του Joshua Oppenheimer
Σιγή...
του zerVo (@moviesltd)
Η μία και μοναδική παγκόσμια γλώσσα, η μόνη που γίνεται κατανοητή από τον καθένα, σε οποιαδήποτε γωνιά κι αν βρεθεί σε ετούτο τον πλανήτη, οιαδήποτε διάλεκτο κι αν χρησιμοποιεί στην καθημερινότητα του: Η Σιωπή! Δεν είναι λίγες οι φορές που δεν υπάρχουν, δεν βρίσκονται, δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί οι κατάλληλες λέξεις για να εκφραστούν συναισθήματα ανάκατα και καθηλωτικά, σπαρακτικά και βασανιστικά, στιγμές που η γλώσσα αδυνατεί να εκφραστεί, δίνοντας την σκυτάλη στην σιγή, που πλέον έχει την δυνατότητα να πει τα πάντα. Δεν είναι δείγμα αδυναμίας, ούτε δειλίας, μηδέ αναισθησίας. Είναι σύνθημα άρνησης από το υποκείμενο, της ταυτότητας του μοναδικού λογικού και ομιλούντος όντος, στην αντίληψη πως συνάμα είναι και το πιο αποκρουστικό, απαίσιο, άψυχο. Απάνθρωπο! The Look Of Silence...
Ως επάγγελμα, ο Άντι, δηλώνει οπτικός και η δουλειά του είναι να περιδιαβαίνει τις πιο φτωχικές περιοχές της χώρας, για να μετρά την όραση των πιο γηρασμένων, συνήθως, κατοίκων, δίνοντας τους την ευκαιρία, να δουν τον κόσμο καλύτερα, μέσα από τα γυαλιά που θα τους προτείνει. Πατέρας δυο μικρών παιδιών και γιος υπερηλίκων απόμαχων αγροτών, ο μεσήλικας, εδώ και χρόνια νιώθει μέσα του το μαράζι να φουντώνει, γνωρίζοντας καλά τον άδικο τρόπο με τον οποίο έχασε την ζωή του, ο μοναδικός του αδελφός, ο Ρανλί, που έπεσε θύμα της φονικής μανίας των παραστρατιωτικών, κατά την διάρκεια του αιματηρού εμφυλίου πολέμου στην χώρα, την βασανισμένη ετούτη γωνιά γης, στην Νοτιοανατολική Ασία.
Ήταν 1965 όταν την διοίκηση της Ινδονησίας ανέλαβε ο στρατός, (αυτο)καλούμενος να επιβάλλει την τάξη υπό τον φόβο της έλευσης των ιδεωδών του ξενόφερτου κομμουνισμού στον τόπο. Υπό την προβοκατόρικη απειλή του κατακερματισμού των αξιών, στην αμιγώς Ισλαμική χώρα, τα τάγματα του θανάτου, θα συλλάβουν με απλές ενδείξεις και θα οδηγήσουν στην σφαγή, περισσότερους από ένα εκατομμύριο "κομμουνιστές", καθαρίζοντας, κατά τα πιστεύω τους, την κοινωνία από τα ζιζάνια, λαμβάνοντας μέρος ταυτόχρονα, σε μια από τις πλέον ανείπωτες και πολύνεκρες θηριωδίες στα χρονικά της ανθρωπότητας. Οι θρύλοι αναφέρουν πως οι όχθες του ποταμού Σνέικ, είχαν βαφτεί κατακόκκινες από το αίμα που έρεε άφθονο από τα άψυχα κορμιά των αποκεφαλισμένων αθώων. Και δίπλα σε αυτά, ένστολοι, με τις ματσέτες στα χέρια, περήφανοι που έστειλαν στον άλλο κόσμο, με τρόπο ντροπιαστικό και προσβλητικό για την ανθρώπινη υπόσταση, πανηγυρίζουν υψώνοντας ψηλά το σήμα της νίκης. Η Ινδονησία τους ανήκει και οποιοσδήποτε έστω κι ελαφρώς παρεκκλίνει από τα νερά τους γνωρίζει καλά το βάσανο που τον καρτερά, πριν ξεψυχήσει στο πεδίο της, άνευ δίκης, εκτέλεσης.
Σε συνέχεια του ανατριχιαστικού The Act Of Killing, που μας γνώρισε μέσα από φρικιαστικές λεπτομέρειες, όλες εκείνες τις στιγμές φονικής τρέλας που έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια των εσωτερικών ταραχών στο απομακρυσμένο νησιωτικό σύμπλεγμα του Ινδικού Ωκεανού, έρχεται ένα επιπλέον επεισόδιο, από τα χέρια του ίδιου κινηματογραφιστή, για να αναδείξει την κατάσταση που επικρατεί στο ίδιο μέρος, σήμερα, μισό αιώνα κατοπινά. Κι όμως για τους πρωταγωνιστές της σφαγής τίποτα δεν έχει αλλάξει. Μηδενικές τύψεις, καμία συγκίνηση και μόνο υπερηφάνεια παραμένει μέσα τους να καίει για τα κατορθώματα τους. Καμία ένδειξη συγνώμης, απολογίας, συμπάθειας προς τα πρόσωπα εκείνα που βίωσαν την απώλεια των δικών τους, καμία συναίσθηση του πόνου που προκάλεσαν με τα όπλα τους, κανένας προσωπικός λόγος ανάληψης έστω και ενός μέρους της ευθύνης για τον τρόμο που σκόρπισαν παντού. Και τα πάντα, ακόμη εντός τους, κινούνται από τα νήματα της θρησκευτικής προσταγής - εννοείται πως πουθενά το Ιερό Βιβλίο της πίστης τους, δεν αναφέρει κάτι τέτοιο - όπως εκείνοι την αποκωδικοποιούν, δείγμα παρόμοιας αντίληψης των Γραφών του τότε, με το Τζιχαντιστικό σήμερα.
Άξονας της αφήγησης της ιστορίας είναι ο Άντι, που παρακολουθώντας τα λεγόμενα του προηγούμενου κεφαλαίου, όπως το κατέγραψε η κάμερα δύο χρόνια πριν, θα αποφασίσει συνοδευόμενος από τον οπερατέρ και εμπνευστή της ιστορικής καταγραφής Joshua Oppenheimer, να επισκεφτεί τις οικίες των σφαγέων. Για να συναντήσει εκείνους που στέρησαν το φως της ζωής από χιλιάδες αδύναμους πολίτες, μεταξύ των και του αγαπημένου του αδελφού. Άπαντες οι ογδοντάχρονοι έως και αιωνόβιοι, οι πρώην αξιωματικοί, γείτονες και συγγενείς ακόμη του νεκρού, μισό βήμα πριν παραδώσουν την ίδια την ψυχή τους, αρνούνται πεισματικά την μεταμέλεια και επιμένουν πως τα πάντα έγιναν για το καλό της πατρίδας. Προσβάλλοντας περισσότερο και από την μνήμη του απωλεσθέντος, την ίδια την οντότητα του πιο κοντινού του ανθρώπου, που δεν ζητά εκδίκηση, ούτε την παραδειγματική τιμωρία των εγκληματιών, αλλά μια ένδειξη συμπαράστασης και συμπόνοιας, για το Κακό που προκάλεσαν σε εκείνον, μα κυρίως στους φουκαράδες χαροκαμένους γονιούς του.
Είναι προς τιμήν του Άντι, που δεν εξάπτεται, δεν εκρήγνυται, δεν χειροδικεί, η ώρα που πρέπει να παραμείνει σιωπηλός, να μην πει κουβέντα, άχνα, να μην κραυγάσει τον καημό του, ενάντια στα σιχαμερά καθάρματα που ζωγραφίζουν κιόλας σε μπλοκάκια με στόμφο και καμάρι τα σουβλίσματα και τους ακρωτηριασμούς των Κομμουνιστών, πίνοντας ακολούθως το αίμα τους για να ξανανιώσουν. Αυτό το παραλήρημα της παράνοιας, που παρόμοια έχει βυθίσει στην σιγή ολάκερη την σύγχρονη πραγματικότητα της Ινδονησίας, του παραδεισένιου τουριστικού προορισμού, που δεν επιθυμεί παρά να θάψει στην λήθη όλα όσα συνέβησαν στο μοχθηρό παρελθόν, χωρίς να στείλει ραβασάκια τιμωρίας σε κανέναν θύτη, συνεργό του ολοκαυτώματος. Αντιθέτως, οι ίδιοι φονιάδες ή οι διάδοχοι τους, λογικά κατέχοντες τα υψηλά αξιώματα ακόμη και σήμερα, σπέρνουν παντού τον φόβο της κομμουνιστικής και άθεης απειλής.
Παραπληρωματικά με το Act Of Killing, λειτουργεί, ολοκληρώνοντας τον δίπτυχο κύκλο, το δεύτερο πάνω στο ίδιο θέμα, έργο του πολυβραβευμένου Τεξανού ντοκιμαντερίστα. Που με την αλληγορία της σεναριακής χρήσης του επαγγελματία οπτικού, δίνει μια παραλλαγή του ζητήματος που ήδη επεξεργάστηκε, από μια άλλη διάσταση, πιο τωρινή και λιγότερο παρελθοντική, παρομοίως, ίσως και περισσότερο ανά περιόδους, πιο ανατριχιαστική και horror από την προηγούμενη. Μπορεί οι ιστορικές αναφορές, να μην σοκάρουν το ίδιο, έχοντας ήδη γίνει γνωστές από το πρώτο μισό, δεν είναι αυτός όμως κι ο σκοπός, αλλά η ανάδειξη της διαχρονικότητας του ζητήματος και η σημαντική πιθανότητα, για εξίσου ασήμαντο αφορμή στο κοντινό μέλλον. Οι Ινδονήσιοι με την σιωπή τους, απέφυγαν να διδαχτούν την πικρή αλήθεια, δεν την αντιμετώπισαν πρόσωπο με πρόσωπο, δεν εκτίμησαν τα δεινά που μοίρασε κι ενδεχόμενα κάποια στιγμή θα την επαναλάβουν. Και το άσχημο είναι που γνωρίζω κι άλλους λαούς - όχι μην πηγαίνεις μακρυά - που δεν πήραν το μάθημα τους και γυροφέρνουν σε καταστάσεις γύψινες και ζοφερές. Και αυτούς δεν έχει βρεθεί μηδένας Oppenheimer να παλέψει να τους ξυπνήσει...
Ήταν 1965 όταν την διοίκηση της Ινδονησίας ανέλαβε ο στρατός, (αυτο)καλούμενος να επιβάλλει την τάξη υπό τον φόβο της έλευσης των ιδεωδών του ξενόφερτου κομμουνισμού στον τόπο. Υπό την προβοκατόρικη απειλή του κατακερματισμού των αξιών, στην αμιγώς Ισλαμική χώρα, τα τάγματα του θανάτου, θα συλλάβουν με απλές ενδείξεις και θα οδηγήσουν στην σφαγή, περισσότερους από ένα εκατομμύριο "κομμουνιστές", καθαρίζοντας, κατά τα πιστεύω τους, την κοινωνία από τα ζιζάνια, λαμβάνοντας μέρος ταυτόχρονα, σε μια από τις πλέον ανείπωτες και πολύνεκρες θηριωδίες στα χρονικά της ανθρωπότητας. Οι θρύλοι αναφέρουν πως οι όχθες του ποταμού Σνέικ, είχαν βαφτεί κατακόκκινες από το αίμα που έρεε άφθονο από τα άψυχα κορμιά των αποκεφαλισμένων αθώων. Και δίπλα σε αυτά, ένστολοι, με τις ματσέτες στα χέρια, περήφανοι που έστειλαν στον άλλο κόσμο, με τρόπο ντροπιαστικό και προσβλητικό για την ανθρώπινη υπόσταση, πανηγυρίζουν υψώνοντας ψηλά το σήμα της νίκης. Η Ινδονησία τους ανήκει και οποιοσδήποτε έστω κι ελαφρώς παρεκκλίνει από τα νερά τους γνωρίζει καλά το βάσανο που τον καρτερά, πριν ξεψυχήσει στο πεδίο της, άνευ δίκης, εκτέλεσης.
Σε συνέχεια του ανατριχιαστικού The Act Of Killing, που μας γνώρισε μέσα από φρικιαστικές λεπτομέρειες, όλες εκείνες τις στιγμές φονικής τρέλας που έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια των εσωτερικών ταραχών στο απομακρυσμένο νησιωτικό σύμπλεγμα του Ινδικού Ωκεανού, έρχεται ένα επιπλέον επεισόδιο, από τα χέρια του ίδιου κινηματογραφιστή, για να αναδείξει την κατάσταση που επικρατεί στο ίδιο μέρος, σήμερα, μισό αιώνα κατοπινά. Κι όμως για τους πρωταγωνιστές της σφαγής τίποτα δεν έχει αλλάξει. Μηδενικές τύψεις, καμία συγκίνηση και μόνο υπερηφάνεια παραμένει μέσα τους να καίει για τα κατορθώματα τους. Καμία ένδειξη συγνώμης, απολογίας, συμπάθειας προς τα πρόσωπα εκείνα που βίωσαν την απώλεια των δικών τους, καμία συναίσθηση του πόνου που προκάλεσαν με τα όπλα τους, κανένας προσωπικός λόγος ανάληψης έστω και ενός μέρους της ευθύνης για τον τρόμο που σκόρπισαν παντού. Και τα πάντα, ακόμη εντός τους, κινούνται από τα νήματα της θρησκευτικής προσταγής - εννοείται πως πουθενά το Ιερό Βιβλίο της πίστης τους, δεν αναφέρει κάτι τέτοιο - όπως εκείνοι την αποκωδικοποιούν, δείγμα παρόμοιας αντίληψης των Γραφών του τότε, με το Τζιχαντιστικό σήμερα.
Άξονας της αφήγησης της ιστορίας είναι ο Άντι, που παρακολουθώντας τα λεγόμενα του προηγούμενου κεφαλαίου, όπως το κατέγραψε η κάμερα δύο χρόνια πριν, θα αποφασίσει συνοδευόμενος από τον οπερατέρ και εμπνευστή της ιστορικής καταγραφής Joshua Oppenheimer, να επισκεφτεί τις οικίες των σφαγέων. Για να συναντήσει εκείνους που στέρησαν το φως της ζωής από χιλιάδες αδύναμους πολίτες, μεταξύ των και του αγαπημένου του αδελφού. Άπαντες οι ογδοντάχρονοι έως και αιωνόβιοι, οι πρώην αξιωματικοί, γείτονες και συγγενείς ακόμη του νεκρού, μισό βήμα πριν παραδώσουν την ίδια την ψυχή τους, αρνούνται πεισματικά την μεταμέλεια και επιμένουν πως τα πάντα έγιναν για το καλό της πατρίδας. Προσβάλλοντας περισσότερο και από την μνήμη του απωλεσθέντος, την ίδια την οντότητα του πιο κοντινού του ανθρώπου, που δεν ζητά εκδίκηση, ούτε την παραδειγματική τιμωρία των εγκληματιών, αλλά μια ένδειξη συμπαράστασης και συμπόνοιας, για το Κακό που προκάλεσαν σε εκείνον, μα κυρίως στους φουκαράδες χαροκαμένους γονιούς του.
Είναι προς τιμήν του Άντι, που δεν εξάπτεται, δεν εκρήγνυται, δεν χειροδικεί, η ώρα που πρέπει να παραμείνει σιωπηλός, να μην πει κουβέντα, άχνα, να μην κραυγάσει τον καημό του, ενάντια στα σιχαμερά καθάρματα που ζωγραφίζουν κιόλας σε μπλοκάκια με στόμφο και καμάρι τα σουβλίσματα και τους ακρωτηριασμούς των Κομμουνιστών, πίνοντας ακολούθως το αίμα τους για να ξανανιώσουν. Αυτό το παραλήρημα της παράνοιας, που παρόμοια έχει βυθίσει στην σιγή ολάκερη την σύγχρονη πραγματικότητα της Ινδονησίας, του παραδεισένιου τουριστικού προορισμού, που δεν επιθυμεί παρά να θάψει στην λήθη όλα όσα συνέβησαν στο μοχθηρό παρελθόν, χωρίς να στείλει ραβασάκια τιμωρίας σε κανέναν θύτη, συνεργό του ολοκαυτώματος. Αντιθέτως, οι ίδιοι φονιάδες ή οι διάδοχοι τους, λογικά κατέχοντες τα υψηλά αξιώματα ακόμη και σήμερα, σπέρνουν παντού τον φόβο της κομμουνιστικής και άθεης απειλής.
Παραπληρωματικά με το Act Of Killing, λειτουργεί, ολοκληρώνοντας τον δίπτυχο κύκλο, το δεύτερο πάνω στο ίδιο θέμα, έργο του πολυβραβευμένου Τεξανού ντοκιμαντερίστα. Που με την αλληγορία της σεναριακής χρήσης του επαγγελματία οπτικού, δίνει μια παραλλαγή του ζητήματος που ήδη επεξεργάστηκε, από μια άλλη διάσταση, πιο τωρινή και λιγότερο παρελθοντική, παρομοίως, ίσως και περισσότερο ανά περιόδους, πιο ανατριχιαστική και horror από την προηγούμενη. Μπορεί οι ιστορικές αναφορές, να μην σοκάρουν το ίδιο, έχοντας ήδη γίνει γνωστές από το πρώτο μισό, δεν είναι αυτός όμως κι ο σκοπός, αλλά η ανάδειξη της διαχρονικότητας του ζητήματος και η σημαντική πιθανότητα, για εξίσου ασήμαντο αφορμή στο κοντινό μέλλον. Οι Ινδονήσιοι με την σιωπή τους, απέφυγαν να διδαχτούν την πικρή αλήθεια, δεν την αντιμετώπισαν πρόσωπο με πρόσωπο, δεν εκτίμησαν τα δεινά που μοίρασε κι ενδεχόμενα κάποια στιγμή θα την επαναλάβουν. Και το άσχημο είναι που γνωρίζω κι άλλους λαούς - όχι μην πηγαίνεις μακρυά - που δεν πήραν το μάθημα τους και γυροφέρνουν σε καταστάσεις γύψινες και ζοφερές. Και αυτούς δεν έχει βρεθεί μηδένας Oppenheimer να παλέψει να τους ξυπνήσει...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Απριλίου 2017 από την Filmcenter Trianon
1 σχόλια:
Great post,Thanks for providing us this great knowledge
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική