της Valeria Golino. Με τους Riccardo Scamarcio, Valerio Mastandrea, Isabella Ferrari, Valentina Cervi, Jasmine Trinca.
Oh Brother, My Brother!
του zerVo (@moviesltd)
Είναι και κάποιες στιγμές που έρχεσαι αντιμέτωπος με κάποιες περιπτώσεις ολοκληρωτικής ρήξης των σχέσεων ανάμεσα σε δύο αδέλφια και αναρωτιέσαι μέσα σου, τι στην ευχή διάολος μπορεί να είναι κρυμμένος στις ψυχές τους. Αδέλφια... Ο στενότερος δεσμός αίματος και υπό φυσιολογικές, κανονικές συνθήκες, ο άνθρωπος εκείνος που - θα είσαι άτυχος αν δεν τον έχεις - θα σου σταθεί σιμά στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου. Εκείνος που λογικά θα είναι ο πρώτος που θα ανησυχήσεις αν κάτι σου στραβώσεις, αυτός που μπορείς να εμπιστευτείς όσο κανέναν άλλο σε ολάκερο τον κόσμο. Κι αν οι ψυχές των ομογάλακτων χωρίσουν στο μεγάλωμα τους, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως σε πρώτη ζήτηση θα βρεθούν και πάλι αντάμα. Γλυκά και συγκινητικά μας το περιγράφει στην κινηματογραφική της πόζα η (και με ελληνικές ρίζες) Valeria Golino...
Την γεμάτη και ουδέποτε ρουτινιάρικη καθημερινότητα του, μεταξύ των πολύωρων πρωινών επαγγελματικών ραντεβού και των ανάκατων βραδινών ερωτικών περιπτύξεων του πολυάσχολου, μα μονίμως γεμάτου ενέργεια Ματτέο, θα σπάσει το οδυνηρό τηλεφώνημα που θα λάβει από τον μεγαλύτερο αδελφό του, δάσκαλο στην Ιταλική περιφέρεια, Εττόρε. Αφού οι ιατρικές εξετάσεις που μόλις υποβλήθηκε, θα αποκαλύψουν την ύπαρξη ενός μεταστατικού και μη εγχειρήσιμου όγκου στον εγκέφαλο του, τραγικό δεδομένο που δεν του αφήνει παρά ελάχιστους μόνο μήνες ζωής.
Αδυνατώντας να πιστέψει στο μαντάτο, ο πρωτευουσιάνος επιχειρηματίας, θα νιώσει το βάρος της ευθύνης για την κατάσταση του αδελφού του να τον κυριεύει και θα πάρει την απόφαση να κάνει ότι περνά από το χέρι του προκειμένου εκείνος να ακολουθήσει τις πιο επίκαιρες, όσο και δαπανηρές θεραπείες, που αφήνουν μια αμυδρή έστω ελπίδα για το θαύμα. Δίνοντας του συνάμα χώρο, να διαμείνει μαζί του, για όσο καιρό εκείνος επιθυμήσει, στο πολυτελές και ευρύχωρο διαμέρισμα του στο κέντρο της Ρώμης και προσφέροντας του όλες εκείνες τις ανέσεις, που ενδεχόμενα θα του γιατρέψουν τον πόνο.
Διαφορετικοί χαρακτήρες - σύμπτωμα όχι και τόσο απίθανο ανάμεσα στους μπράδερς, μάλλον αυτός είναι και ο συνηθέστερος κανόνας - εντελώς είναι ο Ματτέο και Εττόρε, με ελάχιστα έως και μηδενικά κοινά στοιχεία. Ο πρώτος είναι άνετος, μόνιμα ευδιάθετος, ανοιχτός, εξωστρεφής, κεφάτος, συνάμα όμως επιπόλαιος όσο και επιρρεπής στα πάθη του. Απεναντίας ο μεγάλος, καθώς φαίνεται και πριν κτυπηθεί από την άσχημη μοίρα, είναι υπερβολικά χαμηλών τόνων, μετρημένος, ποτέ του φανφαρόνος και πολυλογάς μα φιλήσυχος και με μια παροιμιώδη γαλήνη στο βλέμμα. Αυτές οι δύο προσωπικότητες είναι που έρχονται να ταιριάξουν ως μία συμπληρωματική, μέσα από τα καρέ που με ποιητική, ακραία δραματική κατά τόπους, όσο όμως και γλαφυρή ενίοτε, διάθεση, ζωγραφίζει η πάντοτε όμορφη Ναπολιτάνα.
Η αλήθεια είναι πως σε όχι και λίγα σημεία της αφήγησης της μακρηγορεί, χάνοντας κάπως το μέτρο, όπως ας πούμε στις στιγμές του αχρείαστου κοινού ταξιδιού απελπισίας. Πετυχαίνει όμως μέσα από το γλυκόπικρα φακό της, όπως είχε κάνει και στην πρώτη δημιουργική της απόπειρα στο Μέλι (Miele), να αποδώσει τόσο το νόημα του βουβού πόνου που βιώνει ο ασθενής, όσο και και το βαρύ συναίσθημα της συντροφικής, αδελφικής υποχρέωσης. Και να υψώσει τελικά στον ιστό το λάβαρο της αισιοδοξίας, στο φινάλε μιας ταινίας σαν την Euforia, που ως Ιταλιάνικη, σαφώς ξεχωρίζει για το σενάριο της, σίγουρα όμως δεν είναι πιο πλούσια σε συναισθήματα από την εγχώρια Τζαμάικα, ούτε πληρέστερη από το σπανιόλικο Truman, ταινιών που στην ουσία ορίζουν την παραλλαγή πάνω στο κοινό θέμα.
Αδυνατώντας να πιστέψει στο μαντάτο, ο πρωτευουσιάνος επιχειρηματίας, θα νιώσει το βάρος της ευθύνης για την κατάσταση του αδελφού του να τον κυριεύει και θα πάρει την απόφαση να κάνει ότι περνά από το χέρι του προκειμένου εκείνος να ακολουθήσει τις πιο επίκαιρες, όσο και δαπανηρές θεραπείες, που αφήνουν μια αμυδρή έστω ελπίδα για το θαύμα. Δίνοντας του συνάμα χώρο, να διαμείνει μαζί του, για όσο καιρό εκείνος επιθυμήσει, στο πολυτελές και ευρύχωρο διαμέρισμα του στο κέντρο της Ρώμης και προσφέροντας του όλες εκείνες τις ανέσεις, που ενδεχόμενα θα του γιατρέψουν τον πόνο.
Διαφορετικοί χαρακτήρες - σύμπτωμα όχι και τόσο απίθανο ανάμεσα στους μπράδερς, μάλλον αυτός είναι και ο συνηθέστερος κανόνας - εντελώς είναι ο Ματτέο και Εττόρε, με ελάχιστα έως και μηδενικά κοινά στοιχεία. Ο πρώτος είναι άνετος, μόνιμα ευδιάθετος, ανοιχτός, εξωστρεφής, κεφάτος, συνάμα όμως επιπόλαιος όσο και επιρρεπής στα πάθη του. Απεναντίας ο μεγάλος, καθώς φαίνεται και πριν κτυπηθεί από την άσχημη μοίρα, είναι υπερβολικά χαμηλών τόνων, μετρημένος, ποτέ του φανφαρόνος και πολυλογάς μα φιλήσυχος και με μια παροιμιώδη γαλήνη στο βλέμμα. Αυτές οι δύο προσωπικότητες είναι που έρχονται να ταιριάξουν ως μία συμπληρωματική, μέσα από τα καρέ που με ποιητική, ακραία δραματική κατά τόπους, όσο όμως και γλαφυρή ενίοτε, διάθεση, ζωγραφίζει η πάντοτε όμορφη Ναπολιτάνα.
Η αλήθεια είναι πως σε όχι και λίγα σημεία της αφήγησης της μακρηγορεί, χάνοντας κάπως το μέτρο, όπως ας πούμε στις στιγμές του αχρείαστου κοινού ταξιδιού απελπισίας. Πετυχαίνει όμως μέσα από το γλυκόπικρα φακό της, όπως είχε κάνει και στην πρώτη δημιουργική της απόπειρα στο Μέλι (Miele), να αποδώσει τόσο το νόημα του βουβού πόνου που βιώνει ο ασθενής, όσο και και το βαρύ συναίσθημα της συντροφικής, αδελφικής υποχρέωσης. Και να υψώσει τελικά στον ιστό το λάβαρο της αισιοδοξίας, στο φινάλε μιας ταινίας σαν την Euforia, που ως Ιταλιάνικη, σαφώς ξεχωρίζει για το σενάριο της, σίγουρα όμως δεν είναι πιο πλούσια σε συναισθήματα από την εγχώρια Τζαμάικα, ούτε πληρέστερη από το σπανιόλικο Truman, ταινιών που στην ουσία ορίζουν την παραλλαγή πάνω στο κοινό θέμα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Μαΐου 2019 από την Strada Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική