19ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου
20 - 28 Μαρτίου 2018 Αθήνα / 29 Μαρτίου - 4 Απριλίου 2018 Θεσσαλονίκη
Episode II Απολύεστε!
Σκληρή κουβέντα αν την αντικρίσεις. Γνωρίζοντας καλά πως στο άκουσμα της πόσα όνειρα που είχες κτίσει πάνω σε ετούτη την δουλίτσα πάνε στράφι, πόσες υποχρεώσεις καρτερούν το μηνιάτικο αποτέλεσμα της πλέον μένουν εκκρεμείς, πόσες αγωνίες ξυπνά η επαύριο, καθώς με τεράστιο άγχος θα πρέπει να ριχτείς στο κυνήγι της αναζήτησης καινούργιας εργασίας. Φαινόμενο καθημερινό, σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου, που βιώνει την κοντά δεκαετίας ζωής πια, οικονομική κρίση, με απρόβλεπτα αποτελέσματα και αντιδράσεις από το υποκείμενο που παίρνει την άγουσα για το ταμείο αρωγής. Ένας λόγος παραπάνω για εκείνους τους φουκαράδες που έχουν περάσει το κατώφλι της μέσης ηλικίας και από τον περίγυρο έχουν κριθεί σαν απόμαχοι, συνεπώς δεν τους λογίζει και κανείς ως εργασιακά ισχυρούς για να τους προσλάβει, προτιμώντας, λογικότατα, φρέσκα, νεανικά (και σαφώς λιγότερων δικαιωμάτων) χέρια.
Με το ζήτημα της απειλής της ανεργίας καταπιάνονται οι τρεις ταινίες που είδαμε στο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ, η καθεμιά από την μεριά της με εντελώς διαφορετικό τρόπο, αλλά με συγκλίνουσα προς το κυρίως θέμα κατεύθυνση. Κι επειδή είναι γνωστό πως οι Φραντσέζοι παρότι παίρνουν πολύ στα σοβαρά τέτοιου είδους κοινωνικά ζητήματα, αρέσκονται ταυτόχρονα στο να τα προσεγγίζουν με μια κάποια γλαφυρότητα, όλες τους ανήκουν στην κατηγορία της κομεντί. Όχι της σπαρταριστής, αλλά της σοσιολογικά σατιρικής, με αρκετά δραματικά στοιχεία στην αφήγηση τους.
Από τους πιο γνωστούς Γάλλους ηθοποιούς, ο Ισραηλινής καταγωγής Yvan Attal, με διεθνή μάλιστα καριέρα καθώς έχει κρατήσει ρόλους σε χολιγουντιανές παραγωγές όπως το Munich του Beard και το Rush Hour 3, έχει ήδη δώσει τα διαπιστευτήρια του και πίσω από την κάμερα, καθώς από το 2001 (και το Ma Femme Est Une Actrisse, όπου πρωταγωνιστεί η πραγματικά ηθοποιός συμβία του Charlotte Gainsbourg) μέχρι σήμερα έχει υπογράψει πέντε ταινίες μεγάλου μήκους. Η τελευταία εξ αυτών και καλύτερη από όλες εκτιμώ, φέρει τον τίτλο Le Brio και κάνει την επίσημη πρώτη της παρουσίαση στα μέρη μας. στα πλαίσια του Διαγωνιστικού Τμήματος του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ Κινηματογράφου 2919.
Από τα παλαιοτέρα στελέχη του εκπαιδευτικού προσωπικού της έγκριτης νομικής σχολής των Παρισίων Ασσάς, είναι ο αυστηρός καθηγητής Πιερ Μαζάρ, ένας μοναχικός εξηντάρης, ιδιότροπος, με μόνιμα προκλητική συμπεριφορά προς όλους τους μαθητές του, που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ακραία ρατσιστικά του πιστεύω. Γεγονός που φυσικά έχει υποπέσει στην αντίληψη της Πρυτανείας που από την μεριά της προκειμένου να σώσει το κύρος του ιδρύματος έχει προβεί επανειλημμένα σε συστάσεις. Η σφοδρή επίθεση προς το πρόσωπο της πρωτοετούς, μετανάστριας τρίτης γενιάς, 18χρονης Νέιλα Σαλάχ, την ημέρα της έναρξης του εξαμήνου, θα αποτελέσει και την σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι, με συνέπεια ο βετεράνος δάσκαλος να οδηγηθεί στο πειθαρχικό συμβούλιο και κατοπινά στο γεροντοπαλικαρένιο σπίτι του. Απόλυση του, που θα αποτραπεί αν και εφόσον αποδεχτεί την πρόταση, να προετοιμάσει με τις αναμφίβολες γνώσεις του, την ίδια φιλόδοξη όσο και πάμφτωχη μελλοντική δικηγόρο, ώστε να εκπροσωπήσει την Σχολή στον Εθνικό μαθητικό διαγωνισμό ρητορικής. Ένας τίτλος που κάθε χρόνο αποτελεί μετάλλιο τιμής για όποιο Πανεπιστήμιο τον κατακτήσει.
Απλοϊκή, ενδεχόμενα και αφελής, στην σύσταση της η ιστορία που αφηγείται το φιλμ, στην προσπάθεια της να φέρει κοντά δύο πρόσωπα που δεν θα ταίριαζαν στην παραμικρή άλλη περίπτωση. Αντιπαλότητα που διακρίνεται από τις πρώτες κιόλας στιγμές που τα βλέμματα (και τα στόματα) τους συναντώνται στο Αμφιθέατρο της Νομικής. Εκείνος, ο ντυμένος στην πένα προφέσορας, ελάχιστο καιρό πριν την σύνταξη του, μοναχικός και απόμακρος, με λόγο προσεγμένο ίσαμε το τελευταίο σημείο στίξης του, απαράμιλλα προβοκατόρικο και σφαγιαστικό με το βαμβάκι, όμως, εκφράζει δημόσια, γνωρίζοντας και αδιαφορώντας για το τι θα πει η κοινότητα, την (προσωπική) απογοήτευση του για τον δρόμο που έχει πάρει η αγαπημένη του πατρίδα, έχοντας γεμίσει ξένους, που σταδιακά εκτοπίζουν τους γηγενείς "δικούς' του. Εκείνη, με προέλευση από κάποια επαρχία της Τυνησίας, κάτοικος σε διαμέρισμα του μουντού Κρετέιγ, ελπίζει κάποια στιγμή να ξεπεράσει την μιζέρια της κοινωνικής της κάστας και να αναρριχηθεί ταξικά, στηριγμένη αποκλειστικά και μόνο στις ικανότητες της, ελπίζοντας πως ο τόπος που ζει, θα της δώσει τις ευκαιρίες που αναζητά.
Με σημαντικές πινελιές χιούμορ, που γεννιέται στην διαλεκτική που αναπτύσσεται ανάμεσα στον στρυφνό Αλοζανφάν Ντε λα Πατρί μέντορα και την Δεν Σηκώνω Μύγα στο Σπαθί μου εκκολαπτόμενη Μετρ, η προβληματισμένη σοσιολογικά κωμωδία εξελίσσεται σε τέμπο Καράτε Κιντ, ίσαμε να οδηγηθεί στην τελική της πράξη όπου αμφότεροι της δυάδας έχουν ανταλλάξει μαθήματα συμπεριφοράς, οδηγούμενοι στον αναμενόμενα και επί γης ειρήνη επίλογο, που σηκώνει ψηλά την σημαία του όλοι μαζί για μια ενιαία Γαλλία (συν)υπάρχουμε. Όμορφο ρυθμό διατηρεί στην αφήγηση του ο Attal, δίχως να αποφεύγει τις ευκολίες ή και κάποιες ακραίες επιλογές στην μέθοδο εκμάθησης της ευφράδειας της πιτσιρίκας από τον κατά βάθος καλοσυνάτο, όπως αποδεικνύεται εντέλει Καθηγητή. Απίθανο το δέσιμο, σημείο κλειδί άλλωστε για την επιτυχία του έργου, του πρωταγωνιστικού ντουέτου, που το ορίζουν ο τόσο έμπειρος και εκ των κορυφαίων ερμηνευτών του Φραντσέζικου σινεμά ever, Daniel Auteuil και η νεαρή Αραβοκοψιά Camelia Jordana, που πανάξια για την ερμηνεία της, κατέκτησε ένα από τα πλέον δημοφιλή βραβεία Cesar, εκείνο της πιο ελπιδοφόρας νέας ηθοποιού!
Αξιόλογη είναι η περίπτωση του σκηνοθετικού διδύμου Alexandre Charlot και Franck Magnier, που ήδη έχει φέρει εις πέρας τρεις διαφορετικού ύφους κομεντί, με βασικό τους χαρακτηριστικό το ευρηματικό σενάριο. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πιο πρόσφατη εκ αυτών με τον τίτλο Les têtes de l'emploi, όπου η σύλληψη του θέματος πραγματικά ξεπερνά ακόμη και την πιο ταξιδιάρα φαντασία. Όχι και μεγάλη έκπληξη πάντως για τους δοκιμασμένους και στην συγγραφή κινηματογραφιστές, αφού δική τους έμπνευση υπήρξε το σενάριο του μέγκα χιτ εντός των συνόρων Bienvenue chez les Ch'tis, που χρόνια πριν είχε αποτελέσει ταινία έναρξης του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Η ταινία που επιμελούνται εδώ, προβάλλεται στον ίδιο ακριβώς θεσμό, στο επίσημο πρόγραμμα του Πανοράματος.
Απλώς κάνουν με κέφι την δουλειά τους και γι αυτό απολαμβάνουν τα θετικά αποτελέσματα των κόπων τους, οι τρεις υπάλληλοι του περιφερειακού γραφείου εύρεσης εργασίας, ο Στεφάν, η Κατί και ο Τιερί. Χάρη στην ευρηματικότητα τους αλλά και στην μέθοδο που διαχειρίζονται τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων, καταφέρνουν να βρουν δουλειά ακόμη και σε πρόσωπα με προφανή μειονεκτήματα, γεγονός που έχει μειώσει την ανεργία στην περιοχή στο μηδέν! Αποτέλεσμα τούτου, είναι πλέον το γραφείο όπου εργάζονται να μην έχει λόγο ύπαρξης και να μην χρειάζεται άλλο τις υπηρεσίες τους, με συνέπεια ως περιττούς να απαιτήσει την λύση της συνεργασίας τους. και τώρα πρέπει οι τρεις συνάδελφοι που βοήθησαν τόσο κόσμο να βολευτεί να αναζητήσουν την δική τους τύχη σε κάποιον - άλλο, ανοικτό και λειτουργικό - ΟΑΕΔ.
Απίθανη σύλληψη! Σε σημείο που να χτυπάς παλαμάκια επικροτώντας εκείνον που η σκέψη του γέννησε αυτή την ιδέα. Να πέσουν θύματα εργασιακά, οι ίδιοι που έκαναν άριστα την δουλειά τους, σε σημείο που να μην υπάρχει πια αντικείμενο για να εργαστούν! Και δείγμα όμως της φρενίτιδας απολύσεων που διακατέχει τις Δυτικές κοινωνίες, που στέλνει στην ανεργία καθημερινά χιλιάδες κόσμου, αδιαφορώντας για το πως θα τα φέρουν πέρα στο εφεξής. Μια εκτόξευση εισαγωγική όμως, που δεν συνοδεύεται από κάποια εξίσου εμπνευσμένη συνέχεια, καθώς πολύ σύντομα η αρχική έκπληξη ξεθυμαίνει και το διασκεδαστικό τρίο εισέρχεται σε μονοπάτια περισσότερο σλάπστικ για να βγάλει γέλιο, δίχως πάντοτε να το καταφέρνει με επιτυχία. Ίσως σε αυτό να μην βοηθούν και οι επιμέρους δραματικές υποιστορίες του τριγώνου, με τον αρχηγό της ομάδας να πρέπει να λύσει τα ζητήματα του γάμου του, την κυρία να υποχρεούται να τα βγάλει πέρα με τρία ανήλικα παιδιά και τον νεότερο της ομήγυρης να μην μπορεί να φέρει βόλτα μια ανέκφραστη, σχεδόν αδιάφορη σύζυγο.
Αρκετά καλή η συνύπαρξη τριών αξιόλογων Γάλλων ερμηνευτών, του αγνώριστου πίσω από τα πρόσθετα προσώπου Franck Dubosc που αναλαμβάνει να κινήσει τα νήματα της αντίδρασης των απολυμένων ενάντια στο αδηφάγο τραστ, της πενηντάρας αλλά καλοδιατηρημένης Elsa Zylberstein που ως ζωντοχήρα κρατά τον ρόλο του υπαρχηγού της σπείρας και του εκφραστικού μπουλούκου Francois Xavier Demaison, που αποδίδει με όρεξη το εκτελεστικό όργανο της ομάδας. Που πραγματικά όσο πλησιάζουμε στο φινάλε, οδηγείται σε κάποιες ακρότητες μάλλον εξωφρενικές και ενίοτε σουρεαλιστικές, που απομακρύνουν την ματιά από το κοινωνικό πρόβλημα, που στον πρόλογο του μέσα από τηλεοπτικά ντοκουμέντα, υπόσχονται να επιλύσουν στα λόγια, όλοι οι μεγάλοι και τρανοί Πρόεδροι της σύγχρονης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Εύελπι δημιουργού Eric Gravel ορίζεται μέσα από την ταινία Crash Test Aglae, μιας ταχύτατης και έξυπνης κομεντί, που επίσης από την μεριά της προσεγγίζει με τρόπο κεφάτα σατιρικό το ενδεχόμενο της απώλειας εργασίας. Πρόκειται για μια καθαρόαιμη road movie που παλεύει μέσα από τα μάτια μιας νεαρής, άπειρης και με άγνοια του πραγματικού κινδύνου κοπέλας, να αναδείξει το σαθρό πρόσωπο των αδηφάγων πολυεθνικών, που παίζουν διαρκώς παιχνίδια κερδοφορίας στις ράχες όσων έχουν στην δούλεψη τους. Πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Φρανκοφωνίας στο τμήμα του Πανοράματος.
Κυριολεκτικά την λατρεύει την εργασία της η 26χρονη Αγκλαέ Λανκτό, μια μοναχική κοπέλα που δουλεύει στην βαριά βιομηχανία αυτοκινήτων, στο κομμάτι του ελέγχου ασφαλείας των οχημάτων, προετοιμάζοντας με επαγγελματική συνέπεια τις δοκιμές των κρας τεστ. Όλα αυτά μέχρι την ημέρα που η εταιρία θα ανακοινώσει στους υπαλλήλους της - ανάμεσα τους και την ίδια - το κλείσιμο της φάμπρικας στην Γαλλία και την μετάβαση του στην μακρινή Ινδία, όπου το εργατικό κόστος είναι θεαματικά μικρότερο. Με την παρότρυνση μάλιστα πως όσοι επιθυμούν μπορούν να διατηρήσουν το πόστο τους, αρκεί να μεταβούν - ιδίοις εξόδοις - μέχρι την Καλκούτα, καμιά δεκαριά χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά από το Παρίσι. Αποφασισμένη να μην εγκαταλείψει την δουλειά της, η Αγκλαέ, συντροφιά με δυο ακόμη μη έχουσες στον ήλιο μοίρα συναδέλφους της θα φορτώσουν μπαγκάζια στο χιλιαράκι αμαξάκι τους και θα τραβήξουν ρότα ακολουθώντας τον ατελείωτο δρόμο της Ανατολής!
Σφύζει από αλληγορίες, που άλλες φορές είναι εύκολα και άλλες πολύ πιο δύστροπα επεξηγήσιμες η κωμωδία που στην ουσία προβάλλει το μέχρι που μπορεί να οδηγηθεί κανείς προκειμένου να μην πέσει στην ανεργιακή καταρράκωση. Το κορίτσι που για την ηλικία του δείχνει απίστευτη επαγγελματική ωριμότητα και που στον ελεύθερο χρόνο που του απομένει, ασχολείται με το κρίκετ, ελπίζοντας κάποια στιγμή να γίνει πρωταθλήτρια στο μη δημοφιλές αυτό σπορ, ούτε καν διανοείται πως μπορεί άλλος να στήσει καλύτερα τις δοκιμαστικές κούκλες μέσα στα αμάξια που με ταχύτητα καρφώνονται στους τοίχους. Κατά συνέπεια, αφραγκίας γαρ, ούτε διανοείται να μην το σκάσει για τις Ινδίες, ούτε καν γνωρίζοντας πως πρέπει να διασχίσει χώρες αφιλόξενες και άβατες, όπου παραμονεύουν κίνδυνοι αμέτρητοι. Το δεύτερος μέρος του έργου μάλιστα, ενόσω η Αγκλαέ, περνά μέσα από τα δυσπρόσιτα εδάφη του Καζακστάν και της Ρωσίας, έχοντας αφήσει πίσω τις φιλενάδες που εγκατέλειψαν την προσπάθεια, είναι κι εκείνο που διαθέτει την μεγαλύτερη θεματική συνέπεια, εστιάζοντας πάνω στο πρόσωπο της πραγματικής παθούσας. Και όχι στις αποπροσανατολιστικές βινιέτες των έτερων (μεγαλο)κοριτσιών, που προφανώς χρησιμοποιήθηκαν από την παραγωγή, λόγω του βαρύτατου πρωταγωνιστικού ονόματος τους (η θυγατέρα Depardieu και η Yolande Moreau).
Λογικό κι επόμενο τα υποκριτικά βάρη να πέσουν πάνω στις ράχες της ξανθούλας ζουμπουρλούς India Hair, που θυμόμαστε από την Camille Redouble που επίσης είχε προβληθεί στο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ και την είχε στείλει μέχρι τις πεντάδες των Cesar στις πιο ελπιδοφόρες νέες παρουσίες, έξι χρόνια πριν. Με αγριεμένες εκφράσεις η ταλαντούχα ηθοποιός, αλλά και με μια διάθεση να βγάλει προς τα έξω μια εικόνα σαν να μην έχει καταλάβει επακριβώς τι έχει αποφασίσει η φίρμα που υπηρετεί, προσεγγίζει με αξιοπρέπεια τον ρόλο, αλλά χωρίς την παραμικρή κωμική νότα στην θωριά της. Γεγονός που λογικά παίζει εις βάρος του συνόλου, το οποίο παλαντζάρει στο να διαλέξει ταυτότητα είδους και που παρότι έχει ένα πιο ανάλαφρο στυλ σχεδόν στο σύνολο του, στο φινάλε του καταφεύγει σε πιο ελεύθερες και μεταφορικές λύσεις, παρασυρμένο εμφανώς από το ανατολίτικο κλίμα και την πολυχρωμία της Ινδίας.
20 - 28 Μαρτίου 2018 Αθήνα / 29 Μαρτίου - 4 Απριλίου 2018 Θεσσαλονίκη
Episode II Απολύεστε!
Σκληρή κουβέντα αν την αντικρίσεις. Γνωρίζοντας καλά πως στο άκουσμα της πόσα όνειρα που είχες κτίσει πάνω σε ετούτη την δουλίτσα πάνε στράφι, πόσες υποχρεώσεις καρτερούν το μηνιάτικο αποτέλεσμα της πλέον μένουν εκκρεμείς, πόσες αγωνίες ξυπνά η επαύριο, καθώς με τεράστιο άγχος θα πρέπει να ριχτείς στο κυνήγι της αναζήτησης καινούργιας εργασίας. Φαινόμενο καθημερινό, σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου, που βιώνει την κοντά δεκαετίας ζωής πια, οικονομική κρίση, με απρόβλεπτα αποτελέσματα και αντιδράσεις από το υποκείμενο που παίρνει την άγουσα για το ταμείο αρωγής. Ένας λόγος παραπάνω για εκείνους τους φουκαράδες που έχουν περάσει το κατώφλι της μέσης ηλικίας και από τον περίγυρο έχουν κριθεί σαν απόμαχοι, συνεπώς δεν τους λογίζει και κανείς ως εργασιακά ισχυρούς για να τους προσλάβει, προτιμώντας, λογικότατα, φρέσκα, νεανικά (και σαφώς λιγότερων δικαιωμάτων) χέρια.
Με το ζήτημα της απειλής της ανεργίας καταπιάνονται οι τρεις ταινίες που είδαμε στο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ, η καθεμιά από την μεριά της με εντελώς διαφορετικό τρόπο, αλλά με συγκλίνουσα προς το κυρίως θέμα κατεύθυνση. Κι επειδή είναι γνωστό πως οι Φραντσέζοι παρότι παίρνουν πολύ στα σοβαρά τέτοιου είδους κοινωνικά ζητήματα, αρέσκονται ταυτόχρονα στο να τα προσεγγίζουν με μια κάποια γλαφυρότητα, όλες τους ανήκουν στην κατηγορία της κομεντί. Όχι της σπαρταριστής, αλλά της σοσιολογικά σατιρικής, με αρκετά δραματικά στοιχεία στην αφήγηση τους.
Από τους πιο γνωστούς Γάλλους ηθοποιούς, ο Ισραηλινής καταγωγής Yvan Attal, με διεθνή μάλιστα καριέρα καθώς έχει κρατήσει ρόλους σε χολιγουντιανές παραγωγές όπως το Munich του Beard και το Rush Hour 3, έχει ήδη δώσει τα διαπιστευτήρια του και πίσω από την κάμερα, καθώς από το 2001 (και το Ma Femme Est Une Actrisse, όπου πρωταγωνιστεί η πραγματικά ηθοποιός συμβία του Charlotte Gainsbourg) μέχρι σήμερα έχει υπογράψει πέντε ταινίες μεγάλου μήκους. Η τελευταία εξ αυτών και καλύτερη από όλες εκτιμώ, φέρει τον τίτλο Le Brio και κάνει την επίσημη πρώτη της παρουσίαση στα μέρη μας. στα πλαίσια του Διαγωνιστικού Τμήματος του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ Κινηματογράφου 2919.
Από τα παλαιοτέρα στελέχη του εκπαιδευτικού προσωπικού της έγκριτης νομικής σχολής των Παρισίων Ασσάς, είναι ο αυστηρός καθηγητής Πιερ Μαζάρ, ένας μοναχικός εξηντάρης, ιδιότροπος, με μόνιμα προκλητική συμπεριφορά προς όλους τους μαθητές του, που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ακραία ρατσιστικά του πιστεύω. Γεγονός που φυσικά έχει υποπέσει στην αντίληψη της Πρυτανείας που από την μεριά της προκειμένου να σώσει το κύρος του ιδρύματος έχει προβεί επανειλημμένα σε συστάσεις. Η σφοδρή επίθεση προς το πρόσωπο της πρωτοετούς, μετανάστριας τρίτης γενιάς, 18χρονης Νέιλα Σαλάχ, την ημέρα της έναρξης του εξαμήνου, θα αποτελέσει και την σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι, με συνέπεια ο βετεράνος δάσκαλος να οδηγηθεί στο πειθαρχικό συμβούλιο και κατοπινά στο γεροντοπαλικαρένιο σπίτι του. Απόλυση του, που θα αποτραπεί αν και εφόσον αποδεχτεί την πρόταση, να προετοιμάσει με τις αναμφίβολες γνώσεις του, την ίδια φιλόδοξη όσο και πάμφτωχη μελλοντική δικηγόρο, ώστε να εκπροσωπήσει την Σχολή στον Εθνικό μαθητικό διαγωνισμό ρητορικής. Ένας τίτλος που κάθε χρόνο αποτελεί μετάλλιο τιμής για όποιο Πανεπιστήμιο τον κατακτήσει.
Απλοϊκή, ενδεχόμενα και αφελής, στην σύσταση της η ιστορία που αφηγείται το φιλμ, στην προσπάθεια της να φέρει κοντά δύο πρόσωπα που δεν θα ταίριαζαν στην παραμικρή άλλη περίπτωση. Αντιπαλότητα που διακρίνεται από τις πρώτες κιόλας στιγμές που τα βλέμματα (και τα στόματα) τους συναντώνται στο Αμφιθέατρο της Νομικής. Εκείνος, ο ντυμένος στην πένα προφέσορας, ελάχιστο καιρό πριν την σύνταξη του, μοναχικός και απόμακρος, με λόγο προσεγμένο ίσαμε το τελευταίο σημείο στίξης του, απαράμιλλα προβοκατόρικο και σφαγιαστικό με το βαμβάκι, όμως, εκφράζει δημόσια, γνωρίζοντας και αδιαφορώντας για το τι θα πει η κοινότητα, την (προσωπική) απογοήτευση του για τον δρόμο που έχει πάρει η αγαπημένη του πατρίδα, έχοντας γεμίσει ξένους, που σταδιακά εκτοπίζουν τους γηγενείς "δικούς' του. Εκείνη, με προέλευση από κάποια επαρχία της Τυνησίας, κάτοικος σε διαμέρισμα του μουντού Κρετέιγ, ελπίζει κάποια στιγμή να ξεπεράσει την μιζέρια της κοινωνικής της κάστας και να αναρριχηθεί ταξικά, στηριγμένη αποκλειστικά και μόνο στις ικανότητες της, ελπίζοντας πως ο τόπος που ζει, θα της δώσει τις ευκαιρίες που αναζητά.
Με σημαντικές πινελιές χιούμορ, που γεννιέται στην διαλεκτική που αναπτύσσεται ανάμεσα στον στρυφνό Αλοζανφάν Ντε λα Πατρί μέντορα και την Δεν Σηκώνω Μύγα στο Σπαθί μου εκκολαπτόμενη Μετρ, η προβληματισμένη σοσιολογικά κωμωδία εξελίσσεται σε τέμπο Καράτε Κιντ, ίσαμε να οδηγηθεί στην τελική της πράξη όπου αμφότεροι της δυάδας έχουν ανταλλάξει μαθήματα συμπεριφοράς, οδηγούμενοι στον αναμενόμενα και επί γης ειρήνη επίλογο, που σηκώνει ψηλά την σημαία του όλοι μαζί για μια ενιαία Γαλλία (συν)υπάρχουμε. Όμορφο ρυθμό διατηρεί στην αφήγηση του ο Attal, δίχως να αποφεύγει τις ευκολίες ή και κάποιες ακραίες επιλογές στην μέθοδο εκμάθησης της ευφράδειας της πιτσιρίκας από τον κατά βάθος καλοσυνάτο, όπως αποδεικνύεται εντέλει Καθηγητή. Απίθανο το δέσιμο, σημείο κλειδί άλλωστε για την επιτυχία του έργου, του πρωταγωνιστικού ντουέτου, που το ορίζουν ο τόσο έμπειρος και εκ των κορυφαίων ερμηνευτών του Φραντσέζικου σινεμά ever, Daniel Auteuil και η νεαρή Αραβοκοψιά Camelia Jordana, που πανάξια για την ερμηνεία της, κατέκτησε ένα από τα πλέον δημοφιλή βραβεία Cesar, εκείνο της πιο ελπιδοφόρας νέας ηθοποιού!
Αξιόλογη είναι η περίπτωση του σκηνοθετικού διδύμου Alexandre Charlot και Franck Magnier, που ήδη έχει φέρει εις πέρας τρεις διαφορετικού ύφους κομεντί, με βασικό τους χαρακτηριστικό το ευρηματικό σενάριο. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πιο πρόσφατη εκ αυτών με τον τίτλο Les têtes de l'emploi, όπου η σύλληψη του θέματος πραγματικά ξεπερνά ακόμη και την πιο ταξιδιάρα φαντασία. Όχι και μεγάλη έκπληξη πάντως για τους δοκιμασμένους και στην συγγραφή κινηματογραφιστές, αφού δική τους έμπνευση υπήρξε το σενάριο του μέγκα χιτ εντός των συνόρων Bienvenue chez les Ch'tis, που χρόνια πριν είχε αποτελέσει ταινία έναρξης του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Η ταινία που επιμελούνται εδώ, προβάλλεται στον ίδιο ακριβώς θεσμό, στο επίσημο πρόγραμμα του Πανοράματος.
Απλώς κάνουν με κέφι την δουλειά τους και γι αυτό απολαμβάνουν τα θετικά αποτελέσματα των κόπων τους, οι τρεις υπάλληλοι του περιφερειακού γραφείου εύρεσης εργασίας, ο Στεφάν, η Κατί και ο Τιερί. Χάρη στην ευρηματικότητα τους αλλά και στην μέθοδο που διαχειρίζονται τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων, καταφέρνουν να βρουν δουλειά ακόμη και σε πρόσωπα με προφανή μειονεκτήματα, γεγονός που έχει μειώσει την ανεργία στην περιοχή στο μηδέν! Αποτέλεσμα τούτου, είναι πλέον το γραφείο όπου εργάζονται να μην έχει λόγο ύπαρξης και να μην χρειάζεται άλλο τις υπηρεσίες τους, με συνέπεια ως περιττούς να απαιτήσει την λύση της συνεργασίας τους. και τώρα πρέπει οι τρεις συνάδελφοι που βοήθησαν τόσο κόσμο να βολευτεί να αναζητήσουν την δική τους τύχη σε κάποιον - άλλο, ανοικτό και λειτουργικό - ΟΑΕΔ.
Απίθανη σύλληψη! Σε σημείο που να χτυπάς παλαμάκια επικροτώντας εκείνον που η σκέψη του γέννησε αυτή την ιδέα. Να πέσουν θύματα εργασιακά, οι ίδιοι που έκαναν άριστα την δουλειά τους, σε σημείο που να μην υπάρχει πια αντικείμενο για να εργαστούν! Και δείγμα όμως της φρενίτιδας απολύσεων που διακατέχει τις Δυτικές κοινωνίες, που στέλνει στην ανεργία καθημερινά χιλιάδες κόσμου, αδιαφορώντας για το πως θα τα φέρουν πέρα στο εφεξής. Μια εκτόξευση εισαγωγική όμως, που δεν συνοδεύεται από κάποια εξίσου εμπνευσμένη συνέχεια, καθώς πολύ σύντομα η αρχική έκπληξη ξεθυμαίνει και το διασκεδαστικό τρίο εισέρχεται σε μονοπάτια περισσότερο σλάπστικ για να βγάλει γέλιο, δίχως πάντοτε να το καταφέρνει με επιτυχία. Ίσως σε αυτό να μην βοηθούν και οι επιμέρους δραματικές υποιστορίες του τριγώνου, με τον αρχηγό της ομάδας να πρέπει να λύσει τα ζητήματα του γάμου του, την κυρία να υποχρεούται να τα βγάλει πέρα με τρία ανήλικα παιδιά και τον νεότερο της ομήγυρης να μην μπορεί να φέρει βόλτα μια ανέκφραστη, σχεδόν αδιάφορη σύζυγο.
Αρκετά καλή η συνύπαρξη τριών αξιόλογων Γάλλων ερμηνευτών, του αγνώριστου πίσω από τα πρόσθετα προσώπου Franck Dubosc που αναλαμβάνει να κινήσει τα νήματα της αντίδρασης των απολυμένων ενάντια στο αδηφάγο τραστ, της πενηντάρας αλλά καλοδιατηρημένης Elsa Zylberstein που ως ζωντοχήρα κρατά τον ρόλο του υπαρχηγού της σπείρας και του εκφραστικού μπουλούκου Francois Xavier Demaison, που αποδίδει με όρεξη το εκτελεστικό όργανο της ομάδας. Που πραγματικά όσο πλησιάζουμε στο φινάλε, οδηγείται σε κάποιες ακρότητες μάλλον εξωφρενικές και ενίοτε σουρεαλιστικές, που απομακρύνουν την ματιά από το κοινωνικό πρόβλημα, που στον πρόλογο του μέσα από τηλεοπτικά ντοκουμέντα, υπόσχονται να επιλύσουν στα λόγια, όλοι οι μεγάλοι και τρανοί Πρόεδροι της σύγχρονης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Εύελπι δημιουργού Eric Gravel ορίζεται μέσα από την ταινία Crash Test Aglae, μιας ταχύτατης και έξυπνης κομεντί, που επίσης από την μεριά της προσεγγίζει με τρόπο κεφάτα σατιρικό το ενδεχόμενο της απώλειας εργασίας. Πρόκειται για μια καθαρόαιμη road movie που παλεύει μέσα από τα μάτια μιας νεαρής, άπειρης και με άγνοια του πραγματικού κινδύνου κοπέλας, να αναδείξει το σαθρό πρόσωπο των αδηφάγων πολυεθνικών, που παίζουν διαρκώς παιχνίδια κερδοφορίας στις ράχες όσων έχουν στην δούλεψη τους. Πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Φρανκοφωνίας στο τμήμα του Πανοράματος.
Κυριολεκτικά την λατρεύει την εργασία της η 26χρονη Αγκλαέ Λανκτό, μια μοναχική κοπέλα που δουλεύει στην βαριά βιομηχανία αυτοκινήτων, στο κομμάτι του ελέγχου ασφαλείας των οχημάτων, προετοιμάζοντας με επαγγελματική συνέπεια τις δοκιμές των κρας τεστ. Όλα αυτά μέχρι την ημέρα που η εταιρία θα ανακοινώσει στους υπαλλήλους της - ανάμεσα τους και την ίδια - το κλείσιμο της φάμπρικας στην Γαλλία και την μετάβαση του στην μακρινή Ινδία, όπου το εργατικό κόστος είναι θεαματικά μικρότερο. Με την παρότρυνση μάλιστα πως όσοι επιθυμούν μπορούν να διατηρήσουν το πόστο τους, αρκεί να μεταβούν - ιδίοις εξόδοις - μέχρι την Καλκούτα, καμιά δεκαριά χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά από το Παρίσι. Αποφασισμένη να μην εγκαταλείψει την δουλειά της, η Αγκλαέ, συντροφιά με δυο ακόμη μη έχουσες στον ήλιο μοίρα συναδέλφους της θα φορτώσουν μπαγκάζια στο χιλιαράκι αμαξάκι τους και θα τραβήξουν ρότα ακολουθώντας τον ατελείωτο δρόμο της Ανατολής!
Σφύζει από αλληγορίες, που άλλες φορές είναι εύκολα και άλλες πολύ πιο δύστροπα επεξηγήσιμες η κωμωδία που στην ουσία προβάλλει το μέχρι που μπορεί να οδηγηθεί κανείς προκειμένου να μην πέσει στην ανεργιακή καταρράκωση. Το κορίτσι που για την ηλικία του δείχνει απίστευτη επαγγελματική ωριμότητα και που στον ελεύθερο χρόνο που του απομένει, ασχολείται με το κρίκετ, ελπίζοντας κάποια στιγμή να γίνει πρωταθλήτρια στο μη δημοφιλές αυτό σπορ, ούτε καν διανοείται πως μπορεί άλλος να στήσει καλύτερα τις δοκιμαστικές κούκλες μέσα στα αμάξια που με ταχύτητα καρφώνονται στους τοίχους. Κατά συνέπεια, αφραγκίας γαρ, ούτε διανοείται να μην το σκάσει για τις Ινδίες, ούτε καν γνωρίζοντας πως πρέπει να διασχίσει χώρες αφιλόξενες και άβατες, όπου παραμονεύουν κίνδυνοι αμέτρητοι. Το δεύτερος μέρος του έργου μάλιστα, ενόσω η Αγκλαέ, περνά μέσα από τα δυσπρόσιτα εδάφη του Καζακστάν και της Ρωσίας, έχοντας αφήσει πίσω τις φιλενάδες που εγκατέλειψαν την προσπάθεια, είναι κι εκείνο που διαθέτει την μεγαλύτερη θεματική συνέπεια, εστιάζοντας πάνω στο πρόσωπο της πραγματικής παθούσας. Και όχι στις αποπροσανατολιστικές βινιέτες των έτερων (μεγαλο)κοριτσιών, που προφανώς χρησιμοποιήθηκαν από την παραγωγή, λόγω του βαρύτατου πρωταγωνιστικού ονόματος τους (η θυγατέρα Depardieu και η Yolande Moreau).
Λογικό κι επόμενο τα υποκριτικά βάρη να πέσουν πάνω στις ράχες της ξανθούλας ζουμπουρλούς India Hair, που θυμόμαστε από την Camille Redouble που επίσης είχε προβληθεί στο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ και την είχε στείλει μέχρι τις πεντάδες των Cesar στις πιο ελπιδοφόρες νέες παρουσίες, έξι χρόνια πριν. Με αγριεμένες εκφράσεις η ταλαντούχα ηθοποιός, αλλά και με μια διάθεση να βγάλει προς τα έξω μια εικόνα σαν να μην έχει καταλάβει επακριβώς τι έχει αποφασίσει η φίρμα που υπηρετεί, προσεγγίζει με αξιοπρέπεια τον ρόλο, αλλά χωρίς την παραμικρή κωμική νότα στην θωριά της. Γεγονός που λογικά παίζει εις βάρος του συνόλου, το οποίο παλαντζάρει στο να διαλέξει ταυτότητα είδους και που παρότι έχει ένα πιο ανάλαφρο στυλ σχεδόν στο σύνολο του, στο φινάλε του καταφεύγει σε πιο ελεύθερες και μεταφορικές λύσεις, παρασυρμένο εμφανώς από το ανατολίτικο κλίμα και την πολυχρωμία της Ινδίας.
zerVo