του Gerard McMurray. Με τους Y'lan Noel, Lex Scott Davis, Joivan Wade, Mugga, Lauren Velez, Marisa Tomei
Εξιλεωθήκατε? Πάμε φτου κι απ την αρχή!
του zerVo (@moviesltd)
Μην τυχόν και πάει κανείς και πει δυο καλές κουβέντες για ένα ελάχιστα προμοταρισμένο πρότζεκτ, που χάρη σε μια δυνατή έμπνευση, καταφέρει τα ακατόρθωτα στα παγκόσμια Box office, επιστρέφοντας πίσω στα ταμεία, ακόμη και εκατό φορές το κόστος του. Εκεί, αυτή η ιδέα να παραξηλωθεί τόσο πολύ στην πορεία, μέσα από τις αμέτρητες συνέχειες, ώστε εντέλει να βυθίζει στην βαριεστημάρα, ακόμη κι εκείνους που σίγουρα το μετάνιωσαν που ξεστόμισαν τα καλά λόγια. Δεν είναι δα ιδίωμα των καιρών μας, αυτό ισχύει δεκαετίες τώρα, από την εποχή των απαράδεκτων σίκουελς των φημισμένων brand name ταινιών τρόμου. Δεν αντιλαμβάνομαι, σε καμία περίπτωση το νόημα της ύπαρξης αυτών των σίριαλς, για τον θεατή. Διότι για τα στούντιος είναι προφανές πως αποτελούν μια πανεύκολη αρπαχτή, αφού κάνουν πλάκα στο κοινό που τα τιμά, επαναλαμβάνοντας διαρκώς την ίδια και την ίδια υπόθεση.
Μέσα του 21ου αιώνα. Με το ξέσπασμα της ανελέητης βίας να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί με καμία γνωστή μέθοδο από τις αρχές, οι Εθνοσωτήρες που έχουν αναλάβει τις τύχες του αμερικάνικου κράτους, θα οδηγηθούν σε πειραματικές λύσεις καταπολέμησης των ακροτήτων. Κατόπιν ώριμης σκέψης θα πάρουν το ρίσκο να διοργανώσουν ένα δωδεκάωρης διάρκειας ξέσπασμα της κοινωνικής οργής, όπου κάθε παράνομη ενέργεια, ακόμη και η πλέον αποτρόπαια, δεν θα τιμωρείται, προκειμένου να ελεγχθεί αν και εφόσον όλες αυτές οι πράξεις εξιλέωσης, μειώσουν ή και εξαλείψουν τα φονικά κατά την διάρκεια του υπόλοιπου έτους. Το πείραμα θα λάβει χώρα στην κατώτερου κοινωνικού επιπέδου περιοχή του Στέιτεν Άιλαντ, έναν γκετοποιημένο τόπο που λυμαίνονται οι πάσης φύσεως βαρόνοι του υποκόσμου και αποτελεί ένα πρώτης τάξης δείγμα για μελέτη από τους αναλυτές.
Κάθε συμμετέχοντας δε, που είτε θα παραμείνει κατ οίκον, υπομένοντας να περάσει η ολονυχτία της βίας, είτε θα λάβει μέρος στις εχθροπραξίες φορτωμένος με μια μικροκάμερα στο μάτι, προς καταγραφή των γεγονότων, θα εισπράξει από τους διοργανωτές το διόλου ευκαταφρόνητο ποσόν των πέντε χιλιάδων δολαρίων. Και δεν είναι καθόλου λίγοι εκείνοι που καρτερούν πως και πως να σημάνει η σειρήνα της έναρξης του πρώτου - και τα αποτελέσματα θα δείξουν αν θα υπάρξει και επόμενο - δωδεκαώρου της Κάθαρσης, τόσο για να εκτονώσουν τα φονικά του ένστικτα, όσο και για να καρπωθούν το χρηματικό μπόνους, που τους είναι απαραίτητο για την διαβίωση.
Τι ωραία περίπτωση ήταν εκείνη η πρώτη του The Purge, που έσκασε σαν δυναμίτης πέντε ακριβώς χρόνια πριν, σαρώνοντας με την ακραία μεν, πλην ομολογουμένως πιασάρικη σύλληψη του τις κορυφές των απανταχού τοπ, κατορθώνοντας εισπράξεις τεράστιες σε σύγκριση με το μπάτζετ του. Βεβαίως η συλλογιστική εκείνης της πρώτης φοράς, που στις οθόνες ξεδιπλώθηκε το γεμάτο σασπένς θρίλερ που σκαρφίστηκε ο άσημος μέχρι εκείνη την ώρα James De Monaco, διέθετε περισσότερο την έννοια της εισβολής και της καταπάτησης του, ακόμη και εξαιρετικά φυλαγμένου, οικογενειακού ασύλου, ενώ ελάχιστα κινούνταν στους ημιφωτισμένους δρόμους και τους δημόσιους χώρους. Όπως ακριβώς συνέβη στις συνέχειες Anarchy και Election Year, οι οποίες και βέβαια έριξαν κατακόρυφα τόσο το ενδιαφέρον, όσο και την ποιότητα του πλάνου. Εννοείται και τα κέρδη. Όχι σε βαθμό που η παραγωγή πάντως να μην τα βάλει κάτω, να σκεφτεί καινούργιες διεξόδους ώστε να βγάλει από την μαρκίζα του Purge (την μύγα δηλαδή), όσο πιο πολύ ξύγκι μπορεί.
Συνεπώς όπως προστάζουν οι οδηγίες μόλις τα σίκουελς εξαντληθούν, περνάμε στην διαδικασία των πρίκουελς, όπου παρακολουθούμε όλα όσα προηγήθηκαν του πρωτότυπου, στην ουσία όμως σε μια διασκευή εκείνου του ορίτζιναλ, που μαύρη η ώρα που δεν το έστειλα στα τάρταρα. Τι συμβαίνει λοιπόν εδώ? Ότι, κατά κύριο λόγο, εκτυλίχθηκε με ακρίβεια σχεδόν σκηνής, στα μέρη 2 και 3, με την κάμερα να στριφογυρνά μόνιμα στις αιματοβαμμένες λεωφόρους, όπου συμβαίνουν τα πιο νοσηρά περιστατικά επιθέσεων, βιασμών και δολοφονιών, μιας και ο νόμος όχι απλά το επιτρέπει μα δίνει ταυτόχρονα και συγχωροχάρτι. Η καινοτομία έχει να κάνει με το γεγονός πως τα πειραματόζωα θα πληρωθούν συνάμα για τις υπηρεσίες τους, είτε ως θύτες είτε ως θύματα. Και η διαφοροποίηση και με τα τρία πρότερα τεύχη, με το ότι σε αποκλειστικό νούμερο, οι χαρακτήρες της πλοκής, έχουν χρώμα δέρματος το μαύρο. Ούτε ένας λευκός για δείγμα. Ούτε καν ισπανόφωνος. Δεν κατάλαβα ακριβώς για ποιον λόγο...
Με την σκυτάλη να περνά από τον εμπνευστή της εισαγωγικής τριλογίας, στον παντελώς άγνωστο Gerarg McMurray, το πλάνο δεν αλλάζει ούτε λογική, ούτε ρότα. Οι κακοί της ιστορίας είναι οι συντριπτικά περισσότεροι, βαποράκια, γκάνγκστερς, εκτελεστές, σίριαλ κίλλερς, κλεφτρόνια, βιαστές, νταβατζήδες και φονικές ιερόδουλες, μια ζόρικη φράξια από όπου θα κληθούν να ξεπεταχτούν οι πιο συμπαθητικοί, εκείνοι που θα υποστηρίξει ο λαός για να επιβιώσουν ίσαμε να σημάνει η κόρνα την λήξη του μακελειού. Αν και για να τα λέω όλα, αμέσως μετά και την σεναριακή ανατροπή, ο Θεός να την κάνει, όπου στο επίκεντρο της βρίσκεται μια απρόσμενα αρνητική, ξανθιά εκδοχή της Marisa Tomei, περισσότερες φορές κοιτούσα το ρολόι μου, καρτερώντας να έλθει το φινάλε, παρά το εκράν όπου ο ένας μετά τον άλλο έπεφταν τέζα από τις ματσέτες και τα πολυβόλα. Βαρέθηκα, πλιζ, όχι άλλο...
Κάθε συμμετέχοντας δε, που είτε θα παραμείνει κατ οίκον, υπομένοντας να περάσει η ολονυχτία της βίας, είτε θα λάβει μέρος στις εχθροπραξίες φορτωμένος με μια μικροκάμερα στο μάτι, προς καταγραφή των γεγονότων, θα εισπράξει από τους διοργανωτές το διόλου ευκαταφρόνητο ποσόν των πέντε χιλιάδων δολαρίων. Και δεν είναι καθόλου λίγοι εκείνοι που καρτερούν πως και πως να σημάνει η σειρήνα της έναρξης του πρώτου - και τα αποτελέσματα θα δείξουν αν θα υπάρξει και επόμενο - δωδεκαώρου της Κάθαρσης, τόσο για να εκτονώσουν τα φονικά του ένστικτα, όσο και για να καρπωθούν το χρηματικό μπόνους, που τους είναι απαραίτητο για την διαβίωση.
Τι ωραία περίπτωση ήταν εκείνη η πρώτη του The Purge, που έσκασε σαν δυναμίτης πέντε ακριβώς χρόνια πριν, σαρώνοντας με την ακραία μεν, πλην ομολογουμένως πιασάρικη σύλληψη του τις κορυφές των απανταχού τοπ, κατορθώνοντας εισπράξεις τεράστιες σε σύγκριση με το μπάτζετ του. Βεβαίως η συλλογιστική εκείνης της πρώτης φοράς, που στις οθόνες ξεδιπλώθηκε το γεμάτο σασπένς θρίλερ που σκαρφίστηκε ο άσημος μέχρι εκείνη την ώρα James De Monaco, διέθετε περισσότερο την έννοια της εισβολής και της καταπάτησης του, ακόμη και εξαιρετικά φυλαγμένου, οικογενειακού ασύλου, ενώ ελάχιστα κινούνταν στους ημιφωτισμένους δρόμους και τους δημόσιους χώρους. Όπως ακριβώς συνέβη στις συνέχειες Anarchy και Election Year, οι οποίες και βέβαια έριξαν κατακόρυφα τόσο το ενδιαφέρον, όσο και την ποιότητα του πλάνου. Εννοείται και τα κέρδη. Όχι σε βαθμό που η παραγωγή πάντως να μην τα βάλει κάτω, να σκεφτεί καινούργιες διεξόδους ώστε να βγάλει από την μαρκίζα του Purge (την μύγα δηλαδή), όσο πιο πολύ ξύγκι μπορεί.
Συνεπώς όπως προστάζουν οι οδηγίες μόλις τα σίκουελς εξαντληθούν, περνάμε στην διαδικασία των πρίκουελς, όπου παρακολουθούμε όλα όσα προηγήθηκαν του πρωτότυπου, στην ουσία όμως σε μια διασκευή εκείνου του ορίτζιναλ, που μαύρη η ώρα που δεν το έστειλα στα τάρταρα. Τι συμβαίνει λοιπόν εδώ? Ότι, κατά κύριο λόγο, εκτυλίχθηκε με ακρίβεια σχεδόν σκηνής, στα μέρη 2 και 3, με την κάμερα να στριφογυρνά μόνιμα στις αιματοβαμμένες λεωφόρους, όπου συμβαίνουν τα πιο νοσηρά περιστατικά επιθέσεων, βιασμών και δολοφονιών, μιας και ο νόμος όχι απλά το επιτρέπει μα δίνει ταυτόχρονα και συγχωροχάρτι. Η καινοτομία έχει να κάνει με το γεγονός πως τα πειραματόζωα θα πληρωθούν συνάμα για τις υπηρεσίες τους, είτε ως θύτες είτε ως θύματα. Και η διαφοροποίηση και με τα τρία πρότερα τεύχη, με το ότι σε αποκλειστικό νούμερο, οι χαρακτήρες της πλοκής, έχουν χρώμα δέρματος το μαύρο. Ούτε ένας λευκός για δείγμα. Ούτε καν ισπανόφωνος. Δεν κατάλαβα ακριβώς για ποιον λόγο...
Με την σκυτάλη να περνά από τον εμπνευστή της εισαγωγικής τριλογίας, στον παντελώς άγνωστο Gerarg McMurray, το πλάνο δεν αλλάζει ούτε λογική, ούτε ρότα. Οι κακοί της ιστορίας είναι οι συντριπτικά περισσότεροι, βαποράκια, γκάνγκστερς, εκτελεστές, σίριαλ κίλλερς, κλεφτρόνια, βιαστές, νταβατζήδες και φονικές ιερόδουλες, μια ζόρικη φράξια από όπου θα κληθούν να ξεπεταχτούν οι πιο συμπαθητικοί, εκείνοι που θα υποστηρίξει ο λαός για να επιβιώσουν ίσαμε να σημάνει η κόρνα την λήξη του μακελειού. Αν και για να τα λέω όλα, αμέσως μετά και την σεναριακή ανατροπή, ο Θεός να την κάνει, όπου στο επίκεντρο της βρίσκεται μια απρόσμενα αρνητική, ξανθιά εκδοχή της Marisa Tomei, περισσότερες φορές κοιτούσα το ρολόι μου, καρτερώντας να έλθει το φινάλε, παρά το εκράν όπου ο ένας μετά τον άλλο έπεφταν τέζα από τις ματσέτες και τα πολυβόλα. Βαρέθηκα, πλιζ, όχι άλλο...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 26 Ιουλίου 2018 από την UIP!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική