του Michael Polish. Με τους Meadow Williams, Thomas Kretschmann, Al Pacino, Swen Temmel, Mitch Pileggi, Carsten Norgaard, Lala Kent, Marcus Rafinski, Carlos Leal.
The Bitch Of Berlin
του zerVo (@moviesltd)
Η αλήθεια είναι πως για λίγα λεπτά, έβαλα τον εαυτό μου στην θέση των ενόρκων, όπως συνηθίζει άλλωστε ο κάθε θεατής, σε οποιαδήποτε περίπτωση δικαστικού δράματος. Και εκεί βίωσα από τα λεγόμενα στην ακροαματικής διαδικασίας, την απόλυτη συλλογιστική ανακατωσούρα, σχηματίζοντας, κάποια στιγμή, την εντύπωση πως κακώς κατηγορήθηκε η εναγόμενη. Ή απεναντίας πολύ καλά έκαναν και την κάθισαν στο σκαμνί, αλλά τα παραθυράκια του νόμου, αν κάποιος συνήγορος τα κατέχει, είναι τόσα πολλά, ώστε να σκαπουλάρει ο πιθανότερος ένοχος την κρεμάλα. Ή κάπου ενδιάμεσα, ορθώς λειτούργησε το Σώμα και επέδειξε την Σολομώντεια λύση. Δεν ξέρω, μια ανακατωσούρα, όλα μέσα στο μυαλό μου από τα θολά δεδομένα. Που πιθανότατα γι αυτήν να ευθύνεται η μέθοδος που μου σερβιρίστηκαν στο αμφιβόλου ανταπόκρισης και συνέπειας στην ιστορική πραγματικότητα, American Traitor.
Έχοντας εγκατασταθεί από πριν την έκρηξη του πολέμου στο Βερολίνο, η Αμερικανίδα αρτίστα Μίλντρεντ Γκίλαρς, θα εκμεταλλευτεί τις γνωριμίες της στο Ναζιστικό Κόμμα, ώστε να φτάσει μέχρι την ακρόαση από τον ίδιο τον επιτελάρχη της Χιτλερικής Προπαγάνδας, Γιόσεφ Γκέμπελς, προκειμένου να την χρησιμοποιήσει σε κάποιο από τα δηλητηριώδη σχέδια του. Και πραγματικά χάρη στην μπριόζα και σκερτσόζικη μόστρα της, η πανέξυπνη τραγουδίστρια, θα αναλάβει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην αγγλόφωνη εκπομπή του γερμανικού ραδιοφώνου, όπου μέσα από κείμενα και νότες, θα παροτρύνει τους συμμάχους να εγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια αντίστασης και πάλης, ενάντια στον δοξασμένο και αήττητο στρατό των SS.
Υποδυόμενη για μια ολόκληρη πενταετία, όσο κράτησαν οι εχθροπραξίες, την Σάλι του Άξονα, η Γκίλαρς θα αναδειχθεί σε σούπερ σταρ της περιόδου, μορφή καλοσχηματισμένη από το φασιστικό προμόσιον, για να μοιράζει τα πράγματα μέσα από τα ερτζιανά, εντός κι εκτός της χώρας κατά πως την βολεύουν. Με το πέρας των μαχών και την οριστική πανωλεθρία της Γερμανίας, η καλλιτέχνις γνωρίζοντας πως θα εκδιωχθεί από τους συμπατριώτες της, θα κρυφτεί κάτω από ψευδή ταυτότητα, προκάλυμμα όχι ικανό να την γλυτώσει από την σύλληψη στα 1949 και την οδήγηση της στο εδώλιο, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.
Και φυσικά το φάσμα της αγχόνης στον ορίζοντα, αφού ούτε ένας Γιάνκης δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί την ανάρμοστη αντεθνική δράση της, ενόσω χάνονταν χιλιάδες νέοι, καθημερινά, στο μέτωπο. Κι εκεί ακριβώς σκάζει σαν από μηχανής Θεός, ο βετεράνος, βαριεστημένος, τριμμένος για εκατομμύρια ώρες μέσα στα ημιφωτισμένα δικαστήρια, νομικός, Τζέιμς Λόφλιν, που θα αναλάβει την υπεράσπιση της. Και παρότι κάθετα ενάντιος στην ελεεινή δράση της, με παιδί χαμένο στα χαρακώματα, θα κάνει ότι ορίζει ο όρκος του στην Θέμιδα, για να αποτρέψει την εσχάτη των ποινών.
Η υπόθεση της πρώτης Αμερικανίδας που σιδηροθέθηκε ως θανάσιμη εχθρός του Έθνους, την ύπαρξη της οποίας μέχρι χθες αγνοούσα, μοιάζει πολύ ενδιαφέρουσα και μάλιστα εξόχως κοινωνικά αναλύσιμη, σε αρκετά της σημεία. Το μεγάλο της πρόβλημα, από την στιγμή που μεταφέρεται στο μεγάλο εκράν ως σενάριο, είναι πως είναι εκ πρώτοις τόσο κακογραμμένη και ακολούθως τόσο άσχημα εκτελεσμένη σκηνοθετικά, ώστε να σε απωθεί πολύ γρήγορα από το να την παρακολουθήσεις. Το αφήγημα λαμβάνει, λογικά, χώρα σε δύο χρόνους, στο στενόχωρο σήμερα που τρέχει μέσα στο δικαστήριο και τα μπουντρούμια του και στο ιλουστρασιόν χθες, εκεί που η (αντι)ηρωίδα, ζει τον Παράδεισο της στο σαν σε τεχνητό νοητικό κώμα, Βερολίνο.
Την καλοζωία του χθες, με τους έρωτες, τις πανάκριβες τουαλέτες, ακόμη και τις καταπιέσεις του απολυταρχικού καθεστώτος, διαδέχεται η φάκα της στενής και η προοπτική του κρεμάσματος σε δημόσια θέα, προς τέρψη του διψασμένου για εκδίκηση κοινού. Δηλαδή αυτό θα περιμέναμε να μας εκθέσει ο άτολμος δημιουργός Michael Polish στο φτιαγμένο για την μικρή οθόνη, δράμα του, αντί να σπαταλάει χρόνους και ρυθμούς, αναπλάθοντας τα ίδια και τα ίδια περιστατικά και μιξάροντας ανόητες αγάπες, απειλές και ανασφάλειες, μπας και γεμίσει το ενενηντάλεπτο. Χωρίς τέμπο και δραματουργικές καταστάσεις, ακόμη χειρότερα δίχως σαφή ορθολογικό ειρμό, το φιλμ παρασύρεται σε μια ανούσια, λουστραρισμένη παρωδία και σε ένα φινάλε που δυσκολεύεσαι να αποδεχθείς ως νομικά ορθό.
Αποδιωκτικά λειτουργεί στο σύνολο της η υπερβολική, σε βαθμό ανεκδότου, παρουσία της μπόλικα μπογιατισμένης για να αναπαραστήσει την κοκέτα "κατάσκοπο", η παντελώς άγνωστη (μου) Meadow Williams, σε μια ερμηνεία που ελάχιστα διαφέρει από εκείνες τις αστείες των Οικογενειακών Ιστοριών του Alpha TV. Πόσο τραγική κατάσταση για τον μέγιστο Al Pacino, που ακόμη και κάτω από τέτοιες ερασιτεχνικές, για το υποκριτικό του μεγαλείο, περιστάσεις, ξεδιπλώνει για μυριοστή φορά το μοναδικό του ταλέντο, κλέβοντας την παράσταση ως ξεθωριασμένος νομικός. Δεν θα ήταν υπερβολή να πω πως στο τέλος, είχα την εντύπωση πως το biopic αφορούσε την δική του περσόνα και όχι αυτή της κατηγορουμένης.
Που ποτέ μου δεν κατάλαβα, μέσα από τους δεσμούς της και την καλοπέραση στην Μπερλίνα, αν υπήρξε θύμα, πιόνι, σκλάβος, αιχμάλωτη ή απλώς μια οπορτουνίστρια Μπέτι Μπουπ, που γλύτωσε το απόσπασμα παρά τρίχα, χάρη στην εμπνευσμένη δεκάλεπτη αγόρευση κάποιου θεόσταλτου ανθρώπου, που ποτέ δεν πείστηκε για την αθωότητα της. Προσπέραση...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Ιουνίου 2021 από την Tanweer!
1 σχόλια:
ΟΛΗ Η ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική