του Ameen Nayfeh. Με τους Ali Suliman, Lana Zreik, Samia Bakri, Tawfeeq Nayfeh, Maryam Nayfeh, Ghassan Abbas, Nabil Al Raai, Ghassan Ashqar, Mahmoud Abu Eita, Anna Unterberger, Motaz Malhees.
"Σε πόση ώρα διανύονται 200 μέτρα στη Λωρίδα της Γάζας;"
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Κάγκελα - και πανύψηλα τείχη - παντού...
Ο Ameen Nayfeh γεννήθηκε στην πόλη Τουλκάρμ, στη Δυτική Όχθη, στην Παλαιστίνη, το 1988. Το 2012 αποφοίτησε με Master από το Ινστιτούτο Κινηματογραφικών Τεχνών Ερυθράς Θάλασσας της Ιορδανίας, με σκοπό να διηγηθεί αυθεντικές ιστορίες του τόπου του. Είναι σεναριογράφος, παραγωγός και σκηνοθέτης βραβευμένων ταινιών μικρού μήκους, ενώ τα τελευταία έξι χρόνια εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας στην παραγωγή ταινιών για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Το «200 μέτρα» είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, στην οποία εκτός από τη σκηνοθεσία, υπογράφει και το σενάριο.
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ Βενετίας, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Venice Days - Giornate degli Autori» κερδίζοντας εκεί το βραβείο κοινού. Από εκεί και πέρα η ταινία προβλήθηκε σε πάμπολλα διεθνή φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων κι εκείνο της Θεσσαλονίκης. Προβλήθηκε στο (διαγωνιστικό) τμήμα «Meet the Neighbors» όπου τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ταινίας και με το ειδικό βραβείο σκηνοθεσίας. Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Ιορδανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Η υπόθεση: Ο Μουσταφά είναι οικοδόμος, σύζυγος, πατέρας τριών ανήλικων παιδιών κι ένας άνθρωπος με αρχές. Η γυναίκα του, η Σαλγουά, ζει με τα παιδιά τους σε ένα διαμέρισμα από την άλλη πλευρά του Τείχους, που χωρίζει το Ισραήλ από τα Κατεχόμενα Εδάφη της Παλαιστίνης, ενώ ο Μουσταφά ζει με τη μητέρα του σε διαμέρισμα στα Κατεχόμενα, που βρίσκεται σε απόσταση 200 μέτρων από το σπίτι της γυναίκας του. Τα δύο σπίτια έχουν οπτική επαφή μεταξύ τους και συχνά τα βράδια οι μεν με τους δε επικοινωνούν με πρωτότυπους τρόπους. Ο Μουσταφά θα μπορούσε να βγάλει ένα πιστοποιητικό, που θα του επέτρεπε να ζει στο Ισραήλ, με την οικογένειά του. Αντ' αυτού, προτιμά να χρησιμοποιεί άδεια εργασίας, γιατί θεωρεί πως η εναλλακτική που του προσφέρεται είναι παράνομη. Το γεγονός προκαλεί εκνευρισμό στη γυναίκα του, καθώς αναγκάζεται σε διαρκή πέρα δώθε, ο Μουσταφά όμως δεν αλλάζει γνώμη.
Η υπόθεση: Ο Μουσταφά είναι οικοδόμος, σύζυγος, πατέρας τριών ανήλικων παιδιών κι ένας άνθρωπος με αρχές. Η γυναίκα του, η Σαλγουά, ζει με τα παιδιά τους σε ένα διαμέρισμα από την άλλη πλευρά του Τείχους, που χωρίζει το Ισραήλ από τα Κατεχόμενα Εδάφη της Παλαιστίνης, ενώ ο Μουσταφά ζει με τη μητέρα του σε διαμέρισμα στα Κατεχόμενα, που βρίσκεται σε απόσταση 200 μέτρων από το σπίτι της γυναίκας του. Τα δύο σπίτια έχουν οπτική επαφή μεταξύ τους και συχνά τα βράδια οι μεν με τους δε επικοινωνούν με πρωτότυπους τρόπους. Ο Μουσταφά θα μπορούσε να βγάλει ένα πιστοποιητικό, που θα του επέτρεπε να ζει στο Ισραήλ, με την οικογένειά του. Αντ' αυτού, προτιμά να χρησιμοποιεί άδεια εργασίας, γιατί θεωρεί πως η εναλλακτική που του προσφέρεται είναι παράνομη. Το γεγονός προκαλεί εκνευρισμό στη γυναίκα του, καθώς αναγκάζεται σε διαρκή πέρα δώθε, ο Μουσταφά όμως δεν αλλάζει γνώμη.
Μια μέρα, περιμένοντας μαζί με εκατοντάδες Παλαιστινίους, να περάσει στο Ισραήλ για να εργαστεί, ο Μουσταφά πληροφορείται πως δεν του επιτρέπεται η είσοδος στη χώρα, λόγω μιας ασήμαντης λεπτομέρειας. Την ίδια μέρα, η γυναίκα του τον ενημερώνει πως ο γιος τους βρίσκεται στο νοσοκομείο, λόγω ατυχήματος. Μια απόσταση 200 μέτρων γίνεται μια οδύσσεια 200 χιλιομέτρων, καθώς ο Μουσταφά, μην έχοντας καμία επιλογή πια, θα προσπαθήσει να περάσει λαθραία στην άλλη πλευρά του Τείχους, προκειμένου να επισκεφτεί τον γιο του στο νοσοκομείο. Και σε αυτό το ταξίδι θα αντιμετωπίσει διάφορες παράξενες καταστάσεις. Θα καταφέρει να περάσει απέναντι τελικά;
Η άποψή μας: Εντάξει, κλαιγόμαστε κι εμείς για τις ζωές μας, αλλά ισχύει πάντα το λαϊκό γνωμικό «υπάρχουν και χειρότερα». Πχ, να είσαι Παλαιστίνιος. Να ζεις σε μια χώρα, που είναι μεν δική σου αλλά τελικά δεν είναι, δίπλα στους κατακτητές σου, οι οποίοι καθημερινά σου επιβάλλουν δοκιμασίες, πολλές από τις οποίες είναι εξευτελιστικές. Δεν ζεις ελεύθερος. Αυτό. Σαν να βρίσκεσαι σε ένα μόνιμο lockdown ένα πράμα. Να αγωνίζεσαι να εργαστείς, να στοιβάζεσαι παρέα με εκατοντάδες άλλους συμπατριώτες σου σε δεκάδες check points, να μην μπορείς να βρεις το δίκιο σου με τίποτα, να δέχεσαι καθημερινά εξευτελισμούς από προκλητικούς εποίκους και τις ισραηλινές αρχές. Κι όμως, αυτός ο λαός, αντέχει. Και προσαρμόζεται. Δεν γίνεται διαφορετικά.
Η άποψή μας: Εντάξει, κλαιγόμαστε κι εμείς για τις ζωές μας, αλλά ισχύει πάντα το λαϊκό γνωμικό «υπάρχουν και χειρότερα». Πχ, να είσαι Παλαιστίνιος. Να ζεις σε μια χώρα, που είναι μεν δική σου αλλά τελικά δεν είναι, δίπλα στους κατακτητές σου, οι οποίοι καθημερινά σου επιβάλλουν δοκιμασίες, πολλές από τις οποίες είναι εξευτελιστικές. Δεν ζεις ελεύθερος. Αυτό. Σαν να βρίσκεσαι σε ένα μόνιμο lockdown ένα πράμα. Να αγωνίζεσαι να εργαστείς, να στοιβάζεσαι παρέα με εκατοντάδες άλλους συμπατριώτες σου σε δεκάδες check points, να μην μπορείς να βρεις το δίκιο σου με τίποτα, να δέχεσαι καθημερινά εξευτελισμούς από προκλητικούς εποίκους και τις ισραηλινές αρχές. Κι όμως, αυτός ο λαός, αντέχει. Και προσαρμόζεται. Δεν γίνεται διαφορετικά.
Άλλο λαϊκό γνωμικό: ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει το οτιδήποτε. Σαν ελατήριο, πιέζεται, πιέζεται, πιέζεται και βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, της πίεσης, στριμωγμένος και περιορισμένος. Όταν όμως η πίεση γίνει υπερβολική, δύο τινά μπορούν να συμβούν: ή που θα σπάσει το ελατήριο ή που θα πάρει τη φυσική του κατάσταση, επιστρέφοντας μονομιάς τη συσσωρευμένη ενέργεια. Και... γαία πυρί μιχθήτω! Όποιον πάρει ο χάρος. Ο Nayfeh αφηγείται έξυπνα την ιστορία του. Δεν χάνει την ώρα του για πολλές επεξηγήσεις. Πχ, λογικό είναι να μας φαίνεται εμάς (που δεν γνωρίζουμε επακριβώς την κατάσταση και τις συνθήκες) κάπως παράξενο το γεγονός ότι η οικογένεια του Μουσταφά μοιράζει τη ζωή της σε δύο νοικοκυριά. Κατά πως φαίνεται, όμως, αυτή είναι μια πρακτική που εφαρμόζουν πολλές οικογένειες Παλαιστινίων.
Η ταινία είναι δραματική και road movie ταυτόχρονα, χωρίς να λείπουν από αυτήν στοιχεία ηθογραφίας, ακόμα και θρίλερ. Βλέπουμε τον Μουσταφά στις οικογενειακές του στιγμές: ένας άνθρωπος που αγαπάει τη γυναίκα του, τη μητέρα του, τα παιδιά του. Ένας άνθρωπος, που θα έκανε τα πάντα για αυτούς που αγαπάει. Ένας άνθρωπος, που έχει προσαρμοστεί στις συνθήκες, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν έχει βάλει τα όριά του, τα οποία επ’ ουδενί δεν θέλει να περάσει. Όταν πχ η σύζυγός του, του προτείνει να γραφτεί ο ταλαντούχος στο ποδόσφαιρο γιος τους σε μια γνωστή ισραηλινή ομάδα, κάτι που σίγουρα θα έχει θετικές προοπτικές για το μέλλον του, ο Μουσταφά αρνείται κι αντ’ αυτού, προτείνει να τον γράψουν σε μια παλαιστινιακή ομάδα, κάτι που σημαίνει πολύωρη οδήγηση πριν και μετά την προπόνηση.
Σε καμιά στιγμή δεν νιώθεις πως ο Μουσταφά μισεί τους κατακτητές της πατρίδας του – αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως τους αποδέχεται. Βλέπουμε την καθημερινότητά του, τη ρουτίνα του, όλα. Και μετά, έρχεται η στιγμή για το παράνομο πέρασμα στην άλλη πλευρά – και άμεσα. Εδώ είναι που η ταινία γίνεται road movie. Ο Μουσταφά μοιράζεται το αυτοκίνητο που θα τους πάει ως τα σύνορα με έναν πιτσιρίκο, που ψάχνει για δουλειά, τον Ράμι, έναν ακτιβιστή, τον Κίφα, που κατεβάζει ισραηλινές σημαίες κατά τη διαδρομή και μια γερμανίδα ντοκιμαντερίστρια, την Άνε, η οποία δεν είναι ακριβώς αυτή που λέει. Κι ενώ όλοι οι υπόλοιποι επιβάτες δεν έχουν πρόβλημα με τον χρόνο που κυλά, ο Μουσταφά βιάζεται. Και νευριάζει. Και ξεσπάει.
Ο παραλληλισμός με το πρόβλημα της Παλαιστίνης, που απαιτεί άμεση λύση, είναι ολοφάνερος και πετυχημένος. Στη διαδρομή, πολλά θα συμβούν. Οι «λαθρεπιβάτες» κάποια στγμή, θα στοιβαχτούν στο πορτ μπαγκάζ, για να περάσουν απαρατήρητοι τα «σύνορα». Αυτή είναι μια από τις καλύτερες σκηνές της ταινίας. Χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, χωρίς πολύ αέρα, σε συνθήκες στριμώγματος και αποπροσανατολισμού, με την δυνατή μουσική μέσα από το αμάξι να χειροτερεύει τα πράγματα, θα τους δεις πώς περνάνε από την ελπίδα στην απελπισία.
Ο σκηνοθέτης, όμως, δεν θέλει να είναι in your face καταγγελτικός. Θέλει με ήπιο τρόπο για το κοινό που δεν γνωρίζει, να παρουσιάσει μια κατάσταση, που απέχει πολύ από το χαρακτηριστεί όχι απλά ιδανική αλλά έστω και βιώσιμη. Και να δείξει, με μια νότα αισιοδοξίας, πως η ζωή τελικά πάντα βρίσκει τον τρόπο να προχωρήσει. Και να δώσει μέχρι και χαρούμενες στιγμές μέσα στον ζόφο. Και διαθέτει κι έναν εξαιρετικό Ali Suliman στον κεντρικό ρόλο, να κάνει τα πράγματα πιο ανθρώπινα κι όχι να λειτουργούν απλώς ως σύμβολα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 4 Νοεμβρίου 2021 από την Cinobo!