον χειμώνα του 2021 και μετά στη φυσική μορφή με παρουσία κόσμου το καλοκαίρι του 2021. Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την πραγματοποίησε στο περασμένο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου συμμετείχε στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα και όπου η Σοφία Κόκκαλη τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας.
Η υπόθεση: Η Άρτεμις είναι μια νεαρή και ανήσυχη γυναίκα. Μετά από πολλά χρόνια απουσίας επιστρέφει από το Παρίσι πίσω στο πατρικό της σπίτι στην Ελλάδα για να φροντίσει τον πατέρα της, τον Πάρη. Κι αυτό γίνεται για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι πως ο πατέρας της πάσχει από μια σοβαρή, οξεία, εκφυλιστική ασθένεια, που δεν του επιτρέπει να κινείται με αυτονομία και χρειάζεται βοήθεια έως ότου βρει τα πατήματά του και οργανωθεί η καθημερινότητά του έτσι όπως πρέπει κι όπως θα τον βολέψει. Ο δεύτερος είναι πως η μητέρα της Άρτεμης έχει χωρίσει εδώ και χρόνια από τον πατέρα της και δεν μπορεί - αλλά και δεν θέλει - να βοηθήσει την κατάσταση. Συν τοις άλλοις είναι καλοκαίρι κι έχει να πάει διακοπές με τον σύντροφό της.
Η υπόθεση: Η Άρτεμις είναι μια νεαρή και ανήσυχη γυναίκα. Μετά από πολλά χρόνια απουσίας επιστρέφει από το Παρίσι πίσω στο πατρικό της σπίτι στην Ελλάδα για να φροντίσει τον πατέρα της, τον Πάρη. Κι αυτό γίνεται για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι πως ο πατέρας της πάσχει από μια σοβαρή, οξεία, εκφυλιστική ασθένεια, που δεν του επιτρέπει να κινείται με αυτονομία και χρειάζεται βοήθεια έως ότου βρει τα πατήματά του και οργανωθεί η καθημερινότητά του έτσι όπως πρέπει κι όπως θα τον βολέψει. Ο δεύτερος είναι πως η μητέρα της Άρτεμης έχει χωρίσει εδώ και χρόνια από τον πατέρα της και δεν μπορεί - αλλά και δεν θέλει - να βοηθήσει την κατάσταση. Συν τοις άλλοις είναι καλοκαίρι κι έχει να πάει διακοπές με τον σύντροφό της.
Η Άρτεμις δεν νοιώθει βολικά. Ποτέ δεν ήταν δεμένη με τον Πάρη, καθώς όσο ζούσαν μαζί ο Πάρις ήταν απόμακρος και αυστηρός. Δεν μπορεί, όμως, να του αρνηθεί τη βοήθειά της, καθώς μπροστά της βλέπει έναν αβοήθητο άνδρα, που την έχει ανάγκη. Καθώς, με τις οδηγίες γιατρών και φυσιοθεραπευτών, η Άρτεμις έρχεται κοντά στον πατέρα της σωματικά, συνεχίζει να νιώθει την απόσταση ψυχικά. Όμως, μια σειρά παλιών βιντεοκασετών με υλικό τραβηγμένο από τον Πάρη, θα της παρέχει μια ιδιαίτερη ματιά στο παρελθόν και θα την βοηθήσει να αποκρυπτογραφήσει ένα καλά κρυμμένο μυστικό που κρύβει ο μπαμπάς της...
Η άποψή μας: Να λοιπόν που μία από τις μεγαλύτερες ελπίδες για το σύγχρονο ελληνικό σινεμά παρουσίασε την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία. Το αποτέλεσμα σαφώς κι έχει ενδιαφέρον. Κι αυτό επειδή η Λέντζου γνωρίζει άψογα τη γραμματική του κινηματογράφου και χειρίζεται την γλώσσα του άψογα. Σε ότι αφορά το... συντακτικό, εδώ υπάρχουν κάποια θεματάκια. Ο ιδιαίτερος, ιδιοσυγκρασιακός τρόπος με τον οποίο μεταφέρει το σενάριο (που επίσης υπογράφει) χρειάζεται υπομονή από τον θεατή για να τον αποδεχτεί. Στο τέλος, πάντως, δικαιώνεται. Κι ας νιώθεις μετά το πέρας παρακολούθησης του φιλμ πως ίσως να ταίριαζε καλύτερα να ήταν μικρού μήκους, καθώς ως μεγάλου μήκους, υπήρχαν σημεία που «κρέμαγε».
