του Kim Nguyen. Με τους Jesse Eisenberg, Alexander Skarsgård, Michael Mando, Salma Hayek, Sarah Goldberg, Anna Maguire, Frank Schorpion, Johan Heldenbergh.
Νικητής στο φώτο φίνις!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Πόσο τιμάται ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου;
Αυτή είναι η έβδομη μεγάλου μήκους ταινία του Γαλλοκαναδού σκηνοθέτη Kim Nguyen και η πρώτη του η οποία προβάλλεται εμπορικά στην Ελλάδα. Η ταινία Κωδικός Κολιμπρί (The Hummingbird Project) έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Τορόντο.
Ο Jesse Eisenberg αποστήθισε ολόκληρο το σενάριο – κι όχι μόνο τα δικά του λόγια – πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα της ταινίας.
Η υπόθεση: Δύο ξαδέρφια από τη Νέα Υόρκη, ρωσικής καταγωγής, ο Βίνσεντ και ο Άντον, δραστηριοποιούνται στις διεθνείς αγορές και στις Συναλλαγές Υψηλής Συχνότητας, όπου το κέρδος βγαίνει μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ο Βίνσεντ είναι εκείνος που συλλαμβάνει ένα παράτολμο σχέδιο και ο Άντον είναι το «μυαλό», που καλείται να φέρει το σχέδιο του Άντον εις πέρας. Η μεταφορά της πληροφορίας μεταξύ ενός κεντρικού διακομιστή ίντερνετ στο Κάνσας και το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης γίνεται μέσα σε 17 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Στόχος του Βίνσεντ είναι να κατασκευάσει ένα είδος τούνελ σε εντελώς ευθεία γραμμή, ανάμεσα στο Κάνσας και τη Νέα Υόρκη κι έχοντας μέσα στο τούνελ οπτικές ίνες, να μεταφέρει την πληροφορία μέσα σε 16 χιλιοστά του δευτερολέπτου! Όσο δηλαδή χρειάζεται ένα κολίμπρι για μία κίνηση των φτερών του!
Αν τα καταφέρει, θα βγάλει εκατομμύρια δολάρια! Επειδή θα είναι γρηγορότερος από τους άλλους για ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου! Ο Βίνσεντ βρίσκει χρηματοδότη και το εγχείρημά του ξεκινάει. Έχει όμως ως αντίπαλο την αδυσώπητη Εύα Τόρες, πρώην εργοδότριά τους, που προσπαθεί κι εκείνη να έχει την πληροφορία γρηγορότερα – ή δυνατόν ακόμα και κάτω από τα 16 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Ένας αγώνας δρόμου λαμβάνει χώρα. Κι εκτός από τον βρώμικο πόλεμο της Τόρες ο Βίνσεντ έχει να αντιμετωπίσει κι έναν εσωτερικό εχθρό, τον οποίο δεν υπολόγιζε. Κι ο χρόνος τρέχει εναντίον του...
Η άποψή μας: Παιδιά, κι εμείς που γράφουμε για ταινίες, μην νομίζετε, σαν εσάς που μας διαβάζετε είμαστε. Έχουμε τα κολλήματά μας, τις συνήθειές μας, τις προτιμήσεις μας, τις απέχθειές μας. Σε άλλον αρέσει να κάθεται στα τελευταία καθίσματα, σε άλλο μπροστά μπροστά. Άλλος θέλει να είναι κεντραρισμένος στην οθόνη κι άλλος να παρακολουθεί από όσο το δυνατόν μεγαλύτερη γωνία. Άλλος θέλει να έχει διαβάσει τα πάντα γύρω από μια ταινία πριν τη δει κι άλλος δεν θέλει ούτε το τρέιλερ να έχει δει, να είναι η εμπειρία του όσο το δυνατόν πιο παρθένα. Λοιπόν, τούτη την ταινία την είδα σε κανονική προβολή, σε πολυσινεμά, χωρίς να διαβάσω και πολλά πολλά γι' αυτήν. Για να ακριβολογώ, σχεδόν τίποτα. Είχα την αίσθηση όμως ότι επρόκειτο για αληθινή ιστορία. Και μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι πουθενά, ούτε στην αρχή ούτε στο τέλος της ταινίας, δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά ότι βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα. Και όντως: δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Κουλό, ε;
Θέλω να πω, μερικές φορές βλέπεις μια ταινία και δεν μπορείς να πιστέψεις ότι βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορείς να πιστέψεις πως αυτή η ταινία δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Σπάνιο, αλλά συμβαίνει. Στο προκείμενο. Τούτη η ταινία διαπραγματεύεται ουσιαστικά το Αμερικάνικο Όνειρο. Ο Βίνσεντ έχει αυτό το όνειρο. Είναι ένα φανερά καπιταλιστικό όνειρο. Θέλει να πετύχει. Θέλει «να τους δείξει αυτός». Θέλει να αποδείξει στον πατέρα του πως «το 'χει». Θέλει να βγάλει πολλά πολλά χρήματα. Ίσως και να εκκινεί και από λίιιιιιγο πιο ιδεολογικά κίνητρα: θέλει να κερδίσει το σύστημα. Αυτή, όμως, είναι μια ταινία των καιρών μας. Και στους καιρούς μας πλέον ολοένα και πιο συχνά αποκαλύπτεται στις ταινίες η φενάκη του συγκεκριμένου ονείρου. Και όχι, δεν μπορείς να τα βάλεις με το σύστημα. Γιατί το σύστημα θα σε διαλύσει.
Ο Jesse Eisenberg υποδύεται τον Βίνσεντ. Τον ονειροπόλο που δεν τον σταματάει τίποτε, που προχωράει against all odds, που συνεχίζει ακόμα κι όταν το ίδιο του το σώμα τον προδίδει. Ο Alexander Skarsgård υποδύεται τον Άντον. Το μυαλό. Τα δικά του όνειρα είναι πιο ταπεινά. Το μόνο που θέλει είναι να μετακομίσει με την οικογένειά του σε ένα εξοχικό σπίτι, όπου θα πετάνε κολίμπρια και θα μπορεί απερίσπαστος να ασχολείται με τους αριθμούς και τους κώδικές του. Ο Skarsgård εννοείται ότι κερδίζει τις εντυπώσεις από τον – θαρρείς και παίζει τα πάντα με τον ίδιο τρόπο – Eisenberg. Με την καραφλίτσα του, τα παραπανίσια κιλά, τα άχαρα γυαλιά, το ελαφρύ του καμπούριασμα, είναι απολαυστικός. Και η σκηνή που βρίσκει λύση στο πρόβλημα που τον απασχολεί (λίγο πριν τα πράγματα πάρουν την κατηφόρα) είναι από τις πιο διασκεδαστικές της ταινίας.
Οι σκηνές με τους Άμις είναι εκείνες που δίνουν το ιδεολογικό στίγμα του φιλμ. Η αντίθεση είναι τεράστια: οι φορείς της τεχνολογικής εξέλιξης, του νέου, του μοντέρνου, του εύκολου χρήματος, χωρίς κόπο από τη μια και οι φορείς της παράδοσης, που αρνιούνται κάθε τι καινούργιο, που βγάζουν τα προς το ζην με σκληρή δουλειά με τα χέρια, που είναι καχύποπτοι και ηθελημένα απομονωμένοι από την άλλη. Ο Nguyen κατορθώνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, ακόμα και του πιο άσχετου με τα ηλεκτρονικά, προσπαθώντας να είναι όσο το δυνατόν πιο απλός. Και σημειώνει καίρια πως το όνειρο για κάποιους γίνεται καθαρή απληστία και για κάποιους άλλους απλή συντριβή. Κι άντε να κατορθώσεις να βγεις από τα συντρίμμια...
Η υπόθεση: Δύο ξαδέρφια από τη Νέα Υόρκη, ρωσικής καταγωγής, ο Βίνσεντ και ο Άντον, δραστηριοποιούνται στις διεθνείς αγορές και στις Συναλλαγές Υψηλής Συχνότητας, όπου το κέρδος βγαίνει μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ο Βίνσεντ είναι εκείνος που συλλαμβάνει ένα παράτολμο σχέδιο και ο Άντον είναι το «μυαλό», που καλείται να φέρει το σχέδιο του Άντον εις πέρας. Η μεταφορά της πληροφορίας μεταξύ ενός κεντρικού διακομιστή ίντερνετ στο Κάνσας και το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης γίνεται μέσα σε 17 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Στόχος του Βίνσεντ είναι να κατασκευάσει ένα είδος τούνελ σε εντελώς ευθεία γραμμή, ανάμεσα στο Κάνσας και τη Νέα Υόρκη κι έχοντας μέσα στο τούνελ οπτικές ίνες, να μεταφέρει την πληροφορία μέσα σε 16 χιλιοστά του δευτερολέπτου! Όσο δηλαδή χρειάζεται ένα κολίμπρι για μία κίνηση των φτερών του!
Αν τα καταφέρει, θα βγάλει εκατομμύρια δολάρια! Επειδή θα είναι γρηγορότερος από τους άλλους για ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου! Ο Βίνσεντ βρίσκει χρηματοδότη και το εγχείρημά του ξεκινάει. Έχει όμως ως αντίπαλο την αδυσώπητη Εύα Τόρες, πρώην εργοδότριά τους, που προσπαθεί κι εκείνη να έχει την πληροφορία γρηγορότερα – ή δυνατόν ακόμα και κάτω από τα 16 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Ένας αγώνας δρόμου λαμβάνει χώρα. Κι εκτός από τον βρώμικο πόλεμο της Τόρες ο Βίνσεντ έχει να αντιμετωπίσει κι έναν εσωτερικό εχθρό, τον οποίο δεν υπολόγιζε. Κι ο χρόνος τρέχει εναντίον του...
Η άποψή μας: Παιδιά, κι εμείς που γράφουμε για ταινίες, μην νομίζετε, σαν εσάς που μας διαβάζετε είμαστε. Έχουμε τα κολλήματά μας, τις συνήθειές μας, τις προτιμήσεις μας, τις απέχθειές μας. Σε άλλον αρέσει να κάθεται στα τελευταία καθίσματα, σε άλλο μπροστά μπροστά. Άλλος θέλει να είναι κεντραρισμένος στην οθόνη κι άλλος να παρακολουθεί από όσο το δυνατόν μεγαλύτερη γωνία. Άλλος θέλει να έχει διαβάσει τα πάντα γύρω από μια ταινία πριν τη δει κι άλλος δεν θέλει ούτε το τρέιλερ να έχει δει, να είναι η εμπειρία του όσο το δυνατόν πιο παρθένα. Λοιπόν, τούτη την ταινία την είδα σε κανονική προβολή, σε πολυσινεμά, χωρίς να διαβάσω και πολλά πολλά γι' αυτήν. Για να ακριβολογώ, σχεδόν τίποτα. Είχα την αίσθηση όμως ότι επρόκειτο για αληθινή ιστορία. Και μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι πουθενά, ούτε στην αρχή ούτε στο τέλος της ταινίας, δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά ότι βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα. Και όντως: δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Κουλό, ε;
Θέλω να πω, μερικές φορές βλέπεις μια ταινία και δεν μπορείς να πιστέψεις ότι βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορείς να πιστέψεις πως αυτή η ταινία δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Σπάνιο, αλλά συμβαίνει. Στο προκείμενο. Τούτη η ταινία διαπραγματεύεται ουσιαστικά το Αμερικάνικο Όνειρο. Ο Βίνσεντ έχει αυτό το όνειρο. Είναι ένα φανερά καπιταλιστικό όνειρο. Θέλει να πετύχει. Θέλει «να τους δείξει αυτός». Θέλει να αποδείξει στον πατέρα του πως «το 'χει». Θέλει να βγάλει πολλά πολλά χρήματα. Ίσως και να εκκινεί και από λίιιιιιγο πιο ιδεολογικά κίνητρα: θέλει να κερδίσει το σύστημα. Αυτή, όμως, είναι μια ταινία των καιρών μας. Και στους καιρούς μας πλέον ολοένα και πιο συχνά αποκαλύπτεται στις ταινίες η φενάκη του συγκεκριμένου ονείρου. Και όχι, δεν μπορείς να τα βάλεις με το σύστημα. Γιατί το σύστημα θα σε διαλύσει.
Ο Jesse Eisenberg υποδύεται τον Βίνσεντ. Τον ονειροπόλο που δεν τον σταματάει τίποτε, που προχωράει against all odds, που συνεχίζει ακόμα κι όταν το ίδιο του το σώμα τον προδίδει. Ο Alexander Skarsgård υποδύεται τον Άντον. Το μυαλό. Τα δικά του όνειρα είναι πιο ταπεινά. Το μόνο που θέλει είναι να μετακομίσει με την οικογένειά του σε ένα εξοχικό σπίτι, όπου θα πετάνε κολίμπρια και θα μπορεί απερίσπαστος να ασχολείται με τους αριθμούς και τους κώδικές του. Ο Skarsgård εννοείται ότι κερδίζει τις εντυπώσεις από τον – θαρρείς και παίζει τα πάντα με τον ίδιο τρόπο – Eisenberg. Με την καραφλίτσα του, τα παραπανίσια κιλά, τα άχαρα γυαλιά, το ελαφρύ του καμπούριασμα, είναι απολαυστικός. Και η σκηνή που βρίσκει λύση στο πρόβλημα που τον απασχολεί (λίγο πριν τα πράγματα πάρουν την κατηφόρα) είναι από τις πιο διασκεδαστικές της ταινίας.
Οι σκηνές με τους Άμις είναι εκείνες που δίνουν το ιδεολογικό στίγμα του φιλμ. Η αντίθεση είναι τεράστια: οι φορείς της τεχνολογικής εξέλιξης, του νέου, του μοντέρνου, του εύκολου χρήματος, χωρίς κόπο από τη μια και οι φορείς της παράδοσης, που αρνιούνται κάθε τι καινούργιο, που βγάζουν τα προς το ζην με σκληρή δουλειά με τα χέρια, που είναι καχύποπτοι και ηθελημένα απομονωμένοι από την άλλη. Ο Nguyen κατορθώνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, ακόμα και του πιο άσχετου με τα ηλεκτρονικά, προσπαθώντας να είναι όσο το δυνατόν πιο απλός. Και σημειώνει καίρια πως το όνειρο για κάποιους γίνεται καθαρή απληστία και για κάποιους άλλους απλή συντριβή. Κι άντε να κατορθώσεις να βγεις από τα συντρίμμια...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Μαρτίου 2019 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική