του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.10 - Συνεργασίες με ενδιαφέρον
Σήμερα, Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε μια συνεργασία που έρχεται να ταράξει τα νερά στο θέμα της διανομής ταινιών (κι όχι μόνον) στην Ελλάδα! Με μέιλ που έστειλαν σχεδόν ταυτόχρονα τα γραφεία τύπου τόσο της Odeon όσο και του Σπέντζου ενημερωθήκαμε πως οι δύο εταιρίες ενώνουν τις δυνάμεις τους σε τρεις τομείς: διανομή ταινιών, κινηματογραφικές αίθουσες, παραγωγή ελληνικών ταινιών. Ως κίνηση δεν θα την χαρακτηρίζαμε κακή. Η ισχύς εν τη ενώσει. Και σε χαλεπούς καιρούς χρειαζόμαστε συγκέντρωση δυνάμεων κι όχι διαχωρισμό τους. Αλλά... Αρχικά μας τρόμαξε η κατακλείδα του μέιλ: «Ευχόμαστε σε όλους μια δημιουργική και κερδοφόρα σεζόν!». Εκείνο το «κερδοφόρα» βγάζει μάτι! Πουθενά κάτι για «όραμα», «έμπνευση», «καλύτερη επιλογή ταινιών», «καλύτερο συντονισμό διανομής ταινιών». Και εννοείται πως αν μέσω της συνένωσης χάσουν τις δουλειές τους άνθρωποι και δούμε μονοπωλιακές καταστάσεις στραγγαλισμού των μικρότερων εταιριών διανομής, τότε δεν είμαστε και τόσο... χαρούμενοι για τη συγκεκριμένη εξέλιξη. Θα δείξει...
Πάμε στις ταινίες: θα αναφερθούμε σε δύο συνολικά, γιατί σε λίγο επιστρέφουμε στη βάση μας και δεν προλαβαίνουμε να σας γράψουμε και για άλλες. Βέβαια, κλασικά έχουμε δημιουργήσει... στοκ και κατά πως φαίνεται, θα στέλνουμε... ανταποκρίσεις από το φεστιβάλ και μετά το πέρας του! Τεςπα, ιδού κείμενα για μια ταινία που παίζεται Παρασκευή βράδυ και γράψαμε ήδη γι' αυτήν σε άλλο φεστιβάλ και για μια ταινία που είδαμε την Τετάρτη. Α, και να διευκρινίσουμε πως κατ' επιλογή μας δεν αναφέρουμε εδώ τίποτε ούτε για το «Η λιακάδα μέσα μου» ούτε για το «Επαναστάτης στη σίκαλη», καθώς οι δύο ταινίες βγαίνουν κανονικά στις αίθουσες στις 5 Οκτωβρίου, την ερχόμενη Πέμπτη δηλαδή!
Πάμε στις ταινίες: θα αναφερθούμε σε δύο συνολικά, γιατί σε λίγο επιστρέφουμε στη βάση μας και δεν προλαβαίνουμε να σας γράψουμε και για άλλες. Βέβαια, κλασικά έχουμε δημιουργήσει... στοκ και κατά πως φαίνεται, θα στέλνουμε... ανταποκρίσεις από το φεστιβάλ και μετά το πέρας του! Τεςπα, ιδού κείμενα για μια ταινία που παίζεται Παρασκευή βράδυ και γράψαμε ήδη γι' αυτήν σε άλλο φεστιβάλ και για μια ταινία που είδαμε την Τετάρτη. Α, και να διευκρινίσουμε πως κατ' επιλογή μας δεν αναφέρουμε εδώ τίποτε ούτε για το «Η λιακάδα μέσα μου» ούτε για το «Επαναστάτης στη σίκαλη», καθώς οι δύο ταινίες βγαίνουν κανονικά στις αίθουσες στις 5 Οκτωβρίου, την ερχόμενη Πέμπτη δηλαδή!
Michael Haneke λοιπόν και «Happy End». Ο 75χρονος γεννημένος στο Μόναχο Αυστριακός σκηνοθέτης γυρίζει την 12η μεγάλου μήκους ταινία του, έχοντας το... προνόμιο να έχει γυρίσει το «Funny Games» ο ίδιος και στην πρωτότυπη εκδοχή του αλλά και στο αμερικάνικο ριμέικ του (το συγκεκριμένο ριμέικ είναι μάλλον η χειρότερη στιγμή στην καριέρα του – απλά, δεν χρειαζόταν). Υπερ-αγαπημένος στο φεστιβάλ των Καννών, έχει ήδη κερδίσει δύο φορές τον Χρυσό Φοίνικα και μάλιστα είναι μόνο ο ένας από τους δύο σκηνοθέτες που το έχουν καταφέρει με δύο συνεχόμενες ταινίες τους! Την πρώτη φορά κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα για τη «Λευκή κορδέλα» (2009) και τη δεύτερη για το «Αγάπη» (2012). Πέντε χρόνια μετά (ποτέ δεν έχει περάσει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δύο ταινίες του) συμμετέχει ξανά στο διαγωνιστικό τμήμα του αγαπημένου του φεστιβάλ. Και οι φανατικοί του φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» θα δώσουν μάχη για να μπουν απόψε στις 22.00 στο Ιντεάλ...
Η υπόθεση: Ο Ζορζ Λοράν είναι ένας 84χρονος μεγαλοαστός, που ζει στο έξοχο σπίτι του στο Καλέ, ένα σημαντικό λιμάνι στο στενό της Μάγχης, πόλη όπου πολλοί μετανάστες ζουν έτσι κι αλλιώς κι άλλοι βρίσκονται παγιδευμένοι σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Ζορζ είναι μοναχικός και θέλει να αυτοκτονήσει. Όταν δεν τα καταφέρνει ρίχνοντας το αυτοκίνητό του σε κολόνα, ψάχνει απεγνωσμένα κάποιον να τον βοηθήσει να τα καταφέρει, ενώ πλέον είναι καθηλωμένος και σε αναπηρικό καροτσάκι. Μαζί του στο σπίτι του μένουν η κόρη του, Αν, που έχει αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση εργολαβιών (που δεν πάει και πολύ καλά) και ο γιος του, Τομά, ο οποίος είναι γιατρός.
Επίσης μαζί τους μένουν ο γιος της Αν, ο αψύς και οξύθυμος Πιέρ, στον οποίο η Αν θέλει να μεταβιβάσει τα ηνία της εταιρίας, η δεύτερη γυναίκα του Τομά, η Αναϊς και ο νεογέννητος γιος τους. Το παζλ συμπληρώνεται όταν στο σπίτι έρχεται να ζήσει και η 12χρονη κόρη του Τομά, από τον πρώτο του γάμο, η Ιβ, όταν η μητέρα της μυστηριωδώς (;) παθαίνει overdose από φάρμακα που παίρνει για την κατάθλιψη. Κάτω από την επιφανειακή ηρεμία βρίσκονται καλά κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα...
Η άποψή μας: Ο Haneke βάζει σε ταινία του να ακουστεί το «Chandelier» της Sia σε μια σκηνή καραόκε!!! Ο Haneke καταγράφει μέσω ενός smartphone μια γυναίκα να κάνει διάφορα πριν κοιμηθεί και ένα 13χρονο κορίτσι (όπως καταλαβαίνουμε αργότερα) να τα σχολιάζει live καθώς λαμβάνουν χώρα, στο instagram! Ο Haneke δείχνει έναν πιτσιρικά στο youtube να κοροϊδεύει έναν άλλο πιτσιρικά με... κινηματογραφικό τρόπο! Ο Haneke δείχνει ερωτικό τσατ ανάμεσα σε έναν άνδρα και μια γυναίκα, που θυμίζει κάπως το ανάλογο (ψεύτικο όμως) στο «Εξ επαφής», το θεατρικό του Patrick Marber που έκανε ταινία ο Mike Nichols. Αυτά είναι πρωτόγνωρα πράγματα για ταινία του Haneke! Υπάρχουν όμως και τα γνωστά και αγαπημένα: σκηνές από κάμερες cctv που πιάνουν την κατάρρευση ενός χώρου κατασκευής μεγάλου έργου (εξαιρετική σκηνή), σκηνές κινηματογραφημένες από μακριά, όπου δεν ακούς τι διαμείβεται ανάμεσα στους συμμετέχοντες, ξαφνικές εκρήξεις βίας, ένα παζλ στο οποίο ο σκηνοθέτης όχι μόνο δεν σε βοηθάει να το ολοκληρώσεις, αλλά σου... κρύβει κομμάτια.
Είναι σαν ένα best of όλης της φιλμογραφίας του τούτη η ταινία του, με πιο κοντινό σημείο αναφοράς τον «Κρυμμένο». Η (μεγαλο)αστική τάξη βρίσκεται για άλλη μια φορά στο στόχαστρο του σκηνοθέτη. Η υποκρισία, η δήθεν καλοσύνη, η βαρεμάρα, η αδιαφορία για αυτό που συμβαίνει στον κόσμο, η ανάγκη για συνεχή και ολοένα και πιο έντονα ερεθίσματα για να νιώσει ζωντανή. Κι ένα παιδί... εξολοθρευτής άγγελος! Σαν να συμπυκνώνει το αθώο (;;;) αυτό πλάσμα, η 12χρονη Ιβ, ήτοι, η Εύα, όλη την κακία των προγόνων της. Σκοτώνει το χάμστερ της, κοροϊδεύει τη μητέρα της (ίσως της κάνει και κάτι παραπάνω), καταγράφει ωσάν ζόμπι την «πραγματικότητα» μέσα από την οθόνη του κινητού της. Ναι, θα μπορούσε κανείς να πει πως τούτη η ταινία του Haneke έχει πολλά κοινά στοιχεία με την ταινία του Zvyagintsev, με την οποία συνδιαγωνίστηκε στις Κάννες, το «Χωρίς αγάπη» (που παίχτηκε και αυτή στις «Νύχτες Πρεμιέρας»). Μόνο που, περιέργως, ο Haneke δείχνει πιο... πράος με τον μισανθρωπισμό του, που είναι το σήμα κατατεθέν του. Κάνει και μια αδιόρατη ένωση με το «Αγάπη», εδώ, σε μια ταινία που μόνο αγάπη δεν υπάρχει!
Και το φινάλε της ταινίας είναι ταυτόχρονα ένα από τα πιο τρομακτικά και πιο αστεία (;;;;;) της φιλμογραφίας του – και ναι, εδώ μπορείς να το δεχτείς ως αστείο, όχι όπως στην περίπτωση της τελευταίας ταινίας του Λάνθιμου. Η νέα γενιά έρχεται να ξεφορτωθεί το παλιό αλλά δεν πράττει: απλά καταγράφει. Υπάρχει κάτι περισσότερο απέλπιδο; Νομίζω πως δεν θα αρέσει στο μεγάλο κοινό η νέα ταινία του Haneke (ελπίζω να μην συμβεί κάτι τέτοιο) γιατί είναι πιο κρυπτική απ' ότι συνήθως και θέτει πολλά ερωτήματα δίχως να δίνει σχεδόν καμία απάντηση. Το αν παραβιάζει ανοιχτές θύρες είναι ένα ζήτημα επίσης που σηκώνει μεγάλη κουβέντα.
Πάντως, σίγουρα, αδιάφορη ταινία δεν είναι. Είναι κάτι που δεν μπορεί να καταφέρει ο Haneke...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Rosebud 21 και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 9 Νοεμβρίου)
Η υπόθεση: Ο Ζορζ Λοράν είναι ένας 84χρονος μεγαλοαστός, που ζει στο έξοχο σπίτι του στο Καλέ, ένα σημαντικό λιμάνι στο στενό της Μάγχης, πόλη όπου πολλοί μετανάστες ζουν έτσι κι αλλιώς κι άλλοι βρίσκονται παγιδευμένοι σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Ζορζ είναι μοναχικός και θέλει να αυτοκτονήσει. Όταν δεν τα καταφέρνει ρίχνοντας το αυτοκίνητό του σε κολόνα, ψάχνει απεγνωσμένα κάποιον να τον βοηθήσει να τα καταφέρει, ενώ πλέον είναι καθηλωμένος και σε αναπηρικό καροτσάκι. Μαζί του στο σπίτι του μένουν η κόρη του, Αν, που έχει αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση εργολαβιών (που δεν πάει και πολύ καλά) και ο γιος του, Τομά, ο οποίος είναι γιατρός.
Επίσης μαζί τους μένουν ο γιος της Αν, ο αψύς και οξύθυμος Πιέρ, στον οποίο η Αν θέλει να μεταβιβάσει τα ηνία της εταιρίας, η δεύτερη γυναίκα του Τομά, η Αναϊς και ο νεογέννητος γιος τους. Το παζλ συμπληρώνεται όταν στο σπίτι έρχεται να ζήσει και η 12χρονη κόρη του Τομά, από τον πρώτο του γάμο, η Ιβ, όταν η μητέρα της μυστηριωδώς (;) παθαίνει overdose από φάρμακα που παίρνει για την κατάθλιψη. Κάτω από την επιφανειακή ηρεμία βρίσκονται καλά κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα...
Η άποψή μας: Ο Haneke βάζει σε ταινία του να ακουστεί το «Chandelier» της Sia σε μια σκηνή καραόκε!!! Ο Haneke καταγράφει μέσω ενός smartphone μια γυναίκα να κάνει διάφορα πριν κοιμηθεί και ένα 13χρονο κορίτσι (όπως καταλαβαίνουμε αργότερα) να τα σχολιάζει live καθώς λαμβάνουν χώρα, στο instagram! Ο Haneke δείχνει έναν πιτσιρικά στο youtube να κοροϊδεύει έναν άλλο πιτσιρικά με... κινηματογραφικό τρόπο! Ο Haneke δείχνει ερωτικό τσατ ανάμεσα σε έναν άνδρα και μια γυναίκα, που θυμίζει κάπως το ανάλογο (ψεύτικο όμως) στο «Εξ επαφής», το θεατρικό του Patrick Marber που έκανε ταινία ο Mike Nichols. Αυτά είναι πρωτόγνωρα πράγματα για ταινία του Haneke! Υπάρχουν όμως και τα γνωστά και αγαπημένα: σκηνές από κάμερες cctv που πιάνουν την κατάρρευση ενός χώρου κατασκευής μεγάλου έργου (εξαιρετική σκηνή), σκηνές κινηματογραφημένες από μακριά, όπου δεν ακούς τι διαμείβεται ανάμεσα στους συμμετέχοντες, ξαφνικές εκρήξεις βίας, ένα παζλ στο οποίο ο σκηνοθέτης όχι μόνο δεν σε βοηθάει να το ολοκληρώσεις, αλλά σου... κρύβει κομμάτια.
Είναι σαν ένα best of όλης της φιλμογραφίας του τούτη η ταινία του, με πιο κοντινό σημείο αναφοράς τον «Κρυμμένο». Η (μεγαλο)αστική τάξη βρίσκεται για άλλη μια φορά στο στόχαστρο του σκηνοθέτη. Η υποκρισία, η δήθεν καλοσύνη, η βαρεμάρα, η αδιαφορία για αυτό που συμβαίνει στον κόσμο, η ανάγκη για συνεχή και ολοένα και πιο έντονα ερεθίσματα για να νιώσει ζωντανή. Κι ένα παιδί... εξολοθρευτής άγγελος! Σαν να συμπυκνώνει το αθώο (;;;) αυτό πλάσμα, η 12χρονη Ιβ, ήτοι, η Εύα, όλη την κακία των προγόνων της. Σκοτώνει το χάμστερ της, κοροϊδεύει τη μητέρα της (ίσως της κάνει και κάτι παραπάνω), καταγράφει ωσάν ζόμπι την «πραγματικότητα» μέσα από την οθόνη του κινητού της. Ναι, θα μπορούσε κανείς να πει πως τούτη η ταινία του Haneke έχει πολλά κοινά στοιχεία με την ταινία του Zvyagintsev, με την οποία συνδιαγωνίστηκε στις Κάννες, το «Χωρίς αγάπη» (που παίχτηκε και αυτή στις «Νύχτες Πρεμιέρας»). Μόνο που, περιέργως, ο Haneke δείχνει πιο... πράος με τον μισανθρωπισμό του, που είναι το σήμα κατατεθέν του. Κάνει και μια αδιόρατη ένωση με το «Αγάπη», εδώ, σε μια ταινία που μόνο αγάπη δεν υπάρχει!
Και το φινάλε της ταινίας είναι ταυτόχρονα ένα από τα πιο τρομακτικά και πιο αστεία (;;;;;) της φιλμογραφίας του – και ναι, εδώ μπορείς να το δεχτείς ως αστείο, όχι όπως στην περίπτωση της τελευταίας ταινίας του Λάνθιμου. Η νέα γενιά έρχεται να ξεφορτωθεί το παλιό αλλά δεν πράττει: απλά καταγράφει. Υπάρχει κάτι περισσότερο απέλπιδο; Νομίζω πως δεν θα αρέσει στο μεγάλο κοινό η νέα ταινία του Haneke (ελπίζω να μην συμβεί κάτι τέτοιο) γιατί είναι πιο κρυπτική απ' ότι συνήθως και θέτει πολλά ερωτήματα δίχως να δίνει σχεδόν καμία απάντηση. Το αν παραβιάζει ανοιχτές θύρες είναι ένα ζήτημα επίσης που σηκώνει μεγάλη κουβέντα.
Πάντως, σίγουρα, αδιάφορη ταινία δεν είναι. Είναι κάτι που δεν μπορεί να καταφέρει ο Haneke...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// έχει διανομή από την Rosebud 21 και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 9 Νοεμβρίου)
Ανεξάρτητοι Αμερικάνοι Σκηνοθέτες: αυτή η... μάστιγα! Κάποτε, στο φεστιβάλ, υπήρχε αν θυμάμαι καλά ολόκληρο τμήμα με ανεξάρτητους αμερικάνους. Όχι, πάντα, η καλύτερη πηγή για να δεις μια καλή ταινία. Μπόλικο ταλέντο, ναι, αλλά μερικές φορές το πράγμα ξεφεύγει... Ο Michael Irish είναι ένας Ανεξάρτητος Αμερικάνος. Στο φεστιβάλ εδώ στην Αθήνα, όπου παραβρέθηκε, είδαμε την πρώτη και μοναδική του ταινία ως τώρα: «Ζωή σε επανάληψη» (Life of Significant Soil). Στο αρχικό ντραφτ ο δημιουργός της φιλοδοξούσε να κατασκευάσει έναν φόρο τιμής για την «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι». Είπαμε: μεγάλες φιλοδοξίες...
Η υπόθεση: Η Άντισον κι ο Κόνορ, ένα ζευγάρι νεαρών Νεοϋορκέζων, παγιδεύονται στη δική τους «Μέρα της Μαρμότας» όταν καταλαβαίνουν πως βιώνουν το τέλος της σχέσης τους ξανά και ξανά. Κάθε μέρα ξεκινά με το τεστ εγκυμοσύνης που κάνει η Άντισον, το οποίο βγαίνει θετικό. Επίσης, τους χαλάει το κλιματιστικό, που κάποια στιγμή καταλήγει στο πεζοδρόμιο. Όσο η χορεύτρια Άντισον πηγαίνει σε πρόβα, ο χαζομέρης Κόνορ ξενοπηδάει και ξεχαρμανιάζει με την γειτόνισσα από πάνω, την Τζάκι. Ένα περιστέρι πέφτει νεκρό, αποκεφαλισμένο. Η Άντισον κάνει τατουάζ. Η Άντισον ζητάει αποδείξεις αγάπης από τον Κόνορ. Ο Κόνορ της αναφέρει κάποιες. Αρκούν;
Η άποψή μας: Λέγονται ωραία πράγματα στην ταινία. Σαν να έχουν βγει από την πένα ενός πυρετικού, ταλαντούχου συγγραφέα. Ακούγονται ωραία πράγματα στην ταινία. Το σάουντράκ της είναι γεμάτο από τραγούδια που γουστάρουμε, από indie αριστουργήματα. Καταγράφονται ωραία (καλά, εδώ το παραχέσαμε – όχι ωραία αλλά αληθινά) πράγματα στην ταινία. Το πως είναι μια σχέση στ' αλήθεια, το πως βιώνουν τα δύο μέρη το πάθος και το τέλος του, τους συμβιβασμούς και τις αντιστάσεις τους, τα θέλω και τα «δεν αντέχω» τους. Κι εδώ έρχεται το πρόβλημα: ο τρόπος. Από τα πρώτα καρέ καταλαβαίνεις ότι θα δεις μια ταινία του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου! Η εμφάνιση της ταινίας είναι πολύ χαρακτηριστική. Θαρρείς και το φιλμ (ή ο ψηφιακός καταγραφέας) που χρησιμοποιούν όλοι οι δημιουργοί του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά είναι ένα και μοναδικό. Χωρίς διαφοροποιήσεις!
Και υπάρχει και ο τρόπος αφήγησης, ο προχώ μα εντέλει ο τόσο αποπροσανατολιστικός, που αφήνει τον θεατή πέρα από μαλάκα (το χειρότερο) αδιάφορο. Ωραία ιδέα τα λόγια που ακούγονται με παραμόρφωση, έξυπνο το «τα πάντα επαναλαμβάνονται και είναι ίδια, αλλά είναι λίγο διαφορετικά, σαν την καθημερινή ρουτίνα στην οποία όλοι είναι εγκλωβισμένοι» αλλά ο τρόπος, ε, ο τρόπος είναι ανθρωποδιωχτικός. Μια χαρά στο ρόλο του ο βασικός πρωταγωνιστής, Alexis Mouyiaris, Ελληνοκυπριακής καταγωγής, ο οποίος πέθανε νεώτατος, πριν ολοκληρωθούν τα γυρίσματα. Κρίμα. Και κρίμα και για την ταινία. Να είναι 71 λεπτά και να φαίνεται ατελείωτη, κι ας έχει γρήγορους ρυθμούς.
Μάλλον παραήταν έξυπνη για το δικό της καλό...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// δεν γνωρίζουμε αν έχει διανομή για τη χώρα μας)
Η υπόθεση: Η Άντισον κι ο Κόνορ, ένα ζευγάρι νεαρών Νεοϋορκέζων, παγιδεύονται στη δική τους «Μέρα της Μαρμότας» όταν καταλαβαίνουν πως βιώνουν το τέλος της σχέσης τους ξανά και ξανά. Κάθε μέρα ξεκινά με το τεστ εγκυμοσύνης που κάνει η Άντισον, το οποίο βγαίνει θετικό. Επίσης, τους χαλάει το κλιματιστικό, που κάποια στιγμή καταλήγει στο πεζοδρόμιο. Όσο η χορεύτρια Άντισον πηγαίνει σε πρόβα, ο χαζομέρης Κόνορ ξενοπηδάει και ξεχαρμανιάζει με την γειτόνισσα από πάνω, την Τζάκι. Ένα περιστέρι πέφτει νεκρό, αποκεφαλισμένο. Η Άντισον κάνει τατουάζ. Η Άντισον ζητάει αποδείξεις αγάπης από τον Κόνορ. Ο Κόνορ της αναφέρει κάποιες. Αρκούν;
Η άποψή μας: Λέγονται ωραία πράγματα στην ταινία. Σαν να έχουν βγει από την πένα ενός πυρετικού, ταλαντούχου συγγραφέα. Ακούγονται ωραία πράγματα στην ταινία. Το σάουντράκ της είναι γεμάτο από τραγούδια που γουστάρουμε, από indie αριστουργήματα. Καταγράφονται ωραία (καλά, εδώ το παραχέσαμε – όχι ωραία αλλά αληθινά) πράγματα στην ταινία. Το πως είναι μια σχέση στ' αλήθεια, το πως βιώνουν τα δύο μέρη το πάθος και το τέλος του, τους συμβιβασμούς και τις αντιστάσεις τους, τα θέλω και τα «δεν αντέχω» τους. Κι εδώ έρχεται το πρόβλημα: ο τρόπος. Από τα πρώτα καρέ καταλαβαίνεις ότι θα δεις μια ταινία του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου! Η εμφάνιση της ταινίας είναι πολύ χαρακτηριστική. Θαρρείς και το φιλμ (ή ο ψηφιακός καταγραφέας) που χρησιμοποιούν όλοι οι δημιουργοί του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά είναι ένα και μοναδικό. Χωρίς διαφοροποιήσεις!
Και υπάρχει και ο τρόπος αφήγησης, ο προχώ μα εντέλει ο τόσο αποπροσανατολιστικός, που αφήνει τον θεατή πέρα από μαλάκα (το χειρότερο) αδιάφορο. Ωραία ιδέα τα λόγια που ακούγονται με παραμόρφωση, έξυπνο το «τα πάντα επαναλαμβάνονται και είναι ίδια, αλλά είναι λίγο διαφορετικά, σαν την καθημερινή ρουτίνα στην οποία όλοι είναι εγκλωβισμένοι» αλλά ο τρόπος, ε, ο τρόπος είναι ανθρωποδιωχτικός. Μια χαρά στο ρόλο του ο βασικός πρωταγωνιστής, Alexis Mouyiaris, Ελληνοκυπριακής καταγωγής, ο οποίος πέθανε νεώτατος, πριν ολοκληρωθούν τα γυρίσματα. Κρίμα. Και κρίμα και για την ταινία. Να είναι 71 λεπτά και να φαίνεται ατελείωτη, κι ας έχει γρήγορους ρυθμούς.
Μάλλον παραήταν έξυπνη για το δικό της καλό...
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ /// δεν γνωρίζουμε αν έχει διανομή για τη χώρα μας)
Θόδωρος Γιαχουστίδης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική