του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.6 - Πέφτει βροχή, πέφτει βροχή
Ένα είναι σίγουρο: κάθε φορά που έρχομαι Αθήνα, κοιμάμαι! Χωρίς πρόβλημα. Με διάρκεια. Είναι το κλίμα. Πάνω στη Θεσσαλονίκη νομίζω πως φταίει η υγρασία και δεν... Τεςπα, χθες έριξα και βροχάρα. Ευτυχώς, ήμασταν μέσα σε αίθουσες, δεν χρειάστηκε και να μετακινηθούμε (από το Δαναός 2 πήγαμε στο Δαναός 1, μουάχαχαχαχαχαχα) κι έτσι τη βγάλαμε χωρίς να βραχώμεν! Στην πρώτη μας λοιπόν ουσιαστικά μέρα στο φεστιβάλ είδαμε δύο ταινίες για τις οποίες σας γράφουμε παρακάτω, ενώ παραθέτουμε και την ανταπόκρισή μας για μια τρίτη ταινία, η οποία κλασικά «παίζει» ως πρόταση για τη σημερινή ημέρα. Βέβαια, η ταινία – πρόταση είναι sold-out, αυτό όμως δεν λέει και πολλά. Μικρό ιντερλούδιο λοιπόν για να επισημάνουμε κάποια πράγματα που δεν μας άρεσαν στο φεστιβάλ έως τώρα:
- Πήγαμε στα γραφεία τύπου του φεστιβάλ για να πάρουμε τη διαπίστευσή μας και να βγάλουμε εισιτήρια. Εξυπηρετικότατες οι δύο κοπέλες, δεν λέω, α, όλα κι όλα. Ναι, αλλά εισιτήρια δεν τυπωνόταν! Ok, οικολογικώς σωστή κίνηση. Αλλά, μεγάλη άνθρωποι είμαστε, και λίγο τεχνοφοβικοί, όλο αυτό το «το εισιτήριο είναι στο μέιλ σας και πείτε τον αριθμό στο ταμείο ή κατεβάστε το για να σκαναριστεί το barcode» είναι λίγο κάπως. Ή μήπως είναι η ιδέα μου; Εντάξει, αυτό είναι το μικρότερο από τα προβλήματα που λέγαμε.
- Πήγαμε λοιπόν να μας σκανάρουν το εισιτήριο στο «Δαναό» και... δεν λειτουργούσε το μηχάνημα! Δεν είναι λίγο ένδειξη ανοργανωσιάς αυτό;
- Πολλές οι προβολές sold-out. Ναι, αλλά μένει κόσμος απ' έξω και τελικά υπάρχουν άδειες θέσεις μέσα στις αίθουσες. Πώς μπορεί να αποφευχθεί αυτό το πρόβλημα;
- Μα διαφημιστικό διάλειμμα στο μέσον της ταινίας;;;;; Σε φεστιβάλ κινηματογράφου;;;;;; Πού ακούστηκε ξανά αυτό;;;;;; Αυτό με χάλασε περισσότερο απ' όλα. Εντάξει, να λειτουργήσουν τα κυλικεία, αλλά είναι φεστιβάλ ρε παιδιά. Φεστιβάλ!!!
Πάμε στις ταινίες: δύο που είδαμε τη Δευτέρα και μία που αποτελεί την πρότασή μας για την Τρίτη.
- Πήγαμε στα γραφεία τύπου του φεστιβάλ για να πάρουμε τη διαπίστευσή μας και να βγάλουμε εισιτήρια. Εξυπηρετικότατες οι δύο κοπέλες, δεν λέω, α, όλα κι όλα. Ναι, αλλά εισιτήρια δεν τυπωνόταν! Ok, οικολογικώς σωστή κίνηση. Αλλά, μεγάλη άνθρωποι είμαστε, και λίγο τεχνοφοβικοί, όλο αυτό το «το εισιτήριο είναι στο μέιλ σας και πείτε τον αριθμό στο ταμείο ή κατεβάστε το για να σκαναριστεί το barcode» είναι λίγο κάπως. Ή μήπως είναι η ιδέα μου; Εντάξει, αυτό είναι το μικρότερο από τα προβλήματα που λέγαμε.
- Πήγαμε λοιπόν να μας σκανάρουν το εισιτήριο στο «Δαναό» και... δεν λειτουργούσε το μηχάνημα! Δεν είναι λίγο ένδειξη ανοργανωσιάς αυτό;
- Πολλές οι προβολές sold-out. Ναι, αλλά μένει κόσμος απ' έξω και τελικά υπάρχουν άδειες θέσεις μέσα στις αίθουσες. Πώς μπορεί να αποφευχθεί αυτό το πρόβλημα;
- Μα διαφημιστικό διάλειμμα στο μέσον της ταινίας;;;;; Σε φεστιβάλ κινηματογράφου;;;;;; Πού ακούστηκε ξανά αυτό;;;;;; Αυτό με χάλασε περισσότερο απ' όλα. Εντάξει, να λειτουργήσουν τα κυλικεία, αλλά είναι φεστιβάλ ρε παιδιά. Φεστιβάλ!!!
Πάμε στις ταινίες: δύο που είδαμε τη Δευτέρα και μία που αποτελεί την πρότασή μας για την Τρίτη.
Δυο μεγάλου μήκους ταινίες μυθοπλασίας έχει γυρίσει ο Ισραηλινός Samuel Maoz και με τις δύο συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας και με τις δυο κέρδισε βραβεία εκεί – κι ας απέχουν οι δύο ταινίες μεταξύ τους οχτώ ολόκληρα χρόνια! Το 2009 λοιπόν με το «Lebanon» είχε κερδίσει τον Χρυσό Λέοντα! Φέτος, με το Foxtrot τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και τσίμπησε και άλλα δύο βραβεία! Του πάει η Ιταλία του Maoz. Και θα είναι η νέα ταινία η επίσημη πρόταση του Ισραήλ για τα εφετινά ξενόγλωσσα Όσκαρ! Και κέρδισε και οχτώ από τα 13 βραβεία Ophir, τα ισραηλινά Όσκαρ - ανάμεσά τους κι εκείνο καλύτερης ταινίας! Μια χαρά!
Η υπόθεση: Ο Μίκαελ και η Ντάφνα χάνουν τον κόσμο όταν τους ανακοινώνεται ο θάνατος του φαντάρου γιου τους. Εκείνο που δεν ξέρουν, όμως, είναι ότι πρόκειται να βιώσουν ένα αδιανόητο μπαράζ ανατροπών το οποίο συναγωνίζεται σε σουρεαλισμό μόνο τις στρατιωτικές εμπειρίες του παιδιού τους κάπου στην άκρη του πουθενά...
Η άποψή μας: Ειδικά για αυτήν την ταινία, παρά το γεγονός ότι δεν είναι θρίλερ μυστηρίου, και δεν ψάχνουμε κάποιον... δολοφόνο, θα πρέπει να ενημερώσω και να επισημάνω πως θα υπάρξουν σπόιλερς. Μπορεί να άφησα την αντίστοιχη παράγραφο με την υπόθεση της ταινίας λιτή όσο χρειάζεται, αλλά για να την απολαύσει κανείς καλύτερα, θα πρέπει να μην γνωρίζει πολλά γι' αυτήν. Από την άλλη, δεν μπορείς να γράψεις για την ταινία χωρίς να αποκαλύψεις πράγματα γι' αυτήν! Οπότε, σπόιλερ αλέρτ και προχωράμε! Η ταινία του Maoz είναι δομημένη σε τρία ξεκάθαρα οριοθετημένα μέρη. Στο πρώτο μέρος έχουμε την ανακοίνωση του θανάτου του υπαξιωματικού του ισραηλινού στρατού, Γιόναταν Φέλντμαν στους γονείς του: τον αρχιτέκτονα, Μίκαελ Φέλντμαν και την πρώην φοιτήτρια ιστορίας της τέχνης, Ντάφνα Φέλντμαν. Βλέπουμε πως αντιμετωπίζουν το σοκ, ιδίως ο Μίκαελ, καθώς η Ντάφνα για το μεγαλύτερο μέρος αυτού του τμήματος, βρίσκεται ναρκωμένη στο κρεβάτι.
Στο δεύτερο μέρος βλέπουμε πως περνάει τη θητεία του ο Γιόναταν στην άκρη του πουθενά! Τοποθετημένος υπηρεσιακά να ελέγχει τη διέλευση σε έναν έρημο δρόμο όπου περνάνε καμήλες (!) και ελάχιστοι Άραβες, βιώνει την απόλυτη βαρεμάρα, καθώς το κοντέινερ στο οποίο διαμένει με άλλους τρεις φαντάρους, γέρνει λίγο λίγο σαν τον Πύργο της Πίζας! Και στο τρίτο μέρος... Στο τρίτο μέρος βλέπουμε τις συνέπειες του γεγονότος ότι ο Γιόναταν «έπεσε», λίγους μήνες μετά. Το πως πλέον η αμετάκλητη απώλεια βιώνεται από τους γονείς του. Γιατί ενδιαμέσως, υπάρχει και μια ανατροπή. Και μια ειδεχθής πράξη βίας με θύματα Παλαιστινίους. Που ενεργοποιείται από τον φόβο. Και που... θάβεται. Και που έκανε έξαλλη την Υπουργό Πολιτισμού του Ισραήλ, η οποία κατηγόρησε τον Maoz και την ταινία πως παρουσιάζουν άθλια τον πιο τίμιο (!!!!!!!!) στρατό του κόσμου! Άλλο ένα σημάδι ότι ο Maoz έκανε όχι απλά μια σπουδαία ταινία αλλά έναν τεράστιο άθλο: τον κατηγορούν οι αρχές στη χώρα του! Μάλιστα.
Κάθε ταινία είναι γυρισμένη θαρρείς με άλλον τρόπο. Το πρώτο μέρος είναι συγκλονιστικό, χωρίς να... αποφεύγει τα στοιχεία της μαύρης κωμωδίας. Όλος ο πόνος αποτυπώνεται στο πρόσωπο του πατέρα και της μητέρας. Το παιδί τους σκοτώθηκε! «Έπεσε» εν ώρα καθήκοντος. Η μητέρα λιποθυμά. Ο πατέρας προσπαθεί να το καταπιεί όλο αυτό. Είναι συγκλονιστική η σκηνή στο μπάνιο με το καυτό νερό. Είναι ο τρόπος να κάνει το σώμα του να πονέσει για να φύγει ο πόνος από την ψυχή. Όπως εξομολογήθηκε ο Maoz, γενικότερα έμπνευση για την ταινία πήρε από ένα γεγονός που του συνέβη του ίδιου. Νευριασμένος από τα καπρίτσια της κόρης του, που δεν ξυπνούσε στην ώρα της και ζητούσε χρήματα για ταξί προκειμένου να φτάσει στην ώρα της στο σχολείο, την ανάγκασε να πάρει μια μέρα το λεωφορείο, όπως όλος ο κόσμος. Λίγη ώρα μετά έμαθε πως το συγκεκριμένο λεωφορείο και οι επιβαίνοντες σε αυτό, έπεσαν θύματα τρομοκρατικής επίθεσης, με πολλούς νεκρούς! Η μία ώρα μέχρι να μάθει ότι η κόρη του ήταν ζωντανή, καθότι δεν πρόλαβε το λεωφορείο (!!!!!) ήταν η χειρότερη της ζωής του! Έτσι και ο Μίκαελ. Βιώνει τις χειρότερες ώρες της ζωής του. Με τον μεγαλύτερο αδελφό του να παίρνει πρωτοβουλίες χωρίς να τον ρωτήσει. Με την κόρη του να μην απαντάει στις κλήσεις από το κινητό του. Με την πάσχουσα από Αλτζχάιμερ μητέρα του, μία από αυτές που επιβίωσαν από το Άουσβιτς, να καταλαβαίνει «τα πάντα και τίποτε» και να απαντάει σε άψογα γερμανικά παρά το γεγονός ότι ο Μίκαελ της μιλάει στα εβραϊκά. Με την υπενθύμιση στο κινητό: «πιέστε ένα ποτήρι νερό» ανά μία ώρα! Με τον σκύλο να ζητάει λίγα ψίχουλα αγάπης. Με τις τύψεις. Με τις ενοχές. Με τις συναντήσεις με ανθρώπους από τον στρατό, που τον ενημερώνουν για τα διαδικαστικά της κηδείας.
Ναι, αλλά πτώμα υπάρχει; Κι αν υπάρχει, ποιανού είναι το πτώμα; Και να 'σου τα πουλιά, χιλιάδες πουλιά, πάνω από τον ουρανό του Τελ Αβίβ... Δεύτερο μέρος: σουρεαλισμός. Πώς να περάσουν οι ατελείωτες ώρες κάθε μέρας σε ένα μέρος ξεχασμένο από τον θεό, όπου δεν συμβαίνει τίποτε; Πόσες φορές πια μπορείς να ανεβάσεις και να κατεβάσεις την μπάρα για να περάσει μια καμήλα; Πόσες φορές μπορείς να φας κρέας κονσέρβα; Πώς ξοδεύεις την ώρα σε έναν πόλεμο που υπάρχει μόνο στο κεφάλι σου; Το κοντέινερ βουλιάζει μέσα στη λάσπη (από τα πιο αστεία χιουμοριστικά επαναλαμβανόμενα μοτίβα μέσα στην ταινία). Και αραιά και που, έλεγχοι. Σε Άραβες. Σε Παλαιστινίους. Που πάνε στη δουλειά τους. Που πάνε σε γάμους. Που απλώς, πάνε. Που διασκεδάζουν τα νιάτα τους. Πραγματικά συγκλονιστική η σκηνή όπου ο Γιόναταν και οι συμφάνταροί του βγάζουν για τον καθιερωμένο έλεγχο ένα ζευγάρι Παλαιστινίων από το αμάξι τους, κι αρχίζει να βρέχει! Και χαλάει η κόμμωση της κυρίας, που βρίσκεται σε κατάσταση απελπισίας. Και δεν ξέρει τι να κάνει με τα χέρια της, για τα πράγματα από το τσαντάκι της που είναι καταγής και βρέχονται, για τα μαλλιά της. Και ο σύντροφός της να της συμπαραστέκεται. Χωρίς λόγια. Με ένα χαμόγελο. Τι σκηνάρα ρε παιδιά! Και οι φαντάροι να κάνουν τους ελέγχους τους. Βαρεμένοι. Και πολύ νέοι για να παίρνουν αποφάσεις ζωής και θανάτου. Και δεν αργεί η παρεξήγηση. Που σκορπά το θάνατο. Και που δεν μπορεί παρά να θαφτεί. Η σκηνή όπου ο Γιόναταν αφηγείται την τελευταία ιστορία που του είπε ο πατέρας του για να κοιμηθεί (The Last Bedtime Story) είναι κομβική για την ταινία. Συνδέει το πολύ πριν με το πριν, με το τώρα, με το μετά και με το πολύ μετά! Μας λέει πως μια ιερή παλαιά διαθήκη ανταλλάχθηκε με ένα περιοδικό τύπου... playboy! Πώς το τραγικό παρελθόν μπορεί να ξεπουληθεί για ένα πυρετώδες μα εφήμερο παρόν – κι άντε χωρίς μνήμη να αντιμετωπίσεις το μέλλον. Το μέλλον που δεν μπορεί να προβλεφθεί. Το μέλλον που προσπαθείς να το φέρεις στα μέτρα σου. Το μέλλον που κάνει τα δικά του...
Και στο τρίτο μέρος, η μπαναλιτέ της καθημερινότητας. Εδώ ο Maoz δεν κάνει κάτι ιδιαίτερο σκηνοθετικά. Ούτε περίεργες θέσεις της κάμερας ούτε πλάνα από πάνω (εξαιρετικά στο πρώτο μέρος) ούτε παστέλ χρώματα ουρανού και ιδρωμένες υγρές νύχτες (από το δεύτερο μέρος). Μόνο ένα απέραντα άδειο σπίτι, που λέει και ο Ραπτόπουλος. Άδειο από ζωή κι ας ζουν εκεί μέσα άνθρωποι. Ζουν; Προσπαθούν. Η απώλεια έχει τσακίσει το ζευγάρι. Η απώλεια και πως έβαλε το χέρι του άθελά του ο Μίκαελ για να συμβεί! Το (πρώην;) ζευγάρι αποκαλύπτει. Τόσο η Ντάφνα (κυρίως) όσο και ο Μίκαελ αποκαλύπτουν πράγματα από το παρελθόν τους, καθώς ο Γιόναταν βρίσκεται ανάμεσά τους μέσω των σκίτσων που είχε σχεδιάσει σε ένα τετράδιο το οποίο κουβαλούσε επάνω του. Κι έχουμε και μια υπέροχα απλή σκηνή κινουμένων σχεδίων εδώ. Βέλη του Γιόναταν για τον Μίκαελ (του ανθρώπου που έχει τα μάτια του καλυμμένα με ένα τεράστιο Χ), βέλη της Ντάφνα για τον Μίκαελ, βέλη του Μίκαελ για τον Μίκαελ. Μα γιατί ζει; Πως κατάφερε να ζει αυτός, όταν η μητέρα του ήταν να πεθάνει στο Άουσβιτς; Πως κατάφερε να ζήσει αυτός, όταν στο στρατό πήρε, χωρίς να καταλάβει, μια απόφαση που τον έσωσε – με τίμημα; Πώς ζει αυτός και δεν ζει ο Γιόναταν; Και πως πέθανε ο Γιόναταν; Κι ενώ λοιπόν παρακολουθείς και λες, εντάξει, μια χαρά τα πήγε ο σκηνοθέτης ως τώρα, θα κλείσει εντελώς συμβατικά, σου έρχεται και η... κατραπακιά του φινάλε φινάλε! Γαμημένη μοίρα. Τίποτα δεν κρατάμε στα χέρια μας. Τίποτα. Τίποτα δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Ειρωνεία.
Και υπό τους ήχους της λατρεμένης μουσικής του Arvo Part (ίσως η μοναδική ευκολία στην οποία υποκύπτει ο σκηνοθέτης). Βρε μέχρι και ο τίτλος της ταινίας είναι επιλεγμένος μεθοδικά και είναι ενταγμένος στο σύμπαν της κατά πως πρέπει. Foxtrot. Ο πιο εύκολος χορός. Ο χορός που σου δίνει την αίσθηση πως κινείσαι, αλλά βρίσκεσαι διαρκώς στο ίδιο μέρος! Με μια λέξη: τη λάτρεψα την ταινία!
ΥΓ: ο Lior Ashkenazi, που υποδύεται τον Μίκαελ, υπήρχαν πλάνα που φαινόταν ντάλε κουάλε ίδιος ο Steve Carell! Just sayin'...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Seven Films αλλά δεν έχει προγραμματιστεί η έξοδος της ταινίας στους κινηματογράφους της χώρας μας)
Η υπόθεση: Ο Μίκαελ και η Ντάφνα χάνουν τον κόσμο όταν τους ανακοινώνεται ο θάνατος του φαντάρου γιου τους. Εκείνο που δεν ξέρουν, όμως, είναι ότι πρόκειται να βιώσουν ένα αδιανόητο μπαράζ ανατροπών το οποίο συναγωνίζεται σε σουρεαλισμό μόνο τις στρατιωτικές εμπειρίες του παιδιού τους κάπου στην άκρη του πουθενά...
Η άποψή μας: Ειδικά για αυτήν την ταινία, παρά το γεγονός ότι δεν είναι θρίλερ μυστηρίου, και δεν ψάχνουμε κάποιον... δολοφόνο, θα πρέπει να ενημερώσω και να επισημάνω πως θα υπάρξουν σπόιλερς. Μπορεί να άφησα την αντίστοιχη παράγραφο με την υπόθεση της ταινίας λιτή όσο χρειάζεται, αλλά για να την απολαύσει κανείς καλύτερα, θα πρέπει να μην γνωρίζει πολλά γι' αυτήν. Από την άλλη, δεν μπορείς να γράψεις για την ταινία χωρίς να αποκαλύψεις πράγματα γι' αυτήν! Οπότε, σπόιλερ αλέρτ και προχωράμε! Η ταινία του Maoz είναι δομημένη σε τρία ξεκάθαρα οριοθετημένα μέρη. Στο πρώτο μέρος έχουμε την ανακοίνωση του θανάτου του υπαξιωματικού του ισραηλινού στρατού, Γιόναταν Φέλντμαν στους γονείς του: τον αρχιτέκτονα, Μίκαελ Φέλντμαν και την πρώην φοιτήτρια ιστορίας της τέχνης, Ντάφνα Φέλντμαν. Βλέπουμε πως αντιμετωπίζουν το σοκ, ιδίως ο Μίκαελ, καθώς η Ντάφνα για το μεγαλύτερο μέρος αυτού του τμήματος, βρίσκεται ναρκωμένη στο κρεβάτι.
Στο δεύτερο μέρος βλέπουμε πως περνάει τη θητεία του ο Γιόναταν στην άκρη του πουθενά! Τοποθετημένος υπηρεσιακά να ελέγχει τη διέλευση σε έναν έρημο δρόμο όπου περνάνε καμήλες (!) και ελάχιστοι Άραβες, βιώνει την απόλυτη βαρεμάρα, καθώς το κοντέινερ στο οποίο διαμένει με άλλους τρεις φαντάρους, γέρνει λίγο λίγο σαν τον Πύργο της Πίζας! Και στο τρίτο μέρος... Στο τρίτο μέρος βλέπουμε τις συνέπειες του γεγονότος ότι ο Γιόναταν «έπεσε», λίγους μήνες μετά. Το πως πλέον η αμετάκλητη απώλεια βιώνεται από τους γονείς του. Γιατί ενδιαμέσως, υπάρχει και μια ανατροπή. Και μια ειδεχθής πράξη βίας με θύματα Παλαιστινίους. Που ενεργοποιείται από τον φόβο. Και που... θάβεται. Και που έκανε έξαλλη την Υπουργό Πολιτισμού του Ισραήλ, η οποία κατηγόρησε τον Maoz και την ταινία πως παρουσιάζουν άθλια τον πιο τίμιο (!!!!!!!!) στρατό του κόσμου! Άλλο ένα σημάδι ότι ο Maoz έκανε όχι απλά μια σπουδαία ταινία αλλά έναν τεράστιο άθλο: τον κατηγορούν οι αρχές στη χώρα του! Μάλιστα.
Κάθε ταινία είναι γυρισμένη θαρρείς με άλλον τρόπο. Το πρώτο μέρος είναι συγκλονιστικό, χωρίς να... αποφεύγει τα στοιχεία της μαύρης κωμωδίας. Όλος ο πόνος αποτυπώνεται στο πρόσωπο του πατέρα και της μητέρας. Το παιδί τους σκοτώθηκε! «Έπεσε» εν ώρα καθήκοντος. Η μητέρα λιποθυμά. Ο πατέρας προσπαθεί να το καταπιεί όλο αυτό. Είναι συγκλονιστική η σκηνή στο μπάνιο με το καυτό νερό. Είναι ο τρόπος να κάνει το σώμα του να πονέσει για να φύγει ο πόνος από την ψυχή. Όπως εξομολογήθηκε ο Maoz, γενικότερα έμπνευση για την ταινία πήρε από ένα γεγονός που του συνέβη του ίδιου. Νευριασμένος από τα καπρίτσια της κόρης του, που δεν ξυπνούσε στην ώρα της και ζητούσε χρήματα για ταξί προκειμένου να φτάσει στην ώρα της στο σχολείο, την ανάγκασε να πάρει μια μέρα το λεωφορείο, όπως όλος ο κόσμος. Λίγη ώρα μετά έμαθε πως το συγκεκριμένο λεωφορείο και οι επιβαίνοντες σε αυτό, έπεσαν θύματα τρομοκρατικής επίθεσης, με πολλούς νεκρούς! Η μία ώρα μέχρι να μάθει ότι η κόρη του ήταν ζωντανή, καθότι δεν πρόλαβε το λεωφορείο (!!!!!) ήταν η χειρότερη της ζωής του! Έτσι και ο Μίκαελ. Βιώνει τις χειρότερες ώρες της ζωής του. Με τον μεγαλύτερο αδελφό του να παίρνει πρωτοβουλίες χωρίς να τον ρωτήσει. Με την κόρη του να μην απαντάει στις κλήσεις από το κινητό του. Με την πάσχουσα από Αλτζχάιμερ μητέρα του, μία από αυτές που επιβίωσαν από το Άουσβιτς, να καταλαβαίνει «τα πάντα και τίποτε» και να απαντάει σε άψογα γερμανικά παρά το γεγονός ότι ο Μίκαελ της μιλάει στα εβραϊκά. Με την υπενθύμιση στο κινητό: «πιέστε ένα ποτήρι νερό» ανά μία ώρα! Με τον σκύλο να ζητάει λίγα ψίχουλα αγάπης. Με τις τύψεις. Με τις ενοχές. Με τις συναντήσεις με ανθρώπους από τον στρατό, που τον ενημερώνουν για τα διαδικαστικά της κηδείας.
Ναι, αλλά πτώμα υπάρχει; Κι αν υπάρχει, ποιανού είναι το πτώμα; Και να 'σου τα πουλιά, χιλιάδες πουλιά, πάνω από τον ουρανό του Τελ Αβίβ... Δεύτερο μέρος: σουρεαλισμός. Πώς να περάσουν οι ατελείωτες ώρες κάθε μέρας σε ένα μέρος ξεχασμένο από τον θεό, όπου δεν συμβαίνει τίποτε; Πόσες φορές πια μπορείς να ανεβάσεις και να κατεβάσεις την μπάρα για να περάσει μια καμήλα; Πόσες φορές μπορείς να φας κρέας κονσέρβα; Πώς ξοδεύεις την ώρα σε έναν πόλεμο που υπάρχει μόνο στο κεφάλι σου; Το κοντέινερ βουλιάζει μέσα στη λάσπη (από τα πιο αστεία χιουμοριστικά επαναλαμβανόμενα μοτίβα μέσα στην ταινία). Και αραιά και που, έλεγχοι. Σε Άραβες. Σε Παλαιστινίους. Που πάνε στη δουλειά τους. Που πάνε σε γάμους. Που απλώς, πάνε. Που διασκεδάζουν τα νιάτα τους. Πραγματικά συγκλονιστική η σκηνή όπου ο Γιόναταν και οι συμφάνταροί του βγάζουν για τον καθιερωμένο έλεγχο ένα ζευγάρι Παλαιστινίων από το αμάξι τους, κι αρχίζει να βρέχει! Και χαλάει η κόμμωση της κυρίας, που βρίσκεται σε κατάσταση απελπισίας. Και δεν ξέρει τι να κάνει με τα χέρια της, για τα πράγματα από το τσαντάκι της που είναι καταγής και βρέχονται, για τα μαλλιά της. Και ο σύντροφός της να της συμπαραστέκεται. Χωρίς λόγια. Με ένα χαμόγελο. Τι σκηνάρα ρε παιδιά! Και οι φαντάροι να κάνουν τους ελέγχους τους. Βαρεμένοι. Και πολύ νέοι για να παίρνουν αποφάσεις ζωής και θανάτου. Και δεν αργεί η παρεξήγηση. Που σκορπά το θάνατο. Και που δεν μπορεί παρά να θαφτεί. Η σκηνή όπου ο Γιόναταν αφηγείται την τελευταία ιστορία που του είπε ο πατέρας του για να κοιμηθεί (The Last Bedtime Story) είναι κομβική για την ταινία. Συνδέει το πολύ πριν με το πριν, με το τώρα, με το μετά και με το πολύ μετά! Μας λέει πως μια ιερή παλαιά διαθήκη ανταλλάχθηκε με ένα περιοδικό τύπου... playboy! Πώς το τραγικό παρελθόν μπορεί να ξεπουληθεί για ένα πυρετώδες μα εφήμερο παρόν – κι άντε χωρίς μνήμη να αντιμετωπίσεις το μέλλον. Το μέλλον που δεν μπορεί να προβλεφθεί. Το μέλλον που προσπαθείς να το φέρεις στα μέτρα σου. Το μέλλον που κάνει τα δικά του...
Και στο τρίτο μέρος, η μπαναλιτέ της καθημερινότητας. Εδώ ο Maoz δεν κάνει κάτι ιδιαίτερο σκηνοθετικά. Ούτε περίεργες θέσεις της κάμερας ούτε πλάνα από πάνω (εξαιρετικά στο πρώτο μέρος) ούτε παστέλ χρώματα ουρανού και ιδρωμένες υγρές νύχτες (από το δεύτερο μέρος). Μόνο ένα απέραντα άδειο σπίτι, που λέει και ο Ραπτόπουλος. Άδειο από ζωή κι ας ζουν εκεί μέσα άνθρωποι. Ζουν; Προσπαθούν. Η απώλεια έχει τσακίσει το ζευγάρι. Η απώλεια και πως έβαλε το χέρι του άθελά του ο Μίκαελ για να συμβεί! Το (πρώην;) ζευγάρι αποκαλύπτει. Τόσο η Ντάφνα (κυρίως) όσο και ο Μίκαελ αποκαλύπτουν πράγματα από το παρελθόν τους, καθώς ο Γιόναταν βρίσκεται ανάμεσά τους μέσω των σκίτσων που είχε σχεδιάσει σε ένα τετράδιο το οποίο κουβαλούσε επάνω του. Κι έχουμε και μια υπέροχα απλή σκηνή κινουμένων σχεδίων εδώ. Βέλη του Γιόναταν για τον Μίκαελ (του ανθρώπου που έχει τα μάτια του καλυμμένα με ένα τεράστιο Χ), βέλη της Ντάφνα για τον Μίκαελ, βέλη του Μίκαελ για τον Μίκαελ. Μα γιατί ζει; Πως κατάφερε να ζει αυτός, όταν η μητέρα του ήταν να πεθάνει στο Άουσβιτς; Πως κατάφερε να ζήσει αυτός, όταν στο στρατό πήρε, χωρίς να καταλάβει, μια απόφαση που τον έσωσε – με τίμημα; Πώς ζει αυτός και δεν ζει ο Γιόναταν; Και πως πέθανε ο Γιόναταν; Κι ενώ λοιπόν παρακολουθείς και λες, εντάξει, μια χαρά τα πήγε ο σκηνοθέτης ως τώρα, θα κλείσει εντελώς συμβατικά, σου έρχεται και η... κατραπακιά του φινάλε φινάλε! Γαμημένη μοίρα. Τίποτα δεν κρατάμε στα χέρια μας. Τίποτα. Τίποτα δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Ειρωνεία.
Και υπό τους ήχους της λατρεμένης μουσικής του Arvo Part (ίσως η μοναδική ευκολία στην οποία υποκύπτει ο σκηνοθέτης). Βρε μέχρι και ο τίτλος της ταινίας είναι επιλεγμένος μεθοδικά και είναι ενταγμένος στο σύμπαν της κατά πως πρέπει. Foxtrot. Ο πιο εύκολος χορός. Ο χορός που σου δίνει την αίσθηση πως κινείσαι, αλλά βρίσκεσαι διαρκώς στο ίδιο μέρος! Με μια λέξη: τη λάτρεψα την ταινία!
ΥΓ: ο Lior Ashkenazi, που υποδύεται τον Μίκαελ, υπήρχαν πλάνα που φαινόταν ντάλε κουάλε ίδιος ο Steve Carell! Just sayin'...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Seven Films αλλά δεν έχει προγραμματιστεί η έξοδος της ταινίας στους κινηματογράφους της χώρας μας)
Η δεύτερη ταινία που είδαμε το βράδυ της Δευτέρας ήταν επίσης πάρα πολύ δυνατή. Και να η βασική διαφορά Αθήνας με Θεσσαλονίκη. Στην Αθήνα, σε έναν κινηματογράφο και σε περίοδο φεστιβάλ, μπορείς να δεις να παρακολουθεί την ταινία μαζί σου και καμιά ηθοποιάρα τύπου Βαγγέλη Μουρίκη! And friends, μιας που στη θέση που καθόταν στο διάλειμμα πέρασαν μπόλικοι για να πουν ένα γεια. Στην ταινία μας τώρα: μιλάμε για το Ένας ακέραιος άνθρωπος (Lerd / A Man of Intecrity) του Mohammad Rasoulof. Μια ταινία που πήρε μέρος στο παράλληλο διαγωνιστικό τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του φεστιβάλ Καννών, κερδίζοντας το βραβείο καλύτερης ταινίας του τμήματος.
Η υπόθεση: Ο 35χρονος Ρεζά, θέλοντας να κάνει μια καινούρια αρχή, μακριά από τη μολυσμένη με περισσότερους από έναν τρόπους Τεχεράνη, ζει μια ήρεμη ζωή με τη γυναίκα και τον μοναχογιό του σε ένα απόμακρο χωριό στο Βόρειο Ιράν. Έχει αγοράσει μια μικρή έκταση παίρνοντας δάνειο από την τράπεζα κι έχει στήσει ένα μικρό εκτροφείο χρυσόψαρων. Με αυτό καταγίνεται ενόσω η σύζυγός του, που τον στηρίζει σε κάθε βήμα, είναι διευθύντρια σε ένα γυμνάσιο θηλέων και ο γιος τους διαπρέπει στο δικό του σχολείο. Λίγο πιο δίπλα στην έκτασή του, στη φάρμα του, μια ιδιωτική εταιρεία που έχει στενές επαφές με την κυβέρνηση και τις τοπικές αρχές, θα πάρει τον έλεγχο σε οτιδήποτε κινείται στην περιοχή. Οι πάμπλουτοι μέτοχοί της έχουν πιέσει τους χωρικούς και τους μικροϊδιοκτήτες να ερειπώσουν τη γη τους, τις αγροικίες και τα σπίτια τους, για το συμφέρον της εταιρείας, έχοντας ως μοχλό πίεσης τον επιστάτη τους, έναν τύπο με πολύ άσχημη φήμη και χειρότερη συμπεριφορά. Όμως, ο Ρεζά αντιδρά...
Η άποψή μας: Ο Rasoulof αποτελεί «κακό σπυρί στον κώλο» για το ιρανικό καθεστώς. Μαζί με τον Panahi έχουν μπει πολλάκις στο μάτι της ιρανικής κυβέρνησης καθώς οι ταινίες τους θίγουν πολλά κακώς κείμενα, από αυτά που ταλανίζουν το Ιράν. Οι δυο σκηνοθέτες έχουν δικαστεί, καταδικαστεί και φυλακιστεί για τις ιδέες τους! Αυτή είναι η 6η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο Rasoulof και καμία από τις έξι δεν έχει προβληθεί εμπορικά στη χώρα του, την ίδια ώρα που μαζεύουν βραβεία και επαίνους στο εξωτερικό όπου κι αν προβληθούν! Εδώ, βασικός στόχος του είναι το «λάδωμα». Αν δεν λαδώσεις δεν κάνεις τίποτα, δεν μπορείς να προχωρήσεις τις δουλειές σου, δεν πας πουθενά! Επίσης, ο Rasoulof μέσω της ιστορίας του μας λέει πως στη χώρα του δεν υπάρχει δικαιοσύνη και πως η επιβολή του νόμου και της τάξης είναι θέμα χρημάτων, εξαγορών, λαδωμάτων και πως ισχύει πεντακάθαρα ο νόμος της ζούγκλας: κυριαρχεί ο ισχυρότερος.
Ο Ρεζά είναι ο ακέραιος άνθρωπος του τίτλου. Είναι αυτός που δεν δέχεται να λαδώσει. Είναι αυτός που προσπαθεί να βγάλει χρήματα και να ταΐσει την οικογένειά του με τον ιδρώτα του προσώπου του. Είναι αυτός που δεν αντέχει, δεν ανέχεται την αδικία. Και δεν συμβαίνει αυτό μόνο από τη στιγμή που ξεκίνησε την εκτροφή χρυσόψαρων. Όχι. Ίσχυε από πάντα. Όπως του λέει ένας παλιός συμμαθητής του: «πάντα τέτοιος ήσουν, ψωροπερήφανος και αντιδραστικός». Αυτή η εμμονή να λέει «όχι» όταν όλοι λένε «ναι», αυτό το πείσμα να στέκεται όρθιος όταν όλοι σκύβουν το κεφάλι, τον βάζει στο στόχαστρο. Το γνωρίζει καλά και η γυναίκα του: «Ο Ρεζά δεν θα λάδωνε ποτέ για να με βγάλει από τη φυλακή», λέει. Ουσιαστικά, ο Ρεζά ανοίγει πόλεμο με όλους τους γύρω του! Κι αυτό επειδή βρίσκεται στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή και χαλάει τη φτιάξει, ταράζει τη μανέστρα. Προσέξτε: ο Rasoulof μιλάει για ακέραιο άνθρωπο. Όχι για άνθρωπο που υπακούει «στο σύνταγμα και τους νόμους». Ο Ρεζά είναι άθεος. Και φτιάχνει παράνομα δικό του ποτό με βάση το καρπούζι. Σπάζει βασικό νόμο του κράτους! Ναι, αλλά αυτό δεν μπορεί να κηλιδώσει τον χαρακτήρα του. Ή μήπως μπορεί; Μήπως το ότι σιγά-σιγά ενδίδει και προσπαθεί να κερδίσει τον πόλεμό του χρησιμοποιώντας τα όπλα των αντιπάλων του δεν είναι ένδειξη διαφθοράς; Μήπως το ότι χρηματίζεται για να κάνει τον αγώνα τον καλό, δεν μας λέει κάτι ενδιαφέρον για τον χαρακτήρα του; Μήπως το ότι δέχεται να λειτουργήσει ως πιόνι στα σχέδια τρίτου ανθρώπου, με το αζημίωτο, δεν τον φέρνει στο ύψος του μέσου ανθρώπου, «που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά/// αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά»; Το καλό δεν μπορεί να κερδίσει με τίμια μέσα, μας λέει ο σκηνοθέτης.
Είναι τόσο βαθιά η σήψη και η διαφθορά στον κοινωνικό ιστό, που δεν υπάρχει σωτηρία, μας λέει ο Rasoulof. Και γενικώς μας τα λέει πάρα πολύ καλά. Κι ας αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει παλιακά μέσα: ο Ρεζά βγαίνει από τη φυλακή, η όμορφη γυναίκα του βάζει γάλα να βράσει, την κυριεύει η ερωτική επιθυμία, βγάζει αυτό που φοράει στο κεφάλι της, πάει να βρει τον καλό της, και να, το γάλα χύνεται από την κατσαρόλα! Σε ανάλογη σκηνή, δεν αφήνει στον Ρεζά να πάρει ψωμί και τον καρφώνει με το βλέμμα της στα μάτια! Είπαμε, παλιακά. Αυτό που μπορούμε να προσάψουμε στην ταινία είναι μια αίσθηση επανάληψης. Δηλαδή, ενώ η ένταση και η αντιπαλότητα αυξάνονται και θα έπρεπε να βλέπουμε μια κλιμάκωση των εχθροπραξιών, αυτό ναι μεν συμβαίνει, αλλά παρουσιάζεται φλατ και με ντούρου ντούρου και φτου και από την αρχή. Επίσης, ο βασικός πρωταγωνιστής έχει την κατάλληλη εμφάνιση αλλά όχι τις υποκριτικές ικανότητες για να πείσει. Τέλος, κάποια πράγματα μένουν ξεκρέμαστα: πχ, το όπλο που του παίρνουν στην αρχή, νομίζαμε πως θα χρησιμοποιούνταν κάποια στιγμή – μπα. Επίσης, η υπο-ιστορία με την άλλου θρησκεύματος οικογένεια εννοείται ότι είναι δυνατή για την ατζέντα του σκηνοθέτη κατά της οικογένειας αλλά δεν φαίνεται να ταιριάζει και πολύ στο κυρίως στόρι. Εκτός κι αν μπαίνει για να «λερώσει» λίγο και την εικόνα της γυναίκας του Ρεζά. Όπως και να έχει, ένα σπουδαίο φιλμ από το Ιράν.
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Ama Films και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της ταινίας στους κινηματογράφους είναι στις 7 Δεκεμβρίου)
Η υπόθεση: Ο 35χρονος Ρεζά, θέλοντας να κάνει μια καινούρια αρχή, μακριά από τη μολυσμένη με περισσότερους από έναν τρόπους Τεχεράνη, ζει μια ήρεμη ζωή με τη γυναίκα και τον μοναχογιό του σε ένα απόμακρο χωριό στο Βόρειο Ιράν. Έχει αγοράσει μια μικρή έκταση παίρνοντας δάνειο από την τράπεζα κι έχει στήσει ένα μικρό εκτροφείο χρυσόψαρων. Με αυτό καταγίνεται ενόσω η σύζυγός του, που τον στηρίζει σε κάθε βήμα, είναι διευθύντρια σε ένα γυμνάσιο θηλέων και ο γιος τους διαπρέπει στο δικό του σχολείο. Λίγο πιο δίπλα στην έκτασή του, στη φάρμα του, μια ιδιωτική εταιρεία που έχει στενές επαφές με την κυβέρνηση και τις τοπικές αρχές, θα πάρει τον έλεγχο σε οτιδήποτε κινείται στην περιοχή. Οι πάμπλουτοι μέτοχοί της έχουν πιέσει τους χωρικούς και τους μικροϊδιοκτήτες να ερειπώσουν τη γη τους, τις αγροικίες και τα σπίτια τους, για το συμφέρον της εταιρείας, έχοντας ως μοχλό πίεσης τον επιστάτη τους, έναν τύπο με πολύ άσχημη φήμη και χειρότερη συμπεριφορά. Όμως, ο Ρεζά αντιδρά...
Η άποψή μας: Ο Rasoulof αποτελεί «κακό σπυρί στον κώλο» για το ιρανικό καθεστώς. Μαζί με τον Panahi έχουν μπει πολλάκις στο μάτι της ιρανικής κυβέρνησης καθώς οι ταινίες τους θίγουν πολλά κακώς κείμενα, από αυτά που ταλανίζουν το Ιράν. Οι δυο σκηνοθέτες έχουν δικαστεί, καταδικαστεί και φυλακιστεί για τις ιδέες τους! Αυτή είναι η 6η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο Rasoulof και καμία από τις έξι δεν έχει προβληθεί εμπορικά στη χώρα του, την ίδια ώρα που μαζεύουν βραβεία και επαίνους στο εξωτερικό όπου κι αν προβληθούν! Εδώ, βασικός στόχος του είναι το «λάδωμα». Αν δεν λαδώσεις δεν κάνεις τίποτα, δεν μπορείς να προχωρήσεις τις δουλειές σου, δεν πας πουθενά! Επίσης, ο Rasoulof μέσω της ιστορίας του μας λέει πως στη χώρα του δεν υπάρχει δικαιοσύνη και πως η επιβολή του νόμου και της τάξης είναι θέμα χρημάτων, εξαγορών, λαδωμάτων και πως ισχύει πεντακάθαρα ο νόμος της ζούγκλας: κυριαρχεί ο ισχυρότερος.
Ο Ρεζά είναι ο ακέραιος άνθρωπος του τίτλου. Είναι αυτός που δεν δέχεται να λαδώσει. Είναι αυτός που προσπαθεί να βγάλει χρήματα και να ταΐσει την οικογένειά του με τον ιδρώτα του προσώπου του. Είναι αυτός που δεν αντέχει, δεν ανέχεται την αδικία. Και δεν συμβαίνει αυτό μόνο από τη στιγμή που ξεκίνησε την εκτροφή χρυσόψαρων. Όχι. Ίσχυε από πάντα. Όπως του λέει ένας παλιός συμμαθητής του: «πάντα τέτοιος ήσουν, ψωροπερήφανος και αντιδραστικός». Αυτή η εμμονή να λέει «όχι» όταν όλοι λένε «ναι», αυτό το πείσμα να στέκεται όρθιος όταν όλοι σκύβουν το κεφάλι, τον βάζει στο στόχαστρο. Το γνωρίζει καλά και η γυναίκα του: «Ο Ρεζά δεν θα λάδωνε ποτέ για να με βγάλει από τη φυλακή», λέει. Ουσιαστικά, ο Ρεζά ανοίγει πόλεμο με όλους τους γύρω του! Κι αυτό επειδή βρίσκεται στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή και χαλάει τη φτιάξει, ταράζει τη μανέστρα. Προσέξτε: ο Rasoulof μιλάει για ακέραιο άνθρωπο. Όχι για άνθρωπο που υπακούει «στο σύνταγμα και τους νόμους». Ο Ρεζά είναι άθεος. Και φτιάχνει παράνομα δικό του ποτό με βάση το καρπούζι. Σπάζει βασικό νόμο του κράτους! Ναι, αλλά αυτό δεν μπορεί να κηλιδώσει τον χαρακτήρα του. Ή μήπως μπορεί; Μήπως το ότι σιγά-σιγά ενδίδει και προσπαθεί να κερδίσει τον πόλεμό του χρησιμοποιώντας τα όπλα των αντιπάλων του δεν είναι ένδειξη διαφθοράς; Μήπως το ότι χρηματίζεται για να κάνει τον αγώνα τον καλό, δεν μας λέει κάτι ενδιαφέρον για τον χαρακτήρα του; Μήπως το ότι δέχεται να λειτουργήσει ως πιόνι στα σχέδια τρίτου ανθρώπου, με το αζημίωτο, δεν τον φέρνει στο ύψος του μέσου ανθρώπου, «που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά/// αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά»; Το καλό δεν μπορεί να κερδίσει με τίμια μέσα, μας λέει ο σκηνοθέτης.
Είναι τόσο βαθιά η σήψη και η διαφθορά στον κοινωνικό ιστό, που δεν υπάρχει σωτηρία, μας λέει ο Rasoulof. Και γενικώς μας τα λέει πάρα πολύ καλά. Κι ας αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει παλιακά μέσα: ο Ρεζά βγαίνει από τη φυλακή, η όμορφη γυναίκα του βάζει γάλα να βράσει, την κυριεύει η ερωτική επιθυμία, βγάζει αυτό που φοράει στο κεφάλι της, πάει να βρει τον καλό της, και να, το γάλα χύνεται από την κατσαρόλα! Σε ανάλογη σκηνή, δεν αφήνει στον Ρεζά να πάρει ψωμί και τον καρφώνει με το βλέμμα της στα μάτια! Είπαμε, παλιακά. Αυτό που μπορούμε να προσάψουμε στην ταινία είναι μια αίσθηση επανάληψης. Δηλαδή, ενώ η ένταση και η αντιπαλότητα αυξάνονται και θα έπρεπε να βλέπουμε μια κλιμάκωση των εχθροπραξιών, αυτό ναι μεν συμβαίνει, αλλά παρουσιάζεται φλατ και με ντούρου ντούρου και φτου και από την αρχή. Επίσης, ο βασικός πρωταγωνιστής έχει την κατάλληλη εμφάνιση αλλά όχι τις υποκριτικές ικανότητες για να πείσει. Τέλος, κάποια πράγματα μένουν ξεκρέμαστα: πχ, το όπλο που του παίρνουν στην αρχή, νομίζαμε πως θα χρησιμοποιούνταν κάποια στιγμή – μπα. Επίσης, η υπο-ιστορία με την άλλου θρησκεύματος οικογένεια εννοείται ότι είναι δυνατή για την ατζέντα του σκηνοθέτη κατά της οικογένειας αλλά δεν φαίνεται να ταιριάζει και πολύ στο κυρίως στόρι. Εκτός κι αν μπαίνει για να «λερώσει» λίγο και την εικόνα της γυναίκας του Ρεζά. Όπως και να έχει, ένα σπουδαίο φιλμ από το Ιράν.
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Ama Films και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της ταινίας στους κινηματογράφους είναι στις 7 Δεκεμβρίου)
Η ταινία Nelyubov (Loveless) του Andrey Zvyagintsev είναι μόλις η πέμπτη μεγάλου μήκους της φιλμογραφίας του! Ο Ρώσος σκηνοθέτης ξεκίνησε την καριέρα του το 2003 με την «Επιστροφή» (Vozvrashchenie), που με την πρώτη του χάρισε τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας. Ακολούθησε η «Αποξένωση» (Izgnanie, 2007), με την οποία συμμετείχε για πρώτη φορά στο φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας για τον πρωταγωνιστή του. Η «Έλενα» (Elena, 2011), προβλήθηκε επίσης στις Κάννες, στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» και κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής – κι ας είναι η μικρότερη σε φιλοδοξίες ταινία του. Μετά, ακολούθησε το «Λεβιάθαν» (Leviafan, 2014) η καλύτερή του ταινία (και πέσ'τε να με φάτε ρε σεις), που πήρε μέρος στο διαγωνιστικό των Καννων και κέρδισε το βραβείο σεναρίου! Κάθε του ταινία και βραβείο λοιπόν! Και τούτη λοιπόν, διαγωνιστικό στις Κάννες και Βραβείο της Επιτροπής! Κατά τη γνώμη μας, είναι μία από τις καλύτερες ταινίες που θα προβληθεί στις Νύχτες Πρεμιέρας! Και αποτελεί την πρότασή μας για την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου.
Η υπόθεση: Ο Μπόρις και η Ζένια δεν είναι ένα ευτυχισμένο ζευγάρι. Εκείνος δουλεύει σε μια εταιρία χριστιανού φονταμενταλιστή (!!!) που επιβάλει οι υπάλληλοί του να είναι παντρεμένοι και βαφτισμένοι! Οι διαζευγμένοι απολύονται! Εκείνη δουλεύει (;) σε ένα ινστιτούτο ομορφιάς. Και βρίσκονται στα πρόθυρα διαζυγίου. Σε προχωρημένο στάδιο! Ετοιμάζονται να πουλήσουν το διαμέρισμά τους, να πάρει ο καθένας το μερτικό του και να συνεχίσουν τις ζωές τους. Έτσι κι αλλιώς ο Μπόρις έχει ήδη μια νέα και όμορφη γκόμενα, την οποία έχει καταστήσει έγκυο και η Ζένια ζει το μεγάλο της έρωτα με έναν μεγαλύτερό της πλούσιο, διαζευγμένο εραστή. Μέχρι να κάνουν το επόμενο βήμα, όμως, τρώγονται σαν τα σκυλιά! Οι φωνές, οι διαφωνίες, οι κραυγές και οι αψιμαχίες αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Έτσι, κανείς δεν μοιάζει να νοιάζεται και να ενδιαφέρεται για τον 12χρονο γιο τους, το μοναχικό και ευαίσθητο Αλιόσα. Έως ότου ο Αλιόσα εξαφανίζεται...
Η άποψή μας: Μεγάλος μαέστρος ο Zvyagintsev. Τεράστιος σκηνοθέτης. Οικοδομεί ένα σύμπαν με τόσο βαθιά θεμέλια και τόσο περίτεχνη αρχιτεκτονική, που υπάρχουν στιγμές όπου απλά παρακολουθείς με ανοιχτό το στόμα. Και ναι, ξέρει να γίνεται ακόμα και επιδειξίας: δεν θα δείτε πιο όμορφες σκηνές χιονόπτωσης (ιδίως οι βραδινές λήψεις είναι απίστευτες) και βγάζει... μάτι ακόμα και με το να κινηματογραφεί απλά τον δίσκο σε ένα εστιατόριο επιχείρησης να γεμίζει με πιάτα και ποτά! Όμως, αυτό είναι το έλασσον. «Αυτός που δεν αγάπησαν ποτέ» του τίτλου παραπέμπει στον μικρό Αλιόσα. Αλλά και ποιος αγαπήθηκε από όλους αυτούς του ρημαγμένους ανθρώπους; Πηχτή δυστυχία τους έχει ποτίσει μέχρι τα τρίσβαθα της ψυχής τους. Δεν έχουν να νοιαστούν για την επιβίωσή τους: είναι φραγκάτοι, ζουν σε υψηλό επίπεδο διαβίωσης, φαινομενικά τα έχουν όλα. Δεν έχουν όμως αγάπη. Ιδίως ο Αλιόσα, που σπαράζει καθώς ακούει τους γονείς του να μαλώνουν. Έχουν όμως επιφάνεια.
Μονίμως με το κινητό στο χέρι: μηνύματα, facebook, instagram, πάμε και μια σέλφι, «μου χαρίζεις το νούμερό σου;». Ναι, είναι η εποχή της αποξένωσης, όπου ζεις μόνο αν δείξεις ότι ζεις: στους followers, στους «φίλους» σου, στον ίδιο σου τον εαυτό. Το τραβάει εδώ ο σκηνοθέτης. Φτάνει στιγμή που πιάνεις τον εαυτό σου να σκέφτεται: «νισάφι, το καταλάβαμε». Δεν ηθικολογεί όμως, δεν πέφτει στην παγίδα αυτή. Καταγράφει. Επιφάνεια. Ένα τζάμι που μας χωρίζει από τον κόσμο. Νοτισμένο, μια διαφάνεια που μας αφήνει να βλέπουμε χωρίς να μας βλέπουν. Ανοίγεις το τζάμι κι ακούγεται ο ήχος από έξω. Κλείνει ο συναγερμός του αυτοκινήτου και ακούγεται ο ήχος της κλειδαριάς από μέσα. Στη φύση, μόνο ο ήχος από το νερό του ποταμιού και από το χιόνι που πέφτει. Και σεξ, πολύ σεξ, πρώτη φορά τόσο πολύ σεξ σε ταινία του Ρώσου. Όχι άλλο φίλοι, μόνο σεξ! Κι από ένα σημείο και μετά το όλο πράγμα αλλάζει. Ο Αλιόσα εξαφανίζεται! Για πρώτη φορά οι γονείς του πραγματικά ανησυχούν. Χωρίς να παύουν να είναι εχθροί μεταξύ τους. Η σκηνή στο αυτοκίνητο όπου πηγαίνουν μαζί στη γιαγιά του Αλιόσα, τη μάνα της Ζένια, μήπως έχει κρυφτεί εκεί, αποτελεί μια εφιαλτική εκδοχή σκηνής βγαλμένης από τον «Πόλεμο των Ρόουζ». Και να η αστυνομία, να μην μπορεί να κάνει πολλά και να μια ομάδα εθελοντών (!!!) πολύ οργανωμένων, που βοηθούν στις έρευνες. Και μέσα σε όλο αυτό το ζοφερό κλίμα να υπάρχουν σκηνές ατόφιας τρέλας, χιουμοριστικά ιντερλούδια τόσο – όσο. Στα ραδιόφωνα παλαβοί να ενημερώνουν για το τέλος του κόσμου που πλησιάζει, ειδήσεις για διαφθορά στην κυβέρνηση, βολές κατά του Πούτιν.
Και οι συμβολισμοί, εκεί, για όσους θέλουν να τους δουν και να τους αποκωδικοποιήσουν. Στην Ουκρανία γίνεται χαμός, σκοτώνονται «μα τι φταίμε εμείς, είμαστε απλοί ανθρακωρύχοι». Και το παιδί να μην βρίσκεται. Μόνο αφίσες του ξεχασμένες σε στύλους και στάσεις λεωφορείων. Και η ζωή συνεχίζεται. Με τη Ζένια να τρέχει μόνη της στον κυλιόμενο διάδρομο, έξω στο κρύο, φορώντας (τυχαίο;) φόρμα που γράφει φαρδιά πλατιά «Ρωσία». Και να μας κοιτάζει στα μάτια. Φταίει, ναι, είναι σίγουρο. Αλλά... ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Σωστά; Πολύ μεγάλη ταινία!
(η ταινία προβάλλεται την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου στις 22.00, στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Seven Films και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 19 Οκτωβρίου)
Η υπόθεση: Ο Μπόρις και η Ζένια δεν είναι ένα ευτυχισμένο ζευγάρι. Εκείνος δουλεύει σε μια εταιρία χριστιανού φονταμενταλιστή (!!!) που επιβάλει οι υπάλληλοί του να είναι παντρεμένοι και βαφτισμένοι! Οι διαζευγμένοι απολύονται! Εκείνη δουλεύει (;) σε ένα ινστιτούτο ομορφιάς. Και βρίσκονται στα πρόθυρα διαζυγίου. Σε προχωρημένο στάδιο! Ετοιμάζονται να πουλήσουν το διαμέρισμά τους, να πάρει ο καθένας το μερτικό του και να συνεχίσουν τις ζωές τους. Έτσι κι αλλιώς ο Μπόρις έχει ήδη μια νέα και όμορφη γκόμενα, την οποία έχει καταστήσει έγκυο και η Ζένια ζει το μεγάλο της έρωτα με έναν μεγαλύτερό της πλούσιο, διαζευγμένο εραστή. Μέχρι να κάνουν το επόμενο βήμα, όμως, τρώγονται σαν τα σκυλιά! Οι φωνές, οι διαφωνίες, οι κραυγές και οι αψιμαχίες αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Έτσι, κανείς δεν μοιάζει να νοιάζεται και να ενδιαφέρεται για τον 12χρονο γιο τους, το μοναχικό και ευαίσθητο Αλιόσα. Έως ότου ο Αλιόσα εξαφανίζεται...
Η άποψή μας: Μεγάλος μαέστρος ο Zvyagintsev. Τεράστιος σκηνοθέτης. Οικοδομεί ένα σύμπαν με τόσο βαθιά θεμέλια και τόσο περίτεχνη αρχιτεκτονική, που υπάρχουν στιγμές όπου απλά παρακολουθείς με ανοιχτό το στόμα. Και ναι, ξέρει να γίνεται ακόμα και επιδειξίας: δεν θα δείτε πιο όμορφες σκηνές χιονόπτωσης (ιδίως οι βραδινές λήψεις είναι απίστευτες) και βγάζει... μάτι ακόμα και με το να κινηματογραφεί απλά τον δίσκο σε ένα εστιατόριο επιχείρησης να γεμίζει με πιάτα και ποτά! Όμως, αυτό είναι το έλασσον. «Αυτός που δεν αγάπησαν ποτέ» του τίτλου παραπέμπει στον μικρό Αλιόσα. Αλλά και ποιος αγαπήθηκε από όλους αυτούς του ρημαγμένους ανθρώπους; Πηχτή δυστυχία τους έχει ποτίσει μέχρι τα τρίσβαθα της ψυχής τους. Δεν έχουν να νοιαστούν για την επιβίωσή τους: είναι φραγκάτοι, ζουν σε υψηλό επίπεδο διαβίωσης, φαινομενικά τα έχουν όλα. Δεν έχουν όμως αγάπη. Ιδίως ο Αλιόσα, που σπαράζει καθώς ακούει τους γονείς του να μαλώνουν. Έχουν όμως επιφάνεια.
Μονίμως με το κινητό στο χέρι: μηνύματα, facebook, instagram, πάμε και μια σέλφι, «μου χαρίζεις το νούμερό σου;». Ναι, είναι η εποχή της αποξένωσης, όπου ζεις μόνο αν δείξεις ότι ζεις: στους followers, στους «φίλους» σου, στον ίδιο σου τον εαυτό. Το τραβάει εδώ ο σκηνοθέτης. Φτάνει στιγμή που πιάνεις τον εαυτό σου να σκέφτεται: «νισάφι, το καταλάβαμε». Δεν ηθικολογεί όμως, δεν πέφτει στην παγίδα αυτή. Καταγράφει. Επιφάνεια. Ένα τζάμι που μας χωρίζει από τον κόσμο. Νοτισμένο, μια διαφάνεια που μας αφήνει να βλέπουμε χωρίς να μας βλέπουν. Ανοίγεις το τζάμι κι ακούγεται ο ήχος από έξω. Κλείνει ο συναγερμός του αυτοκινήτου και ακούγεται ο ήχος της κλειδαριάς από μέσα. Στη φύση, μόνο ο ήχος από το νερό του ποταμιού και από το χιόνι που πέφτει. Και σεξ, πολύ σεξ, πρώτη φορά τόσο πολύ σεξ σε ταινία του Ρώσου. Όχι άλλο φίλοι, μόνο σεξ! Κι από ένα σημείο και μετά το όλο πράγμα αλλάζει. Ο Αλιόσα εξαφανίζεται! Για πρώτη φορά οι γονείς του πραγματικά ανησυχούν. Χωρίς να παύουν να είναι εχθροί μεταξύ τους. Η σκηνή στο αυτοκίνητο όπου πηγαίνουν μαζί στη γιαγιά του Αλιόσα, τη μάνα της Ζένια, μήπως έχει κρυφτεί εκεί, αποτελεί μια εφιαλτική εκδοχή σκηνής βγαλμένης από τον «Πόλεμο των Ρόουζ». Και να η αστυνομία, να μην μπορεί να κάνει πολλά και να μια ομάδα εθελοντών (!!!) πολύ οργανωμένων, που βοηθούν στις έρευνες. Και μέσα σε όλο αυτό το ζοφερό κλίμα να υπάρχουν σκηνές ατόφιας τρέλας, χιουμοριστικά ιντερλούδια τόσο – όσο. Στα ραδιόφωνα παλαβοί να ενημερώνουν για το τέλος του κόσμου που πλησιάζει, ειδήσεις για διαφθορά στην κυβέρνηση, βολές κατά του Πούτιν.
Και οι συμβολισμοί, εκεί, για όσους θέλουν να τους δουν και να τους αποκωδικοποιήσουν. Στην Ουκρανία γίνεται χαμός, σκοτώνονται «μα τι φταίμε εμείς, είμαστε απλοί ανθρακωρύχοι». Και το παιδί να μην βρίσκεται. Μόνο αφίσες του ξεχασμένες σε στύλους και στάσεις λεωφορείων. Και η ζωή συνεχίζεται. Με τη Ζένια να τρέχει μόνη της στον κυλιόμενο διάδρομο, έξω στο κρύο, φορώντας (τυχαίο;) φόρμα που γράφει φαρδιά πλατιά «Ρωσία». Και να μας κοιτάζει στα μάτια. Φταίει, ναι, είναι σίγουρο. Αλλά... ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Σωστά; Πολύ μεγάλη ταινία!
(η ταινία προβάλλεται την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου στις 22.00, στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Seven Films και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 19 Οκτωβρίου)
Θόδωρος Γιαχουστίδης