της Vanessa Filho. Με τους Marion Cotillard, Ayline Aksoy-Etaix, Alban Lenoir, Amélie Daure, Stéhane Rideau.
Μάνα, μητέρα, μανούλα, μαμά
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Δεν έχουν όλοι τα προσόντα για να γίνουν γονείς
Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί Vanessa Filho. Έχει δουλέψει και ως second unit director στην ταινία Το κόλπο της ζωής μας (The Love Punch) του 2013, όπου πρωταγωνιστές ήταν οι Pierce Brosnan και Emma Thompson. Το σενάριο της ταινίας το υπογράφει η ίδια η σκηνοθέτιδα μαζί με τον Diastème. Η ταινία έλαβε μέρος στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του περσινού φεστιβάλ των Καννών.
Στη Γαλλία η ταινία Ένα Αγγελικό Πρόσωπο (Gueule d' Ange / Angel Face) βγήκε στους κινηματογράφους πολύ κοντά χρονικά με την παρουσία της στο φεστιβάλ των Καννών και στο πρώτο της τριήμερο, στα τέλη του Μάη του 2018, την είδαν περί τις 50 χιλιάδες θεατές σε ολόκληρη την χώρα.
Η υπόθεση: Η οχτάχρονη Ελί ζει μαζί με τη μητέρα της, τη Μαρλέν, σε μια μικρή πόλη στη γαλλική Ριβιέρα. Η Ελί δεν έχει γνωρίσει ποτέ τον πατέρα της: είναι ο καρπός που παράχθηκε μετά από ένα one night stand. Η Μαρλέν ετοιμάζεται να παντρευτεί, κάτι που δείχνει πως, επιτέλους, θα δώσει την απαραίτητη σταθερότητα στην Ελί και θα κλείσει μια για πάντα τις υποψίες των κοινωνικών λειτουργών, που ανησυχούν για τη σωστή ανατροφή της μικρής, μιας που η μητέρα της δείχνει σημάδια ανευθυνότητας. Εντέλει, το ίδιο κάνει με το γάμο. Ουσιαστικά, τον διαλύει, ανίκανη να αντιμετωπίσει τους δαίμονές της. Ψάχνει καταφύγιο στο ποτό και στα ξενύχτια. Κι ένα βράδυ ξενυχτιού απλώς αποφασίζει να μην γυρίσει πίσω στο σπίτι. Η Ελί μένει μόνη της. Παραπάνω από μία μέρες. Δέχεται τη χλεύη των συνομηλίκων της. Και δεν μπορεί να διαχειριστεί τη μοναξιά της. Θα προσκολληθεί στον γιο ενός γείτονά της, παλιό πρωταθλητή καταδύσεων, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει και τα δικά του προβλήματα...
Η άποψή μας: Δεν είναι κακή ηθοποιός η Marion Cotillard. Καθόλου κακή. Αλλά, ρε παιδί μου, εντέλει, δεν μπορεί να παίξει τα πάντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτή η ταινία. Υποδύεται μιαν ανώριμη μητέρα με πρόβλημα αλκοολισμού, με πρόβλημα συναισθηματικής εμπλοκής, με πρόβλημα διαχείρησης των θέλω της, αποπροσανατολισμένη, φτωχή, ουσιαστικά αγράμματη, αυτό που οι Αμερικάνοι αποκαλούν white trash. Κολλάει στην τηλεόραση και βλέπει μαλακίες, στο γάμο της γαμιέται με έναν άγνωστο, πίνει και δίνει και στην ανήλικη κόρη της να πιεί, τέτοια. Καθόλου δεν πείθει όμως. Ούτε στο ελάχιστο. Η διαφορά με την Bria Vinaite, την ερασιτέχνη ηθοποιό που υποδύθηκε εντελώς ανάλογο ρόλο στο υπέροχο The Florida Project είναι χαώδης! Και δεν φταίνε τα τατουάζ της δεύτερης (και η Cotillard έχει κάνει για την ταινία). Είναι το γεγονός ότι η μία είναι πειστική και η άλλη όχι.
Περισσότερο παρασυρόμαστε και προσέχουμε την εμφάνιση της ηθοποιού, τα ρούχα της, τα μαλλιά της, το επιτηδευμένο μακιγιάζ της, τα χρωματιστά σουτιέν που τονίζουν το υπέροχο στήθος της (δεν άντεξα, το είπα!) παρά τον χαρακτήρα που υποδύεται. Μεγάλη αποτυχία. Έτσι χάνεται το μισό στοίχημα της ταινίας. Από την άλλη, υπάρχει η πιτσιρίκα που υποδύεται την μικρή Ελί, η Ayline Aksoy-Etaix. Κάνει πολύ καλύτερη δουλειά, αλλά και πάλι δεν φτάνει με την καμία τα επίπεδα φυσικότητας και ερμηνείας της Brooklynn Prince, που υποδύονταν την υπέροχη πιτσιρίκα Μούνι στην ταινία του Sean Baker. Μέχρι και αναλογία στους δεύτερους ανδρικούς ρόλους έχουμε! Εκεί όπου ο Willem Dafoe έθελγε στην αμερικάνικη ταινία ως πατρική φιγούρα, ο Alban Lenoir, έτσι κι αλλιώς περιορισμένων δυνατοτήτων ηθοποιός, προσπαθεί, είναι καλύτερος από άλλες φορές, αλλά δεν...
Η σκηνοθέτιδα εκτός από το ότι έχει διαλέξει λάθος καστ, το οποίο δεν το διευθύνει και όσο πρέπει καλά για να διορθώσει τις αστοχίες, έχει κι άλλα προβλήματα, τα οποία δημιουργεί η ίδια και το σενάριό της. Ας πούμε, η παρουσίαση της Cotillard γίνεται με μόνον μελανά χρώματα. Δεν της δίνει κανένα ελαφρυντικό. Είναι ένας χαρακτήρας που χτίστηκε με τέτοιον τρόπο, γεμάτο στερεότυπα, έτσι ώστε οι θεατές να λένε: «Κοίτα να δεις τώρα την πουτάνα, μα μητέρα είναι αυτή; Κάποιοι δεν πρέπει να γίνονται γονείς». Ισχύει: κάποιοι δεν πρέπει να γίνονται γονείς. Εδώ οι πολλοί που θέλουν να γίνουν γονείς και έχουν τις καλύτερες προθέσεις πολλές φορές μόνον από τύχη δεν διαλύουν συναισθηματικά τα παιδιά τους, ανατρέφοντας παράλυτους και λειψούς ανθρώπους. Εδώ, λοιπόν, το μόνο «ελαφρυντικό» που δίνει στη μητέρα, είναι ότι κατά βάθος... αγαπάει το παιδί της. Κι ας είναι πολλές φορές το παιδί εκείνο που συμπεριφέρεται ως γονέας απέναντί της.
Χαρακτηριστική είναι μια σκηνή από τις αρχικές του φιλμ, όπου η Μαρλέν έχει γυρίσει «κομμάτια» από νυχτερινή έξοδο και ζητάει από τη μικρή να της τραγουδήσει για να κοιμηθεί! Η οποία μικρή τη χαϊδεύει ακριβώς όπως ένας γονέας κάνει στο παιδί του. Σε ότι αφορά κάποια έστω μικρή κοινωνική κριτική, αυτή εξαντλείται στο πως από μικροί καταδικάζουμε την διαφορετικότητα. Η Ελί βιώνει σχεδόν καθημερινό μπούλινγκ από τους συμμαθητές της επειδή η μητέρα της είναι, ας πούμε, χαλαρών ηθών για τη συντηρητική κοινωνία στην οποία ζουν. Κι ενώ για το ένα τρίτο της διάρκειας της ταινίας (ίσως και παραπάνω) η (κακή, τα 'παμε) Cotillard εξαφανίζεται από το κάδρο, η απουσία της λειτουργεί ακόμα πιο αρνητικά για το φιλμ. Γιατί το back story με τον δύτη δεν μπορεί να ισορροπήσει ή ακόμα και να βελτιώσει την κατάσταση. Μέτρια πράγματα λοιπόν, στο σύνολό της η ταινία, δεν είναι καθόλου... αγγελικά πλασμένη!
Η υπόθεση: Η οχτάχρονη Ελί ζει μαζί με τη μητέρα της, τη Μαρλέν, σε μια μικρή πόλη στη γαλλική Ριβιέρα. Η Ελί δεν έχει γνωρίσει ποτέ τον πατέρα της: είναι ο καρπός που παράχθηκε μετά από ένα one night stand. Η Μαρλέν ετοιμάζεται να παντρευτεί, κάτι που δείχνει πως, επιτέλους, θα δώσει την απαραίτητη σταθερότητα στην Ελί και θα κλείσει μια για πάντα τις υποψίες των κοινωνικών λειτουργών, που ανησυχούν για τη σωστή ανατροφή της μικρής, μιας που η μητέρα της δείχνει σημάδια ανευθυνότητας. Εντέλει, το ίδιο κάνει με το γάμο. Ουσιαστικά, τον διαλύει, ανίκανη να αντιμετωπίσει τους δαίμονές της. Ψάχνει καταφύγιο στο ποτό και στα ξενύχτια. Κι ένα βράδυ ξενυχτιού απλώς αποφασίζει να μην γυρίσει πίσω στο σπίτι. Η Ελί μένει μόνη της. Παραπάνω από μία μέρες. Δέχεται τη χλεύη των συνομηλίκων της. Και δεν μπορεί να διαχειριστεί τη μοναξιά της. Θα προσκολληθεί στον γιο ενός γείτονά της, παλιό πρωταθλητή καταδύσεων, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει και τα δικά του προβλήματα...
Η άποψή μας: Δεν είναι κακή ηθοποιός η Marion Cotillard. Καθόλου κακή. Αλλά, ρε παιδί μου, εντέλει, δεν μπορεί να παίξει τα πάντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτή η ταινία. Υποδύεται μιαν ανώριμη μητέρα με πρόβλημα αλκοολισμού, με πρόβλημα συναισθηματικής εμπλοκής, με πρόβλημα διαχείρησης των θέλω της, αποπροσανατολισμένη, φτωχή, ουσιαστικά αγράμματη, αυτό που οι Αμερικάνοι αποκαλούν white trash. Κολλάει στην τηλεόραση και βλέπει μαλακίες, στο γάμο της γαμιέται με έναν άγνωστο, πίνει και δίνει και στην ανήλικη κόρη της να πιεί, τέτοια. Καθόλου δεν πείθει όμως. Ούτε στο ελάχιστο. Η διαφορά με την Bria Vinaite, την ερασιτέχνη ηθοποιό που υποδύθηκε εντελώς ανάλογο ρόλο στο υπέροχο The Florida Project είναι χαώδης! Και δεν φταίνε τα τατουάζ της δεύτερης (και η Cotillard έχει κάνει για την ταινία). Είναι το γεγονός ότι η μία είναι πειστική και η άλλη όχι.
Περισσότερο παρασυρόμαστε και προσέχουμε την εμφάνιση της ηθοποιού, τα ρούχα της, τα μαλλιά της, το επιτηδευμένο μακιγιάζ της, τα χρωματιστά σουτιέν που τονίζουν το υπέροχο στήθος της (δεν άντεξα, το είπα!) παρά τον χαρακτήρα που υποδύεται. Μεγάλη αποτυχία. Έτσι χάνεται το μισό στοίχημα της ταινίας. Από την άλλη, υπάρχει η πιτσιρίκα που υποδύεται την μικρή Ελί, η Ayline Aksoy-Etaix. Κάνει πολύ καλύτερη δουλειά, αλλά και πάλι δεν φτάνει με την καμία τα επίπεδα φυσικότητας και ερμηνείας της Brooklynn Prince, που υποδύονταν την υπέροχη πιτσιρίκα Μούνι στην ταινία του Sean Baker. Μέχρι και αναλογία στους δεύτερους ανδρικούς ρόλους έχουμε! Εκεί όπου ο Willem Dafoe έθελγε στην αμερικάνικη ταινία ως πατρική φιγούρα, ο Alban Lenoir, έτσι κι αλλιώς περιορισμένων δυνατοτήτων ηθοποιός, προσπαθεί, είναι καλύτερος από άλλες φορές, αλλά δεν...
Η σκηνοθέτιδα εκτός από το ότι έχει διαλέξει λάθος καστ, το οποίο δεν το διευθύνει και όσο πρέπει καλά για να διορθώσει τις αστοχίες, έχει κι άλλα προβλήματα, τα οποία δημιουργεί η ίδια και το σενάριό της. Ας πούμε, η παρουσίαση της Cotillard γίνεται με μόνον μελανά χρώματα. Δεν της δίνει κανένα ελαφρυντικό. Είναι ένας χαρακτήρας που χτίστηκε με τέτοιον τρόπο, γεμάτο στερεότυπα, έτσι ώστε οι θεατές να λένε: «Κοίτα να δεις τώρα την πουτάνα, μα μητέρα είναι αυτή; Κάποιοι δεν πρέπει να γίνονται γονείς». Ισχύει: κάποιοι δεν πρέπει να γίνονται γονείς. Εδώ οι πολλοί που θέλουν να γίνουν γονείς και έχουν τις καλύτερες προθέσεις πολλές φορές μόνον από τύχη δεν διαλύουν συναισθηματικά τα παιδιά τους, ανατρέφοντας παράλυτους και λειψούς ανθρώπους. Εδώ, λοιπόν, το μόνο «ελαφρυντικό» που δίνει στη μητέρα, είναι ότι κατά βάθος... αγαπάει το παιδί της. Κι ας είναι πολλές φορές το παιδί εκείνο που συμπεριφέρεται ως γονέας απέναντί της.
Χαρακτηριστική είναι μια σκηνή από τις αρχικές του φιλμ, όπου η Μαρλέν έχει γυρίσει «κομμάτια» από νυχτερινή έξοδο και ζητάει από τη μικρή να της τραγουδήσει για να κοιμηθεί! Η οποία μικρή τη χαϊδεύει ακριβώς όπως ένας γονέας κάνει στο παιδί του. Σε ότι αφορά κάποια έστω μικρή κοινωνική κριτική, αυτή εξαντλείται στο πως από μικροί καταδικάζουμε την διαφορετικότητα. Η Ελί βιώνει σχεδόν καθημερινό μπούλινγκ από τους συμμαθητές της επειδή η μητέρα της είναι, ας πούμε, χαλαρών ηθών για τη συντηρητική κοινωνία στην οποία ζουν. Κι ενώ για το ένα τρίτο της διάρκειας της ταινίας (ίσως και παραπάνω) η (κακή, τα 'παμε) Cotillard εξαφανίζεται από το κάδρο, η απουσία της λειτουργεί ακόμα πιο αρνητικά για το φιλμ. Γιατί το back story με τον δύτη δεν μπορεί να ισορροπήσει ή ακόμα και να βελτιώσει την κατάσταση. Μέτρια πράγματα λοιπόν, στο σύνολό της η ταινία, δεν είναι καθόλου... αγγελικά πλασμένη!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουνίου 2019 από την Weird Wave!
1 σχόλια:
Ενοιωσα ενα σφιξιμο και μια καταθλιψη που ακομα δεν ταχω ξεπερασει !!!!!!!!!!!!!!!!!!!μπουνια στο στμαχι
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική