του Rupert Everett. Με τους Rupert Everett, Colin Morgan, Edwin Thomas, Colin Firth, Emily Watson, Anna Chancellor, Benjamin Voisin, Mateo Salamone, Tom Wilkinson, Beatrice Dalle, Ronald Pickup
Ο αντι-κομφορμίστας!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Μια ταινία – εξομολόγηση εκ βαθέων!
«Ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας» είναι μία από τις ομορφότερες ιστορίες που έχει γράψει ο Oscar Wilde. Αφηγείται την ιστορία της φιλίας ανάμεσα στο άγαλμα ενός πρίγκιπα, που έστεκε σε ένα ψηλό βάθρο, κι ένα χελιδόνι, που στον δρόμο του για την Αίγυπτο αποφασίζει να ξαποστάσει για ένα βράδυ κοντά στο άγαλμα. Από το ψηλό του βάθρο το άγαλμα του πρίγκιπα παρατηρεί τη δυστυχία των φτωχών ανθρώπων της πόλης. Παρατηρεί τον κόσμο και ανακαλύπτει τη φτώχεια, την ασχήμια, τη διαφθορά και την υποκρισία. Κάθε βράδυ δακρύζει για όλα τα δυσάρεστα που συμβαίνουν γύρω του. Ανήμπορο να βοηθήσει αυτούς που πραγματικά το έχουν ανάγκη, ζητά από το χελιδόνι να μοιράσει τα φύλλα χρυσού και τους πολύτιμους λίθους που το στολίζουν σε όλους τους φτωχούς και δυστυχισμένους ανθρώπους. Θα τα καταφέρει το χελιδόνι; Καθόλου τυχαία λοιπόν, ο γνωστός Βρετανός ηθοποιός Rupert Everett, την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, στην οποία υπογράφει και το σενάριο και πρωταγωνιστεί, την ονομάζει (πρωτότυπος τίτλος) The Happy Prince, όταν ο ελληνικός τίτλος της είναι Ευτυχισμένος Όσκαρ.
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Σάντανς. Η ευρωπαϊκή πρεμιέρα της ταινίας έγινε στο φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προβλήθηκε στο τμήμα Berlinale Special Gala. Προβλήθηκε και στο πρόσφατο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στο τμήμα «Ειδικές Προβολές». Ο Rupert Everett πριν λίγες μέρες βρέθηκε στην Αθήνα, στην ειδική avant premiere της ταινίας, προκειμένου να την προμοτάρει. ινία!!!), που έχει ξαναπαίξει το ρόλο στη δική του μεταφορά (ήταν σκηνοθέτης δηλαδή) του 2002!!!
Η υπόθεση: Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν ο πιο διάσημος άνθρωπος στο Λονδίνο! Έξυπνος, ετοιμόλογος, γεμάτος χιούμορ και σκανδαλώδης. Όμως, όταν δικάζεται και καταδικάζεται σε δύο χρόνια φυλάκιση και βαριά, καταναγκαστικά έργα εξαιτίας της ομοφυλοφιλίας του, ο Ουάιλντ κλονίζεται. Μέσα στη φυλακή γράφει ένα από τα πιο σπουδαία έργα του, το «De Profundis». Βγαίνοντας από τη φυλακή, η υγεία του είναι σε κακά χάλια, έχει χωρίσει και τυπικά από τη γυναίκα του και ουσιαστικά δεν του έχει μείνει τίποτε, τόσο από άποψη φήμης όσο και σε σχέση με την περιουσία του. Επιλέγει να αυτοεξοριστεί στο Παρίσι.
Μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να τα ξαναβρεί με τη γυναίκα του, μπλέκει εκ νέου με τον Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας, γνωστό με το παρατσούκλι Μπόσι, ο οποίος ουσιαστικά ήταν εκείνος που οδήγησε τον Όσκαρ στη φυλακή! Με αλλαγμένο πλέον όνομα – χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Σεμπάστιαν Μέλμοθ – και χωρίς φράγκο στην τσέπη του, ο Ουάιλντ θα πέσει ακόμα πιο χαμηλά εξαιτίας του Μπόσι. Πάντως, πιστοί του φίλοι και πρώην εραστές του προσπαθούν να τον βοηθήσουν και να τον προστατέψουν από τις αυτοκαταστροφικές του τάσεις, κάτι που καταφέρνουν για λίγο, μέχρι το πικρό του τέλος στην ηλικία των (μόλις) 46 ετών...
Η άποψή μας: Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί η δημιουργία αυτής της ταινίας αποτέλεσε όραμα ζωής για τον Rupert Everett. Μα επειδή μέσα από την αφηγούμενη ιστορία ο Everett παρουσιάζει όλα όσα τράβηξε και ο ίδιος (όπως ο Ουάιλντ – εντάξει, σε πολύ μικρότερη κλίμακα και υπό διαφορετικές συνθήκες) αλλά και πάμπολλοι άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι λοιδορήθηκαν και συνεχίζουν να λοιδορούνται ακόμα και σήμερα, εξαιτίας των σεξουαλικών τους προτιμήσεων. Πόσο εύκολα ένα αγαπημένο από την κοινή γνώμη και από την «καλή κοινωνία» πρόσωπο πέφτει σε δυσμένεια επειδή ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της καθεστηκυίας τάξης και της αποδεκτής συμπεριφοράς. Ο Everett δεν δημιουργεί μια αγιογραφία. Μας παρουσιάζει τον Ουάιλντ ως αυτό που ήταν στην πραγματικότητα: ένας ιδιοφυής άνθρωπος γεμάτος παρορμήσεις, που οι αποφάσεις που πήρε (σωστές ή λάθος, κρίνοντάς τες από απόσταση) τον οδήγησαν στον αφανισμό του. Έναν άνθρωπο, που σκάρωνε υπέροχες ιστορίες επιτόπου, που πλήρωνε σε καμπαρέ τις... ζημιές του τραγουδώντας, που λύγισε αλλά δεν έσπασε και που πάντα μα πάντα αποζητούσε τις «μωβ ώρες» του, τις στιγμές δηλαδή που έκανε σεξ με νεαρούς άντρες. Τις στιγμές που τον κρατούσαν ζωντανό.
Ο Everett κάνει πολύ καλή δουλειά, δεν χωράει καμία αντίρρηση επί τούτου, επειδή όμως το «Νερούδα» του Pablo Larrain σήκωσε ψηλά τον πήχη των βιογραφιών, λέμε πως στην καταγραφή και την αφήγηση της ιστορίας του είναι κάπως άνισος. Και σε ότι αφορά τον ρυθμό του δεν είναι καλοκουρδισμένος. Σε κάποιες στιγμές, χάσκει και ξεχειλώνει. Η σκηνή με την Ναπολιτάνα, που μπαίνει σε χώρο όπου άρρενες οργιάζουν μεταξύ τους, αναζητώντας γυναίκες-πόρνες, δεν βρίσκει καμία και καθησυχάζεται από αυτό, μιας που άντρας της, που βρίσκεται εκεί, δεν την... κερατώνει, βγάζει πολύ γέλιο! Η καταγραφή της εποχής πετυχαίνεται άψογα. Επίσης, πολύ ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι σπουδαίοι ηθοποιοί κάνουν το χατήρι ουσιαστικά στον Everett και παίζουν σε μικρούς ρόλους. Μιλάμε για τον Colin Firth και την Emma Watson αλλά και τον Tom Wilkinson και την Beatrice Dalle αν έχετε τον θεό σας! Όλοι συντονισμένοι στο κοινό όραμα, όλοι υπηρετώντας το μεγάλο σκοπό. Αγνώριστος ο Everett κάτω από στρώσεις προσθετικών που τον δείχνουν με περισσότερα κιλά και με «φουσκωμένο» κεφάλι, δίνει μια ερμηνεία γεμάτη ευαισθησία και μπρίο, παραίτηση και αιχμηρότητα.
Αυτό όμως είναι το έλασσον. Το μείζον είναι ότι πέρα όλων των άλλων, ο Everett – Ουάιλντ βλέπει τη ζωή σαν παραμύθι ή μάλλον ακόμα καλύτερα, σαν όνειρο! «It's just a dream», μας λέει, απευθυνόμενος κατευθείαν σε μας, τους θεατές. Είναι απλά ένα όνειρο, όπως το σινεμά. Ένα όνειρο όπου κάθε άνθρωπος σκοτώνει αυτό που αγαπά. Παρά τις αδυναμίες της, αυτή είναι μια ωραία δουλειά.
Η υπόθεση: Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν ο πιο διάσημος άνθρωπος στο Λονδίνο! Έξυπνος, ετοιμόλογος, γεμάτος χιούμορ και σκανδαλώδης. Όμως, όταν δικάζεται και καταδικάζεται σε δύο χρόνια φυλάκιση και βαριά, καταναγκαστικά έργα εξαιτίας της ομοφυλοφιλίας του, ο Ουάιλντ κλονίζεται. Μέσα στη φυλακή γράφει ένα από τα πιο σπουδαία έργα του, το «De Profundis». Βγαίνοντας από τη φυλακή, η υγεία του είναι σε κακά χάλια, έχει χωρίσει και τυπικά από τη γυναίκα του και ουσιαστικά δεν του έχει μείνει τίποτε, τόσο από άποψη φήμης όσο και σε σχέση με την περιουσία του. Επιλέγει να αυτοεξοριστεί στο Παρίσι.
Μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να τα ξαναβρεί με τη γυναίκα του, μπλέκει εκ νέου με τον Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας, γνωστό με το παρατσούκλι Μπόσι, ο οποίος ουσιαστικά ήταν εκείνος που οδήγησε τον Όσκαρ στη φυλακή! Με αλλαγμένο πλέον όνομα – χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Σεμπάστιαν Μέλμοθ – και χωρίς φράγκο στην τσέπη του, ο Ουάιλντ θα πέσει ακόμα πιο χαμηλά εξαιτίας του Μπόσι. Πάντως, πιστοί του φίλοι και πρώην εραστές του προσπαθούν να τον βοηθήσουν και να τον προστατέψουν από τις αυτοκαταστροφικές του τάσεις, κάτι που καταφέρνουν για λίγο, μέχρι το πικρό του τέλος στην ηλικία των (μόλις) 46 ετών...
Η άποψή μας: Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί η δημιουργία αυτής της ταινίας αποτέλεσε όραμα ζωής για τον Rupert Everett. Μα επειδή μέσα από την αφηγούμενη ιστορία ο Everett παρουσιάζει όλα όσα τράβηξε και ο ίδιος (όπως ο Ουάιλντ – εντάξει, σε πολύ μικρότερη κλίμακα και υπό διαφορετικές συνθήκες) αλλά και πάμπολλοι άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι λοιδορήθηκαν και συνεχίζουν να λοιδορούνται ακόμα και σήμερα, εξαιτίας των σεξουαλικών τους προτιμήσεων. Πόσο εύκολα ένα αγαπημένο από την κοινή γνώμη και από την «καλή κοινωνία» πρόσωπο πέφτει σε δυσμένεια επειδή ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της καθεστηκυίας τάξης και της αποδεκτής συμπεριφοράς. Ο Everett δεν δημιουργεί μια αγιογραφία. Μας παρουσιάζει τον Ουάιλντ ως αυτό που ήταν στην πραγματικότητα: ένας ιδιοφυής άνθρωπος γεμάτος παρορμήσεις, που οι αποφάσεις που πήρε (σωστές ή λάθος, κρίνοντάς τες από απόσταση) τον οδήγησαν στον αφανισμό του. Έναν άνθρωπο, που σκάρωνε υπέροχες ιστορίες επιτόπου, που πλήρωνε σε καμπαρέ τις... ζημιές του τραγουδώντας, που λύγισε αλλά δεν έσπασε και που πάντα μα πάντα αποζητούσε τις «μωβ ώρες» του, τις στιγμές δηλαδή που έκανε σεξ με νεαρούς άντρες. Τις στιγμές που τον κρατούσαν ζωντανό.
Ο Everett κάνει πολύ καλή δουλειά, δεν χωράει καμία αντίρρηση επί τούτου, επειδή όμως το «Νερούδα» του Pablo Larrain σήκωσε ψηλά τον πήχη των βιογραφιών, λέμε πως στην καταγραφή και την αφήγηση της ιστορίας του είναι κάπως άνισος. Και σε ότι αφορά τον ρυθμό του δεν είναι καλοκουρδισμένος. Σε κάποιες στιγμές, χάσκει και ξεχειλώνει. Η σκηνή με την Ναπολιτάνα, που μπαίνει σε χώρο όπου άρρενες οργιάζουν μεταξύ τους, αναζητώντας γυναίκες-πόρνες, δεν βρίσκει καμία και καθησυχάζεται από αυτό, μιας που άντρας της, που βρίσκεται εκεί, δεν την... κερατώνει, βγάζει πολύ γέλιο! Η καταγραφή της εποχής πετυχαίνεται άψογα. Επίσης, πολύ ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι σπουδαίοι ηθοποιοί κάνουν το χατήρι ουσιαστικά στον Everett και παίζουν σε μικρούς ρόλους. Μιλάμε για τον Colin Firth και την Emma Watson αλλά και τον Tom Wilkinson και την Beatrice Dalle αν έχετε τον θεό σας! Όλοι συντονισμένοι στο κοινό όραμα, όλοι υπηρετώντας το μεγάλο σκοπό. Αγνώριστος ο Everett κάτω από στρώσεις προσθετικών που τον δείχνουν με περισσότερα κιλά και με «φουσκωμένο» κεφάλι, δίνει μια ερμηνεία γεμάτη ευαισθησία και μπρίο, παραίτηση και αιχμηρότητα.
Αυτό όμως είναι το έλασσον. Το μείζον είναι ότι πέρα όλων των άλλων, ο Everett – Ουάιλντ βλέπει τη ζωή σαν παραμύθι ή μάλλον ακόμα καλύτερα, σαν όνειρο! «It's just a dream», μας λέει, απευθυνόμενος κατευθείαν σε μας, τους θεατές. Είναι απλά ένα όνειρο, όπως το σινεμά. Ένα όνειρο όπου κάθε άνθρωπος σκοτώνει αυτό που αγαπά. Παρά τις αδυναμίες της, αυτή είναι μια ωραία δουλειά.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Νοεμβρίου 2018 από την Filmtrade!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική