του Jan Kounen. Με τους Vincent Lindon, François Damiens, Pascale Arbillot, Alix Poisson.
Το Σύνδρομο του Ποπκόρν
του zerVo (@moviesltd)
Που τους βρίσκεις που τους χάνεις αυτούς τους δόκτορες, όλο στο μασούλημα είναι ο νους τους, χρησιμοποιώντας κάθε λογής φαγώσιμο, για να ορίσουν με απλοϊκό τρόπο τις παθήσεις που ενδεχόμενα απασχολούν τον ασθενή. Όπως συνέβη με την πρωτάκουστή μου και μάλλον μπακαλίστική διάγνωση του Συνδρόμου του Ποπκόρν, όπως την διατύπωσε ο ψυχίατρος, κατά το οποίο ο παθών, μπορεί να συμπεριφέρεται λογικά και αρμονικά, όσο μοιάζει με ένα ανέγγιχτο μπιζελάκι από καλαμπόκι. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την αντίδραση του, όμως, όταν θα έλθει σε επαφή με το καυτό λάδι, όπου μονομιάς θα εκραγεί, με μη προβλέψιμες συνέπειες για τον περίγυρο. Μάλλον αυτό είναι και το μοναδικό (μαθησιακό) μου κέρδος, από την παρακολούθηση της φραντσέζικης ντραμεντί Mon Cousin, που μάλλον μου άφησε μια περίεργη γεύση, σαν κι εκείνης όταν αρπάζει το ποπ κορν στην κατσαρόλα.
Με κόπους, θυσίες, μόχθο προσωπικό και στερήσεις οικογενειακής ευτυχίας, έχει κατορθώσει ο εργασιομανής Πιερ Παστιέ να οδηγήσει την φίρμα της οινοποιίας που ηγείται, σε μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες σε ολόκληρη την Γαλλία. Με οδηγό του το σύνθημα "η γεύση της γεύσης" τα εξαιρετικής κρασιά που προσφέρει, έχουν αποφέρει τεράστια κέρδη τόσο στην επιχείρηση όσο και στον ίδιο, ώστε να διαβιώνει πλούσια στην ακριβή έπαυλη, μαζί με την τριμελή του φαμίλια. Μοναδικό αγκάθι για την εύρυθμη λειτουργεία της εταιρίας, η ανά πενταετία ανανέωση της σύμβασης, με τον κατέχοντα τις μισές από τις μετοχές του ομίλου, εξάδελφο του, Αντριέν, μια συνήθως τυπική συμβολαιογραφική διαδικασία, που απλά αποσπά τον πολυάσχολο Πιερ, από τα ολοήμερα μίτινγκ με τους συνεργάτες του.
Αυτή την φορά η άφιξη του εξαδέλφου, όμως, θα εξελιχθεί σε κάπως πιο πολύπλοκη και ανατρεπτική, καθώς ο αγαθός, αγαπησιάρης, καλόκαρδος αλλά και στενός κορσές Αντριέν, επιθυμώντας να περάσει λίγο χρόνο παραπάνω μαζί με το αίμα του, θα καθυστερήσει επίτηδες την υπογραφή των ντοκουμέντων. Γεγονός που θα εκνευρίσει αφάνταστα τον, έτσι κι αλλιώς κατσούφη, CEO, που βρίσκεται στο μέσον του κλεισίματος μιας σπουδαίας επιχειρηματικής κίνησης. Πόσο μάλλον από την στιγμή που θα πληροφορηθεί, πως το ξαδελφάκι του μπαινοβγαίνει στις κλινικές, προκειμένου να ρυθμίσει την άκρατη υπερκινητικότητα στην συμπεριφορά του.
Καλυπτόμενος μάλιστα από το δικαίωμα που του χαρίζει ο νόμος, ως ο ένας εκ των δύο κληρονόμων της περιουσίας του παππού που ίδρυσε την κρασοποιία, ο αφανής άλλες φορές, μα τωρινός τσίμπουρας επισκέπτης, θα επιθυμήσει να εισέλθει ενεργότερα στις διαδικασίες της επιχείρησης. Πράξη που δεν έχει κάποιο κίνητρο φθόνου ή πλεονεξίας για περισσότερα οικονομικά οφέλη, παρά μόνο εκδηλώνεται από την αγάπη που θρέφει για τον λατρεμένο του εξάδελφο, νιώθοντας τον υποδουλωμένο στο στρες που του προκαλεί η ασίγαστη δίψα για επαγγελματική επικράτηση. Άντε τώρα να έχεις δέκα χιλιάδες υπαλλήλους να διοικήσεις, πόσους τόνους σταφύλι να επιλέξεις και να πρέπει να νταντέψεις τον εκκεντρικό συγγενή που έσκασε σαν αλεξιπτωτιστής, σχεδόν από το πουθενά.
Έτσι είναι όμως, το σόι δεν το επιλέγουμε, είμαστε υποχρεωμένοι να το ανεχθούμε, οποιαδήποτε κι αν είναι η στάση του. Ειδικά δε όταν στην προκειμένη περίπτωση, τα πάντα έχουν σαν βατήρα την λατρεία του ενός, για τον άνθρωπο που μια φορά κι έναν καιρό, με κοντά παντελονάκια ως παιδιά, έπαιζαν αθώα στις παραλίες και στις εξοχές, σιμά στην φάρμα του παππού. Κάτι που ο ακριβώς αντίθετης ψυχοσύνθεσης, διαρκώς αγέλαστος Πιερό έχει λησμονήσει μέσα στην ακατάπαυστη μανία του για το κέρδος, δημιουργώντας έτσι το κατράμι γιν δίπλα στο ολόλευκα αθώο γιανγκ της πλοκής. Που ανίσως σκαμπανεβαίνει κατά διαστήματα, από το ένα άκρο της κομεντί, στο ακριβώς απέναντι της στενοχώριας, ενόσω τα προτερήματα και τα ελαττώματα του διδύμου, αλληλοσυμπληρώνουν τον κύκλο.
Δεν είναι και τόσο δοκιμασμένος στο genre o Ολλανδός σκηνοθέτης Jan Kounen, που στην δημιουργική προϊστορία του είχε αφήσει εξαιρετικά δείγματα γραφής, τόσο στο βίντεο κλιπ που υπηρέτησε, όσο και στην μυθοπλασία, μέσα από ριζοσπαστικές (για το είδος τους) ταινίες, όπως το πολυβολικά γκανγκστερικό Dobermann και το πειραγμένο γουέστερν Blueberry. Κι αυτό διακρίνεται και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό, στις ανισορροπίες της αφήγησης του, στην εύκολη λύση που αναζητά συχνά στους σεναριακούς εφιάλτες, στην υπερβολική μέθοδο που αποφάσισε να χειριστεί τους πέντε παράδες παραπάνω του μπάτζετ, αφού μέχρι και πτώση φλεγόμενου λίαρ τζετ συμπεριλαμβάνει - τάχαμου για να γελάσουμε - το στόρι. Στην πιο ανούσια και μάλλον καταστροφική για την συνέχεια, σεκάνς του έργου.
Το γαλλικό σινεμά αρέσκεται στο να δημιουργεί αστείες καταστάσεις, με την παρουσία αντιθέτων χαρακτήρων στις ιστορίες του. Θεωρώ πως κάποτε, πίσω αρκετά στον χρόνο, με πολύ λιγότερους παράδες αλλά μπολικότερο κέφι κι έμπνευση, μια παρόμοια υπόθεση δια χειρός Gerard Oury, θα είχε προκαλέσει σεισμό από τα γέλια στην πλατεία, που θα θωρούσε στο εκράν τον μουρτζούφλη De Funes να φτάνει στα όρια του, από τα καμώματα του αφελή γίγαντα Bourville. Απογοητευτικά εδώ, πηγαίνουν στράφι και οι (πάντα ζεστές κι ανθρώπινες) ερμηνείες του ντουέτου Vincent Lindon και François Damiens, πέφτοντας θύματα κι αυτές της ανώφελης ματαιοδοξίας που έκρυβε μέσα του Το Ξαδελφάκι Μου για το κάτι παραπάνω.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Αυγούστου 2021 από την Weird Wave!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική