του Warwick Thornton. Με τους Hamilton Morris, Bryan Brown, Sam Neill, Thomas M. Wright, Ewen Leslie, Gibson John, Tremayne Doolan, Trevon Doolan, Matt Day, Natassia Gorey-Furber, Anni Finsterer
Πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Όταν χρειάζεται να δικάσουμε τη δικαιοσύνη...
Ο Warwick Thornton είναι ένας από τους ελάχιστους Αβορίγινες σκηνοθέτες στον κόσμο! Η ταινία Γλυκιά πατρίδα (Sweet Country) είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί. Με αυτήν έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του περσινού φεστιβάλ Βενετίας, όπου κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής. Κι όλα μετά από οχτώ ολόκληρα χρόνια από την πρώτη του ταινία, το «Samson and Delilah», με την οποία έλαβε μέρος στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του φεστιβάλ Καννών του 2009 και κέρδισε εκεί το βραβείο «Χρυσή Κάμερα» καλύτερης ταινίας από πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη! Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2017 προβλήθηκε στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».
Σε μια σκηνή της ταινίας βλέπουμε να προβάλλεται σε κάτι που προσομοιάζει με ελληνικό θερινό σινεμά, μια ταινία. Δεν πρόκειται για την ταινία «The True History of the Kelly Gang» (όπως διαφημίζεται μέσα στην ταινία) αλλά για την πραγματική ταινία του 1906 «The Story of the Kelly Gang». Το 2007 η συγκεκριμένη ταινία καταχωρήθηκε από την UNESCO ως η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας στην ιστορία του σινεμά παγκοσμίως!
Η υπόθεση: 1920. Ο Σαμ, ένας μεσήλικας Αβορίγινας, εργάζεται για έναν ιεροκήρυκα στην άγονη ενδοχώρα της Βόρειας Επικράτειας της Αυστραλίας. Όταν ο Χάρι, ένας απεχθής βετεράνος πολέμου, μετακομίζει σε ένα γειτονικό ράντζο, ο ιεροκήρυκας στέλνει τον Σαμ, τη γυναίκα του και την ανιψιά του, για να τον βοηθήσουν να στήσει το μαντρί του, μετά από αίτημα του βετεράνου. Ο Χάρι βιάζει τη γυναίκα, χωρίς να το μάθει ο Σαμ και τρομοκρατώντας την να μην αποκαλύψει τίποτε. Λίγο καιρό αργότερα ο Χάρι ζητάει βοήθεια από έναν άλλο λευκό της περιοχής, ο οποίος του στέλνει τον γηραιό επιστάτη του και τον πιτσιρίκο Φίλομακ. Ο Χάρι αλυσοδένει τον Φίλομακ, ο μικρός το σκάει, ο Χάρι τον ψάχνει και τα ίχνη τον οδηγούν στο σπίτι του ιεροκήρυκα.
Πεπεισμένος ότι ο Σαμ κρύβει τον Φίλομακ, είναι έτοιμος να τον σκοτώσει. Ο Σαμ όμως προλαβαίνει, τον πυροβολεί και τον αφήνει στον τόπο! Έτσι, ο Σαμ καταλήγει να είναι καταζητούμενος για τον φόνο ενός λευκού! Έτσι, αναγκάζεται να το σκάσει με τη γυναίκα του διασχίζοντας την επικίνδυνη ενδοχώρα, μέσα από τις επιβλητικές αλλά τελείως αφιλόξενες ερήμους. Ξοπίσω τους, ένας λοχίας (μαζί με μια μικρή ομάδα λευκών) που είναι αποφασισμένος να τον πιάσει και να τον οδηγήσει σε δικαστήριο προκειμένου να αποδοθεί δικαιοσύνη...
Η άποψή μας: «Φοβάμαι για το μέλλον αυτής της χώρας» λέει ο Sam Neill στο φινάλε τούτης της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας ταινίας. Κι ενώ ο σκηνοθέτης της και δημιουργός της κουβαλάει ο ίδιος πολύ βάρος από τα όσα έχουν τραβήξει οι ιθαγενείς πρόγονοί του, είναι σαν να μας κλείνει το μάτι και να λέει: «Φοβάμαι για το μέλλον αυτού του κόσμου». Γιατί πολλά έχουν αλλάξει από το 1929 (χρονιά στην οποία ολοκληρώνεται η ταινία) είναι η αλήθεια, αλλά η ουσία παραμένει. Κι ο κόσμος μας ο τωρινός είναι γεμάτος φτώχεια, ρατσισμό, μισαλλοδοξία, βία, και οι ισχυροί επιβάλλουν το νόμο τους στους αδύνατους με κάθε τρόπο – και η δικαιοσύνη υπάρχει μόνο «για τα μάτια του... κόσμου». Έτσι, για να μην αισθανόμαστε στα φανερά πως ζούμε στη ζούγκλα. Ποια ζούγκλα; Χειρότερα είναι τα πράγματα!
Αλλά εννοείται πως το να ζεις υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα του 2018 είναι καλύτερο από το να ζεις ως ιθαγενής στην Αυστραλία του 1929. Σωστά; Διακρίνω έναν δισταγμό... Ας προχωρήσουμε. Ο Thornton γυρίζει ένα γουέστερν αλά αυστραλέζικα. Ένα γουέστερν όπου τον ρόλο των Ινδιάνων τον έχουν οι Αβορίγινες. Ένα γουέστερν όμως όπου μας παρουσιάζεται με κάθε άθλια λεπτομέρεια το πόσο... υπέροχα συμπεριφέρονταν οι λευκοί κατακτητές στους μαύρους κατακτημένους. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχουν γυριστεί και πολλά γουέστερν που να κάνουν κάτι αντίστοιχο για τους Ινδιάνους. Ιδίως στα παλιά γουέστερν, οι Ινδιάνοι παρουσιάζονταν απλά ως οι... κακοί! Όχι εδώ, όμως, όχι σε τούτη την ταινία. Εδώ υπάρχει πλήρης αντιστροφή.
Ο μόνος θετικός ήρωας από τη μεριά των λευκών είναι ο ιεροκήρυκας! Και ο δικαστής σε δεύτερο, μικρότερο βαθμό. Σαν να μας λέει ο Thornton πως η δικαιοσύνη αργά αλλά σταθερά κατόρθωσε εντέλει να διαμορφώσει τη σημερινή Αυστραλία, που τόσο πολύ διαφέρει από αυτήν που παρακολουθούμε στην ταινία. Και πάλι ο σκεπτικιστής μέσα μας θα πει το προφανές: «ναι, άλλαξε, αλλά στους τύπους»... Απέναντι στη φύση, την οποία οι Αβορίγινες σέβονταν απόλυτα, οι Λευκοί χρησιμοποίησαν «Law and Order» (εντάξει, και λίγη θρησκεία ως στοιχείο ποδηγέτησης) για να εγκαταστήσουν με επιτυχία την αποικιοκρατία τους, την πρόδρομη μορφή του καπιταλισμού. Εντάξει; Από ένα σημείο και μετά η ταινία γίνεται γουέστερν καταδίωξης δίνοντας στο σκηνοθέτη, που είναι παράλληλα και διευθυντής φωτογραφίας στο φιλμ, να δείξει την αλλόκοτη για το δυτικό μάτι, μα τόσο υπέροχη, μορφολογία της πατρίδας του. Με τα παράξενα δέντρα, τις πεδιάδες τις γεμάτες αλάτι, την ξηρασία που δίνει μια απόκοσμη χροιά σε εκείνον τον κόσμο (να τος και πάλι!).
Η φύση παίζει ρόλο πρωταγωνιστή, ενός πρωταγωνιστή που δεν κρίνει με ανθρώπινα στάνταρ, με τη λογική του καλού και του κακού. Ο φακός του Thornton πιάνει και αστραπή και ουράνιο τόξο. Ωραίος! Μα πιο... ωραίος είναι ο μοντέρ της ταινίας. Σε επιλεγμένες στιγμές της, εισάγει μερικά πολύ λειτουργικά flashback και flashforward, αποκαλύπτοντας την τύχη μερικών περιφερικών ηρώων ή στιγμές τους από παλιότερα χρονικά πλαίσια, τότε που θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν ευτυχισμένοι. Δυνατό φιλμ, με πολύ καλές ερμηνείες συν τοις άλλοις, στο οποίο η συμμετοχή των δύο ιερών τοτέμ του αυστραλέζικου σινεμά, των Bryan Brown και Sam Neill είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό κερασάκι στην τούρτα. Αξίζει να τη δείτε πραγματικά!
Η υπόθεση: 1920. Ο Σαμ, ένας μεσήλικας Αβορίγινας, εργάζεται για έναν ιεροκήρυκα στην άγονη ενδοχώρα της Βόρειας Επικράτειας της Αυστραλίας. Όταν ο Χάρι, ένας απεχθής βετεράνος πολέμου, μετακομίζει σε ένα γειτονικό ράντζο, ο ιεροκήρυκας στέλνει τον Σαμ, τη γυναίκα του και την ανιψιά του, για να τον βοηθήσουν να στήσει το μαντρί του, μετά από αίτημα του βετεράνου. Ο Χάρι βιάζει τη γυναίκα, χωρίς να το μάθει ο Σαμ και τρομοκρατώντας την να μην αποκαλύψει τίποτε. Λίγο καιρό αργότερα ο Χάρι ζητάει βοήθεια από έναν άλλο λευκό της περιοχής, ο οποίος του στέλνει τον γηραιό επιστάτη του και τον πιτσιρίκο Φίλομακ. Ο Χάρι αλυσοδένει τον Φίλομακ, ο μικρός το σκάει, ο Χάρι τον ψάχνει και τα ίχνη τον οδηγούν στο σπίτι του ιεροκήρυκα.
Πεπεισμένος ότι ο Σαμ κρύβει τον Φίλομακ, είναι έτοιμος να τον σκοτώσει. Ο Σαμ όμως προλαβαίνει, τον πυροβολεί και τον αφήνει στον τόπο! Έτσι, ο Σαμ καταλήγει να είναι καταζητούμενος για τον φόνο ενός λευκού! Έτσι, αναγκάζεται να το σκάσει με τη γυναίκα του διασχίζοντας την επικίνδυνη ενδοχώρα, μέσα από τις επιβλητικές αλλά τελείως αφιλόξενες ερήμους. Ξοπίσω τους, ένας λοχίας (μαζί με μια μικρή ομάδα λευκών) που είναι αποφασισμένος να τον πιάσει και να τον οδηγήσει σε δικαστήριο προκειμένου να αποδοθεί δικαιοσύνη...
Η άποψή μας: «Φοβάμαι για το μέλλον αυτής της χώρας» λέει ο Sam Neill στο φινάλε τούτης της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας ταινίας. Κι ενώ ο σκηνοθέτης της και δημιουργός της κουβαλάει ο ίδιος πολύ βάρος από τα όσα έχουν τραβήξει οι ιθαγενείς πρόγονοί του, είναι σαν να μας κλείνει το μάτι και να λέει: «Φοβάμαι για το μέλλον αυτού του κόσμου». Γιατί πολλά έχουν αλλάξει από το 1929 (χρονιά στην οποία ολοκληρώνεται η ταινία) είναι η αλήθεια, αλλά η ουσία παραμένει. Κι ο κόσμος μας ο τωρινός είναι γεμάτος φτώχεια, ρατσισμό, μισαλλοδοξία, βία, και οι ισχυροί επιβάλλουν το νόμο τους στους αδύνατους με κάθε τρόπο – και η δικαιοσύνη υπάρχει μόνο «για τα μάτια του... κόσμου». Έτσι, για να μην αισθανόμαστε στα φανερά πως ζούμε στη ζούγκλα. Ποια ζούγκλα; Χειρότερα είναι τα πράγματα!
Αλλά εννοείται πως το να ζεις υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα του 2018 είναι καλύτερο από το να ζεις ως ιθαγενής στην Αυστραλία του 1929. Σωστά; Διακρίνω έναν δισταγμό... Ας προχωρήσουμε. Ο Thornton γυρίζει ένα γουέστερν αλά αυστραλέζικα. Ένα γουέστερν όπου τον ρόλο των Ινδιάνων τον έχουν οι Αβορίγινες. Ένα γουέστερν όμως όπου μας παρουσιάζεται με κάθε άθλια λεπτομέρεια το πόσο... υπέροχα συμπεριφέρονταν οι λευκοί κατακτητές στους μαύρους κατακτημένους. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχουν γυριστεί και πολλά γουέστερν που να κάνουν κάτι αντίστοιχο για τους Ινδιάνους. Ιδίως στα παλιά γουέστερν, οι Ινδιάνοι παρουσιάζονταν απλά ως οι... κακοί! Όχι εδώ, όμως, όχι σε τούτη την ταινία. Εδώ υπάρχει πλήρης αντιστροφή.
Ο μόνος θετικός ήρωας από τη μεριά των λευκών είναι ο ιεροκήρυκας! Και ο δικαστής σε δεύτερο, μικρότερο βαθμό. Σαν να μας λέει ο Thornton πως η δικαιοσύνη αργά αλλά σταθερά κατόρθωσε εντέλει να διαμορφώσει τη σημερινή Αυστραλία, που τόσο πολύ διαφέρει από αυτήν που παρακολουθούμε στην ταινία. Και πάλι ο σκεπτικιστής μέσα μας θα πει το προφανές: «ναι, άλλαξε, αλλά στους τύπους»... Απέναντι στη φύση, την οποία οι Αβορίγινες σέβονταν απόλυτα, οι Λευκοί χρησιμοποίησαν «Law and Order» (εντάξει, και λίγη θρησκεία ως στοιχείο ποδηγέτησης) για να εγκαταστήσουν με επιτυχία την αποικιοκρατία τους, την πρόδρομη μορφή του καπιταλισμού. Εντάξει; Από ένα σημείο και μετά η ταινία γίνεται γουέστερν καταδίωξης δίνοντας στο σκηνοθέτη, που είναι παράλληλα και διευθυντής φωτογραφίας στο φιλμ, να δείξει την αλλόκοτη για το δυτικό μάτι, μα τόσο υπέροχη, μορφολογία της πατρίδας του. Με τα παράξενα δέντρα, τις πεδιάδες τις γεμάτες αλάτι, την ξηρασία που δίνει μια απόκοσμη χροιά σε εκείνον τον κόσμο (να τος και πάλι!).
Η φύση παίζει ρόλο πρωταγωνιστή, ενός πρωταγωνιστή που δεν κρίνει με ανθρώπινα στάνταρ, με τη λογική του καλού και του κακού. Ο φακός του Thornton πιάνει και αστραπή και ουράνιο τόξο. Ωραίος! Μα πιο... ωραίος είναι ο μοντέρ της ταινίας. Σε επιλεγμένες στιγμές της, εισάγει μερικά πολύ λειτουργικά flashback και flashforward, αποκαλύπτοντας την τύχη μερικών περιφερικών ηρώων ή στιγμές τους από παλιότερα χρονικά πλαίσια, τότε που θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν ευτυχισμένοι. Δυνατό φιλμ, με πολύ καλές ερμηνείες συν τοις άλλοις, στο οποίο η συμμετοχή των δύο ιερών τοτέμ του αυστραλέζικου σινεμά, των Bryan Brown και Sam Neill είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό κερασάκι στην τούρτα. Αξίζει να τη δείτε πραγματικά!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2018 από την One from the Heart!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική