του Dan Scanlon. Με τις φωνές των Tom Holland, Chris Pratt, Julia Louis-Dreyfus, Octavia Spencer, Ali Wong, John Ratzenberger, Lena Waithe, Mel Rodgriguez, Tracey Ullman, George Psarras.
You can do magic!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: ο μπαμπάς μου
Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 21 Ιουνίου του 1976 στο Μίτσιγκαν των ΗΠΑ, Dan Scanlon. Οι δύο προηγούμενες ταινίες του είναι το mocumentary «Tracy» (2009) και η ταινία κινουμένων σχεδίων Μπαμπούλες πανεπιστημίου (Monsters University, 2013).
Αυτή είναι η 22η μεγάλου μήκους ταινία της Pixar. Είναι η πέμπτη της ταινία στην οποία δεν εμφανίζονται καθόλου άνθρωποι. Μετά τον Καλόσαυρο και το Coco είναι η πρώτη ταινία της που δεν είναι σίκουελ. Τέλος, αυτή είναι η πρώτη ταινία της Pixar στην οποία δεν είχε οποιουδήποτε τύπου ανάμιξη ο John Lasseter, μετά την αποπομπή του ουσιαστικά από CEO του τμήματος κινουμένων σχεδίων της Ντίσνεϊ.
Η υπόθεση: Ο Ίαν Λάιτφουτ είναι ένα ξωτικό. Είναι γλυκός, καλοπροαίρετος, υπομονετικός, αλλά του λείπει η αυτοπεποίθηση και μερικές φορές τον κυριεύει η νευρικότητά του. Α, και παραείναι ρεαλιστής. Ζει μαζί με τη μητέρα του, την Λόρελ, και τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Μπάρλεϊ, που ως χαρακτήρας είναι το ακριβώς αντίθετο από τον Ίαν: είναι χαοτικός, ατίθασος, κάθε άλλο παρά νομοταγής, προτιμά το παρελθόν από το παρόν και πιστεύει βαθιά στην μαγεία. Αυτό που λείπει περισσότερο από τον Ίαν είναι ο πατέρας του, τον οποίο δεν γνώρισε ποτέ, μιας που πέθανε πριν εκείνος γεννηθεί. Μια μέρα πριν από τα 16α γενέθλιά του, η μητέρα του, βλέποντας τον Ίαν κάπως στεναχωρημένο, αποφασίζει να του δώσει ένα σπέσιαλ δώρο.
Πρόκειται για ένα σημείωμα που του είχε αφήσει ο πατέρας του – το περιεχόμενο δεν το γνώριζε η ίδια. Με μεγάλη του έκπληξη ο Ίαν, αλλά και ο Μπάρλεϊ και η μητέρα τους, διαπιστώνουν πως πρόκειται για μαγικό ξόρκι! Με τη βοήθεια ενός μαγικού ραβδιού κι ενός μαγικού πετραδιού το ξόρκι υποτίθεται ότι μπορεί να «αναστήσει» τον πατέρα του για ένα ολόκληρο 24ωρο! Ο Ίαν έχει αμφιβολίες, ο Μπάρλεϊ όμως ενθουσιάζεται! Δοκιμάζουν τον ξόρκι και καταφέρνουν το αδύνατον αλλά μόνον κατά το... ήμισυ! Ναι, ο πατέρας τους επιστρέφει από τους νεκρούς αλλά από... τη μέση και κάτω! Μόνο τα πόδια του! Ο Μπάρλεϊ είναι πεπεισμένος πως αν βρουν το πιο σπάνιο ανάλογο πετράδι, θα μπορέσουν να επαναφέρουν τον πατέρα τους ολόκληρο! Έχουν λιγότερες από 24 ώρες για να τα καταφέρουν! Θα φέρουν εις πέρας την ιερή αποστολή τους;
Η άποψή μας: Κυριολεκτικά, Onward σημαίνει «προς τα εμπρός». Εμένα τώρα, γιατί όλο αυτό μου έκανε «προς τα πίσω»; Τα παλιά τα χρόνια υπήρχε μαγεία και σήμερα ήρθε η... τεχνολογία και η μαγεία εξαφανίστηκε; Τα παλιά τα χρόνια τις έκαιγαν τις μάγισσες μωρέ. Αυτή η ωραιοποιημένη nostalgia χωρίς πατήματα, ιδίως όταν αμπαλάρεται με ύποπτα ιδεολογικά σχήματα, με κάνει και κλωτσάω. Ή ίσως όταν είδα την ταινία απλά να είχα ξυπνήσει στραβά! Όλα είναι πιθανά. Αλλά ρε παιδιά, όχι, δεν πείστηκα. Δεν γέλασα, δεν αιφνιδιάστηκα, άντε λίγο (στο τέλος) συγκινήθηκα, αλλά όχι επειδή το κατάφερε η ίδια η ταινία οργανικά αυτό, αλλά επειδή έκανα δικούς μου συσχετισμούς, κάτι που δεν μπορεί να προσμετρηθεί στα θετικά της. Νιώθω αναλογιζόμενος τη θέαση της ταινίας, πως εν πολλοίς είχα να αντιμετωπίσω ένα τέρας του... Φρανκενστάιν σε μορφή φιλμ κινουμένων σχεδίων.
Η πολυπολιτισμικότητα της κοινωνίας που παρουσιάζει η ταινία παραπέμπει στη Ζωούπολη (Zootopia). Απλά, αντί για ζώα (σαρκοφάγα και φυτοφάγα) έχουμε ξωτικά, νεράιδες, μονόκερους, τρολ και... κενταύρους. Το σενάριο θαρρείς και βασίστηκε σε παιχνιδιάρικη animation προβολή του «Dungeons and Dragons», που με ευχαρίστηση θα έβλεπε ο Σέλντον από το «Big Bang Theory», αλλά όχι εγώ: δεν έχω παίξει ποτέ μου «Dungeons and Dragons». Η ιδέα του «κρύβω τον πατέρα μου, ο οποίος έχει μόνο πόδια, κοτσάροντας ένα ψεύτικο σώμα» μου θύμισε - έντονα όμως - το «Τρελό σαββατοκύριακο στου Μπέρνι», μια πολύ αστεία (έτσι τη θυμάμαι τουλάχιστον) κωμωδία από το πολύ μακρινί 1990! Πάρε και λίγο προχωρημενιά ασορτί με τους... μοντέρνους καιρούς – λεσβία αστυνομικός λοιπόν σε ταινία κινουμένων σχεδίων της Pixar – Marvel, φάε τη σκόνη τους – oh wait, και οι δύο για την Ντίσνεϊ βγάζετε φραγκάκια, ε;
Δεν ψήθηκα ρε γαμώτο. Όντας μια ταινία «αναζήτησης», το όλον είχε – αναγκαστικά – και ολίγον τι επεισοδιακό χαρακτήρα. Άλλα επεισόδια λειτουργούσαν κι άλλα όχι. Πχ, οι νεράιδες, που παρουσιάζονται ως φετιχιστές των δερμάτινων λιλιπούτειοι born to be wild, ε, δεν με έκαναν να γελάσω, όπως ήταν ο στόχος. Να πω την μαύρη αλήθεια, η μόνη σκηνή στην οποία πραγματικά γέλασα ήταν εκείνη με το κάνιστρο της βενζίνης και το ξόρκι μεγέθυνσης που εξελίχθηκε σε «αγάπη μου, συρρίκνωσα τον αδελφό μου». Ναι ρε φίλε, αστείο. Άντε και λίγο με το εύρημα του δολοφονικού ζελέ! Εντέλει, αυτή η ωδή στον μεγάλο αδελφό πετυχαίνει τον στόχο της σε ότι αφορά το πιο ενήλικο κοινό: η σκηνή στο ηλιοβασίλεμα, αφού έχει επιτευχθεί ο στόχος κι έχει νικηθεί ο δράκος, είναι σπουδαία. Και χωρίς λόγια: έτσι όπως πρέπει. Μετά από ταινίες όπως το Coco και το Sing έχω γίνει πιο δύσκολος απέναντι στα κινούμενα σχέδια. Έχω καλομάθει. Από την άλλη, όλα τα παραπάνω τα γράφει ένας πικραμένος (μουάχαχαχαχαχα) 50άρης.
Κάτι μου λέει πως τα πιτσιρίκια θα έχουν εντελώς διαφορετική γνώμη από τη δική μου. Κι εκεί όπου η μυθική manticore, με σώμα λιονταριού, ουρά σκορπιού και φτερά δράκου, θα τα πάρει στο κρανίο και θα «ξυπνήσει», θα γουστάρουν τρελά. Εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε...
Η υπόθεση: Ο Ίαν Λάιτφουτ είναι ένα ξωτικό. Είναι γλυκός, καλοπροαίρετος, υπομονετικός, αλλά του λείπει η αυτοπεποίθηση και μερικές φορές τον κυριεύει η νευρικότητά του. Α, και παραείναι ρεαλιστής. Ζει μαζί με τη μητέρα του, την Λόρελ, και τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Μπάρλεϊ, που ως χαρακτήρας είναι το ακριβώς αντίθετο από τον Ίαν: είναι χαοτικός, ατίθασος, κάθε άλλο παρά νομοταγής, προτιμά το παρελθόν από το παρόν και πιστεύει βαθιά στην μαγεία. Αυτό που λείπει περισσότερο από τον Ίαν είναι ο πατέρας του, τον οποίο δεν γνώρισε ποτέ, μιας που πέθανε πριν εκείνος γεννηθεί. Μια μέρα πριν από τα 16α γενέθλιά του, η μητέρα του, βλέποντας τον Ίαν κάπως στεναχωρημένο, αποφασίζει να του δώσει ένα σπέσιαλ δώρο.
Πρόκειται για ένα σημείωμα που του είχε αφήσει ο πατέρας του – το περιεχόμενο δεν το γνώριζε η ίδια. Με μεγάλη του έκπληξη ο Ίαν, αλλά και ο Μπάρλεϊ και η μητέρα τους, διαπιστώνουν πως πρόκειται για μαγικό ξόρκι! Με τη βοήθεια ενός μαγικού ραβδιού κι ενός μαγικού πετραδιού το ξόρκι υποτίθεται ότι μπορεί να «αναστήσει» τον πατέρα του για ένα ολόκληρο 24ωρο! Ο Ίαν έχει αμφιβολίες, ο Μπάρλεϊ όμως ενθουσιάζεται! Δοκιμάζουν τον ξόρκι και καταφέρνουν το αδύνατον αλλά μόνον κατά το... ήμισυ! Ναι, ο πατέρας τους επιστρέφει από τους νεκρούς αλλά από... τη μέση και κάτω! Μόνο τα πόδια του! Ο Μπάρλεϊ είναι πεπεισμένος πως αν βρουν το πιο σπάνιο ανάλογο πετράδι, θα μπορέσουν να επαναφέρουν τον πατέρα τους ολόκληρο! Έχουν λιγότερες από 24 ώρες για να τα καταφέρουν! Θα φέρουν εις πέρας την ιερή αποστολή τους;
Η άποψή μας: Κυριολεκτικά, Onward σημαίνει «προς τα εμπρός». Εμένα τώρα, γιατί όλο αυτό μου έκανε «προς τα πίσω»; Τα παλιά τα χρόνια υπήρχε μαγεία και σήμερα ήρθε η... τεχνολογία και η μαγεία εξαφανίστηκε; Τα παλιά τα χρόνια τις έκαιγαν τις μάγισσες μωρέ. Αυτή η ωραιοποιημένη nostalgia χωρίς πατήματα, ιδίως όταν αμπαλάρεται με ύποπτα ιδεολογικά σχήματα, με κάνει και κλωτσάω. Ή ίσως όταν είδα την ταινία απλά να είχα ξυπνήσει στραβά! Όλα είναι πιθανά. Αλλά ρε παιδιά, όχι, δεν πείστηκα. Δεν γέλασα, δεν αιφνιδιάστηκα, άντε λίγο (στο τέλος) συγκινήθηκα, αλλά όχι επειδή το κατάφερε η ίδια η ταινία οργανικά αυτό, αλλά επειδή έκανα δικούς μου συσχετισμούς, κάτι που δεν μπορεί να προσμετρηθεί στα θετικά της. Νιώθω αναλογιζόμενος τη θέαση της ταινίας, πως εν πολλοίς είχα να αντιμετωπίσω ένα τέρας του... Φρανκενστάιν σε μορφή φιλμ κινουμένων σχεδίων.
Η πολυπολιτισμικότητα της κοινωνίας που παρουσιάζει η ταινία παραπέμπει στη Ζωούπολη (Zootopia). Απλά, αντί για ζώα (σαρκοφάγα και φυτοφάγα) έχουμε ξωτικά, νεράιδες, μονόκερους, τρολ και... κενταύρους. Το σενάριο θαρρείς και βασίστηκε σε παιχνιδιάρικη animation προβολή του «Dungeons and Dragons», που με ευχαρίστηση θα έβλεπε ο Σέλντον από το «Big Bang Theory», αλλά όχι εγώ: δεν έχω παίξει ποτέ μου «Dungeons and Dragons». Η ιδέα του «κρύβω τον πατέρα μου, ο οποίος έχει μόνο πόδια, κοτσάροντας ένα ψεύτικο σώμα» μου θύμισε - έντονα όμως - το «Τρελό σαββατοκύριακο στου Μπέρνι», μια πολύ αστεία (έτσι τη θυμάμαι τουλάχιστον) κωμωδία από το πολύ μακρινί 1990! Πάρε και λίγο προχωρημενιά ασορτί με τους... μοντέρνους καιρούς – λεσβία αστυνομικός λοιπόν σε ταινία κινουμένων σχεδίων της Pixar – Marvel, φάε τη σκόνη τους – oh wait, και οι δύο για την Ντίσνεϊ βγάζετε φραγκάκια, ε;
Δεν ψήθηκα ρε γαμώτο. Όντας μια ταινία «αναζήτησης», το όλον είχε – αναγκαστικά – και ολίγον τι επεισοδιακό χαρακτήρα. Άλλα επεισόδια λειτουργούσαν κι άλλα όχι. Πχ, οι νεράιδες, που παρουσιάζονται ως φετιχιστές των δερμάτινων λιλιπούτειοι born to be wild, ε, δεν με έκαναν να γελάσω, όπως ήταν ο στόχος. Να πω την μαύρη αλήθεια, η μόνη σκηνή στην οποία πραγματικά γέλασα ήταν εκείνη με το κάνιστρο της βενζίνης και το ξόρκι μεγέθυνσης που εξελίχθηκε σε «αγάπη μου, συρρίκνωσα τον αδελφό μου». Ναι ρε φίλε, αστείο. Άντε και λίγο με το εύρημα του δολοφονικού ζελέ! Εντέλει, αυτή η ωδή στον μεγάλο αδελφό πετυχαίνει τον στόχο της σε ότι αφορά το πιο ενήλικο κοινό: η σκηνή στο ηλιοβασίλεμα, αφού έχει επιτευχθεί ο στόχος κι έχει νικηθεί ο δράκος, είναι σπουδαία. Και χωρίς λόγια: έτσι όπως πρέπει. Μετά από ταινίες όπως το Coco και το Sing έχω γίνει πιο δύσκολος απέναντι στα κινούμενα σχέδια. Έχω καλομάθει. Από την άλλη, όλα τα παραπάνω τα γράφει ένας πικραμένος (μουάχαχαχαχαχα) 50άρης.
Κάτι μου λέει πως τα πιτσιρίκια θα έχουν εντελώς διαφορετική γνώμη από τη δική μου. Κι εκεί όπου η μυθική manticore, με σώμα λιονταριού, ουρά σκορπιού και φτερά δράκου, θα τα πάρει στο κρανίο και θα «ξυπνήσει», θα γουστάρουν τρελά. Εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Μαρτίου 2020 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική