του Dany Boon. Με τους Dany Boon, Valérie Bonneton, Line Renaud, Guy Lecluyse, Laurence Arné, François Berléand, Pierre Richard
Κνελ'!
του zerVo (@moviesltd)
Την είχε την πλακίτσα του εκείνο το Είναι τρελοί αυτοί οι Βόρειοι (Bienvenue Chez Les Ch'tis) που μια δεκαετία περίπου πριν, αναδείχθηκε ως η κομεντί της χρονιάς στην Γαλλία, σπάζοντας με χαρακτηριστική άνεση το φράγμα των 20 εκατομμυρίων εγχώριων εισιτηρίων! Συστήνοντας ταυτόχρονα στο ευρύτερο κοινό, έναν από τους πιο δραστήριους και πολυπράγμονες Φραντσέζους αστέρες, τον Dany Boon, που κατοπινά πέτυχε να διατηρήσει την δημοφιλία του πολύ ψηλά, είτε ως πρωταγωνιστής, είτε (και) ως σκηνοθέτης, εμπορικών κομεντί σαν τις Γάμος Σε Δόσεις (Un Plan Parfait), Ο αρχιτσιγκούνης (Radin!), Οιδιπόδειο αλά γαλλικά (Lolo), Le code a changé (Change Of Plans), Μ.Α.Τ. Μονάδα Αποδόμησης Τάξης (Raid Dingue) και φυσικά Σουπερχόνδριος (Supercondriaque). Γνωρίζοντας πως η περίπτωση σίκουελ του τζακ ποτ του Ch'tis είναι αδύνατη, ο Boon, επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την βασική ιδέα σε ένα σπιν οφ, με τον τίτλο La Ch’tite Famille, που βέβαια δεν τα πήγε ισάξια στα ντόπια box office, δεν τα λες και άσχημα όμως τα κοντά 6 εκ. μπιλιέτα που έκοψε στην πρώτη του προβολή...
Όλος ο καλός ο κόσμος της Πόλης του Φωτός, υποκλίνεται στην έμπνευση και το ταλέντο του κορυφαίου ντιζάινερ της εποχής μας, Βαλεντίν Ντικέν, που μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο Κονστάνς έχουν καταφέρει να μπουν με τις μοντέρνες - όσο και άβολες - δημιουργίες τους, στα σπίτια ολάκερης της Παρισινής αριστοκρατίας. Για να διαμορφώσει το ίματζ του, όμως ο πανέξυπνος Βαλεντίν, έχει στηριχθεί σε ένα για καιρό συνεχιζόμενο παραμύθι: Πως έχει γίνει μεγάλος και τρανός, με ελάχιστα εφόδια, αφού μεγάλωσε κάτω από άσχημες συνθήκες στο ορφανοτροφείο, εκεί όπου τον εγκατέλειψε μωρό ακόμα, η άπονη μάνα του. Μόνο που η αλήθεια, είναι κομματάκι διαφορετική...
Αφού τόσο η μαμά όσο και ο πατέρας του, μαζί με την φαμίλια του αδελφού του, είναι ολοζώντανοι και διαβιώνουν σε ένα απόμερο χωριό της Νορμανδίας. Μια καταγωγή που επιθυμεί να λησμονήσει, ο ψηλομύτης πια σχεδιαστής, έχοντας φύγει εδώ και δυο δεκαετίες από το πατρικό του και απαρνηθεί μια για πάντα την ταυτότητα του επαρχιώτη. Για εκείνο που δεν είναι καν προετοιμασμένος, είναι για την έκπληξη που του έχει στήσει η φασαριόζα και δίχως τακτ και τρόπους οικογένεια του, που θα θελήσει να τον επισκεφτεί την ημέρα των λαμπερών εγκαινίων του, αφιερωμένου στο έργο του, γκαλά. Έχοντας σαν αφορμή τα ογδοηκοστά γενέθλια της φωνακλούς μανούλας, που αγνοεί πλήρως πως ο κανακάρης της, την έχει αποκηρύξει και ούτε καν επιθυμεί την παρουσία της. Ένα ατυχές περιστατικό, θα μετατρέψει ολοκληρωτικά την αρνητική στάση του πρωτευουσιάνου πια, Βαλεντίν, προς τα (πρώην?) αγαπημένα του πρόσωπα...
Και κάπως έτσι, ένα αναπάντεχο τροχαίο ατύχημα, θα σταθεί αιτία να παραμείνει η στενοχωρημένη από την απόρριψη του τέκνου της, βλαχαρία εις Παρισίους, μιας και εκείνος σε κατάσταση αμνησίας, δεν αναγνωρίζει κανένα από τα μέλη που απαρτίζουν τον στενό οικογενειακό του κύκλο, ούτε καν την συμβία του που αντάμα έχουν κτίσει ολόκληρο κολοσσό. Άσε που από το πουθενά, θα αρχίσει να μιλάει την ντοπιολαλιά των Ch'tis και να φέρνει στο νου περιστατικά που είχαν σημαδέψει τα νιάτα του. Την ίδια στιγμή που οι επαγγελματικές υποχρεώσεις όμως τρέχουν και δίχως την παρουσία του αναγνωρισμένου αρτίστα, όλα τα σίγουρα κερδοφόρα πλάνα καταρρέουν. Ανάμεσα τους και το ντύσιμο με καινοτόμα προϊόντα σχεδίασης του, ενός πολυτελούς ξενοδοχείου, πρότζεκτ που έχει αναλάβει να φέρει εις πέρας ο φαταούλας - και μάλλον πέτρα όλων των σκανδάλων - πεθερός του.
Στην ουσία λοιπόν, το πλάνο που έθεσε σε λειτουργία ο Boon το 2009, ακολουθείται και εδώ κατά γράμμα, με την μοναδική διαφορά, πως δεν είναι ο μυγιάγγιχτος αστός εκείνος που καλείται να ταξιδέψει στην περιφέρεια και να συνυπάρξει με τους "βλαχαδερούς", αλλά οι δεύτεροι εκείνοι που θα κάνουν απόβαση με το υπερθορυβώδες αυτοκινούμενο τους, στην μεγαλούπολη, για να κάνουν όλα γης μαδιάμ! Έτσι τουλάχιστον πιστεύει ο κεντρικός χαρακτήρας της υπόθεσης και μάλλον κανείς άλλος, αφού, οκ, ενδεχόμενα να μην ταιριάζουν τα παλιομοδίτικα ρούχα, το πολύχρωμο φτωχικό γούστο και οι ιαχές "Τι Φκιανσ'" με την χάι κλας, η ανθρωπιά όμως περισσεύει, κυριαρχεί και υπερισχύει της απρόσωπης, άχρωμης και σνομπ διαβίωσης. Που προσφέροντας του τα πάντα στο χέρι, έχει καζαντήσει τον κόσμο να μην γνωρίζει ούτε πως να ψήσει στο μπρίκι ένα τσάι. Αν καταφέρει και εντοπίσει το ντουλάπι που το έχει τοποθετήσει η υπηρέτρια...
Αυτή την φορά και για το μισό χρονικό εύρος του φιλμ, ο Boon, απαρνούμενος την αστεία φάτσα του και φορώντας τις σοφιστικέ διόπτρες, αλλάζει ρούχο και ντύνεται εκείνος ο κοσμοπολίτης, σε αντίθεση με το ορίτζιναλ που ερμήνευσε απολαυστικά τον χωριάτη ταχυδρόμο. Αυτό το γεγονός έχει σαν συνέπεια οι αστείες φάτσες και ατάκες, να μεταφερθούν στην υποκριτική περιφέρεια. Και όταν εκείνος πάρει μπρος, στο δεύτερο ημίχρονο του φιλμ, μάλλον είναι πολύ αργά πια για να στηθεί εκ νέου η περσόνα του. Για να λέμε του στραβού το δίκιο, οι προσεγμένοι για να τονίσουν την δυσνόητα ιδιωματική προσφορά, διάλογοι, πέφτουν καταιγιστικά ως επανάληψη του ορίτζιναλ και δεν βγάζουν ανάλογο γέλιο. Υπάρχουν στιγμές όμως, λίγες μεν, αλλά διασκεδαστικές, που η πλατεία θα το σκάσει το χειλάκι, κυρίως στα πλάνα που το βλαχουριό αντιμετωπίζεται ως ασθένεια και καλούνται οι ειδικοί γλωσσοθεραπευτές (τι μόδα κι ετούτη!) να λύσουν το φλέγον ζήτημα.
Με τον Boon εξουδετερωμένο από το σενάριο, η σκυτάλη περνά στους ρολίστες κι εκεί κάπου η κατάσταση περισώζεται, παρούσης της αναμφίβολου κωμικού ταλέντου, Valérie Bonneton που υποδύεται την μπούρτζα νύφη του, φερόμενου ως ανωτέρου κοινωνικού επιπέδου, ντεκορατέρ, μα συνάμα και το χαμένο χρόνια πριν αντικείμενο του ερωτικού του πόθου. Ο ρόλος της ταιριάζει γάντι κι εκεί ακριβώς φαίνεται η διαφορά ποιότητας με την πολύ όμορφη και εκλεπτυσμένη Laurence Arné (η ζορισμένη σύζυγος) που όταν αποφασίζει να το παίξει βλαχάρα, αποτυγχάνει οικτρά. Αν μη τι άλλο πάντως, το λέβελ της παραγωγής ανεβάζει αισθητά η παρουσία μιας τριάδας σπουδαίων βετεράνων Γάλλων ηθοποιών, του François Berléand, της Line Renaud και του Pierre Richard, που με την εμπειρία τους και μόνο, δίνουν ένα αξιοπρεπές τέμπο στο κωμωδιάκι Η Οικουγένεια (πόσο ηλίθια η εγχώρια μαρκίζα!), ίσαμε να ολοκληρωθεί και να μην σκορπίσει απογοήτευση σε όποιον το παρακολούθησε.
Αφού τόσο η μαμά όσο και ο πατέρας του, μαζί με την φαμίλια του αδελφού του, είναι ολοζώντανοι και διαβιώνουν σε ένα απόμερο χωριό της Νορμανδίας. Μια καταγωγή που επιθυμεί να λησμονήσει, ο ψηλομύτης πια σχεδιαστής, έχοντας φύγει εδώ και δυο δεκαετίες από το πατρικό του και απαρνηθεί μια για πάντα την ταυτότητα του επαρχιώτη. Για εκείνο που δεν είναι καν προετοιμασμένος, είναι για την έκπληξη που του έχει στήσει η φασαριόζα και δίχως τακτ και τρόπους οικογένεια του, που θα θελήσει να τον επισκεφτεί την ημέρα των λαμπερών εγκαινίων του, αφιερωμένου στο έργο του, γκαλά. Έχοντας σαν αφορμή τα ογδοηκοστά γενέθλια της φωνακλούς μανούλας, που αγνοεί πλήρως πως ο κανακάρης της, την έχει αποκηρύξει και ούτε καν επιθυμεί την παρουσία της. Ένα ατυχές περιστατικό, θα μετατρέψει ολοκληρωτικά την αρνητική στάση του πρωτευουσιάνου πια, Βαλεντίν, προς τα (πρώην?) αγαπημένα του πρόσωπα...
Και κάπως έτσι, ένα αναπάντεχο τροχαίο ατύχημα, θα σταθεί αιτία να παραμείνει η στενοχωρημένη από την απόρριψη του τέκνου της, βλαχαρία εις Παρισίους, μιας και εκείνος σε κατάσταση αμνησίας, δεν αναγνωρίζει κανένα από τα μέλη που απαρτίζουν τον στενό οικογενειακό του κύκλο, ούτε καν την συμβία του που αντάμα έχουν κτίσει ολόκληρο κολοσσό. Άσε που από το πουθενά, θα αρχίσει να μιλάει την ντοπιολαλιά των Ch'tis και να φέρνει στο νου περιστατικά που είχαν σημαδέψει τα νιάτα του. Την ίδια στιγμή που οι επαγγελματικές υποχρεώσεις όμως τρέχουν και δίχως την παρουσία του αναγνωρισμένου αρτίστα, όλα τα σίγουρα κερδοφόρα πλάνα καταρρέουν. Ανάμεσα τους και το ντύσιμο με καινοτόμα προϊόντα σχεδίασης του, ενός πολυτελούς ξενοδοχείου, πρότζεκτ που έχει αναλάβει να φέρει εις πέρας ο φαταούλας - και μάλλον πέτρα όλων των σκανδάλων - πεθερός του.
Στην ουσία λοιπόν, το πλάνο που έθεσε σε λειτουργία ο Boon το 2009, ακολουθείται και εδώ κατά γράμμα, με την μοναδική διαφορά, πως δεν είναι ο μυγιάγγιχτος αστός εκείνος που καλείται να ταξιδέψει στην περιφέρεια και να συνυπάρξει με τους "βλαχαδερούς", αλλά οι δεύτεροι εκείνοι που θα κάνουν απόβαση με το υπερθορυβώδες αυτοκινούμενο τους, στην μεγαλούπολη, για να κάνουν όλα γης μαδιάμ! Έτσι τουλάχιστον πιστεύει ο κεντρικός χαρακτήρας της υπόθεσης και μάλλον κανείς άλλος, αφού, οκ, ενδεχόμενα να μην ταιριάζουν τα παλιομοδίτικα ρούχα, το πολύχρωμο φτωχικό γούστο και οι ιαχές "Τι Φκιανσ'" με την χάι κλας, η ανθρωπιά όμως περισσεύει, κυριαρχεί και υπερισχύει της απρόσωπης, άχρωμης και σνομπ διαβίωσης. Που προσφέροντας του τα πάντα στο χέρι, έχει καζαντήσει τον κόσμο να μην γνωρίζει ούτε πως να ψήσει στο μπρίκι ένα τσάι. Αν καταφέρει και εντοπίσει το ντουλάπι που το έχει τοποθετήσει η υπηρέτρια...
Αυτή την φορά και για το μισό χρονικό εύρος του φιλμ, ο Boon, απαρνούμενος την αστεία φάτσα του και φορώντας τις σοφιστικέ διόπτρες, αλλάζει ρούχο και ντύνεται εκείνος ο κοσμοπολίτης, σε αντίθεση με το ορίτζιναλ που ερμήνευσε απολαυστικά τον χωριάτη ταχυδρόμο. Αυτό το γεγονός έχει σαν συνέπεια οι αστείες φάτσες και ατάκες, να μεταφερθούν στην υποκριτική περιφέρεια. Και όταν εκείνος πάρει μπρος, στο δεύτερο ημίχρονο του φιλμ, μάλλον είναι πολύ αργά πια για να στηθεί εκ νέου η περσόνα του. Για να λέμε του στραβού το δίκιο, οι προσεγμένοι για να τονίσουν την δυσνόητα ιδιωματική προσφορά, διάλογοι, πέφτουν καταιγιστικά ως επανάληψη του ορίτζιναλ και δεν βγάζουν ανάλογο γέλιο. Υπάρχουν στιγμές όμως, λίγες μεν, αλλά διασκεδαστικές, που η πλατεία θα το σκάσει το χειλάκι, κυρίως στα πλάνα που το βλαχουριό αντιμετωπίζεται ως ασθένεια και καλούνται οι ειδικοί γλωσσοθεραπευτές (τι μόδα κι ετούτη!) να λύσουν το φλέγον ζήτημα.
Με τον Boon εξουδετερωμένο από το σενάριο, η σκυτάλη περνά στους ρολίστες κι εκεί κάπου η κατάσταση περισώζεται, παρούσης της αναμφίβολου κωμικού ταλέντου, Valérie Bonneton που υποδύεται την μπούρτζα νύφη του, φερόμενου ως ανωτέρου κοινωνικού επιπέδου, ντεκορατέρ, μα συνάμα και το χαμένο χρόνια πριν αντικείμενο του ερωτικού του πόθου. Ο ρόλος της ταιριάζει γάντι κι εκεί ακριβώς φαίνεται η διαφορά ποιότητας με την πολύ όμορφη και εκλεπτυσμένη Laurence Arné (η ζορισμένη σύζυγος) που όταν αποφασίζει να το παίξει βλαχάρα, αποτυγχάνει οικτρά. Αν μη τι άλλο πάντως, το λέβελ της παραγωγής ανεβάζει αισθητά η παρουσία μιας τριάδας σπουδαίων βετεράνων Γάλλων ηθοποιών, του François Berléand, της Line Renaud και του Pierre Richard, που με την εμπειρία τους και μόνο, δίνουν ένα αξιοπρεπές τέμπο στο κωμωδιάκι Η Οικουγένεια (πόσο ηλίθια η εγχώρια μαρκίζα!), ίσαμε να ολοκληρωθεί και να μην σκορπίσει απογοήτευση σε όποιον το παρακολούθησε.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Αυγούστου 2018 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική