του Αλέξη Καρδαρά. Με τους Στέλιο Μάινα, Γιάννη Στάνκογλου, Ρένα Μόρφη, Άννα Καλαϊτζίδου, Αντίνοο Αλμπάνη, Γιάννη Νταλιάνη, Γιώργο Καφετζόπουλο, Βίκυ Παπαδοπούλου.
Πες μου Φωτεινή, πες μου Φωτεινή, πως με αγαπάς πολύ
του zerVo (@moviesltd)
Μια βραδιά στην Φαντασία λέει ε? Δεν θα την ξεχάσω ποτέ εκείνη την πρώτη μου φορά. Γύρω στα είκοσι και κάτι ημερών, πέντε φίλοι που ήδη έχουν κατεβάσει μερικά Τζόνη στο παμπ της γειτονιάς και αποφασίζουμε να διαβούμε την παραλιακή, με σκοπό να διαβούμε το κατώφλι του πιο φημισμένου νυχτερινού, αυτού με τα γιγάντια ασημένια γράμματα στην μαρκίζα. Ούτε τραπέζι κλεισμένο, ούτε πρόγραμμα, ούτε τίποτα. Η απογοήτευση στην είσοδο μη αναμενόμενη, για την άγνοια κινδύνου μας: Δεν υπάρχει ούτε στασίδι, ήρθατε κι εσείς στη μία η ώρα... Ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν την μεταβολή, η φωνή του πορτιέρη μοιάζει με βάλσαμο. Ελάτε παιδιά, έχουμε μια ακύρωση, τυχεροί είστε. Το είκοσι βήματα πάνω στο κόκκινο χαλί, ενόσω πλησίαζα την κεντρική πύλη, προτού εισέλθω στον ναό, έμοιαζαν με μαγική ιεροτελεστία. Η ένταση από τα όργανα ολοένα και μεγάλωνε, προκαλώντας μου μια απίστευτη αγωνία για το τι πρόκειται να συναντήσω πίσω από την ολοβέλουδη κατακόκκινη πόρτα. Αποκάλυψη!
Ένα αχανές Μαρακανά, σκεπασμένο με ένα πέπλο καπνογόνου (από τις φούμες) με την ορχήστρα και τους αστέρες κατάτι υπερυψωμένους να δίνει το γενικό πρόσταγμα. Χαμένο κορμί με φωνάζουν κι αλήτη! Εκατοντάδες μαυροντυμένες λαμπάδες πάνω στα τραπέζια να τραμπαλίζουν στον παλμό, μέσα σε ένα ξέφρενο πανηγύρι εκατομμυρίων αισθήσεων και συναισθημάτων. Μπουζούκια, αυτά είναι εντέλει, εδώ προσκυνάει η κοινωνία είδωλα και θεούς, σκορπώντας τον κάματο μπορεί και ολάκερου του μηνός. Φαντασία! Εδώ υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος. Δεν λησμονιέται το ενσταντανέ.
Μακάρι ένας από τους συντελεστές ετούτης εδώ της ταινίας (...) να είχε περάσει έστω και μια νύχτα μέσα της.
Δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ένας θαμώνας του άθλιου επαρχιακού σκυλάδικου Παράδεισος που να μην πιστεύει πως η τραγουδίστρια που κρατά ολόκληρο το πρόγραμμα, κάποια στιγμή θα γίνει μεγάλη και τρανή. Η αστερόσκονη άλλωστε πάνω από την αύρα της αηδονίσιας Φωτεινής, θυγατέρας του ιδιοκτήτη του κέντρου, που από μικρή ηλικία απόλεσε την αγαπημένη της μητέρα, είναι βέβαιο πως αργά ή γρήγορα θα προκαλούσε το ενδιαφέρον των μεγάλων πιστών της πρωτεύουσας. Ο πρώτος και ο καλύτερος που θα προλάβει να πάρει κοντά του το πουλέν, ο φημισμένος μαέστρος Βλάσης Χρηστάκης, φίλος παιδιόθεν του γονιού της Φωτεινούλας, θα είναι εκείνος που θα την πάρει στο πλάι του, ανεβάζοντας την στο πάλκο του πολυσύχναστου κέντρου Χάντρες, χαρίζοντας της τα πιο πρόσφατα σουξέ του.
Έχοντας πλέον εξελιχθεί σε μεγάλη σταρ του πενταγράμμου, η νεαρή καλλιτέχνης, μη τρέφοντας τίποτα ξεχωριστά αισθήματα για τον σιτεμένο μπουζουξή που την ανέδειξε, σύντομα θα τον εγκαταλείψει για την θερμή αγκάλη κάποιου πολύ νεότερου του, επίσης τραγουδιστή που το όνομα του φιγουράρει στην πρώτη γραμμή της επιτυχίας. Του Νίκου Κόκκινου, σούπερ αστέρα με αμέτρητους πλατινένιους δίσκους, που στο πλευρό του - παρότι παντρεμένου - θα γνωρίσει το ερωτικό πάθος που πάντοτε καρτερούσε. Η μοίρα της Φωτεινής μπορεί να είναι γραμμένη με ατόφιο χρυσάφι σε ότι αφορά στην καριέρα της, στην προσωπική της ζωή όμως, τα πάντα ακολουθούν άλλη φορά, αρνητική.
Άκου λοιπόν φίλε μου να δεις πως λειτουργεί εν έτι 2020 ο ελληνικός σινεμάς. Ο εμπορικός ελληνικός σινεμάς. Είναι σε κάποια παραλία πεντέξι νοματαίοι που περνούν εαυτούς για παραγωγούς της περιοπής και πίνουν τα ούζα τους, μέχρι που στον νου του ενός σκάει η έμπνευση: "- Ρε σεις μπας και είδατε πέρσι μια ταινία με ένα κορίτσι με γλυκιά φωνή, που το αγάπησε ένας διάσημος μπεκρής ροκάς αλλά στο τέλος πέθανε? Παίζει κι εκείνη η πως την λένε η γνωστή? - Η Μαντόνα λες? - Α γεια σου, αυτή. Τι λέτε, δεν το φκιάνουμε σε ελληνική βερσιόν το εργάκι? Έτσι θα του προσθέσουμε πέρα από το αμόρε και καμιά δεκαριά θανάτους στην εξέλιξη του, για να ανεβάσουμε το δράμα, θα βάλουμε και τίποτα γνωστούς ηθοποιούς φίλους μας να παίξουν, μπας και τα κονομήσουμε! - Μπράβο ρε μαν, αυτή είναι η ιδέα της χρονιάς! Πως δεν το σκέφτηκε κανείς μας? Να του χώσουμε και τίποτα τραβηγμένες υπερβολές στο σκριπτ, να μοιάζει με Βέρα στο Δεξί που το έβλεπε και ο κόσμος όλος. Θα σπάσουμε ταμεία παίδες να μου το θυμηθείτε. Μόνο μια καλή στάρινγκ να εντοπίσουμε, να της βγαίνει και λίγο η φωνή, για τους άντρες του στόρι δεν πειράζει, ας γκαρίζουν. Δεν είναι αυτοί τα αστέρια...
Δεν πρέπει να κράτησε πέντε λεπτά ο διάλογος των εγχώριων Selznick. Και ούτε ακόμη δύο η συγγραφή του σεναρίου. Και το πράγμα πήρε αμέσως φωτιά. Και να σου από το καλοκαίρι τα καταιγιστικά δελτία τύπου και να σου τα βίντεο κλιπ και οι αφίσες και οι διαφημίσεις, για το "ορίτζιναλ" θεματάκι έκπληξη που μας επιφυλάσσει η φιλμική σεζόν. Δεν συζητούμε, δε, για το πάρτι πρεμιέρας, που πέντε φωτογραφίες των botoxαρισμένων αγνώριστων καλεσμένων να έβλεπε ο κάθε πικραμένος, θα γελούσε μέχρι τα Χριστούγεννα του '30. Ένιγουέι δεν είναι αυτή η δουλειά μας, να σχολιάζουμε δηλαδή τον καραβλάχικο τρόπο που προμοτάρεται στα μέρη μας ένα καλλιτεχνικό (?) πόνημα, εδώ είμαστε για να πούμε τι είδαμε σε αυτά τα εκατό λεπτά διάρκειας ενός έργου, πραγματικά κακού σε κάθε τομέα.
Ορφανό το κορίτσι μας, από την πρώτη κιόλας σεκάνς, αφού η Μερσέντα της μαμάς, καρφώθηκε σε δρόμο της περιφέρειας, πάνω σε διερχόμενο τρακτέρ κι εκείνη πάπαλα. Αντίο από νωρίς δηλαδή ο ένας λόγος της ερμηνευτικής ομάδας, για να παρακολουθήσει κάποιος την ταινία. Αφού η μήτηρ, αναγνωρισμένη φωνάρα στα μικράτα της με πορεία αξιοζήλευτη ακόμη και πέραν του Ατλαντικού, φέρει την μορφή της Μοναδικής Ελληνίδας then millenium ενζενί (χμ, όχι πια και τόσο μπέμπα), που αξίζει κάτι παραπάνω από τον κόπο. Με το Βικάκι να μας λέει αντίο στο 5ο λεπτό, αναγκαστικά η ματιά στρέφεται πια στα όσα εκτυλίσσονται στο εκράν. Που τουλάστον για το πρώτο ημιχρόνιο, ούτε για τρία χιλιοστά δεν παρεκκλίνουν του A Star Is Born.
Η ιδέα να τοποθετηθεί η βάση του στόρι στις αρχές των 90s περίοδο που τα μπουζούκια γνώρισαν πρωτοφανή άνοιξη, δεν είναι άσχημη. Δεν είναι όμως και καινοφανής. Το αυθαίρετο μπουζουκερί κάπου έξω από τον Πύργο, εκεί που πραγματοποιεί τα πρώτα του βήματα το κορίτσι μας, μόνο την λέξη Βιετνάμ δεν χρησιμοποιεί για ονομασία του (if you know what i mean). Ουίσκια, σουρωμένοι λαικατζήδες, αίματα, ζεμπεκιές του χέστη, κάργα μπογιάτισμα από τις κυράτσες στα μπροστινά. Τεσπά, η εκκολαπτόμενη Λέιντη Γκάγκα σύντομα ξέφυγε από την Ηgλεία, για να βρεθεί στο κλεινόν άστυ, εκεί που το καρτερούν τα φώτα, η λάμψη, η δόξα όπως ακριβώς του αξίζει. Αλλά και ο έρως, η ευτυχία, το πάθος. Προτού η ζηλοφθονία κάνει την μόστρα της και ανατρέψει μονομιάς τα πάντα, μετατρέποντας το καυστικό κοινωνικό σχόλιο μιας περίεργης εποχής για τα ελληνικά δρώμενα (το βαθύ Πασόκ, ο Παπαθεμελής, οι ζβούρες του Κατσιφάρα) σε Λάμψη. Αν είχαμε γελάσει με δάκρυα μια φορά στο σουρεάλ φινάλε του Xenia, εδώ το πράγμα ξεφεύγει. Και ξεφεύγει και πολύ, αφού κάποιος ζήλεψε την δόξα της Στρέλας. Α και του Οικονομίδη, αν κρίνω από τα πουστριλίκια που πέφτουν βροχηδόν, μόνο που εκεί παίζει και κάμποση ικανότητα ε?
Το σενάριο είναι για κλάματα. Δεν υπάρχει η παραμικρή χρονική συνοχή στα αφηγούμενα, αφού τα πάντα τρέχουν τόσο ραγδαία και λαχανιάζουν, τουλάχιστον με την εκτόξευση στον βασιλικό θρόνο της Φωτεινής (φαουλάρα, καμία αρτίστα δεν θα έκανε μαζικό ντόρο με αυτό το μικρό όνομα, αν δεν την λέγαν Δούκισσα ασούμε) που πραγματοποιείται σε χρόνο dt. Ούτε καν μια σκηνή από αυτές που λέμε εξελικτικές, δεν σκέφτηκε να προσθέσει στην δράση ο ντιρέκτορας, έτσι για το Θεαθήναι. Εκεί που το προϊόν όμως πιάνει πάτο, είναι όταν το δράμα της τάχιστης ανόδου, όπως και της απελπισμένης πτώσης, εισέρχεται σε χωράφια που δεν μπορούν να ελεγχθούν από κανέναν ματαιόδοξο κινηματογραφιστή, που νομίζει πως αν προσθέσει τέτοιες ακρότητες στα όσα λέει, θα πετύχει αντίστοιχες σοβαρές ανατροπές. Σίγουρα οι θεατές έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Από την αρνητική έκπληξη!
Ίσως το μοναδικό οργανωτικό επίτευγμα που πέτυχε η παραγωγή έχει να κάνει με την διανομή του ρόλου. Και δεν λέω των ρόλων, αφού τουλάχιστον οι σερνικοί είναι μια σκέτη καταστροφή. Ανέλπιστο για τόσο πεπειραμένους καλλιτέχνες? Όχι δα, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να παίζεις τον Ρουβά, αν μιλάμε για τον Στάνκογλου, όταν δεν έχεις καμία σχέση με ρυθμό. Για να μην αναφερθούμε στο τραγούδι του, που απορώ πως κρατήθηκε και δεν γελούσε με τέτοια φωνή. Από την άλλη, όταν θέλεις να παραστήσεις τον Χιώτη, αναφερόμενος στο διάλεγμα του αξιοπρεπή στο παρελθόν του, Μάινα, με την αστεία χωρίστρα Καλυβάτση, ε, δεν κρατάς το όργανο λες και είναι σκουπόξυλο, ούτε κουνάς τα δάχτυλα πάνω στις χορδές, νομίζοντας πως συμμετέχεις σε τουρνουά air guitar. Η επιλογή της Ρένας Μόρφη όμως μοιάζει σωστή, καθώς είναι και εκείνη η ταλαντούχα νεαρά, που έχει γίνει πιο διάσημη για τα βίντεο κλιπ που παίζει, παρά για τα τραγούδια της αυτούσια. Φιλμάκια τρίλεπτα που της δίνουν το αβάντζο να σταθεί στην κινηματογραφική πίστα χωρίς να τα χάνει - εμφανώς - όπως θα έκαναν άλλες στην θέση της. Η απροσδιόριστης ηλικίας ερμηνεύτρια με την γλυκύτατη λαλιά, που είναι της μόδας εσχάτως, είναι μια κούκλα. Σε αρκετά σημεία δεν είναι σωστά φωτισμένη, ούτε και το στάιλινγκ της πειστικό, μιας και εκτός από τα σκουλαρίκια, δεν θυμίζει και πολύ 1993. Έχει αέρα όμως, που σε συνδυασμό με την τίγκα στο σεξ απίλ ομορφάδα της, την καθιστά ως το μοναδικό άξιο αναφοράς στοιχείο του λοιπού ναυαγίου.
Που ούτε την περίοδο σχημάτισε σωστά, ούτε ατμόσφαιρα λαϊκού κέντρου της προκοπής έστησε, ούτε μια πλοκή σοβαρή και χωρίς ανοησίες μας παρουσίασε, ούτε τέλος ανταποκρίθηκε κατά πως θα έπρεπε στην χρήση του ονόματος ενός θρυλικού μαγαζιού της νύχτας, βαρύτατου σαν ιστορία. Ηλία, ρίχτο!
Έχοντας πλέον εξελιχθεί σε μεγάλη σταρ του πενταγράμμου, η νεαρή καλλιτέχνης, μη τρέφοντας τίποτα ξεχωριστά αισθήματα για τον σιτεμένο μπουζουξή που την ανέδειξε, σύντομα θα τον εγκαταλείψει για την θερμή αγκάλη κάποιου πολύ νεότερου του, επίσης τραγουδιστή που το όνομα του φιγουράρει στην πρώτη γραμμή της επιτυχίας. Του Νίκου Κόκκινου, σούπερ αστέρα με αμέτρητους πλατινένιους δίσκους, που στο πλευρό του - παρότι παντρεμένου - θα γνωρίσει το ερωτικό πάθος που πάντοτε καρτερούσε. Η μοίρα της Φωτεινής μπορεί να είναι γραμμένη με ατόφιο χρυσάφι σε ότι αφορά στην καριέρα της, στην προσωπική της ζωή όμως, τα πάντα ακολουθούν άλλη φορά, αρνητική.
Άκου λοιπόν φίλε μου να δεις πως λειτουργεί εν έτι 2020 ο ελληνικός σινεμάς. Ο εμπορικός ελληνικός σινεμάς. Είναι σε κάποια παραλία πεντέξι νοματαίοι που περνούν εαυτούς για παραγωγούς της περιοπής και πίνουν τα ούζα τους, μέχρι που στον νου του ενός σκάει η έμπνευση: "- Ρε σεις μπας και είδατε πέρσι μια ταινία με ένα κορίτσι με γλυκιά φωνή, που το αγάπησε ένας διάσημος μπεκρής ροκάς αλλά στο τέλος πέθανε? Παίζει κι εκείνη η πως την λένε η γνωστή? - Η Μαντόνα λες? - Α γεια σου, αυτή. Τι λέτε, δεν το φκιάνουμε σε ελληνική βερσιόν το εργάκι? Έτσι θα του προσθέσουμε πέρα από το αμόρε και καμιά δεκαριά θανάτους στην εξέλιξη του, για να ανεβάσουμε το δράμα, θα βάλουμε και τίποτα γνωστούς ηθοποιούς φίλους μας να παίξουν, μπας και τα κονομήσουμε! - Μπράβο ρε μαν, αυτή είναι η ιδέα της χρονιάς! Πως δεν το σκέφτηκε κανείς μας? Να του χώσουμε και τίποτα τραβηγμένες υπερβολές στο σκριπτ, να μοιάζει με Βέρα στο Δεξί που το έβλεπε και ο κόσμος όλος. Θα σπάσουμε ταμεία παίδες να μου το θυμηθείτε. Μόνο μια καλή στάρινγκ να εντοπίσουμε, να της βγαίνει και λίγο η φωνή, για τους άντρες του στόρι δεν πειράζει, ας γκαρίζουν. Δεν είναι αυτοί τα αστέρια...
Δεν πρέπει να κράτησε πέντε λεπτά ο διάλογος των εγχώριων Selznick. Και ούτε ακόμη δύο η συγγραφή του σεναρίου. Και το πράγμα πήρε αμέσως φωτιά. Και να σου από το καλοκαίρι τα καταιγιστικά δελτία τύπου και να σου τα βίντεο κλιπ και οι αφίσες και οι διαφημίσεις, για το "ορίτζιναλ" θεματάκι έκπληξη που μας επιφυλάσσει η φιλμική σεζόν. Δεν συζητούμε, δε, για το πάρτι πρεμιέρας, που πέντε φωτογραφίες των botoxαρισμένων αγνώριστων καλεσμένων να έβλεπε ο κάθε πικραμένος, θα γελούσε μέχρι τα Χριστούγεννα του '30. Ένιγουέι δεν είναι αυτή η δουλειά μας, να σχολιάζουμε δηλαδή τον καραβλάχικο τρόπο που προμοτάρεται στα μέρη μας ένα καλλιτεχνικό (?) πόνημα, εδώ είμαστε για να πούμε τι είδαμε σε αυτά τα εκατό λεπτά διάρκειας ενός έργου, πραγματικά κακού σε κάθε τομέα.
Ορφανό το κορίτσι μας, από την πρώτη κιόλας σεκάνς, αφού η Μερσέντα της μαμάς, καρφώθηκε σε δρόμο της περιφέρειας, πάνω σε διερχόμενο τρακτέρ κι εκείνη πάπαλα. Αντίο από νωρίς δηλαδή ο ένας λόγος της ερμηνευτικής ομάδας, για να παρακολουθήσει κάποιος την ταινία. Αφού η μήτηρ, αναγνωρισμένη φωνάρα στα μικράτα της με πορεία αξιοζήλευτη ακόμη και πέραν του Ατλαντικού, φέρει την μορφή της Μοναδικής Ελληνίδας then millenium ενζενί (χμ, όχι πια και τόσο μπέμπα), που αξίζει κάτι παραπάνω από τον κόπο. Με το Βικάκι να μας λέει αντίο στο 5ο λεπτό, αναγκαστικά η ματιά στρέφεται πια στα όσα εκτυλίσσονται στο εκράν. Που τουλάστον για το πρώτο ημιχρόνιο, ούτε για τρία χιλιοστά δεν παρεκκλίνουν του A Star Is Born.
Η ιδέα να τοποθετηθεί η βάση του στόρι στις αρχές των 90s περίοδο που τα μπουζούκια γνώρισαν πρωτοφανή άνοιξη, δεν είναι άσχημη. Δεν είναι όμως και καινοφανής. Το αυθαίρετο μπουζουκερί κάπου έξω από τον Πύργο, εκεί που πραγματοποιεί τα πρώτα του βήματα το κορίτσι μας, μόνο την λέξη Βιετνάμ δεν χρησιμοποιεί για ονομασία του (if you know what i mean). Ουίσκια, σουρωμένοι λαικατζήδες, αίματα, ζεμπεκιές του χέστη, κάργα μπογιάτισμα από τις κυράτσες στα μπροστινά. Τεσπά, η εκκολαπτόμενη Λέιντη Γκάγκα σύντομα ξέφυγε από την Ηgλεία, για να βρεθεί στο κλεινόν άστυ, εκεί που το καρτερούν τα φώτα, η λάμψη, η δόξα όπως ακριβώς του αξίζει. Αλλά και ο έρως, η ευτυχία, το πάθος. Προτού η ζηλοφθονία κάνει την μόστρα της και ανατρέψει μονομιάς τα πάντα, μετατρέποντας το καυστικό κοινωνικό σχόλιο μιας περίεργης εποχής για τα ελληνικά δρώμενα (το βαθύ Πασόκ, ο Παπαθεμελής, οι ζβούρες του Κατσιφάρα) σε Λάμψη. Αν είχαμε γελάσει με δάκρυα μια φορά στο σουρεάλ φινάλε του Xenia, εδώ το πράγμα ξεφεύγει. Και ξεφεύγει και πολύ, αφού κάποιος ζήλεψε την δόξα της Στρέλας. Α και του Οικονομίδη, αν κρίνω από τα πουστριλίκια που πέφτουν βροχηδόν, μόνο που εκεί παίζει και κάμποση ικανότητα ε?
Το σενάριο είναι για κλάματα. Δεν υπάρχει η παραμικρή χρονική συνοχή στα αφηγούμενα, αφού τα πάντα τρέχουν τόσο ραγδαία και λαχανιάζουν, τουλάχιστον με την εκτόξευση στον βασιλικό θρόνο της Φωτεινής (φαουλάρα, καμία αρτίστα δεν θα έκανε μαζικό ντόρο με αυτό το μικρό όνομα, αν δεν την λέγαν Δούκισσα ασούμε) που πραγματοποιείται σε χρόνο dt. Ούτε καν μια σκηνή από αυτές που λέμε εξελικτικές, δεν σκέφτηκε να προσθέσει στην δράση ο ντιρέκτορας, έτσι για το Θεαθήναι. Εκεί που το προϊόν όμως πιάνει πάτο, είναι όταν το δράμα της τάχιστης ανόδου, όπως και της απελπισμένης πτώσης, εισέρχεται σε χωράφια που δεν μπορούν να ελεγχθούν από κανέναν ματαιόδοξο κινηματογραφιστή, που νομίζει πως αν προσθέσει τέτοιες ακρότητες στα όσα λέει, θα πετύχει αντίστοιχες σοβαρές ανατροπές. Σίγουρα οι θεατές έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Από την αρνητική έκπληξη!
Ίσως το μοναδικό οργανωτικό επίτευγμα που πέτυχε η παραγωγή έχει να κάνει με την διανομή του ρόλου. Και δεν λέω των ρόλων, αφού τουλάχιστον οι σερνικοί είναι μια σκέτη καταστροφή. Ανέλπιστο για τόσο πεπειραμένους καλλιτέχνες? Όχι δα, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να παίζεις τον Ρουβά, αν μιλάμε για τον Στάνκογλου, όταν δεν έχεις καμία σχέση με ρυθμό. Για να μην αναφερθούμε στο τραγούδι του, που απορώ πως κρατήθηκε και δεν γελούσε με τέτοια φωνή. Από την άλλη, όταν θέλεις να παραστήσεις τον Χιώτη, αναφερόμενος στο διάλεγμα του αξιοπρεπή στο παρελθόν του, Μάινα, με την αστεία χωρίστρα Καλυβάτση, ε, δεν κρατάς το όργανο λες και είναι σκουπόξυλο, ούτε κουνάς τα δάχτυλα πάνω στις χορδές, νομίζοντας πως συμμετέχεις σε τουρνουά air guitar. Η επιλογή της Ρένας Μόρφη όμως μοιάζει σωστή, καθώς είναι και εκείνη η ταλαντούχα νεαρά, που έχει γίνει πιο διάσημη για τα βίντεο κλιπ που παίζει, παρά για τα τραγούδια της αυτούσια. Φιλμάκια τρίλεπτα που της δίνουν το αβάντζο να σταθεί στην κινηματογραφική πίστα χωρίς να τα χάνει - εμφανώς - όπως θα έκαναν άλλες στην θέση της. Η απροσδιόριστης ηλικίας ερμηνεύτρια με την γλυκύτατη λαλιά, που είναι της μόδας εσχάτως, είναι μια κούκλα. Σε αρκετά σημεία δεν είναι σωστά φωτισμένη, ούτε και το στάιλινγκ της πειστικό, μιας και εκτός από τα σκουλαρίκια, δεν θυμίζει και πολύ 1993. Έχει αέρα όμως, που σε συνδυασμό με την τίγκα στο σεξ απίλ ομορφάδα της, την καθιστά ως το μοναδικό άξιο αναφοράς στοιχείο του λοιπού ναυαγίου.
Που ούτε την περίοδο σχημάτισε σωστά, ούτε ατμόσφαιρα λαϊκού κέντρου της προκοπής έστησε, ούτε μια πλοκή σοβαρή και χωρίς ανοησίες μας παρουσίασε, ούτε τέλος ανταποκρίθηκε κατά πως θα έπρεπε στην χρήση του ονόματος ενός θρυλικού μαγαζιού της νύχτας, βαρύτατου σαν ιστορία. Ηλία, ρίχτο!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Νοεμβρίου 2019 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική