των Jeremy Dyson, Andy Nyman. Με τους Andy Nyman, Martin Freeman, Alex Lawther, Paul Whitehouse, Samuel Bottomley, Kobna Holdbrook-Smith, Daniel Hill, Leonard Byrne, Jake Davies, Nicholas Burns, Oliver Woollford, Callum Goulden
Το μυαλό βλέπει αυτό που θέλει να δει
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
«Ξύπνημα στον εφιάλτη», πάντως, σίγουρα δεν είναι...
Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί το δίδυμο των Jeremy Dyson και Andy Nyman. O Jeremy Dyson ήταν μέλος της δημιουργικής ομάδας πίσω από την ιστορική, βρετανική, τηλεοπτική σειρά «The League of Gentlemen». Μια σειρά που οι τρεις πρώτες σεζόν της προβλήθηκαν η πρώτη το 1999, η δεύτερη το 2000 και η τρίτη το 2002. Το 2017 προβλήθηκε η τέταρτη σεζόν, σε μια ιδιάζουσα επανένωση των μελών. Για την ιστορία, οι άλλοι τρεις συμμετέχοντες στην ομάδα είναι οι Mark Gatiss, Steve Pemberton και Reece Shearsmith. Ο Andy Nyman από την άλλη είναι περισσότερο γνωστός ως ηθοποιός. Έχει παίξει πολύ στην τηλεόραση (μεταξύ των άλλων, έπαιξε και σε ένα επεισόδιο από το «The League of Gentlemen» το 2002!!!), και οι πιο γνωστοί κινηματογραφικοί του ρόλοι είναι στις ταινίες «Ένας θάνατος σε μια κηδεία» (Death at a Funeral, 2007) του Frank Oz και στο φετινό «Ο επιβάτης» (The Commuter, 2018) του Jaume Collet-Serra.
Το 2010 οι Jeremy Dyson και Andy Nyman συνέγραψαν το θεατρικό Ghost Stories, μια διαδραστική παράσταση, που ξεκίνησε από το Λίβερπουλ, καθήλωσε το θεατρόφιλο κοινό του West End στο Λονδίνο για δύο ολόκληρα χρόνια και έκτοτε έχει ανεβεί και σε χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Νότια Αφρική. Η μεγάλη επιτυχία του θεατρικού έργου οδήγησε στην ιδέα της κινηματογραφικής μεταφοράς. Όπερ και εγένετο. Ο Andy Nyman επαναλαμβάνει και στην ταινία τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε στο θεατρικό. Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε τον περασμένο Οκτώβριο στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Λονδίνου.
Η υπόθεση: Ο καθηγητής Φίλιπ Γκούντμαν είναι ένας ορθολογιστής ψυχολόγος, που έχει βάλει τάμα στη ζωή του να ξεσκεπάζει κάθε ιστορία «μεταφυσικής εμπειρίας», ιδίως όταν αυτή γίνεται μέσον εκμετάλλευσης και πλουτισμού. Θα δεχτεί έναν φάκελο με μια κασέτα μέσα, στην οποία ένα παλιό του ίνδαλμα, επίσης πολέμιος των ψευδομέντιουμ παλιότερα, που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, τον καλεί να τον επισκεφτεί. Ο καθηγητής με μεγάλη ανυπομονησία πηγαίνει να γνωρίσει τον ήρωά του. Συναντά, όμως, έναν άνθρωπο, που έχει κάνει πλήρη μεταστροφή στις απόψεις και πλέον αποδέχεται την ύπαρξη του μεταφυσικού και των φαντασμάτων. Ο Φίλιπ αρνείται να απαρνηθεί τα πιστεύω του. Δέχεται όμως να εξερευνήσει τρεις υποθέσεις που του δίνει το πρώην ίνδαλμά του. Τρεις υποθέσεις τις οποίες δεν μπόρεσε να λύσει ορθολογικά. Τρεις υποθέσεις με φαντάσματα.
Έτσι ο Γκούντμαν συναντά τρεις βασανισμένους ανθρώπους, ο καθένας με μια ιστορία τρομακτικότερη από την άλλη, αλλόκοτη και ανεξήγητη. Ο νυχτοφύλακας Τόνι είχε με παράξενη συνάντηση με ένα φάντασμα σε μία άδεια αποθήκη, πράγμα που τον στοιχειώνει για χρόνια. Ο νευρωτικός έφηβος Σάιμον έκανε μια νυχτερινή βόλτα με το αυτοκίνητο των γονέων του, χτύπησε κάτι δαιμονικό στο δάσος κι έκτοτε, εκείνη η εμπειρία, τον έχει στοιχειώσει για τα καλά. Και ο Μάικ, ένας αλαζόνας χρηματιστής, αναθεώρησε στο έπακρο τον τρόπο που σκέφτονταν, όταν τη νύχτα που η γυναίκα του βρισκόταν στο νοσοκομείο με επιπλοκές στην εγκυμοσύνη της, στο πολυτελές τους διαμέρισμα ο ίδιος βίωνε μια επαφή με το ανεξήγητο. Ο Γκούντμαν είναι προβληματισμένος. Μήπως όμως συμβαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό;
Η άποψή μας: Η ταινία ξεκινάει ωσάν ένα ψευδοντοκιμαντέρ. Μας δίνονται στοιχεία για το μπαγκράουντ του πρωταγωνιστή της, του καθηγητή Φίλιπ Γκούντμαν. Το πως μεγάλωσε σε μια εβραϊκή οικογένεια. Το πως η αδελφή του επαναστάτησε και έφυγε από το σπίτι. Το πως ο ίδιος κουβαλάει τραύματα από την οικογενειακή του ζωή. Κι άλλα τραύματα κουβαλάει από την εφηβική του ηλικία – εκείνα όμως θα μας αποκαλυφθούν εν καιρώ, προς το τελευταίο μέρος της ταινίας. Ο Γκούντμαν μιλάει στην κάμερα, μιλάει στους θεατές, μιλάει καθώς ξεσκεπάζει έναν απατεώνα, δήθεν μέντιουμ, σε ζωντανή μετάδοση! Μέχρι εδώ, κανένας τρόμος. Ίσα – ίσα, τα πρώτα σημάδια της... βαρεμάρας έρχονται με τη μορφή κύματος να ακουμπήσουν τον θεατή, που αλλιώς τα περίμενε τα γράμματα, αλλιώς του προκύπτουν. Ας είναι. Προχωράμε.
Από τη στιγμή που ο καθηγητής ξεκινά να εξερευνήσει τις τρεις «άλυτες» περιπτώσεις που του δίνει το πρώην ίνδαλμά του, αρχίζουμε ως θεατές να νιώθουμε ότι βλέπουμε κάτι σαν τη «Ζώνη του Λυκόφωτος». Μια τηλεοπτική εκπομπή δηλαδή, όπου περιμένουμε να δούμε τρεις διαφορετικές ιστορίες. Με μεταφυσικό υπόβαθρο. Ναι, αλλά η «Ζώνη του Λυκόφωτος» ήταν μια τηλεοπτική εκπομπή ιστορική. Με απίστευτες ιστορίες. Εξαιρετικά καλογυρισμένη – και ομιλώ βεβαίως βεβαίως, για την ασπρόμαυρη σειρά. Και κάθε φορά το φινάλε να είναι πεσιμιστικό, κατάμαυρο, πένθιμο, υπέροχο. Στην σπονδυλωτή ταινία μας, ξεκινάει η πρώτη ιστορία, προχωράει, προχωράει, λες «τώρα θα τρομάξω», τζίφος. Λες «θα υπάρχει ανατροπή, δεν γίνεται», πάλι τζίφος. Δεν συμβαίνει τίποτε!
Αν δεν έχεις εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να αντέξεις την ταινία και δεν έχεις βολευτεί στην αγκαλιά του Μορφέα, ίσως διαπιστώσεις πως, εντάξει, δεν έλεγε κάτι η ιστορία, αλλά κάτι άλλο συμβαίνει αδελφέ. Πάμε στη δεύτερη ιστορία, τίποτε. Και πάλι καμία κλιμάκωση, και πάλι καθόλου τρόμος, και πάλι απλώς κάποια ανησυχητικά σημάδια, κάποια σημάδια που σου λένε πως κάτι δεν πάει καλά με όλο αυτό. Πάμε στην τρίτη ιστορία, τα ίδια χάλια. Αλλά εδώ γίνεται και μια μεταστροφή. Και μία αποκάλυψη. Κι εντέλει οι τρεις ιστορίες φαντασμάτων γίνονται μία ιστορία υπαρξιακού... τρόμου. Δεν λέω παραπάνω πράγματα για να μην κάνω σπόιλερ. Ίσως να υπάρξουν κάποιοι άνθρωποι που θα θελήσουν να πάνε να δουν την ταινία, παρά την άσχημη κριτική που θα διαβάσουν εδώ ή αλλαχού. Αλλά, περιμένεις να γίνει κάτι, δεν γίνεται τίποτε, βαριέσαι, κι όταν τελικά κάτι συμβαίνει, είναι ήδη πολύ αργά.
Δεν βοηθάνε και οι ερμηνείες. Από τον πρωταγωνιστή μέχρι τον νεαρό της δεύτερης ιστορίας, πολύ χάλι. Μόνον ο Ρώσος που ακούγεται στον ασύρματο, στην πρώτη ιστορία, και ο Martin Freeman στην τρίτη ιστορία, κατορθώνουν να μην βουλιάξουν και να διασωθούν. Όχι παιδιά, αυτή δεν είναι η πιο τρομακτική βρετανική ταινία που θα δείτε φέτος. Ίσως το όλον να λειτουργούσε μια χαρά στη θεατρική σκηνή, σίγουρα πάντως δεν λειτουργεί καθόλου στη μεγάλη οθόνη. Πού είναι ένας Adrian Lyne όταν τον χρειάζεσαι; Αυτές δεν είναι ιστορίες φαντασμάτων. Αυτά είναι φαντάσματα ιστοριών...
ΥΓ: Δεύτερη ταινία που βγήκε στις αίθουσες στη χώρα μας αυτήν τη βδομάδα, μαζί με το Amityville: Το ξύπνημα, στην οποία ένας από τους ήρωες πάσχει από το σύνδρομο εγκλεισμού. Βρίσκεται δηλαδή σε κάτι σαν κώμα, και παρομοιάζεται το όλον σαν ένα σπίτι όπου ενώ φαίνεται ότι τα φώτα είναι αναμμένα, δεν κατοικεί κανείς μέσα. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για την ταινία...
Η υπόθεση: Ο καθηγητής Φίλιπ Γκούντμαν είναι ένας ορθολογιστής ψυχολόγος, που έχει βάλει τάμα στη ζωή του να ξεσκεπάζει κάθε ιστορία «μεταφυσικής εμπειρίας», ιδίως όταν αυτή γίνεται μέσον εκμετάλλευσης και πλουτισμού. Θα δεχτεί έναν φάκελο με μια κασέτα μέσα, στην οποία ένα παλιό του ίνδαλμα, επίσης πολέμιος των ψευδομέντιουμ παλιότερα, που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, τον καλεί να τον επισκεφτεί. Ο καθηγητής με μεγάλη ανυπομονησία πηγαίνει να γνωρίσει τον ήρωά του. Συναντά, όμως, έναν άνθρωπο, που έχει κάνει πλήρη μεταστροφή στις απόψεις και πλέον αποδέχεται την ύπαρξη του μεταφυσικού και των φαντασμάτων. Ο Φίλιπ αρνείται να απαρνηθεί τα πιστεύω του. Δέχεται όμως να εξερευνήσει τρεις υποθέσεις που του δίνει το πρώην ίνδαλμά του. Τρεις υποθέσεις τις οποίες δεν μπόρεσε να λύσει ορθολογικά. Τρεις υποθέσεις με φαντάσματα.
Έτσι ο Γκούντμαν συναντά τρεις βασανισμένους ανθρώπους, ο καθένας με μια ιστορία τρομακτικότερη από την άλλη, αλλόκοτη και ανεξήγητη. Ο νυχτοφύλακας Τόνι είχε με παράξενη συνάντηση με ένα φάντασμα σε μία άδεια αποθήκη, πράγμα που τον στοιχειώνει για χρόνια. Ο νευρωτικός έφηβος Σάιμον έκανε μια νυχτερινή βόλτα με το αυτοκίνητο των γονέων του, χτύπησε κάτι δαιμονικό στο δάσος κι έκτοτε, εκείνη η εμπειρία, τον έχει στοιχειώσει για τα καλά. Και ο Μάικ, ένας αλαζόνας χρηματιστής, αναθεώρησε στο έπακρο τον τρόπο που σκέφτονταν, όταν τη νύχτα που η γυναίκα του βρισκόταν στο νοσοκομείο με επιπλοκές στην εγκυμοσύνη της, στο πολυτελές τους διαμέρισμα ο ίδιος βίωνε μια επαφή με το ανεξήγητο. Ο Γκούντμαν είναι προβληματισμένος. Μήπως όμως συμβαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό;
Η άποψή μας: Η ταινία ξεκινάει ωσάν ένα ψευδοντοκιμαντέρ. Μας δίνονται στοιχεία για το μπαγκράουντ του πρωταγωνιστή της, του καθηγητή Φίλιπ Γκούντμαν. Το πως μεγάλωσε σε μια εβραϊκή οικογένεια. Το πως η αδελφή του επαναστάτησε και έφυγε από το σπίτι. Το πως ο ίδιος κουβαλάει τραύματα από την οικογενειακή του ζωή. Κι άλλα τραύματα κουβαλάει από την εφηβική του ηλικία – εκείνα όμως θα μας αποκαλυφθούν εν καιρώ, προς το τελευταίο μέρος της ταινίας. Ο Γκούντμαν μιλάει στην κάμερα, μιλάει στους θεατές, μιλάει καθώς ξεσκεπάζει έναν απατεώνα, δήθεν μέντιουμ, σε ζωντανή μετάδοση! Μέχρι εδώ, κανένας τρόμος. Ίσα – ίσα, τα πρώτα σημάδια της... βαρεμάρας έρχονται με τη μορφή κύματος να ακουμπήσουν τον θεατή, που αλλιώς τα περίμενε τα γράμματα, αλλιώς του προκύπτουν. Ας είναι. Προχωράμε.
Από τη στιγμή που ο καθηγητής ξεκινά να εξερευνήσει τις τρεις «άλυτες» περιπτώσεις που του δίνει το πρώην ίνδαλμά του, αρχίζουμε ως θεατές να νιώθουμε ότι βλέπουμε κάτι σαν τη «Ζώνη του Λυκόφωτος». Μια τηλεοπτική εκπομπή δηλαδή, όπου περιμένουμε να δούμε τρεις διαφορετικές ιστορίες. Με μεταφυσικό υπόβαθρο. Ναι, αλλά η «Ζώνη του Λυκόφωτος» ήταν μια τηλεοπτική εκπομπή ιστορική. Με απίστευτες ιστορίες. Εξαιρετικά καλογυρισμένη – και ομιλώ βεβαίως βεβαίως, για την ασπρόμαυρη σειρά. Και κάθε φορά το φινάλε να είναι πεσιμιστικό, κατάμαυρο, πένθιμο, υπέροχο. Στην σπονδυλωτή ταινία μας, ξεκινάει η πρώτη ιστορία, προχωράει, προχωράει, λες «τώρα θα τρομάξω», τζίφος. Λες «θα υπάρχει ανατροπή, δεν γίνεται», πάλι τζίφος. Δεν συμβαίνει τίποτε!
Αν δεν έχεις εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να αντέξεις την ταινία και δεν έχεις βολευτεί στην αγκαλιά του Μορφέα, ίσως διαπιστώσεις πως, εντάξει, δεν έλεγε κάτι η ιστορία, αλλά κάτι άλλο συμβαίνει αδελφέ. Πάμε στη δεύτερη ιστορία, τίποτε. Και πάλι καμία κλιμάκωση, και πάλι καθόλου τρόμος, και πάλι απλώς κάποια ανησυχητικά σημάδια, κάποια σημάδια που σου λένε πως κάτι δεν πάει καλά με όλο αυτό. Πάμε στην τρίτη ιστορία, τα ίδια χάλια. Αλλά εδώ γίνεται και μια μεταστροφή. Και μία αποκάλυψη. Κι εντέλει οι τρεις ιστορίες φαντασμάτων γίνονται μία ιστορία υπαρξιακού... τρόμου. Δεν λέω παραπάνω πράγματα για να μην κάνω σπόιλερ. Ίσως να υπάρξουν κάποιοι άνθρωποι που θα θελήσουν να πάνε να δουν την ταινία, παρά την άσχημη κριτική που θα διαβάσουν εδώ ή αλλαχού. Αλλά, περιμένεις να γίνει κάτι, δεν γίνεται τίποτε, βαριέσαι, κι όταν τελικά κάτι συμβαίνει, είναι ήδη πολύ αργά.
Δεν βοηθάνε και οι ερμηνείες. Από τον πρωταγωνιστή μέχρι τον νεαρό της δεύτερης ιστορίας, πολύ χάλι. Μόνον ο Ρώσος που ακούγεται στον ασύρματο, στην πρώτη ιστορία, και ο Martin Freeman στην τρίτη ιστορία, κατορθώνουν να μην βουλιάξουν και να διασωθούν. Όχι παιδιά, αυτή δεν είναι η πιο τρομακτική βρετανική ταινία που θα δείτε φέτος. Ίσως το όλον να λειτουργούσε μια χαρά στη θεατρική σκηνή, σίγουρα πάντως δεν λειτουργεί καθόλου στη μεγάλη οθόνη. Πού είναι ένας Adrian Lyne όταν τον χρειάζεσαι; Αυτές δεν είναι ιστορίες φαντασμάτων. Αυτά είναι φαντάσματα ιστοριών...
ΥΓ: Δεύτερη ταινία που βγήκε στις αίθουσες στη χώρα μας αυτήν τη βδομάδα, μαζί με το Amityville: Το ξύπνημα, στην οποία ένας από τους ήρωες πάσχει από το σύνδρομο εγκλεισμού. Βρίσκεται δηλαδή σε κάτι σαν κώμα, και παρομοιάζεται το όλον σαν ένα σπίτι όπου ενώ φαίνεται ότι τα φώτα είναι αναμμένα, δεν κατοικεί κανείς μέσα. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για την ταινία...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Απριλίου 2018 από την Spentzos Films!
1 σχόλια:
Ίσως η μόνη ελληνική κριτική που διάβασα που αναφέρει ότι οι ερμηνείες δεν βοηθούν - κάτι με το οποίο συμφωνώ. Οι ερμηνείες δεν ήταν απλά μέτριες, αλλά κάτω του μετρίου. Η σκηνοθεσία άνευρη. Γενικώς, ταινία προς αποφυγή.
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική