Ιδρώτας (Sweat) Poster ΠόστερΗ γεύση της απιστίας

του Christoffer Boe. Με τους Nikolaj Coster-Waldau, Katrine Greis-Rosenthal, Flora Augusta, Charlie Gustafsson, August Vinkel, Nicolas Bro, Maj-Britt Mathiesen, Kent Dahlgren, Rasmus Hammerich.


Όταν «πεινάς» συνέχεια, υπάρχει κάτι για να «χορτάσεις;»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μάστερσεφ θα λέτε και θα κλαίτε

Αυτή είναι η 7η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 7 Μαΐου του 1974 στην πόλη Rungsted Kyst της Δανίας, Christoffer Boe. Η μοναδική άλλη ταινία της φιλμογραφίας του, που έχουμε δει στο εμπορικό κύκλωμα στην Ελλάδα, ήταν η πρώτη του, η περίφημη «Ερωτική αναπαράσταση» (Reconstruction, 2003). Εκείνη η ταινία δημιούργησε μπόλικο σούσουρο γύρω από το όνομά του, καθώς έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ των Καννών, συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα της Εβδομάδας Κριτικής και κερδίζοντας την Χρυσή Κάμερα, ως καλύτερο ντεμπούτο σκηνοθέτη ανάμεσα στους συμμετέχοντες σε όλα τα διαγωνιστικά τμήματα του φεστιβάλ.

Η γεύση της απιστίας (Smagen af sult / A Taste of Hunger) Poster Πόστερ Wallpaper
Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στην οποία προβάλλεται εμπορικά η ταινία μετά τη Δανία (όπου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της, βγαίνοντας στις αίθουσες στις 24 Ιουνίου) και την Εσθονία (όπου βγήκε στις 9 Ιουλίου). Είναι μόλις η δεύτερη ταινία του (μετά την αμέσως προηγούμενη) που δεν έκανε στάση σε κάποιο από τα φεστιβάλ Καννών, Βενετίας, Τορόντο, Αθήνας ή Θεσσαλονίκης. Και είναι η έβδομη από τις 7 ταινίες του όπου βασικό ρόλο κρατάει ο χαρακτηριστικός ηθοποιός Nicolas Bro (εδώ υποδύεται τον αδελφό του πρωταγωνιστή).

Η υπόθεση: Καλώς ήλθατε στο Malus, το καινούριο κόσμημα στον γαστρονομικό κόσμο της Κοπεγχάγης. Τα ηνία του μοδάτου αυτού εστιατορίου έχουν η Μάγκι και ο Κάρστεν. Εκείνη είναι ανθρωπολόγος με ειδίκευση στη γαστρονομία οπότε έχει επιμεληθεί το μοναδικό περιβάλλον του εστιατορίου, εκείνος είναι διάσημος σεφ που έχει αναλάβει να κάνει τα μαγικά του στην κουζίνα. Εκτός από την επαγγελματική επιτυχία, που τους έχει καταστήσει ως το ακατανίκητο ζευγάρι της γκουρμέ σκηνής, βιώνουν και οικογενειακή ευτυχία, ως παντρεμένο, ερωτευμένο ζευγάρι, με δύο υπέροχα παιδιά. 

Οι δυο τους μοιάζουν να τα έχουν όλα ή μάλλον σχεδόν όλα: το περιβόητο αστέρι Michelin, αυτή η τόσο σημαντική διάκριση που μπορεί να εκτοξεύσει τη φήμη ενός εστιατορίου μέσα σε μια νύχτα, ακόμη τους διαφεύγει και το ζευγάρι μοιάζει αποφασισμένο να θυσιάσει τα πάντα για να το κατακτήσει. Στο ακούραστο κυνήγι της απόλυτης αναγνώρισης, όμως, θα ξεχάσουν ότι τα καλύτερα γεύματα στη ζωή είναι αυτά που μοιραζόμαστε με άλλους. Και τα πράγματα θα γίνουν πιο περίπλοκα όταν κάποιος γράφει ένα ανώνυμο γράμμα με παραλήπτη τον Κάρστεν, που λέει απλά ότι η γυναίκα του αγαπά άλλον. Ποιος έστειλε το γράμμα και γιατί;

Η άποψή μας: Δεν ξέρω πόσο ανησυχητικό είναι κάτι που εντόπισα, αν δηλώνει μια τάση ή απλά πρόκειται για σύμπτωση. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω. Στα μάτια μου, η δανέζικη κοινωνία είναι μια από τις πλέον ελεύθερες, ακομπλεξάριστες, δημοκρατικές και προχώ κοινωνίες στον κόσμο. Μια κοινωνία προοδευτική και όχι συντηρητική, τουλάχιστον (να κάνω την απαραίτητη διευκρίνηση εδώ) στο θέμα των ανθρώπινων σχέσεων και δη, του γάμου. Έρχεται όμως τούτη η ταινία κολλητά μετά το «Άσπρο πάτο» να δηλώσει πως ρε παιδί μου, καλό είναι μια οικογένεια να μένει ενωμένη, μια σχέση, που ολοφάνερα έχει φθαρεί από τον χρόνο, να συνεχίσει να υφίσταται, μια απιστία (και στις δύο ταινίες από την πλευρά της γυναίκας, άλλο ένα συντηρητικό χτύπημα κάτω από τη μέση) να οδηγεί σε μια άτυπη «τιμωρία» της γυναίκας κι εντέλει στο δόγμα πως το σωστό είναι ένας γάμος να μην διαλύεται για ψύλλου πήδημα (μουάχαχαχαχαχα) για το καλό των παιδιών. 

Και στις δύο ταινίες, οι γυναίκες «σπρώχτηκαν» στην απιστία επειδή έφταιγε ο σύζυγος (χα!). Πολύ απασχολημένος με τη δουλειά του και τελειομανής ο σεφ, χαμένος στη μιζέρια, τη ρουτίνα και την κατάθλιψη ο δάσκαλος στην ταινία του Vinterberg. Και οι δύο ταινίες δεν τελειώνουν με... γάμο, όπως συνέβαινε στις ελληνικές ταινίες της Φίνος Φιλμς (ευτυχώς) αλλά μένουν ανοιχτές, με το μέλλον πάντως να διαγράφεται φωτεινό: εντάξει, το πήραν όλοι το μάθημά τους και πάμε για άλλα. Μπορεί η μόνη σύμπτωση να βρίσκεται στο γεγονός πως και στις δύο ταινίες συνσεναριογράφος των σκηνοθετών είναι ο Tobias Lindholm: ίσως να τραβάει τέτοιου είδους ζόρια και να κάνει με αυτόν τον τρόπο τις δικές του ενατενίσεις. Απλά, το σημειώνω. 

Και το σημειώνω γιατί, κατά τα άλλα, πολύ κλο κλο και από αβγό, τίποτα, που έλεγε και ο Γεωργίου (σημείωση: η πρώτη από τις ίσως πολλές, αναμενόμενες, παραπομπές σε φαγητό, μαγειρική κτλ). Γιατί ο Boe φτιάχνει μια ταινία αναμενόμενη, προβλέψιμη και χωρίς ουσιαστικό ενδιαφέρον. Εντάξει, φτιάχνει ατμόσφαιρα, οι ηθοποιοί του είναι νόστιμοι και δεν αγρεύουν το βλέμμα των θεατών, η αισθητική είναι υψηλού επιπέδου, οι σκηνές μαγειρικής – φαγητού πολύ σωστά στημένες και υπάρχει και το σήμα κατατεθέν του σκηνοθέτη από την πρώτη του ήδη ταινία, αυτό δηλαδή του χρονικού πέρα – δώθε στην αφήγηση, αλλά όλα αυτά δεν αρκούν για να καλύψουν την... πείνα του θεατή. 

Βλέπεις την ταινία και νιώθεις σαν να πήγες σε ένα γκουρμέ εστιατόριο, πολύ προσεγμένο, υψηλής αισθητικής, να βλέπεις το υπέροχα στημένο πιάτο σου, να δοκιμάζεις και από τη μια η γεύση να μην σου ανατινάζει τον ουρανίσκο και από την άλλη η ποσότητα να μην φτάνει για να γεμίσει η άδεια κοιλίτσα σου (σημείωση: αυτήν τη φράση σε παραλλαγές θα τη βρείτε σε όλες μα όλες τις κριτικές για την ταινία, εντάξει;). Εκεί που κάτι μπορεί να ταρακουνήσει τον θεατή από τον λήθαργο του meh είναι η προβληματική πάνω στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στα παιδιά η συμπεριφορά των γονέων τους. Δυο εγωιστικών, μεγαλομανών ενηλίκων στην περίπτωσή μας, που «θέλουν τα πάντα: και καριέρα και οικογένεια» και που λειτουργούν με επικίνδυνα τσιτάτα τύπου «στην κουζίνα το μαχαίρι το κρατάει μόνον ένας». Αλλά κι αυτό ακόμα γίνεται επιφανειακά και χωρίς πολλά πολλά... 

Η αλήθεια είναι πως κάποιες φορές έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ κι έχουμε εθιστεί στη γεύση του φαστ φουντ, που ενδεχομένως ο ουρανίσκος μας να μην μπορεί να εκτιμήσει την πλούσια παλέτα γεύσεων της υψηλής γαστριμαργίας. Κάποιες φορές, όμως, απλά μας πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Απλά.

Η γεύση της απιστίας (Smagen af sult / A Taste of Hunger) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Αυγούστου 2021 από την Rosebud 21!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική