του Θόδωρου Γιαχουστίδη
Βρε μπας και ο βασιλιάς είναι... ημίγυμνος;
Το καλό όταν δεν προλαβαίνεις να στείλεις ανταπόκριση στην ώρα σου είναι πως στο εντωμεταξύ έχεις δει κι άλλες ταινίες και επιλέγεις από όοοοολες όσες έχεις δει και για τις οποίες δεν έχεις γράψει, κάθεσαι και... γράφεις! Κανονικά, για την Κυριακή 21 Μαΐου θα έπρεπε να σας στείλω ανταπόκριση, σωστά; By the way, Χρόνια Πολλά σε όλους τους Κωνσταντίνους, τις Κωνσταντίνες και τις Ελένες που γιόρταζαν την Κυριακή. Την Κυριακή ήταν η μέρα που παίχτηκε η νέα ταινία του Haneke στο διαγωνιστικό. Στην απογευματινή δημοσιογραφική προβολή γινόταν της πόρνης!!! Στη βραδινή, πέρα από την ταλαιπωρία του να περιμένεις να ξεκινήσει η προβολή στις 22.00, να πάει 22.40 και να μην έχει κουνηθεί φύλλο, δεν μπήκαμε και πάλι! Αιτία της ταλαιπωρίας: ο Roman Polanski αν έχετε το θεό σας!!! Κάτι έκανε στη Bazin με μια χούφτα συνοδοιπόρους, μας καθυστέρησε όλους και πολλοί από εμάς δεν μπήκαμε στην αίθουσα. Τουλάχιστον είδαμε τον αξιολάτρευτο ζουμπά από κοντά!
Συσσωρεύτηκε και η κούραση, υπήρχε φόβος για το αν θα μπω στην πρωινή προβολή της ταινίας του Λάνθιμου, οπότε έπεσα νωρίς για ύμνο (συγκλονιστικά όλα αυτά, το ξέρω, στα κάκαλά σας όλα αυτά, αλλά ρε παιδιά, νιώστε λίγο, είμαι τέτοιο άτομο, θέλω να εξηγώ γιατί κάνω κάτι και γιατί δεν κάνω κάτι άλλο. Εντέλει, μπήκα στον Λάνθιμο (μιλάμε για το πρωί της Δευτέρας, έτσι;) οπότε μιας που το θέμα έχει... εθνικό ενδιαφέρον, θα ξεκινήσω από αυτόν. Και βλέπουμε!
Συσσωρεύτηκε και η κούραση, υπήρχε φόβος για το αν θα μπω στην πρωινή προβολή της ταινίας του Λάνθιμου, οπότε έπεσα νωρίς για ύμνο (συγκλονιστικά όλα αυτά, το ξέρω, στα κάκαλά σας όλα αυτά, αλλά ρε παιδιά, νιώστε λίγο, είμαι τέτοιο άτομο, θέλω να εξηγώ γιατί κάνω κάτι και γιατί δεν κάνω κάτι άλλο. Εντέλει, μπήκα στον Λάνθιμο (μιλάμε για το πρωί της Δευτέρας, έτσι;) οπότε μιας που το θέμα έχει... εθνικό ενδιαφέρον, θα ξεκινήσω από αυτόν. Και βλέπουμε!
Γιώργος Λάνθιμος λοιπόν. Η νέα του ταινία έχει τίτλο «The Killing of a Sacred Deer». Είναι η πέμπτη του μεγάλου μήκους ταινία (συν τη συνσκηνοθεσία που είχε στο «Ο καλύτερός μου φίλος»). Είναι η τρίτη του ταινία που προβάλλεται στο φεστιβάλ των Καννών. Με τον «Κυνόδοντα» είχε κερδίσει το βραβείο στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα». Με την πρώτη του αγγλόφωνη ταινία, τον «Αστακό», συμμετείχε στο διαγωνιστικό των Καννών για πρώτη φορά και κέρδισε το Βραβείο της Επιτροπής. Και τώρα, με τη δεύτερη αγγλόφωνη ταινία του, παίρνει μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών για δεύτερη φορά. Πρόβλεψη, αντίθετη με το ρεύμα; Δεν θα κερδίσει τίποτε αυτήν τη φορά. Γιατί κάτι δεν πήγε καλά αυτήν τη φορά. Θα εξηγήσω...
Η υπόθεση: Ο Στίβεν Μέρφι είναι ένας πετυχημένος καρδιοχειρουργός κι ένας ευτυχισμένος οικογενειάρχης. Ζει με την οφθαλμίατρο, πανέμορφη σύζυγό του, Άννα, σε ένα υπέροχο σπίτι στα suburbs κι έχει δύο αξιολάτρευτα παιδιά, την 14χρονη Κιμ και τον 12χρονο Μπομπ. Όλα δείχνουν ειδυλλιακά και ασυννέφιαστα. Μέχρι που στην εικόνα μπαίνει ο Μάρτιν. Ο Μάρτιν είναι συμμαθητής της Κιμ και θέλει να γίνει καρδιοχειρουργός κι αυτός, έτσι λέει τουλάχιστον. Επισκέπτεται ολοένα και συχνότερα τον Στίβεν, ο οποίος φέρεται παράξενα απέναντι στον συγκεκριμένο νεαρό. Του αγοράζει πανάκριβα ρολόγια, του δείχνει τρυφερότητα, μέχρι που τον καλεί και στο σπίτι του για φαγητό. Και ο Μάρτιν καλεί τον Στίβεν στο σπίτι του, να γνωρίσει τη μητέρα του – ο πατέρας του έχει πεθάνει...
Μια μέρα ο Μπομπ δεν μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι. Δεν μπορεί να κουνηθεί. Παραλύει! Μεταφέρεται άρον άρον στο νοσοκομείο όπου δουλεύει ο πατέρας του, αρχίζουν μια σειρά από εξετάσεις: δεν φαίνεται κάποιο πιθανό, παθολογικό αίτιο για την κατάστασή του. Λίγο καιρό μετά, το ίδιο παθαίνει και η Κιμ, η οποία καταρρέει κατά τη διάρκεια πρόβας σε χορωδία. Τι σχέση έχει ο Μάρτιν με όλα αυτά; Και γιατί ζητάει από τον Στίβεν να πάρει μια απόφαση από αυτές που κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει χωρίς να τον σημαδέψει για πάντα;
Η άποψή μας: Πρέπει να αναφέρουμε εδώ μερικά απαραίτητα στοιχεία για να γίνουν πιο κατανοητά και ο τίτλος της ταινίας και το context της. Πολλοί τα γνωρίζουν όλα αυτά αλλά καλό είναι να πάρουμε όλοι μια ιδέα. Παίρνουμε τη βοήθεια της ελληνικής Βικιπαίδειας: «Ο Αγαμέμνονας είχε προκαλέσει την οργή της θεάς Αρτέμιδας σκοτώνοντας το ιερό ελάφι της, με αποτέλεσμα η θεά να προκαλέσει άπνοια και να μη μπορεί να αποπλεύσει ο στόλος των Αχαιών από την Αυλίδα για την Τροία. Ρώτησαν τον μάντη Κάλχα τι έπρεπε να κάνουν κι εκείνος απάντησε ότι η οργή της θεάς θα έφευγε μόνο αν ο Αγαμέμνων θυσίαζε τη θυγατέρα του, την Ιφιγένεια, η οποία τότε βρισκόταν στις Μυκήνες. Αρχικώς ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να το πράξει, αλλά πιέσθηκε από τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, καθώς και οι μήνες περνούσαν, και κάλεσε την κόρη του με την πρόφαση ότι θα την αρραβώνιαζε με τον Αχιλλέα. Η Ιφιγένεια ήρθε στην Αυλίδα και τότε ο Αγαμέμνονας την παρέδωσε στον Κάλχα για να τη θυσιάσει στην Άρτεμη. Η Κλυταιμνήστρα δεν μπόρεσε ποτέ να του συγχωρήσει το γεγονός ότι θυσίασε το ίδιο τους το παιδί για την εκστρατεία «του» και προέβαλε αυτό το τραγικό γεγονός ως δικαιολογία για το φόνο του άντρα της άμα την επιστροφή του από την Τροία. Την τελευταία όμως στιγμή η θεά λυπήθηκε την Ιφιγένεια, την άρπαξε από τον βωμό της θυσίας και έβαλε στη θέση της ένα ελάφι. Μετά οδήγησε την κόρη στην Ταυρίδα, όπου την έκανε ιέρειά της. Αυτή είναι η γνωστότερη μορφή του μύθου». Και ο Ευριπίδης παρουσιάζει αυτόν τον μύθο στην τραγωδία του «Ιφιγένεια εν Αυλίδι».
Ωραία ως εδώ; Ωραία. Έτσι κι αλλιώς η Ιφιγένεια αναφέρεται στο σενάριο της ταινίας, μιας που η κόρη των Μέρφι αριστεύει σε σχετική εργασία στο σχολείο της. Ο Λάνθιμος με τον Φιλίππου αριστεύουν; Χμ. Δύσκολα μπορείς να απαντήσεις καταφατικά. Υπάρχουν πολλά πράγματα που λειτουργούν υπέρ της ταινίας. Οι δύο συνσεναριογράφοι στήνουν έναν κόσμο ιδιαίτερο, που κινείται μεταξύ ρεαλισμού και σουρεαλισμού. Θέλω να πω, σε ποιον κόσμο δημοσίως, μια κοπέλα πληροφορεί έναν άγνωστο ότι της ήρθε περίοδος για πρώτη φορά κι ένας πιτσιρικάς ζητάει από τον καλεσμένο του να δείξει τις τρίχες στις μασχάλες του, για να τις συγκρίνει με εκείνες του πατέρα του; Ε; Επίσης, έχετε ακουστά τη σεξουαλική στάση «ολική αναισθησία»; Πιθανό πάντως είναι δυο γιατροί να συζητάνε για το στα πόσα μέτρα βάθους νερού αντέχουν τα ρολόγια τους. Είπαμε, μεταξύ ρεαλιστικού και σουρεαλιστικού. Γνωστή μανιέρα του διδύμου (πρέπει να δούμε ταινία του Λάνθιμου χωρίς υπογραφή Φιλίππου για να τον προσεγγίσουμε ως μονάδα) οι ατάκες, οι χαριτωμενιές, τα παράδοξα. Και ναι, πολλές ήταν οι φορές που ο κόσμος γελούσε μέσα στην αίθουσα με τα weird που έβλεπε και κυρίως άκουγε!
Κορυφαίο παράδειγμα η πεντάλεπτη (και πολύ λέω) εμφάνιση της αγνώριστης Alicia Silverstone, στο ρόλο της μητέρας του Μάρτιν. Την «πέφτει» στον γιατρό μας, του γλύφει τον αντίχειρα «και τι ωραία χέρια έχεις γιατρέ μου», ε, ο δικός μας νιώθει άβολα, πάει να φύγει, και τι του λέει η δικιά μας:«I won’t let you leave until you’ve tasted my tart!». Σ' ωραίος! Και υπάρχουν και σκηνές πραγματικής ποπ ποίησης! Όπως εκείνη όπου η πιτσιρίκα κόρη τραγουδάει ακαπέλα μια επιτυχία της εποχής (γαμώτο, την ξέχασα, και το ξέρω το τραγούδι) κάτω από ένα δέντρο, όντας κατά πως φαίνεται ερωτευμένη με τον Μάρτιν! Όλοι σε μια κατάσταση ύπνωσης, όλοι σε μια κατάσταση «ζόμπι», ζουν, ζουν καλά κι όμως είναι σαν νεκροί. Κανένα συναίσθημα, καμία «em-pa-thy», καμιά προσευχή για τους πεθαμένους. Και μετά το κυρίαρχο (;) θέμα: η εκδίκηση. Ο χειρουργός θεός έκανε λάθος και πρέπει να πληρώσει. Με τον πιο σκληρό για εκείνον τρόπο. Με μια θυσία. Το έκανε και ο Γλυκοφρύδης (!!!) με το υπέροχο «Με τη λάμψη στα μάτια». Ναι, αλλά ο Λάνθιμος και ο Φιλίππου δεν θέλουν συναισθηματική αντίδραση από τους θεατές.
Η προσέγγισή τους είναι κλινική. Και αυτό που θέλουν είναι να σοκάρουν! Ο alpha male δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για το πρώτο του λάθος και δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για την επιλογή του «ποιος, ποιος, ποιος θα φαγωθεί, οεοε, οεοε». Άντε, εντάξει, και η λύση του δράματος (;) είναι ok, με έναν μισάνθρωπο, αλά (παλιό) Haneke τρόπο (ακόμα και οι κουκούλες παραπέμπουν στο «Funny Games». Να πω τι με ενόχλησε πιο πολύ; Η δήλωση του Λάνθιμου στη συνέντευξη τύπου: «Έλεγα συνέχεια στη Nicole πως αυτό που γυρίζουμε είναι κωμωδία». Σόρι, αλλά ακόμα και η παράδοξη ρώσικη ρουλέτα (!!!) που επιλέγει ο καλός γιατρός σε κάνει να γελάς (;) βγάζοντας τον χειρότερο εαυτό σου. Γιατί η καραμπίνα σκοτώνει. Κι αυτό δεν είναι αστείο. Γιατί όλο το προηγούμενο ύφος δεν παραπέμπει σε μαύρη κωμωδία. Στυλιστικά υπέροχος, σε στιγμές ανεπανάληπτος, με ιδέες πανέξυπνες, και ως σκηνοθέτης ωριμάζει, αλλά το σοκ που προκαλεί η ταινία υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Και η μισανθρωπιά δεν είναι ποπ. Λέει ο μικροαστός μέσα μου...
Η υπόθεση: Ο Στίβεν Μέρφι είναι ένας πετυχημένος καρδιοχειρουργός κι ένας ευτυχισμένος οικογενειάρχης. Ζει με την οφθαλμίατρο, πανέμορφη σύζυγό του, Άννα, σε ένα υπέροχο σπίτι στα suburbs κι έχει δύο αξιολάτρευτα παιδιά, την 14χρονη Κιμ και τον 12χρονο Μπομπ. Όλα δείχνουν ειδυλλιακά και ασυννέφιαστα. Μέχρι που στην εικόνα μπαίνει ο Μάρτιν. Ο Μάρτιν είναι συμμαθητής της Κιμ και θέλει να γίνει καρδιοχειρουργός κι αυτός, έτσι λέει τουλάχιστον. Επισκέπτεται ολοένα και συχνότερα τον Στίβεν, ο οποίος φέρεται παράξενα απέναντι στον συγκεκριμένο νεαρό. Του αγοράζει πανάκριβα ρολόγια, του δείχνει τρυφερότητα, μέχρι που τον καλεί και στο σπίτι του για φαγητό. Και ο Μάρτιν καλεί τον Στίβεν στο σπίτι του, να γνωρίσει τη μητέρα του – ο πατέρας του έχει πεθάνει...
Μια μέρα ο Μπομπ δεν μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι. Δεν μπορεί να κουνηθεί. Παραλύει! Μεταφέρεται άρον άρον στο νοσοκομείο όπου δουλεύει ο πατέρας του, αρχίζουν μια σειρά από εξετάσεις: δεν φαίνεται κάποιο πιθανό, παθολογικό αίτιο για την κατάστασή του. Λίγο καιρό μετά, το ίδιο παθαίνει και η Κιμ, η οποία καταρρέει κατά τη διάρκεια πρόβας σε χορωδία. Τι σχέση έχει ο Μάρτιν με όλα αυτά; Και γιατί ζητάει από τον Στίβεν να πάρει μια απόφαση από αυτές που κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει χωρίς να τον σημαδέψει για πάντα;
Η άποψή μας: Πρέπει να αναφέρουμε εδώ μερικά απαραίτητα στοιχεία για να γίνουν πιο κατανοητά και ο τίτλος της ταινίας και το context της. Πολλοί τα γνωρίζουν όλα αυτά αλλά καλό είναι να πάρουμε όλοι μια ιδέα. Παίρνουμε τη βοήθεια της ελληνικής Βικιπαίδειας: «Ο Αγαμέμνονας είχε προκαλέσει την οργή της θεάς Αρτέμιδας σκοτώνοντας το ιερό ελάφι της, με αποτέλεσμα η θεά να προκαλέσει άπνοια και να μη μπορεί να αποπλεύσει ο στόλος των Αχαιών από την Αυλίδα για την Τροία. Ρώτησαν τον μάντη Κάλχα τι έπρεπε να κάνουν κι εκείνος απάντησε ότι η οργή της θεάς θα έφευγε μόνο αν ο Αγαμέμνων θυσίαζε τη θυγατέρα του, την Ιφιγένεια, η οποία τότε βρισκόταν στις Μυκήνες. Αρχικώς ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να το πράξει, αλλά πιέσθηκε από τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, καθώς και οι μήνες περνούσαν, και κάλεσε την κόρη του με την πρόφαση ότι θα την αρραβώνιαζε με τον Αχιλλέα. Η Ιφιγένεια ήρθε στην Αυλίδα και τότε ο Αγαμέμνονας την παρέδωσε στον Κάλχα για να τη θυσιάσει στην Άρτεμη. Η Κλυταιμνήστρα δεν μπόρεσε ποτέ να του συγχωρήσει το γεγονός ότι θυσίασε το ίδιο τους το παιδί για την εκστρατεία «του» και προέβαλε αυτό το τραγικό γεγονός ως δικαιολογία για το φόνο του άντρα της άμα την επιστροφή του από την Τροία. Την τελευταία όμως στιγμή η θεά λυπήθηκε την Ιφιγένεια, την άρπαξε από τον βωμό της θυσίας και έβαλε στη θέση της ένα ελάφι. Μετά οδήγησε την κόρη στην Ταυρίδα, όπου την έκανε ιέρειά της. Αυτή είναι η γνωστότερη μορφή του μύθου». Και ο Ευριπίδης παρουσιάζει αυτόν τον μύθο στην τραγωδία του «Ιφιγένεια εν Αυλίδι».
Ωραία ως εδώ; Ωραία. Έτσι κι αλλιώς η Ιφιγένεια αναφέρεται στο σενάριο της ταινίας, μιας που η κόρη των Μέρφι αριστεύει σε σχετική εργασία στο σχολείο της. Ο Λάνθιμος με τον Φιλίππου αριστεύουν; Χμ. Δύσκολα μπορείς να απαντήσεις καταφατικά. Υπάρχουν πολλά πράγματα που λειτουργούν υπέρ της ταινίας. Οι δύο συνσεναριογράφοι στήνουν έναν κόσμο ιδιαίτερο, που κινείται μεταξύ ρεαλισμού και σουρεαλισμού. Θέλω να πω, σε ποιον κόσμο δημοσίως, μια κοπέλα πληροφορεί έναν άγνωστο ότι της ήρθε περίοδος για πρώτη φορά κι ένας πιτσιρικάς ζητάει από τον καλεσμένο του να δείξει τις τρίχες στις μασχάλες του, για να τις συγκρίνει με εκείνες του πατέρα του; Ε; Επίσης, έχετε ακουστά τη σεξουαλική στάση «ολική αναισθησία»; Πιθανό πάντως είναι δυο γιατροί να συζητάνε για το στα πόσα μέτρα βάθους νερού αντέχουν τα ρολόγια τους. Είπαμε, μεταξύ ρεαλιστικού και σουρεαλιστικού. Γνωστή μανιέρα του διδύμου (πρέπει να δούμε ταινία του Λάνθιμου χωρίς υπογραφή Φιλίππου για να τον προσεγγίσουμε ως μονάδα) οι ατάκες, οι χαριτωμενιές, τα παράδοξα. Και ναι, πολλές ήταν οι φορές που ο κόσμος γελούσε μέσα στην αίθουσα με τα weird που έβλεπε και κυρίως άκουγε!
Κορυφαίο παράδειγμα η πεντάλεπτη (και πολύ λέω) εμφάνιση της αγνώριστης Alicia Silverstone, στο ρόλο της μητέρας του Μάρτιν. Την «πέφτει» στον γιατρό μας, του γλύφει τον αντίχειρα «και τι ωραία χέρια έχεις γιατρέ μου», ε, ο δικός μας νιώθει άβολα, πάει να φύγει, και τι του λέει η δικιά μας:«I won’t let you leave until you’ve tasted my tart!». Σ' ωραίος! Και υπάρχουν και σκηνές πραγματικής ποπ ποίησης! Όπως εκείνη όπου η πιτσιρίκα κόρη τραγουδάει ακαπέλα μια επιτυχία της εποχής (γαμώτο, την ξέχασα, και το ξέρω το τραγούδι) κάτω από ένα δέντρο, όντας κατά πως φαίνεται ερωτευμένη με τον Μάρτιν! Όλοι σε μια κατάσταση ύπνωσης, όλοι σε μια κατάσταση «ζόμπι», ζουν, ζουν καλά κι όμως είναι σαν νεκροί. Κανένα συναίσθημα, καμία «em-pa-thy», καμιά προσευχή για τους πεθαμένους. Και μετά το κυρίαρχο (;) θέμα: η εκδίκηση. Ο χειρουργός θεός έκανε λάθος και πρέπει να πληρώσει. Με τον πιο σκληρό για εκείνον τρόπο. Με μια θυσία. Το έκανε και ο Γλυκοφρύδης (!!!) με το υπέροχο «Με τη λάμψη στα μάτια». Ναι, αλλά ο Λάνθιμος και ο Φιλίππου δεν θέλουν συναισθηματική αντίδραση από τους θεατές.
Η προσέγγισή τους είναι κλινική. Και αυτό που θέλουν είναι να σοκάρουν! Ο alpha male δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για το πρώτο του λάθος και δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για την επιλογή του «ποιος, ποιος, ποιος θα φαγωθεί, οεοε, οεοε». Άντε, εντάξει, και η λύση του δράματος (;) είναι ok, με έναν μισάνθρωπο, αλά (παλιό) Haneke τρόπο (ακόμα και οι κουκούλες παραπέμπουν στο «Funny Games». Να πω τι με ενόχλησε πιο πολύ; Η δήλωση του Λάνθιμου στη συνέντευξη τύπου: «Έλεγα συνέχεια στη Nicole πως αυτό που γυρίζουμε είναι κωμωδία». Σόρι, αλλά ακόμα και η παράδοξη ρώσικη ρουλέτα (!!!) που επιλέγει ο καλός γιατρός σε κάνει να γελάς (;) βγάζοντας τον χειρότερο εαυτό σου. Γιατί η καραμπίνα σκοτώνει. Κι αυτό δεν είναι αστείο. Γιατί όλο το προηγούμενο ύφος δεν παραπέμπει σε μαύρη κωμωδία. Στυλιστικά υπέροχος, σε στιγμές ανεπανάληπτος, με ιδέες πανέξυπνες, και ως σκηνοθέτης ωριμάζει, αλλά το σοκ που προκαλεί η ταινία υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Και η μισανθρωπιά δεν είναι ποπ. Λέει ο μικροαστός μέσα μου...
And now for something completely different, που θα έλεγαν και οι Monty Python. Εντάξει, το να συγκρίνεις ως σκηνοθέτη τον Λάνθιμο με τον Sergio Castellitto είναι τουλάχιστον ιεροσυλία! Ιδίως από τη στιγμή που καμία από τις πέντε προηγούμενες ταινίες που σκηνοθέτησε ο καλός Ιταλός ηθοποιός δεν μπόρεσε να ξεφύγει από την μετριότητα. Και οι δύο του που είδαμε στην Ελλάδα στις αίθουσες ήταν πραγματικά χυδαία μελοδράματα της κακιάς ώρας. Με τη «Fortunata» του όμως, τη νέα του ταινία, με την οποία συμμετέχει στο «Ένα κάποιο βλέμμα», φτιάχνει κάτι αν μη τι άλλο έντιμο, που ξέρει να παίζει με τους κώδικες του μεγάλου κοινού, χωρίς να ξεπέφτει στον λαϊκισμό και στις ευκολίες. Μια καλή ταινία για να τη δει πολύς κόσμος και να την φχαριστηθεί λοιπόν!
Η υπόθεση: Η Φορτουνάτα είναι μια όμορφη, φτωχή γυναίκα, που ζει στην περιοχή Tor Pignattara της Ρώμης. Το όνομά της σημαίνει «καλότυχη», αλλά κάθε άλλο παρά τέτοια δείχνει. Βρίσκεται σε διάσταση με τον βίαιο σύζυγό της και περιμένει να της υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου της και να προχωρήσει στη ζωή της. Βγάζει τα προς το ζην κουρεύοντας κατ' οίκον στις άλλες φτωχές γυναίκες της περιοχής της. Όνειρό της είναι να ανοίξει δικό της κομμωτήριο, στο ένα τμήμα του οποίου ο φίλος της Τσικάνο, θα μπορεί να χτυπάει τατουάζ σε πελάτες που θα του το ζητάνε. Η Φορτουνάτα έχει και μια 8χρονη κόρη, με περίεργη συμπεριφορά: κατά βάση φτύνει τους πάντες! Αναγκαστικά, η μικρή θα πρέπει να επισκεφτεί παιδοψυχολόγο, για να μπορέσει να λυθεί το πρόβλημα. Ο ψυχολόγος βρίσκει πολύ ενδιαφέρουσα και την Φορτουνάτα και σύντομα οι δυο τους θα γίνουν ζευγάρι. Θα μπορέσει η Φορτουνάτα να πραγματοποιήσει το όνειρό της; Θα καταφέρει επιτέλους να ζήσει μια στάλα ευτυχίας; Ποιο είναι το σκοτεινό μυστικό που κρύβει; Και θα της πέσουν ποτέ τα νούμερα του λότο που παίζει με παρότρυνση του Τσικάνο;
Η άποψή μας: Κι εδώ με κάτι σαν αρχαία ελληνική τραγωδία έχουμε να κάνουμε, όπως στην ταινία του Λάνθιμου. Όμως, το σινεμά του Castellitto εδώ είναι λαϊκό (με την καλή έννοια): είναι φτιαγμένο για να τραβήξει κόσμο στις αίθουσες, να χαρίσει δύο ώρες όπου οι θεατές θα γελάσουν, θα συγκινηθούν, θα προβληματιστούν. Κι αν στον Λάνθιμο η βάση είναι η Ιφιγένεια, εδώ πρωτεύοντα ρόλο έχει η Αντιγόνη. Εκείνη που παράκουσε δηλαδή τις εντολές του βασιλιά και έθαψε τον αδελφό της – δεν τον άφησε άταφο. Ευτυχεί πολλαπλώς ο σκηνοθέτης. Κυρίως για το γεγονός ότι διαθέτει στον πρωταγωνιστικό ρόλο ένα αιλουροειδές με το όνομα Jasmine Trinca. Η 36χρονη Ρωμαία τα δίνει όλα στο ρόλο της. Είναι σέξι, είναι χυμώδης, είναι γελαστή, είναι κουρασμένη, τα βάζει συνεχώς με όλους, έχει ένα όνειρο, είναι μητέρα που αγαπά πραγματικά το παιδί της αλλά δεν μπορεί να του δώσει όλα όσα θέλει, είναι καταπιεσμένη, είναι στιγματισμένη από ένα τραγικό γεγονός στην παιδική της ηλικία, είναι θύμα ενός κακού γάμου στον οποίο μπήκε μικρή. Μια ευκαιρία θέλει να ξεφύγει. Μισή. Σε μια γειτονιά γεμάτη Κινέζους και μουσουλμάνους μετανάστες η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη μελαγχολία της Φορτουνάτα.
Και ξαφνικά η ζωή της χαμογελά. Μισό χαμόγελο. Το όνειρο παίρνει σχήμα, μορφή, σχεδόν μπορεί να το ακουμπήσει. Φευ... Η Hanna Schygulla έχει έναν μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο, αυτόν της γηραιάς μητέρας του Τσικάνο, που στα νιάτα της ήταν σπουδαία ηθοποιός, με μεγαλύτερή της επίδοση την ερμηνεία της στην «Αντιγόνη», πλέον όμως πάσχει από Αλτσχάιμερ, δυσκολεύοντας τη ζωή του γιου της. Σε μια κομβική σκηνή ακούμε και το «Αστέρι μου φεγγάρι μου» από τη «Φαίδρα» (άλλη τραγωδία, ε;) ερμηνευμένο από τη Μελίνα Μερκούρη! Εύγε του. Γενικώς, ελέγχει μια χαρά το υλικό του ο Castellitto. Το σενάριό του είναι καλογραμμένο, υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο κωμικό και στο δραματικό και βγάζει πολύ καλές ερμηνείες από τους ηθοποιούς του. Υπάρχουν συνεχείς ανατροπές. Και το ακόμα πιο έξυπνο που κάνει είναι να δίνει ένα happy end, που δεν είναι κλασικό happy end. Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν πως δεν είναι καν happy end! Η Φορτουνάτα δεν είναι τυχερή. Το όνειρο δεν γίνεται πραγματικότητα. Και προδίδεται από κάποιον που εμπιστεύεται χωρίς να ξέρει ότι προδίδεται! Μήπως όμως εντέλει είναι η πραγματικά τυχερή; Ωραιότατη!
Η υπόθεση: Η Φορτουνάτα είναι μια όμορφη, φτωχή γυναίκα, που ζει στην περιοχή Tor Pignattara της Ρώμης. Το όνομά της σημαίνει «καλότυχη», αλλά κάθε άλλο παρά τέτοια δείχνει. Βρίσκεται σε διάσταση με τον βίαιο σύζυγό της και περιμένει να της υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου της και να προχωρήσει στη ζωή της. Βγάζει τα προς το ζην κουρεύοντας κατ' οίκον στις άλλες φτωχές γυναίκες της περιοχής της. Όνειρό της είναι να ανοίξει δικό της κομμωτήριο, στο ένα τμήμα του οποίου ο φίλος της Τσικάνο, θα μπορεί να χτυπάει τατουάζ σε πελάτες που θα του το ζητάνε. Η Φορτουνάτα έχει και μια 8χρονη κόρη, με περίεργη συμπεριφορά: κατά βάση φτύνει τους πάντες! Αναγκαστικά, η μικρή θα πρέπει να επισκεφτεί παιδοψυχολόγο, για να μπορέσει να λυθεί το πρόβλημα. Ο ψυχολόγος βρίσκει πολύ ενδιαφέρουσα και την Φορτουνάτα και σύντομα οι δυο τους θα γίνουν ζευγάρι. Θα μπορέσει η Φορτουνάτα να πραγματοποιήσει το όνειρό της; Θα καταφέρει επιτέλους να ζήσει μια στάλα ευτυχίας; Ποιο είναι το σκοτεινό μυστικό που κρύβει; Και θα της πέσουν ποτέ τα νούμερα του λότο που παίζει με παρότρυνση του Τσικάνο;
Η άποψή μας: Κι εδώ με κάτι σαν αρχαία ελληνική τραγωδία έχουμε να κάνουμε, όπως στην ταινία του Λάνθιμου. Όμως, το σινεμά του Castellitto εδώ είναι λαϊκό (με την καλή έννοια): είναι φτιαγμένο για να τραβήξει κόσμο στις αίθουσες, να χαρίσει δύο ώρες όπου οι θεατές θα γελάσουν, θα συγκινηθούν, θα προβληματιστούν. Κι αν στον Λάνθιμο η βάση είναι η Ιφιγένεια, εδώ πρωτεύοντα ρόλο έχει η Αντιγόνη. Εκείνη που παράκουσε δηλαδή τις εντολές του βασιλιά και έθαψε τον αδελφό της – δεν τον άφησε άταφο. Ευτυχεί πολλαπλώς ο σκηνοθέτης. Κυρίως για το γεγονός ότι διαθέτει στον πρωταγωνιστικό ρόλο ένα αιλουροειδές με το όνομα Jasmine Trinca. Η 36χρονη Ρωμαία τα δίνει όλα στο ρόλο της. Είναι σέξι, είναι χυμώδης, είναι γελαστή, είναι κουρασμένη, τα βάζει συνεχώς με όλους, έχει ένα όνειρο, είναι μητέρα που αγαπά πραγματικά το παιδί της αλλά δεν μπορεί να του δώσει όλα όσα θέλει, είναι καταπιεσμένη, είναι στιγματισμένη από ένα τραγικό γεγονός στην παιδική της ηλικία, είναι θύμα ενός κακού γάμου στον οποίο μπήκε μικρή. Μια ευκαιρία θέλει να ξεφύγει. Μισή. Σε μια γειτονιά γεμάτη Κινέζους και μουσουλμάνους μετανάστες η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη μελαγχολία της Φορτουνάτα.
Και ξαφνικά η ζωή της χαμογελά. Μισό χαμόγελο. Το όνειρο παίρνει σχήμα, μορφή, σχεδόν μπορεί να το ακουμπήσει. Φευ... Η Hanna Schygulla έχει έναν μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο, αυτόν της γηραιάς μητέρας του Τσικάνο, που στα νιάτα της ήταν σπουδαία ηθοποιός, με μεγαλύτερή της επίδοση την ερμηνεία της στην «Αντιγόνη», πλέον όμως πάσχει από Αλτσχάιμερ, δυσκολεύοντας τη ζωή του γιου της. Σε μια κομβική σκηνή ακούμε και το «Αστέρι μου φεγγάρι μου» από τη «Φαίδρα» (άλλη τραγωδία, ε;) ερμηνευμένο από τη Μελίνα Μερκούρη! Εύγε του. Γενικώς, ελέγχει μια χαρά το υλικό του ο Castellitto. Το σενάριό του είναι καλογραμμένο, υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο κωμικό και στο δραματικό και βγάζει πολύ καλές ερμηνείες από τους ηθοποιούς του. Υπάρχουν συνεχείς ανατροπές. Και το ακόμα πιο έξυπνο που κάνει είναι να δίνει ένα happy end, που δεν είναι κλασικό happy end. Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν πως δεν είναι καν happy end! Η Φορτουνάτα δεν είναι τυχερή. Το όνειρο δεν γίνεται πραγματικότητα. Και προδίδεται από κάποιον που εμπιστεύεται χωρίς να ξέρει ότι προδίδεται! Μήπως όμως εντέλει είναι η πραγματικά τυχερή; Ωραιότατη!
Οι ταινίες κινουμένων σχεδίων που προβάλλονται στα διάφορα επίσημα τμήματα εδώ στις Κάννες γράφουν – συνήθως – ιστορία. Πέρσι ήταν η «Κόκκινη χελώνα» και το «Ma vie de Courgette». Φέτος είναι η σειρά του ιρανικού «Tehran Taboo» του Ali Soozandeh να κλέψει τις εντυπώσεις, προβαλλόμενο στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής».
Η υπόθεση: Τεχεράνη, σήμερα. Η Παρί είναι μια πόρνη που όσο εργάζεται (ακόμα και μέσα σε αυτοκίνητα «πελατών») ο βωβός γιος της, Ελίας μασάει τσίχλα ή περιμένει έξω από καταγώγια τη μαμά του να τελειώσει. Δεν μπορεί να βρει άλλη δουλειά για να ζήσει καθώς ο άνδρας της είναι φυλακή για υπόθεση ναρκωτικών και η γραφειοκρατία του θεοκρατικού καθεστώτος δεν συναινεί ώστε να βγάλει διαζύγιο. Ένας δικαστής θρησκευτικού δικαστηρίου υπόσχεται να τη βοηθήσει, αρκεί να του... κάθεται από καιρού εις καιρόν. Της παραχωρεί ένα διαμέρισμα σε μια καλή γειτονιά της Τεχεράνης και η Παρί βλέπει τη ζωή της να βελτιώνεται λιγάκι. Η νέα της γειτόνισσα είναι η Σάρα, μια έγκυος σύζυγος τραπεζικού υπαλλήλου, που θέλει να δουλέψει αλλά ο άντρας της, της το απαγορεύει. Στο ίδιο συγκρότημα ζει και ο Μπαμπάκ, ένας μουσικός που προσπαθεί να γίνει γνωστός. Ένα βράδυ σε κλαμπ όπου για λίγο παίζει μουσική, παίρνει έκστασι από φίλο του και καταλήγει στις τουαλέτες με την Ντόνια, με την οποία και κάνει σεξ. Μόνο που η Ντόνια ήταν παρθένα! Και σε μια βδομάδα παντρεύεται! Οπότε, ο Μπαμπάκ είναι υποχρεωμένος να βρει χρήματα για να γίνει παρθενορραφή και να σωθεί η τιμή και η υπόληψη της Ντόνια, καθώς αν το μάθει ο αρραβωνιαστικός της ότι δεν είναι παρθένα, ο Μπαμπάκ την έχει άσχημα πατήσει...
Η άποψή μας: Εντάξει, προφανώς και η εικόνα που βλέπουμε για την κοινωνία στη σύγχρονη Τεχεράνη, στο Ιράν, μέσω αυτής αλλά και άλλων ανάλογων ταινιών μάλλον δεν αντικατοπτρίζει εντελώς την αλήθεια. Θέλω να πω, είναι η εικόνα που «πουλάει» στους δυτικούς θεατές κι αυτό επιθυμούν και οι εταιρίες που δίνουν τα χρήματά τους για να γυριστούν τέτοιου είδους ταινίες, όπως εδώ η Celluloid Dreams. Ο μεγαλωμένος στη Γερμανία Ιρανός σκηνοθέτης ενδεχομένως και να το παρακάνει, παρουσιάζοντας μια κοινωνία εντελώς ανελεύθερη όπου πορνεία, ναρκωτικά, διαφθορά και υποκρισία καλύπτονται κάτω από το... τσαντόρ του θεοκρατικού καθεστώτος. Προφανώς, μια τόσο αντι-ιρανική ταινία δεν θα μπορούσε να γυριστεί στην Τεχεράνη. Γι' αυτό και ο σκηνοθέτης της, για να δώσει αυθεντικότητα, τη γύρισε ως ταινία κινουμένων σχεδίων. Χρησιμοποίησε πραγματικούς ηθοποιούς τους οποίους «γύρισε» ροτοσκοπικά και μέσω 3D αλλά και ζωγραφισμένων εικόνων έβγαλε μια εικόνα απίστευτη! Η ταινία είναι πραγματικά εντυπωσιακή ως αποτέλεσμα. Κι αν αφαιρέσουμε την (ενδεχόμενη) υπερβολή και τη μανία με την οποία χτυπιέται το ιρανικό καθεστώς, θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν ταινία του Farhadi αλλά σε κινούμενα σχέδια! Το γαϊτανάκι των σχέσεων που στήνει ο σκηνοθέτης είναι δουλεμένο σταυροβελονιά και οι διαφορετικές ιστορίες μπλέκονται μεταξύ τους με εξαιρετικό τρόπο. Ο πιο θετικός ήρωας είναι τελικά η πόρνη και ο πιο τραγικός η γειτόνισσα, η Σάρα. Η ταινία εντυπωσιάζει ποικιλοτρόπως και διαθέτει και χιούμορ. Πριν προχωρήσουν στην ακριβή λύση της παρθενορραφής, ψάχνοντας για εναλλακτική, ο Μπαμπάκ και Ντόνια πηγαίνουν σε αμφιβόλου ποιότητας «παντοπωλείο» όπου πωλούνται παρθενικοί υμένες made in China!!! Ο θεατής μένει καρφωμένος να παρακολουθεί (και η μουσική είναι εξαιρετική) καθώς πέρα όλων των άλλων, υπάρχουν και συνεχόμενες ανατροπές για να τον κρατάνε στην τσίτα. Πραγματικά πολύ καλή δουλειά.
Η υπόθεση: Τεχεράνη, σήμερα. Η Παρί είναι μια πόρνη που όσο εργάζεται (ακόμα και μέσα σε αυτοκίνητα «πελατών») ο βωβός γιος της, Ελίας μασάει τσίχλα ή περιμένει έξω από καταγώγια τη μαμά του να τελειώσει. Δεν μπορεί να βρει άλλη δουλειά για να ζήσει καθώς ο άνδρας της είναι φυλακή για υπόθεση ναρκωτικών και η γραφειοκρατία του θεοκρατικού καθεστώτος δεν συναινεί ώστε να βγάλει διαζύγιο. Ένας δικαστής θρησκευτικού δικαστηρίου υπόσχεται να τη βοηθήσει, αρκεί να του... κάθεται από καιρού εις καιρόν. Της παραχωρεί ένα διαμέρισμα σε μια καλή γειτονιά της Τεχεράνης και η Παρί βλέπει τη ζωή της να βελτιώνεται λιγάκι. Η νέα της γειτόνισσα είναι η Σάρα, μια έγκυος σύζυγος τραπεζικού υπαλλήλου, που θέλει να δουλέψει αλλά ο άντρας της, της το απαγορεύει. Στο ίδιο συγκρότημα ζει και ο Μπαμπάκ, ένας μουσικός που προσπαθεί να γίνει γνωστός. Ένα βράδυ σε κλαμπ όπου για λίγο παίζει μουσική, παίρνει έκστασι από φίλο του και καταλήγει στις τουαλέτες με την Ντόνια, με την οποία και κάνει σεξ. Μόνο που η Ντόνια ήταν παρθένα! Και σε μια βδομάδα παντρεύεται! Οπότε, ο Μπαμπάκ είναι υποχρεωμένος να βρει χρήματα για να γίνει παρθενορραφή και να σωθεί η τιμή και η υπόληψη της Ντόνια, καθώς αν το μάθει ο αρραβωνιαστικός της ότι δεν είναι παρθένα, ο Μπαμπάκ την έχει άσχημα πατήσει...
Η άποψή μας: Εντάξει, προφανώς και η εικόνα που βλέπουμε για την κοινωνία στη σύγχρονη Τεχεράνη, στο Ιράν, μέσω αυτής αλλά και άλλων ανάλογων ταινιών μάλλον δεν αντικατοπτρίζει εντελώς την αλήθεια. Θέλω να πω, είναι η εικόνα που «πουλάει» στους δυτικούς θεατές κι αυτό επιθυμούν και οι εταιρίες που δίνουν τα χρήματά τους για να γυριστούν τέτοιου είδους ταινίες, όπως εδώ η Celluloid Dreams. Ο μεγαλωμένος στη Γερμανία Ιρανός σκηνοθέτης ενδεχομένως και να το παρακάνει, παρουσιάζοντας μια κοινωνία εντελώς ανελεύθερη όπου πορνεία, ναρκωτικά, διαφθορά και υποκρισία καλύπτονται κάτω από το... τσαντόρ του θεοκρατικού καθεστώτος. Προφανώς, μια τόσο αντι-ιρανική ταινία δεν θα μπορούσε να γυριστεί στην Τεχεράνη. Γι' αυτό και ο σκηνοθέτης της, για να δώσει αυθεντικότητα, τη γύρισε ως ταινία κινουμένων σχεδίων. Χρησιμοποίησε πραγματικούς ηθοποιούς τους οποίους «γύρισε» ροτοσκοπικά και μέσω 3D αλλά και ζωγραφισμένων εικόνων έβγαλε μια εικόνα απίστευτη! Η ταινία είναι πραγματικά εντυπωσιακή ως αποτέλεσμα. Κι αν αφαιρέσουμε την (ενδεχόμενη) υπερβολή και τη μανία με την οποία χτυπιέται το ιρανικό καθεστώς, θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν ταινία του Farhadi αλλά σε κινούμενα σχέδια! Το γαϊτανάκι των σχέσεων που στήνει ο σκηνοθέτης είναι δουλεμένο σταυροβελονιά και οι διαφορετικές ιστορίες μπλέκονται μεταξύ τους με εξαιρετικό τρόπο. Ο πιο θετικός ήρωας είναι τελικά η πόρνη και ο πιο τραγικός η γειτόνισσα, η Σάρα. Η ταινία εντυπωσιάζει ποικιλοτρόπως και διαθέτει και χιούμορ. Πριν προχωρήσουν στην ακριβή λύση της παρθενορραφής, ψάχνοντας για εναλλακτική, ο Μπαμπάκ και Ντόνια πηγαίνουν σε αμφιβόλου ποιότητας «παντοπωλείο» όπου πωλούνται παρθενικοί υμένες made in China!!! Ο θεατής μένει καρφωμένος να παρακολουθεί (και η μουσική είναι εξαιρετική) καθώς πέρα όλων των άλλων, υπάρχουν και συνεχόμενες ανατροπές για να τον κρατάνε στην τσίτα. Πραγματικά πολύ καλή δουλειά.
Τελευταία ταινία για σήμερα, μια ταινία από τον Καναδά, σε συμπαραγωγή με τη Γαλλία, που προβλήθηκε στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών». Τίτλος της «Mobile Homes», δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Vladimir de Fontenay.
Η υπόθεση: Η Άλι είναι μια νεαρή μητέρα ενός 8χρονου παιδιού, του Μπον. Μαζί τους ζει και ο ναρκομανής Άιβαν, με τον οποίο η Άλι είναι ερωτευμένη βαθιά. Τόσο που δεν αντιδράει καθόλου όταν ολοφάνερα την εκμεταλλεύεται τόσο εκείνη όσο και τον γιο της. Έχει κάνει το όνειρό του και δικό της όνειρο. Στόχος του(ς) είναι να μαζέψουν χρήματα και να αποκτήσουν ένα δικό τους σπίτι. Μέχρι τότε μετακινούνται από εδώ κι από εκεί, κάνοντας μικροκλοπές, μη πληρώνοντας σε εστιατόρια που τρώνε και λαμβάνοντας μέρος σε παράνομους αγώνες κοκορομαχίας. Κάποια στιγμή, ενώ ο Άιβαν βάζει τον Μπον να ντιλάρει ναρκωτικά μέσα σε ένα μπαρ γίνεται έφοδος της αστυνομίας. Η Άλι και ο Μπον βρίσκουν καταφύγιο σε κάτι που αποδεικνύεται τροχόσπιτο! Ο ιδιοκτήτης του, το πηγαίνει σε συγκεκριμένο μέρος, όπου βρίσκονται κι άλλα τροχόσπιτα, προκειμένου κάποια στιγμή να το πουλήσει. Μέχρι τότε αφήνει μητέρα και γιο να ζουν μέσα σε αυτό. Η νέα ζωή είναι καλή για τους δυο τους και προσαρμόζονται εύκολα. Έως ότου τους βρίσκει και πάλι ο Άιβαν. Και πάλι ωθεί την Άλι σε παράνομες ατραπούς. Για να βρει μια θέση στον κόσμο, η Άλι πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην ελευθερία και την ευθύνη της ως μητέρα.
Η άποψή μας: Πάντα με βάση τις ταινίες που τυχαίνει να επιλέξεις σε ένα φεστιβάλ όπου προβάλλονται εκατοντάδες φιλμ, προβαίνεις σε συμπεράσματα τα οποία πιθανότατα να είναι λανθασμένα. Κι όμως, νομίζω πως δεν είναι τυχαίο πως έως τώρα στις Κάννες έχουμε δει πάρα πολλές ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούν παιδιά, έχοντας γονείς ανώριμους και επικίνδυνους για τη σωματική και την πνευματική τους υγεία. Έτσι κι εδώ, ο μικρούλης Μπον μπαίνει από μικρός στα βάσανα καθώς έχει μια μητέρα η οποία προφανώς τον απέκτησε μικρή σε ηλικία και δεν ξέρει πως να τον διαχειριστεί. Δεν έχει σπίτι, δεν πηγαίνει σχολείο, δεν έχει παιδιά με τα οποία να μπορεί να παίζει. Μόνη του παρέα είναι τα διάφορα... κοκόρια που χρησιμοποιούνται για τις κοκορομαχίες! Ωραίος τρόπος για να μεγαλώνει ένα παιδί! Η ταινία είναι χαρακτηριστικά φεστιβαλική. Κι αυτό που ξεχωρίζει είναι η ερμηνεία της Imogen Poots στο ρόλο της μητέρας, όπου εμφανίζεται βρώμικη, παραιτημένη, άβαφη, γυμνή, μακριά από οποιαδήποτε κολακευτική εικόνα που θα μπορούσε να κρατήσει αν επένδυε στην κοκεταρία της. Και η όλη διαδρομή της ταινίας, που η αλήθεια είναι πως σε πολλά σημεία της κουράζει και φαίνεται βαρετή, δικαιώνεται στο πολύ όμορφο φινάλε της.
Ναι, αυτό που αφηγείται μέσα στην ταινία η Άλι, τη γνωστή ιστορία με τον βασιλιά Σολομώντα ο οποίος για να βρει σε ποια από τις δύο μητέρες που διεκδικούν ένα μωρό είναι η πραγματική, ζητάει να το κόψουν στη μέση και να δώσουν και στις δύο από ένα μισό, δείχνει την κατάστασή της. Πιστεύει πως το παιδί της θα μπορούσε να ζήσει μια πολύ καλύτερη ζωή μακριά από αυτήν παρά μαζί της. Εσείς τι λέτε; Ποια είναι η γνώμη του παιδιού; Από τα πιο όμορφα φινάλε που είδαμε τελευταία σε μια ταινία που δεν έχει να επιδείξει κάτι πραγματικά καινούργιο.
Η υπόθεση: Η Άλι είναι μια νεαρή μητέρα ενός 8χρονου παιδιού, του Μπον. Μαζί τους ζει και ο ναρκομανής Άιβαν, με τον οποίο η Άλι είναι ερωτευμένη βαθιά. Τόσο που δεν αντιδράει καθόλου όταν ολοφάνερα την εκμεταλλεύεται τόσο εκείνη όσο και τον γιο της. Έχει κάνει το όνειρό του και δικό της όνειρο. Στόχος του(ς) είναι να μαζέψουν χρήματα και να αποκτήσουν ένα δικό τους σπίτι. Μέχρι τότε μετακινούνται από εδώ κι από εκεί, κάνοντας μικροκλοπές, μη πληρώνοντας σε εστιατόρια που τρώνε και λαμβάνοντας μέρος σε παράνομους αγώνες κοκορομαχίας. Κάποια στιγμή, ενώ ο Άιβαν βάζει τον Μπον να ντιλάρει ναρκωτικά μέσα σε ένα μπαρ γίνεται έφοδος της αστυνομίας. Η Άλι και ο Μπον βρίσκουν καταφύγιο σε κάτι που αποδεικνύεται τροχόσπιτο! Ο ιδιοκτήτης του, το πηγαίνει σε συγκεκριμένο μέρος, όπου βρίσκονται κι άλλα τροχόσπιτα, προκειμένου κάποια στιγμή να το πουλήσει. Μέχρι τότε αφήνει μητέρα και γιο να ζουν μέσα σε αυτό. Η νέα ζωή είναι καλή για τους δυο τους και προσαρμόζονται εύκολα. Έως ότου τους βρίσκει και πάλι ο Άιβαν. Και πάλι ωθεί την Άλι σε παράνομες ατραπούς. Για να βρει μια θέση στον κόσμο, η Άλι πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην ελευθερία και την ευθύνη της ως μητέρα.
Η άποψή μας: Πάντα με βάση τις ταινίες που τυχαίνει να επιλέξεις σε ένα φεστιβάλ όπου προβάλλονται εκατοντάδες φιλμ, προβαίνεις σε συμπεράσματα τα οποία πιθανότατα να είναι λανθασμένα. Κι όμως, νομίζω πως δεν είναι τυχαίο πως έως τώρα στις Κάννες έχουμε δει πάρα πολλές ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούν παιδιά, έχοντας γονείς ανώριμους και επικίνδυνους για τη σωματική και την πνευματική τους υγεία. Έτσι κι εδώ, ο μικρούλης Μπον μπαίνει από μικρός στα βάσανα καθώς έχει μια μητέρα η οποία προφανώς τον απέκτησε μικρή σε ηλικία και δεν ξέρει πως να τον διαχειριστεί. Δεν έχει σπίτι, δεν πηγαίνει σχολείο, δεν έχει παιδιά με τα οποία να μπορεί να παίζει. Μόνη του παρέα είναι τα διάφορα... κοκόρια που χρησιμοποιούνται για τις κοκορομαχίες! Ωραίος τρόπος για να μεγαλώνει ένα παιδί! Η ταινία είναι χαρακτηριστικά φεστιβαλική. Κι αυτό που ξεχωρίζει είναι η ερμηνεία της Imogen Poots στο ρόλο της μητέρας, όπου εμφανίζεται βρώμικη, παραιτημένη, άβαφη, γυμνή, μακριά από οποιαδήποτε κολακευτική εικόνα που θα μπορούσε να κρατήσει αν επένδυε στην κοκεταρία της. Και η όλη διαδρομή της ταινίας, που η αλήθεια είναι πως σε πολλά σημεία της κουράζει και φαίνεται βαρετή, δικαιώνεται στο πολύ όμορφο φινάλε της.
Ναι, αυτό που αφηγείται μέσα στην ταινία η Άλι, τη γνωστή ιστορία με τον βασιλιά Σολομώντα ο οποίος για να βρει σε ποια από τις δύο μητέρες που διεκδικούν ένα μωρό είναι η πραγματική, ζητάει να το κόψουν στη μέση και να δώσουν και στις δύο από ένα μισό, δείχνει την κατάστασή της. Πιστεύει πως το παιδί της θα μπορούσε να ζήσει μια πολύ καλύτερη ζωή μακριά από αυτήν παρά μαζί της. Εσείς τι λέτε; Ποια είναι η γνώμη του παιδιού; Από τα πιο όμορφα φινάλε που είδαμε τελευταία σε μια ταινία που δεν έχει να επιδείξει κάτι πραγματικά καινούργιο.
Θοδωρής Γιαχουστίδης