του David S. F. Wilson. Με τους Vin Diesel, Sam Heughan, Eiza González, Toby Kebbell, Guy Pearce, Lamorne Morris, Talulah Riley, Jóhannes Haukur Jóhannesson.
Γκώσαμε Από Diesel
του gaRis (@takisgaris)
Στην περίπτωση που αποκαλείται Vin Diesel, ηθοποιός σημαίνει franchise: Xavier Cage του xXx. Richard B. Riddick στο Chronicles of Riddick. Dominic Toretto του ανεξάντλητου spin-οειδούς Fast & Furious. Baby Groot του Guardians of the Galaxy. Ποιός τον θυμάται να πρωτοπερνά μπροστά στην οθόνη στα 1998 με το Saving Private Ryan; Έλα μου να σε χαρώ. Ή σάμπως στην μακράν καλύτερη ερμηνεία του ως μικρομαφιόζος κατηγορούμενος Jackie Di Norscio στο Find Me Guilty (2006) με βαριά την υπογραφή του Sidney Lumet; Εδώ σε θέλω κάβουρα. Και βεβαιότατα όταν ο Sly Stallone έκαμνε την υπέρτατη άξιον χήρο καριέρα με ομιλία καγιότι πούφαγε κλωτσιά στην οσχεϊκή βουβωνοκήλη, γιατί όχι και ο ξαδελφούλης ο Vinnie; Οργή με κλαψούρα ο ένας, νυσταλέο μουγκρητό αρκούδας που ξύπνησε μεσούσης χειμαίριας νάρκης ο έτερος εγώ. Γιατί το θέμα είναι στάνταρ και διαχρονικό. Ο θεατής που πάει σινεμά για δυο υπερσημαίνοντες λόγους (Α. Ξύλο Β. Εφφέ) είναι δαύτος που θα σώσει την παραπαίουσα σίνεπλεξ κατάσταση, αγκαζέ με τρεις γκαζόζες και δεκαπέντε ποπκόρνια. Είναι ο ίδιος που έχει αγαπημένο φαγητό στο σπίτι κρέας με πατάτες στο φούρνο. Και δεν το άλλαζει ποτένες.
Είναι ο θεατάκος που θα μερακλώσει ασούμε βλέποντας με γουρλωμένα μάτια την παρθενική ντιρεκτόρικη κατάθεση ενός συμβούλου οπτικών εφφέ πρώτης γραμμής (Avengers: Age of Ultron, The Force Awakens) ονόματι Dave Wilson. Μια νυσταλέα συγγραφική comics προσαρμογή από το ντουέτο Jeff Wadlow (Fantasy Island) και Eric Heisserer (Birdbox, αποσιωπώ το Arrival για να μην τον πάρω με τις πέτρες). Πηγή το ομώνυμο Bloodshot της Valiant που έχει πουλήσει επτά εκατομμύρια τεύχη παγκοσμίως από τα ογδόντα συνολικά της.
Πρόκειται για τον υπερ-στρατιώτη Ray Garrison (Vin Diesel) ο οποίος ανασταίνεται σε χάιτεκ κλινικάρα με νανοτεχνολογίες και τα έτσι, ως πλέον Bloodshot, για να υπηρετήσει τα ύποπτα σχέδια του δρα Emil Harting (Guy Pearce) που ειδικεύεται στην ανάσταση (sic) βιονικών υπερμαχητών, σα τη νοστιμούλα την ΚT (ερωτικό ενδιαφέρον του Vin, γνωστή από το spin-off Hobbs and Shaw της Furious ανθολογίας). Ο Bloodshot έχει αποθάνει ήδη μια φορά από το φονιά της γυναίκας του και δε θα σταματήσει πριν τον οριστικό γδικιωμό. Όμως το τηλεκοντρόλ της μνήμης του δε βρίσκεται στα χέρια του οπόταν θα πρέπει να περάσει από πολλά ρηστάρτ μέχρι την τελική αναμέτρηση.
Γκρηνσκρινιές και σλόμο του θανατάκου με ένα κοσνσέπτιο πολυφόρετο και με δίχως επιτυχημένη αυτοπαρώδηση. Μια ιδέα μνήμης, δεύτερης ευκαιρίας, νεκρανάστασης, εύκαρπη σημειολογίας και δεκτική δραματουργίας σε ένα δεύτερο επίπεδο από κείνο του κλωτσομπουνιδιού, ξεπέφτει σε ένα μπαράζ προβλεψιμότητας φορεμένης στον 53χρονο πλέον Vin, που στα μάτια μου έχει ξωμείνει από Diesel. Έχει τιγκάρει η υπόθεσή του με τις ταινίες - οχήματα και ειδικότερα η συγκεκριμένη, δεν έχει θέση πέραν από το τοπίο του στρήμινγκ παρά την 8Κ ευκρίνεια της.
Ο δε Guy Pearce, μια γερή 20ετία μετά το δικό του breakthrough στο Nolanικό Memento, ένα θαυμαστό παίγνιο ως πραγματεία περί Μνήμης, μόνο ως ειρωνικό κλείσιμο του ματιού θα μπορούσε να λογισθεί εδωνά. Το Bloodshot είναι, μεταφορικά για το είδος που υπηρετεί, ακριβώς αυτό που κρατά άτρωτο τον ήρωά του: Ένα αμέτρητο λεφούσι οπτικού ντιστράξιον, που φυλακίζει τον αμφιβληστροειδή μακριά από ό,τι αποτελεί πραγματικό σινεμά.
Πρόκειται για τον υπερ-στρατιώτη Ray Garrison (Vin Diesel) ο οποίος ανασταίνεται σε χάιτεκ κλινικάρα με νανοτεχνολογίες και τα έτσι, ως πλέον Bloodshot, για να υπηρετήσει τα ύποπτα σχέδια του δρα Emil Harting (Guy Pearce) που ειδικεύεται στην ανάσταση (sic) βιονικών υπερμαχητών, σα τη νοστιμούλα την ΚT (ερωτικό ενδιαφέρον του Vin, γνωστή από το spin-off Hobbs and Shaw της Furious ανθολογίας). Ο Bloodshot έχει αποθάνει ήδη μια φορά από το φονιά της γυναίκας του και δε θα σταματήσει πριν τον οριστικό γδικιωμό. Όμως το τηλεκοντρόλ της μνήμης του δε βρίσκεται στα χέρια του οπόταν θα πρέπει να περάσει από πολλά ρηστάρτ μέχρι την τελική αναμέτρηση.
Γκρηνσκρινιές και σλόμο του θανατάκου με ένα κοσνσέπτιο πολυφόρετο και με δίχως επιτυχημένη αυτοπαρώδηση. Μια ιδέα μνήμης, δεύτερης ευκαιρίας, νεκρανάστασης, εύκαρπη σημειολογίας και δεκτική δραματουργίας σε ένα δεύτερο επίπεδο από κείνο του κλωτσομπουνιδιού, ξεπέφτει σε ένα μπαράζ προβλεψιμότητας φορεμένης στον 53χρονο πλέον Vin, που στα μάτια μου έχει ξωμείνει από Diesel. Έχει τιγκάρει η υπόθεσή του με τις ταινίες - οχήματα και ειδικότερα η συγκεκριμένη, δεν έχει θέση πέραν από το τοπίο του στρήμινγκ παρά την 8Κ ευκρίνεια της.
Ο δε Guy Pearce, μια γερή 20ετία μετά το δικό του breakthrough στο Nolanικό Memento, ένα θαυμαστό παίγνιο ως πραγματεία περί Μνήμης, μόνο ως ειρωνικό κλείσιμο του ματιού θα μπορούσε να λογισθεί εδωνά. Το Bloodshot είναι, μεταφορικά για το είδος που υπηρετεί, ακριβώς αυτό που κρατά άτρωτο τον ήρωά του: Ένα αμέτρητο λεφούσι οπτικού ντιστράξιον, που φυλακίζει τον αμφιβληστροειδή μακριά από ό,τι αποτελεί πραγματικό σινεμά.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Ιουνίου 2020 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική