του Roland Emmerich. Με τους Ed Skrein, Patrick Wilson, Luke Evans, Woody Harrelson, Dennis Quaid, Mandy Moore, Aaron Eckhart, Nick Jonas, Darren Criss, Tadanobu Asano, Geoffrey Blake.
«Meet me... Midway»!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Μια ναυμαχία που άλλαξε τον ρου του πολέμου
Αυτή είναι η 17η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 10 Νοεμβρίου του 1955 στη Στουτγάρδη Γερμανός σκηνοθέτης. Οι πρώτες τέσσερις ταινίες του ήταν low budget φιλμ, που δεν προβλήθηκαν ποτέ στη χώρα μας εμπορικά, στους κινηματογράφους. Από το «Παγκόσμιος στρατιώτης» (Universal Soldier, 1992) μέχρι και τούτη, την τελευταία του ως τώρα ταινία, τις έχουμε δει όλες στην Ελλάδα! Εκτός από μία: το «Stonewall» (2015). Μεταξύ των υπερπαραγωγών που έχει σκηνοθετήσει συναντούμε τις ταινίες: «Ημέρα ανεξαρτησίας» (Independence Day, 1996) και το σίκουέλ του «Ημέρα ανεξαρτησίας: Νέα απειλή» (Independence Day: Resurgence, 2016), «Γκοτζίλα» (Godzilla, 1998), «Ο πατριώτης» (The Patriot, 2000) και «Μετά την επόμενη μέρα» (The Day After Tomorrow, 2004), που μάλλον είναι και η καλύτερη της φιλμογραφίας του. Μεταξύ των προσεχών του σχεδίων είναι να κάνει ριμέικ μιας από τις πρώτες του ταινίες, του «Stargate»!!!
Αυτή είναι η δεύτερη φορά που η ναυμαχία του Μίντγουεϊ γίνεται βασικό θέμα μιας αμερικάνικης κινηματογραφικής ταινίας. Η πρώτη ήταν το 1976, σε σκηνοθεσία Jack Smight με μια πλειάδα πρωταγωνιστών μεταξύ των οποίων συναντάμε τα ονόματα των Charlton Heston, Henry Fonda, James Coburn, Glenn Ford, Hal Holbrook, Toshiro Mifune, Robert Mitchum, Cliff Robertson, Robert Wagner και Robert Webber. Η ταινία του Emmerich κόστισε 100 εκατομμύρια δολάρια και οι εισπράξεις της στο παγκόσμιο box office αγγίζουν τα 114 εκατομμύρια δολάρια ως τώρα...
Η υπόθεση: Ενώ ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνονταν... παγκοσμίως, οι ΗΠΑ επέλεγαν την τακτική της ουδετερότητας. Η χώρα μόλις είχε αρχίσει να ορθοποδεί μετά την οικονομική κρίση της δεκαετίας του '30 και τίποτα δεν παρέπεμπε σε υπερδύναμη. Οι ηγέτες της δεν ήθελαν να εμπλακούν με κάτι που θα κόστιζε σε χρήμα και σε ανθρώπινο δυναμικό. Όταν όμως οι Ιάπωνες – που καθησύχαζαν τους Αμερικάνους, ότι δεν είχαν επιθετικές βλέψεις απέναντί τους – βομβάρδισαν το Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, «ξύπνησαν» τον κοιμισμένο γίγαντα. Οι Αμερικάνοι, πληγωμένοι και με στραπατσαρισμένο ηθικό, αντέδρασαν και μπήκαν βιαίως στον πόλεμο. Ο ναύαρχος Τσέστερ Νίμιτς ορίζεται αρχιστράτηγος στην επικράτεια του Ειρηνικού Ωκεανού μετά τα γεγονότα στο Περλ Χάρμπορ κι αυτό αλλάζει τα δεδομένα.
Ο Έντουιν Λέιτον είναι βοηθός διοικητή στο αμερικάνικο ναυτικό. Η δουλειά του είναι διερμηνέας απόρρητων πληροφοριών για στρατιωτική στρατηγική. Δουλεύει σε στενή συνεργασία με το ναύαρχο Νίμιτς και με μια ομάδα λαμπρών αποκωδικοποιητών. Με τις πληροφορίες που κατορθώνει να συλλέξει η ομάδα του, πιστεύει πως οι Ιάπωνες ετοιμάζουν κάτι πολύ μεγάλο στο Μίντγουεϊ. Πολλοί είναι εκείνοι που δεν πείθονται. Εκτός από τον Νίμιτς. Το που θα γείρει πλέον η πλάστιγγα του πολέμου επαφίεται στον πατριωτισμό και τις ικανότητες μιας ομάδας αεροπόρων τοποθετημένων σε ελάχιστα αμερικάνικα αεροπλανοφόρα...
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως κάποιους σκηνοθέτες τους υποτιμούμε εμείς οι κριτικοί. Εσκεμμένα. Ηθελημένα. Καθότι οτιδήποτε εμπορικό δεν μπορεί να είναι και καλό. Είμαστε μυστήρια ράτσα, μην την ψάχνεις. Μόλις δούμε ταινία να κόβει εισιτήρια βγάζουμε φλύκταινες. Αν από την άλλη κανά πουλέν μας του καλλιτεχνικού κάνει γκελ στον πολύ τον κοσμάκη, παίρνουμε αποστάσεις. Γενικώς «με λένε Ρίζο κι όπως θέλω τα γυρίζω». Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να χρησιμοποιούμε τον κόσμο κατά το δοκούν. Πάνε και βλέπουν μαζικά ταινία που δεν μας αρέσει; «Δεν υπάρχει κινηματογραφική παιδεία κυρία μου». Πάνε και βλέπουν ταινία μαζικά ταινία που μας αρέσει; «Έχει αισθητήριο ο κόσμος και ξέρει να ξεχωρίζει το καλό το πράμα». Τέτοια. Πάντως, τους πετυχημένους του Χόλιγουντ, που δεν φλερτάρουν με το καλλιτεχνικό, τους έχουμε λίγο του πεταματού.
Όπως τούτον εδώ τον Γερμαναρά. «Roland Emmerich» και «καλή ταινία» δεν μπορούν να συνυπάρξουν στην ίδια πρόταση (ε, εκτός από αυτήν, μουάχαχαχαχαχαχα). Νόμος! Εννοείται ότι βοηθάει πολύ και ο ίδιος στην πλειοψηφία των ταινιών που αναλαμβάνει. Που ως επί τω πλείστον είναι ταινίες γεμάτες εφέ, υπερθεαματικές τσιχλόφουσκες για τα μάτια, που βάζουν το μυαλό του θεατή σε θέση pause. Θέαμα για το θέαμα ρε παιδί μου! Αλλά το... δηλητήριό του, καλά το σταλάζει: εξωγήινοι κάνουν σκόνη και θρύψαλα τον Λευκό Οίκο στην «Ημέρα ανεξαρτησίας». Στο «Λευκός Οίκος: Η πτώση» και πάλι η προεδρική κατοικία των ΗΠΑ γίνεται σμπαράλια. Μια εμμονή να διαλυθεί ο Λευκός Οίκος την έχει ο δικός μας! Κυρίως, όμως, η πιο πολιτική του δήλωση είναι εκείνη που κάνει στο φινάλε του «Μετά την επόμενη μέρα» όπου Αμερικάνοι πολίτες περνάνε από τα σύνορα στο Μεξικό, για να γλυτώσουν από την παγωνιά - λόγω της κλιματικής αλλαγής - της πατρίδας τους! Άτσα! Αμ πως.
Το παλεύει πάντως, να τα λέμε κι αυτά. Και σε τούτη την ταινία πιάνει μεγάλη επίδοση. Γιατί να το κρύψομεν άλλωστε; Γιατί να μας πιάνουν κομπλεξισμοί; Εντάξει, έναν υπερ-ηρωισμό, τον διαθέτει η ταινία. Αν και κρατάει πισινές ο Emmerich. Δείτε πχ τι συμβαίνει με τον νεαρό που δεν θέλει να παλέψει και πείθεται με τα χίλια ζόρια από τον πρωταγωνιστή μας να το κάνει. Ναι, τέτοια. Επίσης, δεν είναι λίγο να κάνει και την τόσο γλυκιά κινηματογραφόφιλη σφήνα του. Ναι, ο John Ford κλήθηκε από τον Έντουιν Λέιτον να πάει στο Μίντγουεϊ και να κινηματογραφήσει σκηνές από τη ναυμαχία! Είναι αληθινό γεγονός αυτό! Και ο Emmerich το κινηματογραφεί με τον δέοντα σεβασμό. Εννοείται ότι συναισθηματικά το σενάριό του είναι παλιομοδίτικα προκάτ. Οι μόνες γυναικείες παρουσίες στην ταινία είναι υποδειγματικές σύζυγοι: η μία του πρωτοπαλίκαρου που λέγαμε, του Ντικ Μπεστ (τον υποδύεται ο ανερχόμενος Ed Skrein) και η άλλη του πωρωμένου να μην επαναληφθεί η αμέλεια του Περλ Χάρμπορ, Έντουιν Λέιτον (τον υποδύεται ο σταθερά καλός Patrick Wilson).
Από εκεί και πέρα, η ταινία ξετυλίγεται σε «επεισόδια». Κάποια μάλιστα από τα subplots εμ δεν προσφέρουν κάτι παραπάνω στην ταινία, εμ δεν οδηγούν και πουθενά – φαίνεται μόνον πως τρώνε χρόνο. Πχ, η όλη φάση με τον σμηναγό Ντούλιντλ (τον υποδύεται ο Aaron Eckhart), που με το σμήνος του βομβάρδισαν το Τόκιο και έπεσαν στην Κίνα για να τραβήξουν εκεί τη δική τους περιπέτεια, λίγα προσφέρει στην οικονομία της ταινίας, ξεχειλίζοντάς την κατάτι. Αλλά όσο οι διαλογικές σκηνές είναι λίγο πονεμένη ιστορία – απαραίτητες όμως, καθώς πέρα όλων των άλλων, o Emmerich στοχεύει εδώ στην όσο το δυνατόν πιστότερη καταγραφή των συμβάντων – τόσο οι σκηνές μάχης είναι εντυπωσιακότατες!
Πλάκα – πλάκα, η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ δεν παραλείπεται ή ξεπετιέται για χάρη της βασικής ναυμαχίας. Καταγράφεται με τρόπο συναρπαστικό! Είναι ό,τι πιο κοντινό μπορεί να βιώσει ο θεατής σε αυτό που λέμε τι συμβαίνει στο πεδίο της μάχης! Εκρήξεις, αερομαχίες, βόμβες, άνθρωποι σε κίνδυνο, χαμός! Άψογα σκηνοθετημένες οι σκηνές μάχης, δεν χορταίνεις να τις βλέπεις. Κι εκείνες οι σκηνές των κάθετων εφορμήσεων των αεροπλάνων! Γουάου! Το τελικό αποτέλεσμα είναι τίμιο: η ταινία προσφέρει αυτό που ο θεατής περιμένει να δει από αυτήν. Μπόλικο θέαμα σε συνδυασμό με ένα ευκολοχώνευτο μάθημα ιστορίας, για όσους δεν διαβάζουν. Μπόλικες συγκινήσεις, ηρωισμός, σεβασμός στον αντίπαλο. Εγώ μια φορά μια χαρά πέρασα.
Η υπόθεση: Ενώ ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνονταν... παγκοσμίως, οι ΗΠΑ επέλεγαν την τακτική της ουδετερότητας. Η χώρα μόλις είχε αρχίσει να ορθοποδεί μετά την οικονομική κρίση της δεκαετίας του '30 και τίποτα δεν παρέπεμπε σε υπερδύναμη. Οι ηγέτες της δεν ήθελαν να εμπλακούν με κάτι που θα κόστιζε σε χρήμα και σε ανθρώπινο δυναμικό. Όταν όμως οι Ιάπωνες – που καθησύχαζαν τους Αμερικάνους, ότι δεν είχαν επιθετικές βλέψεις απέναντί τους – βομβάρδισαν το Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, «ξύπνησαν» τον κοιμισμένο γίγαντα. Οι Αμερικάνοι, πληγωμένοι και με στραπατσαρισμένο ηθικό, αντέδρασαν και μπήκαν βιαίως στον πόλεμο. Ο ναύαρχος Τσέστερ Νίμιτς ορίζεται αρχιστράτηγος στην επικράτεια του Ειρηνικού Ωκεανού μετά τα γεγονότα στο Περλ Χάρμπορ κι αυτό αλλάζει τα δεδομένα.
Ο Έντουιν Λέιτον είναι βοηθός διοικητή στο αμερικάνικο ναυτικό. Η δουλειά του είναι διερμηνέας απόρρητων πληροφοριών για στρατιωτική στρατηγική. Δουλεύει σε στενή συνεργασία με το ναύαρχο Νίμιτς και με μια ομάδα λαμπρών αποκωδικοποιητών. Με τις πληροφορίες που κατορθώνει να συλλέξει η ομάδα του, πιστεύει πως οι Ιάπωνες ετοιμάζουν κάτι πολύ μεγάλο στο Μίντγουεϊ. Πολλοί είναι εκείνοι που δεν πείθονται. Εκτός από τον Νίμιτς. Το που θα γείρει πλέον η πλάστιγγα του πολέμου επαφίεται στον πατριωτισμό και τις ικανότητες μιας ομάδας αεροπόρων τοποθετημένων σε ελάχιστα αμερικάνικα αεροπλανοφόρα...
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως κάποιους σκηνοθέτες τους υποτιμούμε εμείς οι κριτικοί. Εσκεμμένα. Ηθελημένα. Καθότι οτιδήποτε εμπορικό δεν μπορεί να είναι και καλό. Είμαστε μυστήρια ράτσα, μην την ψάχνεις. Μόλις δούμε ταινία να κόβει εισιτήρια βγάζουμε φλύκταινες. Αν από την άλλη κανά πουλέν μας του καλλιτεχνικού κάνει γκελ στον πολύ τον κοσμάκη, παίρνουμε αποστάσεις. Γενικώς «με λένε Ρίζο κι όπως θέλω τα γυρίζω». Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να χρησιμοποιούμε τον κόσμο κατά το δοκούν. Πάνε και βλέπουν μαζικά ταινία που δεν μας αρέσει; «Δεν υπάρχει κινηματογραφική παιδεία κυρία μου». Πάνε και βλέπουν ταινία μαζικά ταινία που μας αρέσει; «Έχει αισθητήριο ο κόσμος και ξέρει να ξεχωρίζει το καλό το πράμα». Τέτοια. Πάντως, τους πετυχημένους του Χόλιγουντ, που δεν φλερτάρουν με το καλλιτεχνικό, τους έχουμε λίγο του πεταματού.
Όπως τούτον εδώ τον Γερμαναρά. «Roland Emmerich» και «καλή ταινία» δεν μπορούν να συνυπάρξουν στην ίδια πρόταση (ε, εκτός από αυτήν, μουάχαχαχαχαχαχα). Νόμος! Εννοείται ότι βοηθάει πολύ και ο ίδιος στην πλειοψηφία των ταινιών που αναλαμβάνει. Που ως επί τω πλείστον είναι ταινίες γεμάτες εφέ, υπερθεαματικές τσιχλόφουσκες για τα μάτια, που βάζουν το μυαλό του θεατή σε θέση pause. Θέαμα για το θέαμα ρε παιδί μου! Αλλά το... δηλητήριό του, καλά το σταλάζει: εξωγήινοι κάνουν σκόνη και θρύψαλα τον Λευκό Οίκο στην «Ημέρα ανεξαρτησίας». Στο «Λευκός Οίκος: Η πτώση» και πάλι η προεδρική κατοικία των ΗΠΑ γίνεται σμπαράλια. Μια εμμονή να διαλυθεί ο Λευκός Οίκος την έχει ο δικός μας! Κυρίως, όμως, η πιο πολιτική του δήλωση είναι εκείνη που κάνει στο φινάλε του «Μετά την επόμενη μέρα» όπου Αμερικάνοι πολίτες περνάνε από τα σύνορα στο Μεξικό, για να γλυτώσουν από την παγωνιά - λόγω της κλιματικής αλλαγής - της πατρίδας τους! Άτσα! Αμ πως.
Το παλεύει πάντως, να τα λέμε κι αυτά. Και σε τούτη την ταινία πιάνει μεγάλη επίδοση. Γιατί να το κρύψομεν άλλωστε; Γιατί να μας πιάνουν κομπλεξισμοί; Εντάξει, έναν υπερ-ηρωισμό, τον διαθέτει η ταινία. Αν και κρατάει πισινές ο Emmerich. Δείτε πχ τι συμβαίνει με τον νεαρό που δεν θέλει να παλέψει και πείθεται με τα χίλια ζόρια από τον πρωταγωνιστή μας να το κάνει. Ναι, τέτοια. Επίσης, δεν είναι λίγο να κάνει και την τόσο γλυκιά κινηματογραφόφιλη σφήνα του. Ναι, ο John Ford κλήθηκε από τον Έντουιν Λέιτον να πάει στο Μίντγουεϊ και να κινηματογραφήσει σκηνές από τη ναυμαχία! Είναι αληθινό γεγονός αυτό! Και ο Emmerich το κινηματογραφεί με τον δέοντα σεβασμό. Εννοείται ότι συναισθηματικά το σενάριό του είναι παλιομοδίτικα προκάτ. Οι μόνες γυναικείες παρουσίες στην ταινία είναι υποδειγματικές σύζυγοι: η μία του πρωτοπαλίκαρου που λέγαμε, του Ντικ Μπεστ (τον υποδύεται ο ανερχόμενος Ed Skrein) και η άλλη του πωρωμένου να μην επαναληφθεί η αμέλεια του Περλ Χάρμπορ, Έντουιν Λέιτον (τον υποδύεται ο σταθερά καλός Patrick Wilson).
Από εκεί και πέρα, η ταινία ξετυλίγεται σε «επεισόδια». Κάποια μάλιστα από τα subplots εμ δεν προσφέρουν κάτι παραπάνω στην ταινία, εμ δεν οδηγούν και πουθενά – φαίνεται μόνον πως τρώνε χρόνο. Πχ, η όλη φάση με τον σμηναγό Ντούλιντλ (τον υποδύεται ο Aaron Eckhart), που με το σμήνος του βομβάρδισαν το Τόκιο και έπεσαν στην Κίνα για να τραβήξουν εκεί τη δική τους περιπέτεια, λίγα προσφέρει στην οικονομία της ταινίας, ξεχειλίζοντάς την κατάτι. Αλλά όσο οι διαλογικές σκηνές είναι λίγο πονεμένη ιστορία – απαραίτητες όμως, καθώς πέρα όλων των άλλων, o Emmerich στοχεύει εδώ στην όσο το δυνατόν πιστότερη καταγραφή των συμβάντων – τόσο οι σκηνές μάχης είναι εντυπωσιακότατες!
Πλάκα – πλάκα, η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ δεν παραλείπεται ή ξεπετιέται για χάρη της βασικής ναυμαχίας. Καταγράφεται με τρόπο συναρπαστικό! Είναι ό,τι πιο κοντινό μπορεί να βιώσει ο θεατής σε αυτό που λέμε τι συμβαίνει στο πεδίο της μάχης! Εκρήξεις, αερομαχίες, βόμβες, άνθρωποι σε κίνδυνο, χαμός! Άψογα σκηνοθετημένες οι σκηνές μάχης, δεν χορταίνεις να τις βλέπεις. Κι εκείνες οι σκηνές των κάθετων εφορμήσεων των αεροπλάνων! Γουάου! Το τελικό αποτέλεσμα είναι τίμιο: η ταινία προσφέρει αυτό που ο θεατής περιμένει να δει από αυτήν. Μπόλικο θέαμα σε συνδυασμό με ένα ευκολοχώνευτο μάθημα ιστορίας, για όσους δεν διαβάζουν. Μπόλικες συγκινήσεις, ηρωισμός, σεβασμός στον αντίπαλο. Εγώ μια φορά μια χαρά πέρασα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Δεκεμβρίου 2019 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική