Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

11η ανταπόκριση – Κυριακή 12 Νοεμβρίου
«Birdie Nam Nam!»

Τι γυρεύει ετούτη η φανταστική ατάκα του Peters Sellers σε μια από τις τελευταίες (αν όχι την τελευταία – εξαρτάται από τα κουράγια μας) ανταπόκριση από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης; Ε, λοιπόν, την ατάκα ο Sellers την είπε υποδυόμενος τον Ινδό Hrundi V. Bakshi στην ταινία «Το πάρτι» (The Party, 1968) του Blake Edwards. Σχεδόν 50 χρόνια μετά, το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το αγαπημένο μας φεστιβάλ, φτάνει στο τέλος του σήμερα και μετά την τελετή απονομής των βραβείων, θα ολοκληρωθεί με ένα άλλο πάρτι! Την ταινία «Το πάρτι» της Sally Potter! Πολύ γέλιο η ταινία, θα σας πούμε περισσότερα γι' αυτήν λίγο πιο κάτω. Όσοι παραβρεθείτε στην τελετή, θα έχετε την ευκαιρία να με θαυμάσετε (μουάχαχαχαχα) τη στιγμή που θα απονέμω το βραβείο της FIPRESCI για την καλύτερη ταινία από το τμήμα «Ελληνικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου». Θα πέσουν τα τσιμέντα λέμε!

The Party Artist TIFF 2017

Με τη δεύτερη ταινία της, το «Orlando», η Βρετανίδα Sally Potter έβαλε το όνομά της στη λίστα με τους πιο ενδιαφέροντες νέους δημιουργούς της εποχής της. Και μας σύστησε ουσιαστικά μια ηθοποιό, την Tilda Swinton, σε μια μαγική ερμηνεία. Με την όγδοη μεγάλου μήκους ταινία της, που έχει τον εύγλωττο τίτλο «Το πάρτι» (The Party) συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα της περασμένης Berlinale! Είναι η πρώτη της ταινία μετά από πέντε χρόνια απουσίας από τα κινηματογραφικά δρώμενα, είναι η πρώτη της ασπρόμαυρη ταινία και είναι η ταινία της από τις μεγάλου μήκους, που έχει τη μικρότερη διάρκεια! Και ειναι απολαυστική από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό!

Η υπόθεση: Η Τζάνετ είναι μια 40something (ίσως και 50something) πολιτικός που μόλις έχει διοριστεί σκιώδης υπουργός από το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης στη Μεγάλη Βρετανία! Αυτή είναι η μεγαλύτερη στιγμή της πολιτικής της καριέρας. Έτσι, καλεί ορισμένους φίλους της για ένα μικρό πάρτι στο σπίτι της. Συγκεκριμένα, καλεί: τη φαρμακόγλωσση κολλητή της, Έιπριλ με τον Γερμανό σύζυγό της, μετρ του life coaching, Γκότφριντ. Την παλιά συμφοιτήτρια του συζύγου της, του Πολ, που είναι και ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της, τη Μαρθα, μαζί με τη σύντροφό της, την κατά πολύ νεώτερή της Τζίνι, που μέσω τεχνητής γονιμοποίησης εγκυμονεί πλέον τρία παιδάκια. Τέλος, καλεί και τον Τομ, έναν χρηματιστή, παντρεμένο με την Έμιλι, παλιά μαθήτρια του Πολ. Ο Πολ, όμως, φέρεται παράξενα. Κι όταν πλέον μαζευτούν όλοι οι φίλοι, θα κάνει μια ανακοίνωση, η οποία θα σκάσει σαν βόμβα στο πάρτι. Μια βόμβα που εντέλει δεν είναι ότι πιο απρόσμενο ακουστεί και αποκαλυφθεί σε αυτήν τη συγκέντρωση «φίλων»...

Η άποψή μας: Η Sally Potter σκηνοθετεί το δικό της σενάριο, ένα σενάριο στην παράδοση των καλύτερων και πιο βιτριολικών κωμωδιών made in UK! Κι όσο κι αν προσπάθησε η ίδια να απορρίψει μετά βδελυγμίας τη θεατρικότητα της ταινίας, αυτή δεν κρύβεται με τίποτε! Αυτό όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μας νοιάζει καθόλου. Μα καθόλου! Εφτά νοματαίοι σε ένα σπίτι που μιλάνε ακατάπαυστα, ναι, παραπέμπει σε θεατρικό. Και ναι, 99%, του χρόνου τέτοιον καιρό, αφού κάνει την καριέρα της η ταινία στις αίθουσες, θα τη δούμε και ως θεατρική διασκευή από κανέναν Μαρκουλάκη, που «το έχει» να διασκευάζει ταινίες σε παραστάσεις. Σε μια τόσο μικρή σε διάρκεια ταινία όλα πρέπει να λειτουργούν ρολόι. Και εννοείται ότι λειτουργούν. Με παντιέρα το καυστικό σενάριο, που βάζει στο στόχο του αυτούς τους καλοαναθρεμμένους αστούς με τις ντεμέκ αριστερές καταβολές, οι ηθοποιοί δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους και συνθέτουν εντέλει μια απολαυστική μαύρη κωμωδία, από αυτές που μόνο το βρετανικό σινεμά μπορεί να μας δώσει.

Έχοντας ελάχιστο μπάτζετ και με γυρίσματα που ολοκληρώθηκαν μέσα σε δύο βδομάδες, χωρίς χρόνο για πολλές πρόβες ή τη δυνατότητα για πολλαπλό γύρισμα κάθε σκηνής, όλοι έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους. Όλοι οι ηθοποιοί λάμπουν. Εκείνοι, όμως, που ξεχωρίζουν ως καλύτεροι από ίσους είναι οι μη Βρετανοί! Ο (γερμανόφωνος) Ελβετός Bruno Ganz, που δείχνει να έχει εξαιρετικό κωμικό τάιμινγκ και σε κάνει να γελάσεις με κάθε ατάκα του, διάολε, με κάθε του βλέμμα και χαμόγελο και η Αμερικανίδα Patricia Clarkson, στο ρόλο της συζύγου του, που έχει έτσι κι αλλιώς τις καλύτερες ατάκες και στάζει δηλητήριο με πρόσωπο παγωμένο. Απίστευτοι, όλοι τους! Είναι μια ταινία ηθοποιών, είναι μια ταινία σεναρίου, είναι μια ταινία που πέρα και πάνω από όλα θα διασκεδάσει τους θεατές τόσο με το πανέξυπνο χιούμορ της όσο και με τις ανατροπές της, την ίντριγκα που επικρέμαται, τη λοξή ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις.

Μία από τις καλύτερες ταινίες που είδαμε στην περασμένη Berlinale!

(η ταινία έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Feelgood Entertainment χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Gabriel e a montanha TIFF 2016

Ο Fellipe Gamarano Barbosa γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Έχει σκηνοθετήσει τις ταινίες μικρού μήκους «La muerte es pequeña» και «Salt Kiss», που συμμετείχαν στα φεστιβάλ NYFF, Clermont-Ferrand, Guadalajara και Sundance. Το 2008 επεξεργάστηκε το σενάριο του «Casa Grande» στα εργαστήρια του Sundance και η ταινία έκανε την πρεμιέρα της στο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ του Ρότερνταμ το 2014. Η ταινία «Ο Γκαμπριέλ και το βουνό» (Gabriel e a montanha) είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του κι έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο τμήμα «Εβδομάδα Κριτικής» στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών. Στο δικό μας φεστιβάλ προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Ο Γκαμπριέλ αποφασίζει να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι λίγο προτού ξεκινήσει το διδακτορικό του σ’ ένα διάσημο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. Με μόνες του αποσκευές ένα σακίδιο πλάτης και μια βαλίτσα γεμάτη όνειρα, ο Γκαμπριέλ, μετά από 10 μήνες στο δρόμο, καταλήγει στην Αφρική. Ξεκινώντας από την Κένια, θα βρεθεί σε τέσσερις διαφορετικές αφρικανικές χώρες, όπου θα προσπαθήσει να ζήσει σαν να ήταν ντόπιος, κι όχι λευκός τουρίστας, φτάνοντας μέχρι το βουνό Μουλάνζε στο Μαλάουι, που θα είναι και ο τελευταίος προορισμός του...

Η άποψή μας: Το πολύ ενδιαφέρον με τούτη την ταινία είναι πως μπλέκει ακόμα περισσότερο τα όρια ανάμεσα στις ταινίες μυθοπλασίας και τα ντοκιμαντέρ. Αρχικά, να πούμε πως η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και ουσιαστικά περιγράφει το τελευταίο ταξίδι του Γκαμπριέλ Μπούχμαν, που ήταν κολλητός φίλος του σκηνοθέτη. Η περιγραφή του ταξιδιού γίνεται με τον κλασικό τρόπο στο σινεμά, αυτόν της αναπαράστασης. Ηθοποιοί υποδύονται χαρακτήρες γραμμένους σε σενάριο που είναι κυριολεκτικά από τη ζωή βγαλμένο. Ναι, αλλά ποιοι ηθοποιοί; Μόνο ο πρωταγωνιστής, που υποδύεται τον Γκαμπριέλ και η πρωταγωνίστρια, που υποδύεται την κοπέλα του, την Κριστίνα, είναι επαγγελματίες. Όλοι οι υπόλοιποι, τους οποίους βλέπουμε να συναντά ο Γκαμπριέλ, είναι οι άνθρωποι τους οποίους συνάντησε το 2009, τότε που έκανε το τελευταίο ταξίδι, εκείνο που οδήγησε εντέλει στο θάνατό του! Είναι οι ίδιοι άνθρωποι, επαναλαμβάνω! Που υποδύονται τους εαυτούς τους! Και λένε την αληθινή τους, ανόθευτη άποψη και γνώμη για τον άνθρωπο Γκαμπριέλ.

Για να καταλάβετε, στο πρώτο μέρος (καθώς η ταινία είναι χωρισμένη σε τέσσερα μέρη, ανάλογα με τη χώρα της Αφρικής στην οποία ταξιδεύει ο ήρωας) ο άνθρωπος που γνώρισε τον Γκαμπριέλ τον θεώρησε τόσο πολύ δικό του άνθρωπο που βάφτισε ένα από τα παιδιά του με το όνομα του Βραζιλιάνου! Ενός ανθρώπου που δεν θέλει να αποκαλείται τουρίστας αλλά ταξιδιώτης. Που θέλει να ζήσει όπως και οι ντόπιοι που συναντά στο ταξίδι τους, που θέλει να καταγράψει από κοντά τις συνθήκες στην Μαύρη Ήπειρο, που επιθυμεί πάνω από όλα να αποτελέσει αν τα καταφέρει μέρος της λύσης κι όχι του προβλήματος. Αλλά βεβαίως δεν τα καταφέρνει πάντα! Το τα φοράς μια τοπική ενδυμασία δεν σε κάνει ντόπιο. Το να φοράς σανδάλια φτιαγμένα χειροποίητα από ρόδες αυτοκινήτων (!) δεν σε κάνει ντόπιο! Και εννοείται πως όταν θίγεται η εντύπωση που κουβαλάς, ότι είσαι ξεχωριστός και θα πρέπει να τυχαίνεις ιδιαίτερης μεταχείρισης μιας που είσαι «ένας από αυτούς» (που δεν είσαι) τότε μπορείς να δείξεις και μια κακή πλευρά του εαυτού σου. Μιλώ για τη σκηνή όπου ο Γκαμπριέλ μαλώνει με τον ξεναγό στο σαφάρι. Στα συν λοιπόν η κίνηση του σκηνοθέτη να μην μεταλλάξει την ταινία σε αγιογραφία. Αυτό που επίσης κατορθώνει και με το παραπάνω η ταινία είναι να μας συστήσει έναν πολύ ενδιαφέροντα άνθρωπο, με τα θετικά του και τα αρνητικά του, που βαθιά μέσα στην ψυχή του θα ήθελε να βοηθήσει ώστε να αλλάξει η κατάσταση των πραγμάτων και βρισκόταν συνεχώς σε μια κατάσταση εγρήγορσης, να προλάβει να τα κάνει όλα, μιας που ένιωθε (;) ότι δεν υπάρχει χρόνος. Η σχέση του με την κοπέλα του περιγράφεται επίσης με πολύ γλυκό και ρεαλιστικό τρόπο κι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον τόσο οι απόψεις περί απιστίας όσο και η συζήτηση που έχουν οι δυο τους για το χρέος των χωρών της Αφρικής.

Σίγουρα μια ταινία που αξίζει να παρακολουθήσει κανείς.

(η ταινία προβάλλεται την Κυριακή 12 Νοεμβρίου στις 17.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης – δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)

Εντέλει, λέω να επανέλθω αύριο με τα βραβεία και να κάνω μια προσπάθεια να αναφερθώ σε κάποιες από τις ταινίες που έχω δει και που δεν έχω προλάβει ακόμα να μοιραστώ τη γνώμη μου για αυτές μαζί σας.


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική