Η Ζούγκλα (Jungle) Poster ΠόστερΗ Ζούγκλα

του Greg McLean. Με τους Daniel Radcliffe, Alex Russell, Thomas Kretschmann, Yasmin Kassim, Joel Jackson, Jacek Koman


It's Jungle Out There
του zerVo (@moviesltd)

Υπάρχει αποξαρχής ένα βασικό ζήτημα με όλες αυτές τις (όμορφα φωτογραφημένες, αυτό άλλωστε είναι και το μεγάλο τους ατού) ταινίες, που συνθέτουν το κινηματογραφικό υπο-είδος του Survival. Περιπτώσεις που ο κεντρικός ήρωας εισέρχεται οικειοθελώς και με σκοπό της εκτόξευση της αδρεναλίνης (του), σε εδάφη δύσβατα, απόκρημνα, με μηδενική επικοινωνία με τον πολιτισμό, συνεπώς παίζοντας κορώνα γράμματα την ζωή του, όπως πιο ενδεικτικά παρακολουθήσαμε για παράδειγμα στις 127 Hours, στο Into The Wild ή στο Wild. Την ώρα που εκείνος πέφτει σε διαρκείς παγίδες που του στήνει η ίδια η φύση, παίρνει μπροστά στο υποσυνείδητο του θεατή, το γνωμικό αυτού που ανακατεύεται με τα πίτουρα, με συνέπεια να εξελιχθεί σε φαγώσιμο των ορνίθων, σαν να φυτιλιάζει δηλαδή μια σχετική αδιαφορία για το αν θα βγει ζωντανός από την μάχη, που ο ίδιος επιζήτησε. Ηθελέστα και παθέστα κανόνας, από τον οποίο δεν διαφεύγει ούτε το δείγμα τυπικό στο σχετικό genre, Jungle, που ο τίτλος του είναι απόλυτα ενδεικτικός για όσα θα δούμε στην μεγάλη οθόνη.

Η Ζούγκλα (Jungle) Quad Poster Πόστερ
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δύσκολης τριετούς θητείας του στον Ισραηλινό στρατό και αφού ξόδεψε μια ολόκληρη περιουσία χαρτοπαίζοντας στα λαμπερά καζίνο του Βέγκας, ο 25χρονος Γιόσι Γκίνσμπεργκ, αδέκαρος πλέον, θα πάρει την απόφαση να δει τον κόσμο με τα δικά του μάτια, όσο είναι ακόμη νέος και δυνατός. Ο δρόμος της αναζήτησης θα τον οδηγήσει στα εδάφη της αινιγματικής Λατινικής Αμερικής, στα κοινόβια του Μεξικό, της Κολομβίας και της Βολιβίας, εκεί που θα γνωρίσει καινούργια εντυπωσιακά μέρη και ανθρώπους με όμοια ενδιαφέροντα. Όπως τον φωτορεπόρτερ Κέβιν, που αναζητά την αποκλειστικότητα εκείνη που θα του ανοίξει τις πόρτες των ονομαστών περιοδικών και τον δεινό εξερευνητή Μάρκους, που επίσης αναζητά να μάθει περισσότερα για τον τρόπο ζωής των καλόκαρδων νοτιοαμερικάνων χωρικών.

Μια συνύπαρξη του τριγώνου που θα πάρει εντελώς διαφορετική τροπή, από την στιγμή που οι κομπανιέροι θα γνωρίσουν τον Καρλ, έναν επιδειξία, περιπλανώμενο τυχοδιώκτη, που θα ρίξει την ιδέα της αναζήτησης ενός χαμένου στα βάθη της Βολιβιανής ζούγκλας, ινδιάνικου χωριού, που σύμφωνα με τον τοπικό θρύλο η καταστροφή του, κρύβει αμέτρητα μυστικά. Παρασυρμένοι από το νεανικό πάθος, οι τρεις φίλοι θα πάρουν την απόφαση να ακολουθήσουν τον μοναχικό άντρα στην εξερεύνηση του, δίνοντας του αρμοδιότητες αρχηγού και ακολουθώντας πιστά κάθε του βήμα, δείχνοντας του αμέριστη εμπιστοσύνη, εκτιμώντας πως γνωρίζει, έστω και διαβάζοντας τον χάρτη, τα κατατόπια. Λάθος μοιραίο και μεγάλο,, που δεν θα αργήσουν να το πληρώσουν, καθώς απομακρυσμένοι δεκάδες χιλιόμετρα από τον υπόλοιπο κόσμο, θα χαθούν μέσα στις πυκνές φυλλωσιές στο πλάι του αφιλόξενου ποταμού, έχοντας να αντιμετωπίσουν αμέτρητους θανάσιμους κινδύνους. Άγρια ζώα, υγρασία, αρρώστιες και το κυριότερο την πείνα.

Αφηγούμενο το μακρύ ταξίδι της άπειρης, όπως θα αποδειχθεί στην πορεία, φράξιας, από την σκοπιά του Γιόσι - πραγματική, συγκλονιστική εμπειρία που άλλωστε κατέγραψε στα απομνμημνεύματα του, που έγιναν μπεστ σέλλερ - δίνει την εντύπωση πως τουλάχιστον εκείνος από όλη την ομάδα, είναι ο δειλός, ο φοβισμένος, ο κατατρομαγμένος, για το άγνωστο που κρύβουν ξωπίζω τους τα δύσβατα μονοπάτια. Όσο η ματσέτα ανοίγει δρομάκια που μπάζουν ολοένα και πιο πολύ τους συντρόφους στην άγρια φύση, γίνεται κατανοητό πως δεν υπάρχει ούτε ένας από την τετράδα, ακόμη και ο πολύς ηγέτης / ιχνηλάτης, που να μην τρέμει στην ιδέα του τι τους καρτερεί στο επόμενο βήμα. Το σημείο μηδέν, εκεί που στην ουσία λήγει η πρώτη πράξη του ναρέισον, είναι η στιγμή της διαίρεσης, όταν οι μισοί παίρνουν την απόφαση της επιστροφής και οι υπόλοιποι το ρίσκο να συνεχίσουν,, όσο βαστούν τα πόδια τους, το ματαιόδοξο από κάθε άποψης ταξίδι.

Είναι η ώρα που η φύση φοράει το αγριότερο της πρόσωπο για να υποδεχθεί τους εναπομείναντες εισβολείς της γαλήνης της, τσακίζοντας τους κυριολεκτικά, τόσο σωματικά, μα το κυριότερο ψυχικά, ίσαμε να φτάσουν στο τέρμα, στην ολοκληρωτική παραίτηση. Φυσικά γνωρίζοντας από την αρχή πως αναφερόμαστε σε αληθινά γεγονότα, που έχουν καταγραφεί σε μεμουάρ, το στοιχείο του σασπένς για τι θα συμβεί στο φινάλε είναι εξαφανισμένο, παρόλα αυτά η βαθμιαία αυξανόμενου τέμπο πλοκή, δεν χάνει την ευκαιρία να τραβήξει την έτσι κι αλλιώς αφόρητη κατάσταση, ακόμη πιο πολύ στα άκρα, μετατρέποντας τους εξερευνητές σε αγρίμια, που πρέπει να φορέσουν το ντύμα του προσαρμοσμένου στις συνθήκες ζώου, αν επιθυμούν να βγουν από την δύσκολη αυτή συνθήκη νικητές. Και οι πιθανότητες να πετύχουν, ολοένα και μειώνονται, σχεδόν εκμηδενίζονται.

Επιτυχία θα έλεγα που πιστώνεται ο σκηνοθέτης Greg McLean, με το πολύ ενδιαφέρον παρελθόν του Wolf Creek και του Rogue, που εδώ σερβίρει ένα καλοστημένο adventure επιβίωσης, όχι με μέθοδο επίπεδη και ανέμπνευστη, αλλά στοχεύοντας περισσότερο στο να αναδείξει την ανθρώπινη ανάγκη για τον εντοπισμό του καινούργιου, του απίθανου, του αγνώστου. Φυσικά και υπάρχουν ασυνέπειες και όσο ο ένας μετά τον άλλο οι ταξιδευτές μειώνονται, κυριαρχεί και το συναίσθημα της επανάληψης των σεκάνς, ας όψεται όμως η πανέμορφη κινηματογράφηση του εξαίρετου εδώ Stefan Duscio, που δεν φροντίζει μόνο για να δώσει όμορφες αποχρώσεις στο φόντο, αλλά πετά την κάμερα πέρα δώθε, σε βράχους, γκρεμούς, ακόμη και στον ίδιο τον βυθό του χειμάρρου, για να αποδώσει τα γεγονότα, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ρεαλισμό.

Κι ενώ οι τρεις χαρακτήρες, πέραν του βασικού, του αφηγητή, δεν πέτυχαν ιδιαίτερα στο κάστινγκ, μιας και κατά βάση ερμηνεύουν το δράμα λες και δεν τρέχει τίποτα, ακόμη κι αν σε λίγα μέτρα θα τους καταπιεί ο καταρράκτης, δεν ισχύει το ίδιο για τον σταρ του πονήματος, Daniel Radcliffe, που υποκριτικά τουλάχιστον, βρίσκεται πέντε έξι σκάλες πάνω από τους συμπαίκτες του. Πεπειραμένος πια ο Χάρι Πότερ, δεν φοβάται να τσαλακωθεί, να γίνει ένας πραγματικός και όχι ντεμέκκ Survivor, να μετατραπεί σε κτήνος, στην αμφίβολης εξέλιξης απόπειρα του να σωθεί. Ιδανικό το ταίριασμα του μικρού το δέμας και babyface (που στα φλασμπάκ πλάνα τονίζεται ακόμη πιότερο το νεανικότατο της φυσιογνωμίας του) Εγγλέζου, στο να αποδώσει τον μηδενισμένο υλικά, ισοπεδωμένο από συναισθήματα, αλλά πανέτοιμο να ριχτεί στην μάχη για να σώσει το τομάρι του, γεμάτο άγνοια κινδύνου νεαρό. Που, σύμφωνοι, αν σταθούμε απλοικά στο βασικό θεώρημα, του καλά να πάθει κι αυτός κι οι υπόλοιποι βίβερε περικολοζαμέντε νέοι, ταινία δεν θα δούμε. Το Jungle όμως, με κάποια όμορφα χαρίσματα του, μας αποσπά από αυτή την συλλογιστική της ασφαλούς διαβίωσης, μας μπάζει στο στόρι κι αυτό, πρέπει να ομολογήσω πως είναι πραγματικά, επίτευγμα του.

Η Ζούγκλα (Jungle) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Νοεμβρίου 2017 από την Spentzos Films!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική