του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.3: «Κρύο, κρύο, καιρός για... δύο!»
Μάλιστα. Συνεχίζουμε τις «ανταποκρίσεις» εκ του μακρόθεν, αλλά πλησιάζει η ώρα και η στιγμή της καθόδου στην πρωτεύουσα, βεβαίως βεβαίως. Σήμερα ο καιρός ήταν πραγματικά φθινοπωρινός. Φυσούσε, άλλαξε η ατμόσφαιρα, ένιωθες πως το περίφημο ελληνικό καλοκαίρι φτάνει σιγά – σιγά προς το φινάλε του. Το χρειαζόσουν το μπουφανάκι έξω και την κουβερτούλα (έστω πικέ) στο κρεβάτι. Σαν το προφυλακτικό στο σεξ με ανθρώπους που δεν γνωρίζεις καλά (χμ, αυτό ίσως να μην συμβεί και ποτέ αλλά λέμε τώρα!). Τι πάσες δίνω όμως ο αλήτης στον εαυτό μου, ε; Γιατί σήμερα θα αναφερθούμε σε ΔΥΟ ταινίες από αυτές του φεστιβάλ, που προβάλλονται το Σάββατο (έτσι εξηγείται ο συγκεκριμένος τίτλος του κειμένου) και γιατί η μία από τις δύο ταινίες είναι το 120 BPM, που μιλάει για την Act Up, και κατ' επέκταση το Aids και κατ' επέκταση, φοράτε προφυλακτικό μπρε! Τα κείμενα για τις ταινίες (έστω ελαφρώς παραλλαγμένα και επικαιροποιημένα), τονίζουμε, είναι από προηγούμενες ανταποκρίσεις μας από τα φεστιβάλ στα οποία είδαμε τις εν λόγω ταινίες, για να μπορούμε εδώ να τις περνάμε ως προτάσεις και να πουλάμε και μούρη:
O Robin Campillo είναι περισσότερο γνωστός ως σεναριογράφος παρά ως σκηνοθέτης. Έχει γράψει σενάρια κυρίως για ταινίες του Laurent Cantet όπως τα «Ελεύθερος ωραρίου», «Ανάμεσα στους τοίχους» αλλά και το «L' atelier» (σημείωση: προβλήθηκε στις Κάννες, θα προβληθεί και στις φετινές «Νύχτες Πρεμιέρας»). Η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ήταν το «Les revenants» (2004), το οποίο ο ίδιος μετέτρεψε σε τηλεοπτική σειρά, το υπέροχο και ιδιαίτερα στυλίστικο «Αυτοί που επιστρέφουν», με ένα μουσικό θέμα από τους Mogwai εντελώς ανατριχιαστικό. Πέρασαν εννιά ολόκληρα χρόνια για να γυρίσει τη δεύτερη ταινία του, το «Eastern Boys» (2013). Και φέτος, με την τρίτη του ταινία, συμμετείχε για πρώτη φορά στην καριέρα του στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Τίτλος της ταινίας: «120 χτύποι το λεπτό» (120 battements par minute). Και ο Campillo θα είναι στην Αθήνα, καθώς το φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» του κάνει spotlight – μίνι αφιέρωμα!
Η υπόθεση: Αρχές δεκαετίας του '90. Το Aids (ή Sida, όπως το ονομάζουν οι γαλλόφωνοι) είναι μια επιδημία που εξαπλώνεται σαν... ιός, οδηγώντας στο θάνατο χιλιάδες ομοφυλόφιλους, αλλά και ετεροφυλόφιλους, τοξικομανείς, φυλακισμένους, ιερόδουλες, ομάδες υψηλού κινδύνου, καθώς πρόκειται για ασθένεια κατά βάση σεξουαλικώς μεταδιδόμενη. Στη Γαλλία το ποσοστό των θανάτων είναι ιδιαζόντως υψηλό και η γκέι κοινότητα κατηγορεί ευθέως την κυβέρνηση του προέδρου Μιτεράν, ότι αδιαφορεί και δεν κάνει όλα όσα οφείλει να κάνει. Σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς εμφανίζεται η οργάνωση ακτιβιστών Act Up. Δυναμικά, τα μέλη της διεκδικούν το αυτονόητο. Να επισπευσθούν οι διαδικασίες, να δοθούν χρήματα για έρευνα και τα φαρμακευτικά εργαστήρια να μην κωλυσιεργούν. Οι δράσεις τους είναι και πολλές και δυναμικές και πρωτότυπες. Μέσα στο πλαίσιο αυτό ένας έρωτας αναπτύσσεται ανάμεσα στον Σον και τον Νατάν.
Η άποψή μας: «In France, a skinny man died of a big disease with a little name»... Τα έλεγε ο συχωρεμένος ο Prince από τα 1987 στο «Sign o' the times», ίσως ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια όλων των εποχών. Μεγάλη μάστιγα το Aids, κάποια εποχή ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τους πάντες. Υπήρχε άγνοια, υπήρχε προκατάληψη, υπήρχαν μέχρι και απόψεις ότι η συγκεκριμένη αρρώστια ήταν ένα είδος θεϊκής τιμωρίας (;;;;) για την ακόλαστη ζωή που ζούσαν οι ομοφυλόφιλοι. Κάθε νόμισμα όμως έχει δύο όψεις. Εξαιτίας της αρρώστιας κινητοποιήθηκαν οι ομοφυλόφιλοι, διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους, έβγαλαν τον εαυτό τους από το περιθώριο όπου τους είχε βάλει η κοινωνία και δήλωσαν δυναμικά «παρών». Η ταινία αποτελεί τη δραματοποιημένη εκδοχή των κινήσεων της Act Up του Παρισιού.
Εδώ προβάλλονται όλες οι ενέργειες της οργάνωσης που προκάλεσαν πάταγο, ιδίως εκείνη στην οποία ο Σηκουάνας βάφτηκε κόκκινος από τους ακτιβιστές. Μια εικόνα που είναι η πιο εντυπωσιακή της ταινίας, σου καρφώνεται στο μυαλό και ως σύμβολο λειτουργεί εκατοντάδες φορές καλύτερα από απεργίες και κινητοποιήσεις στο δρόμο. Όχι ότι δεν χρειάζονται κι αυτές, έτσι; Ιδίως αυτές χρειάζονται. Αλλά, να, στην εποχή της εικόνας, είναι σημαντικό να προωθείς την ατζέντα σου με κινήσεις που εντυπωσιάζουν. Βλέπουμε και τις συνεδριάσεις των μελών της οργάνωσης, τα επιχειρήματα και τα αντεπιχειρήματα για το πώς πρέπει να δράσουν, αν είναι απαραίτητη η βία ή όχι, αν θέλουν να εκδικηθούν, αν μπορούν να περάσουν σωστά το μήνυμά τους. Για να μην είναι μια ταινία συνεχούς λόγου και διαλόγου ο σκηνοθέτης παίρνει δύο από τους πρωταγωνιστές του και επικεντρώνεται στην ερωτική τους ιστορία. Διαφορετικά, θα μπορούσε απλά να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την Act Up. Όλο αυτό το «μιλάμε, μιλάμε, μιλάμε» δίνει αυθεντικότητα, στερεί όμως από το να κερδίσει η ταινία πόντους σε ότι αφορά τη μυθοπλασία της.
Η ερωτική ιστορία του παθιασμένου και επαναστάτη Σον με τον δυναμικό και... τυχερό Νατάν λειτουργεί ως το συναισθηματικό επίκεντρο του φιλμ, για να κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών, γκέι και στρέιτ. Έχει τις στιγμές της αυτή η ιστορία και συγκινεί ακριβώς επειδή δεν έχει καλό τέλος. Επειδή η αρρώστια δεν κάνει διακρίσεις... Στάχτη νεκρού σε κοσμικό γεύμα μπουρζουάδων! Βρε τους μπαγάσες, έκαναν καλή δουλειά. Είθε να δημιουργηθεί μια Act Up και στη χώρα μας εναντίον των μνημονίων! Εντάξει, λαϊκίζω και σταματώ εδώ.
Ενδιαφέρουσα ταινία, ακούγεται και μια παραλλαγή του ύμνου των Bronski Beat «Smalltown Boy», μια ταινία που θα συγκινήσει περισσότερο το γκέι κοινό, καθώς δεν έχει το wide appeal που είχε φερ' ειπείν το «Moonlight».
(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 19:45, στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Weird Wave και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 28 Σεπτεμβρίου)
Η υπόθεση: Αρχές δεκαετίας του '90. Το Aids (ή Sida, όπως το ονομάζουν οι γαλλόφωνοι) είναι μια επιδημία που εξαπλώνεται σαν... ιός, οδηγώντας στο θάνατο χιλιάδες ομοφυλόφιλους, αλλά και ετεροφυλόφιλους, τοξικομανείς, φυλακισμένους, ιερόδουλες, ομάδες υψηλού κινδύνου, καθώς πρόκειται για ασθένεια κατά βάση σεξουαλικώς μεταδιδόμενη. Στη Γαλλία το ποσοστό των θανάτων είναι ιδιαζόντως υψηλό και η γκέι κοινότητα κατηγορεί ευθέως την κυβέρνηση του προέδρου Μιτεράν, ότι αδιαφορεί και δεν κάνει όλα όσα οφείλει να κάνει. Σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς εμφανίζεται η οργάνωση ακτιβιστών Act Up. Δυναμικά, τα μέλη της διεκδικούν το αυτονόητο. Να επισπευσθούν οι διαδικασίες, να δοθούν χρήματα για έρευνα και τα φαρμακευτικά εργαστήρια να μην κωλυσιεργούν. Οι δράσεις τους είναι και πολλές και δυναμικές και πρωτότυπες. Μέσα στο πλαίσιο αυτό ένας έρωτας αναπτύσσεται ανάμεσα στον Σον και τον Νατάν.
Η άποψή μας: «In France, a skinny man died of a big disease with a little name»... Τα έλεγε ο συχωρεμένος ο Prince από τα 1987 στο «Sign o' the times», ίσως ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια όλων των εποχών. Μεγάλη μάστιγα το Aids, κάποια εποχή ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τους πάντες. Υπήρχε άγνοια, υπήρχε προκατάληψη, υπήρχαν μέχρι και απόψεις ότι η συγκεκριμένη αρρώστια ήταν ένα είδος θεϊκής τιμωρίας (;;;;) για την ακόλαστη ζωή που ζούσαν οι ομοφυλόφιλοι. Κάθε νόμισμα όμως έχει δύο όψεις. Εξαιτίας της αρρώστιας κινητοποιήθηκαν οι ομοφυλόφιλοι, διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους, έβγαλαν τον εαυτό τους από το περιθώριο όπου τους είχε βάλει η κοινωνία και δήλωσαν δυναμικά «παρών». Η ταινία αποτελεί τη δραματοποιημένη εκδοχή των κινήσεων της Act Up του Παρισιού.
Εδώ προβάλλονται όλες οι ενέργειες της οργάνωσης που προκάλεσαν πάταγο, ιδίως εκείνη στην οποία ο Σηκουάνας βάφτηκε κόκκινος από τους ακτιβιστές. Μια εικόνα που είναι η πιο εντυπωσιακή της ταινίας, σου καρφώνεται στο μυαλό και ως σύμβολο λειτουργεί εκατοντάδες φορές καλύτερα από απεργίες και κινητοποιήσεις στο δρόμο. Όχι ότι δεν χρειάζονται κι αυτές, έτσι; Ιδίως αυτές χρειάζονται. Αλλά, να, στην εποχή της εικόνας, είναι σημαντικό να προωθείς την ατζέντα σου με κινήσεις που εντυπωσιάζουν. Βλέπουμε και τις συνεδριάσεις των μελών της οργάνωσης, τα επιχειρήματα και τα αντεπιχειρήματα για το πώς πρέπει να δράσουν, αν είναι απαραίτητη η βία ή όχι, αν θέλουν να εκδικηθούν, αν μπορούν να περάσουν σωστά το μήνυμά τους. Για να μην είναι μια ταινία συνεχούς λόγου και διαλόγου ο σκηνοθέτης παίρνει δύο από τους πρωταγωνιστές του και επικεντρώνεται στην ερωτική τους ιστορία. Διαφορετικά, θα μπορούσε απλά να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την Act Up. Όλο αυτό το «μιλάμε, μιλάμε, μιλάμε» δίνει αυθεντικότητα, στερεί όμως από το να κερδίσει η ταινία πόντους σε ότι αφορά τη μυθοπλασία της.
Η ερωτική ιστορία του παθιασμένου και επαναστάτη Σον με τον δυναμικό και... τυχερό Νατάν λειτουργεί ως το συναισθηματικό επίκεντρο του φιλμ, για να κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών, γκέι και στρέιτ. Έχει τις στιγμές της αυτή η ιστορία και συγκινεί ακριβώς επειδή δεν έχει καλό τέλος. Επειδή η αρρώστια δεν κάνει διακρίσεις... Στάχτη νεκρού σε κοσμικό γεύμα μπουρζουάδων! Βρε τους μπαγάσες, έκαναν καλή δουλειά. Είθε να δημιουργηθεί μια Act Up και στη χώρα μας εναντίον των μνημονίων! Εντάξει, λαϊκίζω και σταματώ εδώ.
Ενδιαφέρουσα ταινία, ακούγεται και μια παραλλαγή του ύμνου των Bronski Beat «Smalltown Boy», μια ταινία που θα συγκινήσει περισσότερο το γκέι κοινό, καθώς δεν έχει το wide appeal που είχε φερ' ειπείν το «Moonlight».
(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 19:45, στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Weird Wave και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 28 Σεπτεμβρίου)
Η ταινία Ava της Léa Mysius είναι η πρώτη της μεγάλου μήκους και συμμετείχε στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής» του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, ενώ παράλληλα διεκδίκησε και τη Χρυσή Κάμερα, βραβείο το οποίο διεκδικούν όλες οι πρώτες ταινίες, σε όποιο τμήμα του φεστιβάλ κι αν συμμετέχουν! Εδώ, θα αναφέρουμε ένα μικρό φιάσκο σε ότι αφορά την προβολή της ταινίας στις Κάννες για να δείξουμε πως φάουλ συμβαίνουν και... στις καλύτερες οικογένειες! Όλα ξεκίνησαν καλά. Η αίθουσα ήταν γεμάτη, ο «αρχηγός» (αντίστοιχος Κατσίκας δηλαδή) έβγαλε έναν ωραιότατο λόγο, παρουσιάστηκαν οι παραγωγοί, η σκηνοθέτιδα και οι ηθοποιοί της ταινίας, ξεκίνησε η προβολή και... πάπαλα οι υπότιτλοι! Το λες και χοντράδα. Δυο φορές βγήκα έξω να ενημερώσω και οι Φραντσόζοι μέσα στην αίθουσα μου έκαναν «σσσς», γιατί τους ενοχλούσα. Μωρέ τι λέτε ρε Γαλλάκια; Κλασικά, τα πήρα κρανίο, έκανα φασαρία, έριξα και μπινελίκια, κάτι fuckin’ και κάτι assholes για τα οποία ομολογώ πως δεν είμαι ιδιαίτερα περήφανος, αλλά η προβολή σταμάτησε! Και ξανάρχισε από την αρχή, με υποτίτλους αυτήν τη φορά. Όχι, παίζουμε! Χε χε χε...
Η υπόθεση: Η Άβα είναι ένα παράξενο 13χρονο κορίτσι, που περνάει τις καλοκαιρινές της διακοπές σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο. Έχει πρόβλημα με τα μάτια της και στην τελευταία της επίσκεψη στον οφθαλμίατρο μαθαίνει τα άσχημα νέα. Εξαιτίας πάθησης που δεν αναστρέφεται αρχικά θα χάσει την ικανότητά της να βλέπει στο ημίφως και στο σκοτάδι και σταδιακά θα χάσει εντελώς το φως της. Η μητέρα της (που έχει ακόμα μια κόρη, μωρό εκείνη, χωρίς κανέναν πατέρα στον ορίζοντα) αποφασίζει να συνεχίσουν τις διακοπές τους όσο καλύτερα μπορούν. Για χάρη της Άβα. Να διασκεδάσει και να δει όσα περισσότερα μπορεί μέχρι να πάψει να βλέπει πια. Η Άβα όμως αποφασίζει να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Συναντά έναν νεαρό τσιγγάνο. Αρχικά, του «κλέβει» τον σκύλο. Μετά εκείνος «κλέβει» την καρδιά της. Είναι λίγο μεγαλύτερος από εκείνην και τον κυνηγά η αστυνομία. Πώς θα τα βάλουν, αυτοί, δύο πιτσιρίκια, μόνοι απέναντι σε όλους;
Η άποψή μας: Για να πω την μαύρη αλήθεια εγώ κάτι σαν το περσινό «Raw» περίμενα να δω. Την ενηλικίωση δηλαδή μιας νεαρής κοπέλας μέσω... κανιβαλισμού! Εδώ, με την εμφάνιση του μαύρου σκύλου, που τον βαφτίζει «Λούπο» η Άβα, σκέφτηκα «χμ, μάλλον με λυκανθρώπους θα έχουμε να κάνουμε». Καμία σχέση. Μια όμορφη, τρυφερή, ερωτική και ώρες ώρες αστεία ιστορία είναι τούτη εδώ. Με κοινωνικές αιχμές για την αντιμετώπιση των Τσιγγάνων από τη γαλλική κοινωνία και με λίγο από... «Μπόνι και Κλάιντ»! Βασικό ατού της ταινίας η νεαρή της πρωταγωνίστρια. Η Noée Abita είναι πραγματικά σπουδαία στον κεντρικό ρόλο. Δείχνει τόλμη, θάρρος, θράσος, τσαμπουκά. Όλη η ταινία είναι χτισμένη επάνω της και σε τρεις άξονες: στο πως αντιμετωπίζει την αρρώστιά της, στο πως είναι δομημένη η σχέση της με τη μητέρα της και στο πως νιώθει τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα για τον νεαρό Τσιγγάνο.
Υπάρχουν σκηνές ονείρου που παραπέμπουν σε Bunuel της εποχής του «Ένας ανδαλουσιανός σκύλος». Υπάρχουν σκηνές όπου οι δύο νεαροί εραστές, γυμνοί, με όπλα στο χέρι και καλυμμένοι από άργιλο, ορμάνε σε γυμνιστές αστούς στην παραλία και τους κλέβουν, σε κάτι που παραπέμπει στον... «Τρελό Πιερό»! Υπάρχουν σκηνές όπως εκείνη όπου η μάνα της κάνει σεξ με τον νεαρό εραστή της και η Άβα μαζεύει παιδιά από τη γειτονιά για να δουν το ακατάλληλο για ανηλίκους θέαμα: πολύ γέλιο. Υπάρχει σκηνή τσιγγάνικου γάμου κατευθείαν βγαλμένη από το σύμπαν του Kusturica! Υπάρχει σκηνή όπου η μικρή τραγουδάει στο ρυθμό ενός γνωστού ποπ τραγουδιού. Ακούγεται δις μέσα στην ταινία ο αγαπημένος «Μπαλαμός», του Διονύση Τσακνή, που έγινε γνωστός από τον Γιώργο Κάτσαρη: βέβαια, στην ταινία το ακούμε από μια γυναίκα Τσιγγάνα!
Γενικώς, μια ιστορία έρωτα και αναρχίας, πολύ όμορφα δοσμένη, με ένα τελευταίο στοπ καρέ βγαλμένο από την καλύτερη παράδοση ανάλογων ταινιών. Όμορφο ντεμπούτο για την ενηλικίωση μιας κοπέλας και για τον ρατσισμό μιας ολόκληρης κοινωνίας. Και ο ωκεανός ρε παιδιά, η θάλασσα, με τα τεράστια κύματά της, απλά συγκλονιστική!
(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 21:00, στο Όπερα 1, την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 2 και το Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 1 /// απ' όσο γνωρίζουμε, η ταινία δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Η υπόθεση: Η Άβα είναι ένα παράξενο 13χρονο κορίτσι, που περνάει τις καλοκαιρινές της διακοπές σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο. Έχει πρόβλημα με τα μάτια της και στην τελευταία της επίσκεψη στον οφθαλμίατρο μαθαίνει τα άσχημα νέα. Εξαιτίας πάθησης που δεν αναστρέφεται αρχικά θα χάσει την ικανότητά της να βλέπει στο ημίφως και στο σκοτάδι και σταδιακά θα χάσει εντελώς το φως της. Η μητέρα της (που έχει ακόμα μια κόρη, μωρό εκείνη, χωρίς κανέναν πατέρα στον ορίζοντα) αποφασίζει να συνεχίσουν τις διακοπές τους όσο καλύτερα μπορούν. Για χάρη της Άβα. Να διασκεδάσει και να δει όσα περισσότερα μπορεί μέχρι να πάψει να βλέπει πια. Η Άβα όμως αποφασίζει να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Συναντά έναν νεαρό τσιγγάνο. Αρχικά, του «κλέβει» τον σκύλο. Μετά εκείνος «κλέβει» την καρδιά της. Είναι λίγο μεγαλύτερος από εκείνην και τον κυνηγά η αστυνομία. Πώς θα τα βάλουν, αυτοί, δύο πιτσιρίκια, μόνοι απέναντι σε όλους;
Η άποψή μας: Για να πω την μαύρη αλήθεια εγώ κάτι σαν το περσινό «Raw» περίμενα να δω. Την ενηλικίωση δηλαδή μιας νεαρής κοπέλας μέσω... κανιβαλισμού! Εδώ, με την εμφάνιση του μαύρου σκύλου, που τον βαφτίζει «Λούπο» η Άβα, σκέφτηκα «χμ, μάλλον με λυκανθρώπους θα έχουμε να κάνουμε». Καμία σχέση. Μια όμορφη, τρυφερή, ερωτική και ώρες ώρες αστεία ιστορία είναι τούτη εδώ. Με κοινωνικές αιχμές για την αντιμετώπιση των Τσιγγάνων από τη γαλλική κοινωνία και με λίγο από... «Μπόνι και Κλάιντ»! Βασικό ατού της ταινίας η νεαρή της πρωταγωνίστρια. Η Noée Abita είναι πραγματικά σπουδαία στον κεντρικό ρόλο. Δείχνει τόλμη, θάρρος, θράσος, τσαμπουκά. Όλη η ταινία είναι χτισμένη επάνω της και σε τρεις άξονες: στο πως αντιμετωπίζει την αρρώστιά της, στο πως είναι δομημένη η σχέση της με τη μητέρα της και στο πως νιώθει τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα για τον νεαρό Τσιγγάνο.
Υπάρχουν σκηνές ονείρου που παραπέμπουν σε Bunuel της εποχής του «Ένας ανδαλουσιανός σκύλος». Υπάρχουν σκηνές όπου οι δύο νεαροί εραστές, γυμνοί, με όπλα στο χέρι και καλυμμένοι από άργιλο, ορμάνε σε γυμνιστές αστούς στην παραλία και τους κλέβουν, σε κάτι που παραπέμπει στον... «Τρελό Πιερό»! Υπάρχουν σκηνές όπως εκείνη όπου η μάνα της κάνει σεξ με τον νεαρό εραστή της και η Άβα μαζεύει παιδιά από τη γειτονιά για να δουν το ακατάλληλο για ανηλίκους θέαμα: πολύ γέλιο. Υπάρχει σκηνή τσιγγάνικου γάμου κατευθείαν βγαλμένη από το σύμπαν του Kusturica! Υπάρχει σκηνή όπου η μικρή τραγουδάει στο ρυθμό ενός γνωστού ποπ τραγουδιού. Ακούγεται δις μέσα στην ταινία ο αγαπημένος «Μπαλαμός», του Διονύση Τσακνή, που έγινε γνωστός από τον Γιώργο Κάτσαρη: βέβαια, στην ταινία το ακούμε από μια γυναίκα Τσιγγάνα!
Γενικώς, μια ιστορία έρωτα και αναρχίας, πολύ όμορφα δοσμένη, με ένα τελευταίο στοπ καρέ βγαλμένο από την καλύτερη παράδοση ανάλογων ταινιών. Όμορφο ντεμπούτο για την ενηλικίωση μιας κοπέλας και για τον ρατσισμό μιας ολόκληρης κοινωνίας. Και ο ωκεανός ρε παιδιά, η θάλασσα, με τα τεράστια κύματά της, απλά συγκλονιστική!
(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 21:00, στο Όπερα 1, την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 2 και το Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 1 /// απ' όσο γνωρίζουμε, η ταινία δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Θόδωρος Γιαχουστίδης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική