του Ben Wheatley. Με τους Lily James, Armie Hammer, Kristin Scott Thomas, Keeley Hawes, Ann Dowd, Sam Riley, Tom Goodman-Hill, Mark Lewis Jones, John Hollingworth, Bill Paterson, Ben Crompton, Jane Lapotaire .
Ζωή, η σκιά του θανάτου
του zerVo (@moviesltd)
Μια απαραίτητη διευκρίνηση. Η ταινία Rebecca του 2020, δεν αποτελεί κανενός είδους ριμέικ της ομώνυμης δημιουργίας του Alfred Hitchcock από το 1940. Απλώς ορίζει μια νέα (υπερπολλοστή) εκδοχή της φημισμένης νουβέλας της Ντάμας Daphne Du Maurier, όπως άλλωστε διασκευή του ιδίου έργου θα σημάνει οποιαδήποτε άλλη φιλμική, τηλεοπτική, θεατρική, οπερική απόπειρα, πάνω στον ίδιο τίτλο, ενδεχόμενα συμβεί στα επόμενα χίλια χρόνια. Είναι αυτονόητο, πως όταν ένας από τους πλέον ευφυείς σκηνοθέτες στην ιστορία του σινεμά έχει ασχοληθεί με το συγκεκριμένο έργο, οδηγώντας το μάλιστα μέχρι την υπέρτατη βραβευτική καταξίωση, οι πιθανότητες να φτιάξει κανείς πόνημα αντάξιο, συντριπτικά δεν είναι υπέρ του. Για να μην γελιόμαστε πάντως, η κουβέντα ετούτη είναι άκαιρη, άσκοπη και χωρίς συγκεκριμένο λόγο, μιας και εκτιμώ (ευχόμενος κυριολεκτικά να σφάλλω) πως από ένα δείγμα εκατό θεατών, που θα την τσεκάρουν από την λίστα των επιλογών του διαύλου Netflix, δεν πρέπει να ξεπερνούν σε αριθμό τους δύο ή τρεις, εκείνοι που έχουν παρακολουθήσει το προ ογδόντα ολόκληρων ετών, κλασικό αριστούργημα με την Fontaine και τον Olivier. Συνεπώς μην περιμένετε από μένα ανώφελες και ανούσιες συγκρίσεις με το χθες, η καινούργια Μπέκα, είναι μια αυτόνομη καλλιτεχνική ύπαρξη, που εκμεταλλεύεται προβόκα μεν το μπαζ της μαρκίζας της, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπαίνει στην διαδικασία του συναγωνισμού με το παρελθόν.
Ορφανή από γονείς και προερχόμενη από χαμηλότερη κοινωνική τάξη, η νεαρή, άβγαλτή και ντροπαλή βοηθός της υπερφίαλης νεόπλουτής αμερικάνας Μαντάμ Βαν Χόππερ, περιφερόμενη ολημερίς ανάμεσα στους αριστοκρατικούς κύκλους του πριγκιπάτου του Μονακό, θα γνωρίσει τον εύπορο Βρετανό μπον βιβέρ Μαξίμ Ντε Γουίντερ. Έναν 42χρονο άντρα, που η μοίρα του έπαιξε άσχημο παιχνίδι, καθώς πολύ πρόσφατα έχασε την λατρεμένη του σύζυγο Ρεμπέκα, γεγονός που τον έχει βυθίσει σε βαρύ πένθος.
Ο ανιδιοτελής χαρακτήρας της όμορφης κοπέλας, πολύ σύντομα θα τραβήξει το ενδιαφέρον του περιζήτητου ως πιθανού γαμπρού, Εγγλέζου ευγενή, με αποτέλεσμα ταχύτατα να αναπτυχθεί μεταξύ τους ειδύλλιο με φόντο τις ηλιόλουστες ακτές της Γαλλικής Ριβιέρας. Παθιασμένος δεσμός που τάχιστα θα οδηγήσει τους δύο ερωτευμένους εις γάμου κοινωνία. Κατόπιν ενός παραδεισένιου μήνα του μέλιτος, το ευτυχισμένο ζεύγος Ντε Γουίντερ θα επιστρέψει στην βάση του, στο υπέροχο Μάντερλευ, κτήμα της οικογένειας στην επαρχία της Κορνουάλης. Δίχως όμως κανείς από τους δύο νεόνυμφους να είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει την σκιά της νεκρής Ρεμπέκα, που πέφτει βαριά από άκρου εις άκρο της πολυτελούς έπαυλης.
Ούτε όμως και την σθεναρή αντίσταση της, ελεύθερων εργασιακών κανόνων, οικονόμου της οικίας, Κυρίας Ντάνβερς, μιας συντηρητικής και μουντής γεροντοκόρης, που στην θωριά της καινούργιας Μίσιζ Ντε Γουίντερ, διακρίνει μια απειλή λησμονιάς για την λατρεμένη, πλην μακαρίτισσα πρώην εργοδότη της. Δίνοντας προσωπικό όρκο να οδηγήσει την κατωτέρας κοινωνικής φατρίας νεόνυμφη σε τέτοια ψυχικά άκρα, ώστε να αποποιηθεί όσο το δυνατόν νωρίτερα γίνεται, τον καινούργιο της τίτλο. Με οποιοδήποτε κόστος κι αν χρειαστεί...
Είναι πραγματικά πολύ σπουδαίο, ένα ολόκληρο έργο, είτε ως πρωτότυπο στις γραμμές του βιβλίου είτε ως μεταφορά μέσω γέφυρας στην οθόνη, να περιστρέφεται γύρω από την μορφή ενός προσώπου, που κυριαρχεί παντού και σε κάθε σκηνή του, χωρίς εκείνο να εμφανίζεται ποτέ στο εκράν. Στοιχείο γνώριμο τοις πάσι που συμβαίνει στην περίπτωση της Ρεμπέκας, η οποία δανειζόμενη την βασική σεναριακή αρχή του φοβιστικού τρόμου που λαμβάνει χώρα σε ένα στοιχειωμένο αρχοντικό, δεν φωτίζει κάποιο άσχημης θωριάς φάντασμα, κάποιο στοιχειό, μα ζωγραφίζει μια νεκρή γυναίκα τόσο ζωντανή, λες και συμβαδίζει μόνιμα με τους πρωταγωνιστές του στόρι.
Συνεπώς με μια τόσο πανίσχυρη θεματική βάση, το μόνο που χρειαζόταν για να πάρει μπροστά ένα αξιοπρεπές ανασκεύασμα του έργου της Maurier, ήταν ένα καλογραμμένο σενάριο της προκοπής, που μπορεί ενδεχόμενα να γύριζε τον χρόνο πίσω στα μέσα των 30s, θα ζύγωνε όμως κοινωνιολογικά, σε μια πιο μοντέρνα, με ουκ ολίγα φεμινιστικά δεδομένα, ιδεολογία. Εξού και και η χαμηλοβλεπούσα εν αρχή κόρη, με το που φορά στεφάνι, αναλαμβάνει δράση, να στήσει σπιτικό, να φανεί ενεργή νοικοκυρά έστω και αν φαντάζει φοβισμένη, να δείξει εικόνα ανθρώπου πρακτικού που δεν αρκείται στο να κρατά α λά μπρατσέτα τον συμβίο της, παρά να βγαίνει ισάξια πλάι του. Να κινήσει γη και ουρανό εντέλει, βάζοντας μπροστά το αστυνομικό της δαιμόνιο, προκειμένου να εντοπίσει τα στοιχεία εκείνα που θα βγάλουν λάδι τον καλό της. Ίδια χρονική περίοδος στο φόντο, άλλες όμως εποχές.
Η πρώτη απάντηση στην χρηστικότητα ετούτης της καινούργιας Rebecca μου έχει ήδη απαντηθεί. Μου είναι όμως και αρκετή ώστε να την δικαιολογήσω ως νέας βερσιόν του θρυλικού μυθιστορήματος ύπαρξη? Οι τεχνικές αναλύσεις, φυσικά βοηθούν στην αποδοχή. Η ηδονική εισαγωγή του Μόντε Καρλο είναι φαντασμαγορική, συγκλονιστικά φωτισμένη, και χάρη στην βοηθούσα τις κρημνώδεις λήψεις τεχνολογία, κόβει την ανάσα, δημιουργώντας την ιλιγγιώδη εκείνη συνθήκη κτισίματος του θρίλερ συναισθήματος που επακολουθεί. Η μετάβαση στον εσωτερικό, βαρύ, σκοτεινό, επιπλωμένο μέχρι πόντου χώρο της βίλας, είναι τόσο ακαριαία ώστε να νομίζεις πως μονομιάς έπεσαν μπάρες βαριές και ατσάλινες γύρω από τον καινούργιο αιχμάλωτο του σπιτιού. Από εδώ δεν θα βγει κανείς αλώβητος, αυτό είναι βέβαιο. Το ζήτημα είναι το ποιος είναι ο ισχυρότερος που θα επιβιώσει.
Κι εκεί σκάζει το υπερατού, που τραβά από την στοίβα με τις παιχνιδιάρες κάρτες ο δαίμονας Ben Wheatley. Καθώς ανάμεσα στα εργαλεία του έχει την απίστευτη τύχη να διαθέτει την πλέον εκφραστική, βρετανική, θηλυκή περσόνα των πρόσφατων τριάντα χρόνων. Παράνομα δεμένη σιμά στον Κόντε Αλμάσι, ακραία ερωτεύσιμη στην αγκάλη της Bitter Moon διαβολικής παιδούλας, μελαγχολικά δοσμένη στις μυστηριώδεις ορμές ενός γητευτή αλόγων, αιώνια παθιασμένη με έναν νεανικό ανομολόγητο έρωτα εν μέσω γάμων και κηδειών. Δεν απαιτείται κανένα σπουδαίο κόλπο, αρκεί να ρίξεις στο μίξερ όλες αυτές τις προσωπικότητες που έχει εκτοξεύσει στα ύψη με την μοναδική υποκριτική της ικανότητα η Kristin Scott Thomas και το αποτέλεσμα σου είναι συγκλονιστικό, στο ξάναμα της Κυρίας Ντάνβερς. Το επίτευγμα δε, είναι τρομακτικότερο, όταν το κατορθώνεις με μία και μοναδική κουβέντα. Την πρώτη βιτριολική που εκστομίζει, κατόπιν του μισιακού καλώς όρισες στην νέα μαντάμ της οικίας. Εδώ που ήρθες, εγώ έχω το απάνω χέρι. Θες δεν θες, θα φτύσεις αίμα κοριτσάκι...
Πραγματικό κοριτσάκι, δηλαδή, η Lily James, ντισνεική πριγκηπέσα εν αρχή, που στην εξέλιξη της ως ενζενί έχει βγάλει νύχια κι έχει κονφιρμάρει πως είναι ικανή και για τα πιο δύσκολα. Επιλογή από το πάνω ράφι, που φέρει εις πέρας τον κομβικό ρόλο της γκολκίπερ που πρέπει να δώσει ψυχή και σώμα, για να κρατήσει την εστία της αλώβητη. Έχοντας ως κεντρικό οπισθοφύλακα έναν μπερδεμένο, κατακερματισμένο, ψυχολογικά μηδενισμένο και ανάκατο βασιλόπαι Μαξίμ, δοσμένο τόσο όσο χρειάζεται, από τον Hammer.
Με αρτιστική διεύθυνση που αγγίζει το τέλειο - η σεκάνς του μπόλρουμ είναι σαν βγαλμένη κατ εντολή εξ ουρανών Kubrick - σασπένς που σιγοβράζει ωσότου φτάσουμε στην λυτρωτική εκπνοή και εντάσεις δίχως ταβάνι, που κόβουν ανάσες ακόμη κι αν κανείς γνωρίζει την έκβαση του στόρι, η τωρινή, ριγμένη κατάφορα από την συνθήκη της μη κινηματογραφικής της προβολής, Rebecca, στέκεται επάξια στο βάθρο των, οποιασδήποτε μορφής, εκδοχών του μύθου.
Από τις 23 Οκτωβρίου 2020 στον δίαυλο του Netflix!