Η άποψή μας: Να λοιπόν που μία από τις μεγαλύτερες ελπίδες για το σύγχρονο ελληνικό σινεμά παρουσίασε την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία. Το αποτέλεσμα σαφώς κι έχει ενδιαφέρον. Κι αυτό επειδή η Λέντζου γνωρίζει άψογα τη γραμματική του κινηματογράφου και χειρίζεται την γλώσσα του άψογα. Σε ότι αφορά το... συντακτικό, εδώ υπάρχουν κάποια θεματάκια. Ο ιδιαίτερος, ιδιοσυγκρασιακός τρόπος με τον οποίο μεταφέρει το σενάριο (που επίσης υπογράφει) χρειάζεται υπομονή από τον θεατή για να τον αποδεχτεί. Στο τέλος, πάντως, δικαιώνεται. Κι ας νιώθεις μετά το πέρας παρακολούθησης του φιλμ πως ίσως να ταίριαζε καλύτερα να ήταν μικρού μήκους, καθώς ως μεγάλου μήκους, υπήρχαν σημεία που «κρέμαγε».
Στο κέντρο της προβληματικής της ταινίας τίθεται η σχέση κόρης – πατέρα. Μια δύσκολη σχέση, που η Άρτεμις δεν κρύβει πως όχι μόνον την έχει επηρεάσει: την έχει ουσιαστικά διαμορφώσει ως άνθρωπο και ως χαρακτήρα. Πάντα υπήρχε απόσταση μεταξύ τους, Πάντα ο μπαμπάς της ήταν απόμακρος μαζί της. Και μιας που δεν είχε αδέλφια για να διαχειριστεί εμμέσως αυτήν την ιδιότυπη κατάσταση, η Άρτεμις ένιωθε πως ο πατέρας της την απόρριπτε. Σε μια σκηνή που φλερτάρει με το weird ελληνικό σινεμά, η Άρτεμις θυμάται μια στιγμή κατά την οποία η ίδια ήθελε να πάει σε πάρτι και ο πατέρας της δεν της το επέτρεψε παρά τα παρακάλια και τα κλάματα. Όχι μόνον απόμακρος λοιπόν αλλά και αυστηρός: θαρρείς πως ήταν σαν να ήθελε να μην χαρεί λίγο η κόρη του.
Η Σοφία Κόκκαλη, που επανειλημμένα έχει αποδείξει πως είναι εξαιρετικό ερμηνευτικό εργαλείο κι εντελώς κινηματογραφική φάτσα, στη συγκεκριμένη σκηνή «διαλύεται» μπροστά στα μάτια μας, καθώς εκτός από τον νεανικό εαυτό του χαρακτήρα που υποδύεται, παριστάνει και τον πατέρα της. Τον πατέρα της, τον οποίο υποδύεται σπουδαία ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος, κι αν βρισκόμασταν στο Χόλιγουντ, θα τον βρίσκαμε υποψήφιο για Όσκαρ β' ανδρικού ρόλου, καθώς είναι ένας ρόλος αβανταδόρικος και όλοι γνωρίζουμε πως στην Αμερικάνικη Ακαδημία Κινηματογράφου, όλοι αγαπούν ερμηνείες αρρώστων χαρακτήρων, απαιτητικές σωματικά. Κι έξυπνα λειτουργεί συμπληρωματικά, χωρίς ποτέ να «καπελώνει» την μία και μοναδική πρωταγωνίστρια της ταινίας.
Η Άρτεμις λοιπόν από τη μια θυμάται και θλίβεται, από την άλλη ακουμπά τον πατέρα της, τον στηρίζει, τον φροντίζει, τον βοηθάει να κάνει το σώμα του να κινηθεί, τον πηγαίνει για μπάνιο, τον πηγαίνει στην τουαλέτα. Πως γινόμαστε όμως, ε; Όταν είμαστε υγιείς και νέοι ούτε που μπορούμε να διανοηθούμε τη φθορά του σώματος. Ρωμαλέοι, ευθυτενείς, αρνούμαστε να σκεφτούμε πως το σώμα μας είναι φθαρτό – και καλά κάνουμε. Έρχεται όμως μια αρρώστια και γινόμαστε ανήμποροι, γινόμαστε πιο εξαρτημένοι κι από μωρά παιδιά, αδύναμοι σαν κλαράκια που θα σπάσουν με το πρώτο θρόισμα του ανέμου, αν δεν έχουμε κάποιον να μας φροντίζει. Μέσα από τη φροντίδα που παρέχει προς τον πατέρα της, η Άρτεμις ωριμάζει. Κι ας είναι καλοκαίρι, κι ας υπάρχει πισίνα, κι ας στήνονται επιτόπια παιχνίδια πινγκ πονγκ, κι ας είναι νέα κι όντας νέα δεν είναι για να σκέφτεται τη φθορά, δεν είναι για να φροντίζει τον γονιό της, δεν είναι για να αμφισβητεί από τώρα την αθανασία της.
Η Λέντζου χτίζει το πορτρέτο της Άρτεμης προσεκτικά και μεθοδικά. Θραυσματικά. Και να η ανάμνηση και να η έκρηξη και να η παρακολούθηση των home made βιντεοκασετών και να οι αναφορές σε επετείους, σε ταινίες, σε «σαν σήμερα». Στο σύμπαν που δημιουργεί θαρρείς και ο πατέρας με την κόρη συνυπάρχουν σε έναν ιδιαίτερο, δικό τους κόσμο, στον οποίο επικοινωνούν, πριν (και αν...) τα καταφέρουν συνειδητά.
Ο τίτλος της ταινίας καθώς και οι μεσότιτλοι παραπέμπουν σε κάρτες ταρώ. Μήπως η γυναίκα που είναι κλειστά τα μάτια της από ένα πανί και απεικονίζεται σε μία από τις κάρτες, είναι η Άρτεμις; Ω, ναι. Κι όσο προχωράει η ταινία κι όσο η σωματική επαφή αυξάνεται αλλά η ψυχική θαρρείς και είναι αποκλεισμένη κι αδύνατον να επιτευχθεί, οι παρωπίδες φεύγουν. Και μέσω των βιντεοκασετών η Άρτεμις θα δει καθαρά. Και όχι, δεν θα σοκαριστεί από την αποκάλυψη. Είχε μια παγιωμένη άποψη για τον πατέρα της. Ε, θα τον δει πιο ολοκληρωμένα και θα συμφιλιωθεί τόσο μαζί του όσο και με τον εαυτό της. Βοηθάνε πολύ και οι... τόνοι από παγωτό που καταναλώνει! Α, κι ένα ακόμα food reference: υπάρχουν κι εδώ... ροδάκινα! Όπως στο «Να με φωνάζεις με τ' όνομά σου» (γκουχ, γκουχ). Α, και σινεφίλ αναφορά: μήπως στην παντομίμα η ταινία που ψάχνουν είναι ο... «Κυνόδοντας»; Τι να πω, μπορεί... Καθώς πέφτουν οι τίτλοι τέλους ακούμε το «Words» του F-R Davis, που στους στίχους τους τονίζουν «words don't come easy». Καμιά φορά λοιπόν οι λέξεις δύσκολα βγαίνουν. Καμιά φορά, δεν χρειάζεται και να βγουν. Καμιά φορά χρειάζονται 66 ερωτήσεις για να απαντηθεί κάτι τόσο απλό όσο η ανάγκη για αποδοχή...
ΥΓ: Αν δεν με γελάσανε τα μάτια μου, στους τίτλους τέλους είδα πως script consultant της ταινίας ήταν o Paul Thomas Anderson. Αν μιλάμε για ΤΟΝ PTA, αυτό αποτελεί άλλη μια ένδειξη πως το μέλλον ανήκει στην Λέντζου. Περιμένουμε το δεύτερο μεγάλου μήκους πόνημά της λοιπόν.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Φεβρουαρίου 2022 από την Danaos Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική