του Θόδωρου Γιαχουστίδη
1η ανταπόκριση – Πέμπτη 2 Νοεμβρίου
Καλώς μας ήρθες πάλι τρελό μας φεστιβάλι!
Καλώς μας ήρθες πάλι τρελό μας φεστιβάλι!
Ε, ναι λοιπόν! Έφτασε η ευλογημένη στιγμή! Σε λίγες ώρες το 58ο ΦΚΘ θα σηκώσει την αυλαία του! Για μας, που «τρώμε» σινεμά με το κουτάλι, ήρθε η ώρα να σπάσουμε τη δίαιτά μας (ντεμέκ δίαιτα, πάλι τα πάντα όλα καταλήγουν στον αμφιβληστροειδή μας!) και να επιδοθούμε σε ένα λουκούλλειο γεύμα! Μιλάμε, θα τα καταβροχθίσουμε όλα! Τόσα χρόνια στο κουρμπέτι κι ακόμα τα μάτια μας πεινάνε! Το λες και σχέση ζωής: αυτή η συνδιαλλαγή βλέμματος και κινούμενων εικόνων στη μεγάλη οθόνη. Για μας, η πόλη γιορτάζει. Για μας, το σινεμά γιορτάζει. Για μας, αυτές είναι οι πιο ωραίες 12 μέρες της χρονιάς!
Όπως κάθε χρόνο θα σας μεταφέρουμε καθημερινά την ταπεινή μας γνώμη για τις ταινίες του φεστιβάλ. Ταινίες που κάποιες τις έχουμε ήδη δει σε άλλα φεστιβάλ (οπότε σε αυτήν την περίπτωση η γνώμη μας γι' αυτές θα λειτουργεί κάπως ως οδηγός) και κάμποσες θα τις δούμε τώρα, οπότε η αντίδραση θα είναι άμεση και δραστική. Φέτος, τα πράγματα για τον yours trully θα είναι λίγο παράξενα. Θα έχω την τιμή να είμαι μέλος της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI (της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου). Και ως επιτροπή με τη συνάδελφο από την Πολωνία και τον συνάδελφο από τη Γερμανία, θα δώσουμε δύο βραβεία: ένα στο διαγωνιστικό τμήμα κι ένα ξεχωρίζοντας την πιο ενδιαφέρουσα ελληνική ταινία από αυτές που θα προβληθούν στο φεστιβάλ. Οπότε, ειδικά φέτος, δεν θα διαβάζετε τη γνώμη μας για ελληνικές ταινίες του φεστιβάλ και για ταινίες του διαγωνιστικού. Το αντίθετο θα ήταν βαθύτατα αντιδεοντολογικό και λάθος. Εντάξει;
Όπως κάθε χρόνο θα σας μεταφέρουμε καθημερινά την ταπεινή μας γνώμη για τις ταινίες του φεστιβάλ. Ταινίες που κάποιες τις έχουμε ήδη δει σε άλλα φεστιβάλ (οπότε σε αυτήν την περίπτωση η γνώμη μας γι' αυτές θα λειτουργεί κάπως ως οδηγός) και κάμποσες θα τις δούμε τώρα, οπότε η αντίδραση θα είναι άμεση και δραστική. Φέτος, τα πράγματα για τον yours trully θα είναι λίγο παράξενα. Θα έχω την τιμή να είμαι μέλος της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI (της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου). Και ως επιτροπή με τη συνάδελφο από την Πολωνία και τον συνάδελφο από τη Γερμανία, θα δώσουμε δύο βραβεία: ένα στο διαγωνιστικό τμήμα κι ένα ξεχωρίζοντας την πιο ενδιαφέρουσα ελληνική ταινία από αυτές που θα προβληθούν στο φεστιβάλ. Οπότε, ειδικά φέτος, δεν θα διαβάζετε τη γνώμη μας για ελληνικές ταινίες του φεστιβάλ και για ταινίες του διαγωνιστικού. Το αντίθετο θα ήταν βαθύτατα αντιδεοντολογικό και λάθος. Εντάξει;
Απόψε λοιπόν στο Ολύμπιον, μετά την τελετή έναρξης θα προβληθεί η ταινία έναρξης. Μιλάμε για την ταινία «Η ψυχή και το σώμα» (Testről és lélekről, On Body and Soul) της Ildikó Enyedi, στην οποία το φεστιβάλ έχει ετοιμάσει κι ένα πλήρες αφιέρωμα στη φιλμογραφία της. Να σημειώσουμε εδώ πως, όπως μας είπε ένα πουλάκι (εντάξει, ο Στράτος Κερσανίδης!), τα ουγγαρέζικα είναι μια γλώσσα όπου οι λέξεις τονίζονται πάντα στην πρώτη συλλαβή! Και πως στα ονοματεπώνυμα, πρώτα μπαίνει το επίθετο και μετά το όνομα. Οπότε, στα ελληνικά, το όνομα της σκηνοθέτιδας είναι Ένιεντι Ίλντικο! Καλό τιπ, έτσι; Δεν το ξεχνάς με τίποτε! Την ταινία, που τιμήθηκε με την Χρυσή Άρκτο στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, την είδαμε στην Berlinale. Είναι μια ταινία από την Ουγγαρία που αποδεικνύει για ακόμα μία φορά τον τελευταίο καιρό πόσο πολύ έχει προχωρήσει το σινεμά της συγκεκριμένης χώρας, πόσο ποικιλόμορφο είναι και πόσο επικεντρωμένο στον άνθρωπο.
Η υπόθεση: Ο Έντρε είναι ένας μεσήλικας, με παράλυτο το αριστερό του χέρι. Είναι ο CEO (!) σε ένα μεγάλο σφαγείο της Βουδαπέστης κι όλοι οι εργαζόμενοι αναφέρονται σε αυτόν ως «το αφεντικό». Η Μαρία είναι μια κτηνίατρος που πηγαίνει να δουλέψει στο συγκεκριμένο σφαγείο, στον ποιοτικό έλεγχο, ως αντικαταστάτρια της κτηνιάτρου που δούλευε εκεί, η οποία παίρνει άδεια εγκυμοσύνης. Της Μαρίας δεν της αρέσει να την αποκαλούν «Μαρίκα» και κυρίως, να την αγγίζουν. Πάσχει με κάτι σαν Άσμπεργκερ. Οι δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι έρχονται κοντά, αλλά (κυρίως εξαιτίας της Μαρίας) τα πράγματα δεν προχωράνε. Κάποια στιγμή διαπιστώνουν πως κάθε βράδυ βλέπουν και οι δυο τους το ίδιο όνειρο! Σε ένα χιονισμένο δάσος, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό ελάφι, ζουν μαζί. Κάθε βράδυ, κάτι διαφορετικό συμβαίνει με τα ελάφια. Και εννοείται πως τα ελάφια είναι οι ίδιοι! Οι δύσκολοι στην επικοινωνία δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι θα προσπαθήσουν να είναι μαζί όχι μόνο στον ύπνο τους ως ελάφια αλλά και στον... ξύπνιο τους ως εραστές. Θα τα καταφέρουν;
Η άποψή μας: Τούτη η ταινία είναι δομημένη ως τρία διακριτά μέρη, που ενώνονται το ένα με το άλλο. Έχουμε αρχικά τις σκηνές στο σφαγείο. Αυτές χαρακτηρίζονται από άκρατο ρεαλισμό και από τόσο αίμα, που κάποιοι μπορεί να μην αντέξουν (όπως ένας αστυνομικός μέσα στην ταινία). Αυτά που βλέπουμε σε αυτό το τμήμα της ταινίας ενέχουν θα λέγαμε και λίγο ρόλο ντοκιμαντέρ. Μετά, έχουμε τις σκηνές των ονείρων. Τα ελάφια στο χιονισμένο δάσος. Το αρσενικό και το θηλυκό. Τα βλέπουμε σε διάφορες φάσεις. Να πλησιάζουν το ένα το άλλο, να τρέχουν, να πίνουν νερό, να τρώνε φύλλα. Αυτές είναι οι πιο όμορφες σκηνές της ταινίας. Είναι υπέροχες και βγάζουν προς τα έξω μια ηρεμία, έναν λυρισμό, μια ποίηση. Φοβερή αντίστιξη και αντιπαράθεση με τις σκηνές στο σφαγείο, έτσι; Και τα δύο, όμως, είναι από τη ζωή βγαλμένα, όπως θα έλεγε και ο Στάθης Παναγιωτόπουλος. Και μετά, βεβαίως, έχουμε τις σκηνές των δύο μοναχικών ανθρώπων. Που εργάζονται στο σφαγείο και ονειρεύονται το ίδιο όνειρο κάθε φορά. Εδώ, την προσοχή μας τραβάει κυρίως η Μαρία.
Η Μαρία που έχει πρόβλημα οικειότητας και συμπεριφοράς, που πάει σε ψυχίατρο για να το λύσει, που μόνη της καταλαβαίνει τι πρέπει να κάνει, δημοσίως, όμως, φαίνεται πιο «ξύλινη» κι από ένα δέντρο, πιο ψυχρή από τον ίδιο τον πάγο! Οι συναντήσεις των δύο είναι γεμάτες αμηχανία, αλλά είναι ολοφάνερο πως αρέσουν ο ένας στον άλλο. Όταν παρά την υπεράνθρωπη για τα δεδομένα της προσπάθεια να «τα φτιάξει» με τον Έντρε αποτυγχάνει, η Μαρία κάνει κάτι πολύ δραστικό, αποφασιστικό και (σε άλλες ταινίες) τελεσίδικο. Όχι όμως εδώ, όχι σε αυτήν την ταινία. Γιατί αυτή η ταινία αποφασίζει να «διασκεδάσει» την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι με μπόλικο, ιδιότροπο χιούμορ! Ένα τραγούδι που ξαφνικά παύει να παίζει στο cd κι ένα τηλεφώνημα που το περιμέναμε τόσο πολύ, δίνουν ετυμηγορία ζωής. Και ναι, υπάρχουν απόπειρες αυτοκτονίας που μπορούν να βγάλουν γέλιο. Τώρα, γιατί την απόπειρα την κάνει η γυναίκα κι αν αυτό είναι φεμινιστικό κτλ, είναι λίγο too much για να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί του, σωστά; Αλλά ελλοχεύει παντού η δικτατορία της πολιτικής ορθότητας, οπότε προσοχή. Χιούμορ υπάρχει και με την ψυχίατρο και με το φοβερό μνημονικό της Μαρίας και με το ότι το πρώτο τραγούδι που διαλέγει να ακούσει η Μαρία προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί (σύμφωνα με παραίνεση του ψυχιάτρου της) είναι ένα βαρύ trash metal!
Ευτυχώς, τη λύση δίνει η... Laura Marling και το «What he wrote»! Όμορφη ταινία, με ιδιαίτερο ρομαντικό χαρακτήρα, με μέτρια (μη) ερμηνεία από τον άνδρα πρωταγωνιστή, μια ταινία που ίσως να μην χρειαζόταν τόσες πολλές λεπτομέρειες από τις σκηνές στο σφαγείο, σκηνές οι οποίες ενδεχομένως να «πετάξουν έξω» κάποιους από τους θεατές. Ναι, αλλά ένα ατελείωτο «σφαγείο» δεν είναι η ζωή μας; Αυτή είναι η κατάληξη – έτσι ή αλλιώς. Το θέμα είναι: θα ζήσεις απλά ως υπάλληλος στο σφαγείο όπου θα έρθει και η δική σου η σειρά να αφήσεις το αίμα σου; Ή θα κάνεις το όνειρο πραγματικότητα; Μια παράδοξη, πολύ γλυκιά, πολύ σκληρή, πολύ ανθρώπινη ρομαντική κομεντί αλά μη Χόλιγουντ!
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου στις 15.30 στο Ολύμπιον - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada στις 14 Δεκεμβρίου)
Η υπόθεση: Ο Έντρε είναι ένας μεσήλικας, με παράλυτο το αριστερό του χέρι. Είναι ο CEO (!) σε ένα μεγάλο σφαγείο της Βουδαπέστης κι όλοι οι εργαζόμενοι αναφέρονται σε αυτόν ως «το αφεντικό». Η Μαρία είναι μια κτηνίατρος που πηγαίνει να δουλέψει στο συγκεκριμένο σφαγείο, στον ποιοτικό έλεγχο, ως αντικαταστάτρια της κτηνιάτρου που δούλευε εκεί, η οποία παίρνει άδεια εγκυμοσύνης. Της Μαρίας δεν της αρέσει να την αποκαλούν «Μαρίκα» και κυρίως, να την αγγίζουν. Πάσχει με κάτι σαν Άσμπεργκερ. Οι δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι έρχονται κοντά, αλλά (κυρίως εξαιτίας της Μαρίας) τα πράγματα δεν προχωράνε. Κάποια στιγμή διαπιστώνουν πως κάθε βράδυ βλέπουν και οι δυο τους το ίδιο όνειρο! Σε ένα χιονισμένο δάσος, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό ελάφι, ζουν μαζί. Κάθε βράδυ, κάτι διαφορετικό συμβαίνει με τα ελάφια. Και εννοείται πως τα ελάφια είναι οι ίδιοι! Οι δύσκολοι στην επικοινωνία δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι θα προσπαθήσουν να είναι μαζί όχι μόνο στον ύπνο τους ως ελάφια αλλά και στον... ξύπνιο τους ως εραστές. Θα τα καταφέρουν;
Η άποψή μας: Τούτη η ταινία είναι δομημένη ως τρία διακριτά μέρη, που ενώνονται το ένα με το άλλο. Έχουμε αρχικά τις σκηνές στο σφαγείο. Αυτές χαρακτηρίζονται από άκρατο ρεαλισμό και από τόσο αίμα, που κάποιοι μπορεί να μην αντέξουν (όπως ένας αστυνομικός μέσα στην ταινία). Αυτά που βλέπουμε σε αυτό το τμήμα της ταινίας ενέχουν θα λέγαμε και λίγο ρόλο ντοκιμαντέρ. Μετά, έχουμε τις σκηνές των ονείρων. Τα ελάφια στο χιονισμένο δάσος. Το αρσενικό και το θηλυκό. Τα βλέπουμε σε διάφορες φάσεις. Να πλησιάζουν το ένα το άλλο, να τρέχουν, να πίνουν νερό, να τρώνε φύλλα. Αυτές είναι οι πιο όμορφες σκηνές της ταινίας. Είναι υπέροχες και βγάζουν προς τα έξω μια ηρεμία, έναν λυρισμό, μια ποίηση. Φοβερή αντίστιξη και αντιπαράθεση με τις σκηνές στο σφαγείο, έτσι; Και τα δύο, όμως, είναι από τη ζωή βγαλμένα, όπως θα έλεγε και ο Στάθης Παναγιωτόπουλος. Και μετά, βεβαίως, έχουμε τις σκηνές των δύο μοναχικών ανθρώπων. Που εργάζονται στο σφαγείο και ονειρεύονται το ίδιο όνειρο κάθε φορά. Εδώ, την προσοχή μας τραβάει κυρίως η Μαρία.
Η Μαρία που έχει πρόβλημα οικειότητας και συμπεριφοράς, που πάει σε ψυχίατρο για να το λύσει, που μόνη της καταλαβαίνει τι πρέπει να κάνει, δημοσίως, όμως, φαίνεται πιο «ξύλινη» κι από ένα δέντρο, πιο ψυχρή από τον ίδιο τον πάγο! Οι συναντήσεις των δύο είναι γεμάτες αμηχανία, αλλά είναι ολοφάνερο πως αρέσουν ο ένας στον άλλο. Όταν παρά την υπεράνθρωπη για τα δεδομένα της προσπάθεια να «τα φτιάξει» με τον Έντρε αποτυγχάνει, η Μαρία κάνει κάτι πολύ δραστικό, αποφασιστικό και (σε άλλες ταινίες) τελεσίδικο. Όχι όμως εδώ, όχι σε αυτήν την ταινία. Γιατί αυτή η ταινία αποφασίζει να «διασκεδάσει» την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι με μπόλικο, ιδιότροπο χιούμορ! Ένα τραγούδι που ξαφνικά παύει να παίζει στο cd κι ένα τηλεφώνημα που το περιμέναμε τόσο πολύ, δίνουν ετυμηγορία ζωής. Και ναι, υπάρχουν απόπειρες αυτοκτονίας που μπορούν να βγάλουν γέλιο. Τώρα, γιατί την απόπειρα την κάνει η γυναίκα κι αν αυτό είναι φεμινιστικό κτλ, είναι λίγο too much για να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί του, σωστά; Αλλά ελλοχεύει παντού η δικτατορία της πολιτικής ορθότητας, οπότε προσοχή. Χιούμορ υπάρχει και με την ψυχίατρο και με το φοβερό μνημονικό της Μαρίας και με το ότι το πρώτο τραγούδι που διαλέγει να ακούσει η Μαρία προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί (σύμφωνα με παραίνεση του ψυχιάτρου της) είναι ένα βαρύ trash metal!
Ευτυχώς, τη λύση δίνει η... Laura Marling και το «What he wrote»! Όμορφη ταινία, με ιδιαίτερο ρομαντικό χαρακτήρα, με μέτρια (μη) ερμηνεία από τον άνδρα πρωταγωνιστή, μια ταινία που ίσως να μην χρειαζόταν τόσες πολλές λεπτομέρειες από τις σκηνές στο σφαγείο, σκηνές οι οποίες ενδεχομένως να «πετάξουν έξω» κάποιους από τους θεατές. Ναι, αλλά ένα ατελείωτο «σφαγείο» δεν είναι η ζωή μας; Αυτή είναι η κατάληξη – έτσι ή αλλιώς. Το θέμα είναι: θα ζήσεις απλά ως υπάλληλος στο σφαγείο όπου θα έρθει και η δική σου η σειρά να αφήσεις το αίμα σου; Ή θα κάνεις το όνειρο πραγματικότητα; Μια παράδοξη, πολύ γλυκιά, πολύ σκληρή, πολύ ανθρώπινη ρομαντική κομεντί αλά μη Χόλιγουντ!
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου στις 15.30 στο Ολύμπιον - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada στις 14 Δεκεμβρίου)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική