του Drake Doremus. Με τους Ewan McGregor, Léa Seydoux, Theo James, Miranda Otto, Rashida Jones, Christina Aguilera, Matthew Gray Gubler.
Μονάδες και Μηδενικά
του zerVo (@moviesltd)
Ούτε η πρώτη φορά είναι, ούτε πιθανότατα και η τελευταία που ένα καίριο - κατά τους εμπνευσμένους σεναριογράφους - ερώτημα, που σχετίζεται άμεσα με την τεχνολογική πρόοδο και ανάπτυξη, πέφτει στο τραπέζι, επιδιώκοντας να τονίσει τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν από την συνύπαρξη του κανονικού με το συνθετικό. Όπου νορμάλ σημειώστε εκείνο το υποκείμενο που προκύπτει μέσω της γέννεσης, όπου μουσαντένιο, βάλτε δίπλα του το δημιουργημένο σε κάποιο χάι τεκ μαγειρείο, με την χρήση των μοντέρνων μεθόδων που έχει ανακαλύψει η γενετική. Από την εποχή του Blade Runner, δεν ήταν και λίγες οι φορές που humans και machines συνυπήρξαν στο ίδιο συναισθηματικό πεδίο, πετώντας στον θεατή το μπαλάκι για να εκφράσει την προσωπική του και μόνον, άποψη, για το αν μια τέτοια σχέση ενδέχεται να εξελιχθεί σε αποδεκτή. Άλλες φορές το δύσκολο βάδισμα πάνω στο τεντωμένο σκοινί είχε κάποια θετικά αποτελέσματα, άλλες πάλι - τις περισσότερες - το κινηματογραφικό πείραμα, άγαρμπα τσακιζόταν στο δίχως προστατευτικό δίχτυ καναβάτσο. Και η περίπτωση του Zoe, από την θέαση του τρέιλερ κιόλας, δεν έδειχνε να έχει και πολλές ελπίδες για να την σκαπουλάρει από την λακκούβα...
Κόσμος, Μέλλον. Χάρη στην ραγδαία εξέλιξη της βιο-τεχνολογίας, τα άκρως τελειοποιημένης μορφής, όσο και σχεδόν άρτια στην έκφραση των συναισθημάτων τους, ανθρωποειδή, αποκτούν σταδιακά ολοένα και μεγαλύτερη θέση στις σύγχρονες κοινωνίες. Κατόρθωμα που πιστώνονται οι ερευνητές των κατασκευαστικών κολοσσών, όπως ο Κόουλ Έινσλι, που έχει αφιερώσει ολόκληρη την καριέρα του στο να σχεδιάσει, να δημιουργήσει και να παρουσιάσει το ιδανικό μοντέλο ρομπότ. Και αυτή την στιγμή βρίσκεται ένα μόλις βήμα πριν καταφέρει να φτάσει στο ζενίθ της επιστημονικής του πορείας, προβάλλοντας το ανδρικό συνθετικό μοντέλο του Ας, που στην μητρική του πλακέτα, έχει τοποθετημένο και το τσιπάκι της συνείδησης. Δυνατότητα που για να την εξελίξει, τον καθοδηγεί βάσει πρωτοκόλλου, η χαρισματική βοηθός του Δρ Έινσλι, Ζόι.
Που διακρίνεται στον τομέα της για τον ιδιαίτερο επαγγελματισμό της, αλλά και για την αφοσίωση της στις εντολές του προϊστάμενου της, κρύβοντας πάντοτε μέσα της βαθιά όμως, μια κρυφή ερωτική επιθυμία, την οποία ακόμη και τώρα που εκείνος έχει χωρίσει από την πρώην σύζυγό του, δεν τολμά να του εκδηλώσει. Μυστικό πάθος για την όμορφη συνεργάτιδα, που θα πρέπει να καταπνίξει, καθώς περνώντας το ειδικό τεστ ταιριάσματος των προσωπικότητων, για άγνωστο της λόγο, ο υπολογιστής θα ορίσει τις πιθανότητες για έναν τέτοιο δεσμό, στο απαγορευτικό 0%.
Αρχικά φαντάζεσαι πως οι δύο περσόνες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, σύμφωνα με το κατά πως μας τις παρουσιάζει στην ολιγόλεπτη εισαγωγή του το φιλμ φαντασίας: Εκείνος, ζορισμένος από το διαζύγιο, αποκομμένος από το περιβάλλον να περνά τις περισσότερες ώρες της ημέρας του στο εργαστήριο, δίχως παρέες και με μοναδικό φίλο το ανθρωποειδές που ο ίδιος κατασκεύασε, δείχνει παντελώς ανήμπορος να βάλει την ζωή του σε μία βασική τάξη. Αντιθέτως η ιδιαιτέρα του, μοιάζει υπέρμετρα τακτική, προσεχτική, χωρίς εξάρσεις στην συμπεριφορά της, προβάλλοντας ήρεμη και γαλήνια τουλάχιστον στον στενό κύκλο που την περιβάλλει. Σε έναν κόσμο που με την χρήση ενός και μόνο χαπιού που σβήνει τέτοιου είδους ασυμβατότητες ανάμεσα σε άρρενες και θήλεα, λέτε να είναι αυτός ο μοναδικός λόγος που ο προβληματισμένος Κόουλ και η μελαγχολική Ζόι, δεν μπορούν να ενωθούν σε ένα, να γίνουν ζευγάρι?
Για να λέμε του στραβού το δίκαιο, είναι κομματάκι απίθανο να μιλήσει κανείς γι αυτό το πειραγμένο sci fi, χωρίς να πέσει στην παγίδα της αποκάλυψης που σκάζει στο εκράν με το φινάλε της πρώτης πράξης. Και σιγά το τουίστ δηλαδή, που οι πιο έμπειροι, εκείνοι δηλαδή που έχουν παρακολουθήσει πέντε, έξι φιλμάκια του τύπου Artificial Intelligence (χρησιμοποιώ ετούτο ως παράδειγμα διότι είναι προφανές πως το παρόν επιθυμεί πολύ να του μοιάσει) το έχουν αντιληφθεί από την πτώση των κρέντιτς αρχής ή ακόμη πρωτύτερα από το προωθητικό κλιπάκι. Ατυχώς με την έλευση αυτή της ανατροπής, η πλοκή αντί να εκμεταλλευτεί το μούδιασμα που θα προξενήσει σε όλους τους άλλους θεατές, τους πιο αφελείς να πω έτσι, βυθίζεται σε μια ακόμη πιο αργού τέμπο αφήγηση, υπνωτιστική και χαλαρή σε εξάρσεις, σαν να θέλει ο δημιουργός να βαδίσει τον δρόμο του υπαρξιακού ρομάντζου και όχι του τεχνολογικής προόδου θρίλερ. Και πράγματι έτσι ακριβώς γίνεται στο διάβα αυτής της υποφωτισμένης και με ουκ ολίγα κενά σεναριακά, φωτονοβέλας.
Που δίχως τις κατάλληλες βάσεις στο κτίσιμο των κύριων χαρακτήρων της, από τον ανάκατης λογικής σκηνοθέτη Drake Doremus (ταλέντο χαρακτηρίστηκε χάρη στις indie εκρήξεις των Spooner και Douchebag, στην πορεία χάθηκε κάπου ανάμεσα στις ματαιόδοξες αναζητήσεις των Like Crazy, Breathe In και Equals) δεν διαθέτει τα εχέγγυα για να σταθεί ως μια μελλοντολογικής υφής ιστορία αγάπης. Ποτέ δεν εξηγούνται από κανέναν τα πάθη του γενετιστή, οι λόγοι της φυγής του από την οικογένεια του, οι εμμονές του με τις ανθρωπόμορφες κούκλες, το ολοκληρωτικό δέσιμο του μαζί τους ακόμη κι αν αποτελούν δοκιμαστικά, την ίδια στιγμή της απάρνησης των ομοίων του, που για να τους κάνει παρέα πρέπει οπωσδήποτε να καταπιεί το μαγικό βοήθημα. Fuzzy ανακατωσούρα που μπερδεύει τους πάντες ακόμη πιο πολύ, με την παρουσία ενός δεύτερου, υπόγειου - όπως πάντα - κόσμου, όπου εκεί καταλήγουν όχι μόνο οι παράνομοι και οι εγκληματίες, αλλά και όλες οι ρέπλικες σκουπίδια που έχουν κατασκευάσει οι μπράντες σαν και αυτήν που υπηρετεί ο Κόουλ...
Ένας πολυμορφικός Σκοτσέζος και μια ξεχωριστή Γαλλιδούλα, συνθέτουν το ντουέτο που το εκκεντρικό του love story παρακολουθούμε. Με δεκαπέντε χρόνια ηλικιακής απόστασης, να τους χωρίζουν, καθώς ο Ewan McGregor δείχνει πλέον πενηντάρης, ενόσω η Lea Seydoux με αισθητά πειραγμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, πιθανολογώ λόγω της προσθήκης κάποιων παραπανίσων κιλών, παραμένει μια κούκλα 33 Μαΐων, το ματσάρισμα δεν πολυκολλάει. Ακόμη κι αν ο Βρετανός που έχει ξαναπαίξει παρόμοιο ρόλο στο παρελθόν, στήνεται πολύ πιο άνετα στον φακό από την (όχι ανάλογα με το καλλιτεχνικό της χθες) σέξι Παριζιάνα. Που από την μεριά της όμως, αναγκάζεται να τραβήξει το μονοπάτι των μηδενικών και μοναδιαίων φίλινγκς, δεδομένο που στανταράκι της δημιουργεί ζήτημα στην εκφραστική της απόδοση. Λογικό κι επόμενο λοιπόν και ετούτο το τύπου Ντεκάρτ / Ρέιτσελ αρλεκινάκι, να πέσει πολύ γρήγορα μετά την θέαση του στην λήθη...
Που διακρίνεται στον τομέα της για τον ιδιαίτερο επαγγελματισμό της, αλλά και για την αφοσίωση της στις εντολές του προϊστάμενου της, κρύβοντας πάντοτε μέσα της βαθιά όμως, μια κρυφή ερωτική επιθυμία, την οποία ακόμη και τώρα που εκείνος έχει χωρίσει από την πρώην σύζυγό του, δεν τολμά να του εκδηλώσει. Μυστικό πάθος για την όμορφη συνεργάτιδα, που θα πρέπει να καταπνίξει, καθώς περνώντας το ειδικό τεστ ταιριάσματος των προσωπικότητων, για άγνωστο της λόγο, ο υπολογιστής θα ορίσει τις πιθανότητες για έναν τέτοιο δεσμό, στο απαγορευτικό 0%.
Αρχικά φαντάζεσαι πως οι δύο περσόνες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, σύμφωνα με το κατά πως μας τις παρουσιάζει στην ολιγόλεπτη εισαγωγή του το φιλμ φαντασίας: Εκείνος, ζορισμένος από το διαζύγιο, αποκομμένος από το περιβάλλον να περνά τις περισσότερες ώρες της ημέρας του στο εργαστήριο, δίχως παρέες και με μοναδικό φίλο το ανθρωποειδές που ο ίδιος κατασκεύασε, δείχνει παντελώς ανήμπορος να βάλει την ζωή του σε μία βασική τάξη. Αντιθέτως η ιδιαιτέρα του, μοιάζει υπέρμετρα τακτική, προσεχτική, χωρίς εξάρσεις στην συμπεριφορά της, προβάλλοντας ήρεμη και γαλήνια τουλάχιστον στον στενό κύκλο που την περιβάλλει. Σε έναν κόσμο που με την χρήση ενός και μόνο χαπιού που σβήνει τέτοιου είδους ασυμβατότητες ανάμεσα σε άρρενες και θήλεα, λέτε να είναι αυτός ο μοναδικός λόγος που ο προβληματισμένος Κόουλ και η μελαγχολική Ζόι, δεν μπορούν να ενωθούν σε ένα, να γίνουν ζευγάρι?
Για να λέμε του στραβού το δίκαιο, είναι κομματάκι απίθανο να μιλήσει κανείς γι αυτό το πειραγμένο sci fi, χωρίς να πέσει στην παγίδα της αποκάλυψης που σκάζει στο εκράν με το φινάλε της πρώτης πράξης. Και σιγά το τουίστ δηλαδή, που οι πιο έμπειροι, εκείνοι δηλαδή που έχουν παρακολουθήσει πέντε, έξι φιλμάκια του τύπου Artificial Intelligence (χρησιμοποιώ ετούτο ως παράδειγμα διότι είναι προφανές πως το παρόν επιθυμεί πολύ να του μοιάσει) το έχουν αντιληφθεί από την πτώση των κρέντιτς αρχής ή ακόμη πρωτύτερα από το προωθητικό κλιπάκι. Ατυχώς με την έλευση αυτή της ανατροπής, η πλοκή αντί να εκμεταλλευτεί το μούδιασμα που θα προξενήσει σε όλους τους άλλους θεατές, τους πιο αφελείς να πω έτσι, βυθίζεται σε μια ακόμη πιο αργού τέμπο αφήγηση, υπνωτιστική και χαλαρή σε εξάρσεις, σαν να θέλει ο δημιουργός να βαδίσει τον δρόμο του υπαρξιακού ρομάντζου και όχι του τεχνολογικής προόδου θρίλερ. Και πράγματι έτσι ακριβώς γίνεται στο διάβα αυτής της υποφωτισμένης και με ουκ ολίγα κενά σεναριακά, φωτονοβέλας.
Που δίχως τις κατάλληλες βάσεις στο κτίσιμο των κύριων χαρακτήρων της, από τον ανάκατης λογικής σκηνοθέτη Drake Doremus (ταλέντο χαρακτηρίστηκε χάρη στις indie εκρήξεις των Spooner και Douchebag, στην πορεία χάθηκε κάπου ανάμεσα στις ματαιόδοξες αναζητήσεις των Like Crazy, Breathe In και Equals) δεν διαθέτει τα εχέγγυα για να σταθεί ως μια μελλοντολογικής υφής ιστορία αγάπης. Ποτέ δεν εξηγούνται από κανέναν τα πάθη του γενετιστή, οι λόγοι της φυγής του από την οικογένεια του, οι εμμονές του με τις ανθρωπόμορφες κούκλες, το ολοκληρωτικό δέσιμο του μαζί τους ακόμη κι αν αποτελούν δοκιμαστικά, την ίδια στιγμή της απάρνησης των ομοίων του, που για να τους κάνει παρέα πρέπει οπωσδήποτε να καταπιεί το μαγικό βοήθημα. Fuzzy ανακατωσούρα που μπερδεύει τους πάντες ακόμη πιο πολύ, με την παρουσία ενός δεύτερου, υπόγειου - όπως πάντα - κόσμου, όπου εκεί καταλήγουν όχι μόνο οι παράνομοι και οι εγκληματίες, αλλά και όλες οι ρέπλικες σκουπίδια που έχουν κατασκευάσει οι μπράντες σαν και αυτήν που υπηρετεί ο Κόουλ...
Ένας πολυμορφικός Σκοτσέζος και μια ξεχωριστή Γαλλιδούλα, συνθέτουν το ντουέτο που το εκκεντρικό του love story παρακολουθούμε. Με δεκαπέντε χρόνια ηλικιακής απόστασης, να τους χωρίζουν, καθώς ο Ewan McGregor δείχνει πλέον πενηντάρης, ενόσω η Lea Seydoux με αισθητά πειραγμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, πιθανολογώ λόγω της προσθήκης κάποιων παραπανίσων κιλών, παραμένει μια κούκλα 33 Μαΐων, το ματσάρισμα δεν πολυκολλάει. Ακόμη κι αν ο Βρετανός που έχει ξαναπαίξει παρόμοιο ρόλο στο παρελθόν, στήνεται πολύ πιο άνετα στον φακό από την (όχι ανάλογα με το καλλιτεχνικό της χθες) σέξι Παριζιάνα. Που από την μεριά της όμως, αναγκάζεται να τραβήξει το μονοπάτι των μηδενικών και μοναδιαίων φίλινγκς, δεδομένο που στανταράκι της δημιουργεί ζήτημα στην εκφραστική της απόδοση. Λογικό κι επόμενο λοιπόν και ετούτο το τύπου Ντεκάρτ / Ρέιτσελ αρλεκινάκι, να πέσει πολύ γρήγορα μετά την θέαση του στην λήθη...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Φεβρουαρίου 2019 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική