Όταν Ανθίζει η Νιότη (Gli anni più belli) PosterΌταν Ανθίζει η Νιότη

του Gabriele Muccino. Με τους Pierfrancesco Favino, Micaela Ramazzotti, Kim Rossi Stuart, Claudio Santamaria, Emma Marrone, Nicoletta Romanoff, Francesco Acquaroli.

Don't You Forget About Me
του zerVo (@moviesltd)

Το ημερολόγιο σημαδεύει το 1974 όταν ο πολυβραβευμένος Ιταλιάνος ντιρέκτορας Ettore Scola, παρουσιάζει μια από τις πλέον αγαπημένες ταινίες, προσωπικής του τζίφρας. Το C'eravamo Tanto Amati, που στα γραικά αποδόθηκε ως Είχαμε Αγαπηθεί Τόσο, με μια πλούσια πρωταγωνιστική ομάδα αποτελούμενη από μεγαθήρια επιπέδου Manfredi, Fabrizi, Gassman και Sandrelli, ακολουθεί την πορεία δεκαετιών μιας φράξιας κομπανιέρων, που κατάφεραν να επιβιώσουν τον δεσμό τους, μέσα από τις φλόγες του μεγάλου πολέμου και των σοσιολογικών αναταραχών που τον ακολούθησαν. Το ξεδίπλωμα της υπόθεσης στο φιλμ του σπουδαίου αυτού κινηματογραφιστή, έδενε μοναδικά σε όλο του το εύρος με την αντίστοιχη πορεία της γείτονος χώρας, περίπου στα μισά του ζόρικου εικοστού αιώνα. Κάτι παρόμοιο, αν όχι κοπιαριστό, δηλαδή, που θα παρακολουθήσουμε, μετακομίζοντας αρκετό καιρό μετά, μέσα από το φιλμ Gli anni più belli. Όταν ανθίζει η νιότη...

Όταν Ανθίζει η Νιότη (Gli anni più belli) Quad Poster
Αρχές της δεκαετίας του 80 και στα φτωχικά προάστια της Αιώνιας Πόλης, τρεις έφηβοι, μεγαλωμένοι αντάμα από τα μικράτα τους, σκιτσάρουν τα μεγάλα όνειρα τους για το αύριο. Όλοι τους ιδεαλιστές και πανέτοιμοι να ριχτούν στον αγώνα για τα ιδανικά τους, ο Πάολο, ο Τζούλιο και ο πιο τυχερός της ομήγυρης, αφού κατάφερε να επιβιώσει από αδέσποτη σφαίρα σε μια φλεγόμενη διαδήλωση, Ρικάρντο, πριν από όλα αυτό που φαντάζονται είναι το πως θα καταφέρουν να βρουν το μέσον, που θα τους ταξιδέψει ίσαμε την απέναντι παραλία της Μεσογείου και την παραμυθένια, στην νεαρή τους σκέψη, Βαρκελώνη. Στην ομάδα τους σύντομα θα προστεθεί και ένα κορίτσι, που θα αναστατώσει την σερνική τους εσωστρέφεια, η πανέμορφη Τζέμα. Που και για τους τρεις θα αποτελέσει το ερωτικό αντικείμενο του τινέιτζερ πόθου τους.

Ο καιρός θα διαβεί γοργά και η τετράδα θα σκορπίσει. Ο Πάολο, δασκαλάκος πια σε γυμνάσιο, πιστός ακόμη στις αρχές του, θα παλέψει να τις μεταλαμπαδεύσει στους μαθητές τους. Ο Τζούλιο, από ορκισμένος παρτιζάνος και ακτιβιστής υπέρ αδυνάτων, ως μεγάλος και τρανός ποινικολόγος πια, φροντίζει για να μην χάσουν ούτε δράμι από την περιουσία τους, οι μεγάλοι και οι κραταιοί. Ο Ρικάρντο, μετά από μια ολοσχερώς αποτυχημένη προσπάθεια να εξελιχθεί σε ηθοποιό, θα πάρει την απόφαση να μικροπαντρευτεί και να ζήσει μια συμβατική οικογενειακή ζωή, δίχως σκαμπανεβάσματα. Όσο για την κούκλα της παρέας? Αφού θα πενταρφανέψει στα 16 της, αναγκαστικά θα εγκαταλείψει την πρωτεύουσα για την εξαθλιωμένη Νάπολη, εκεί που θα ακολουθήσει μια αλήτικη και ξέφρενη ζωή, σαν να μην υπάρχει κανένα αύριο.

Και όπως τα φέρνει πάντα η μοίρα, το κουαρτέτο που ποτέ δεν έκοψε δεσμούς, δεν συνυπήρχε όμως κιόλας όπως στα νιάτα του, θα βρεθεί και πάλι κοντά, επιχειρώντας να αναβιώσει το νεανικό παρελθόν. Κακά τα ψέμματα όμως, στο μεγάλωμα τους ελάχιστοι θα παραμείνουν πιστοί στις προσταγές της νιότης. Ο ένας στους τέσσερις κατά πως λένε τα στατιστικά, κάπως έτσι κι εδώ, ο καθηγητής, θα είναι και ο μοναδικός από όλους που δεν θα απαρνηθεί τα όσα έλεγε η ανήλικη καρδιά του και θα συνεχίσει σε παρόμοιο ακριβώς τέμπο την συλλογιστική του: Ίδια σκέψη, ίδια δράση, μα το κυριότερο, ίδιος έρωτας φωλιασμένος στα βάθη της ψυχής.

Οι λοιποί? Ανατροπή για τον μεγαλοδικηγόρο, που από τα φτωχαδάκια πια υπηρετεί τους αφεντάδες και στο αποκορύφωμα θα σκαρώσει και μια παντρειά συμφεροντολόγα. Τσάκισμα για τον καλλιτέχνη, που το φάγωμα των μούτρων του στην Τσινετσιτά, θα τον ντύσει με την στολή του νοικοκύρη. Μπάχαλο για την μορφονιά, που το τόσο εύθραυστο μέσα της, θα την στείλει από την μια πανούργα αγκαλιά στην άλλη, στερώντας της την λογική να αναγνωρίσει τον δρόμο για το απάνεμο λιμάνι. Ωραία, λες, τα λέει ο ποιητής. Και νοσταλγικά, ιδίως για τους σημερινούς πενηντάρηδες, που δεν παίζει πόντος να μην αντικρίσουν τον εαυτό τους σε κάποιον από όλους της κολλητής ομάδας. Αυτό το κόλπο με την σαραντάχρονη παράλληλη πορεία της Ιτάλια Μπέλα (αλλά και του κόσμου ολάκερου), που ακριβώς μπορεί να κολλάει στον σχεδιασμό?

Ιδίως όταν αναφερόμαστε στην γενιά που δεν έζησε ούτε πολέμους, ούτε εμφυλίους, ούτε καν μαχητικούς Μάηδες κι Απρίληδες και δεν διαθέτει το σχετικό (αντίστοιχο) άλλοθι, ώστε να αποτινάξει από πάνω της το κόμπλεξ του "δεν τα κατάφερα εντέλει". Μα θα ήταν και ανάρμοστο από την άλλη, με όλο τον κόσμο τριγύρω να μεταβάλλεται, τα πάντα στον μικρόκοσμο των τεσσάρων Ρωμαίων να μείνουν τα ίδια. Με την σειρά εμφανίσεως - άτσαλα, πολύ άτσαλα, θα μπορούσε να συμβεί και πιο ευρηματικά - από το κάδρο παρελαύνουν οι στιγμές του μισού αιώνα που στιγμάτισαν την γη, μα ιδίως την Μπότα. Βερολίνο, Καθαρά Χέρια, Δίδυμοι Πύργοι, Μπερλουσκόνι. Και η ζωή συνεχίζεται...

Αν μπορώ να αναγνωρίσω ένα χαρακτηριστικό στο μέχρι στιγμής έργο του 53χρονου Λατσιάλο Gabriele Muccino, είναι πως τα φιλμς του διαθέτουν πολλή ψυχή. Τα σφάλματα του, ειδικά τα αφηγηματικά είναι σημαντικά, αλλά με κάποιο ταχυδακτυλουργικό τρόπο, φορτίζοντας συγκινησιακά την ατμόσφαιρα, πετυχαίνει να τα εξαλείψει ή για να το πω καλύτερα, να κάνει το κοινό του να τα λησμονήσει. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στο Ultimo Bacio και στο Ricordati Di Me και στο Baciami Ancora και στο πιο πρόσφατο A Casa Tutti Bene. Σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, δε, στην διεθνή του απόπειρα, εκεί που αδικήθηκε κατάφορα πιστεύω, σε φιλμς σαν το Happyness ή το Nine Lives, όταν άλλοι κι άλλοι μπουρδολόγοι Γιουροπαίοι, ευνοήθηκαν από το σύστημα μέχρι κεραίας.

Η προσπάθεια του Ιταλιάνου, με σχεδία του την νοσταλγία, να αναπαραστήσει τις ημέρες του Scola, ούτε καν πλησιάζει την επιτυχία. Και ο βασικός λόγος είναι πως το πολιτικο-κοινωνικό περιβάλλον ροής, δεν ευνοεί σε καμία περίπτωση για κάτι τέτοιο. Δεν έχει και τα ίδια όπλα στην υποκριτική φαρέτρα βέβαια, αφού τα μοντέρνα αστέρια του Ατζούρο σινεμά, όπως ο φωτονοβέλας Favino, ο θερμόαιμος Santamaria, ο χαμηλοβλεπούσας Rossi Stewart και η δυναμίτιδα, όσο και υπερεκθετική Micaela Ramazzotti, δεν πιάνουν μία μπροστά στους θρύλους του χθες. Η τετραπλή ανθρώπινη ιστορία που αφηγείται είναι όμως ικανοποιητικά σχεδιασμένη και με γνώση του αντικειμένου εκτελεσμένη. Οδηγώντας, πολύ φυσικά, όπως και στα προαναφερόμενα πονήματα του, στην τελική ρομαντικά βουρκωμένης θωριάς έξαρση του χάπι εντ. Του επιπέδου "μια ζωή την έχουμε" για να κρατούμε έχθρες ο ένας από τον άλλο. 'Η καλύτερα να λες "μια ζωή την είχαμε" κι ας πορευτούμε τώρα, όλοι, ξανά, μονοιασμένοι, μέχρι το φινάλε της...

Όταν Ανθίζει η Νιότη (Gli anni più belli) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Ιουλίου 2020 από την Tanweer!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική