του Θόδωρου Γιαχουστίδη
68η Berlinale: Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου
Σάλος με τον ελληνικό τελικό!!!
Σάλος με τον ελληνικό τελικό!!!
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές που επικαλείται η ιστοσελίδα του ogae Greece, η ΕΡΤ μόλις απέκλεισε από τον Ελληνικό Τελικό τις εταιρείες Spider (Χοροσταλίτες) και Spicy (Αρετή Κετιμέ), καθώς δεν κατέθεσαν εμπρόθεσμα τις εγγυητικές επιστολές, κάτι που κατάφερε μόνο η Panik (Γιάννα Τερζή). Οι δισκογραφικές εταιρείες πήραν εντολή την Δευτέρα στις 7 το βράδυ για κατάθεση των επιστολών, αλλά φαίνεται πως το διάστημα δεν επαρκούσε για να τις έχουν έτοιμες, καθώς οι τράπεζες χρειάζονται παραπάνω από τρεις μέρες για να τις ετοιμάσουν! Η απίστευτη αυτή ιστορία έρχεται να προστεθεί σαν κερασάκι στην τούρτα στο ατέλειωτο φετινό σήριαλ του Ελληνικού Τελικού και φαίνεται να δικαιώνει όσους μίλαγαν για άλλες εξελίξεις και επιπρόσθετα σενάρια...
Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν! Αλλά αντί να μιλήσουμε για εμβολισμούς πλοίων έξω από τα Ίμια και μετονομασίες αεροδρομίων και ΚΤΕΛ όπως πρότεινε η δημαρχάρα μας, ο Μπουτάρης – που είναι ήδη... αρχαία νέα – στην εισαγωγή μας για το φεστιβάλ Βερολίνου που σήκωσε και φέτος την αυλαία του σήμερα, είπαμε να (αντι)γράψουμε κάτι πιο πιασάρικο, μπας και δεήσει κανένας άνθρωπος και μας διαβάσει! Έτσι, αλιεύσαμε την παραπάνω είδηση που αφορά την ελληνική συμμετοχή στον προσεχή διαγωνισμό της Eurovision! Έτσι κι αλλιώς, η παρουσία της Ελλάδας στη φετινή Berlinale είναι από ισχνή έως ανύπαρκτη – και δεν φτάνει η προβολή της ταινίας του Μπάμπη Μακρίδη «Οίκτος» στο EFM, στο Μάρκετ δηλαδή, για να σωθούν τα προσχήματα. Αλλά, ας μην χρονοτριβούμε! Βουρ στον πατσά! Ποιον πατσά δηλαδή, με ντονέρ τη βγάλαμε κι απόψε, δηλαδή, ήμαρτον...
Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν! Αλλά αντί να μιλήσουμε για εμβολισμούς πλοίων έξω από τα Ίμια και μετονομασίες αεροδρομίων και ΚΤΕΛ όπως πρότεινε η δημαρχάρα μας, ο Μπουτάρης – που είναι ήδη... αρχαία νέα – στην εισαγωγή μας για το φεστιβάλ Βερολίνου που σήκωσε και φέτος την αυλαία του σήμερα, είπαμε να (αντι)γράψουμε κάτι πιο πιασάρικο, μπας και δεήσει κανένας άνθρωπος και μας διαβάσει! Έτσι, αλιεύσαμε την παραπάνω είδηση που αφορά την ελληνική συμμετοχή στον προσεχή διαγωνισμό της Eurovision! Έτσι κι αλλιώς, η παρουσία της Ελλάδας στη φετινή Berlinale είναι από ισχνή έως ανύπαρκτη – και δεν φτάνει η προβολή της ταινίας του Μπάμπη Μακρίδη «Οίκτος» στο EFM, στο Μάρκετ δηλαδή, για να σωθούν τα προσχήματα. Αλλά, ας μην χρονοτριβούμε! Βουρ στον πατσά! Ποιον πατσά δηλαδή, με ντονέρ τη βγάλαμε κι απόψε, δηλαδή, ήμαρτον...
Η φετινή ταινία έναρξης του φεστιβάλ δεν ήταν άλλη από το πολυαναμενόμενο «Isle of Dogs», η νέα ταινία του Wes Anderson δηλαδή! Ο οποίος έφερε μαζί του στη γερμανική πρωτεύουσα όλη την τσακαλοπαρέα. Αποφεύγω για πάνω από έναν λόγους να πηγαίνω σε συνεντεύξεις τύπου (κυρίως, επειδή οι ερωτήσεις που γίνονται είναι συνήθως απελπιστικά ηλίθιες!), αλλά σε αυτήν θα πήγαινα με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση! Κρατηθείτε και μετρήστε ποιοι παραβρέθηκαν στη συνέντευξη τύπου: Wes Anderson, Roman Coppola, Jason Schwartzman, o θεούλης Bill Murray, οι Bryan Cranston, Koyu Rankin, Liev Schreiber, Jeff Goldblum, Bob Balaban, Greta Gerwig και η μεγάλη αγάπη του Ζερβόπουλου, Tilda Swinton! Κι έλειπαν κι άλλοι τόσοι, που δανείζουν τις φωνές τους στην ταινία: Edward Norton, Scarlett Johansson, F. Murray Abraham, Frances McDormand, Yoko Ono (που δανείζει τη φωνή της σε μια βοηθό εργαστηρίου την οποία ονομάζουν... Γιόκο Όνο), Harvey Keitel, Ken Watanabe! Ο Anderson είναι πάντα ευπρόσδεκτος στο Βερολίνο (του είχα κάνει συνέντευξη εδώ το μακρινό πχια 2004 για την ταινία «Υδάτινες ιστορίες»). Πλάκα πλάκα, αυτή είναι η τέταρτη φορά που φέρνει ταινία του στην Berlinale από τις 9 που έχει συνολικά γυρίσει!
Η υπόθεση: Λίγα χρόνια μπροστά, στο μέλλον, η γιαπωνέζικη μητρόπολη Μεγκασάκι μαστίζεται από μια επιδημία. Ευκαιρία για τον απολυταρχικό δήμαρχο της πόλης, και μέγα γατόφιλο, Κομπαγιάσι, να μιλήσει για ανθρωποζωονόσο οφειλόμενη στους σκύλους! Παρά τις χλιαρές αντιδράσεις εκείνων που αγαπούν τον καλύτερο φίλο του ανθρώπου και τις εκκλήσεις επιστημόνων που υποστηρίζουν ότι βρίσκονται κοντά στη δημιουργία ορρού που θα σημάνει και τη θεραπεία των σκύλων, ο δήμαρχος, έχοντας την υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας, βγάζει διάταγμα με το οποίο όλοι οι σκύλοι εξορίζονται σε ένα νησί, όπου πετάγονται και τα σκουπίδια της πόλης. Εκεί λοιπόν θα βρεθούν ο Chief και ο Boss, ο Duke και ο King! Προσπαθούν να επιβιώσουν και αναπολούν τις παλιές καλές ημέρες. Τη ρουτίνα τους έρχεται να ταράξει ο Ατάρι. Ο Ατάρι είναι ο ανιψιός του δημάρχου, τον οποίο ο Κομπαγιάσι ουσιαστικά υιοθετεί. Ο Ατάρι όμως αγαπάει τα σκυλιά. Και βάζει πλώρη να πάει στο νησί των σκουπιδιών και να βρει το αγαπημένο του κατοικίδιο, τον Spots. Η παρέα των τεσσάρων θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει. Ο εχθρός, πάντως, παραμονεύει...
Η άποψή μας: Έτσι κι αλλιώς τα σύμπαντα που δημιουργεί ο Wes Anderson στις ταινίες του είναι πολύ ξεχωριστά και ιδιαίτερα, βάζοντας μέσα σε αυτά ήρωες εντελώς sui generis. Φανταστείτε τώρα τι γίνεται όταν μιλάμε για ταινία κινουμένων σχεδίων ή καλύτερα animation με χρήση μοντέλων! Το είχε ξανακάνει βεβαίως με το «Ο απίθανος κύριος Φοξ» (Fantastic Mr. Fox, 2009), εδώ όμως πετυχαίνει πραγματικό άθλο. Συνταιριάζει, αν έχετε το θεό σας, μια ταινία με ήρωες σκύλους, με τη λατρεία του για την Ιαπωνία, αποτίοντας φόρο τιμής στα μεγαθήρια Mizoguchi και Kurosawa ενώ παράλληλα γίνεται και πολιτικός, καταδικάζοντας την απολυταρχία και μιλώντας απ' έξω απ' έξω και για το θέμα της μετανάστευσης! Για την Αμερική του Τείχους με το Μεξικό, για την Ευρώπη των κλειστών συνόρων! Τα σκυλιά στην εξορία. Στο νησί των σκουπιδιών. Στους καταυλισμούς. Στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Βρε τον μπαγάσα. Όλο αυτό που κάνει, πάντως, είναι τρομερό όπως και να το δει κανείς. Είναι κάποιες στιγμές στην ταινία που οι πληροφορίες οι οποίες παρέχονται ανά δευτερόλεπτο είναι τόσο πολλές, που δεν προλαβαίνει να τις αφομοιώσει ο θεατής! Παίζει με κάθε ευκαιρία που του δίνεται! Πληροφορούμαστε πως οι σκύλοι μιλάνε αγγλικά (για να φεύγει αυτό από τη μέση), οι περισσότεροι διάλογοι ανθρώπων είναι στα γιαπωνέζικα αλλά υπάρχει μεταφραστής (!!!) ενώ ρόλο έχει και μια φοιτήτρια από το Οχάιο των ΗΠΑ, που βεβαίως, επίσης μιλάει αγγλικά! Πολλές φορές όσα λέγονται τα βλέπουμε γραμμένα πάνω στην εικόνα, έτσι, για να μην υπάρχει κανενός είδους κενό. Ο Anderson δεν αφήνει να πέσει τίποτε κάτω ενώ και οι αναφορές του είναι και πάρα πολλές και πολύ ευρέως φάσματος! Ο... μικρός πιλότος με το αεροπλάνο, ο Ατάρι, θα μπορούσε να είναι η ιαπωνική μορφή του μικρού πρίγκιπα πχ! Και η σχέση του Chief με την Nutmeg θα μπορούσε να είναι μια πιο σύγχρονη εκδοχή του ντισνεϊκού «Η Λαίδη και ο Αλήτης».
Τι ωραίες σκηνές: να περιγράφει η Nutmeg πως ήταν σκυλί επίδειξης κι έκανε κόλπα και ο Chief να τα κάνει εικόνες στο μυαλό του κυριολεκτικά! Ήδη από τη σκηνή όπου τα τέσσερα σκυλιά – φίλοι έρχονται σε κόντρα με άλλα σκυλιά με έπαθλο σκουληκιασμένα τρόφιμα, το χιούμορ, το ιδιαίτερο χιούμορ του Anderson ξεχειλίζει την οθόνη. «Ας το συζητήσουμε ρε παιδιά πριν φαγωθούμε μεταξύ μας, αξίζει τον κόπο να το κάνουμε για ελάχιστο χαλασμένο φαΐ;». Ε, ναι λοιπόν, αξίζει! Όλοι οι ηθοποιοί που δανείζουν τις φωνές τους κάνουν σπουδαία δουλειά. Εκείνος ο Edward Norton, θαρρείς πως πλέον βγαίνει από την καλύβα του μόνο για να παίξει σε ταινίες του Anderson! Τα inside jokes περισσεύουν. Η Yoko Ono δανείζει τη φωνή της στη βοηθό με το όνομα Yoko Ono! Ενώ στο τέλος, στα γράμματα που λέμε, βλέπουμε πως η Anjelica Huston έχει δανείσει τη φωνή της σε ένα βουβό σκύλο!!! Ο Alexandre Desplat έχει γράψει τόσο σπουδαία μουσική για άλλη μια φορά, αλλά τόσο μακριά από τα γνωστά του μονοπάτια.
Κάθε λεπτομέρεια έχει περάσει από δεκάδες κόσκινα και η ταινία δεν μπορεί παρά να σε αφήσει με το στόμα ανοιχτό. Αλλά και τα χείλη «κλειδωμένα» σε ένα μόνιμο χαμόγελο, τα μάτια ανά πάσα στιγμή έτοιμα να νοτιστούν από τη συγκίνηση, το μυαλό σε εγρήγορση να επεξεργαστεί τα data που παρέχονται και η καρδιά σε πλήρη συντονισμό με τα επί της οθόνης τεκταινόμενα, να χτυπάει δυνατά, όπως τα πελώρια ντραμς των ημίγυμνων Ιαπώνων. Απολαυστική ταινία και δεν θα μπορούσαμε να ελπίζουμε σε καλύτερη αρχή για το φεστιβάλ. Να σημειώσουμε πως η ταινία συμμετέχει κανονικά στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ...
Η υπόθεση: Λίγα χρόνια μπροστά, στο μέλλον, η γιαπωνέζικη μητρόπολη Μεγκασάκι μαστίζεται από μια επιδημία. Ευκαιρία για τον απολυταρχικό δήμαρχο της πόλης, και μέγα γατόφιλο, Κομπαγιάσι, να μιλήσει για ανθρωποζωονόσο οφειλόμενη στους σκύλους! Παρά τις χλιαρές αντιδράσεις εκείνων που αγαπούν τον καλύτερο φίλο του ανθρώπου και τις εκκλήσεις επιστημόνων που υποστηρίζουν ότι βρίσκονται κοντά στη δημιουργία ορρού που θα σημάνει και τη θεραπεία των σκύλων, ο δήμαρχος, έχοντας την υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας, βγάζει διάταγμα με το οποίο όλοι οι σκύλοι εξορίζονται σε ένα νησί, όπου πετάγονται και τα σκουπίδια της πόλης. Εκεί λοιπόν θα βρεθούν ο Chief και ο Boss, ο Duke και ο King! Προσπαθούν να επιβιώσουν και αναπολούν τις παλιές καλές ημέρες. Τη ρουτίνα τους έρχεται να ταράξει ο Ατάρι. Ο Ατάρι είναι ο ανιψιός του δημάρχου, τον οποίο ο Κομπαγιάσι ουσιαστικά υιοθετεί. Ο Ατάρι όμως αγαπάει τα σκυλιά. Και βάζει πλώρη να πάει στο νησί των σκουπιδιών και να βρει το αγαπημένο του κατοικίδιο, τον Spots. Η παρέα των τεσσάρων θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει. Ο εχθρός, πάντως, παραμονεύει...
Η άποψή μας: Έτσι κι αλλιώς τα σύμπαντα που δημιουργεί ο Wes Anderson στις ταινίες του είναι πολύ ξεχωριστά και ιδιαίτερα, βάζοντας μέσα σε αυτά ήρωες εντελώς sui generis. Φανταστείτε τώρα τι γίνεται όταν μιλάμε για ταινία κινουμένων σχεδίων ή καλύτερα animation με χρήση μοντέλων! Το είχε ξανακάνει βεβαίως με το «Ο απίθανος κύριος Φοξ» (Fantastic Mr. Fox, 2009), εδώ όμως πετυχαίνει πραγματικό άθλο. Συνταιριάζει, αν έχετε το θεό σας, μια ταινία με ήρωες σκύλους, με τη λατρεία του για την Ιαπωνία, αποτίοντας φόρο τιμής στα μεγαθήρια Mizoguchi και Kurosawa ενώ παράλληλα γίνεται και πολιτικός, καταδικάζοντας την απολυταρχία και μιλώντας απ' έξω απ' έξω και για το θέμα της μετανάστευσης! Για την Αμερική του Τείχους με το Μεξικό, για την Ευρώπη των κλειστών συνόρων! Τα σκυλιά στην εξορία. Στο νησί των σκουπιδιών. Στους καταυλισμούς. Στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Βρε τον μπαγάσα. Όλο αυτό που κάνει, πάντως, είναι τρομερό όπως και να το δει κανείς. Είναι κάποιες στιγμές στην ταινία που οι πληροφορίες οι οποίες παρέχονται ανά δευτερόλεπτο είναι τόσο πολλές, που δεν προλαβαίνει να τις αφομοιώσει ο θεατής! Παίζει με κάθε ευκαιρία που του δίνεται! Πληροφορούμαστε πως οι σκύλοι μιλάνε αγγλικά (για να φεύγει αυτό από τη μέση), οι περισσότεροι διάλογοι ανθρώπων είναι στα γιαπωνέζικα αλλά υπάρχει μεταφραστής (!!!) ενώ ρόλο έχει και μια φοιτήτρια από το Οχάιο των ΗΠΑ, που βεβαίως, επίσης μιλάει αγγλικά! Πολλές φορές όσα λέγονται τα βλέπουμε γραμμένα πάνω στην εικόνα, έτσι, για να μην υπάρχει κανενός είδους κενό. Ο Anderson δεν αφήνει να πέσει τίποτε κάτω ενώ και οι αναφορές του είναι και πάρα πολλές και πολύ ευρέως φάσματος! Ο... μικρός πιλότος με το αεροπλάνο, ο Ατάρι, θα μπορούσε να είναι η ιαπωνική μορφή του μικρού πρίγκιπα πχ! Και η σχέση του Chief με την Nutmeg θα μπορούσε να είναι μια πιο σύγχρονη εκδοχή του ντισνεϊκού «Η Λαίδη και ο Αλήτης».
Τι ωραίες σκηνές: να περιγράφει η Nutmeg πως ήταν σκυλί επίδειξης κι έκανε κόλπα και ο Chief να τα κάνει εικόνες στο μυαλό του κυριολεκτικά! Ήδη από τη σκηνή όπου τα τέσσερα σκυλιά – φίλοι έρχονται σε κόντρα με άλλα σκυλιά με έπαθλο σκουληκιασμένα τρόφιμα, το χιούμορ, το ιδιαίτερο χιούμορ του Anderson ξεχειλίζει την οθόνη. «Ας το συζητήσουμε ρε παιδιά πριν φαγωθούμε μεταξύ μας, αξίζει τον κόπο να το κάνουμε για ελάχιστο χαλασμένο φαΐ;». Ε, ναι λοιπόν, αξίζει! Όλοι οι ηθοποιοί που δανείζουν τις φωνές τους κάνουν σπουδαία δουλειά. Εκείνος ο Edward Norton, θαρρείς πως πλέον βγαίνει από την καλύβα του μόνο για να παίξει σε ταινίες του Anderson! Τα inside jokes περισσεύουν. Η Yoko Ono δανείζει τη φωνή της στη βοηθό με το όνομα Yoko Ono! Ενώ στο τέλος, στα γράμματα που λέμε, βλέπουμε πως η Anjelica Huston έχει δανείσει τη φωνή της σε ένα βουβό σκύλο!!! Ο Alexandre Desplat έχει γράψει τόσο σπουδαία μουσική για άλλη μια φορά, αλλά τόσο μακριά από τα γνωστά του μονοπάτια.
Κάθε λεπτομέρεια έχει περάσει από δεκάδες κόσκινα και η ταινία δεν μπορεί παρά να σε αφήσει με το στόμα ανοιχτό. Αλλά και τα χείλη «κλειδωμένα» σε ένα μόνιμο χαμόγελο, τα μάτια ανά πάσα στιγμή έτοιμα να νοτιστούν από τη συγκίνηση, το μυαλό σε εγρήγορση να επεξεργαστεί τα data που παρέχονται και η καρδιά σε πλήρη συντονισμό με τα επί της οθόνης τεκταινόμενα, να χτυπάει δυνατά, όπως τα πελώρια ντραμς των ημίγυμνων Ιαπώνων. Απολαυστική ταινία και δεν θα μπορούσαμε να ελπίζουμε σε καλύτερη αρχή για το φεστιβάλ. Να σημειώσουμε πως η ταινία συμμετέχει κανονικά στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ...
Όπως και πέρσι έτσι και φέτος, η δεύτερη ταινία που είδαμε στην Berlinale ήταν γερμανική και συμμετέχει στο τμήμα Berlinale Special Gala. Τίτλος της εφετινής: «Das schweigende Klassenzimmer», μεταφράζεται ως «Η σιωπηρή τάξη», ο αγγλικός τίτλος της ταινίας όμως είναι «The Silent Revolution». Έχει γυρίσει αρκετές ταινίες και τηλεταινίες, η μοναδική του ταινία, πάντως, η οποία πήρε διανομή στη χώρα μας ήταν το «Υπόθεση Φριτς Μπάουερ: Μυστική ατζέντα» (Der Staat gegen Fritz Bauer, 2015). Μάλιστα, δύο από τους πρωταγωνιστές εκείνης της ταινίας και συγκεκριμένα οι Burghart Klaussner και Ronald Zehrfeld, έχουν και στη νέα ταινία βασικό ρόλο. Το σενάριο της ταινίας στηρίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Dietrich Garstka, ο οποίος περιγράφει σε αυτό τις περιπέτειες του ιδίου και των συμμαθητών του, επομένως μπορούμε να πούμε πως η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα.
Η υπόθεση: 1956. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους σε ένα σινεμά του δυτικού Βερολίνου, δυο έφηβοι φίλοι, ο Τέο και ο Κουρτ, βλέπουν επίκαιρα που τους τρομοκρατούν και τους αγχώνουν κι έχουν να κάνουν με τον ξεσηκωμό στην Ουγγαρία και τις κινήσεις των Σοβιετικών να τον σταματήσουν. Γυρνώντας πίσω στην πόλη τους, το Στάλινσταντ, στην Ανατολική Γερμανία, προσπαθούν να βρουν τρόπο για να αντιδράσουν, να δείξουν τη συμπαράστασή τους στο λαό της Ουγγαρίας και να τα βάλουν για άλλη μια φορά με τους Σοβιετικούς. Αποφασίζουν να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή (σημείωση: στη Γερμανία κρατάνε δύο λεπτά σιγή) στην τάξη τους, στο πρώτο τους μάθημα της επόμενης μέρας. Όμως, η κίνησή τους δεν περνάει απαρατήρητη. Η περιφερειάρχης παιδείας εμπλέκεται και σύντομα στο σχολείο τους εμφανίζεται κοτζάμ υπουργός! Τα παιδιά έχουν αποφασίσει να πουν ψέματα: πως δηλαδή κράτησαν ενός λεπτού σιγή προς τιμής του Φέρεντς Πούσκας, του σπουδαίου Ούγγρου ποδοσφαιριστή, που οι φήμες έλεγαν πως σκοτώθηκε στις αναταραχές. Ο κρατικός μηχανισμός όμως βλέπει σημάδια απειθαρχίας τα οποία βαφτίζει κίνηση με αντεπαναστατικά κίνητρα! Και ο υπουργός Παιδείας τους εκφοβίζει: αν μέσα σε μια βδομάδα δεν κατονομάσουν τον υποκινητή της συγκεκριμένης πράξης, όλα τα παιδιά της τάξης κινδυνεύουν με κάτι που θα καταστρέψει τη ζωή τους. Πώς θα αντιδράσουν;
Η άποψή μας: Κάτι σαν το «Οι ζωές των άλλων», αλλά με πρωταγωνιστές παιδιά φαντάζει τούτη η καλογυρισμένη γερμανική ταινία, που βεβαίως, αναγκαστικά, είναι και εξόχως... αντεπαναστατική – αντικομουνιστική. Ας είναι. Δεν μπορούμε να πούμε πως πίσω από το... Σκδηρούν Παραπέτασμα υπήρχε ένα όμορφος κόσμος, αγγελικά πλασμένος. Προς θεού. Ο έμπειρος σκηνοθέτης μας βάζει σωστά και με σαφήνεια στα τεκταινόμενα και το καστ του, που αποτελείται από όλη την ταλαντούχα, πρωτόβγαλτη πιτσιρικαρία του γερμανικού σινεμά, με τους ρόλους των ενηλίκων να τους υποδύονται πιο μεγάλα ονόματα, τα πάει μια χαρά σε ότι αφορά τις ερμηνείες. Και η αφήγηση δεν έχει προβλήματα.
Το τόσο δα μικρό περιστατικό μεγεθύνεται, γιγαντώνεται, όχι ακριβώς γι' αυτό που είναι πραγματικά αλλά γι' αυτό που θα μπορούσε να εκκινήσει. Και μετά αρχίζει η τρομοκρατία. Μέσα στην τάξη, οι αρχές ζητούν ονόματα για τιμωρία και παραδειγματισμό. Εκτός τάξης, στα σπίτια τους, οι βασικοί ήρωες καλούνται να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις των δικών τους, των οικογενειών τους. Μικρά παιδιά ουσιαστικά, να καλούνται να σηκώσουν στους ώμους τους κάτι τόσο μεγάλο. Αυτό που τίθεται ως δίλημμα είναι απλό: να «καρφώσουν» για να γλυτώσουν τον εαυτό τους; Ή να δείξουν πραγματική αλληλεγγύη μεταξύ τους; Η λέξη Στάζι δεν αναφέρεται πουθενά, αν και η μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας, που ρουφιάνευε τους πολίτες της, είχε δημιουργηθεί ήδη από το 1950. Αλλά η λογική του εκφοβισμού, του εκβιασμού και του παραδειγματισμού είναι πανταχού παρούσα στην ταινία. Μια ταινία, που σε στιγμές έχει και αγωνία, έχει ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις, διαθέτει και τις απαραίτητες ανατροπές, αλλά τελικά δεν έχει το κάτι παραπάνω για να μπορεί να αφορά ένα κοινό πέρα από το γερμανικό.
Να σημειώσουμε πως προς το φινάλε έχουμε μια σκηνή ντάλε κουάλε κλεμμένη (άντε, δανεισμένη) από τον «Κύκλο των χαμένων ποιητών», αλλά προφανώς με παραπομπή και στην ταινία «Σπάρτακος»! Δεν είναι κακή ταινία αλλά είναι λίγο... ύποπτο το timing της δημιουργίας της. Ας είναι. Σύντροφοι, νικάμε!
Η υπόθεση: 1956. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους σε ένα σινεμά του δυτικού Βερολίνου, δυο έφηβοι φίλοι, ο Τέο και ο Κουρτ, βλέπουν επίκαιρα που τους τρομοκρατούν και τους αγχώνουν κι έχουν να κάνουν με τον ξεσηκωμό στην Ουγγαρία και τις κινήσεις των Σοβιετικών να τον σταματήσουν. Γυρνώντας πίσω στην πόλη τους, το Στάλινσταντ, στην Ανατολική Γερμανία, προσπαθούν να βρουν τρόπο για να αντιδράσουν, να δείξουν τη συμπαράστασή τους στο λαό της Ουγγαρίας και να τα βάλουν για άλλη μια φορά με τους Σοβιετικούς. Αποφασίζουν να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή (σημείωση: στη Γερμανία κρατάνε δύο λεπτά σιγή) στην τάξη τους, στο πρώτο τους μάθημα της επόμενης μέρας. Όμως, η κίνησή τους δεν περνάει απαρατήρητη. Η περιφερειάρχης παιδείας εμπλέκεται και σύντομα στο σχολείο τους εμφανίζεται κοτζάμ υπουργός! Τα παιδιά έχουν αποφασίσει να πουν ψέματα: πως δηλαδή κράτησαν ενός λεπτού σιγή προς τιμής του Φέρεντς Πούσκας, του σπουδαίου Ούγγρου ποδοσφαιριστή, που οι φήμες έλεγαν πως σκοτώθηκε στις αναταραχές. Ο κρατικός μηχανισμός όμως βλέπει σημάδια απειθαρχίας τα οποία βαφτίζει κίνηση με αντεπαναστατικά κίνητρα! Και ο υπουργός Παιδείας τους εκφοβίζει: αν μέσα σε μια βδομάδα δεν κατονομάσουν τον υποκινητή της συγκεκριμένης πράξης, όλα τα παιδιά της τάξης κινδυνεύουν με κάτι που θα καταστρέψει τη ζωή τους. Πώς θα αντιδράσουν;
Η άποψή μας: Κάτι σαν το «Οι ζωές των άλλων», αλλά με πρωταγωνιστές παιδιά φαντάζει τούτη η καλογυρισμένη γερμανική ταινία, που βεβαίως, αναγκαστικά, είναι και εξόχως... αντεπαναστατική – αντικομουνιστική. Ας είναι. Δεν μπορούμε να πούμε πως πίσω από το... Σκδηρούν Παραπέτασμα υπήρχε ένα όμορφος κόσμος, αγγελικά πλασμένος. Προς θεού. Ο έμπειρος σκηνοθέτης μας βάζει σωστά και με σαφήνεια στα τεκταινόμενα και το καστ του, που αποτελείται από όλη την ταλαντούχα, πρωτόβγαλτη πιτσιρικαρία του γερμανικού σινεμά, με τους ρόλους των ενηλίκων να τους υποδύονται πιο μεγάλα ονόματα, τα πάει μια χαρά σε ότι αφορά τις ερμηνείες. Και η αφήγηση δεν έχει προβλήματα.
Το τόσο δα μικρό περιστατικό μεγεθύνεται, γιγαντώνεται, όχι ακριβώς γι' αυτό που είναι πραγματικά αλλά γι' αυτό που θα μπορούσε να εκκινήσει. Και μετά αρχίζει η τρομοκρατία. Μέσα στην τάξη, οι αρχές ζητούν ονόματα για τιμωρία και παραδειγματισμό. Εκτός τάξης, στα σπίτια τους, οι βασικοί ήρωες καλούνται να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις των δικών τους, των οικογενειών τους. Μικρά παιδιά ουσιαστικά, να καλούνται να σηκώσουν στους ώμους τους κάτι τόσο μεγάλο. Αυτό που τίθεται ως δίλημμα είναι απλό: να «καρφώσουν» για να γλυτώσουν τον εαυτό τους; Ή να δείξουν πραγματική αλληλεγγύη μεταξύ τους; Η λέξη Στάζι δεν αναφέρεται πουθενά, αν και η μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας, που ρουφιάνευε τους πολίτες της, είχε δημιουργηθεί ήδη από το 1950. Αλλά η λογική του εκφοβισμού, του εκβιασμού και του παραδειγματισμού είναι πανταχού παρούσα στην ταινία. Μια ταινία, που σε στιγμές έχει και αγωνία, έχει ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις, διαθέτει και τις απαραίτητες ανατροπές, αλλά τελικά δεν έχει το κάτι παραπάνω για να μπορεί να αφορά ένα κοινό πέρα από το γερμανικό.
Να σημειώσουμε πως προς το φινάλε έχουμε μια σκηνή ντάλε κουάλε κλεμμένη (άντε, δανεισμένη) από τον «Κύκλο των χαμένων ποιητών», αλλά προφανώς με παραπομπή και στην ταινία «Σπάρτακος»! Δεν είναι κακή ταινία αλλά είναι λίγο... ύποπτο το timing της δημιουργίας της. Ας είναι. Σύντροφοι, νικάμε!