της Alice Rohrwacher. Με τους Adriano Tardiolo, Luca Chikovani, Alba Rohrwacher, Agnese Graziani, Tommaso Ragno, Sergi Lopez, Natalino Balasso, Gala Othero Winter, David Bennent, Nicoletta Braschi.
Λάζαρε, δεύρο έξω!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Η… αγροτική τάξη δεν πάει στον παράδεισο
Η Alice Rohrwacher είναι η μικρή αδελφή της ηθοποιού Alba Rohrwacher – έχουν τρία χρόνια διαφορά μεταξύ τους. Τρεις είναι και οι ταινίες που έχει σκηνοθετήσει η Alice. Η πρώτη ήταν το «Ουράνιο σώμα» (Corpo celeste, 2011), με την οποία συμμετείχε στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» εκείνη τη χρονιά στις Κάννες. Η δεύτερη ήταν η ταινία «Τα θαύματα» (Le meraviglie, 2014), που συμμετείχε επίσης στο φεστιβάλ των Καννών εκείνης της χρονιάς και μάλιστα στο διαγωνιστικό τμήμα, όπου και τιμήθηκε με το Βραβείο της Επιτροπής. Η τελευταία της ταινία συμμετείχε επίσης στο διαγωνιστικό του τελευταίου φεστιβάλ των Καννών, όπου τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου σεναρίου.
Η ταινία Ευτυχισμένος Λάζαρος (Lazzaro Felice) είναι υποψήφια για 9 βραβεία David di Donatello (η απονομή γίνεται στις 27 Μαρτίου, οπότε, όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές, θα ξέρετε τι ακριβώς έχει απογίνει κι αν κέρδισε κάποιο βραβείο το φιλμ) ανάμεσα στα οποία εκείνα καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου.
Η υπόθεση: Ιταλία, αρχές της δεκαετίας του '90. Ο Λάζαρο είναι ένας νεαρός αγρότης τόσο καλός κι έτοιμος να βοηθήσει τους πάντες, που πολλοί είναι εκείνοι που τον θεωρούν χαζούλη, ότι δεν κόβει το μυαλό του, ότι είναι αργόστροφος. Ζει μαζί με τους συγχωριανούς του στο απομονωμένο και ξεκομμένο θαρρείς από τον πολιτισμό χωριό Ινβιολάτα, στο οποίο όλοι οι κάτοικοι δουλεύουν για την μαρκησία Αλφονσίνα ντε Λούνα, την επονομαζόμενη και βασίλισσα των τσιγάρων, η οποία τους εκμεταλλεύεται, χωρίς εκείνοι να το καταλαβαίνουν. Όπως κάθε καλοκαίρι, η μαρκησία πηγαίνει στην έπαυλή της στο χωριό, κουβαλώντας μαζί της και τον έφηβο γιο της, τον Τανκρέντι.
Ο Τανκρέντι βαριέται απίστευτα στην εξοχή. Το κινητό του δεν έχει σήμα και ο ίδιος, παιδί της πόλης, δεν ξέρει πώς να ξοδέψει τον χρόνο του. Η βαρεμάρα του σε συνδυασμό με τη διάθεσή του να πικάρει τη μητέρα του, τον οδηγεί στο να ζητήσει από τον Λάζαρο να τον βοηθήσει να στήσει την… απαγωγή του! Αυτή η περίεργη και απίθανη συμμαχία λειτουργεί ως μια αποκάλυψη για τον Λάζαρο. Πρόκειται για μια φιλία τόσο πολύτιμη που θα ταξιδέψει μέσα στον χρόνο...
Η άποψή μας: Η Alice Rohrwacher είναι πολύ σπουδαίο ταλέντο. Είναι ολοφάνερο αυτό στην εικόνα τούτης της ταινίας, στο πως χρησιμοποιεί την κάμερα, στο πως στήνει τον μύθο της. Κινηματογραφώντας με φιλμ 16mm με εξαιρετική δουλειά στη διεύθυνση φωτογραφίας από τη μόνιμη συνεργάτιδά της Hélène Louvart, περιγράφει μια ιστορία που μοιάζει αληθινή αλλά είναι και παραμύθι. Ναι, θαρρείς πως όλο το σπουδαίο, παλιό, ιταλικό σινεμά βρίσκεται συμπυκνωμένο σε κάθε εικόνα τούτης της ταινίας, με πιο προφανή αναφορά εκείνη στο σινεμά των αδελφών Taviani. Η Rohrwacher κάνει και λαογραφία, καταθέτει έναν ύμνο στην ύπαιθρο της χώρας της, δίνει μια ελεγεία για την ανθρώπινη καλοσύνη και στηρίζει σθεναρά την έννοια της φιλίας και τη δύναμή της. Τη φιλία που μπορεί να είναι πέρα από απαραίτητη εντέλει τόσο λειτουργική, όταν είναι... εφικτό να παραβλεφθούν κοινωνικές τάξεις, οικονομικό στάτους και διαφορές τόσο στην ανατροφή όσο και στη μόρφωση.
Η σκηνοθέτιδα δεν είναι προγονόπληκτη (από τις πιο διαδεδομένες αρρώστιες παλιών Ελλήνων σκηνοθετών) ούτε απορρίπτει το παρελθόν (από τις πιο διαδεδομένες αρρώστιες νέων Ελλήνων σκηνοθετών). Κοιτάει με κριτική νοσταλγία αυτό που υπήρχε και με συγκρατημένη μελαγχολία αυτό που υπάρχει. Και αυτό που υπάρχει τώρα δεν άλλο από την Ιταλία της κρίσης, της φτώχειας, της μιζέριας. Ο μαγικός της ρεαλισμός είναι πιο… μαγικός όταν επικεντρώνεται στο παρελθόν και πιο… ρεαλισμός όταν αναφέρεται πλέον στο παρόν. Και στο μέσον όλου αυτού, ο Λάζαρο. Ένα αγόρι χωρίς ίχνος κακίας μέσα του, που κάνει αγόγγυστα ότι του πούνε, που βρίσκει τρόπο να απολαμβάνει τα μικρά πράγματα στη ζωή, που έχει τα καταφύγια και τις κρυψώνες του, που λάμπει αλλιώς όταν κάποιος δεν του ζητάει απλά να κάνει μια δουλειά αλλά του ζητάει τη φιλία του.
Ο Adriano Tardiolo που τον υποδύεται, δεν είναι ηθοποιός και φαίνεται αυτό στην ερμηνεία του, που είναι μεν ανόθευτη και φυσική, είναι όμως και αμήχανη. Αυτή είναι η πρώτη του κινηματογραφική παρουσία, διαθέτει πάντως το βλέμμα και το κατάλληλο πρόσωπο για το ρόλο. Είναι ο Λάζαρος, ο πρώτος άνθρωπος που αναστήθηκε, και είναι ευγνώμων για το δώρο της ζωής. Στο πρώτο μέρος η μόνη επαγγελματίας ηθοποιός είναι η Nicoletta Braschi, η σύντροφος του Roberto Benigni, που υποδύεται την μαρκησία. Στο δεύτερο μέρος (ναι, η ταινία μπορεί εύκολα να χωριστεί σε δύο εντελώς διακριτά μέρη – τόσο διακριτά που φαντάζουν ως δύο εντελώς διαφορετικές ταινίες) βλέπουμε την Alba Rohrwacher και τον Sergi López να είναι οι βασικοί επαγγελματίες ηθοποιοί. Εδώ, το κλίμα παραπέμπει περισσότερο στο σινεμά του Ettore Scola. O Λάζαρο βρίσκεται σε έναν κόσμο που τον έχει ξεπεράσει. Τον έχει αφήσει πίσω. Τον έχει αφήσει στον εαυτό που είχε παλιά, στο χωριό του. Ο αναγεννημένος Λάζαρο μένει ο ίδιος όταν όλοι οι υπόλοιποι έχουν προχωρήσει μπροστά.
Πού μπροστά, όμως; Στον σκληρό κόσμο της πόλης. Σε έναν κόσμο όπου η καλοσύνη δεν λογίζεται πλέον ως αφέλεια αλλά ως κάτι το επικίνδυνο, κάτι που πρέπει να τιμωρηθεί. Παίζοντας λίγο με ιδέες από ταινίες όπως ο «Λευκός θεός» του Kornél Mundruczó και o «Βασιλιάς» του Νίκου Γραμματικού η σκηνοθέτιδα μας δίνει ένα φινάλε όμορφο να το βλέπεις, αμήχανο όμως και κάπως φορσέ, κάπως επιβεβλημένο από την ανάγκη να κλείσει δυνατά αλλά όχι σε συνάφεια με ότι είδαμε προηγουμένως. Ας είναι. Γενικώς, η ταινία δεν είναι εύκολο να ταξινομηθεί. Με τα σημερινά δεδομένα είναι μια ταινία… UFO! Όπως και να ‘χει, πάντως, το πρόσημο για την ταινία είναι κατά βάση θετικό. Και ναι, θα δούμε πολύ καλύτερα πράγματα από την Rohrwacher στο μέλλον.
Η υπόθεση: Ιταλία, αρχές της δεκαετίας του '90. Ο Λάζαρο είναι ένας νεαρός αγρότης τόσο καλός κι έτοιμος να βοηθήσει τους πάντες, που πολλοί είναι εκείνοι που τον θεωρούν χαζούλη, ότι δεν κόβει το μυαλό του, ότι είναι αργόστροφος. Ζει μαζί με τους συγχωριανούς του στο απομονωμένο και ξεκομμένο θαρρείς από τον πολιτισμό χωριό Ινβιολάτα, στο οποίο όλοι οι κάτοικοι δουλεύουν για την μαρκησία Αλφονσίνα ντε Λούνα, την επονομαζόμενη και βασίλισσα των τσιγάρων, η οποία τους εκμεταλλεύεται, χωρίς εκείνοι να το καταλαβαίνουν. Όπως κάθε καλοκαίρι, η μαρκησία πηγαίνει στην έπαυλή της στο χωριό, κουβαλώντας μαζί της και τον έφηβο γιο της, τον Τανκρέντι.
Ο Τανκρέντι βαριέται απίστευτα στην εξοχή. Το κινητό του δεν έχει σήμα και ο ίδιος, παιδί της πόλης, δεν ξέρει πώς να ξοδέψει τον χρόνο του. Η βαρεμάρα του σε συνδυασμό με τη διάθεσή του να πικάρει τη μητέρα του, τον οδηγεί στο να ζητήσει από τον Λάζαρο να τον βοηθήσει να στήσει την… απαγωγή του! Αυτή η περίεργη και απίθανη συμμαχία λειτουργεί ως μια αποκάλυψη για τον Λάζαρο. Πρόκειται για μια φιλία τόσο πολύτιμη που θα ταξιδέψει μέσα στον χρόνο...
Η άποψή μας: Η Alice Rohrwacher είναι πολύ σπουδαίο ταλέντο. Είναι ολοφάνερο αυτό στην εικόνα τούτης της ταινίας, στο πως χρησιμοποιεί την κάμερα, στο πως στήνει τον μύθο της. Κινηματογραφώντας με φιλμ 16mm με εξαιρετική δουλειά στη διεύθυνση φωτογραφίας από τη μόνιμη συνεργάτιδά της Hélène Louvart, περιγράφει μια ιστορία που μοιάζει αληθινή αλλά είναι και παραμύθι. Ναι, θαρρείς πως όλο το σπουδαίο, παλιό, ιταλικό σινεμά βρίσκεται συμπυκνωμένο σε κάθε εικόνα τούτης της ταινίας, με πιο προφανή αναφορά εκείνη στο σινεμά των αδελφών Taviani. Η Rohrwacher κάνει και λαογραφία, καταθέτει έναν ύμνο στην ύπαιθρο της χώρας της, δίνει μια ελεγεία για την ανθρώπινη καλοσύνη και στηρίζει σθεναρά την έννοια της φιλίας και τη δύναμή της. Τη φιλία που μπορεί να είναι πέρα από απαραίτητη εντέλει τόσο λειτουργική, όταν είναι... εφικτό να παραβλεφθούν κοινωνικές τάξεις, οικονομικό στάτους και διαφορές τόσο στην ανατροφή όσο και στη μόρφωση.
Η σκηνοθέτιδα δεν είναι προγονόπληκτη (από τις πιο διαδεδομένες αρρώστιες παλιών Ελλήνων σκηνοθετών) ούτε απορρίπτει το παρελθόν (από τις πιο διαδεδομένες αρρώστιες νέων Ελλήνων σκηνοθετών). Κοιτάει με κριτική νοσταλγία αυτό που υπήρχε και με συγκρατημένη μελαγχολία αυτό που υπάρχει. Και αυτό που υπάρχει τώρα δεν άλλο από την Ιταλία της κρίσης, της φτώχειας, της μιζέριας. Ο μαγικός της ρεαλισμός είναι πιο… μαγικός όταν επικεντρώνεται στο παρελθόν και πιο… ρεαλισμός όταν αναφέρεται πλέον στο παρόν. Και στο μέσον όλου αυτού, ο Λάζαρο. Ένα αγόρι χωρίς ίχνος κακίας μέσα του, που κάνει αγόγγυστα ότι του πούνε, που βρίσκει τρόπο να απολαμβάνει τα μικρά πράγματα στη ζωή, που έχει τα καταφύγια και τις κρυψώνες του, που λάμπει αλλιώς όταν κάποιος δεν του ζητάει απλά να κάνει μια δουλειά αλλά του ζητάει τη φιλία του.
Ο Adriano Tardiolo που τον υποδύεται, δεν είναι ηθοποιός και φαίνεται αυτό στην ερμηνεία του, που είναι μεν ανόθευτη και φυσική, είναι όμως και αμήχανη. Αυτή είναι η πρώτη του κινηματογραφική παρουσία, διαθέτει πάντως το βλέμμα και το κατάλληλο πρόσωπο για το ρόλο. Είναι ο Λάζαρος, ο πρώτος άνθρωπος που αναστήθηκε, και είναι ευγνώμων για το δώρο της ζωής. Στο πρώτο μέρος η μόνη επαγγελματίας ηθοποιός είναι η Nicoletta Braschi, η σύντροφος του Roberto Benigni, που υποδύεται την μαρκησία. Στο δεύτερο μέρος (ναι, η ταινία μπορεί εύκολα να χωριστεί σε δύο εντελώς διακριτά μέρη – τόσο διακριτά που φαντάζουν ως δύο εντελώς διαφορετικές ταινίες) βλέπουμε την Alba Rohrwacher και τον Sergi López να είναι οι βασικοί επαγγελματίες ηθοποιοί. Εδώ, το κλίμα παραπέμπει περισσότερο στο σινεμά του Ettore Scola. O Λάζαρο βρίσκεται σε έναν κόσμο που τον έχει ξεπεράσει. Τον έχει αφήσει πίσω. Τον έχει αφήσει στον εαυτό που είχε παλιά, στο χωριό του. Ο αναγεννημένος Λάζαρο μένει ο ίδιος όταν όλοι οι υπόλοιποι έχουν προχωρήσει μπροστά.
Πού μπροστά, όμως; Στον σκληρό κόσμο της πόλης. Σε έναν κόσμο όπου η καλοσύνη δεν λογίζεται πλέον ως αφέλεια αλλά ως κάτι το επικίνδυνο, κάτι που πρέπει να τιμωρηθεί. Παίζοντας λίγο με ιδέες από ταινίες όπως ο «Λευκός θεός» του Kornél Mundruczó και o «Βασιλιάς» του Νίκου Γραμματικού η σκηνοθέτιδα μας δίνει ένα φινάλε όμορφο να το βλέπεις, αμήχανο όμως και κάπως φορσέ, κάπως επιβεβλημένο από την ανάγκη να κλείσει δυνατά αλλά όχι σε συνάφεια με ότι είδαμε προηγουμένως. Ας είναι. Γενικώς, η ταινία δεν είναι εύκολο να ταξινομηθεί. Με τα σημερινά δεδομένα είναι μια ταινία… UFO! Όπως και να ‘χει, πάντως, το πρόσημο για την ταινία είναι κατά βάση θετικό. Και ναι, θα δούμε πολύ καλύτερα πράγματα από την Rohrwacher στο μέλλον.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Μαρτίου 2019 από την Seven Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική