του Luis Ortega. Με τους Lorenzo Ferro, Chino Darin, Mercedes Morán, Daniel Fanego, Peter Lanzani, Luis Gnecco, Cecilia Roth.
Ο δολοφόνος με το… αγγελικό πρόσωπο
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Άσε το κακό να… βγει!
Αυτή είναι η 7η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στο Μπουένος Άιρες στις 12 Ιουλίου του 1980 Αργεντίνος σκηνοθέτης Luis Ortega και η πρώτη του που προβάλλεται εμπορικά στη χώρα μας. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα». Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία Ο άγγελος (El Ángel) την έκανε στις περασμένες «Νύχτες Πρεμιέρας» στην Αθήνα. Το φιλμ - το σενάριο του οποίου βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα - είναι μια παραγωγή της εταιρίας El Deseo του Pedro Almodóvar. Η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Αργεντινής για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Ο Carlos Eduardo Robledo Puch ή Καρλίτος είχε κάποτε δηλώσει πως θα ήθελε η ζωή του να γίνει ταινία από τον Quentin Tarantino με πρωταγωνιστή τον Leonardo Di Caprio. Συνελήφθη στις 4 Φεβρουαρίου του 1972. Του αποδίδονται πάνω από 40 ληστείες και 11 δολοφονίες. Ουσιαστικά, από τότε που συνελήφθη σε ηλικία 20 ετών ζει στη φυλακή. Μετά από 47 ολόκληρα χρόνια εγκλεισμού, ο Καρλίτος είναι ο εγκληματίας με τα περισσότερα χρόνια κράτησης στην ιστορία της Αργεντινής.
Η υπόθεση: Μπουένος Άιρες, 1971. O Καρλίτος είναι ένας νεαρός που μοιάζει με αστέρα του σινεμά: γλυκό πρόσωπο, ξανθές μπούκλες και απαράμιλλο στυλ. Από μικρός ζήλευε τα πράγματα που είχαν οι άλλοι, στην εφηβεία του όμως φανερώνει την πραγματική του φύση: γίνεται κλέφτης. Όταν συναντά στο σχολείο του τον Ραμόν, ο Καρλίτος γοητεύεται και κάνει ό,τι μπορεί για να του τραβήξει την προσοχή. Μαζί θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι παρανομίας, έρωτα και καταστροφής. Οι δολοφονίες μοιάζουν σαν φυσική κατάληξη της πορείας του, ώσπου ο Καρλίτος θα συλληφθεί. Η αγγελική του μορφή τραβά την προσοχή του τύπου και της κοινής γνώμης. Το προσωνύμιο που του δίνεται είναι «Άγγελος του Θανάτου» με τη φήμη του να εκτοξεύεται στα ύψη αμέσως μετά τη σύλληψή του...
Η άποψή μας: Σε τέτοιου είδους ταινίες, που εν πολλοίς αποτελούν βιογραφίες ή εν πάση περιπτώσει εστιάζουν σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της ζωής και της δράσης κάποιου διάσημου δολοφόνου, ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της γκλαμουροποίησης. Ο κίνδυνος δηλαδή να σκιαγραφηθεί ο βιογραφούμενος με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζεται έως και γοητευτικός ή ακόμα ακόμα, ως παράδειγμα προς... μίμηση! Ο σκηνοθέτης της ταινίας κατορθώνει και αποφεύγει την παγίδα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι είναι αρκούντως... ποπ, χωρίς όμως ποτέ να γίνεται... χίπστερ. Και είναι δύσκολο το έργο του. Πολύ δύσκολο. Γιατί, όσο αμοραλιστικό κωλόπαιδο κι αν ήταν ο Καρλίτος, είχε ένα βασικό και ακαταμάχητο προσόν: ήταν όμορφος!
Στην ομορφιά μπορείς να συγχωρήσεις πολλά. Σχεδόν τα πάντα! Η ομορφιά αφοπλίζει. Η ομορφιά σε οδηγεί να δίνεις δικαιολογίες. Θέλω να πω, η ομορφιά είναι το πρώτο επίπεδο στη γνωριμία μας με τους άλλους. Θα νιώσεις έλξη για έναν άνθρωπο μόλις τον δεις, αν θεωρήσεις ότι είναι όμορφος, σύμφωνα με τα πρότυπα ομορφιάς σου – να μην το επεκτείνουμε αυτό ρε παιδιά εδώ – η ομορφιά πάντως είναι σίγουρα υποκειμενική. Βλέπεις μια όμορφη γυναίκα και λιώνεις ως αγοράκι! Δεν χρειάζεται να μιλήσει, δεν χρειάζεται να είναι έξυπνη, δουλευταρού, ηθική, σωστή: είναι όμορφη! Σκεφτείτε κι εσείς πόσες φορές συγχωρήσατε μια μαλακία σε έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζατε, επειδή ήταν όμορφος και πόσες φορές αντιστοίχως, χαλαστήκατε από την ίδια μαλακία, αν ο άνθρωπος που την έκανε ήταν άσχημος! Ο Καρλίτος, λοιπόν, ήταν όμορφος. Τόσο όμορφος, όσο ένας άγγελος.
Ναι, αλλά αυτή η ομορφιά έκρυβε από πίσω της έναν ψυχοπαθή. Έναν άνθρωπο ανίκανο να νιώσει αυτό που οι αγγλόφωνοι ονομάζουν empathy. Έναν άνθρωπο, που ελάχιστη σημασία έδινε στην ανθρώπινη ζωή. Έναν άνθρωπο, που δεν φοβόταν τίποτε, μιας που κινούνταν πέρα από τις μανιχαϊστικές αντιλήψεις περί καλού και κακού. Τις ληστείες τις έκανε επειδή γούσταρε. Επειδή περνούσε καλά. Του άρεσε η ιδέα του να κλέβει. Και το απολάμβανε, πραγματικά. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή στο κοσμηματοπωλείο, όπου λέει στον αγχωμένο Ραμόν: «Τι βιάζεσαι; Είμαστε ζωντανοί!». Δεν τον ένοιαζε η απόκτηση περιουσίας, καρφί δεν του καιγόταν για το χρήμα. Τον ενδιέφεραν τα πράγματα ενόσω αυτά είχαν πρακτική και χρηστική σημασία: χαρακτηριστικό παράδειγμα, η μοτοσικλέτα στην αρχή της ταινίας. Ερωτευμένος με τον συνεργό του, δεν έδειχνε (σύμφωνα με την ταινία) και καμιά ιδιαίτερη ζέση για την κάβλα του σαρκικού έρωτα: περισσότερο τον ένοιαζε η ιδέα πως έδειχνε ακόμα πιο... όμορφος στο πλάι του άλλου. Κι εδώ η σκηνή του... χωρισμού είναι ενδεικτική.
Το τρομερό με τον Καρλίτος είναι το γεγονός ότι η επιστήμη στην περίπτωσή του σήκωσε τα χέρια ψηλά! Δεν βίωσε κάποιο τραύμα μικρός. Δεν ήταν από πλούσια οικογένεια αλλά δεν στερήθηκε ποτέ του τίποτε. Δεν είχε κάποια δυσάρεστη εμπειρία, κάποια αρρώστια, κάποια απώλεια, που να τον σημαδέψει. Και οι ψυχίατροι να σκίζουν τα πτυχία τους! Πώς γκένεν αυτό; Η ταινία δεν είναι ούτε βαθυστόχαστη ούτε αργή ούτε παράξενη, κουλτουριάρικη, φεστιβαλική (με την κακή έννοια). Κάνει κάτι πολύ έξυπνο ο σκηνοθέτης κατά τη γνώμη μου. Μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων. Επίτηδες. Και φαίνεται να αποτυπώνει με το φακό του τις δολοφονίες με διάθεση χιουμοριστική. Που κατευθείαν μειώνει τον αντίκτυπό τους, χωρίς να γίνονται καρικατούρες. Βρίσκει την ισορροπία. Και παραδίδει κάτι μοντέρνο, με την έννοια ότι, ενώ μιλάει για την εγκληματική δράση ενός πιτσιρίκου σχεδόν 50 χρόνια πριν, κάνει ένα πολύ μα πάρα πολύ επίκαιρο σχόλιο για το σήμερα. Το σήμερα, όπου έχουμε βυθιστεί στην απάθεια, αποθεώνοντας την ομορφιά. Κυρίως τη... δική μας!
Ο σκηνοθέτης μας δείχνει το πώς οδηγείται στο έγκλημα ο μικρός, όχι το γιατί. Μα δεν τον ενδιαφέρει το γιατί τον σκηνοθέτη: δεν κάνει το πορτρέτο ενός δολοφόνου. Το πορτρέτο μιας άρρωστης κοινωνίας παρουσιάζει, μιας κοινωνίας στην οποία η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Ωραίος ο πιτσιρίκος (στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση), ωραίο το σάουντρακ (θεϊκή η ισπανόφωνη εκτέλεση του «House of the rising sun» ως «La casa del sol naciente» από τον Palito Ortega!), ωραία σκηνοθεσία, ωραία ταινία.
Η υπόθεση: Μπουένος Άιρες, 1971. O Καρλίτος είναι ένας νεαρός που μοιάζει με αστέρα του σινεμά: γλυκό πρόσωπο, ξανθές μπούκλες και απαράμιλλο στυλ. Από μικρός ζήλευε τα πράγματα που είχαν οι άλλοι, στην εφηβεία του όμως φανερώνει την πραγματική του φύση: γίνεται κλέφτης. Όταν συναντά στο σχολείο του τον Ραμόν, ο Καρλίτος γοητεύεται και κάνει ό,τι μπορεί για να του τραβήξει την προσοχή. Μαζί θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι παρανομίας, έρωτα και καταστροφής. Οι δολοφονίες μοιάζουν σαν φυσική κατάληξη της πορείας του, ώσπου ο Καρλίτος θα συλληφθεί. Η αγγελική του μορφή τραβά την προσοχή του τύπου και της κοινής γνώμης. Το προσωνύμιο που του δίνεται είναι «Άγγελος του Θανάτου» με τη φήμη του να εκτοξεύεται στα ύψη αμέσως μετά τη σύλληψή του...
Η άποψή μας: Σε τέτοιου είδους ταινίες, που εν πολλοίς αποτελούν βιογραφίες ή εν πάση περιπτώσει εστιάζουν σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της ζωής και της δράσης κάποιου διάσημου δολοφόνου, ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της γκλαμουροποίησης. Ο κίνδυνος δηλαδή να σκιαγραφηθεί ο βιογραφούμενος με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζεται έως και γοητευτικός ή ακόμα ακόμα, ως παράδειγμα προς... μίμηση! Ο σκηνοθέτης της ταινίας κατορθώνει και αποφεύγει την παγίδα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι είναι αρκούντως... ποπ, χωρίς όμως ποτέ να γίνεται... χίπστερ. Και είναι δύσκολο το έργο του. Πολύ δύσκολο. Γιατί, όσο αμοραλιστικό κωλόπαιδο κι αν ήταν ο Καρλίτος, είχε ένα βασικό και ακαταμάχητο προσόν: ήταν όμορφος!
Στην ομορφιά μπορείς να συγχωρήσεις πολλά. Σχεδόν τα πάντα! Η ομορφιά αφοπλίζει. Η ομορφιά σε οδηγεί να δίνεις δικαιολογίες. Θέλω να πω, η ομορφιά είναι το πρώτο επίπεδο στη γνωριμία μας με τους άλλους. Θα νιώσεις έλξη για έναν άνθρωπο μόλις τον δεις, αν θεωρήσεις ότι είναι όμορφος, σύμφωνα με τα πρότυπα ομορφιάς σου – να μην το επεκτείνουμε αυτό ρε παιδιά εδώ – η ομορφιά πάντως είναι σίγουρα υποκειμενική. Βλέπεις μια όμορφη γυναίκα και λιώνεις ως αγοράκι! Δεν χρειάζεται να μιλήσει, δεν χρειάζεται να είναι έξυπνη, δουλευταρού, ηθική, σωστή: είναι όμορφη! Σκεφτείτε κι εσείς πόσες φορές συγχωρήσατε μια μαλακία σε έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζατε, επειδή ήταν όμορφος και πόσες φορές αντιστοίχως, χαλαστήκατε από την ίδια μαλακία, αν ο άνθρωπος που την έκανε ήταν άσχημος! Ο Καρλίτος, λοιπόν, ήταν όμορφος. Τόσο όμορφος, όσο ένας άγγελος.
Ναι, αλλά αυτή η ομορφιά έκρυβε από πίσω της έναν ψυχοπαθή. Έναν άνθρωπο ανίκανο να νιώσει αυτό που οι αγγλόφωνοι ονομάζουν empathy. Έναν άνθρωπο, που ελάχιστη σημασία έδινε στην ανθρώπινη ζωή. Έναν άνθρωπο, που δεν φοβόταν τίποτε, μιας που κινούνταν πέρα από τις μανιχαϊστικές αντιλήψεις περί καλού και κακού. Τις ληστείες τις έκανε επειδή γούσταρε. Επειδή περνούσε καλά. Του άρεσε η ιδέα του να κλέβει. Και το απολάμβανε, πραγματικά. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή στο κοσμηματοπωλείο, όπου λέει στον αγχωμένο Ραμόν: «Τι βιάζεσαι; Είμαστε ζωντανοί!». Δεν τον ένοιαζε η απόκτηση περιουσίας, καρφί δεν του καιγόταν για το χρήμα. Τον ενδιέφεραν τα πράγματα ενόσω αυτά είχαν πρακτική και χρηστική σημασία: χαρακτηριστικό παράδειγμα, η μοτοσικλέτα στην αρχή της ταινίας. Ερωτευμένος με τον συνεργό του, δεν έδειχνε (σύμφωνα με την ταινία) και καμιά ιδιαίτερη ζέση για την κάβλα του σαρκικού έρωτα: περισσότερο τον ένοιαζε η ιδέα πως έδειχνε ακόμα πιο... όμορφος στο πλάι του άλλου. Κι εδώ η σκηνή του... χωρισμού είναι ενδεικτική.
Το τρομερό με τον Καρλίτος είναι το γεγονός ότι η επιστήμη στην περίπτωσή του σήκωσε τα χέρια ψηλά! Δεν βίωσε κάποιο τραύμα μικρός. Δεν ήταν από πλούσια οικογένεια αλλά δεν στερήθηκε ποτέ του τίποτε. Δεν είχε κάποια δυσάρεστη εμπειρία, κάποια αρρώστια, κάποια απώλεια, που να τον σημαδέψει. Και οι ψυχίατροι να σκίζουν τα πτυχία τους! Πώς γκένεν αυτό; Η ταινία δεν είναι ούτε βαθυστόχαστη ούτε αργή ούτε παράξενη, κουλτουριάρικη, φεστιβαλική (με την κακή έννοια). Κάνει κάτι πολύ έξυπνο ο σκηνοθέτης κατά τη γνώμη μου. Μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων. Επίτηδες. Και φαίνεται να αποτυπώνει με το φακό του τις δολοφονίες με διάθεση χιουμοριστική. Που κατευθείαν μειώνει τον αντίκτυπό τους, χωρίς να γίνονται καρικατούρες. Βρίσκει την ισορροπία. Και παραδίδει κάτι μοντέρνο, με την έννοια ότι, ενώ μιλάει για την εγκληματική δράση ενός πιτσιρίκου σχεδόν 50 χρόνια πριν, κάνει ένα πολύ μα πάρα πολύ επίκαιρο σχόλιο για το σήμερα. Το σήμερα, όπου έχουμε βυθιστεί στην απάθεια, αποθεώνοντας την ομορφιά. Κυρίως τη... δική μας!
Ο σκηνοθέτης μας δείχνει το πώς οδηγείται στο έγκλημα ο μικρός, όχι το γιατί. Μα δεν τον ενδιαφέρει το γιατί τον σκηνοθέτη: δεν κάνει το πορτρέτο ενός δολοφόνου. Το πορτρέτο μιας άρρωστης κοινωνίας παρουσιάζει, μιας κοινωνίας στην οποία η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Ωραίος ο πιτσιρίκος (στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση), ωραίο το σάουντρακ (θεϊκή η ισπανόφωνη εκτέλεση του «House of the rising sun» ως «La casa del sol naciente» από τον Palito Ortega!), ωραία σκηνοθεσία, ωραία ταινία.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Μαρτίου 2019 από την Strada Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική