Μάρτιν Ίντεν (Martin Eden) Poster ΠόστερΜάρτιν Ίντεν

του Pietro Marcello. Με τους Luca Marinelli, Jessica Cressy, Vincenzo Nemolato, Marco Leonardi, Denise Sardisco, Carmen Pommella, Elisabetta Volagoi, Carlo Cecchi, Anna Patierno, Giustiniano Alpi, Pietro Ragusa.


Οράματα και αυταπάτες
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

«Εμένα δεν θα μου τη φέρετε ποτέ»!

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 2 Ιουλίου του 1976 στην Καζέρτα της Ιταλίας Pietro Marcello. Την πρώτη του, το «Όμορφη και χαμένη» (Bella e perduta, 2015) την είχε προβάλει το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης εκείνης της χρονιάς στο τμήμα «Ρεύματα» των «Ανοιχτών Οριζόντων». Ο Marcello έχει γυρίσει μπόλικα ντοκιμαντέρ μικρού και μεγάλου μήκους. Η επόμενη ταινία μυθοπλασίας του βρίσκεται στο pre-production, έχει τον τίτλο «L'envol» και πρωταγωνιστές της θα είναι οι Louis Garrel και Noémie Lvovsky. Το «Martin Eden» έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας του 2019, όπου και τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας για τον Luca Marinelli.

Μάρτιν Ίντεν (Martin Eden) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Jack London, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1909 – ο συγγραφέας το έγραψε στα 32 του χρόνια! Με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, δεν είχε την τεράστια δημοφιλία άλλων βιβλίων του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα, όπως «Το κάλεσμα της άγριας φύσης» και «Ο ασπροδόντης». Η κινηματογραφική απόδοση του Marcello είναι η τρίτη που έχει επιχειρηθεί, με πρώτη το 1914 και με δεύτερη το 1942, στο «The Adventures of Martin Eden», όπου πρωταγωνιστούσε ο Glenn Ford. Έχει γυριστεί και μίνι τηλεοπτική σειρά αλλά και τηλεταινία με βάση το βιβλίο. Πάντως, το βιβλίο και ο ομώνυμος ήρωας έχουν επηρεάσει πολλά έργα τέχνης, με αναφορές σε τραγούδια και ταινίες. Χαρακτηριστικά, να αναφέρουμε πως ο νεαρός Νουντλς στο αριστούργημα του Sergio Leone «Κάποτε στην Αμερική» (Once Upon a Time in America, 1984) σε κάποια σκηνή φαίνεται να διαβάζει το βιβλίο.

Η υπόθεση: Ο Μάρτιν Ίντεν είναι ένας όμορφος νεαρός ναυτικός, που ανάμεσα στα μπάρκα του, μένει στο φτωχικό σπίτι του αδελφού του και της γυναίκας του στη Νάπολη. Μια μέρα σώζει τον νεαρό Αρτούρο Ορσίνι από ξυλοδαρμό στο λιμάνι. Ο Αρτούρο τον προσκαλεί στο σπίτι του για να ευχαριστήσει τον Μάρτιν. Εκεί ο Μάρτιν θα δει την Έλενα, την αδελφή του Αρτούρο, και θα την ερωτευθεί κεραυνοβόλα. Η Έλενα είναι μεγαλοαστή, μια μορφωμένη και καλλιεργημένη κοπέλα, ανήκει δηλαδή στο απέναντι ταξικό στρατόπεδο σε σχέση με τον προλετάριο Μάρτιν. Θα του «συστήσει» τον Μποντλέρ και ο Μάρτιν θα κεραυνοβοληθεί για δεύτερη φορά! Διψώντας για γνώση, θα αρχίσει να διαβάζει κι ένας ολόκληρος νέος κόσμος θα του φανερωθεί. 

Ουσιαστικά αυτοδίδακτος σε ότι αφορά τη μόρφωση, θα αρχίσει να γράφει μανιωδώς, καθώς πλέον όνειρό του είναι να γίνει συγγραφέας. Οι συνεχείς απορρίψεις δεν θα τον λυγίσουν. Η γνωριμία του με τον κυνικό γηραιό, ασθενικό αριστοκράτη σοσιαλιστή, Ρους Μπρισεντέν, θα είναι καθοριστική. Εντέλει, ο Μάρτιν Ίντεν εκεί που πλέον δεν το περιμένει, θα πετύχει. Θα γίνει διάσημος συγγραφέας και θα βγάλει πολλά χρήματα. Τελικά, όμως, η υπαρξιακή του απόγνωση θα γιγαντωθεί και ο Μάρτιν δεν θα έχει από που να κρατηθεί...

Η άποψή μας: Το σινεμά είναι η πιο λαϊκή τέχνη. Βασικός της στόχος είναι να διασκεδάζει τη μεγάλη πλειοψηφία θεατών. Να προσφέρει γέλιο, κλάμα, αγωνία, συγκίνηση. Όταν μια ταινία, που φτιάχτηκε για τον πολύ κόσμο, είναι και καλή ταινία, τότε αυτή η ταινία έχει πετύχει τον στόχο της. Έχει πιάσει την πεμπτουσία του σινεμά. Και με τον έναν ή άλλο τρόπο, θα καταφέρει να πλησιάσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό. Σε μια τέτοια περίπτωση δημιουργοί, παραγωγοί, κριτικοί και κοινό είναι όλοι ευχαριστημένοι, ίσως και ευτυχισμένοι, ενδεχομένως και εκστασιασμένοι. Σίγουρα συντονισμένοι. 

Τι γίνεται, όμως, όταν μια ταινία – όχι πειραματική, όχι ερμητικά κλειστή στους πολλούς, όχι προχώ για όλους τους σωστούς ή λάθος λόγους – είναι διαφορετική; Όταν ολοφάνερα δεν είναι για το μεγάλο κοινό αλλά ενδεχομένως να συγκλονίσει αυτούς τους λίγους που θα μπορέσουν να την ανακαλύψουν; Ποιος ο ρόλος ημών των κριτικών σε μια τέτοια περίπτωση; Μα φυσικά, να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας και τα κείμενά μας ούτως ώστε να υποστηριχθεί, να κοινωνηθεί, να αναδειχθεί. Κι ας ελλοχεύει ο κίνδυνος να συναντήσει την πλήρη αδιαφορία. 

Ακόμα χειρότερα: υπάρχει πάντα ο κίνδυνος, κάποιος που διαβάζει ένα κείμενό σου στο οποίο αποθεώνεις μια ταινία, να ψηθεί, να πάει να τη δει κι όχι μόνον να μην συμμεριστεί τον ενθουσιασμό σου, αλλά να γυρίσει να σου πετάξει κι ένα «τι μαλακία με έστειλες να δω ρε ψηλέ;». Θα με πεις, κι αυτό μέσα στο παιχνίδι είναι. Θα σε πω, δίκιο έχεις, δεν μπορούμε να τα έχουμε καλά με όλους. Αλλά τι μεγάλη ικανοποίηση να σπρώξεις κόσμο να δει μια ταινία και μετά αυτός ο κόσμος να σε ευχαριστήσει; Ό,τι καλυτερότερο! 

Όλος αυτός ο μακροσκελέστατος πρόλογος για να καταλήξω πως το Martin Eden είναι ταινιάρα, που δεν πρέπει να χάσετε επ' ουδενί! Κι ας μην είναι η τυπική ταινία για θερινό σινεμά. Και με κίνδυνο να φάω και μερικά γαμωσταυρίδια από μη ικανοποιημένους πελάτες. Θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό... Το Μάρτιν Ίντεν είναι πρώτα και πάνω από όλα ΣΙΝΕΜΑ. Ατόφιο, πραγματικό σινεμά, σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια που μπορεί να του προσφέρει το super 16mm φιλμ. Θαρρείς και Taviani κι Antonioni, Fellini και Visconti, Bertolucci και... Αγγελόπουλος (ξέρω, ξέρω, το όνομα που κάνει τζιζ) ήρθαν κι έδεσαν αρμονικά σε τούτο το υπέροχο, μεγαλόπρεπο φιλμ. 

Να μην χορταίνεις να βλέπεις την Εικόνα. Και κάνει κάτι υπέροχο ο σκηνοθέτης, που λειτουργεί εξαιρετικά. Συχνά πυκνά ανάμεσα στις σκηνές ενθέτει κομμάτια από τα προηγούμενα «Martin Eden» που έχουν γυριστεί, αλλά και σκηνές από παλιότερα δικά του ντοκιμαντέρ, όπως και επίκαιρα «της εποχής» (συγκλονιστική η εικόνα του αναρχικού Ερίκο Μαλατέστα, να φιλάει ένα παιδί). Ένα μοτίβο τόσο απλό σε σύλληψη αλλά τόσο λειτουργικό εντέλει. Παιδιά που παίζουν, παιδιά που χορεύουν, φάτσες πραγματικών ανθρώπων σε κάδρα ανείπωτης ομορφιάς και αλήθειας. Το πρώτο πράγμα που με ενθουσίασε στην ταινία. 

Το δεύτερο είναι το άχρονο του πράγματος. Γενικώς, εκνευρίζομαι όταν σε μια ταινία δεν ξεκαθαρίζεται από την αρχή ο τόπος, ο χρόνος και τα πρόσωπα που συμμετέχουν. Εδώ λοιπόν ο χρόνος είναι απροσδιόριστος, αλλά με έναν τρόπο βγαλμένο λες μέσα από παραμύθι, σφυρηλατημένο όμως στον πιο απόλυτο ρεαλισμό. Ταιριάζει αυτό το άχρονο στην ταινία, ταιριάζουν οι αναχρονισμοί, ταιριάζει όλο αυτό με όλα όσα θέλει να πει ο σκηνοθέτης. Υπάρχουν σκηνές βγαλμένες από τις αρχές του 20ου αιώνα (το «1900» είναι ο εύκολος οδηγός) – γενικά ο 20ος αιώνας είναι κυρίαρχος – δεν υπάρχουν κινητά ή κομπιούτερ, υπάρχουν όμως πρόσφατες μελωδίες, υπάρχουν πλάνα με ηλεκτροφόρα σύρματα, υπάρχουν πλάνα που θα έλεγες ότι βρισκόμαστε λίγο πριν το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, υπάρχουν άλλα όπου θαρρείς και βρίσκεσαι στη δεκαετία του '60, τα μπουφάν των παιδιών που χορεύουν παραπέμπουν στα eighties κτλ κτλ. 

Κι ενώ θεωρητικά η ταινία είναι πνιγμένη στην Ιστορία, στην Ιστορία του 20ου αιώνα, εδώ η Ιστορία είναι παρατηρητής, δεν υποκινεί τα δρώμενα, δεν είναι εκείνη που κινεί τους ανθρώπους σαν μαριονέτες. Ο Μάρτιν Ίντεν θέλει να μορφωθεί γιατί η μόρφωση είναι (ή μήπως ήταν;) το πρώτο βήμα για καταπολεμηθεί η φτώχεια. «Αν το ψωμί είναι η μόρφωση και η σάλτσα είναι η φτώχεια τότε με μια κίνηση αυτή εξαφανίζεται» λέει ο Μάρτιν σε μια από τις πολλές χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας. Μιας ταινίας γεμάτης ιδέες, γεμάτης συγκρούσεις. Και καπιταλισμός και σοσιαλισμός και ατομικισμός. 

Ο Μάρτιν στα πρώτα του βήματα ως αναγνώστης ανακαλύπτει τον Χέρμπερτ Σπένσερ και επηρεάζεται βαθύτατα από τις ιδέες του. Παράξενη μορφή ο Σπένσερ. Υπέρμαχος του «survivor of the fittest», υπέρμαχος του κοινωνικού δαρβινισμού, υπέρμαχος της ιδέας ότι η ανθρωπότητα μπορεί να πάει μπροστά μόνο μέσω της ατομικής βελτίωσης, ήταν ενάντιος και στον καπιταλισμό και στον σοσιαλισμό. Αγνωστικιστής, πολυμαθής, ενάντιος στους πολέμους, με ιδέες γειτονικές με εκείνες του Φρίντριχ Νίτσε, λειτουργεί ως αφυπνιστής για τον Μάρτιν, ο οποίος όμως πέρα και πάνω από όλα δεν μπορεί να ξεχάσει (και δεν τον αφήνουν και οι γύρω του) πως είναι ένας προλετάριος. «Κολλήγα γιος του παππού μου ο παππούς, κολλήγα γιος του παππού μου ο πατέρας, κι ο παππούς μου κολλήγας κι αυτός», που έλεγε και ο Κηλαηδόνης. 

Ο London, σοσιαλιστής ο ίδιος, είχε δηλώσει πως το συγκεκριμένο βιβλίο του ήταν ένα λιθοβόλημα ενάντια στον ατομικισμό, έτσι όπως τον εκφράζει ο βασικός του ήρωας, ο Ίντεν. Όμως, εντέλει, όπως τον παρουσιάζει, μάλλον δεν το πετυχαίνει αυτό και μάλιστα είχε επίσης δηλώσει πως ίσως δεν τα κατάφερε έτσι όπως τα σχεδίαζε. Ο σκηνοθέτης ακολουθεί αυτόν το δρόμο. Ο Μάρτιν Ίντεν του είναι ένας ήρωας «καταραμένος», τον οποίο αγαπάει παρά τα ελαττώματά του. Οι λέξεις του είναι καρφιά που ξεσκίζουν τους εφησυχασμένους αστούς αλλά γδέρνουν και τους έτοιμους να επαναστατήσουν προλεταρίους όπως εκείνος. 

Ο Luca Marinelli που τον ερμηνεύει είναι στιβαρός, ταγμένος στο ρόλο, γήινος και απίστευτα δυνατός. Η αλήθεια είναι πως η μετάβαση στο δεύτερο (μικρότερο σε διάρκεια) μέρος της ταινίας, εκείνο που ακολουθεί την επιτυχία του Μάρτιν, γίνεται κάπως απότομα και το φιλμ δείχνει να χάνει τη δυναμική του. Ο Μάρτιν όχι μόνο νιώθει πως έχει προδώσει την τάξη του (προσπαθεί να εξιλεωθεί χρηματοδοτώντας αριστερούς), το βασικότερο είναι πως νιώθει ότι έχει εξαπατηθεί από τα ίδια του τα όνειρα. Η επιτυχία δεν είναι αυτό που φανταζόταν, ο έρωτας γκρεμίζεται ως η απόλυτη αυταπάτη, κάτι το αγοραίο, κυρίως όμως βιώνει την απομάγευση, την απογοήτευση, την ήττα. 

Κι αυτό επειδή καταλαβαίνει πως, ενώ ο ίδιος πέτυχε αυτό που ήταν εξαρχής ο στόχος του, δηλαδή να βρει τον καλύτερο εαυτό του, να βελτιωθεί φτάνοντας στην καλύτερη εκδοχή του, να πετύχει τη μέγιστη επίδοση του ατομικισμού, δεν μπορεί να χαρεί καθώς η κοινωνία παραμένει ίδια! Δεν αλλάζει, δεν βελτιώνεται, δεν γίνεται καλύτερη επειδή έγινε καλύτερος ο ίδιος! Μόνη διέξοδος: η θάλασσα. Αυτή, που ποτέ δεν τον πρόδωσε...

Μάρτιν Ίντεν (Martin Eden) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Μαΐου 2021 από την Weird Wave!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική