του Ramin Bahrani. Με τους Adarsh Gourav, Rajkummar Rao, Priyanka Chopra Jonas, Vedant Sinha, Kamlesh Gill, Sandeep Singh, Tilak Raj, Satish Kumar.
«Let's play master and servant»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Φτιάξε μόνος σου την τύχη σου
Ο Ramin Bahrani γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1975 στην πόλη Winston-Salem της Βόρειας Καρολίνας. Γιος Ιρανών μεταναστών, σπούδασε Καλές Τέχνες στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Κινηματογράφο στο Ιράν και για κάποιο διάστημα έζησε στο Παρίσι. Το 2009 ο διάσημος Αμερικάνος κριτικός κινηματογράφου Roger Ebert τον χαρακτήρισε ως τον «νέο σπουδαίο Αμερικάνο δημιουργό». Όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, ο Bahrani δεν έφτασε ποτέ στο ύψος των προσδοκιών που δημιούργησε με τις πρώτες του ταινίες, δεν παύει όμως να είναι ένας πολύ ενδιαφέρον δημιουργός.
Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί σε 21 χρόνια καριέρας. Η έως τώρα φιλμογραφία του έχει ως εξής: «Strangers» (2000), «Άνθρωπος σπρώχνει καρότσι» (Man Push Cart, 2005, με διανομή στην Ελλάδα), «Chop Shop» (2007), «Goodbye Solo» (2008), «At Any Price» (2012), «99 σπίτια» (99 Homes, 2014, με διανομή στην Ελλάδα) και «Fahrenheit 451» (2018). Τόσο το «Fahrenheit 451» όσο και η τελευταία του ταινία γυρίστηκαν για τηλεοπτικές πλατφόρμες: το πρώτο για το HBO, το δεύτερο για το Netflix. Το σενάριο της τελευταίας του ταινίας βασίζεται στο ομώνυμο, τιμημένο με βραβείο Booker βιβλίο του Aravind Adiga. Η ταινία είναι υποψήφια για βραβείο Όσκαρ καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου.
Η υπόθεση: Ο Μπαλράμ είναι ένα φτωχόπαιδο, όπως εκατομμύρια άλλα που ζουν στην Ινδία. Τα παίρνει τα γράμματα και είναι έξυπνος, αλλά για να συμβάλλει στα οικονομικά της μεγάλης του οικογένειας, αναγκάζεται να δουλεύει βοηθός σε τεϊοποτείο, για ψίχουλα. Ο Μπαλράμ όμως δεν τα βάζει κάτω. Βάζει στοίχημα με τον εαυτό του πως θα καταφέρει να ξεφύγει. Ξέρει να ψυχολογεί τους ανθρώπους, να γίνεται αγαπητός και να εκμεταλλεύεται καταστάσεις. Το πρώτο βήμα προς την πραγματοποίηση του ονείρου του είναι να γίνει ένας από τους οδηγούς ενός από τους προύχοντες της περιοχής. Τα καταφέρνει. Μετά, βάζει στόχο να γίνει ο νούμερο ένα οδηγός της οικογένειας. Το καταφέρνει κι αυτό.
Η υπόθεση: Ο Μπαλράμ είναι ένα φτωχόπαιδο, όπως εκατομμύρια άλλα που ζουν στην Ινδία. Τα παίρνει τα γράμματα και είναι έξυπνος, αλλά για να συμβάλλει στα οικονομικά της μεγάλης του οικογένειας, αναγκάζεται να δουλεύει βοηθός σε τεϊοποτείο, για ψίχουλα. Ο Μπαλράμ όμως δεν τα βάζει κάτω. Βάζει στοίχημα με τον εαυτό του πως θα καταφέρει να ξεφύγει. Ξέρει να ψυχολογεί τους ανθρώπους, να γίνεται αγαπητός και να εκμεταλλεύεται καταστάσεις. Το πρώτο βήμα προς την πραγματοποίηση του ονείρου του είναι να γίνει ένας από τους οδηγούς ενός από τους προύχοντες της περιοχής. Τα καταφέρνει. Μετά, βάζει στόχο να γίνει ο νούμερο ένα οδηγός της οικογένειας. Το καταφέρνει κι αυτό.
Εκτός από Νο 1 οδηγός γίνεται ένα είδος υπηρέτη για τον νεότερο γιο της οικογένειας, τον Ασόκ. Με σπουδές στις ΗΠΑ και μεγαλωμένος αλλιώς, εμφανώς παράταιρος σε σχέση με την υπόλοιπη οικογένειά του, ο Ασόκ συμπεριφέρεται διαφορετικά στον Μπαλράμ, κι αυτό αρέσει στον Μπαλράμ. Παντρεμένος με την Πινκ Λέιντι, ο Ασόκ έχει στόχο να συμβάλλει στην «μοντερνοποίηση» της Ινδίας. Όμως, η διαφθορά της χώρας και ο χρηματισμός των πάντων δυσκολεύει τα σχέδιά του. Κι ένα τραγικό γεγονός θα αλλάξει εντελώς τις ισορροπίες. Ο Μπαλράμ παρακολουθεί. Και κάποια στιγμή θα αποφασίσει να πάρει την τύχη του στα χέρια του. Κάτι που σημαίνει πως μάλλον πρέπει να τα λερώσει...
Η άποψή μας: Κοίτα να δεις που κάποιος μπορεί και να γυρίσει την καλύτερη ταινία της καριέρας του με την... όγδοη προσπάθειά του. Παρακολουθώ την κινηματογραφική πορεία του Bahrani από την αρχή της (έχω δει τις πέντε από τις οχτώ ταινίες του) και οφείλω να ομολογήσω πως εδώ βρήκε επιτέλους την επιθυμητή ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνική κριτική, το λαϊκό σινεμά, το σασπένς και την ανάγκη να ψυχαγωγήσει το κοινό – κι όλα αυτά πιάνοντας υψηλές επιδόσεις κατασκευαστικά. Κι όλα αυτά μετά την έβδομη, την πιο φιλόδοξη και προφανέστατα την πιο ακριβή ταινία της φιλμογραφίας του, το «Fahrenheit 451», μια αποτυχία από όπου κι αν την πιάσεις, που λίγο έλειψε να... κάψει (χα!) την καριέρα του.
Η άποψή μας: Κοίτα να δεις που κάποιος μπορεί και να γυρίσει την καλύτερη ταινία της καριέρας του με την... όγδοη προσπάθειά του. Παρακολουθώ την κινηματογραφική πορεία του Bahrani από την αρχή της (έχω δει τις πέντε από τις οχτώ ταινίες του) και οφείλω να ομολογήσω πως εδώ βρήκε επιτέλους την επιθυμητή ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνική κριτική, το λαϊκό σινεμά, το σασπένς και την ανάγκη να ψυχαγωγήσει το κοινό – κι όλα αυτά πιάνοντας υψηλές επιδόσεις κατασκευαστικά. Κι όλα αυτά μετά την έβδομη, την πιο φιλόδοξη και προφανέστατα την πιο ακριβή ταινία της φιλμογραφίας του, το «Fahrenheit 451», μια αποτυχία από όπου κι αν την πιάσεις, που λίγο έλειψε να... κάψει (χα!) την καριέρα του.
Στην προκειμένη περίπτωση το δυτικό κοινό θα κάνει άμεσα τη σύγκριση τούτης της ταινίας με το υπερεπιτυχημένο εμπορικά «Slumdog Millionaire» του Danny Boyle από το 2008. Και δικαίως. Μόνο που η ταινία του Bahrani κάνει μερικές θαρραλέες επιλογές που κάνουν τζιζ, μειώνοντας τις δόσεις γραφικότητας του κακώς εννοούμενου ethnic σινεμά. Και δικαιώνει έναν (αντι) ήρωα, έτσι όπως το έκανε το θρυλικό και υπέροχο «Match Point» του Woody Allen και έτσι όπως δεν το έκανε τελικά το παρ' όλα αυτά πολύ δυνατό πρόσφατο «I Care a Lot» του J Blakeson. Συνήθως λοιπόν οι ταινίες του Bahrani έχουν στο επίκεντρό τους ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, έως και αντιτουριστικό για το mainstream σινεμά, που ταλανίζει την αμερικάνικη κοινωνία.
Το θέμα των αστέγων στο «Man Push Card». Το θέμα του στραγγαλισμού των μικρών αγροτικών επιχειρήσεων από την επέλαση των πολυεθνικών και των εταιρειών γενετικά τροποποιημένων σπόρων στο «At Any Price». Το στεγαστικό πρόβλημα και τα απότοκά του στο «99 Homes». Και η ανελευθερία ως αποτέλεσμα ποδηγέτησης του νου στο «Fahrenheit 451». Εκεί που την πατούσε συνήθως στις προηγούμενες προσπάθειές του ο Bahrani ήταν η σύνδεση του μεγάλου ζητήματος που έθετε στο επίκεντρο με την προσωπική ιστορία των ηρώων του. Υπήρχε ανισορροπία. Και κάποιες φορές υπερβολή. Και μερικές ακόμα, σχεδόν χειραγώγηση του κοινού (για το καλό του!) στα όρια του λαϊκισμού.
Εδώ, λοιπόν, ο Bahrani απαλλάσσεται από όλες τις... παιδικές αρρώστιες των ταινιών του. Ίσως τον βοήθησε το γεγονός ότι... έφυγε από την μαμά πατρίδα Αμερική! Σίγουρα τον βοήθησε το γεγονός ότι στηρίχθηκε σε ένα καλογραμμένο βιβλίο και σε ένα ακόμα πιο καλογραμμένο σενάριο για να γυρίσει την ταινία του. Στον ιδεολογικό πυρήνα της ταινίας βρίσκεται η παρομοίωση της στάσης των προλετάριων, των φτωχών, των αδικημένων τούτου του κόσμου με αυτή που έχουν οι κότες σε ένα κοτέτσι – όχι όσες είναι ελευθέρας βοσκής αλλά αυτές που ζουν μέσα σε συρμάτινα κλουβιά. Ενώ βλέπουν πως τρεις και λίγο το αφεντικό παίρνει κότες από το κοτέτσι, τις σφάζει μπροστά στα μάτια τους, τις ξεπουπουλιάζει, τις τεμαχίζει και τις μαγειρεύει, εκείνες δεν κάνουν τίποτε για να αντιδράσουν.
«Μα είναι κότες» θα πείτε «τι να κάνουν;». Να το σκάσουν μήπως; Μπα. Το αφεντικό τις ταΐζει με καλαμπόκι και νιώθουν ασφαλείς και εντέλει χορτάτες όντας πεπεισμένες πως αυτές θα τη γλυτώσουν. Χα! Ο Μπαλράμ ήταν άλλη μια κότα προς σφάξιμο. Αντ' αυτού, αποδρά. Και η απόδρασή του θα είναι αιματηρή: δεν γίνεται διαφορετικά. Δεν μπορεί να πει στο αφεντικό: «αδερφέ, άσε με να φύγω κι όλα καλά». Όχι. Πρέπει να είναι έτοιμος για όλα. Και να προβεί σε κάτι... ανήθικο. Ποιος ορίζει όμως την Ηθική; Μα το Αφεντικό! Αυτός που έχει το κοτέτσι. Αυτός που ελέγχει την κατάσταση γεμίζοντας με ενοχές τους «από κάτω», ενώ ο ίδιος μπορεί να τη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν και όπως τον βολεύει. Αυτός που μπορεί να φέρεται γλυκά, τρυφερά, μέχρι και σχεδόν φιλικά στον «υπηρέτη» του αλλά που δεν είναι τίποτε για εκείνον να τον εξευτελίζει στην πρώτη στραβή, αν κακογάμησε την προηγούμενη, αν είχε κρεβατομουρμούρα, αν ήπιε, αν έχει τα νεύρα του βρε αδελφέ.
Ο Bahrani κατορθώνει να φτιάξει μια συναρπαστική ταινία, γεμάτη ρυθμό, ένα ψυχαγωγικό ρόλερκοστερ με ευθείες βολές στα κακώς κείμενα τούτου του κόσμου, παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιεί (προφανώς επειδή το βιβλίο είναι γραμμένο έτσι) το εύρημα των επιστολών. Υποτίθεται πως όσα βλέπουμε επί της μεγάλης οθόνης είναι όσα γράφει ο Μπαλράμ σε μια επιστολή προς τον Κινέζο ανώτατο άρχοντα, ο οποίος κάνει επίσημη επίσκεψη στην Ινδία. Επιστολή – ποταμός, γεμάτη εξομολογήσεις. Αλλά και εντελώς απενοχοποιημένη. Κι επιτέλους, για πρώτη φορά στην καριέρα του, ο Bahrani «κλείνει» την ταινία του στο φινάλε, δεν την αφήνει ανοιχτή. Ο Adarsh Gourav που υποδύεται τον Μπαλράμ είναι κα-τα-πλη-κτι-κός, ενώ αν τελικά σας αρέσει η ταινία είναι ευκαιρία – και εξαιτίας του «καλού αφεντικού» τον οποίο υποδύεται ο Rajkummar Rao, να ανακαλύψετε το υπέροχο «Newton» στο οποίο πρωταγωνιστεί. Μια πραγματικά καλή ταινία.
Στις δικές μας αίθουσες? Ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική