Μία Προσωπική Ιστορία (Una Questione Privata) Poster ΠόστερΜία Προσωπική Ιστορία

του Paolo Taviani. Με τους Luca Marinelli, Lorenzo Richelmy, Valentina Bellè, Francesca Agostini, Jacopo Olmi Antinori, Antonella Attili, Giulio Beranek, Mario Bois.


Στον έρωτα και τον πόλεμο
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Κύκνειο άσμα και μετά σιωπή

Οι αδελφοί Taviani είναι ένα από τα σημαντικότερα δίδυμα δημιουργών στην ιταλική και γενικότερα στην παγκόσμια κινηματογραφική ιστορία. Σκηνοθέτησαν μαζί 18 ταινίες μεγάλου μήκους. Τούτη εδώ είναι η 19η. Και ισχύει το εξής παράδοξο: ενώ στα credits της αρχής ονοματίζονται και τα δύο αδέλφια ως σκηνοθέτες, στους τίτλους τέλους ως σκηνοθέτης εμφανίζεται μόνο ο Paolo Taviani. Ο αδελφός του, ο Vittorio, εμφανίζεται σε όλα τα credits ως συνσεναριογράφος. Κι αυτό επειδή η κατάσταση της υγείας του Vittorio ήταν σε άσχημη κατάσταση όταν ξεκινούσαν τα γυρίσματα κι εντέλει δεν κατόρθωσε να συμμετάσχει ποτέ σε ότι είχε να κάνει με την ταινία, πέρα από το σενάριο. Να θυμίσουμε πως ο Vittorio Taviani εγκατέλειψε τελικά τον μάταιο τούτο κόσμο στις 15 Απριλίου του 2018. Ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία από τα δύο αδέλφια – ο Paolo είναι δύο χρόνια μικρότερος.

Μία Προσωπική Ιστορία (Una Questione Privata) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Μία Προσωπική Ιστορία (Una Questione Privata) βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Beppe Fenoglio. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Τορόντο του 2017. Κατόπιν, έλαβε μέρος σε μπόλικα φεστιβάλ, όπως εκείνα της Χάιφας, της Ρώμης, του Μπουσάν και του Τόκιο. Ήταν υποψήφια για David di Donatello (τα ιταλικά Όσκαρ) διασκευασμένου σεναρίου.

Η υπόθεση: Καλοκαίρι του 1943. Ο νεαρός Μίλτον ερωτεύεται τη Φούλβια, η οποία όμως, είναι ολοφάνερο, δεν τρέφει ανάλογα συναισθήματα και απλώς, της αρέσει το βάθος της σκέψης του και τα γράμματα που της γράφει. Ένα χρόνο μετά, ο Μίλτον έχει μπει στην Αντίσταση και πολεμά στο πλάι των Παρτιζάνων ενάντια στους Φασίστες. Όταν, τυχαία, μαθαίνει ότι η Φούλβια ήταν κρυφά ερωτευμένη με τον επίσης αντάρτη και κοινό τους φίλο, Τζόρτζιο, ο Μίλτον αποφασίζει να πάει, να τον βρει και να του μιλήσει. Ο Τζόρτζιο, όμως, έχει μόλις συλληφθεί από τους Φασίστες. Πλέον, ο Μίλτον πρέπει να ισορροπήσει την επιθυμία του να πολεμήσει τους ιδεολογικούς του αντιπάλους, τη φιλία του με τους άλλους συμπολεμιστές του στην Αντίσταση, μεταξύ των οποίων είναι και ο Τζόρτζιο, αλλά και την αγάπη του για την Φούλβια.

Η άποψή μας: Οι αδελφοί Taviani έχουν ολόκληρο δικό τους κεφάλαιο στην κινηματογραφική ιστορία. Ταινίες όπως «Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα», «Αλοζανφάν», «Πατέρας αφέντης» και «Η νύχτα του Σαν Λορέντζο» διαμόρφωσαν στρατιά ολόκληρη ορκισμένων σινεφίλ. Στο σύνολο σχεδόν του έργου τους, η βασική διαλεκτική τους ήταν συγκεκριμένη: πως οι άνθρωποι, συνηθισμένοι άνθρωποι ή όχι και τόσο συνηθισμένοι, αντιδρούν και διαχειρίζονται σπουδαία ιστορικά γεγονότα, με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι. Ο Άνθρωπος και η Ιστορία δηλαδή. Ο Άνθρωπος μπροστά στο δίλημμα: προχωράω μπροστά με κάθε κόστος – με χειρότερο την ήττα – ή κάθομαι στ' αυγά μου; Όλο και κάποιος άλλος θα βρεθεί να βγάλει το φίδι από την τρύπα.

Κι εδώ ο ήρωάς μας είναι ξεκάθαρα ταβιανικός. Έχει τη δύναμη να είναι ευαίσθητος. Έχει το πάθος να αγωνίζεται για τις ιδέες του κι ας ξέρει κατά βάθος πως θα ηττηθεί. Ειδικά γι' αυτό ο αγώνας του είναι περισσότερο σημαντικός. Χρησιμοποιεί το «παρατσούκλι» Μίλτον προς τιμήν του μεγάλου Αμερικάνου ποιητή. Είναι ρομαντική ψυχή και τον σαρώνει ο έρωτας. Η Φούλβια του παίρνει τα μυαλά. Εκείνη, όμως, δεν συγκινείται, όχι ερωτικά. Διαλέγει κατά πως φαίνεται τον πιο όμορφο (κι ας μην είναι τόσο καλλιεργημένος) Τζόρτζιο. Και ο ήρωάς μας, τριχοτομημένος. Ο αγώνας για την ιδεολογία, ο αγώνας για τον σύντροφο, ο αγώνας για τον φίλο, ο αγώνας για τον έρωτα. Ως άλλος Δον Κιχώτης τα βάζει με τους δικούς του θεόρατους γίγαντες – ανεμόμυλους. Και προσπαθεί. Πηγαίνει στα στρατόπεδα των Μελανοχιτώνων και αναζητά τον φίλο του. Πιάνει αιχμάλωτο έναν φασίστα, για να τον χρησιμοποιήσει για ανταλλαγή, αλλά ούτε οι συνοδοιπόροι του τον θέλουν. Κι όλα αυτά κάτω από την ομίχλη. Την ομίχλη που σκεπάζει τα πάντα. Την ομίχλη που καλύπτει λόφους και βουνά, που τυλίγει την Ιστορία, που μπερδεύει αυτόν που θα τον προλάβει: τελικά, πού πάω;

Ποια είναι η κατεύθυνσή μου; Ποιος είναι ο στόχος μου; Θα βρεθώ σε ξέφωτο; Ή θα πέσω σε μεγάλο γκρεμό; Ωραία, πολύ ωραία όλα αυτά, αλήθεια. Οι Taviani (επιτρέψτε μου να συνεχίσω να τους αποκαλώ ως μια ομοούσιο δυάδα, ακόμα και τώρα) ποτέ δεν ξεστράτισαν, ποτέ δεν έχασαν το βλέμμα τους από τον στόχο, ποτέ δεν επέτρεψαν καμιά ομίχλη να τους αλλάξει πορεία, να τους θολώσει ιδεολογικά. Πάντα ο άνθρωπος στο κέντρο του ενδιαφέροντός τους, πάντα ο Αγώνας μοναδική επωδός, μόνος δρόμος – και μοναχικός. Μόνο που ο χρόνος έχει αφήσει τα σημάδια του. Ανεξίτηλα. Κάπου έχει επέλθει μια κούραση. Κάπου καταφεύγουν στο ένδοξο παρελθόν για έμπνευση και η επανάληψη κάνει την εμφάνισή της. Θέλω να πω, αν ένας νεαρός που λατρεύει το σινεμά και τώρα το μαθαίνει, ξεκινήσει την περιήγησή του στον κόσμο των Taviani με τούτη την ταινία, ίσως να μη θελήσει να συνεχίσει και να γνωρίσει την υπόλοιπη φιλμογραφία τους.

Ταιριάζει απόλυτα λοιπόν ο πρώτος στίχος – που είναι και ο τελευταίος – από το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου, το εμπνευσμένο από το «Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα» (τραγούδι που χρησιμοποιεί και ηχητικό υλικό από την ταινία): «Δε μ' αναγνωρίζετε/ γιατί έλειπα καιρό». Και εννοείται, γενικότερα, ταιριάζει μια χαρά στην όλη υπόθεση, η τελευταία στροφή του φοβερού και τρομερού άσματος (τι ωραία, όταν ένα έργο τέχνης εμπνέει ένα άλλο, ε;): «Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό/ συντρόφια, μήπως βρέθηκε και κείνο/ να φτύσω μέσα με οργή που οι νέες εποχές / με κάνουνε να μοιάζω με κρετίνο»... Έλα, εβίβα για τις νέες εποχές λοιπόν!

Μία Προσωπική Ιστορία (Una Questione Privata) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 14 Φεβρουαρίου 2019 από την Weird Wave!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική