του Milad Alami. Με τους John Ardalan Esmaili, Soho Rezanejad, Lars Brygmann, Susan Taslimi, Amalie Lindegård
Κανείς δεν ξεφεύγει από τη νύχτα...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Ι-δανικός έρωτας
Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία, που σκηνοθετεί ο 36χρονος Milad Alami. Ο Alami γεννήθηκε στο Ιράν, μεγάλωσε στη Σουηδία και έγινε σκηνοθέτης στη Δανία, όπου ζει και εργάζεται τα τελευταία χρόνια. Μέχρι τώρα έχει γυρίσει έξι μικρού μήκους ταινίες ενώ συμμετείχε και στο σπονδυλωτό «Nordic Family» (2014). Μάλιστα, μία από τις μικρού μήκους του, το «Void», το οποίο συνσκηνοθέτησε με την Aygul Bakanova με πρωταγωνιστή τον Lars Mikkelsen, έλαβε μέρος στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» του φεστιβάλ των Καννών το 2014.
Η ταινία Με Διαβατήριο τη Γοητεία (Charmøren / The Charmer) έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν, όπου τιμήθηκε με το βραβείο Fedeora, συμμετέχοντας στο παράλληλο του επίσημου διαγωνιστικού (επίσης διαγωνιστικό) τμήμα «New Directors». Από εκεί και πέρα συμμετείχε σε μια σειρά από άλλα φεστιβάλ, κερδίζοντας μια σειρά από βραβεία: Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη «Silver Hugo» στο φεστιβάλ του Σικάγου. Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο φεστιβάλ του Παλμ Σπρινγκς. Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Lübeck Nordic Film Days. Τέλος, η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του εφετινού φεστιβάλ Αθηνών «Νύχτες Πρεμιέρας».
Η υπόθεση: Ο Ισμαήλ βρίσκεται στη Δανία. Είναι γύρω στα 30, πάντα καλοντυμένος, γοητευτικός και ευγενικός. Κι ας έχει όλο κι όλο ένα μόνο κοστούμι! Τα πρωινά δουλεύει σε μια εταιρία μεταφοράς επίπλων. Τα βράδια φλερτάρει επίμονα με γυναίκες: θέλει άμεσα να παντρευτεί. Ως εδώ τα πράγματα θα έμοιαζαν σχεδόν φυσιολογικά, αν η άδεια παραμονής του Ισμαήλ στη χώρα, δεν έληγε μέσα σε πιεστικά μικρό χρονικό διάστημα. Προκειμένου να μη δρομολογηθεί η επιστροφή του στο Ιράν, ο Ισμαήλ προσποιείται κάθε μέρα έναν άλλο εαυτό, προσπαθώντας να γοητεύσει μία ακόμη γυναίκα.
Κυριευμένος από την αγωνία να τα καταφέρει, το σχέδιό του γίνεται εμμονή. Κάποιο βράδυ στα γνωστά μέρη όπου ψάχνει τη γυναίκα που θα τον σώσει, φλερτάρει μια Δανέζα. Μαζί της όμως είναι η Σάρα. Η Σάρα είναι μια Ιρανή που ζει στη Δανία. Καταλαβαίνει το σχέδιο του Ισμαήλ. Προστατεύει τη φίλη της. Τον ξεσκεπάζει. Ταυτόχρονα, όμως, κάτι τον τραβάει κοντά του. Κι εκείνος νιώθει να έλκεται ερωτικά από εκείνη. Θα τον γνωρίσει στην οικογένειά της. Θα καταφέρει ο Ισμαήλ να πετύχει τον στόχο του;
Η άποψή μας: Τούτη εδώ είναι μια, αν μη τι άλλο, ενδιαφέρουσα ταινία. Κι ας έχει καταντήσει καταχρηστικός σχεδόν ο όρος... Μου αρέσει ιδιαιτέρως ο τρόπος που ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την κάμερα στην αρχική σκηνή, του κυνηγητού των παιδιών, στην έπαυλη όπου κάτι γιορτάζεται. Μου αρέσει εντόνως ο τρόπος που παρουσιάζει τις ερωτικές σκηνές – επιτέλους, λίγο σεξ ρε παιδιά, ρεαλιστικό, αληθινό. Πάει ενάντια στη νόρμα: θαρρείς κι έχει απαγορευτεί το σεξ από τις ταινίες που απευθύνονται σε ενήλικες θεατές τα τελευταία χρόνια της πολιτικής ορθότητας κι έχει εξοβελιστεί αποκλειστικά στις τσόντες που προσφέρονται αφειδώς στο pornhub! Μου αρέσει το κόνσεπτ, που βλέπει το θέμα της μετανάστευσης από μια άλλη σκοπιά. Όχι τόσο κωμική, όπως ίσχυε πχ στην περίφημη «Πράσινη κάρτα» (Green Card, 1990) του Peter Weir. Ούτε τόσο καταθλιπτική, όπως στις περισσότερες – σπουδαίες στην πλειονότητά τους – ταινίες κοινωνικού ρεαλισμού, που ασχολούνται με το τόσο σύγχρονο και υπαρκτό θέμα.
Εδώ, ο ήρωάς μας θέλει να αποκτήσει άδεια παραμονής... γαμιώντας! Κι έχει ενδιαφέρον, που ο ήρωας είναι άντρας και όχι ζιγκολό: αν ήταν γυναίκα η πεπατημένη θα την ήθελε ουσιαστικά να εκπορνεύεται. Ο σκηνοθέτης κατορθώνει να βαδίσει σε τεντωμένο σχοινί και να πέσει κάτω. Μου αρέσει το στόρι, η αφήγηση της ιστορίας. Είναι μια ιστορία που σε κρατάει, που σε ενδιαφέρουν οι ήρωές της, θέλεις να μάθεις πού θα καταλήξει όλο αυτό. Κι αυτό επειδή ο σκηνοθέτης είναι καλός storyteller και βάζει και στοιχεία τόσο (ελαφρώς) κωμικά όσο και στοιχεία σασπένς και νουάρ! Μου άρεσε η σχέση του πρωταγωνιστή τόσο με την Ιρανή που συναντά στο εξωτερικό (γράφει πολύ όμορφα στο φακό η πρωτοεμφανιζόμενη Soho Rezanejad, που ασχολείται με την synth-pop) και την ερωτεύεται όσο και η σχέση που διατηρεί με την οικογένειά του στο Ιράν.
Παντού ο Ίσμαηλ νιώθει outsider, μετανάστης, ως ένας άνθρωπος που είναι έξω και κοιτάει προς τα μέσα. Με την οικογένειά του δεν προλαβαίνει ούτε ένα «μου λείπεις» να πει (κακές οι συνδέσεις), με τους Δανούς και δη τις Δανέζες, έχει μια σχέση «ξεπέτας»: έτσι τον βλέπουν, είναι όμορφος – και στη μία σοβαρή σχέση, που ίσως θα του έδινε λύση, του λέει ότι την πνίγει, την πιέζει, εμ δεν γίνονται έτσι τα πράγματα αγόρι μου. Με την οικογένεια της Ιρανής πάλι νιώθει έξω από τα νερά του. Είναι πλούσιοι ενώ εκείνος φτωχός... Ωραία όλα αυτά αλλά μερικά πράγματα «κλωτσάνε». Κυρίως ένα. Όλη η φάση με την γυναίκα που πηδάει από το παράθυρο, δεν πείθει. Ούτε ως δική της απόφαση αρχικά, ούτε η αντίδραση του συζύγου της αργότερα μέσα στην ταινία, ούτε η όλη αντιμετώπιση του γεγονότος από τον Ίσμαηλ. Και είναι κομβικής σημασίας για την ταινία νομίζω. Περισσότερο ως τσόντα λειτουργεί παρά ως ένα αποτελεσματικό και πειστικό εργαλείο του σεναρίου.
Πάντως, όπως και να έχει, αυτή είναι μια ταινία, που αν μη τι άλλο δίνει την ευκαιρία στον θεατή (τον Έλληνα θεατή, που ειρήσθω εν παρόδω, δεν σκίζει τα ιμάτιά του για να δει ταινίες σχετικά με τη μετανάστευση) να δει μια διαφορετική, ελκυστική προσέγγιση σε ένα πολύ δύσκολο θέμα. Είναι μια ταινία που γητεύει – άγαρμπη στο φλερτ της ανά στιγμές αλλά εντέλει... σκοράρει!
Η υπόθεση: Ο Ισμαήλ βρίσκεται στη Δανία. Είναι γύρω στα 30, πάντα καλοντυμένος, γοητευτικός και ευγενικός. Κι ας έχει όλο κι όλο ένα μόνο κοστούμι! Τα πρωινά δουλεύει σε μια εταιρία μεταφοράς επίπλων. Τα βράδια φλερτάρει επίμονα με γυναίκες: θέλει άμεσα να παντρευτεί. Ως εδώ τα πράγματα θα έμοιαζαν σχεδόν φυσιολογικά, αν η άδεια παραμονής του Ισμαήλ στη χώρα, δεν έληγε μέσα σε πιεστικά μικρό χρονικό διάστημα. Προκειμένου να μη δρομολογηθεί η επιστροφή του στο Ιράν, ο Ισμαήλ προσποιείται κάθε μέρα έναν άλλο εαυτό, προσπαθώντας να γοητεύσει μία ακόμη γυναίκα.
Κυριευμένος από την αγωνία να τα καταφέρει, το σχέδιό του γίνεται εμμονή. Κάποιο βράδυ στα γνωστά μέρη όπου ψάχνει τη γυναίκα που θα τον σώσει, φλερτάρει μια Δανέζα. Μαζί της όμως είναι η Σάρα. Η Σάρα είναι μια Ιρανή που ζει στη Δανία. Καταλαβαίνει το σχέδιο του Ισμαήλ. Προστατεύει τη φίλη της. Τον ξεσκεπάζει. Ταυτόχρονα, όμως, κάτι τον τραβάει κοντά του. Κι εκείνος νιώθει να έλκεται ερωτικά από εκείνη. Θα τον γνωρίσει στην οικογένειά της. Θα καταφέρει ο Ισμαήλ να πετύχει τον στόχο του;
Η άποψή μας: Τούτη εδώ είναι μια, αν μη τι άλλο, ενδιαφέρουσα ταινία. Κι ας έχει καταντήσει καταχρηστικός σχεδόν ο όρος... Μου αρέσει ιδιαιτέρως ο τρόπος που ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την κάμερα στην αρχική σκηνή, του κυνηγητού των παιδιών, στην έπαυλη όπου κάτι γιορτάζεται. Μου αρέσει εντόνως ο τρόπος που παρουσιάζει τις ερωτικές σκηνές – επιτέλους, λίγο σεξ ρε παιδιά, ρεαλιστικό, αληθινό. Πάει ενάντια στη νόρμα: θαρρείς κι έχει απαγορευτεί το σεξ από τις ταινίες που απευθύνονται σε ενήλικες θεατές τα τελευταία χρόνια της πολιτικής ορθότητας κι έχει εξοβελιστεί αποκλειστικά στις τσόντες που προσφέρονται αφειδώς στο pornhub! Μου αρέσει το κόνσεπτ, που βλέπει το θέμα της μετανάστευσης από μια άλλη σκοπιά. Όχι τόσο κωμική, όπως ίσχυε πχ στην περίφημη «Πράσινη κάρτα» (Green Card, 1990) του Peter Weir. Ούτε τόσο καταθλιπτική, όπως στις περισσότερες – σπουδαίες στην πλειονότητά τους – ταινίες κοινωνικού ρεαλισμού, που ασχολούνται με το τόσο σύγχρονο και υπαρκτό θέμα.
Εδώ, ο ήρωάς μας θέλει να αποκτήσει άδεια παραμονής... γαμιώντας! Κι έχει ενδιαφέρον, που ο ήρωας είναι άντρας και όχι ζιγκολό: αν ήταν γυναίκα η πεπατημένη θα την ήθελε ουσιαστικά να εκπορνεύεται. Ο σκηνοθέτης κατορθώνει να βαδίσει σε τεντωμένο σχοινί και να πέσει κάτω. Μου αρέσει το στόρι, η αφήγηση της ιστορίας. Είναι μια ιστορία που σε κρατάει, που σε ενδιαφέρουν οι ήρωές της, θέλεις να μάθεις πού θα καταλήξει όλο αυτό. Κι αυτό επειδή ο σκηνοθέτης είναι καλός storyteller και βάζει και στοιχεία τόσο (ελαφρώς) κωμικά όσο και στοιχεία σασπένς και νουάρ! Μου άρεσε η σχέση του πρωταγωνιστή τόσο με την Ιρανή που συναντά στο εξωτερικό (γράφει πολύ όμορφα στο φακό η πρωτοεμφανιζόμενη Soho Rezanejad, που ασχολείται με την synth-pop) και την ερωτεύεται όσο και η σχέση που διατηρεί με την οικογένειά του στο Ιράν.
Παντού ο Ίσμαηλ νιώθει outsider, μετανάστης, ως ένας άνθρωπος που είναι έξω και κοιτάει προς τα μέσα. Με την οικογένειά του δεν προλαβαίνει ούτε ένα «μου λείπεις» να πει (κακές οι συνδέσεις), με τους Δανούς και δη τις Δανέζες, έχει μια σχέση «ξεπέτας»: έτσι τον βλέπουν, είναι όμορφος – και στη μία σοβαρή σχέση, που ίσως θα του έδινε λύση, του λέει ότι την πνίγει, την πιέζει, εμ δεν γίνονται έτσι τα πράγματα αγόρι μου. Με την οικογένεια της Ιρανής πάλι νιώθει έξω από τα νερά του. Είναι πλούσιοι ενώ εκείνος φτωχός... Ωραία όλα αυτά αλλά μερικά πράγματα «κλωτσάνε». Κυρίως ένα. Όλη η φάση με την γυναίκα που πηδάει από το παράθυρο, δεν πείθει. Ούτε ως δική της απόφαση αρχικά, ούτε η αντίδραση του συζύγου της αργότερα μέσα στην ταινία, ούτε η όλη αντιμετώπιση του γεγονότος από τον Ίσμαηλ. Και είναι κομβικής σημασίας για την ταινία νομίζω. Περισσότερο ως τσόντα λειτουργεί παρά ως ένα αποτελεσματικό και πειστικό εργαλείο του σεναρίου.
Πάντως, όπως και να έχει, αυτή είναι μια ταινία, που αν μη τι άλλο δίνει την ευκαιρία στον θεατή (τον Έλληνα θεατή, που ειρήσθω εν παρόδω, δεν σκίζει τα ιμάτιά του για να δει ταινίες σχετικά με τη μετανάστευση) να δει μια διαφορετική, ελκυστική προσέγγιση σε ένα πολύ δύσκολο θέμα. Είναι μια ταινία που γητεύει – άγαρμπη στο φλερτ της ανά στιγμές αλλά εντέλει... σκοράρει!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Οκτωβρίου 2018 από την Danaos Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική