της Malgorzata Szumowska. Με τους Mateusz Kosciukiewicz, Agnieszka Podsiadlik, Malgorzata Gorol, Anna Tomaszewska, Dariusz Chojnacki, Robert Talarczyk, Roman Gancarczyk, Iwona Bielska.
Ο Χριστός μας είναι μεγαλύτερος από τον δικό τους!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Δεν θέλει τη συμπόνια κανενός!
Αυτή είναι η έκτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η 46χρονη Πολωνή σκηνοθέτιδα Malgorzata Szumowska και μόλις η δεύτερη που βλέπουμε εμπορικά στη χώρα μας, μετά το «Elles» (2011), την μόνη ταινία που γύρισε εκτός Πολωνίας – συγκεκριμένα, τη γύρισε στη Γαλλία, με πρωταγωνίστρια την Juliette Binoche. Να σημειώσουμε πως στο «Elles» συμπρωταγωνιστούσε η Joanna Kulig της φήμης του «Ψυχρός Πόλεμος».
Η ταινία Με Άλλο Πρόσωπο (Twarz / Mug) έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στην περσινή Berlinale, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα κι εντέλει τιμήθηκε με Αργυρή Άρκτο - Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής, λαμβάνοντας από εκεί και πέρα μέρος σε διάφορα άλλα φεστιβάλ.
Η υπόθεση: Ο Γιάτσεκ αγαπά τη heavy metal μουσική – ιδίως τους Metallica - και τον σκύλο του, τον Τζιτάν. Είναι ερωτευμένος δε με την Νταγκμάρα, τόσο που είναι έτοιμος να την παντρευτεί. Απολαμβάνει τη ζωή και συντηρεί τους γυμνασμένους μυς του δουλεύοντας σε εργοτάξιο κοντά στη μικρή του πόλη, εκεί όπου ανεγείρεται το μεγαλύτερο άγαλμα του Ιησού στον κόσμο! Η ζωή του όμως θα αλλάξει άρδην όταν ένα ατύχημα στη δουλειά θα του σακατέψει τη μάπα. Ο Γιάτσεκ θα γίνει ο πρώτος άνθρωπος στην Πολωνία κι εντέλει στον κόσμο, που κάνει μεταμόσχευση προσώπου. Το αποτέλεσμα δεν δρέπει δάφνες ποιότητας: έχει ένα λειτουργικό εν πολλοίς πρόσωπο αλλά καθόλου δεν μοιάζει εμφανισιακά με τον παλιό του εαυτό. Ο Γιάτσεκ έχει να αντιμετωπίσει αυτήν την αλλαγή και κυρίως την αλλαγή στάσης των γύρω του απέναντί του. Το άγαλμα του Ιησού στο μεταξύ μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο και φτάνει στην ολοκλήρωσή του. Κάτι όμως έχει πάει στραβά.
Η άποψή μας: Πριν μοιραστώ μαζί σας το πόσο πολύ μου άρεσε η συγκεκριμένη ταινία οφείλω – νομίζω – να ξεκαθαρίσω δύο πράγματα που έχουν να κάνουν με το σενάριο και είναι ζωτικής σημασίας. Όντως, στη μικρή πόλη Świebodzin, στη δυτική Πολωνία, έχει ανεγερθεί το άγαλμα του Χριστού Βασιλιά, που είναι το ψηλότερο στον κόσμο, ξεπερνώντας σε ύψος το σαφώς πιο διάσημο και αναγνωρίσιμο άγαλμα του Χριστού Λυτρωτή στο Ρίο Ντε Ζανέιρο. Το άγαλμα αυτό καθαυτό φτάνει τα 33 μέτρα (όσα και τα χρόνια του Χριστού!), η κορώνα στο κεφάλι είναι άλλα 3 μέτρα και μαζί με το ανάχωμα στο οποίο βρίσκεται σηκωμένο, φτάνει συνολικά στα 52,5 μέτρα! Το άγαλμα άρχισε να κατασκευάζεται το 2006 και ολοκληρώθηκε στις 6 Νοεμβρίου του 2010 – οπότε αυτό ουσιαστικά είναι και το timeframe της ταινίας. Απλά, αυτό που βλέπουμε στο φινάλε προφανώς και δεν ισχύει. Το κόστος του έφτασε το 1,5 εκατομμύριο δολάρια, χρήματα που μαζεύτηκαν από δωρεές των κατοίκων της μικρής πόλης!
Από την άλλη, η πιο πετυχημένη και γρήγορη μεταμόσχευση προσώπου στον κόσμο έγινε στις 15 Μαΐου του 2013 από τους γιατρούς του Κέντρου Ογκολογίας στο Gliwice, μια πόλη 180 χιλιάδων κατοίκων που ο ευρύτερος αστικός ιστός της όμως φτάνει σε πληθυσμό τα τέσσερα εκατομμύρια! Εδώ η σεναριογράφος πήρε την πρωτοβουλία να μεταφέρει την εγχείρηση νωρίτερα χρονικά, ώστε να βολεύει τους σκοπούς του σεναρίου της. Να συμπίπτουν χρονικά τα γεγονότα... Για να προχωρήσουμε τώρα στο παρασύνθημα. Αυτή είναι μια τρομερά ενδιαφέρουσα ταινία. Που ξεκινάει εξαιρετικά, χάνει λίγο το ρυθμό και το μομέντουμ γύρω στη στιγμή που συμβαίνει το ατύχημα, ανεβαίνει ξανά κι αν είχε πιο βιτριολικό φινάλε, θα μιλούσαμε για αριστούργημα! Λίγο μάλλον το φοβήθηκε η Πολωνή και το άφησε ανοιχτό και εύκολο: ναι, φεύγει ο φίλος μας που λατρεύει τους Metallica, με στραπατσαρισμένη τη μούρη και την ψυχολογία, και τους αφήνει όλους με τον... σωτήρα Χριστό τους!
Η ταινία κάνει μια τρομερή επίθεση – με το... γάντι – στον ρατσισμό και στην υποκρισία των θρησκειών και ιδιαίτερα του χριστιανισμού – και ακόμα πιο ιδιαίτερα, του καθολικισμού. Και χιούμορ έχει η ταινία και ειρωνεία και ευαισθησίες και εξυπνάδα. Από την αρχική σκηνή, που τη «λέει» στον καπιταλισμό (φτάνουμε σχεδόν να ξεβρακωθούμε για να αγοράσουμε τηλεοράσεις με έκπτωση!) μέχρι όλα όσα έχουν να κάνουν με το άγαλμα του Χριστού (εντυπωσιακότατο) η τύπισσα τα δίνει όλα! Η Szumowska πανέξυπνα χρησιμοποιεί άπειρα δάνεια και τα εντάσσει εντελώς λειτουργικά μέσα στην ταινία της. Ας πούμε, οι σκηνές με το χτίσιμο του αγάλματος θυμίζουν τόσο όσο πρέπει τις σκηνές του γκρεμίσματος του τεράστιου αγάλματος του Λένιν και της μεταφοράς του στο ποτάμι από το «Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου! Ο κομουνισμός διαλύθηκε, ο χριστιανισμός πάλι όχι: είναι εδώ, ενωμένος, δυνατός!
Η λογική της σύνδεσης των σκηνών, με την αυτοτέλειά τους, λειτουργεί ωσάν το σινεμά του Σουηδού Roy Andersson: ίδιο κατάμαυρο χιούμορ, ίδια απελπισία, ίδια πίκρα για το χάλι της ανθρώπινης κατάστασης. Διασκεδάζει τα μάλα η δημιουργός κάνοντας ευθεία αναφορά στον «Εξορκιστή» του Friedkin. Και το θέμα της μη αποδοχής του ήρωα από τη στιγμή που αλλάζει το πρόσωπό του παραπέμπει κατευθείαν στους αντιήρωες από το «Freaks» του Tod Browning και τον μύθο του Φρανκενστάιν. Και η επίθεση στη θρησκεία μου έφερε στο νου το «Λεβιάθαν» του Zvyagintsev, αν και η Πολωνή είναι πολύ πιο δηκτική στην κριτική της. Αλλά και πάλι, δεν φτάνει σε σημείο... αφορισμού! Ουσιαστικά, η σκηνοθέτιδα κατασκευάζει το... παραμορφωμένο πορτρέτο της κοινωνίας στη χώρα της. Στην επαρχία της οποίας ζουν καλοί Χριστιανοί, οι οποίοι όμως καθόλου δεν κωλώνουν να είναι ρατσιστές. Πολύ ρατσιστές. Ακόμα και στους κόλπους της ίδιας της εκκλησίας. Όποιος ξεφεύγει από τα συνηθισμένα πρότυπα, όποιος είναι διαφορετικός, είναι μίασμα. «Πας μη Πολωνός, βάρβαρος»! Ένα τέτοιο πράγμα. Μέχρι και ανέκδοτο ακούγεται στην ταινία ρατσιστικού περιεχομένου. Βέβαια, καλοί χριστιανοί, αλλά τίποτα δεν τους αποτρέπει να μαλώσουν, ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας κηδείας, αν μπει στη μέση η μαρμίτα. Το χρήμα, ο μεγάλος θεός.
Η ειρωνεία της Szumowska είναι αξιαγάπητη. Και στη μέση όλων αυτών – ήρωας και αντιήρωας – ο Γιάτσεκ. Που μπορεί να φοράει τζιν μπουφάν με και καλά μάλλινη επένδυση (τα θυμάστε οι παλιότεροι;) με στάμπα του «Master of Puppets» επάνω του και t-shirt από το «Kill 'em all» (ε, χμ) αλλά καθόλου δεν τον εμποδίζει αυτό να χορέψει με την καλή του στους ρυθμούς της πιο άθλιας και τρας Eurodisco. Και πριν και μετά το ατύχημα, ο Γιάτσεκ είναι απόλυτα συμφιλιωμένος με τον εαυτό του. Τον αποδέχεται όπως είναι. Και ναι, είναι ευτυχισμένος και με τις δύο καταστάσεις του. Απλά, τον στεναχωρεί (λογικό δεν είναι;) η μαζική απόρριψη. Ακόμα και η μητέρα του μετά τη μεταμόσχευση δεν τον δέχεται, αρνείται να πιστέψει πως αυτός είναι πια ο γιος της, δεν μπορεί να το χωνέψει πως το όμορφο αγόρι της έχει δώσει τη θέση του σε αυτό το «άλλο». Και η κοπέλα του; Δύσκολα τα πράγματα. Η σκηνή όπου η μητέρα της, για να απορρίψει τον Γιάτσεκ, εκστομίζει το θεϊκό «κι αν τα παιδιά τους έχουν την ίδια φάτσα με τον Γιάτσεκ;» (ξέρετε, τα επίκτητα χαρακτηριστικά δεν κληρονομούνται) είναι ταυτόχρονα κωμική και τραγική. Και η σκηνή του ονείρου, όπου με υπόκρουση Metallica με βιολιά (κάτι σαν Apocalyptica) οι δύο εραστές ανταμώνουν με όλη τους την ομορφιά, τη νιότη και τη χάρη, είναι από τις πιο συγκινητικές της ταινίας. Ο μόνος άνθρωπος που μένει συνεχώς στο πλευρό του Γιάτσεκ είναι η αδελφή του. Που τον αποδέχεται όπως είναι. Που τον αγαπάει πραγματικά. Η μόνη που λειτουργεί ως κάποιου είδους ελπίδα για το μέλλον. Εννοείται πως δεν είναι αρκετή για να τον κρατήσει σε ένα μέρος όπου δαιμονοποιείται...
Πέρα από το σενάριο, όμως, η Szumowska επιχειρεί ωραία πραγματάκια και σε επίπεδο εικόνας. Πχ, σε συνεργασία με τον διευθυντή φωτογραφίας της κάνει ένα υπέροχο κόλπο παίζοντας με το «out of focus». Όταν δείτε με το καλό την ταινία λοιπόν, μην αναρωτηθείτε αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στην εικόνα. Απλά, η εικόνα είναι «καθαρή» εκεί που η σκηνοθέτιδα θέλει να πέσει το μάτι μας και «θολή» στο εκτός πεδίου. Είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει ο παραμορφωμένος Γιάτσεκ; Ή μήπως είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπουν οι στενόμυαλοι συμπολίτες του; Food for thought. Όπως και να έχει παιδιά, λύσεις υπάρχουν. Κι αν ο Χριστός δεν βλέπει εκεί που θα έπρεπε να βλέπει, υπάρχει τρόπος να διορθώσουμε τα πράγματα. Τι, όχι; Ένα φιλμ πολυεπίπεδο, διασκεδαστικό, αμείλικτο. Εμένα τουλάχιστον αυτά τα φιλμ μου αρέσουν.
Η υπόθεση: Ο Γιάτσεκ αγαπά τη heavy metal μουσική – ιδίως τους Metallica - και τον σκύλο του, τον Τζιτάν. Είναι ερωτευμένος δε με την Νταγκμάρα, τόσο που είναι έτοιμος να την παντρευτεί. Απολαμβάνει τη ζωή και συντηρεί τους γυμνασμένους μυς του δουλεύοντας σε εργοτάξιο κοντά στη μικρή του πόλη, εκεί όπου ανεγείρεται το μεγαλύτερο άγαλμα του Ιησού στον κόσμο! Η ζωή του όμως θα αλλάξει άρδην όταν ένα ατύχημα στη δουλειά θα του σακατέψει τη μάπα. Ο Γιάτσεκ θα γίνει ο πρώτος άνθρωπος στην Πολωνία κι εντέλει στον κόσμο, που κάνει μεταμόσχευση προσώπου. Το αποτέλεσμα δεν δρέπει δάφνες ποιότητας: έχει ένα λειτουργικό εν πολλοίς πρόσωπο αλλά καθόλου δεν μοιάζει εμφανισιακά με τον παλιό του εαυτό. Ο Γιάτσεκ έχει να αντιμετωπίσει αυτήν την αλλαγή και κυρίως την αλλαγή στάσης των γύρω του απέναντί του. Το άγαλμα του Ιησού στο μεταξύ μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο και φτάνει στην ολοκλήρωσή του. Κάτι όμως έχει πάει στραβά.
Η άποψή μας: Πριν μοιραστώ μαζί σας το πόσο πολύ μου άρεσε η συγκεκριμένη ταινία οφείλω – νομίζω – να ξεκαθαρίσω δύο πράγματα που έχουν να κάνουν με το σενάριο και είναι ζωτικής σημασίας. Όντως, στη μικρή πόλη Świebodzin, στη δυτική Πολωνία, έχει ανεγερθεί το άγαλμα του Χριστού Βασιλιά, που είναι το ψηλότερο στον κόσμο, ξεπερνώντας σε ύψος το σαφώς πιο διάσημο και αναγνωρίσιμο άγαλμα του Χριστού Λυτρωτή στο Ρίο Ντε Ζανέιρο. Το άγαλμα αυτό καθαυτό φτάνει τα 33 μέτρα (όσα και τα χρόνια του Χριστού!), η κορώνα στο κεφάλι είναι άλλα 3 μέτρα και μαζί με το ανάχωμα στο οποίο βρίσκεται σηκωμένο, φτάνει συνολικά στα 52,5 μέτρα! Το άγαλμα άρχισε να κατασκευάζεται το 2006 και ολοκληρώθηκε στις 6 Νοεμβρίου του 2010 – οπότε αυτό ουσιαστικά είναι και το timeframe της ταινίας. Απλά, αυτό που βλέπουμε στο φινάλε προφανώς και δεν ισχύει. Το κόστος του έφτασε το 1,5 εκατομμύριο δολάρια, χρήματα που μαζεύτηκαν από δωρεές των κατοίκων της μικρής πόλης!
Από την άλλη, η πιο πετυχημένη και γρήγορη μεταμόσχευση προσώπου στον κόσμο έγινε στις 15 Μαΐου του 2013 από τους γιατρούς του Κέντρου Ογκολογίας στο Gliwice, μια πόλη 180 χιλιάδων κατοίκων που ο ευρύτερος αστικός ιστός της όμως φτάνει σε πληθυσμό τα τέσσερα εκατομμύρια! Εδώ η σεναριογράφος πήρε την πρωτοβουλία να μεταφέρει την εγχείρηση νωρίτερα χρονικά, ώστε να βολεύει τους σκοπούς του σεναρίου της. Να συμπίπτουν χρονικά τα γεγονότα... Για να προχωρήσουμε τώρα στο παρασύνθημα. Αυτή είναι μια τρομερά ενδιαφέρουσα ταινία. Που ξεκινάει εξαιρετικά, χάνει λίγο το ρυθμό και το μομέντουμ γύρω στη στιγμή που συμβαίνει το ατύχημα, ανεβαίνει ξανά κι αν είχε πιο βιτριολικό φινάλε, θα μιλούσαμε για αριστούργημα! Λίγο μάλλον το φοβήθηκε η Πολωνή και το άφησε ανοιχτό και εύκολο: ναι, φεύγει ο φίλος μας που λατρεύει τους Metallica, με στραπατσαρισμένη τη μούρη και την ψυχολογία, και τους αφήνει όλους με τον... σωτήρα Χριστό τους!
Η ταινία κάνει μια τρομερή επίθεση – με το... γάντι – στον ρατσισμό και στην υποκρισία των θρησκειών και ιδιαίτερα του χριστιανισμού – και ακόμα πιο ιδιαίτερα, του καθολικισμού. Και χιούμορ έχει η ταινία και ειρωνεία και ευαισθησίες και εξυπνάδα. Από την αρχική σκηνή, που τη «λέει» στον καπιταλισμό (φτάνουμε σχεδόν να ξεβρακωθούμε για να αγοράσουμε τηλεοράσεις με έκπτωση!) μέχρι όλα όσα έχουν να κάνουν με το άγαλμα του Χριστού (εντυπωσιακότατο) η τύπισσα τα δίνει όλα! Η Szumowska πανέξυπνα χρησιμοποιεί άπειρα δάνεια και τα εντάσσει εντελώς λειτουργικά μέσα στην ταινία της. Ας πούμε, οι σκηνές με το χτίσιμο του αγάλματος θυμίζουν τόσο όσο πρέπει τις σκηνές του γκρεμίσματος του τεράστιου αγάλματος του Λένιν και της μεταφοράς του στο ποτάμι από το «Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου! Ο κομουνισμός διαλύθηκε, ο χριστιανισμός πάλι όχι: είναι εδώ, ενωμένος, δυνατός!
Η λογική της σύνδεσης των σκηνών, με την αυτοτέλειά τους, λειτουργεί ωσάν το σινεμά του Σουηδού Roy Andersson: ίδιο κατάμαυρο χιούμορ, ίδια απελπισία, ίδια πίκρα για το χάλι της ανθρώπινης κατάστασης. Διασκεδάζει τα μάλα η δημιουργός κάνοντας ευθεία αναφορά στον «Εξορκιστή» του Friedkin. Και το θέμα της μη αποδοχής του ήρωα από τη στιγμή που αλλάζει το πρόσωπό του παραπέμπει κατευθείαν στους αντιήρωες από το «Freaks» του Tod Browning και τον μύθο του Φρανκενστάιν. Και η επίθεση στη θρησκεία μου έφερε στο νου το «Λεβιάθαν» του Zvyagintsev, αν και η Πολωνή είναι πολύ πιο δηκτική στην κριτική της. Αλλά και πάλι, δεν φτάνει σε σημείο... αφορισμού! Ουσιαστικά, η σκηνοθέτιδα κατασκευάζει το... παραμορφωμένο πορτρέτο της κοινωνίας στη χώρα της. Στην επαρχία της οποίας ζουν καλοί Χριστιανοί, οι οποίοι όμως καθόλου δεν κωλώνουν να είναι ρατσιστές. Πολύ ρατσιστές. Ακόμα και στους κόλπους της ίδιας της εκκλησίας. Όποιος ξεφεύγει από τα συνηθισμένα πρότυπα, όποιος είναι διαφορετικός, είναι μίασμα. «Πας μη Πολωνός, βάρβαρος»! Ένα τέτοιο πράγμα. Μέχρι και ανέκδοτο ακούγεται στην ταινία ρατσιστικού περιεχομένου. Βέβαια, καλοί χριστιανοί, αλλά τίποτα δεν τους αποτρέπει να μαλώσουν, ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας κηδείας, αν μπει στη μέση η μαρμίτα. Το χρήμα, ο μεγάλος θεός.
Η ειρωνεία της Szumowska είναι αξιαγάπητη. Και στη μέση όλων αυτών – ήρωας και αντιήρωας – ο Γιάτσεκ. Που μπορεί να φοράει τζιν μπουφάν με και καλά μάλλινη επένδυση (τα θυμάστε οι παλιότεροι;) με στάμπα του «Master of Puppets» επάνω του και t-shirt από το «Kill 'em all» (ε, χμ) αλλά καθόλου δεν τον εμποδίζει αυτό να χορέψει με την καλή του στους ρυθμούς της πιο άθλιας και τρας Eurodisco. Και πριν και μετά το ατύχημα, ο Γιάτσεκ είναι απόλυτα συμφιλιωμένος με τον εαυτό του. Τον αποδέχεται όπως είναι. Και ναι, είναι ευτυχισμένος και με τις δύο καταστάσεις του. Απλά, τον στεναχωρεί (λογικό δεν είναι;) η μαζική απόρριψη. Ακόμα και η μητέρα του μετά τη μεταμόσχευση δεν τον δέχεται, αρνείται να πιστέψει πως αυτός είναι πια ο γιος της, δεν μπορεί να το χωνέψει πως το όμορφο αγόρι της έχει δώσει τη θέση του σε αυτό το «άλλο». Και η κοπέλα του; Δύσκολα τα πράγματα. Η σκηνή όπου η μητέρα της, για να απορρίψει τον Γιάτσεκ, εκστομίζει το θεϊκό «κι αν τα παιδιά τους έχουν την ίδια φάτσα με τον Γιάτσεκ;» (ξέρετε, τα επίκτητα χαρακτηριστικά δεν κληρονομούνται) είναι ταυτόχρονα κωμική και τραγική. Και η σκηνή του ονείρου, όπου με υπόκρουση Metallica με βιολιά (κάτι σαν Apocalyptica) οι δύο εραστές ανταμώνουν με όλη τους την ομορφιά, τη νιότη και τη χάρη, είναι από τις πιο συγκινητικές της ταινίας. Ο μόνος άνθρωπος που μένει συνεχώς στο πλευρό του Γιάτσεκ είναι η αδελφή του. Που τον αποδέχεται όπως είναι. Που τον αγαπάει πραγματικά. Η μόνη που λειτουργεί ως κάποιου είδους ελπίδα για το μέλλον. Εννοείται πως δεν είναι αρκετή για να τον κρατήσει σε ένα μέρος όπου δαιμονοποιείται...
Πέρα από το σενάριο, όμως, η Szumowska επιχειρεί ωραία πραγματάκια και σε επίπεδο εικόνας. Πχ, σε συνεργασία με τον διευθυντή φωτογραφίας της κάνει ένα υπέροχο κόλπο παίζοντας με το «out of focus». Όταν δείτε με το καλό την ταινία λοιπόν, μην αναρωτηθείτε αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στην εικόνα. Απλά, η εικόνα είναι «καθαρή» εκεί που η σκηνοθέτιδα θέλει να πέσει το μάτι μας και «θολή» στο εκτός πεδίου. Είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει ο παραμορφωμένος Γιάτσεκ; Ή μήπως είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπουν οι στενόμυαλοι συμπολίτες του; Food for thought. Όπως και να έχει παιδιά, λύσεις υπάρχουν. Κι αν ο Χριστός δεν βλέπει εκεί που θα έπρεπε να βλέπει, υπάρχει τρόπος να διορθώσουμε τα πράγματα. Τι, όχι; Ένα φιλμ πολυεπίπεδο, διασκεδαστικό, αμείλικτο. Εμένα τουλάχιστον αυτά τα φιλμ μου αρέσουν.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Απριλίου 2019 από την Seven Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική