της Greta Gerwig. Με τους Saoirse Ronan, Emma Watson, Florence Pugh, Eliza Scanlen, Laura Dern, Timothée Chalamet, Meryl Streep, Tracy Letts, Bob Odenkirk, James Norton, Louis Garrel, Chris Cooper.
It’s a woman’s, woman’s, woman’s world
του zerVo (@moviesltd)
Μετά από μισή ντουζίνα κινηματογραφικές και περίπου άλλες τόσες τηλεοπτικές εκδοχές του διαβόητου μυθιστορήματος της Louisa May Alcott, που μόλις έκλεισε τα εκατόν πενήντα χρόνια ζωής, η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα να σκάσει ακόμη μια, με έντονο τον ανανεωτικό, μάλιστα, αγέρα. Ένα τέταρτο του αιώνα, κατόπιν της ύστατης βερσιόν, εκείνης της Gillian Armstrong στο πανί, οι Little Women επανέρχονται για να μας θυμίσουν όλες εκείνες τις νόστιμες φεμινιστικές αρχές τους, δια χειρός μιας από τις πλέον φημισμένες εκπροσώπους του σύγχρονου indie σινεμά. Την αμαρτία μου, μια φορά, θα την αποκαλύψω από νωρίς, αφού δεν πιστεύω πως την έκδοση του '20, θα την αγαπήσω ποτέ περισσότερο από του '94. Τέτοιο νεανικό ανσάμπλ και μόνο, μου μοιάζει αδιανόητο, πως υπήρξε ποτέ...
Απόντος τους πατρός τους, που πολεμά στο μέτωπο στο πλευρό της Ένωσης, οι τέσσερις αδελφές Μαρτς, η διαρκώς με μια συγγραφική πένα στο χέρι Τζο, η ονειροπόλα Μεγκ, η συνεσταλμένη Έιμι και η μουσικόφιλη αλλά και εύθραυστη Μπεθ, μεγαλώνουν κάτω από την επίβλεψη της μοναχικής, αλλά και συμπονετικής και γενναιόδωρης μητέρας τους, Μάρμι, στο πατρικό τους σπίτι στα περίχωρα της Μασαχουσέτης. Με την ηλικία της παντρειάς να πλησιάζει για τις περισσότερες, οι ματιές τους σε όλους τους όμορφους εργένηδες της πολιτείας δίνουν και παίρνουν, ελπίζοντας πως κι εκείνες θα αποκατασταθούν γοργά, καθώς προστάζουν οι κοινωνικοί κανόνες.
Τις πιο πολλές εξ αυτών θα κλέψει ο γοητευτικός, αν και άστατος στην συμπεριφορά του, Λόρι, ο εγγονός του εύπορου κυρίου Λόρενς, που η αρχοντική του έπαυλη υψώνεται σε απόσταση αναπνοής από την οικία των Μαρτς. Κι αν τα βλέμματα των κοριτσόπουλων διασταυρώνονται διαρκώς με τα δικά του, εκείνος δείχνει να τρέφει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την πιο ανήσυχη καλλιτεχνικά της τετράδας, την Τζόζεφιν, που τις εμπειρίες της, ευτυχισμένες αλλά και πιο δραματικές συνάμα, περνά μέσα από την καλλιγραφία, στις φιλόξενες σελίδες των ημερολογίων της. Υπολογίζοντας πως κάποια μέρα, μια μεγάλη εκδοτική επιθεώρηση θα τις τυπώσει στα φύλλα της, πλάι στο όνομα της...
Κι αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο προσόν, το πιο δυναμικό στοιχείο του πρότζεκτ Μικρές Κυρίες σε οποιαδήποτε φόρμα έχει υπάρξει, πως σου δίνει την εντύπωση πως τα αυτοβιογραφικά κείμενα της Τζο / Alcott, μονομιάς ξεπηδούν από την νουβέλα, για να σχηματίσουν μια, το λιγότερο εύπεπτη εικόνα. Στην παρούσα περίπτωση το σενάριο τρέχει σε δύο διαφορετικές χρονικές ράγες, αμφότερες τον 19ο αιώνα, με την απόσταση που τις χωρίζει να μετριέται στα έξι χρόνια. Το χθες είναι ακινητοποιημένο στην γενέτειρα των κοριτσιών, στο φιλήσυχο Κόνκορντ της Νέας Αγγλίας, εν αντιθέσει με το σήμερα, που ταξιδεύει από την πολύβουη Νέα Υόρκη, ίσαμε το αριστοκρατικό Παρίσι, για να φωτίσει το ενήλικο τώρα των θυγατέρων. Η Τζο, έχει πια ανοίξει τα φτερά της και αναζητά τις τύχες της κτυπώντας τις πόρτες των ονομαστών εκδοτικών οίκων, η μεγαλύτερη του κουαρτέτου Μεγκ, κάνει πράξη τις επιθυμίες της να αποκτήσει την δική της φαμίλια, ενώ η Έιμι ως δεσποινίς του καλού του κόσμου, με την αρωγή της πλούσιας (και δεδηλωμένης γεροντοκόρης) θείας, σπουδάζει τέχνες στην Πόλη του Φωτός.
Για καθεμιά, παρότι το κυνήγημα των φιλοδοξιών τους μοιάζει δεδομένο, η μοίρα κάνει τα δικά της κουμάντα, οδηγώντας τις νεαρές στο να πάρουν αποφάσεις που ίσως και να μην τις πίστευαν, ελάχιστες στιγμές πριν. Εκεί ίσως να εστιάζω στην πιο έκδηλη αδυναμία του φιλμ - πιθανότατα και της νουβέλας καθαυτής - μιας και τα θήλεα ναι μεν μοιάζουν αρκετά ανεξάρτητα και ψυχωμένα για να αποκατασταθούν, σε σχέση με την εποχή τους, η αγωνίες τους όμως είναι που τις οδηγούν σε ενέργειες εύκολες. Που μπαλώνουν το σκριπτ κατά τρόπο τέτοιο, ώστε στο τέλος όλα να τσουλήσουν μέλι γάλα. Με πιο χτυπητό πατς, την ερωτική κατάληξη της βασικής ηρωίδας και αφηγήτριας των πάντων, Τζο, που εντέλει πέφτει στην αγκάλη ενός ντροπαλού άντρα, όχι του βασικότερου στις επιλογές της, μα το κυριότερο εξαφανισμένου από το εκράν για πάνω από μια ώρα, εφόσον η φιλική, ως τότε, σχέση τους είχε περάσει έναν έντονο και δυσάρεστο καυγά.
Με το ημερολόγιο να πηγαίνει πέρα δώθε στον χρόνο, εκείνο που καταφέρνει η ματιά της Greta Gerwig, είναι να αναλύσει στον υπέρτατο βαθμό, την προσωπικότητα και τον ψυχισμό της καθεμιάς Μαρτς και όσων περιφερειακών περσόνων τις συναναστρέφονται. Μέσα από τα σκετς, που κολλούν πολύ όμορφα το ένα κατόπιν του άλλου, αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο τις καλές προθέσεις των αδελφών μεταξύ τους, αλλά κι εκείνες που κρύβουν πίσω τους, ζήλια, που όχι και λίγες φορές φτάνει στα όρια της κακίας. Εννοείται πως παρούσης της επιβλητικής, με τόση καλοσύνη, μητέρας - μακράν η καλύτερη ηθοποιός του καστ, αν κάνουμε στην άκρη το καμέο της La Streep, η Dern - τα πάντα, πάντα μπαίνουν σε τάξη και χάρη στην βασιλεύουσα απλότητα της, οι φιλονικίες περιττεύουν, ώστε να επανέλθει το ενδεχόμενα αναστατωμένο κλίμα, σε οικογενειακή ισορροπία.
Στο επίκεντρο των επιμέρους κοριτσίστικων ιστοριών, εννοείται πως την κορνίζα της βασικής κρατά εκείνη της Τζο, του αγοροκόριτσου, που όσο παθιασμένο και μαχητικό μοστράρει, άλλο τόσο μοιάζει να κρύβει μέσα του ανασφάλειες και τρόμους για οτιδήποτε του ξημερώνει. Καταπληκτική η επιλογή της Saoirse, που τα χνώτα της με την ντιρέκτορα ταιριάζουν σαν των Διόσκουρων, για να αποδώσει με την γνωστή της χαμηλότονη έξαρση τον άξονα που τριγύρω της περιστρέφεται ο κόσμος ολόκληρος. Κορίτσι όσο γίνεται, κοπελιά όσο της αξίζει, γυναίκα όσο πρέπει, η Lady Bird, δεν σηκώνει τίποτα περήφανες και φωνακλάδικες παντιέρες υπέρ του φύλου της, σίγουρα όμως με την πειθήνια εικόνα της (αποκορύφωμα η σεκάνς του παζαριού με τον πεισματάρη εφημεριδά) τιμά και με το παραπάνω τον χαρακτήρα που σκαρφίστηκε η Alcott.
Μολονότι πάντως πιστές στο πρωτότυπο κείμενο, οι ρομαντικές αλληλουχίες, δεν μοιάζουν να πείθουν τους πιο ψαγμένους, που πάντα θα ψάχνουν πίσω από τις λέξεις, τις αλήθειες που κάθε κορίτσι του συγκεκριμένου μικρόκοσμου, ενδεχόμενα θα δίσταζε να αποκαλύψει. Συνεπώς αιώνια θα μείνει η απορία, για τους λόγους που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ το τόσο καλά κρυμμένο, αντίστροφης ανδρόγυνης όψης, πάθος της Τζό για τον άτακτο και αθυρόστομο Λόρι. Τον μορφονιό Timothee Chalamet δηλαδή, που εισβάλλει σαν σίφουνας στην καθημερινότητα του κλειστού κλαμπ των τεσσάρων αδελφών, δίνοντας την εντύπωση ακόμη και στον πιο αδαή, πως αργά ή γρήγορα την καρδούλα κάποιας τους, θα την τσιμπήσει. Θα είναι άραγες αυτή, η πιο ενδιαφέρουσα ως διττή και κατάτι υποχθόνια, της παρτάκια Έιμι, όπως την ζωγραφίζει η τιγκάτη στην αυτοπεποίθηση που της δίνει η ορμή του Midsommar, Florence Pugh?
Με τις προθέσεις του φιλμ να είναι τόσο ειλικρινείς, προσπαθώντας να μην προσβάλλουν την αισθητική κανενός θεατή του και ολοκληρώνοντας μέσα σε ένα κλίμα γενικότερης συμφιλίωσης και νηνεμίας, μετά τις ανατροπές και τις αβάσταχτες απώλειες, εκτιμώ πως δεν θα υπάρξει ούτε ένας που να πει αρνητική κουβέντα γι αυτό. Η οικογενειακή ζεστασιά, η φιλικότητα, η διάθεση για συμπαράσταση στον πλησίον και εντέλει οι ατομικές αρχές δοσμένες μέσα από ένα άρτια μελετημένο κινηματογραφικό πακέτο, κάνουν την ύστατη παραλλαγή των Little Women, αναμφίβολα ελκυστική και αγαπησιάρικη στο κοινό τους. Οριακά, όχι πιο πολύ από την πρότερη. Εκεί όμως είχε και Winona...
Τις πιο πολλές εξ αυτών θα κλέψει ο γοητευτικός, αν και άστατος στην συμπεριφορά του, Λόρι, ο εγγονός του εύπορου κυρίου Λόρενς, που η αρχοντική του έπαυλη υψώνεται σε απόσταση αναπνοής από την οικία των Μαρτς. Κι αν τα βλέμματα των κοριτσόπουλων διασταυρώνονται διαρκώς με τα δικά του, εκείνος δείχνει να τρέφει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την πιο ανήσυχη καλλιτεχνικά της τετράδας, την Τζόζεφιν, που τις εμπειρίες της, ευτυχισμένες αλλά και πιο δραματικές συνάμα, περνά μέσα από την καλλιγραφία, στις φιλόξενες σελίδες των ημερολογίων της. Υπολογίζοντας πως κάποια μέρα, μια μεγάλη εκδοτική επιθεώρηση θα τις τυπώσει στα φύλλα της, πλάι στο όνομα της...
Κι αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο προσόν, το πιο δυναμικό στοιχείο του πρότζεκτ Μικρές Κυρίες σε οποιαδήποτε φόρμα έχει υπάρξει, πως σου δίνει την εντύπωση πως τα αυτοβιογραφικά κείμενα της Τζο / Alcott, μονομιάς ξεπηδούν από την νουβέλα, για να σχηματίσουν μια, το λιγότερο εύπεπτη εικόνα. Στην παρούσα περίπτωση το σενάριο τρέχει σε δύο διαφορετικές χρονικές ράγες, αμφότερες τον 19ο αιώνα, με την απόσταση που τις χωρίζει να μετριέται στα έξι χρόνια. Το χθες είναι ακινητοποιημένο στην γενέτειρα των κοριτσιών, στο φιλήσυχο Κόνκορντ της Νέας Αγγλίας, εν αντιθέσει με το σήμερα, που ταξιδεύει από την πολύβουη Νέα Υόρκη, ίσαμε το αριστοκρατικό Παρίσι, για να φωτίσει το ενήλικο τώρα των θυγατέρων. Η Τζο, έχει πια ανοίξει τα φτερά της και αναζητά τις τύχες της κτυπώντας τις πόρτες των ονομαστών εκδοτικών οίκων, η μεγαλύτερη του κουαρτέτου Μεγκ, κάνει πράξη τις επιθυμίες της να αποκτήσει την δική της φαμίλια, ενώ η Έιμι ως δεσποινίς του καλού του κόσμου, με την αρωγή της πλούσιας (και δεδηλωμένης γεροντοκόρης) θείας, σπουδάζει τέχνες στην Πόλη του Φωτός.
Για καθεμιά, παρότι το κυνήγημα των φιλοδοξιών τους μοιάζει δεδομένο, η μοίρα κάνει τα δικά της κουμάντα, οδηγώντας τις νεαρές στο να πάρουν αποφάσεις που ίσως και να μην τις πίστευαν, ελάχιστες στιγμές πριν. Εκεί ίσως να εστιάζω στην πιο έκδηλη αδυναμία του φιλμ - πιθανότατα και της νουβέλας καθαυτής - μιας και τα θήλεα ναι μεν μοιάζουν αρκετά ανεξάρτητα και ψυχωμένα για να αποκατασταθούν, σε σχέση με την εποχή τους, η αγωνίες τους όμως είναι που τις οδηγούν σε ενέργειες εύκολες. Που μπαλώνουν το σκριπτ κατά τρόπο τέτοιο, ώστε στο τέλος όλα να τσουλήσουν μέλι γάλα. Με πιο χτυπητό πατς, την ερωτική κατάληξη της βασικής ηρωίδας και αφηγήτριας των πάντων, Τζο, που εντέλει πέφτει στην αγκάλη ενός ντροπαλού άντρα, όχι του βασικότερου στις επιλογές της, μα το κυριότερο εξαφανισμένου από το εκράν για πάνω από μια ώρα, εφόσον η φιλική, ως τότε, σχέση τους είχε περάσει έναν έντονο και δυσάρεστο καυγά.
Με το ημερολόγιο να πηγαίνει πέρα δώθε στον χρόνο, εκείνο που καταφέρνει η ματιά της Greta Gerwig, είναι να αναλύσει στον υπέρτατο βαθμό, την προσωπικότητα και τον ψυχισμό της καθεμιάς Μαρτς και όσων περιφερειακών περσόνων τις συναναστρέφονται. Μέσα από τα σκετς, που κολλούν πολύ όμορφα το ένα κατόπιν του άλλου, αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο τις καλές προθέσεις των αδελφών μεταξύ τους, αλλά κι εκείνες που κρύβουν πίσω τους, ζήλια, που όχι και λίγες φορές φτάνει στα όρια της κακίας. Εννοείται πως παρούσης της επιβλητικής, με τόση καλοσύνη, μητέρας - μακράν η καλύτερη ηθοποιός του καστ, αν κάνουμε στην άκρη το καμέο της La Streep, η Dern - τα πάντα, πάντα μπαίνουν σε τάξη και χάρη στην βασιλεύουσα απλότητα της, οι φιλονικίες περιττεύουν, ώστε να επανέλθει το ενδεχόμενα αναστατωμένο κλίμα, σε οικογενειακή ισορροπία.
Στο επίκεντρο των επιμέρους κοριτσίστικων ιστοριών, εννοείται πως την κορνίζα της βασικής κρατά εκείνη της Τζο, του αγοροκόριτσου, που όσο παθιασμένο και μαχητικό μοστράρει, άλλο τόσο μοιάζει να κρύβει μέσα του ανασφάλειες και τρόμους για οτιδήποτε του ξημερώνει. Καταπληκτική η επιλογή της Saoirse, που τα χνώτα της με την ντιρέκτορα ταιριάζουν σαν των Διόσκουρων, για να αποδώσει με την γνωστή της χαμηλότονη έξαρση τον άξονα που τριγύρω της περιστρέφεται ο κόσμος ολόκληρος. Κορίτσι όσο γίνεται, κοπελιά όσο της αξίζει, γυναίκα όσο πρέπει, η Lady Bird, δεν σηκώνει τίποτα περήφανες και φωνακλάδικες παντιέρες υπέρ του φύλου της, σίγουρα όμως με την πειθήνια εικόνα της (αποκορύφωμα η σεκάνς του παζαριού με τον πεισματάρη εφημεριδά) τιμά και με το παραπάνω τον χαρακτήρα που σκαρφίστηκε η Alcott.
Μολονότι πάντως πιστές στο πρωτότυπο κείμενο, οι ρομαντικές αλληλουχίες, δεν μοιάζουν να πείθουν τους πιο ψαγμένους, που πάντα θα ψάχνουν πίσω από τις λέξεις, τις αλήθειες που κάθε κορίτσι του συγκεκριμένου μικρόκοσμου, ενδεχόμενα θα δίσταζε να αποκαλύψει. Συνεπώς αιώνια θα μείνει η απορία, για τους λόγους που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ το τόσο καλά κρυμμένο, αντίστροφης ανδρόγυνης όψης, πάθος της Τζό για τον άτακτο και αθυρόστομο Λόρι. Τον μορφονιό Timothee Chalamet δηλαδή, που εισβάλλει σαν σίφουνας στην καθημερινότητα του κλειστού κλαμπ των τεσσάρων αδελφών, δίνοντας την εντύπωση ακόμη και στον πιο αδαή, πως αργά ή γρήγορα την καρδούλα κάποιας τους, θα την τσιμπήσει. Θα είναι άραγες αυτή, η πιο ενδιαφέρουσα ως διττή και κατάτι υποχθόνια, της παρτάκια Έιμι, όπως την ζωγραφίζει η τιγκάτη στην αυτοπεποίθηση που της δίνει η ορμή του Midsommar, Florence Pugh?
Με τις προθέσεις του φιλμ να είναι τόσο ειλικρινείς, προσπαθώντας να μην προσβάλλουν την αισθητική κανενός θεατή του και ολοκληρώνοντας μέσα σε ένα κλίμα γενικότερης συμφιλίωσης και νηνεμίας, μετά τις ανατροπές και τις αβάσταχτες απώλειες, εκτιμώ πως δεν θα υπάρξει ούτε ένας που να πει αρνητική κουβέντα γι αυτό. Η οικογενειακή ζεστασιά, η φιλικότητα, η διάθεση για συμπαράσταση στον πλησίον και εντέλει οι ατομικές αρχές δοσμένες μέσα από ένα άρτια μελετημένο κινηματογραφικό πακέτο, κάνουν την ύστατη παραλλαγή των Little Women, αναμφίβολα ελκυστική και αγαπησιάρικη στο κοινό τους. Οριακά, όχι πιο πολύ από την πρότερη. Εκεί όμως είχε και Winona...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Φεβρουαρίου 2020 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική