του Aneesh Chaganty. Με τους John Cho, Michelle La, Debra Messing, Sara Sohn, Joseph Lee, Steven Michael Eich, Ric Sarabia, Sean O'Bryan
Lost in the Cloud!
του zerVo (@moviesltd)
Υπήρξε μια από τις ταινίες που έκαναν τον περισσότερο θόρυβο κατά την πρώτη τους επίσημη προβολή στο χιονισμένο φιλμικό πανηγύρι της Γιούτα, το καθιερωμένο χειμωνιάτικο φεστιβάλ του Sundance. Το ανεξάρτητης χρηματοδότησης Searching ελάχιστες ημέρες μετά την Γεναριάτικη αποκάλυψη του στο κοινό του Σολτ Λέικ, έκανε τέτοια θραύση, ώστε τάχιστα η Sony Pictures να επενδύσει πάνω του, αποκτώντας τα δικαιώματα της διανομής του, έναντι 5 εκατομμυρίων δολαρίων. Το μέχρι στιγμής σκορ στα παγκόσμια box office, που αγγίζει τα εξηντα εκ. αν μη τι άλλο κάνει λόγο για επιλογή τζακ ποτ από το στούντιο, στο να ποντάρει πάνω σε μια καινοτόμου ύφους δημιουργία, σημαντικά χαμηλού κόστους.
Με αμέτρητους κόπους και βάσανα χίλια, έχει καταφέρει να μεγαλώσει ολομόναχος την μονάκριβη του θυγατέρα Μάργκο, ο χήρος από τον καιρό που έχασε την λατρεμένη του σύζυγο, Ντέιβιντ Κιμ. Και να την φτάσει στα δεκαέξι της χρόνια να είναι μια συνεσταλμένη και μελετηρή δεσποινίδα, που ολημερίς ασχολείται με τις σπουδές της στο κολέγιο και τα μαθήματα μουσικής που παρακολουθεί από νηπιακή ηλικία, έχοντας εξελιχθεί σε μια αξιόλογη σολίστ. Ή κάπως έτσι θέλει να πιστεύει ο μοναχικός άντρας, που φροντίζει να έρχεται σε επικοινωνία μαζί της αρκετές φορές κατά την διάρκεια της ημέρας, έστω και μέσω μηνυμάτων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Γνωρίζοντας καλά πως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ρόλο της μάνας, απώλειας βαρύτατης για το νεαρό κορίτσι, που ακόμη δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει.
Την φαινομενική ασφάλεια που νιώθει ο Ντέιβιντ, θα διαλύσει μονομιάς μια αινιγματική, αναπάντητη, μεταμεσονύχτια κλήση που θα λάβει από την μικρή, Αγωνία που μέσα του θα μεγαλώσει από την ώρα που θα αντιληφθεί πως από το σημείο αυτό και μετά, τα ίχνη της Μάργκο Κιμ έχουν εξαφανιστεί και καμία ένδειξη δεν μπορεί να οδηγήσει στο που μπορεί να κρύβεται. Μετά από τις πρώτες φοβισμένες, ελάχιστα ψύχραιμες και μηδενικά αποδοτικές ενέργειες, ο συντετριμμένος πατέρας θα αποφασίσει να ζητήσει την αρωγή των αστυνομικών αρχών, βοηθώντας κι εκείνος απελπισμένα από την μεριά του, με όποιον τρόπο μπορεί ενδεχόμενα να οδηγήσει στα χνάρια της χαμένης κοπέλας.
Με ποιον τρόπο ακριβώς? Ξυπνώντας μέσα του, από ένστικτο περισσότερο, το αστυνομικό του δαιμόνιο, θα ψάξει την άκρη του νήματος μέσα στα προφίλ και τους λογαριασμούς που η κόρη του διέθετε στα κοινωνικά δίκτυα, αναζητώντας όλα τα πρόσωπα που ήρθε σε επαφή τις καίριες ημέρες πριν την μοιραία. Facebook, e-mail, Twitter, Instagram, θα σαρωθούν κυριολεκτικά από τον κατακερματισμένο γονιό, στην απόπειρα του να αποκαλύψει έστω κι ένα hint που θα τον οδηγήσει στο διάβα της έφηβης. Και καθώς οι ώρες κυλούν βασανιστικά, γνωρίζει κι εκείνος καλά, πως μάλλον οι ελπίδες δεν είναι πλέον με το μέρος του.
Δεν είναι δα και η πρώτη φορά που η μεγάλη κινηματογραφική οθόνη, μεταλλάσσεται σε εναλλακτική, τύπου laptop, για να χρησιμοποιήσει τις εικόνες της ψηφιακής καθημερινότητας όλων μας, καθώς ελάχιστοι πρέπει να είναι εκείνοι πια, που δεν την φιλτράρουν μέσα από το σκριν του πέρσοναλ κομπιούτερ τους. Όπως στο περίπου συνέβη στο πρωτόλειο Unfriended έτσι κι εδώ καμία κάμερα δεν στοχεύει σε πρόσωπα και σκηνικά για να στήσει την αφήγηση, μα στην ουσία παρακολουθούμε ένα βίντεο print screen των κομπιούτερ όσων συμμετέχουν στην πλοκή. Συνδιαλέξεις στο Facetime, αποθηκευμένα κλιπάκια τραβηγμένα με την κάμερα του τάμπλετ, ζωντανή ανάγνωση της αλληλογραφίας, άντε και σε κάποια σημεία, ως από μηχανής Θεός προκειμένου να προχωρήσει το φιλμ αφηγηματικά, εισαγωγή του ρεπορτάζ των ειδησεογραφικών καναλιών που καλύπτουν το φλέγον θέμα, που έχει συνταράξει την κοινή γνώμη.
Η ιδέες και οι μέθοδοι εκτέλεσης τους, από τον άπειρο σκηνοθέτη Aneesh Chaganty μοιάζουν το λιγότερο συμπαθητικές καθώς καταφέρνουν να κτίσουν τις συνθήκες ενός πολύ ενδιαφέροντος θρίλερ, που κρατά σε υψηλά στάνταρντς έντασης εκείνον που το παρακολουθεί. Με τον βασικό στόχο, τους στησίματος ενός το λιγότερο αξιοπρεπούς σασπένς ιντριγκαδόρικου φιλμ, παρότι στην ανατροπή του δεν αποφεύγει την υπερβολή και το ακραίο, να έχει επιτευχθεί με ικανοποιητικό βαθμό, το Searching προχωρά και μισό βήμα παραπέρα, στηλιτεύοντας τον ρόλο που έχουν αποκτήσει στις ημέρες μας όλα εκείνα τα digital συστατικά που μας περιβάλλουν: Κινητά τηλέφωνα, PC, εφαρμογές, cloud, προσωπικά δεδομένα σκόρπια στον κυβερνοχώρο, που διαρκώς αφήνουν το στίγμα του καθενός, προς εκμετάλλευση από τον κάθε επιτήδειο. Και σύμφωνοι, ο ενήλικος διαθέτει την λογική να ξεπεράσει τους υπαρκτούς αόρατους σκοπέλους που κρύβονται πίσω από την οθόνη του. Για τον άμαθο τινέιτζερ που δεν αποχωρίζεται στιγμή το mobile phone του, ισχύει άραγε το ίδιο ή μπορεί να πέσει ανά πάσα στιγμή θύμα της καπατσοσύνης κάποιου παρανοϊκού εγκληματία?
Η ταινία, παρότι δεν αποφεύγει τις εύκολες λύσεις στην έξοδο της, δίνει απαντήσεις σε αυτό το καίριο ερώτημα, που εννοείται δεν απομακρύνονται ούτε πόντο από όσα προστάζει η κοινή λογική. Η κινηματογραφική ανάπτυξη της, μην ακολουθώντας την γνώριμη ράγα στην εξιστόρηση της δραματουργίας, παρουσιάζει φυσικά έκδηλο ενδιαφέρον, απαιτώντας απλώς από τους ερμηνευτές - ανάμεσα τους ο Κορεάτικης καταγωγής John Cho ως ο συγκλονισμένος πατήρ και η πενηντάχρονη πια Debra Messing ως η ευαισθητοποιημένη ντετέκτιβ - να φερθούν όσο το δυνατόν πιο φυσικά, χωρίς χρώμα στην υποκριτική τους, ώστε το αποτέλεσμα να φανεί όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερο. Και η αλήθεια είναι πως στο μεγαλύτερο κομμάτι του, το έργο πιάνει τον μοντέρνο σφυγμό, προκειμένου να αποσπάσει την σφραγίδα ποιότητας που (πιο φανερά δεν γίνεται) επιζητά: Να αναδειχθεί ως ο άξιος και αρεστός στο μάτι, digital κλώνος του Gone Girl!
Την φαινομενική ασφάλεια που νιώθει ο Ντέιβιντ, θα διαλύσει μονομιάς μια αινιγματική, αναπάντητη, μεταμεσονύχτια κλήση που θα λάβει από την μικρή, Αγωνία που μέσα του θα μεγαλώσει από την ώρα που θα αντιληφθεί πως από το σημείο αυτό και μετά, τα ίχνη της Μάργκο Κιμ έχουν εξαφανιστεί και καμία ένδειξη δεν μπορεί να οδηγήσει στο που μπορεί να κρύβεται. Μετά από τις πρώτες φοβισμένες, ελάχιστα ψύχραιμες και μηδενικά αποδοτικές ενέργειες, ο συντετριμμένος πατέρας θα αποφασίσει να ζητήσει την αρωγή των αστυνομικών αρχών, βοηθώντας κι εκείνος απελπισμένα από την μεριά του, με όποιον τρόπο μπορεί ενδεχόμενα να οδηγήσει στα χνάρια της χαμένης κοπέλας.
Με ποιον τρόπο ακριβώς? Ξυπνώντας μέσα του, από ένστικτο περισσότερο, το αστυνομικό του δαιμόνιο, θα ψάξει την άκρη του νήματος μέσα στα προφίλ και τους λογαριασμούς που η κόρη του διέθετε στα κοινωνικά δίκτυα, αναζητώντας όλα τα πρόσωπα που ήρθε σε επαφή τις καίριες ημέρες πριν την μοιραία. Facebook, e-mail, Twitter, Instagram, θα σαρωθούν κυριολεκτικά από τον κατακερματισμένο γονιό, στην απόπειρα του να αποκαλύψει έστω κι ένα hint που θα τον οδηγήσει στο διάβα της έφηβης. Και καθώς οι ώρες κυλούν βασανιστικά, γνωρίζει κι εκείνος καλά, πως μάλλον οι ελπίδες δεν είναι πλέον με το μέρος του.
Δεν είναι δα και η πρώτη φορά που η μεγάλη κινηματογραφική οθόνη, μεταλλάσσεται σε εναλλακτική, τύπου laptop, για να χρησιμοποιήσει τις εικόνες της ψηφιακής καθημερινότητας όλων μας, καθώς ελάχιστοι πρέπει να είναι εκείνοι πια, που δεν την φιλτράρουν μέσα από το σκριν του πέρσοναλ κομπιούτερ τους. Όπως στο περίπου συνέβη στο πρωτόλειο Unfriended έτσι κι εδώ καμία κάμερα δεν στοχεύει σε πρόσωπα και σκηνικά για να στήσει την αφήγηση, μα στην ουσία παρακολουθούμε ένα βίντεο print screen των κομπιούτερ όσων συμμετέχουν στην πλοκή. Συνδιαλέξεις στο Facetime, αποθηκευμένα κλιπάκια τραβηγμένα με την κάμερα του τάμπλετ, ζωντανή ανάγνωση της αλληλογραφίας, άντε και σε κάποια σημεία, ως από μηχανής Θεός προκειμένου να προχωρήσει το φιλμ αφηγηματικά, εισαγωγή του ρεπορτάζ των ειδησεογραφικών καναλιών που καλύπτουν το φλέγον θέμα, που έχει συνταράξει την κοινή γνώμη.
Η ιδέες και οι μέθοδοι εκτέλεσης τους, από τον άπειρο σκηνοθέτη Aneesh Chaganty μοιάζουν το λιγότερο συμπαθητικές καθώς καταφέρνουν να κτίσουν τις συνθήκες ενός πολύ ενδιαφέροντος θρίλερ, που κρατά σε υψηλά στάνταρντς έντασης εκείνον που το παρακολουθεί. Με τον βασικό στόχο, τους στησίματος ενός το λιγότερο αξιοπρεπούς σασπένς ιντριγκαδόρικου φιλμ, παρότι στην ανατροπή του δεν αποφεύγει την υπερβολή και το ακραίο, να έχει επιτευχθεί με ικανοποιητικό βαθμό, το Searching προχωρά και μισό βήμα παραπέρα, στηλιτεύοντας τον ρόλο που έχουν αποκτήσει στις ημέρες μας όλα εκείνα τα digital συστατικά που μας περιβάλλουν: Κινητά τηλέφωνα, PC, εφαρμογές, cloud, προσωπικά δεδομένα σκόρπια στον κυβερνοχώρο, που διαρκώς αφήνουν το στίγμα του καθενός, προς εκμετάλλευση από τον κάθε επιτήδειο. Και σύμφωνοι, ο ενήλικος διαθέτει την λογική να ξεπεράσει τους υπαρκτούς αόρατους σκοπέλους που κρύβονται πίσω από την οθόνη του. Για τον άμαθο τινέιτζερ που δεν αποχωρίζεται στιγμή το mobile phone του, ισχύει άραγε το ίδιο ή μπορεί να πέσει ανά πάσα στιγμή θύμα της καπατσοσύνης κάποιου παρανοϊκού εγκληματία?
Η ταινία, παρότι δεν αποφεύγει τις εύκολες λύσεις στην έξοδο της, δίνει απαντήσεις σε αυτό το καίριο ερώτημα, που εννοείται δεν απομακρύνονται ούτε πόντο από όσα προστάζει η κοινή λογική. Η κινηματογραφική ανάπτυξη της, μην ακολουθώντας την γνώριμη ράγα στην εξιστόρηση της δραματουργίας, παρουσιάζει φυσικά έκδηλο ενδιαφέρον, απαιτώντας απλώς από τους ερμηνευτές - ανάμεσα τους ο Κορεάτικης καταγωγής John Cho ως ο συγκλονισμένος πατήρ και η πενηντάχρονη πια Debra Messing ως η ευαισθητοποιημένη ντετέκτιβ - να φερθούν όσο το δυνατόν πιο φυσικά, χωρίς χρώμα στην υποκριτική τους, ώστε το αποτέλεσμα να φανεί όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερο. Και η αλήθεια είναι πως στο μεγαλύτερο κομμάτι του, το έργο πιάνει τον μοντέρνο σφυγμό, προκειμένου να αποσπάσει την σφραγίδα ποιότητας που (πιο φανερά δεν γίνεται) επιζητά: Να αναδειχθεί ως ο άξιος και αρεστός στο μάτι, digital κλώνος του Gone Girl!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική